Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Φράουλες και Αίμα (1970)


Κι ενώ έχει ξεκινήσει το τριήμερο των επετειακών εκδηλώσεων για το Πολυτεχνείο, αποφάσισα να μνημονεύσω το γεγονός παρακολουθώντας μία ιστορική ταινία η οποία έζησε τη δικιά της περιπέτεια κατά την διάρκεια της δικτατορίας στην Ελλάδα, όπου η ταινία πρόλαβε να προβληθεί μόνο τρεις μέρες στις κινηματογραφικές αίθουσες. Τόσες μέρες χρειάστηκαν για να αντιληφθούν οι χουντικοί πως η ταινία ήταν ένας χείμαρρος ριζοσπαστικών κι επαναστατικών μηνυμάτων. Αναφέρομαι στο αριστουργηματικό "Φράουλες κι Αίμα"το οποίο βασίστηκε στο βιβλίο-ντοκουμέντο του 19χρονου φοιτητή Τζέιμς Κούνεν. 
Η ιστορία εστιάζει στο αντιπολεμικό φοιτητικό κίνημα που πήρε μεγάλες διαστάσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60. Στη ταινία θίγονται αρκετά θέματα τα οποία με μεγάλη μου λύπη διαπίστωσα πως εφαρμόζονται εις βάρος μας μέχρι σήμερα. Τα κυριότερα είναι η οικογένεια, η θρησκεία και η κοινωνία. 
Με μία εξαιρετική θεατρική αναπαράσταση στο προαύλιο χώρο του πανεπιστημίου, ένας φοιτητής βρίσκεται ξαπλωμένος σε ένα τραπέζι με το ζωγραφιστό του σώμα να δείχνει τα "φιλέτα" που αποζητά το κράτος. Γύρω του ως σύγχρονες Ερινύες τον περιτριγυρίζουν η μητέρα του, η θρησκεία και η κοινωνία, προετοιμάζοντάς τον για σφαγή. Λίγο μετά ένας άλλος φοιτητής καταδικάζει τον ρόλο του πανεπιστημίου στον πόλεμο του Βιετνάμ αλλά και την ύπουλη εισχώρηση των καπιταλιστικών συμφερόντων στις έρευνες και στις μελέτες που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια των σπουδών. Όπως ο ίδιος φωνάζει "τα μαθήματα είναι πλέον βαρετά διότι λείπει η ποίηση μέσα σ' αυτά!". 
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, κολλεγιόπαιδο μιας εύπορης αμερικανικής οικογένειας, βλέπει το εαυτό του να καθρεφτίζεται στα πρόσωπα των παραπάνω δυο νέων. Παράλληλα ένας έρωτας τον τραβάει να εισχωρήσει στην κατάληψη του πανεπιστημίου. Εκεί μυείται και ανακαλύπτει τα αδιέξοδα του συστήματος που υπηρετεί. Από θεατής γίνεται αμέσως ενεργός πολίτης απαιτώντας από το κράτος να του δώσει το δικαίωμα να ονειρεύεται και να ελπίζει.


Πίσω από την ταινία κρύβεται το πραγματικό γεγονός του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ στο Σαν Φρανσίσκο. Κι ενώ το πανεπιστήμιο είναι έτοιμο να γιορτάσει τα εκατό χρόνια του, οι φοιτητές εξεγείρονται για να συμπαρασταθούν στους Γάλλους φοιτητές του Παρισιού. Ο ξεσηκωμός τους συμπεριλαμβάνεται από αντιρατσιστικά κι αντιπολεμικά συνθήματα. Απαιτούν να σταματήσει η συμμετοχή του πανεπιστημίου σε έρευνες που σχετίζονται με τον πόλεμο στο Βιετνάμ, ζητούν να γυρίσουν οι φαντάροι πίσω και το κυριότερο απαιτούν να συμμετέχουν στις σπουδές και μαύροι φοιτητές. Στη κατάληψη συμμετέχουν παράλληλα και οπαδοί της σεξουαλικής απελευθέρωσης κι οι θρυλικοί Μαύροι Πάνθηρες.
Μετά από αρκετές βδομάδες κατάληψης κι έπειτα από ένα αιματηρό επεισόδιο μεταξύ της αστυνομίας και των φοιτητών, ο πρύτανης συνοδευόμενος από μία μεγάλη αστυνομική δύναμη, φτάνει έξω από το πανεπιστήμιο κι απαιτεί από τους φοιτητές να αποχωρήσουν ειρηνικά. Απ' αυτό το σημείο ξεκινάει μία από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές συγκινήσεις. Οι φωνές του πρύτανη ακούγονται απόμακρες μέσα στο αμφιθέατρο. Αγνοώντας τον, οι φοιτητές σχηματίζουν ομόκεντρους κύκλους, γονατίζουν και με ρυθμό χτυπούν τα χέρια τους στο παρκέ τραγουδώντας το αριστουργηματικό "give peace of chance" (το μόνο που ζητάμε είναι να μας δώσετε μία ευκαιρία). Ο παλμός και το πάθος βγαίνουν προς τα έξω. Ο κόσμος που στέκεται θεατής απέναντι στο γεγονός ανατριχιάζει κι αρχίζει να δείχνει την συμπαράστασή του ανάβοντας κεριά. Δυστυχώς αυτό το πάθος δεν αγγίζει τον πρύτανη που εκπροσωπεί το παλιό και συντηρητικό κατεστημένο, ο οποίος τελικά δίνει εντολή για εισβολή. Είναι η στιγμή που κλαις όχι από οργή για την απανθρωπιά του συστήματος αλλά για τον έρωτα για ζωή που μας έχουν απαγορεύσει. 
Δυστυχώς δε μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματα που μου έβγαλε η εικόνα με τους αστυνομικούς να τρέχουν ανάμεσα στους γονατιστούς φοιτητές και να τους πνίγουν στα δακρυγόνα. Συμβολική η σκηνή όπου πίσω από την σημαία της Αμερικής ξεπροβάλλουν κι άλλοι ένστολοι. Εχθρός είναι το κράτος κι όχι οι νέοι που απαιτούν ένα καλύτερο μέλλον. Η σημαία σκίζεται και κάτω από τα κουρέλια της η κρατική βία σπάει τα κόκαλα των εξεγερμένων νέων. Πρώτα θύματα οι Μαύροι Πάνθηρες κι έπειτα οι λευκοί φοιτητές οι οποίοι δε σταματούν λεπτό να τραγουδούν.


Κατά τη διάρκεια της ταινίας ακούγονται άκρως ενδιαφέρουσες συζητήσεις οι οποίες προκαλούν έντονους προβληματισμούς όχι για τα θέματα που επικρατούσαν τότε αλλά για τα θέματα που υπάρχουν μέχρι σήμερα, δηλαδή πέντε δεκαετίες μετά. Συγκράτησα όμως τρεις στιγμές. Οι δυο αναφέρονται σε δύο κοπέλες που βρίσκονται στο δρόμο και παρακολουθούν το κίνημα. Στην αρχή είναι απαθείς, με την μία να ρωτάει την άλλη αν φοβάται για να λάβει την εξής απάντηση, "όχι όσο βρίσκομαι πίσω από τα κιγκλιδώματα". Η ανόητη αίσθηση της ασφάλειας που σου προσφέρει το κράτος. Μέγα λάθος. Το κράτος και μάλιστα το αρρωστημένο κράτος είναι ο πραγματικός εχθρός που πρέπει να φοβόμαστε. Το ολιγαρχικό κράτος με τον δημοκρατικό μανδύα πρέπει να αντιμετωπίζουμε κι όχι να συμβιβαζόμαστε στην ψεύτικη θαλπωρή του όπως τα πρόβατα σε μια στάνη. Λίγα λεπτά αργότερα κι ενώ το πάθος των φοιτητών ακούγεται μέχρι έξω η μία κοπέλα ξαναρωτάει την άλλη "γιατί δεν είμαστε κι εμείς εκεί μέσα;" για να της απαντήσει "διότι δε γνωρίζαμε". Η άγνοια είναι το όπιο του συστήματος που μας έχει κρατήσει σε μία παθητική στάση αδιαφορίας, εγωισμού και ηλιθιότητας. Όμως η στιγμή που με ξεσήκωσε ήταν τα τελευταία λόγια του φοιτητή, ο οποίος απευθυνόταν σε όλους εμάς που βλέπαμε την ταινία. Με μάτια ανοιχτά και με μυς τεντωμένους από την ένταση και το πάθος, μας φωνάζει: "Μείνετε ζωντανοί!". Τότε αυτή η φράση ίσχυε διότι εν μέρει οι άνθρωποι ζούσαν σε μία περίοδο όπου το πυρηνικό ολοκαύτωμα πλανιόταν πάνω από τα κεφάλια τους. Σήμερα αυτή η φράση θα άλλαζε με το "Ξυπνήστε και ξεσηκωθείτε!".
Η ταινία ξεχειλίζει από πάθος καθ' όλη τη διάρκειά της και με τα υπέροχα μουσικά ακούσματα εκείνης της δεκαετίας, με μια παρέλαση ονομάτων όπως John Lennon, Crosby, Stills, Nash & Young, Buffy Sainte-Marie, Thunderclap Newman, Richard Strauss κ.α. Με αυτόν τον τρόπο στρώνεται το χαλί για την μεγαλειώδη τελική σκηνή μέσα στο αμφιθέατρο.
Όσο για το πάθος των διαλόγων, σας παραθέτω απλά ένα απόσπασμα από το βιβλίο του φοιτητή Τζέιμς Κούνεν:
«Πολλοί ρωτούν ποιοι είμαστε και μερικοί νομίζουν κιόλας πως το ξέρουν. Είμαστε, λέει, ένα μάτσο μυξιάρικα που δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Είναι δύσκολο να πω τι ακριβώς είμαστε. Αλλά δεν έχουμε μύξες. Εκείνο που έχουμε είναι φόβος κι ελπίδα. Ή μεταπτώσεις, καθώς λένε... Οι πατεράδες μας ζουν διαρκώς με την οργή που φέρνει σε ορισμένους ανθρώπους η θέα των μακριών μαλλιών. Εμείς πάλι ζούμε με την οργή που φέρνει σε ορισμένους άλλους η θέα ενός ανθρώπου που κορδώνεται πλάι σε μια αστραφτερή Μερσεντές, απ' αυτές που μοιάζουν να περιμένουν από ένα σοφέρ με λιβρέα να σταθεί επάνω σε κάθε φτερό της. Όσο για τις οδυνηρές εντυπώσεις που προκαλούν τα μαλλιά μας, αισθανόμαστε υπέροχα. Μας αρέσει να βλέπουμε το ύφος που παίρνουν οι αστυφύλακες, την αγανάκτηση των ηλικιωμένων κυριών, την ανησυχία στα πρόσωπα των εμπόρων. Θέλουμε να μας βλέπουν όλοι και να λένε: "Να οι εχθροί του κατεστημένου". Σ' αυτό έχουμε φτάσει, καθώς λέμε και στη γλώσσα της Επανάστασης».
Η ταινία "Φράουλες και Αίμα" είναι ένας σημαντικός σταθμός στην παγκόσμια κινηματογραφική ιστορία. Θέτει όμως και πολλά ερωτήματα. Που πήγε το πάθος αυτών των νέων, των οποίων οι συνομήλικοί τους μέχρι σήμερα μας κυβερνούν. Και φυσικά ποιο θα είναι το μέλλον όταν η σημερινή νεολαία χαρακτηρίζεται για την απάθειά της.
Η ταινία αυτή μας δείχνει από το 1970 τον πραγματικό εχθρό, ο οποίος είναι η οικογένεια, η θρησκεία και το κράτος. Το μόνο που ζητάει είναι να βρούμε εμείς τον τρόπο ώστε να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε όλα τα παραπάνω. Από εκεί ξεκινάει η αληθινή επανάσταση.

Βαθμολογία: 9/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου