Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014

Τρέμω για τη χώρα μου



της Άννας Δαμιανίδη

Στις κλασικές τουριστικές περιηγήσεις, τουλάχιστον σε χώρες ευρωπαϊκές, περιλαμβάνεται συνήθως μια επίσκεψη σε κελιά, μπουντρούμια, αίθουσες βασανιστηρίων και άλλα παρεμφερή. Τα μέρη αυτά για κάποιο λόγο είναι πολύ δημοφιλή σε παιδιά και εφήβους, κι όποιος έχει κάνει τον τουρίστα μια φορά στη ζωή του σίγουρα θα έχει επισκεφτεί κάτι παρόμοιο. Στη Βενετία οπωσδήποτε περνάς τη Γέφυρα των Στεναγμών, και σε πολλές παλιές πόλεις διατηρούνται ακόμα σε πλατείες ή γωνίες κάτι σάπια ξύλα όπου έβαζαν τα χέρια και τα πόδια των καταδίκων και τους ακινητοποιούσαν για ώρες ή για μέρες. Η ανθρώπινη ευρηματικότητα για τιμωρίες, με δυο λόγια, επιδεικνύεται σαν κομμάτι της ιστορίας αυτής της Γηραιάς Ηπείρου που πάντα, ακαταμάχητα, προσελκύει νέους απ’ όλον τον κόσμο.
Στην Ελλάδα δεν ξέρω τέτοιο μέρος, και νομίζω λείπει πολύ. Με έναν τροχό μαρτυρίου στη μέση μιας πλατείας ίσως είναι κανείς εξοικειωμένος με το παρελθόν του τόπου του, τα στάδια που πέρασε η πολιτική εξουσία και η συνείδηση συμμετοχής σ’ αυτήν. Ισως, πάντα ίσως, αντιλαμβάνεται καλύτερα τους αιώνες που πέρασαν, τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον πολίτη του 21ου αιώνα και του υπηκόου ενός καθεστώτος της εποχής που οι άνθρωποι βασανίζονταν δημόσια, εκτελούνταν και γενικά πάθαιναν διάφορα τρομερά προς τέρψη του κοινού και παραδειγματισμό. Μπορεί, αλλά πάλι δεν είναι σίγουρο, τέτοια εκθέματα που θυμίζουν τους αιώνες που πέρασαν, να συγκρατούν συζητήσεις που συνέχεια επανέρχονται γύρω από τις κατακτήσεις της δημοκρατίας, γύρω από την πρόοδο της εγκληματολογίας, γύρω από την εξέλιξη των νόμων.
Να μη χρειάζεται κάθε φορά που συζητάμε για την εφαρμογή των νόμων, και δη των προοδευτικών νόμων, στην αντιμετώπιση των εγκληματιών να ακούμε ξανά και ξανά τις ίδιες σοφίες για το πόσο σπουδαίοι θα ήμασταν αν είχαμε ακόμα θανατική ποινή, αν γίνονταν δημόσιοι ακρωτηριασμοί, και τι καλό πράγμα είναι η αυτοδικία. Να μη χρειαζόταν να υπερασπιζόμαστε διαρκώς τα αυτονόητα για την επιλογή της ελληνικής πολιτείας, που ακολουθεί τις δύσκολες, τις αργές και επίπονες επιλογές των αδερφών Ευρωπαίων, να μην τιμωρεί τους καταδίκους αλλά να σωφρονίζει. Αρέσει-δεν αρέσει, αυτό έχουμε αποφασίσει, αυτή τη δύσκολη πρόκληση έχουν ν’ αντιμετωπίζουν οι λειτουργοί, κι αν δεν τα καταφέρνουν καλά, δεν σημαίνει ότι πρέπει να το δεχτούμε και να υποχωρήσουμε από το διαρκές αίτημα για την εφαρμογή της.
Δεν μπορώ δηλαδή στη συζήτηση για τα δικαιώματα του κρατούμενου Ρωμανού να συζητάω για το αν έχει μετανιώσει αυτός, για το αν είναι καλές οι σπουδές στα ΤΕΙ ή τι είναι οι φυλακές τύπου Γ. Θέλω να ξέρω αν έχει μετανιώσει η ελληνική πολιτεία για τις βασικές της επιλογές περί σωφρονισμού, κι αν σκοπεύει να γυρίσει σιγά σιγά στον Μεσαίωνα, ικανοποιώντας τις πρωτόγονες αιμοβόρικες διαθέσεις που εκδηλώνονται ασυγκράτητα γύρω μας. Ανησυχώ πολύ για τον κρατούμενο, επειδή τρέμω για τη χώρα μου.

Φωτογραφία: Η ταράτσα της οδού Μπουμπουλίνας
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου