Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

Ας κάνω μια εξαίρεση κυρία «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου»


Πολλοί με ρωτούν γιατί στο blog μου δεν κάνω κριτική στα τόσα βιβλία που διαβάζω, τις τόσες ταινίες που βλέπω και την μουσική που ακούω. Η απάντηση μου είναι πως δεν είναι δουλειά μου αυτή. Υπάρχουν άλλοι οι οποίοι πληρώνονται για να θάψουν μια παράσταση ή να την εξυψώσουν για πολλούς και ευνόητους λόγους. Πιθανότατα να μη το κάνω ώστε να μην παίρνω κανέναν στο λαιμό μου λέγοντάς του δες το είναι καλό και να απογοητεύεται ή μη το δεις ενώ γι’ αυτόν μπορεί να αξίζει.
Όμως αποφάσισα να κάνω την εξαίρεση. Και αυτό γιατί είδα μια εξαιρετική παράσταση, ή καλύτερα μια εξαιρετική ερμηνεία την Κυριακή το απόγευμα στο θέατρο Βασιλάκου όπου η ηθοποιός Νένα Μεντή ερμήνευε την ρεμπέτισσα Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Η ιδέα ότι θα δω μια παράσταση μονόλογο δε με ικανοποιούσε. Όμως μια το ρεμπέτικο περιεχόμενο της παράστασης, μια η σχέση της ιστορίας με την Σμύρνη καθώς και με την ιστορία της Ελλάδος που δε τη διδάσκουμε στα σχολεία με έκανε να πάω να την δω. Φτάνω έξω από το θέατρο. Δε περίμενα τόσο κόσμο να αράζει στο μπαρ που βρίσκεται στο χώρο υποδοχής. Αρκετός κόσμος αλλά όχι πολύς ώστε να γεμίσει το θέατρο. Έλα όμως που μόλις πήγα να βρω τη θέση μου βρήκα ένα θέατρο ασφυκτικά γεμάτο. Όλο και κάποιος θα χει αφήσει το κινητό του ανοιχτό και θα με ξενερώσει σκέφτηκα όπως και έγινε μόνο που δε ξενέρωσα διότι ήμουν ήδη απορροφημένος από τα λόγια της ηθοποιούς. Σβήνουν τα φώτα. Για να δούμε λέω. Βλέπω μια εκπληκτική έναρξη της παράστασης (δε θέλω να αποκαλύψω τίποτα) και ξαφνικά από το κοινό βλέπω την Νένα Μεντή να ανεβαίνει στη σκηνή. Ένα βλέμμα λες και αντί για μας βλέπει την παραλία της Σμύρνης ή τα παράλια της Μικρασίας και του Τσεσμέ καθώς φεύγει για να γλιτώσει τις σφαγές. Αρχίζει και μας περιγράφει τη ζωή της. Ενδιαφέρον μου φαίνεται στην αρχή. Η χροιά της φωνής της καθώς και η μουσική και ο φωτισμός που την συνόδευε με ταξίδευαν στα χρόνια που μας περιγράφει. Και ευτυχώς ο χαμηλός φωτισμός με κάνει να τα ονειρεύομαι με ανοιχτά τα μάτια. Ωραία παράσταση λέω όμως θα κάνει κοιλιά αν συνεχίσει έτσι. Κι όμως! Η Μεντή δε κάθεται σε μια θέση και μιλάει αλλά την βλέπεις μέσα από αυτά που σου περιγράφει με την ιστορία της να κάνει διάλογους με τους υπόλοιπους ήρωες της ζωής της. Ξαφνικά βλέπω την μητέρα της να κάθεται στο παγκάκι κάτω από το δέντρο καθώς η ηθοποιός της θυμίζει παλιές στιγμές, βλέπω τον σύζυγό της τον Γιώργο να νευριάζει που παίζει χαρτιά και τρώει τα χρήματα της εκεί, η εγγονή της η Ρέα γεμίζει τη σκηνή με ζωντάνια και παιδικές φωνές. Παράλληλα βλέπω διάφορες σκηνές και διαπιστώνω πως είναι η γάτες που κυκλοφορούν στο σπιτικό της μιας και της ταΐζει συνέχεια. Να και ο Τσιτσάνης που έχει το μάγκικο στυλάκι και την περιέργεια που μια γυναίκα του ζητάει να παίξει τραγούδια της καθώς και τον Χιώτη με την παραξενιά του πάνω σε θέματα καθαριότητας και υγιεινής. Εκεί που έλεγα στην αρχή ευτυχώς είναι ένας 90λεπτος μονόλογος τώρα παρακαλάω να μην τελειώσει η παράσταση. Ξαφνιάζομαι που τόσα ρεμπέτικα τραγούδια είναι δικά της. Δακρύζω καθώς νιώθω την απώλεια των αγαπημένων της προσώπων και πονάω όπως πονάει η ηρωίδα στη σκηνή. Γελάω με την πονηριά της και τα καμώματά της καθώς και με το ύποπτο βλέμμα που κάνει κάθε φορά που θυμάται καμιά βλακεία που χε κάνει. Λέει κάποιες πολύ έξυπνες φράσεις η οποίες μου χουν μείνει. Η παράσταση ολοκληρώνεται. Σηκωνόμαστε όρθιοι όλοι και την χειροκροτούμε. Την χειροκροτούμε διότι στο φινάλε η ηθοποιός βγάζει το προσωπείο της ηρωίδας και με ένα πονηρό χαμόγελο στην αρχή μας κλείνει το μάτι λέγοντας πως σας την έφερα, η Νένα Μεντή είμαι και όχι η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Και τότε εμείς χειροκροτάμε περισσότερο που μας ξεγέλασε τόσο έξυπνα και το χαμόγελο της μεταμορφώνεται από πονηρό σε τρυφερό και ειλικρινές δείχνοντας της αποδοχή του ενθουσιασμού μας για την ερμηνεία της και τότε συγκινείται. Αποχωρεί από τη σκηνή. Αποχωρώ και γω. Νιώθω λίγο πιο βαρύς. Βαρύς σε γνώση, σε ωριμότητα, διαπιστώνω ότι τέτοιες ιστορίες σου παρουσιάζουν τα λάθη των ανθρώπων οι οποίοι μέσα από την εξιστόρηση της ζωής τους προσπαθούν να μας προστατεύσουν. Η ζωή είναι καλή ποιος είπε το αντίθετο. Εμείς την καταστρέφουμε. Πόσο μονότονο είναι όταν πεθάνουμε. Ας ζήσουμε λοιπόν το σήμερα και για το αύριο κάτι θα βρούμε να κάνουμε. Τουλάχιστον ας είμαστε ευτυχισμένοι και ικανοποιημένοι γι’ αυτό που ζούμε. Γυρνάνε οι ιδέες τόσο γρήγορα γύρω από το κεφάλι μου όπως τα ηλεκτρόνια γύρω από τον πυρήνα ενός ατόμου. Αν συνεχίσετε να γυρνάτε έτσι θα ζαλιστώ και θα πέσω. Πρέπει να γυρίσω σπίτι…
Ξέρω πως η παράσταση μου πρόσφερε πολλά και με έχει κάνει να βλέπω κάποια πράγματα λίγο διαφορετικά. Αλλά ας ηρεμήσω λίγο και ας ανηφορήσω προς κέντρο.
« Στου γιαλού στου γιαλού τα βοτσαλάκια, κάθονται κάθονται δύο καβουράκια…»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου