Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

Συρακούσες, ο θαλάσσιος κυρίαρχος της Σικελίας




Πρωινό Κυριακής του Πάσχα. Οι δρόμοι της Κατάνια ήταν άδειοι. Σε διάφορα τετράγωνα, κάτοικοι είχαν βγάλει στα πεζοδρόμια τις θράκες τους κι έψηναν κρέατα. Ολόκληρη η πόλη μύριζε τσίκνα. Κατευνάσαμε το παράπονο του στομαχιού μας με λιχουδιές από έναν φούρνο της γειτονιάς. Η μέρα προμηνυόταν πλούσια, μιας και θα ταξιδεύαμε προς τον σικελικό νότο για να συναντήσουμε τις Συρακούσες και τα υπόλοιπα χωριά του νησιού.
Η βόλτα εκείνης της μέρας έχει χωριστεί σε τρία μέρη. Στο πρώτο θα αναφερθώ στην ομορφιά των Συρακουσών, στο δεύτερο θα σας παρουσιάσω τα χωριά της Σικελίας και το τρίτο θα αφιερωθεί στο ομορφότερο για μένα χωριό, την Ραγκούσα. Ας ξεκινήσουμε όμως από την πρώτη στάση.
Οι Συρακούσες βρίσκονται σχετικά κοντά στην Κατάνια. Η σύντομη διαδρομή μας βοήθησε απέναντι στην ανυπομονησία μας να συναντήσουμε και να γνωρίσουμε τη σημαντικότερη πόλη της Μεγάλης Ελλάδας.
Η πόλη υπήρξε αποικία Ελλήνων από την Κόρινθο και την Τενέα, κι ιδρύθηκε το 734 ή 733 π.Χ. Το όνομά της ακούστηκε δυνατά όταν κατέστρεψε τον αθηναϊκό στόλο κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Το γεγονός αυτό σημάδεψε την αρχή του τέλους της τότε αθηναϊκής παντοκρατορίας και την μετέτρεψε ως την ισχυρότερη και σημαντικότερη πόλη της Σικελίας μέχρι που έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων. Η πόλη σήμερα αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την Unesco.
Φτάνοντας παρκάραμε το αμάξι λίγο έξω από την παλιά πόλη. Σταθήκαμε αρκετά τυχεροί διότι οι δρόμοι ήταν κι εκεί άδειοι και το παρκάρισμα δωρεάν. Από εκεί πήραμε με τα πόδια μία ευθεία που μας οδήγησε κατευθείαν στην παλιά πόλη.
Η παλιά πόλη είναι χτισμένη πάνω σε ένα νησί το οποίο λειτουργούσε ως οχυρό, την Ορτυγία. Πάνω σ' αυτό το νησί συναντάς σήμερα ίχνη της ένδοξης ιστορίας των Συρακουσών αναμεμειγμένα με μεταγενέστερα κτίρια και σπίτια. Ένα εντυπωσιακό μωσαϊκό ιστορίας ξεδιπλώνεται σε όλα τα σοκάκια. Πάνω σ' αυτό το νησί βρίσκονται κι όλα τα μνημεία της πόλης.
Το πρώτο μνημείο που συναντήσαμε ήταν ο Ναός του Απόλλωνα (00:35-00:52). Μέσα σε ένα μεγάλο άνοιγμα και περιτριγυρισμένο από τα γύρω σπίτια, στέκονται ακόμη τα απομεινάρια του ναού. Μπορεί να μη σώζονται πολλά στοιχεία από το κτίσμα αλλά με τα ίχνη που έχει αφήσει μπορεί ο καθένας να φανταστεί το εντυπωσιακά μεγάλο του μέγεθος. Ο ναός χρονολογείται το 570 π.Χ. και θεωρείται ο παλαιότερος δωρικός ναός της Σικελίας. Σταθήκαμε στα κάγκελα και παρατηρήσαμε τις δυο χοντρές κολώνες που έχουν απομείνει. Ο όγκος τους είναι τόσο μεγάλος που σχεδόν σβήνει το κενό που υπάρχει μεταξύ τους. Ανάμεσα στα σπαράγματα που υπάρχουν στον αρχαιολογικό χώρο, διασκεδάσαμε με την παρουσία αρκετών γατιών που ρέμβαζαν απολαμβάνοντας τα χάδια του ήλιου. Από εκεί εισχωρήσαμε στα γύρω στενά τα οποία μας έβγαλαν στην κεντρική πλατεία της πόλης. Σ' ένα άνοιγμα ανακαλύψαμε το κομψότατο συντριβάνι της Άρτεμις (01:33) το οποίο θεωρείται ως ένα από τα ομορφότερα της Ιταλίας.
Στην κεντρική πλατεία της Ορτυγία βρίσκεται ένας από τους πιο συγκλονιστικούς ναούς που έχω επισκεφθεί μέχρι στιγμής στα ταξίδια μου. Αναφέρομαι στον Καθεδρικό της πόλης (01:42-02:56), ο οποίος είναι χτισμένος έχοντας ενσωματώσει τον αρχαίο ναό της Αθηνάς. Κοιτώντας την πλάγια όψη του ναού, μπορεί να διακρίνει κανείς τις κολώνες και τα κιονόκρανα τα οποία έχουν σχεδόν εντοιχιστεί στο νέο κτίριο. Η πρόσοψή του είναι επιβλητική, θυμίζοντας τις βιβλιοθήκες της Περγάμου και της Εφέσου. Μπαίνοντας όμως στο εσωτερικό του Καθεδρικού, νιώθεις πως εισέρχεσαι στο κυρίως τμήμα ενός αρχαίου ναού, μιας κι από μέσα φαίνεται πεντακάθαρα η συστοιχία των αρχαίων κιόνων. Περιπλανήθηκα αρκετή ώρα στο εσωτερικό του ναού. Επιβλητικά λιτός, με ξύλινη οροφή, έδινε μεγάλη έμφαση στη προηγούμενη λειτουργικότητά του.
Βγαίνοντας από τον καθεδρικό, περιεργάστηκα την πλατεία, οι οποία θεωρείται ως μία από τις ομορφότερες της χώρας αλλά κι από τις πιο αναγνωρίσιμες χάρης στο περίεργο σχήμα της. Το λευκό μάρμαρο που απλώνεται σ' ολόκληρη την επιφάνειά της, της δίνει απίστευτη λαμπρότητα και φωτίζει με φυσικό τρόπο τις προσόψεις των μπαρόκ κτιρίων που βρίσκονται περιμετρικά. Εκτός από τον Καθεδρικό, η πλατεία φιλοξενεί και τον κομψότατο ναό του Αγίου Λουκά, ο οποίος είχε την τύχη να διακοσμηθεί εσωτερικά από τον Καραβάτζιο.
Από την πλατεία κατηφορίσαμε προς τη θάλασσα (03:53-04:17). Εκεί βρίσκεται μία ασυνήθιστη πηγή γλυκού νερού, η οποία αναβλύζει δίπλα στη θάλασσα. Η Κρήνη της Αρετούσας, είναι ένα σπάνιο φαινόμενο το οποίο είχε συνδυαστεί με τον μυθικό έρωτα μιας θαλάσσιας νύμφης με έναν ποταμό. Σταθήκαμε πάνω στα κάγκελα της προκυμαίας και παρατηρήσαμε τον απλωμένος κολπίσκος με τα ρηχά και τυρκουάζ νερά. Περπατήσαμε κατά μήκος της ακτής, της οποίας η γραφικότητα μπλέκει με τα ταβερνάκια και τις καφετέριες.
Ο δρόμος μας οδήγησε στο οχυρό (04:18-05:02) που στέκεται στο τελείωμα του νησιού. Το κτιριακό συγκρότημα δεν λέει πολλά. Φτάνοντας όμως στην άκρη του, νιώθεις πως βρίσκεσαι στη πλώρη ενός καραβιού, έτοιμου να σαλπάρει. Από εκεί έχεις θέα το νότιο πέλαγος της Σικελίας αλλά κι ένα κομμάτι της πόλης. Οι ξεθωριασμένες επιφάνειες των τειχών αλλά και των κτιρίων που βρίσκονται εντός του οχυρού, δίνουν το έναυσμα για πολλές φωτογραφίσεις.
Επιστρέφοντας στην Ορτυγία, η πόλη είχε πλέον ξυπνήσει για τα καλά. Η λειτουργία στο Ντουόμο είχε ολοκληρωθεί και τα σοκάκια είχαν γεμίσει κόσμο. Οι καφετέριες είχαν ανοίξει και τα καταστήματα αναμνηστικών είχαν βγάλει τα προϊόντα τους έξω. Περπατήσαμε σε άλλα σοκάκια κατά την επιστροφή μας θέλοντας να δούμε κι άλλα σημεία της πόλης. Ο χρόνος όμως κυλούσε και μας περίμεναν αρκετά μικρά χωριά να μας υποδεχτούν. Δεν μπορούσαμε να τα αδικήσουμε, και φυσικά δε το μετανιώσαμε που κάτσαμε λίγες μόνο ώρες στις Συρακούσες.
Όσο για την σπουδαία αυτή πόλη, όσο περπατούσαμε στα σοκάκια της, τόσο πιο εμφανή μου γινόντουσαν τα λόγια του Κικέρωνα, ο οποίος είχε αποκαλέσει τις Συρακούσες ως μια "ωραιότατη και καταστόλιστη πόλη". Και πράγματι μέχρι σήμερα, οι Συρακούσες τιμούν τους χαρακτηρισμούς αυτούς...

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

Ο ιμπεριαλισμός και ο ιπτάμενος γάιδαρος



του Χρήστου Σίμου

«Why Greece is Germany’s “de facto colony”»i ήταν ο τίτλος του άρθρου της ιστοσελίδας Politico, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 14 Ιουνίου 2017, μία μέρα δηλαδή πριν από την επίμαχη συνεδρίαση του Eurogroup, στην οποία εντέλει αποφασίστηκε η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος προσαρμογής που εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Το άρθρο αυτό, το οποίο υπογραφόταν από τον συντάκτη Matthew Karnitschnig, ξεκινούσε με τη φράση «Καημένε Αλέξη Τσίπρα».
Η ταχύτητα με την οποία αναπαρήχθη το συγκεκριμένο άρθρο από τις εφημερίδες και τις ιστοσελίδες που στηρίζουν αυτό που ονομάζεται «μέτωπο της λογικής», μέτωπο το οποίο μορφοποιήθηκε υπό το σύνθημα «Μένουμε Ευρώπη» κατά το δημοψήφισμα του 2015, ήταν εντυπωσιακή. Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η ευκολία με την οποία υιοθετήθηκαν πλήρως όλες οι αιχμές και οι θέσεις του άρθρου. Από τον τίτλο του κειμένου και την ειρωνική προσφώνηση στον Έλληνα πρωθυπουργό, μέχρι διατυπώσεις σαν κι αυτή: «Από την αρχή της κρίσης, μέρος της γερμανικής στρατηγικής στο ελληνικό ζήτημα ήταν να μην κάνει την πρόοδο πολύ εύκολη. Αν και οι Γερμανοί αξιωματούχοι δεν θα το παραδεχθούν δημόσια, το να τιμωρούν την Ελλάδα ως παραδειγματισμό ήταν πάντα μέρος του σχεδίου τους». Ή σαν κι αυτή: «'Η Ελλάδα είναι μία de facto αποικία', δήλωσε στο Politico ο Πολωνός υπουργός Εξωτερικών Βίτολντ Βαζικόφσκι εξηγώντας την απροθυμία της χώρας του να μπει στο ευρώ. 'Δεν θέλουμε να επαναλάβουμε αυτό το σενάριο'» συμπλήρωσε.
Ο χαιρέκακος, λοιπόν, πανηγυρισμός που προετοίμαζε την ευρωπαϊκή (με έμφαση τη γερμανική, λόγω προεκλογικής περιόδου) κοινή γνώμη για το πώς να υποδεχτεί το αποτέλεσμα της συνεδρίασης υιοθετήθηκε με μεγάλη χαρά από τα εγχώρια μέσα. Ακολουθώντας την τακτική της κριτικής «απ’ όπου κι αν προέρχεται», το μέτωπο της λογικής δεν είχε κανένα πρόβλημα να ενστερνιστεί θέσεις που είναι δημοφιλείς στην Αριστερά εν γένει και, κάποιες από αυτές, αποτελούν θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Το γελοίο της υπόθεσης είναι ο τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ του «μετώπου της λογικής», υποδέχονταν –και εξακολουθούν να υποδέχονται- τις θέσεις αυτές όταν διατυπώνονται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Από τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα που προκάλεσε η φράση «αποικία χρέους» όταν διατυπώθηκε από το Politico, περνάμε σε κριτικές από τις οποίες η πιο ήπια ήταν ότι αυτά είναι «ανοησίες». Σε ένα δεύτερο επίπεδο, θα εξαπολυόταν μια εξαιρετικά «ευρωπαϊκή» κριτική, ότι αυτά είναι «θεωρίες συνωμοσίας», «λαϊκιστικές μπαρούφες», που προορίζονται για «αμόρφωτους» και «ψεκασμένους» (αλήθεια, ποιος ευθύνεται για την «αμορφωσιά» που πλήττει μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού, σύμφωνα πάντα με το μέτωπο της λογικής;).
Η κριτική θα κορυφωνόταν με τσιτάτα περί «επίδοξων σωτήρων» που «θέλουν να παίξουν την τύχη της χώρας στα ζάρια» και να την οδηγήσουν εκτός της «ευρωπαϊκής κανονικότητας». Το πιο αστείο είναι η πανηγυρική αποδοχή του κυρίαρχου ρόλου της γερμανικής ελίτ στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία, όταν στιγματίζεται από την Αριστερά, “το μέτωπο” απαντά, στην καλύτερη περίπτωση, πως είναι θέμα κανόνων της Ε.Ε. και όχι επιβολής, ή, στη χειρότερη, ότι απλώς αυτό δεν υφίσταται και πως όλοι όσοι προβαίνουν σε τέτοιους ισχυρισμούς είναι «εθνικιστές» και «εχθροί των μεταρρυθμίσεων».
Με άλλα λόγια, η ύπαρξη ή όχι της γερμανικής ηγεμονίας ή, κατά την παλιομοδίτικη ορολογία, η ύπαρξη ή όχι ιμπεριαλιστικής επιβολής εντός της Ε.Ε. εξαρτάται από αυτόν που διατυπώνει την άποψη. Αν διατυπώνεται από το κυρίαρχο ευρωπαϊκό μπλοκ, είναι «ευλογία». Εκτός, βέβαια, αν όλη αυτή η διαδικασία πρόσδεσης της χώρας στη γερμανική κυριαρχία συντελέστηκε από τις 25 Ιανουαρίου 2015 και μετά...

i. «Why Greece is Germany’s “de facto colony”» («Γιατί η Ελλάδα είναι 'de facto αποικία' της Γερμανίας»): http://www.politico.eu/article/why-greece-is-germanys-de-facto-colony/

Πηγή: Αυγή

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Ο Νότος (1983)


Πολλές φορές οι συμπτώσεις στον κόσμο του κινηματογράφου προσφέρουν αναπάντεχες συγκινήσεις. Κι ενώ την περασμένη βδομάδα επέλεξα να δω το "Padre Padrone" των αδελφών Ταβιάνι όπου το ρόλο του αυστηρού πατέρα ερμήνευε ο εξαιρετικός Όμερο Αντονούτι, αυτή τη βδομάδα το Open Air Festival, μου πρόσφερε ένα κινηματογραφικό διαμάντι από την Ισπανία, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο είχε πάρει ο ίδιος ηθοποιός, μόνο που αυτή τη φορά υποδυόταν τον αινιγματικό και τρυφερό πατέρα. Αναφέρομαι στον "Νότο" του Βίκτορ Ερίθε. 
Τόσο o "Πατέρας Αφέντης" όσο κι ο "Νότος" είναι ταινίες παρόμοιες και συνάμα τελείως αντίθετες. Και στις δυο κεντρικό ρόλο έχει ο πατέρας, μόνο που στη μία ιστορία παρουσιάζεται η επιβλητική του στάση απέναντι στον γιο του ενώ στην άλλη ταινία δίνεται βάση στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα πατέρα κόρης (Σύνδρομο της Ηλέκτρας). 
Στον "Νότο", η ταινία μας ταξιδεύει στην Ισπανία του Φράνκο. Μία οικογένεια εγκαθίσταται σε ένα χωριό του ισπανικού βορρά, όπου ο πατέρας έχει διοριστεί ως γιατρός. Η μυστηριώδης του φύση γοητεύει την μικρή του κόρη, η οποία τον έχει ως πρότυπο. Η χημεία τους είναι εξαιρετική κι αυτό τους οδηγεί σε τρυφερές συνεργασίες, όπως η αναζήτηση νερού σε ένα χωράφι. 
Παράλληλα η μικρή Erice μεγαλώνει μόνη της σε ένα σπίτι απομονωμένο. Αναπολεί τον τόπο της που βρίσκεται κάπου στο "νότο" (εκεί που πολέμησαν με νύχια και με δόντια οι αναρχικοί κι οι κομμουνιστές ενάντια στους φασίστες του Φράνκο). Το άγνωστο παρελθόν του πατέρα της το ανακαλύπτει μέσα από τις συζητήσεις των μεγάλων. Συλλέγοντας αποσπασματικά διάφορες πληροφορίες, χτίζει το μυστικό προφίλ του. Με δυσκολία μαθαίνει την πολιτική κόντρα που είχε τον πατέρα του (πιθανότατα φρανκικός), κάτι που τον ανάγκασε να φύγει μακριά από τον τόπο του. Φεύγοντας όμως θα αφήσει πίσω του και κάτι ακόμα. Έναν παλιό έρωτα που κρατάει κρυφό και ζωντανό μέσα του. Το μυστικό αυτό θα ταρακουνήσει τη σιωπηλή ισορροπημένη σχέση πατέρα-κόρης. 


Σύμφωνα με έναν εκπρόσωπο της εκδήλωσης Open Air Festival, ο Βίκτορ Ερίθε είχε δηλώσει πως δεν ήταν ικανοποιημένος με τη συγκεκριμένη ταινία διότι προβλήθηκε ημιτελής. Ο ίδιος ήθελε να μεταφέρει στην οθόνη το ομότιτλο βιβλίο του Adelaida Garcia Morales το οποίο τον είχε συναρπάσει. Ο Βίκτορ Ερίθε χρειάστηκε να γυρίσει αμέτρητα διαφημιστικά σποτ για να μαζέψει το μπάτζετ της ταινίας αλλά και πάλι δεν κατάφερε να κινηματογραφήσει παρά μόνον τα δύο τρίτα του βιβλίου. Η αλήθεια είναι πως αν δεν άκουγα αυτήν την πληροφορία πριν την έναρξη της προβολής, δε θα αντιλαμβανόμουν τα σεναριακά κενά της ιστορίας. Αυτό όμως δε μειώνει την αξία της και τον μυστικισμό που εκπέμπει. 
Πρώτα απ' όλα, αυτό που μ' εντυπωσίασε στο έργο ήταν το άνοιγμα των πλάνων. Το φως εμφανιζόταν σταδιακά, πρώτα από το παράθυρο, έπειτα πάνω στο κρεβάτι που ήταν ξαπλωμένη η Erice σε εφηβική ηλικία κι έπειτα ο εντοιχισμένος διάκοσμος. Αμέσως σου δίνει την αίσθηση πως παρακολουθείς μία θεατρική παράσταση. Προσωπικά λατρεύω το πάντρεμα δύο τεχνών σε ένα είδος. Πόσο μάλλον όταν αυτό γίνεται με μεγάλη επιτυχία. Την ίδια τακτική ακολουθεί και σε άλλα πλάνα. 
Έπειτα με γοήτευσε η επεξηγηματική ερμηνεία καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας. Σε διάφορες στιγμές του έργου ακούγεται τη φωνή του κοριτσιού, η οποία σχετίζεται με τις σκέψεις της. Έπειτα το βλέμμα της μικρής Erice που μας κοιτάει κατάματα είναι τελείως εκφραστικό, όπως η χαρά της όταν ο πατέρας της παρευρίσκεται στη πρώτη της θεία κοινωνία αλλά κι ο θυμός της όταν ανακαλύπτει το μυστικό του. Η παιχνιδιάρικη αυτή ερμηνεία δημιουργεί μία αμεσότητα μεταξύ θεατή κι ηθοποιών. 
Επίσης μέσα απ' αυτήν την ταινία εντυπωσιάστηκα με την ερμηνεία του Όμερο Αντονούτι. Είναι φοβερό να βλέπεις τον ίδιο ηθοποιό να ερμηνεύει το ρόλο του πατέρα με διαφορετική όψη. Ήταν εκπληκτικός στο "Padre Padrone" αλλά κι εδώ ήταν άψογος. Το βλέμμα του έλεγε όσα το στόμα δεν άφηνε να ειπωθούν. Οι στιγμές σιωπής του ήταν γεμάτες από εσωτερικές κραυγές για την τόπο που άφησε, για τον έρωτα που αρνήθηκε, για το βάρος της ήττας του εμφυλίου πολέμου. Και το χαμόγελό του, κάθε φορά που έκανε την εμφάνισή του, φώτιζε ολόκληρη την οθόνη. Αξιοθαύμαστο στην όλη ιστορία είναι πως με την ερμηνεία του δεν επισκίασε την μικρή Erice. Με το βλέμμα της, τις κινήσεις του σώματός της, την εκφραστικότητα του προσώπου της κι τον καθαρός της λόγος, κατάφερε να κερδίσει όλων μας τις καρδιές. Μας είχε τόσο πολύ γοητεύσει η παρουσία της που κατά μία έννοια απογοητευτήκαμε όταν ενηλικιώθηκε κι ο σκηνοθέτης αναγκάστηκε να αλλάξει ηθοποιό. Αυτό δε σημαίνει πως η έφηβη Erice δεν ήταν καλή στην ερμηνεία της. Αντιθέτως κι εκείνη έπαιξε όμορφα αλλά η μικρή ήταν που κέρδισε ολοκληρωτικά τις εντυπώσεις.


Ο Νότος είναι ένα αριστουργηματικό έργο του ισπανικού αλλά κι ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Η λιτή του αφήγηση δίνει χώρο στην ποίηση των χρωμάτων και των βλεμμάτων αλλά και σε υπέροχων πλάνων με εξαίσιο φως. Μία ταινία ωδή στη μνήμη του παρελθόντος και στην νοσταλγία των ανέμελων παιδικών μας χρόνων λίγο πριν φθαρούν από τον κόσμο των μεγάλων.
Πέφτοντας οι τίτλοι τέλους στην αυλή του Νομισματικού Μουσείου ψιθύρισα αυθόρμητα "πόσο όμορφη ταινία..."

Βαθμολογία: 8/10

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Βαγγέλης Χερουβείμ: Κανείς δε μπορεί να υπαγορεύσει το πως θα χαμογελάμε



Υπάρχει μία ευγενική φωνή που σπάει κάθε πρωί τις σοβαροφανείς αναλύσεις της επικαιρότητας. Παίρνοντας ερεθίσματα από πρόσωπα και καταστάσεις, δημιουργεί έναν παράλληλο κόσμο και μέσα απ’ αυτόν καυτηριάζει γεγονότα κι εξελίξεις. O Βαγγέλης Χερουβείμ ωστόσο, δεν δηλώνει ραδιοφωνικός παραγωγός, παρά την καθημερινή παρουσία του στα ερτζιανά με την εκπομπή «Κόκκινη Κλωστή Δεμένη» Στο Κόκκινο 105,5. Ούτε και νομικός αν και σπούδασε νομική. Δηλώνει σκιτσογράφος. Από το 1990 ασχολείται με το σκίτσο. Σχεδιάζει καθημερινά στην εφημερίδα Αυγή και στο περιοδικό Σχεδία. Παλιότερα είχε συνεργαστεί με το περιοδικό Γαλέρα (μέχρι το 2011 που σταμάτησε η κυκλοφορία της) και το περιοδικό Αντί.

1. Αν και σπούδασες νομική, τελικά σε κέρδισε το σκίτσο. Ποιοι ήταν οι παράγοντες που σε παρακίνησαν σ’ αυτήν την επιλογή;

Αυτή η ξεμυαλίστρα η Μεταπολίτευση. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, προσπαθούσα να καταλάβω από τα σκίτσα των εφημερίδων-που τότε πούλαγαν εκατοντάδες χιλιάδες φύλλα-προσπαθούσα να καταλάβω τις πυκνές εξελίξεις και την πρόσφατη ιστορία. Μ άρεσε να σχεδιάζω. Με γοήτευε η πολιτική Ιστορία. Πολύ γρήγορα δοκίμασα να τα συνδυάσω. Νομικός, από την άλλη, ποτέ δεν ήθελα να γίνω. Θαυμάζω εκείνους που έγιναν καλοί νομικοί και δίνουν μάχες από τη σωστή μεριά. Αλλά ποτέ δε ζήλεψα ώστε να το επιχειρήσω.

2. Πέρα από το σκίτσο, έχεις τη δική σου ραδιοφωνική εκπομπή και το 2014 κυκλοφόρησε το «Περί Γκρεκόνων Σκιάς», μία συλλογή κειμένων όπου σχολιάζεις μ’ έναν άκρως πρωτότυπο τρόπο την επικαιρότητα. Παρ’ όλα αυτά δηλώνεις σκιτσογράφος. Ποια είναι κατά τη γνώμη σου τα προτερήματα του σκίτσου σε αντίθεση με τους άλλους τρόπους έκφρασης;

Μα και αυτή η ραδιοφωνική εκπομπή, δεν είναι κάτι άλλο από ένα σκίτσο καθημερινό που αναπτύσσεται προφορικά. Μοιάζει με γελοιογραφικό-αλληγορικό παραμύθι για το Μεσαίωνα που ζούμε σήμερα... Καμιά φορά, το να δηλώνεις σκιτσογράφος είναι σα να ζητάς πολιτικό άσυλο! Οι σκιτσογράφοι, αν και υπάρχουν πλέον σε όλο τον κόσμο παραδείγματα διώξεων, λογοκρισίας και έσχατης λογοκρισίας (με φόνους) γενικά πάντως, παρόλα αυτά απολαμβάνουν λίγο μεγαλύτερη ανοχή από τους μικρούς ή μεγάλους εξουσιαστές. Αν μη τι άλλο, μπορεί κανείς να απαγορεύσει, αλλά δεν μπορεί να υπαγορεύσει το πως θα χαμογελάμε.

3. Ποιος είναι ο ρόλος του σκιτσογράφου στη σημερινή εποχή;

Ο ρόλος του είναι να βλέπει τα πράγματα από την πλευρά των αδυνάτων. Να εκφράζει αυτούς που δεν μπορούν να εκφραστούν έτσι, να γίνεται η φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή. Με τρόπο κατανοητό, αν είναι δυνατόν σε όλους τους ανθρώπους. Να δείχνει με το δάχτυλο και το μελάνι του τις πραγματικές πηγές του κακού. Στυγνούς ηγεμόνες, αδίστακτους αφεντάδες, κυριαρχικές σχέσεις και νοοτροπίες που υποδουλώνουν.

4. Η πρόσφατη ομαδική έκθεση "Γλυκιά Ευρώπη" αγκαλιάστηκε από το κοινό αλλά σχολιάστηκε αρνητικά από κάποιους αρθρογράφους. Ποια είναι η θέση σου στο ζήτημα που προέκυψε;

Πώς να σχολιάσει κανείς την ανοησία; Όταν μπει στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά Ο όρος Ευρω-τζιχαντισμός ,κάποιοι κονδυλοφόροι θα έχουν εξασφαλίσει την καταγραφή τους ως σημαιοφόρων. Μέχρι τότε, απλώς είναι αστεία επικίνδυνοι καραβανάδες της λογοκρισίας. Ευτυχώς κατά φαντασίαν...

5. Πρόσφατα βρέθηκες στο Βόλο όπου πρόσφερες μαθήματα σκίτσου σε προσφυγόπουλα. Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας την εμπειρία αυτή και τις εντυπώσεις που σου άφησε;

Δεν βρέθηκα μόνο με προσφυγόπουλα. Αλλά στο ίδιο σχολειό, συνάντησα πριν το μεσημέρι όλες τις τάξεις του δημοτικού και μετά ,το απόγευμα, την τάξη που φιλοξενεί τα προσφυγόπουλα .Πρέπει να πω ότι έχω αδυναμία να περιγράψω με επάρκεια, το πόσο δυναμωτική είναι η προσοχή των παιδιών, το ενδιαφέρον τους ,η φαντασία τους, αλλά και πόσο θαυμάζω πάντα την ηρωική δουλειά των δασκάλων. Αυτό ισχύει για όλους όσους συνάντησα. Στην περίπτωση ιδιαίτερα δε της τάξης με τα παιδιά από τις περιοχές της Συρίας και του Κουρδιστάν, οι δασκάλες τους εκτός από ηρωικές, είναι και πρότυπα παντομίμας, επικοινωνιακής εφευρετικότητας και βεβαία ανθρωπιάς ξεχωριστής. Δεν θα θελα να πω κάτι άλλο γι’ αυτή την εμπειρία μου. Ότι πω θa ναι φτωχό και λίγο.

6. Γνωρίζεις αρκετά καλά την προσφυγική κατάσταση στον ελλαδικό χώρο και κυρίως στα νησιά μας. Ποια είναι η άποψή σου για τη στάση που έχει κρατήσει η Ευρώπη κι η Ελλάδα απέναντι στην μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση των τελευταίων δεκαετιών; Τελικά η Ιστορία διδάσκει;

Η Ευρώπη που έχει σχηματιστεί από αιώνιες μετακινήσεις πληθυσμών ,με αιματηρότατες συγκρούσεις και πολύ μαυρίλα στις σελίδες της Ιστορίας της που θέλει να ωραιοποιεί, τώρα για άλλη μια φορά ,ένοχη σε μεγάλο βαθμό γι αυτό που γίνεται στην Ανατολή και στο Νότο, υψώνει τείχη για να μη βλέπει καν τα αποτελέσματα αποικιοκρατίας και εκμετάλλευσης που έχει ασκήσει για αιώνες. Δεν είναι μόνο υποκριτική η στάση της. Είναι εγκληματική και αυτοκαταστροφική .Η Ιστορία δεν διδάσκει. Χρησιμοποιείται μόνο απ’ όσους θέλουν να συνεχίσουν να εγκληματούν. Χρησιμοποιείται, ή κλείνεται σε σκοτεινές ντουλάπες με σκελετούς. Μέσα σ αυτό το Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον, η χώρα μας βρέθηκε σε πραγματική δυσκολία να διαχειριστεί μόνη την διέλευση εκατοντάδων χιλιάδων απελπισμένων ανθρώπων. Οι έλληνες έδειξαν πολύ καλά δείγματα αλληλεγγύης, όσον αφορά τον περισσότερο πληθυσμό. Παρότι η προκατάληψη που καλλιεργούσαν τα περισσότερα ΜΜΕ και το μισό πολιτικό στερέωμα ήταν πολύ επικίνδυνη να οδηγήσει σε υστερία, όπως σε άλλα "πολιτισμένα "ευρωπαϊκά κράτη, είχαμε καλά αντανακλαστικά από το λαό και μία κυβέρνηση που δεν ήταν κατ αρχάς εχθρική. Ήταν άπειρη, αδύναμη, αλλά ήθελε να εκφράσει την αυτονόητη αλληλεγγύη. Δυστυχώς οι συμφωνίες που αναγκάστηκε να υπογράψει ,συμφωνίες μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας που δεν γίνονται τελικά εφαρμοστές στα λιγότερο κακά τους στοιχεία, δεσμεύουν την ελληνική πολιτεία σε μέτρα και ρόλους που δεν ονειρευόταν ποτέ πριν για τον εαυτό της. Και το χειρότερο είναι πως δεν διακρίνει κανείς λιγότερο μαύρα σύννεφα στον ουρανό της Ευρώπης για το άμεσο μέλλον, ούτε βεβαία και στην Ανατολή, βλέπουμε δυνατότητες να κλείσουν οι πληγές που τρέχουν ανθρώπους.

7. Τέλος θα ήθελες να αφιερώσεις ένα σκίτσο σου στους κατοίκους αλλά και στους πρόσφυγες των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου;

Θα θελα να αφιερώσω πάρα πολλά σκίτσα στους ανθρώπους των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Πέρυσι ταξίδεψαν τα σκίτσα όλων των συναδέλφων με θέμα τους πρόσφυγες, σε πολλά από τα νησιά που υποδέχτηκαν ξεριζωμένους. Δεν ξέρω τι να διαλέξω ανάμεσα σε όλα. Γι’ αυτό λέω να σας δώσω το λεύκωμα εκείνης της έκθεσης, να διαλέξετε εσείς...




Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

Απόβλητοι της κοινωνίας



του Θανάση Γιαλκέτση

Γεννημένη στη Χάγη της Ολλανδίας το 1949, η Σάσκια Σάσεν είναι σήμερα καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της «Expulsions» (Harvard University Press, 2014) η Σάσεν έδωσε στη γαλλική εφημερίδα Liberation τη συνέντευξη που ακολουθεί.

• Υποστηρίζετε ότι η έννοια της ανισότητας δεν επαρκεί για να κατανοήσουμε την παγκόσμια οικονομία. Γιατί;

Η περιγραφή και η ερμηνεία των ανισοτήτων είναι βεβαίως αναγκαίες, αλλά δεν επαρκούν πλέον για να εξηγήσουμε το εξαιρετικό φαινόμενο που εκδηλώνεται σήμερα: όσο περισσότερο μεγαλώνει η ικανότητά μας να δημιουργούμε πλούτο τόσο περισσότερο ακραία γίνεται η φτώχεια. Δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν μέσα σε μιαν ακραία ανασφάλεια και δεν κατέχουν τίποτε άλλο εκτός από το σώμα τους. Η μεσαία τάξη φτωχαίνει και οι φτωχότεροι γίνονται όλο και περισσότερο ευάλωτοι. Η Κίνα έχει βέβαια δημιουργήσει μιαν ευρεία μεσαία τάξη, αλλά ήδη βλέπουμε να αναδύεται ένας σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο 20% αυτής της νέας τάξης που γίνεται όλο και πλουσιότερο και σε εκείνους που παραμένουν σε ένα πολύ μέτριο επίπεδο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες διατυπώθηκε πρόσφατα μια κριτική σε αυτές τις αυξανόμενες ανισότητες και το βιβλίο του οικονομολόγου Τομά Πικετί «Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» (Πόλις, 2014), που είχε μεγάλη απήχηση πέρα από τον Ατλαντικό, ήρθε την κατάλληλη στιγμή σε αυτή τη συζήτηση. Εγώ θέλησα να ερευνήσω άλλες λογικές, περισσότερο αθέατες από θεωρητική άποψη, επειδή είναι από όλους ορατό ότι κάθε οικονομικό και κοινωνικό σύστημα δημιουργεί από μόνο του ανισότητες. Υπάρχει μια κοινή δυναμική πίσω από τη συνήθη βία του καπιταλισμού; Οι ανισότητες έγιναν τόσο ισχυρές ώστε μεταφράζονται στην πράξη σε αποβολές (expulsions) κάθε είδους. Το οικονομικό μας σύστημα δεν ενσωματώνει πλέον αλλά αποβάλλει. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, η οικονομία ενσωμάτωσε τους περισσότερους και δημιούργησε μιαν ισχυρή μεσαία τάξη. Σήμερα, η λογική των ιδιωτικοποιήσεων, της απορρύθμισης και του ανοίγματος των συνόρων που προωθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις αναπτύσσει μια δυναμική που αποκλείει. Σκεφτείτε εκείνες τις αμερικανικές οικογένειες που έχασαν το σπίτι τους με την οικονομική κρίση του 2008 και γενικότερα τους φτωχούς εργαζόμενους που τους έκαναν έξωση επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν το νοίκι. Στη Δύση το τρέχον παράδειγμα είναι εκείνο των εργαζομένων με χαμηλά εισοδήματα και των ανέργων που χάνουν την κοινωνική προστασία και το επίδομα ανεργίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, 14 εκατομμύρια ζευγάρια πετάχτηκαν έξω από τα σπίτια τους μετά την κρίση του 2008: τα στεγαστικά τους δάνεια είχαν μετατραπεί σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα υψηλού κινδύνου. Είναι επίσης τα εκατομμύρια των αγροτών που εκδιώχθηκαν από τη γη τους εξαιτίας ενός ισχυρού κερδοσκοπικού κινήματος: περισσότερα από 200 εκατομμύρια εκτάρια αποκτήθηκαν από επενδυτές ή από ξένες κυβερνήσεις μετά το 2006. Κατά κάποιον τρόπο, η Ελλάδα φωτίζει αυτή τη δυναμική. Με τη σκληρότητά τους, τα προγράμματα λιτότητας που επιβλήθηκαν από τους διεθνείς θεσμούς αποβάλλουν μαζικά και γρήγορα τις μεσαίες τάξεις από τη δουλειά τους, από τις κοινωνικές υπηρεσίες και ευρύτερα από την εστία τους. Το πρόγραμμα λιτότητας της Ευρωπαϊκής Ενωσης υποχρέωσε τα κράτη να πουλούν στη διεθνή αγορά και σε χαμηλές τιμές πολλά από τα δημόσια αγαθά που είχαν αξία. Είναι μια μορφή «οικονομικής εκκαθάρισης».

• Υπάρχει όμως μια κοινή λογική πίσω από τη διαφορετικότητα αυτών των περιπτώσεων;

Υπάρχει μια κοινή λογική αλλά είναι ακόμη αθέατη. Σήμερα δρουν αυτοί που εγώ ονομάζω «αρπακτικούς σχηματισμούς». Δεν αρκεί πλέον να λέμε ότι τα πολύ πλούσια πρόσωπα σφετερίζονται την περιουσία και την εξουσία. Εχουμε μάλλον να κάνουμε με οντότητες που περιλαμβάνουν τόσο ανθρώπινα όσο και μη ανθρώπινα στοιχεία, όπως λ.χ. τα χρηματιστηριακά λογισμικά. Αυτοί οι σχηματισμοί είναι συνενώσεις ισχυρών οικονομικών παραγόντων, αγορών, τεχνολογιών και κυβερνήσεων. Δεν πρόκειται απλώς για τα πλουσιότερα άτομα και επιχειρήσεις ή για τις πιο ισχυρές κυβερνήσεις. Αυτοί οι σχηματισμοί ενσωματώνουν κάποια στοιχεία από όλους αυτούς τους κόσμους. Δεν αρκεί επομένως να εξαλείψουμε τον μεγάλο πλούτο για να καταπολεμήσουμε τις ανισότητες. Η αναπτυγμένη πολιτική οικονομία μας έχει δημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο η πολυπλοκότητα έχει συχνά την τάση να γεννάει μιαν αρχέγονη ωμότητα. Για παράδειγμα, η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών εργαλείων, που παράγονται από λαμπρούς οικονομολόγους ερευνητές, καταλήγει σε ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου, που γεννούν μερικά χρόνια αργότερα την αποβολή εκατομμυρίων ανθρώπων από την κατοικία τους. Η πολυπλοκότητα και η τεχνική πρόοδος υπηρετούν υποθέσεις πρωτόγονης ωμότητας. Πίσω από τις πρόσφατα χρεωμένες ή πτωχευμένες εξαιτίας της φοροδιαφυγής κυβερνήσεις βρίσκονται η περιουσία και τα πολλαπλασιασμένα κέρδη μεγάλων επιχειρήσεων.

• Προχωράτε τον συλλογισμό σας ώς το σημείο να συμπεριλάβετε τους πρόσφυγες, τους φυλακισμένους;

Τα Ηνωμένα Εθνη υπολογίζουν ότι 60 εκατομμύρια πρόσφυγες ή εκτοπισμένοι διατρέχουν τον πλανήτη. Ολοι όσοι είναι αποκλεισμένοι είναι τόσο διαφορετικοί; Υπάρχει ένα είδος συμμετρίας ανάμεσα σε αυτά τα άτομα και σε εκείνους, για παράδειγμα, που είναι φυλακισμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα, 1 Αμερικανός στους 100 είναι φυλακισμένος. Μαζί με εκείνους που είναι υπό όρους αποφυλακισμένοι φτάνουν τα 7 εκατομμύρια ανθρώπους. Είναι σαν να έχουν αποβληθεί από τον κόσμο. Γενικότερα, οι αποβολές δημιουργούν νέες περιοχές, αθέατες μέσα στην υλικότητά τους. Είναι σαν κρανίου τόποι. Οι φτωχότεροι έχουν ριχτεί σε έναν άλλο χώρο. Η κατάστασή τους έχει γίνει τόσο κοινότοπη ώστε δεν είναι πλέον ορατή. Αυτές οι διαδικασίες συντελούνται παντού στον κόσμο, στις χώρες του Νότου καθώς και στις Ηνωμένες Πολιτείες και ήδη στην Ευρώπη. Αν τις εξετάσουμε συνολικά, αυτές οι διάφορες αποβολές θα μπορούσαν να έχουν μια πιο σημαντική επίπτωση στη διαμόρφωση του κόσμου μας από όση έχει η γρήγορη οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας ή της Κίνας.

• Η λογική της αποβολής δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά είναι και οικολογική…

Εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια, η οικονομία μας είναι τρομερά καταστροφική: η μόλυνση του περιβάλλοντος, το πλαστικό που προκαλεί ασφυξία σε ψάρια και ωκεανούς, η εκμετάλλευση των ορυχείων, η εξόρυξη πετρελαίου από σχιστολιθικά πετρώματα… Ακόμη και στη βιόσφαιρα έχουμε δημιουργήσει διαδικασίες αποβολών. Μεγάλες εκτάσεις νεκρής γης, θύματα εκπομπών τοξικών αερίων από εργοστάσια ή ορυχεία, έχουν αποβληθεί από την καρποφόρα γη και έχουν λησμονηθεί. Ολες αυτές οι εκμεταλλεύσεις έγιναν επειδή η βιόσφαιρα κατέχει μιαν αμφιλεγόμενη θέση στην πολιτική μας οικονομία, όχι πολύ διαφορετική από εκείνη της πλειονότητας των πολιτών των εθνών-κρατών. […]

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Κατάνια, η Μαύρη Πόλη της Σικελίας




Η Κατάνια ήταν η πόλη με τις περισσότερες διανυκτερεύσεις του ταξιδιού κι αυτό διότι στάθηκε το ορμητήριό μας για τα πανέμορφα χωριά της νότιας Σικελίας. Η αλήθεια είναι πως την αδικήσαμε. Αρκετοί φίλοι που είχαν επισκεφθεί πριν από μας την πόλη, μας παρότρυναν να την αγνοήσουμε διότι τους είχε φανεί αδιάφορη. Τελικά ήταν μεγάλο λάθος που τους ακούσαμε και της προσφέραμε λιγότερο χρόνο απ' όσο της άξιζε.
Η Κατάνια είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας αλλά η πιο αγαπητή σ' ολόκληρη τη χώρα (από τους ίδιους τους Ιταλούς) λόγω των πολλών συμφορών που την έχουν βρει εξαιτίας της Αίτνας αλλά και της χρόνιας ετοιμότητάς της σε μία επερχόμενη καταστροφή.
Η πόλη ιδρύθηκε από κατοίκους της ευβοϊκής αποικίας Νάξου της Σικελία. Πρώτος οικιστής ήταν ο Εύαρχος το 728 π.Χ. Η πόλη χτίστηκε πάνω σε έναν λόφο, ο οποίος στην τοπική διάλεκτο λέγεται Κατάνε (από εκεί προήλθε και το όνομα της πόλης).
Λόγω της μεγάλης της ανάπτυξης χάρις στο εμπόριο, η Κατάνια διεκδικηθεί από πολλούς και καταστράφηκε αρκετές φορές (εννιά στο σύνολο). Οι φήμες όμως λένε πως κάθε φορά που ανοικοδομούταν ξανά, γινόταν και πιο όμορφη.
Πέρα όμως από τους επιδρομείς, η πόλη καταστράφηκε από σεισμούς κι από εκρήξεις της Αίτνα. Τελευταία καταγεγραμμένη καταστροφή είναι το 1669. Η σημερινή της όψη βασίζεται στην τελευταία ανοικοδόμησή της η οποία έγινε το 1693, προσφέροντάς της τους σημερινούς μεγάλους δρόμους που συναντήσαμε στο κέντρο της. Ένας απ' αυτούς, ο οποίος κοιτάει προς το επιβλητικό ηφαίστειο πήρε την ονομασία Via Etna. Η πόλη επίσης έχει τον ιδιαίτερο χαρακτηρισμό η "Μαύρη Πόλη" κι αυτό διότι τα δομικά υλικά της είναι ηφαιστειογενή, προσφέροντας μία σκουρόχρωμη όψη στις επιφάνειες των κτιρίων
Σημείο αναφοράς της Κατάνια είναι η κεντρική πλατεία μπροστά από το επιβλητικό της Ντουόμο (01:25-01:44). Ο Βασιλικός Καθεδρικός της Αγίας Αγαθής, είναι ένα από τα λιγοστά κτίρια που γλίτωσαν από τις τελευταίες μεγάλες καταστροφές της πόλης. Το κτίριο εντυπωσιάζει απ' όποια πλευρά κι αν το κοιτάξεις. Οι λιτές του γραμμές κι η μετρημένη γλυπτή του διακόσμηση, το καθιστούν ως ένα κτίσμα αξιοπρεπές και στιβαρό. Σ' αυτόν τον ναό ζήσαμε την φετινή μας καθολική Ανάσταση.
Ακριβώς έξω από την εκκλησία απλώνεται η Piazza de Duomo με ένα μεγάλο συντριβάνι στο κέντρο της (01:17-01:24). Στο συντριβάνι αυτό βρίσκεται και το σύμβολο της πόλης. Ένας ψηλός οβελίσκος από ηφαιστειακή πέτρα, ο οποίος στέκεται στη ράχη ενός ελέφαντα. Περιμετρικά του γλυπτού, παρέες διαφόρων ηλικιών απολάμβαναν τη γλυκιά ανοιξιάτικη βραδιά που απλωνόταν πάνω από την πόλη.
Από εκείνο το σημείο ξεκινάει κι η Via Etna. Ήταν περίεργη η εικόνα που αντικρίσαμε εκεί. Χιλιάδες άνθρωποι ζούσαν την καθημερινότητά τους με βόλτες, ψώνια, καφέ, ποτό και παγωτό και στο βάθος το τεράστιο ηφαίστειο να καπνίζει ασταμάτητα (01:50). Οι άνθρωποι είχαν συνηθίσει την παρουσία του πάνω από τα κεφάλια τους αλλά για μας ήταν κάτι πρωτόγνωρο και συναρπαστικό. Το κοιτούσαμε κι αναρωτιόμασταν αν η δραστηριότητά του ήταν ορατή και τη νύχτα. Αυτό όμως που φοβόμασταν ήταν μη γίνει κάποια έκρηξη την ώρα του ύπνου.
Στην Via Etna βρίσκεται το πανεπιστήμιο της Κατάνια (00:54). Είναι από τα ελάχιστα λευκά κτίρια της πόλης κι αυτό το κάνει να ξεχωρίζει αισθητά. Είναι το παλαιότερο και μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της Σικελίας. Ιδρύθηκε το 1434 και πέρα από την πέρα από την πρωτιά που κατέχει στο νησί, βρίσκεται στην 13η θέση παλαιότητας στην Ιταλία και 29η στον κόσμο. Στα στενά πίσω από το πανεπιστήμιο συναντήσαμε αρκετά διαμερίσματα με μποέμικη αύρα κι αρκετά στέκια όπου διασκέδαζαν κυρίως φοιτητές.
Η πόλη είναι πλούσια και σ' εκκλησίες. Εκείνη που μου άρεσε περισσότερο ήταν η Κολλεγιακή Βασιλική της Κολετζιάτα, η οποία χτίστηκε το 1768, λίγα χρόνια μετά την τελευταία καταστροφή της πόλης. Με εντυπωσίασε η περίεργη κυρτή της πρόσοψη, η οποία χωρίζεται σε τρία τμήματα. Το πρώτο αποτελείται από έξι κίονες και βρίσκονται οι είσοδοι του ναού, στο δεύτερο υπάρχει ένα παράθυρο με γλυπτά αγίων και στο τρίτο επίπεδο στέκει το καμπαναριό.
Περιπλανηθήκαμε στην πόλη κυρίως τις νυχτερινές ώρες. Εντυπωσιαστήκαμε από τη ζωντάνια της, τα υπέροχα στέκια της, τις απολαυστικές τις μπύρες και την ευδιάθετη συμπεριφορά των κατοίκων της. Οι φωτισμοί στις σκούρες προσόψεις των κτιρίων, πρόσφεραν ένα σκηνικό απόκοσμο από τα συνηθισμένα των ιταλικών (και λοιπών ευρωπαϊκών) πόλεων.
Αναχωρώντας προς κεντρική Σικελία, είχαμε την αίσθηση πως δεν προσφέραμε το χρόνο που θα πρεπε γι' αυτήν την πόλη και πως σίγουρα αρκετά σημεία της δεν προλάβαμε να τα ανακαλύψουμε. Η Κατάνια μπήκε στη λίστα των όμορφων αλλά αδικημένων πόλεων των ταξιδιών μου.
Ίσως σε κάποια μελλοντική μου επίσκεψη στη Σικελία, να της προσφέρω το χρόνο που της αναλογεί. 

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017

Κατακτώντας την αθανασία εν ζωή



Η παραπάνω φωτογραφία από την συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο Καλλιμάρμαρο προς τιμή του μεγάλου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, έχει αποθανατίσει σίγουρα μία από τις σημαντικότερες στιγμές του τρέχοντος έτους.
Η ολοκλήρωση της πλούσιας πορείας ενός σπουδαίου ανθρώπου συνοδεύτηκε με το τραγούδι «Στο περιγιάλι το κρυφό». Όμως πριν σιγήσουν οι χορωδοί και τα μουσικά όργανα, ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης έκρυψε με την παλάμη του το δακρυσμένο του πρόσωπο. Πόσες εικόνες θα πέρασαν εκείνη τη στιγμή από το μυαλό του, πόσα συναισθήματα και πρόσωπα της ζωής του.
Την ίδια στιγμή, μαρμαρωμένος πάνω στις κερκίδες του Παναθηναϊκού Σταδίου, επανέφερα στο νου μου όλες τις εικόνες αυτού του ανδρός που σημάδεψαν τη δική μου ζωή.
Πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό μου είναι η φωτογραφία του 19χρονου τότε Μίκη Θεοδωράκη στην πλατεία Συντάγματος κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Αγέρωχος και στητός περιφέρεται μέσα στο πλήθος με μία αιματοβαμμένη ελληνική σημαία. Έπειτα θυμήθηκα από την εφηβική μου ηλικία, τον λόγο που έβγαλε κατά τη διάρκεια της συναυλίας που πραγματοποίησε στο Σύνταγμα ενάντια στους βομβαρδισμούς στη Σερβία το 1999. Ως φοιτητής ανατρίχιαζα κάθε φορά που παρακολουθούσα τα «Τραγούδια της Φωτιάς». Έχοντας νικήσει τους εφιάλτες και τους φόβους του, ο Μίκης Θεοδωράκης στεκόταν βαρύς στη μέση τη σκηνής και διεύθυνε τους μουσικούς και τους τραγουδιστές. Εντυπωσιάστηκα με το θάρρος του όταν κατήγγειλε από το μικρόφωνο την προβοκάτσια με το κομμένο καλώδιο στα μισά της συναυλίας.
Στη ζωή μου στάθηκα τυχερός να βρεθώ κοντά του δυο φορές. Τον Μάιο του 2011 άκουσα το κάλεσμά του και πήγα στην εκδήλωση που οργάνωσε στα Προπύλαια. Χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκα στους γύρω δρόμους εκείνο το απόγευμα. Ο λόγος του ξεσήκωνε τον καταπιεσμένο παλμό της κοινωνίας. Είναι κρίμα που δίπλα του στέκονταν πολιτικοί που σήμερα έχουν υπογράψει δυο ακόμη μνημόνια. Προδόθηκε κι εκείνος όπως κι εμείς. Τον συνάντησα ξανά τον Φλεβάρη του 2012, τη μέρα που κάηκε Αθήνα. Είχα την τιμή να βρίσκομαι στην αλυσίδα που κάναμε όσοι βρισκόμασταν στην πλατεία Συντάγματος για να τον βοηθήσουμε να περάσει μαζί με τον Μανώλη Γλέζο, με απώτερο σκοπό να μπουν στη Βουλή. Με τα μάτια μου είδα τους ματατζήδες να τους ψεκάζουν με δακρυγόνα. Ο Μανώλης Γλέζος έφυγε υποβασταζόμενος κι ο Μίκης Θεοδωράκης πάνω σε ένα αναπηρικό καροτσάκι το οποίο έσπρωχνε ο δήμαρχος Στυλίδας Απόστολος Γκλέτσος. Λίγα λεπτά αργότερα κι αφού ηρέμησαν τα πνεύματα, οι δυο σπουδαίοι άνδρες της νεώτερης ιστορίας μας, επιχείρησαν για δεύτερη φορά να σπάσουν το μπλοκ της αστυνομίας. Και τα κατάφεραν κάτω από ιαχές, χειροκροτήματα και συγκινημένες φωνές που τραγουδούσαν το «Θα σημάνουν οι καμπάνες».
Ο χρόνος κυλάει σαν νερό. Δεν το συνειδητοποιούμε. Οι παραπάνω εικόνες μου φαίνονται να έγιναν σαν χθες. Κι όμως, πέντε χρόνια μετά, είμασταν όλοι εδώ και προσπαθούμε να τονώσουμε το εθνικό μας φρόνημα με τα τραγούδια ενός σπουδαίου ανθρώπου.
Τη Δευτέρα το Καλλιμάρμαρο σείστηκε κάτω από μελωδίες διαχρονικές. Διέφερε όμως από τις παλιότερες συναυλίες, διότι οι χίλιοι χορωδοί και το κοινό δεν τραγούδησαν Μίκη Θεοδωράκη. 
Τραγούδησαν για τον Μίκη Θεοδωράκη.
Ενώσαμε τις φωνές μας για να τον ευχαριστήσουμε.
Άραγε πόσο ευλογημένος νιώθει ένας άνθρωπος όταν γνωρίζει πως έχει κατακτήσει την αθανασία;

Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

Εχει μέλλον ο καπιταλισμός;



του Θανάση Γιαλκέτση

Το πνεύμα του καπιταλισμού, στις πιο πρόσφατες μεταμορφώσεις του, φαίνεται να απαιτεί να υποταχθούν τα πάντα στην εμπορευματική μορφή: εξωτερική φύση, ανθρώπινη φύση, βιολογία, βιόσφαιρα, νοημοσύνη (συμπεριλαμβανομένων των αντικειμενικών εκδηλώσεων του πνεύματος).
Χρήμα και αγορά αποκτούν τα πρωτεία ακόμη και σε σχέση με την επιχείρηση: η δημιουργική καταστροφή συντελείται στο χρηματιστήριο. Κατά συνέπεια, όλα όσα μέχρι τώρα αντιστέκονταν (για λόγους ιστορικούς, ανθρωπολογικούς, πολιτικούς και ηθικούς) σε αυτή την απορρόφηση-καθυπόταξη θα σαρωθούν.
Οι τρεις εμπλεκόμενες συνιστώσες που υφίστανται μαζική εξάλειψη είναι: το κοινωνικό, το δημόσιο και το κοινό.
Με συνέπεια μια δραστική μείωση της θεσμικής ποικιλότητας, των διαθέσιμων ηθικών και πολιτισμικών πόρων, μια δραματική συρρίκνωση των κινήτρων για κοινωνική δράση.
Είναι προς το παρόν ανεξιχνίαστο το πού μπορεί να οδηγήσει μια παρόμοια συντριπτική τάση, η οποία είναι ικανή να τροποποιήσει ριζικά τις μέχρι σήμερα γνωστές συνθήκες της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ολος ο κοινωνικός δεσμός επαφίεται-ανατίθεται σε συμβόλαια μεταξύ ιδιωτών τόσο στην ιδιωτική ζωή όσο και στη διεθνή οικονομία, με μια έντονη μείωση του ρόλου των (δημοκρατικών) εθνικών κυβερνήσεων και των παγκόσμιων οργανισμών.
Δεν πρόκειται όμως πλέον για το συμβόλαιο του Χομπς ή του Λοκ, που επιτρέπει να περάσουμε από τη φυσική κατάσταση στην πολιτισμένη και θεσμισμένη με βάση κοινά συμφωνημένους κανόνες, επειδή αυτή, με τη μορφή των σύγχρονων συνταγμάτων, ακυρώνεται και θεωρείται ασύμβατη με τις επιταγές της (χρηματοπιστωτικής κυρίως) παγκόσμιας οικονομίας.
Παράλληλη είναι και η εξέλιξη του εργατικού δικαίου στην Ευρώπη, με τη μετάβαση από τις συλλογικές συμβάσεις στις ατομικές.
Το πρωτείο του συμβολαίου σε σχέση με τον νόμο εναρμονίζεται με την επέκταση του νομικού και δικαστικού ελέγχου της κοινωνικής ζωής, με τους μηχανισμούς ιδιωτικής ασφάλισης, με την ιδιωτικοποίηση του κινδύνου και της αβεβαιότητας ακόμη και απέναντι σε φυσικούς ή κοινωνικούς κινδύνους συλλογικής ή παγκόσμιας κλίμακας.
Το συμβόλαιο δεν είναι πλέον εργαλείο κοινωνικής ειρήνευσης, που αποτρέπει τη διαρκή σύγκρουση και την ανταρσία, αλλά γίνεται αντιληπτό ως εσωτερική λειτουργία του εμφύλιου πολέμου όλων εναντίον όλων.
Μπορούμε να αναρωτηθούμε αν αυτός ο ακραίος ή υπερβολικός καπιταλισμός είναι μακροπρόθεσμα συμβατός με το οικοσύστημα και με την ανθρώπινη κατάσταση (η οποία άλλωστε δεν είναι στατική αλλά εξελίσσεται συνεχώς).
Στο πρώτο σημείο το ζήτημα είναι αρκετά σαφές και καταλυτική θα είναι εδώ η εξέλιξη της κλιματικής κρίσης.
Στο δεύτερο σημείο ο καπιταλισμός φαίνεται να έχει ήδη απαντήσει: το ανθρώπινο βίωμα αναλώνεται μέσα στο μεγάλο πείραμα της παγκοσμιοποίησης (γη και αέρας μολυσμένα, ναυάγια μεταναστών, επιδημίες και λιμοί που δεν αντιμετωπίζονται έγκαιρα, εργασία υποβαθμισμένη σε δουλεία), και όλες οι τραυματικές προσαρμογές είναι νοητές και πιθανές, καθώς θεωρείται ουσιαστικά ασήμαντο το ζήτημα του ανθρώπινου και κοινωνικού κόστους.
Με αυτή την έννοια, ο καπιταλισμός, μετά την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό, τους παγκόσμιους πολέμους και διάφορες οικολογικές καταστροφές, αποδέχεται, με ολύμπια αταραξία και αδιαφορία για την τύχη των ανθρώπων, οι κρυφές του παρορμήσεις να οδηγηθούν στα άκρα (εμπόριο ανθρώπινων οργάνων, πατέντες για προϊόντα της φύσης, οικολογικές εκατόμβες κ.λπ.).
Με δυο λόγια, αποδέχεται να οικοδομηθούν προς τιμήν του νέες πυραμίδες θυσιών, τέτοιες ώστε να επισκιάσουν ακόμη και εκείνες του υπαρκτού κομμουνισμού, που είναι τόσο εύκολο να τις καταγγέλλουμε και να τις ξεπερνάμε.
Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές (ιδιαίτερα τον Βόλφγκανγκ Στρέεκ), ο καπιταλισμός, διαβρώνοντας κάθε όριο ή σύνορο ή διαφορά, θα προκαλέσει τον θάνατό του.
Πράγματι, ιστορικά αυτοί οι παράγοντες έχουν αποβεί σημαντικοί για την επιτυχία του, ως κίνητρο και ως εκτόνωση.
Ορισμένοι από αυτούς ήταν κληρονομιά του παρελθόντος, όπως και πολλά κοινά αγαθά, πολλές από τις αρετές ή τα ηθικά συναισθήματα, στα οποία τόσο πολύ βασιζόταν ο Ανταμ Σμιθ, καθώς και αρκετές κρατικές δομές.
Αλλοι ήταν προϊόντα των κοινωνικών συγκρούσεων και της ταξικής πάλης (όπως τα ίδια τα σύγχρονα συντάγματα και το εργατικό δίκαιο).
Αυτοί οι περιορισμοί διέσωσαν θεσμική ποικιλότητα αναγκαία για ένα πολύπλοκο σύστημα, αντισταθμίζοντας τις «αρπακτικές» τάσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης.
Ο αχαλίνωτος καπιταλισμός θα πέσει υπό το βάρος της υπερβολικής διόγκωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα, της στασιμότητας της ζήτησης που οφείλεται τόσο στην πλουτοκρατία και τις ανισότητες όσο και στις αυξανόμενες δυσκολίες ενός νέου τεχνολογικού παραδείγματος, που δεν είναι σε θέση να αναζωογονήσει τη ζήτηση.
Θα πέσει επίσης υπό το βάρος της αυξανόμενης κοινωνικής αποδιάρθρωσης και της απώλειας ηθικής νομιμοποίησης εξαιτίας της διαδεδομένης διαφθοράς.
Ολα αυτά τα φαινόμενα είναι υπαρκτά, όπως είναι και η απουσία ενός ανταγωνιστικού υποκειμένου, που θα μετατρέψει τις απορίες σε συγκρουσιακές αντιφάσεις.
Ο καπιταλισμός, ενώ θριαμβεύει παγκόσμια, πρόκειται να καταρρεύσει υπό το βάρος του;
Σύμφωνα με τον Στρέεκ, ο καπιταλισμός φθίνει ακριβώς επειδή δεν υπάρχει πλέον ο ανταγωνιστής του και οι σωτήριοι περιορισμοί του.
Δεν μπορούμε να συμμεριστούμε αυτή την κρίση, επειδή ο καπιταλισμός υπήρξε πάντοτε πολύ «άτακτος», ανισόρροπος και καταστροφικός, εξαιτίας της ιδιαίτερα δυναμικής φύσης του.
Μόνον η «ένδοξη» μεταπολεμική τριακονταετία δημιούργησε την εντύπωση ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια (δημοκρατική) τάξη του καπιταλισμού.
Επρόκειτο όμως μάλλον για ένα μοναδικό ιστορικό φαινόμενο. Μεγάλο μέρος της αβεβαιότητάς μας στην απάντηση του ερωτήματος συνδέεται με την παγκοσμιοποίηση.
Η καπιταλιστική Δύση μπορεί να είναι σε κρίση, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν μπει στο παιχνίδι πολλά νέα υποκείμενα, τα οποία πρέπει να διανύσουν πολύ δρόμο ακόμα στον καπιταλισμό.
Ενώ η διάδοση δημοκρατικών συνταγμάτων είναι κατά βάση υποκριτική, η διάδοση του καπιταλισμού είναι πολύ πραγματική.
Ακριβώς η παγκοσμιοποίηση επιτρέπει στον καπιταλισμό να ξεφεύγει από τα όριά του, συνεχίζοντας σε πρωτόγνωρη κλίμακα τη διάβρωση των θεμελίων του και των ευεργετικών περιορισμών του. 
Αλλά το έργο αυτό δεν έχει τελειώσει. Εξάλλου, αν η κρίση γίνει ενδημική ή καταστροφική, καθώς απουσιάζει ένα εναλλακτικό σχέδιο, θα βρεθούμε στην Αποκάλυψη.
Ο καπιταλισμός είναι σε θέση να ζει με τα δεινά του περισσότερο από κάθε άλλον προηγούμενο ιστορικό σχηματισμό.
Τελικά το ερώτημα «Πώς –αλλά εννοούν πότε;– θα τελειώσει ο καπιταλισμός;» φαίνεται να είναι ρητορικό και άστοχο. Φαίνεται πιο ευφυής και ωφέλιμη «η ικανότητα να αντιμετωπίζουμε υπομονετικά τις επείγουσες καταστάσεις» (Απαντουράι).
Εξάλλου, σχετικά με τις κρίσεις του καπιταλισμού, τις αληθινές ή υποθετικές, τις περισσότερο ή λιγότερο τελικές, έχουμε παραπλανηθεί πάρα πολλές φορές. […]

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τρίτη 20 Ιουνίου 2017

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Padre Padrone (1977)


Η περασμένη Κυριακή στάθηκε αφορμή να δείξει διαδικτυακά ο καθένας μας την αγάπη προς τον πατέρα του. Για μένα αυτού του είδους οι γιορτές τις βρίσκω ανούσιες κι ανόητες διότι η πραγματική αγάπη συνηθίζεται να είναι διακριτική και χρόνια, μακριά από likes και σχολιασμούς. Την μέρα εκείνη προτίμησα να παρακολουθήσω ένα ακόμη αριστούργημα του παρελθόντος. Και λόγω της ιδιαιτερότητας αυτής της μέρας επέλεξα το "Padre Padronne" των αδελφών Ταβιάνι. 
Η ιστορία μας επιστρέφει μερικές δεκαετίες πίσω σε ένα ξεχασμένο χωριό της Σαρδηνίας. Η αυτοβιογραφική φύση του έργου γίνεται εμφανής από τη πρώτη στιγμή, όπου μας παρουσιάζεται ο αφηγητής της ιστορίας. Μιλώντας για τις δυσκολίες της ζωής φτιάχνει ένα ραβδί το οποίο και προσφέρει ευλαβικά στον πατέρα του, δίνοντας έτσι το έναυσμα για το ξεκίνημα του έργου. Παράλληλα με την κίνησή του αυτή επιβεβαιώνει πως οι σχέσεις αίματος ποτέ δε τελειώνουν παρ' όλες τις δυσκολίες αλλά και τις λάθος συμπεριφορές. 
Ο πατέρας του ήρωα είναι ένας αυταρχικός άνθρωπος, ο οποίος παλεύει στα χωράφια για να μπορέσει να θρέψει την οικογένειά του. Μόνος του όμως δε μπορεί να τα βγάλει πέρα. Γι' αυτό εξαναγκάζει τον μεγαλύτερο γιο του, τον Γκαβίνο, να παρατήσει το σχολείο για να τον βοηθήσει στη φροντίδα των ζώων. Αυτό έχει ως συνέπεια, ο μικρός να βρεθεί αντιμέτωπος απέναντι σε ευθύνες δύσκολες για το νεαρό της ηλικίας του. Η αυστηρότητα κι η βιαιότητα του πατέρα του όμως είναι υπερβολική. Το καθημερινό ξύλο γίνεται μάθημα κι ο νεαρός μεγαλώνει απομονωμένος στα όρια του χωραφιού του. Οι αδελφοί Ταβιάνι καταφέρνουν να δείξουν με εκπληκτικό τρόπο την διοχέτευση της βίας από πρόσωπο σε πρόσωπο κι από κατάσταση σε κατάσταση. Ο πατέρας χτυπάει τον γιο του για τον σκληραγωγήσει κι ο γιος ξεσπάει με την ίδια βιαιότητα στα ζώα. 
Διάφορες συγκυρίες από παλιές βεντέτες, θα σταθούν αφορμή να κερδίσει ο πατέρας ένα στρέμμα με ελιές. Όμως το αίσθημα της καλοτυχίας και της οικονομικής ευημερίας θα προσκρούσει πάνω στην πολιτική της τότε Ε.Ο.Κ. Το ιταλικό λάδι ήταν αναγκασμένο να συμμορφωθεί με τους οικονομικούς νόμους της ευρωπαϊκής κοινότητας και με τον παραλογισμό της διεθνούς ελεύθερης αγοράς να ανταγωνιστεί σε φθήνια τις ελληνικές και τουρκικές παραγωγές, οι οποίες είχαν πολύ πιο χαμηλή τιμή (άρα και καλύτερη εξαγωγή στις άλλες χώρες). 
Οι οικονομικές δυσκολίες της ευρύτερης αγροτικής περιοχής θα οδηγήσουν αρκετούς νέους στην μετανάστευση. Μέσα σ' αυτούς κι ο Γκαβίνο, ο οποίος τελικά δε θα καταφέρει να φύγει διότι ο πατέρας του δεν έδωσε στις αρχές την απαραίτητη έγκρισή του. Εκεί είναι που ο πρωταγωνιστής διαπιστώνει πως είναι απόλυτα εγκλωβισμένος κάτω από την επιβολή του πατέρα του. 
Η ευκαιρία της φυγής θα του δοθεί όταν ο πατέρας του αποφασίζει να τον στείλει σε στρατιωτική σχολή στην κεντρική Ιταλία. Ο αναλφαβητισμός του, η χρόνια απομόνωσή του στα χωράφια και η μη εξοικείωσή του στα ιταλικά (μιας και μέχρι τότε μιλούσε μόνο στη διάλεκτο της Σαρδηνίας), θα σταθούν μεγάλο εμπόδιο στο νέο του αυτό βήμα. Αυτό όμως είναι που θα τον πεισμώσει. Θα καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές του όχι για να φανεί άξιος στον πατέρα του αλλά κυρίως στον εαυτό του, ότι μπορεί να πετύχει πολλά μόνος.


Η επιτυχία του στη στρατιωτική σχολή το προσφέρει την όρεξη να συνεχίσει τις σπουδές σε κάτι που πραγματικά τον γεμίζει. Επιλέγει να ειδικευτεί στη γλωσσολογία (συμβολική ρήξη με τον απομονωτισμό). Μία απόφαση χωρίς την έγκριση του πατέρα του κάτι που ο ίδιος θα το αναγνώσει ως μπαϊράκι από τη μεριά του γιου του. Η ρήξη των σχέσεών τους έρχεται με την απαγόρευσή του πατέρα προς τον γιο, απαιτώντας του να μη ξαναγυρίσει στο χωριό.
Η αγάπη όμως για τον τόπο και τις ρίζες θα τραβήξουν τον Γκαβίνο στην Σαρδηνία. Αυτή τη φορά όμως όχι ως γιου αλλά ως μίας άλλη προσωπικότητας ανεξάρτητης. Η επιστροφή του βασίστηκε στην καταγραφή της γλώσσας και του πολιτισμού του τόπου του, ο οποίος κάποτε υπήρξε φορέας της καταπίεσής του. Έχει πλέον ανοίξει φτερά γι' άλλους ορίζοντες κάτι το οποίο του δίνει δύναμη στο να αντιμετωπίσει το παρελθόν αλλά στέκεται κι ως αιτία οικογενειακού πολέμου.
Από εκείνο το σημείο κι έπειτα αρχίζει μία σειρά εκπληκτικών συμβολισμών μέχρι το τέλος της ταινίας. Ο νεαρός απαρνιέται τον πατέρα του λεκτικά και σωματικά. Οι μάχες είναι καθημερινές και ψυχοφθόρες. Ο συντηρητισμός πολεμάει με την εξέλιξη σε έναν αγώνα αμφίρροπο. Η στιγμή της παράδοσης του πατέρα είναι συγκλονιστική. Έχεις την αίσθηση πως παρακολουθείς σκηνές από αρχαία ελληνική τραγωδία. Ο πατέρας ηττημένος αποσύρεται στο δωμάτιό του κι ο γιος φεύγει από το σπίτι όχι από φόβο αλλά κυρίως από σεβασμό προς το πρόσωπο του πατέρα του.
Πέρα όμως από την σκληρότητα των σχέσεων, κρύβεται και μία τρυφερότητα που δύσκολα εξωτερικεύεται. Στην ταινία περιγράφεται σε δύο εκπληκτικές στιγμές κι από τις δύο πλευρές όπου η μία σχετίζεται με το τέλος της ιστορίας κι η άλλη με το ξεκίνημά της. Ο νεαρός παίρνοντας τη βαλίτσα κάτω από το κρεβάτι του πατέρα του ακουμπάει το μέτωπό του στα πόδια του, προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο να του δείξει πως θέλει συμφιλίωση. Η άλλη σκηνή αναφέρεται στην αρχή της ταινίας όταν ο πατέρας παίρνει με το ζόρι τον μικρό από το σχολείο επειδή τον χρειάζεται στα χωράφια. Ακούγοντας τον περίγελο των συμμαθητών του μετά την απομάκρυνσή τους από την αίθουσα, επιστρέφει και χτυπάει το ραβδί πάνω σε ένα θρανίο απαιτώντας τον σεβασμό των νεαρών στο πρόσωπο του γιου του. "Σήμερα έτυχε στον Γκαβίνο. Αύριο θα τύχει σε σας" φωνάζει αυστηρά και οι πιο σκληροί τοίχοι ραγίζουν σ' αυτήν την σπάνια εξωτερίκευση πατρικής αγάπης.
Το Padre Padrone είναι μία ποιητική ωδή απέναντι στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα πατέρα γιου. Μία χρόνια πάλη παρεξηγημένη κι αποσιωποιημένη τόσο μέσα στις κοινωνίες όσο και στο χώρο της τέχνης.
Παράλληλη το έργο κρατάει κι ένα ντοκιμαντερίστικο ύφος απέναντι στο τρόπο ζωής των κατοίκων της Σαρδηνία. Η σκληραγώγηση των παιδιών στα χωράφια, η φτώχεια που οδήγησε πολλούς νέους στη ξενιτιά, η έλλειψη επικοινωνίας αλλά κι ερωτικής επιθυμίας που οδηγούσε αρκετούς νέους στη κτηνοβασία.
Η ταινία όμως κρατάει κι έναν εκπληκτικό ποιητικό τόνο που έχουμε συνηθίσει σε έργα των Ταβιάνι, όπως η σκηνή που ο νεαρός Γκαβίνο παρατηρώντας τους αγρούς ακούει μία φανταστική μουσική, η μελωδία της οποίας ερμηνεύεται με υπότιτλους από κάτω.
Κάτι ακόμη που με συγκλόνισε στην ταινία ήταν η εκπληκτική ομοιότητα των εκεί καταστάσεων κι ανθρωπίνων σχέσεων με την ελληνική νοοτροπία των κλειστών κοινωνιών στα χωριά. Ένιωθα πως διάβαζα Καζατζάκη και Χατζή ή πως παρακολουθούσα το "Δέντρο που Πληγώναμε" του Δήμου Αβδελιώδη.
Το Padre Padrone είναι ένα σκληρό αριστούργημα μπρεχτικού ύφους. Δύσκολο στην ανάγνωσή του αλλά άκρως διαχρονικό στην ουσία του.

Βαθμολογία: 8/10

Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Οταν το gentrification δολοφονεί



του Άρη Χατζηστεφάνου

Πώς θα εξηγούσε ο Ενγκελς τη μεγάλη πυρκαγιά στον πύργο Γκρένφελ στο Λονδίνο; Ηταν οι ένοικοι θύματα ενός τυχαίου δυστυχήματος ή ανθρώπινες απώλειες σε έναν ταξικό πόλεμο που μαίνεται από τη δεκαετία του ’80;

"Οι διαβόητες τρύπες και τα κελάρια, όπου καταχωνιάζει τους εργάτες το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής, δεν καταργούνται, απλώς μετακομίζουν"

Ενγκελς, «Για το ζήτημα της κατοικίας» 

Ο Αλεχάντρο Νιέτο έδειχνε εξαντλημένος εκείνο το πρωινό της 21ης Μαρτίου του 2014 στο πάρκο του Μπέρναλ Χιλ στο Σαν Φρανσίσκο. Είχε μόλις τελειώσει τη νυχτερινή εργασία του, σαν πορτιέρης σε κλαμπ, και έτρωγε μηχανικά ένα σάντουιτς.
Λίγα μέτρα μακρύτερα ο Εβαν Σνόου, ένας λευκός γραφίστας, έκανε το πρωινό του τζόκινγκ με τον σκύλο του, ο οποίος μόλις είδε τον Αλεχάντρο τού επιτέθηκε για να του φάει το σάντουιτς.
Οταν ο σκουρόχρωμος Νιέτο απείλησε να χτυπήσει το σκυλί με ένα taser (συσκευή ηλεκτρικής εκκένωσης), αρκετοί λευκοί περίοικοι κάλεσαν την αστυνομία λέγοντας ότι ένας ένοπλος Λατίνος κινείται ύποπτα στη γειτονιά τους. Δέκα λεπτά αργότερα ο Αλεχάντρο κειτόταν νεκρός με το κεφάλι του πολτοποιημένο από τις 14 σφαίρες που άδειασαν πάνω του τέσσερις αστυνομικοί.
Ο Νιέτο γεννήθηκε και μεγάλωσε σε εκείνη τη γειτονιά. Η μητέρα του ήταν καθαρίστρια και ο πατέρας του έκανε διάφορες δουλειές για να συντηρεί την οικογένειά του.
Αυτοί που κάλεσαν την αστυνομία είχαν μετακομίσει πριν από μερικούς μήνες, όταν το Μπέρναλ Χιλ άρχισε να βιώνει το λεγόμενο gentrification – τον εξωραϊσμό και την «αναβάθμιση» μιας γειτονιάς, που συνοδεύεται από εκτίναξη των ενοικίων και σταδιακή εκκένωση της περιοχής από τους παλιούς, φτωχούς κατοίκους του.
Το gentrification, με τη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα, θεωρείται φαινόμενο της δεκαετίας του ’80 – την εποχή που οι όμιλοι του real estate γιγαντώνονταν ενώ τα στεγαστικά προγράμματα του κράτους συρρικνώνονταν. Στις ΗΠΑ, βέβαια, συναντάμε μορφές gentrification ήδη από το 1968 και συγκεκριμένα μετά τις εξεγέρσεις για τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Τα δεκάδες καμένα κτίρια και ο διαρκής φόβος νέων συγκρούσεων σε περιοχές μαύρων οδήγησαν σε κατάρρευση των τιμών των ακινήτων και επέτρεψαν σε μεγάλες εταιρείες real estate να αγοράσουν μαζικά ολόκληρες γειτονιές.
Κάποιοι θα εντοπίσουν βέβαια μορφές gentrification ακόμη στο έργο του Ενγκελς, ο οποίος εξηγούσε πώς το γαλλικό κράτος του Βοναπάρτη έφτιαχνε μεγάλες λεωφόρους, με πολυτελή καταστήματα και κατοικίες, μέσα στις πιο πυκνοκατοικημένες εργατικές γειτονιές.
Με τον τρόπο αυτό, σημείωνε ο Ενγκελς, όχι μόνο γινόταν πιο δύσκολο να στήνονται χαρακώματα στο κέντρο μιας πόλης αλλά δημιουργούνταν και θύλακες πολυτελούς διαβίωσης σε όποιο σημείο το επιθυμούσε η αστική τάξη.
Το gentrification που περιέγραφε ο Ενγκελς περιελάμβανε τρομακτικές ποσότητες φυσικής και «πολεοδομικής βίας». Πόσο καλύτερη είναι όμως η κατάσταση σήμερα;
Ο μύθος του πρωτοπόρου χίπστερ, που μετακομίζει στην αστική ζούγκλα μιας φτωχογειτονιάς και χάρη στον καινοτόμο χαρακτήρα του τη μετατρέπει σε μποέμικο κέντρο των τεχνών και των γραμμάτων, κρύβει πίσω του έναν τρομακτικό μηχανισμό ταξικής «εθνοκάθαρσης».
Εταιρείες ακινήτων, κατασκευαστικές και αλυσίδες σούπερ μάρκετ και εστιατορίων χρησιμοποιούν το μονοπώλιο της κρατικής βίας, που τους προσφέρει η αστυνομία, για να καθορίσουν τον βαθμό ασφάλειας μιας περιοχής και μέσω αυτής τις τιμές των ακινήτων.
Οι παλιοί ένοικοι, όταν δεν νιώθουν τη σιδερένια γροθιά της κρατικής καταστολής, αισθάνονται να τους διώχνει το «αόρατο χέρι της αγοράς» που εκτινάσσει στα ύψη τις τιμές των ακινήτων μετατρέποντάς τες σε νησίδες κέρδους.
Στα νέα Ελντοράντο του real estate οι εύποροι κάτοικοι θυμίζουν τους πρώτους εποίκους που εξόντωναν τους Ινδιάνους ή τους Ισραηλινούς που κατέλαβαν τα παλαιστινιακά εδάφη. Ολοι θα μιλήσουν για το δικαίωμά τους στην επιβίωση. Λίγοι θα αναρωτηθούν τι στον διάολο γυρεύουν εκεί. 
Ο λευκός χίπστερ που καλεί την αστυνομία για να εκδιώξει τους ενοχλητικούς ντόπιους δεν το κάνει λόγω κάποιας αφηρημένης ή έμφυτης έννοιας ρατσισμού (συνήθως μάλιστα δηλώνει φιλελεύθερος και φανατικός οπαδός των ατομικών δικαιωμάτων).
Γνωρίζει όμως ότι μια παρέα μαύρων παιδιών που παίζει στη γειτονιά δημιουργεί αίσθημα φόβου («ο νέγρος είναι φοβογενετικό αντικείμενο» έλεγε ο μαύρος διανοητής Φραντζ Φανόν) και μπορεί να ρίξει την αξία μετενοικίασης του διαμερίσματός του. Για τον χίπστερ–έποικο αυτό το διαμέρισμα δεν είναι απλώς το σπίτι του αλλά μια επένδυση με την οποία κερδοσκοπεί, όπως θα έκανε και με ένα πακέτο μετοχών.
Ο ενοικιαστής μπορεί να φύγει σε μερικούς μήνες ενώ κάποια από τα παιδιά θα έχουν καταλήξει σε ένα σωφρονιστικό κατάστημα για... μεταπτυχιακό στην εγκληματικότητα. Στην πιο ακραία εκδοχή κάποιος σαν τον Αλεχάντρο μπορεί να πέσει νεκρός από τις σφαίρες ενός αστυνομικού. Η ταξική εθνοκάθαρση έχει μόλις ολοκληρωθεί χωρίς κανείς να καταλάβει τους μηχανισμούς που ενεπλάκησαν.
Οι κάτοικοι του πύργου του Λονδίνου βρέθηκαν σε μια ιδιότυπη μάχη αυτού του ταξικού πολέμου. Δεν ήταν η παρουσία τους αλλά η άσχημη πολυκατοικία τους που χαλούσε τη θέα (και συνεπώς έριχνε την αξία) στα πολυτελή διαμερίσματα της περιοχής.
Ο οργανισμός που διαχειριζόταν το κτίριο, προκειμένου να ομορφύνει τη γειτονιά, αποφάσισε να καλύψει τον πύργο με μια εξωτερική κατασκευή, αδιαφορώντας για τις συνθήκες στο εσωτερικό του κτιρίου. Εξαιτίας όμως αυτού του περιβλήματος η φωτιά κατάφερε μέσα σε μόλις δεκαπέντε λεπτά να καταπιεί ολόκληρο το κτίριο. Το «έγκλημα» των ενοίκων ήταν ότι χαλούσαν τη βιτρίνα σε μία από τις ακριβότερες περιοχές του Λονδίνου.

 Διαβάστε:

Εξεγερμενες πόλεις (Εκδόσεις ΚΨΜ) Ο μαρξιστής γεωγράφος Ντέιβιντ Χάρβεϊ σε ακόμη μια συναρπαστική ταξική ανάλυση για τις σύγχρονες μεγαλουπόλεις.
Για το ζήτημα της κατοικίας (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή) Ο Ενγκελς στην πρώτη μαρξιστική ανάλυση του gentrification από την εποχή του Βοναπάρτη.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2017

Ταορμίνα, Σικελικό λιακωτό με θέα την Αίτνα




Πρωινό Μεγάλου Σαββάτου διασχίσαμε το στενό που χωρίζει την Ιταλία με τη Σικελία. Εκείνη τη μέρα φαινόταν από το Ρήγιο όλη η ανατολική σικελική ακτογραμμή μαζί με την Αίτνα η οποία δε σταματούσε λεπτό να καπνίζει. Αφού πρώτα απολαύσαμε το πρωινό μας καφέ στη Σκύλλα της Μεσσήνης, περιμέναμε καρτερικά τη σειρά μας για να μπούμε στο καράβι που θα μας περνούσε απέναντι.
Η θάλασσα ήταν ήρεμη και το ελαφρύ αεράκι μας έφερνε την αλμύρα της θάλασσας, καθώς στεκόμασταν στο κατάστρωμα κι αγναντεύαμε την Μεσσήνη. Ένα χρυσό άγαλμα μας καλωσόριζε στο λιμάνι της. Η υπόλοιπη όμως πόλη φαινόταν εντελώς αδιάφορη. Ήταν όμως το πρώτο σημείο όπου πατήσαμε το πόδι μας πάνω στη Σικελία, κι εκεί ήταν που αισθανθήκαμε έντονα πως βρισκόμαστε σε μία πανάρχαια πλωτή πολιτεία που αιώνες τώρα περιπλανιέται στην καρδιά της Μεσογείου.
Το μποτιλιάρισμα στους δρόμους της Μεσσήνης κράτησε λίγο. Μέσα σε λίγα λεπτά βρεθήκαμε στον περιφερειακό που κατευθυνόταν προς το νότο. Ένας όμορφος δρόμος γεμάτος φραγκοσυκιές, βράχια και με μία απέραντη θάλασσα από την αριστερή μεριά, μας οδήγησε προς τον πρώτο μας προορισμό, την Ταορμίνα.
Το Ταυρομένιον υπήρξε αποικία της Νάξου Σικελίας κι αποτέλεσε σημαντική πόλη στην Μεγάλη Ελλάδα. Μετέπειτα μετατράπηκε σε σημαντικό εμπορικό κέντρο κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο. Αυτό είχε ως συνέπεια η πόλη να πέσει στα χέρια πολλών κατακτητών, όπως Άραβες και Νορμανδοί, προσφέροντάς μας σήμερα υπέροχα κτίρια αραβικής αρχιτεκτονικής πλούσια σε γοτθικά διακοσμητικά στοιχεία. Η πόλη έγινε ξανά γνωστή με την ενοποίηση της Ιταλίας και την έλευση των σιδηροδρομικών γραμμών, οι οποίες την μετέτρεψαν σε δημοφιλή τουριστικό προορισμό.
Η πόλη βρίσκεται σε υψόμετρο 200 μέτρων από τη θάλασσα. Οι απότομες στροφές μας οδήγησαν στην είσοδο της πόλης όπου υπήρχαν αρκετά ιδιωτικά πάρκινγκ. Εκεί αφήσαμε το αμάξι αφού πρώτα διαπιστώσαμε πως η οδήγηση επιτρεπόταν μέχρι ενός σημείου και δεν υπήρχε πουθενά ελεύθερος χώρος στάθμευσης.
Στην είσοδο της πόλης βρίσκεται η πύλη της Μεσσήνης, κι από εκεί ξεκινούν δύο βασικές αρτηρίες. Η μία οδηγούσε προς την κεντρική πλατεία κι η άλλη προς το αρχαίο θέατρο, το οποίο είναι και το στολίδι της πόλης.
Επιλέξαμε να δούμε πρώτα το θέατρο μιας κι ήταν πιο κοντά. Μία μικρή ανηφόρα γεμάτη αναμνηστικά μας οδήγησε στην είσοδό του. Στο ταμείο συναντήσαμε μία σχετικά μεγάλη ουρά να περιμένει κάτω από το ζεστό ήλιο της Σικελίας. Πάνω από την είσοδο ήταν γραμμένο με μεγάλα γράμματα το Teatro Greco, όπως είναι γνωστό στην Ιταλία.
Το αρχαίο θέατρο της Ταορμίνα (02:09-03:00) είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην Σικελία με διάμετρο 109 μέτρα (το πρώτο είναι στις Συρακούσες με διάμετρο 150 μέτρα). Είναι όμως το πιο όμορφο καθώς πέρα από τον καλαίσθητο αρχιτεκτονικό του διάκοσμο, έχει και μια υπέροχη θέα. Από τις κερκίδες του το κοινό δε θαυμάζει μόνο τις παραστάσεις και τις λοιπές εκδηλώσεις αλλά κι ένα κομμάτι της ανατολικής σικελικής ακτογραμμής μαζί με την Αίτνα.
Ήταν συναρπαστικό το τοπίο που έβλεπα πίσω από τη σκηνή. Ένα θεόρατο ηφαίστειο με χιονισμένη κορυφή κι έναν κρατήρα που έβγαζε όλη την ώρα καπνούς ενώ από τις πλαγιές κατέβαινε μία αιθάλη που κάλυπτε ολόκληρο τον κάμπο μέχρι τη θάλασσα. Όσο για το μνημείο, περισσότερο ενδιαφέρον μου τράβηξε το τοπίο γύρω απ' αυτό. Οι απότομες πλαγιές που έστεκε το θέατρο προσέφεραν μία απίστευτη θέα προς τη θάλασσα. Περιπλανηθήκαμε στις κερκίδες αλλά και στη σκηνή του θεάτρου. Στο μικρό μουσείο που βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο, υπήρχαν αρχαιοελληνικές επιγραφές και βάσεις γλυπτών, πιθανότατα χορηγών των παραστάσεων.
Φεύγοντας από το θέατρο, περιπλανηθήκαμε στα γραφικά σοκάκια της πόλης. Εντύπωση μου προκάλεσε ο αραβικός πύργος με τα γοτθικά παράθυρα και τα μπαλκόνια των σπιτιών που ήταν γεμάτα πολύχρωμα λουλούδια.
Ο δρόμος κατέληγε σε μία άλλη πύλη. Στο ενδιάμεσο όμως ανοιγόταν η κεντρική πλατεία της πόλης με τον λιτό ναό του Σαν Τζουζέπε. Δυο γέροι μουσικοί έπαιζαν μελωδίες Nino Rota. Σταθήκαμε σε ένα παγκάκι και ταξιδέψαμε νοητά με τις μελωδίες τους. Έχει άλλη χάρη το να ακούει κανείς τα γνωστά κομμάτια του Νονού σε σικελικό έδαφος.
Η πλατεία κατέληγε σε μία τεράστια βεράντα. Πλήθος από τουρίστες και κατοίκους, στέκονταν στα κάγκελα κι αγνάντευαν μία το πέλαγος και μια την ανήσυχη Αίτνα. Σταθήκαμε κι εμείς για λίγο εκεί. Το μάτι μας χάθηκε στον ορίζοντα. Έβλεπα τους καπνούς από το ηφαίστειο και προσπαθούσα να διακρίνω το πόσο μακριά φτάνουν. Σχεδόν άγγιζαν τα βουνά της Καλαβρία.
Βολτάροντας στην Ταορμίνα, συναντούσα υπέροχες γωνιές μίας αρκετά όμορφης πόλης, η οποία δυστυχώς θυσίασε την αίγλη της και την προσωπικότητά της στο βωμό του τουρισμού. Μία πόλη στολίδι που μετατράπηκε σε φο μπιζού για να τραβάει περισσότερο την προσοχή των επισκεπτών.
Φεύγοντας έριξα μία τελευταία ματιά ψηλά στην κορυφή του βουνού όπου βρίσκεται το Castelmola, ευελπιστώντας πως εκεί έχει σωθεί κάτι από την διαχρονική γραφικότητα που αποζητούσαμε στο ταξίδι.
Η πόλη είναι όμορφη κι αρμονικά απλωμένη στο τοπίο. Δυστυχώς όμως δεν ήταν η Ταορμίνα που μνημονεύει ο Κώστα Ουράνη στο παρακάτω ποίημα που μου έστειλε μία φίλη όσο ήμουν εκεί.

Όλο λέω να φύγω μιαν ημέρα,
όλο λέω να πάω στην Ταορμίνα...
Σε πέλαο γαλάζιας νοσταλγίας
τ' Όνειρο τραγουδάει σα σειρήνα:
- Ταορμίνα! Ταορμίνα! Ταορμίνα!...

Ω κάλεσμα γλυκό σαν των πουλιώνε
σε πρωινές βραγιές το Μάη μήνα!

Κι όλο λέω να φύγω, κι όλο λέω
τα πάντα στη ζωή μου ναν τ'αφήσω,
να διπλομανταλώσω όλες τις πόρτες και,
δίχως καν τα μάτια να γυρίσω,
μ' άτρεμα τα φτερά - ν' αποδημήσω.

Πώς τρικυμίζει μέσα μου η λαχτάρα
ν' αφήσω τη ζωή μου - για να ζήσω!

Τα βράδια, πλάι στη λάμπα μου σκυμμένος,
ξέθωρους χάρτες ναυτικούς κοιτάω,
μπροστά μου έχω παμπάλαια βιβλία,
που κάθε τόσο τα φυλλομετράω:
το δρόμο που θα πάρω μελετάω.

Μα τα χρόνια περνάνε κι όλο μένω,
πάντα κάτι τυχαίνει - και δεν πάω...

Κι ούτε θα πάω ποτές! Η Ταορμίνα
(κι αν υπάρχει) για μένα θε να μένει
του εξόριστου τ' Όνειρου μου η Πατρίδα,
σα μια Ευτυχία που μου 'ναι ταγμένη
και που, ό,τι κι αν συμβεί - με περιμένει,

ενώ, αν είχα πάει, τι θα 'χα τώρα
την άχαρη ζωή μου να γλυκαίνει;

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Όσα δε φτάνει η αλεπού… τα κάνει άβατο



Μεγαλώσαμε έχοντας μάθει πως μοναδικό άβατο στην Ελλάδα είναι το Άγιο Όρος, με την απαγόρευση των γυναικών στην χερσόνησό του. Όμως με τα χρόνια επισημοποιήθηκαν κι άλλα άβατα.
Το άβατο των Εξαρχείων ξεκίνησε πριν από μερικές δεκαετίες. Ο χαρακτηρισμός του βοήθησε τις εκάστοτε κυβερνήσεις που προσπαθούσαν να συσχετίσουν αλλά και να μετατρέψουν ένα μέρος πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας σε κέντρο διακίνησης ναρκωτικών και σαββατοβραδινών μπαχαλάκηδων. 
Στα χρόνια της κρίσης ξεπετάχτηκε και το άβατο του Αγίου Παντελεήμονα. Αγανακτισμένοι κάτοικοι κι επηρεασμένοι από τις δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού περί ανακατάληψης των πόλεών μας, ζητούσαν τη βοήθεια της Χρυσής Αυγής για περιφρούρηση των περιοχών τους και την εκδίωξη μεταναστών από τις γειτονιές και τα πάρκα του κέντρου.
Μετά το θλιβερό θάνατο του μικρού μαθητή από «αδέσποτη» σφαίρα, ήρθε κι η σειρά του Μενιδίου να ενταχθεί στη λίστα με τα άβατα αυτής της χώρας.
Όμως η συνεχής επανάληψη του χαρακτηρισμού «άβατο», έκανε τη λέξη να χάσει το νόημα της. Πλέον κάθε φορά που χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος όρος, συνοδεύεται και με την έλλειψη κράτους κι ασφάλειας . Το κενό που αφήνουν οι ευθυνόφοβες αρχές, καλύπτεται με την οργή και το μίσος, μ’ αποτέλεσμα περιοχές όπως ο Άγιος Παντελεήμονας και το Μενίδι, να γίνονται πρόσφορα εδάφη στον φασισμό.
Ωστόσο υπάρχει μία μεγάλη διαφορά μεταξύ των στόχων του Αγίου Παντελεήμονα και του Μενιδίου. Η διαφορά είναι πως στη νέα έκρυθμη κατάσταση υπάρχει μία μερίδα των κατοίκων Ρομά οι οποίοι είναι οπλισμένοι, έτοιμοι να αντιδράσουν απέναντι στην οργή των κατοίκων και στη δράση ορισμένων φασιστικών ομάδων.
Οι συνθήκες διαβίωσης στο Μενίδι είναι χρόνια γνωστές. Τα γεγονότα που έχουν ακολουθήσει μετά τη δολοφονία του νεαρού μαθητή δεν τίποτα παραπάνω από μία επερχόμενη σκάση ενός καζανιού που χρόνια κόχλαζε. Αυτό όμως που πυροδοτεί παραπάνω την κατάσταση είναι ο χαρακτηρισμός της ως άβατο. Ήρθε ο καιρός να σταματήσει η χρόνια τακτική των κυβερνήσεων να βαπτίζουν έτσι τις περιοχές που δε μπορούν ή δε θέλουν να ελέγξουν.
Καλό είναι να αναλογιστούμε την αρχή του κακού, η οποία δεν είναι άλλη από την επιλογή ορισμένων περιοχών των αστικών κέντρων, ως χαβούζες ανθρώπινων ψυχών. Όσο εφαρμόζεται η άδικη αυτή τακτική τόσο θα ανθεί η εγκληματικότητα, η ανομία κι ο θάνατος.
Είναι απαράδεκτο να υπάρχουν κάτοικοι πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Όλοι στο ίδιο λεκανοπέδιο ζούμε κι αναπνέουμε.

Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Amarcord (1973)


Το καλοκαίρι ακόμα δεν έχει αποφασίσει αν θέλει να ρθει στα μέρη μας. Οι θερινοί όμως συνεχίζουν το αιώνιο έργο τους, να μαγεύουν και να δροσίζουν τις ζεστές μας νύχτες. Ένας από τους μαέστρους των θερινών (κι όχι μόνο) προβολών μας, είναι ο πολυαγαπημένος μας τραγικός γελωτοποιός, Φεντερίκο Φελίνι. 
Η λίστα των αριστουργηματικών ταινιών του Ιταλού δημιουργού είναι μεγάλη. Μπορεί να μας έρχονται συνήθως στο μυαλό εικόνες από το Dolce Vita και το 8 1/2, αλλά τα πραγματικά του διαμάντια είναι οι λιγότερο πιο γνωστές του ταινίες, όπως το La Strada, οι Νύχτες της Καμπίρια και το Amarcord. Θα ήθελα πάρα πολύ να μιλήσω γι' αυτό.
Το Amarcord είναι μία εκπληκτική συμβολική ταινία κι ανήκει στις σπάνιες περιπτώσεις όπου περνάει με εξαιρετικά εκλεπτυσμένο τρόπο το σκοτεινό πρόσωπο του φασισμού. Με αναπάντεχο τρόπο, ο Φεντερίκο Φελίνι χρησιμοποιεί μία κωμική σκοπιά για να αποτυπώσει τον σύγχρονο σκοταδισμό της αστικής τάξης, η οποία όμως μετατρέπεται απότομα σε μία αρκετά ύπουλη κι αποτελεσματική γροθιά στο στομάχι του κάθε ευσυνείδητου θεατή. Όμως ο δημιουργός δεν επικεντρώνεται μόνο σ' αυτό το μελανό κομμάτι της ιταλικής (κι ευρωπαϊκής) ιστορίας. 
Όλα ξεκινούν κι εξελίσσονται σε μία παραθαλάσσια πόλη της Ιταλίας. Το θαλασσινό αεράκι κι οι ανοιχτοί ορίζοντες της πόλης, λειτουργούν ως βασικοί παράγοντες στην ελεύθερη φύση των κατοίκων της. Ο τρελός της πόλης παρομοιάζει την ψυχή των κατοίκων με τους "κλέφτες", τους σπόρους που δε γνωρίζουν όρια, φράχτες και σύνορα κι ελεύθεροι αφήνονται στη δίνη του αέρα και ταξιδεύουν παντού (μπορείτε να το δείτε εδώ)
Μετά το υπέροχο ποιητικό ξεκίνημα, έρχεται η σειρά να γνωρίσουμε τα πρόσωπα της ιστορίας. Ο Φεντερίκο Φελίνι τους συγκεντρώνει όλους στην κεντρική πλατεία του χωριού όπου αναβιώνει ένα παγανιστικό έθιμο το οποίο πέρασε στην καθολική Ευρώπη ως το "κάψιμο της μάγισσας" (κάτι αντίστοιχο με το "κάψιμο του Ιούδα" στη χώρα μας). Όλοι οι κάτοικοι, προερχόμενοι απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα, αυτοσυστήνονται, χαιρετίζονται και γιορτάζουν τον ερχομό της άνοιξης. Πέρα όμως από τους πρωταγωνιστές, υπάρχουν κι οι μορφές που παίζουν σημαντικό ρόλο στους καθημερινούς ρυθμούς. Αναφέρομαι στους τρελούς αλλά και τους περίεργους του κάθε χωριού. Την όμορφη πόρνη με τα καταθλιπτικά μάτια, τον τρελό πωλητή με το τρίκυκλο που του αρέσει να μοιράζεται με περαστικούς τα ψεύτικα κατορθώματά του σε υποτιθέμενα σεξουαλικά όργια, τον τυφλό που παίζει υπέροχα ακορντεόν, τον μοναχικό μοτοσικλετιστή που περιφέρεται άσκοπα στους δρόμους προκαλώντας θόρυβο και πανικό στους πεζούς που συναντά μπροστά του, στην χυμώδης χοντρή μπακάλισσα που γίνεται τα βράδια κρυφός πόθος στους νεαρούς της πόλης και τον δικηγόρο που είναι γνώστης της ιστορίας του τόπου αλλά αδιάφορος στους συμπολίτες του, όπως κι οι σημαντικές του γνώσεις. Πόσοι από μας που έχουμε ζήσει σε μικρές πόλεις, έχουμε κρατήσει στη μνήμη μας αντίστοιχες προσωπικότητες. Η Χίος είχε κι έχει πολλούς. 


Και μετά από την ευχάριστη παρουσίαση των προσώπων, προχωράμε στους τρεις βασικούς παράγοντες απ' όπου πηγάζει ο φασισμός. Ο Ιταλός σκηνοθέτης τους τοποθετεί με την εξής σειρά, το σχολείο όπου οι δάσκαλοι δυσκολεύονται να μεταβιβάζουν ορθά τις γνώσεις στους μαθητές. Είναι εκπληκτικός ο τρόπος που παρουσιάζει διάφορες περιπτώσεις δασκάλων με χούγια και είναι συγκινητικό που στα πρόσωπα αρκετών διακρίνουμε φυσιογνωμίες δικών μας δασκάλων (γέλασα υπερβολικά με τον τρόπο που κρατούσε το τσιγάρο του ο καπνιστής ιστορικός και με την οργισμένη έκρηξη του κοκκινοτρίχη διευθυντή). Έπειτα είναι η οικογένεια. Η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των μελών φέρνει εντάσεις, καβγάδες κι αρνητικά συναισθήματα, τα οποία εξωτερικεύονται στις κοινωνικές συναθροίσεις και συμπεριφορές. Και τέλος είναι η εκκλησία, την οποία την παρουσιάζει σε ένα ξεκαρδιστικό σκηνικό όπου νέοι πάνε να εξομολογηθούν στον παπά αλλά εκείνος περισσότερο ενδιαφέρεται για τον εσωτερικό διάκοσμο της εκκλησίας. Οι διάλογοι μεταξύ παπά και νεαρών φανερώνουν μία απίστευτα κωμική εξυπνάδα.
Όμως ο φασισμός δεν είναι διασκεδαστικός. Ο Φεντερίκο Φελίνι σου παίρνει αμέσως το χαμόγελο από τα χείλη με την έλευση των μελανοχιτώνων στη πόλη. Σε μία τελετή υποδοχής του Μουσολίνι, όλοι οι κάτοικοι χαιρετούν φασιστικά (με τον ρωμαϊκό τρόπο όπως τον αποκαλούν οι φασίστες στην ταινία, θυμίζοντάς μας τους εγχώριους φασίστες που υποστηρίζουν πως χαιρετούν με τον αρχαιοελληνικό τρόπο). Όμως η έλευση των φασιστών έρχεται με αμμοθύελλα, περιορίζοντας αρκετά το οπτικό πεδίο των παρευρισκομένων (εκπληκτικός συμβολισμός κι εδώ). Οι επίσημοι προσκεκλημένοι γιορτάζουν τη μέρα με πατριδογνωσία και με αθλητικές ασκήσεις νεαρών μαθητών. Το βράδυ όμως, την ώρα που πίνουν τα κονιάκ τους επευφημώντας τον φασισμό, ένα γενικό μπλακ άουτ θα τους σαστίσει. Αυτό όμως που θα τους τρομοκρατήσει θα ναι ο ύμνος της Διεθνούς, ο οποίος απλώνεται σ' ολόκληρη την πόλη. Μες στο σκοτάδι ψάχνουν να βρουν την πηγή, εκνευρισμένοι από το θράσος των κομμουνιστών. Αυτό θα χει σαν συνέπεια στους κατοίκους της πόλης, να μετατραπεί η εορταστική μέρα σε εφιαλτική νύχτα.
Η ζωή όμως συνεχίζεται, κι ο σκηνοθέτης επιθυμεί να επικεντρωθεί σ' αυτό ως το μέγιστο θαύμα της ύπαρξής μας, η δύναμη του οποίου πηγάζει από τον έρωτα. Και τι πιο όμορφο να παρουσιάσεις την επιθυμία αυτή, μέσα από τις φωνές ενός τρελού, ο οποίος ανεβασμένος πάνω σε ένα δέντρο, ουρλιάζει πως θέλει μία γυναίκα.


Θα μπορούσα να συνεχίσω να γράφω κι άλλες σκηνές από την ταινία αλλά θα χάσει η ανάρτηση το νόημά της. Σκοπός είναι να αφεθείτε κι εσείς στον ποιητικά σουρεαλιστικό κόσμο του Φεντερίκο Φελίνι και να νιώσετε τη συγκίνηση της κάθε στιγμής. Να γελάσετε με τις κωμικές καθημερινές καταστάσεις, να αισθανθείτε τον πόνο της απώλειας αλλά και το πάθος της ερωτικής έξαψης. Αλλά περισσότερο να μαγευτείτε από την εκπληκτική μουσική που έγραψε ο Nino Rota γι' αυτήν την ταινία.
Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω κλείνοντας είναι πως το τελείωμα μου θύμισε απίστευτα το φινάλε του αριστουργηματικού Underground του Κουστουρίτσα, ενώ η προηγούμενη σκηνή με τον χορό των νεαρών στην ομίχλη, μου έφερε στο μυαλό το εξαιρετικό πλάνο με το χορό στο ομιχλώδες τοπίο του Σαράγεβο, από το "Βλέμμα του Οδυσσέα" του δικού μας κ.Θόδωρου Αγγελόπουλου. Συμπτωματικά οι δυο αυτές ταινίες κοντραρίστηκαν στις Κάννες το 1995, με νικητή τον Κουστουρίτσα (ο κ.Θόδωρος Αγγελόπουλος δε το χώνεψε ποτέ).
Όσο για τους "τρελούς" της ιστορίας, θα ήθελα να μνημονεύσω τον τυφλό ακορντεονίστα με το εκπληκτικό του παίξιμο, τις εξαιρετικές του κινήσεις, το γέρσιμο του κεφαλιού του σε κάθε νότα αλλά και για τη στιγμή που με συγκίνησε αφάνταστα, όπου όλη η πόλη πήρε τις βάρκες της και βγήκε στα ανοιχτά για να προϋπαντήσει ένα τεράστιο υπερωκεάνιο που θα περνούσε από εκεί. Κι ενώ όλοι ήταν συγκινημένοι με το θέαμα της πλωτής πολιτείας, ο τυφλός έβγαλε τα γυαλιά του φανερώνοντάς μας τα θαμπά του μάτια τα οποία δε μπορούσαν να κρύψουν την συγκίνηση αλλά και την απορία, Με σπασμένη φωνή ρωτούσε τους συνεπιβάτες του στην βάρκα να του περιγράψουν το θέαμα που αντίκριζαν.
Το Amarcord είναι ένα αξεπέραστο αριστούργημα που αξίζει πολύ να θαυμάσουμε ξανά σε κάποιο θερινό σινεμά.

Βαθμολογία: 9/10

Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

4 χρόνια από το «μαύρο»: Οι ήρωες είναι ήρωες και όταν ηττώνται



Το τελευταίο άρθρο του Κώστα Εφήμερου, ο οποίος πέθανε σήμερα από ανακοπή καρδιάς

Αυτό το κλάμα υπάρχει ακόμα μέσα μου. Είναι πολύ εντυπωσιακό ότι ενώ ο ανθρώπινος εγκέφαλος μαθαίνει να ξεχνάει το κλάμα για να μπορεί να συνεχίζει να ζει, έχει ένα ειδικό κουτάκι που αποθηκεύει τα κλάματα που έρχονται από χαρά ή περηφάνια. Αυτά σκεφτόμουν σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, τώρα που η πίκρα έχει αντικαταστήσει την χαρά για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ.
Στα χρόνια που πέρασαν από εκείνο το συγκλονιστικό βράδυ χάθηκαν και κερδήθηκαν μια σειρά από μάχες. Άνθρωποι που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στο «μαύρο» θυμήθηκαν τις παλιές τους συνήθειες, άλλοι παραιτήθηκαν, άλλοι παραγκωνίστηκαν και άλλοι απλά φιμώθηκαν. Κοιτάζοντας τη σημερινή δημόσια τηλεόραση και ραδιοφωνία βρίσκω λίγες στιγμές ικανοποίησης. Η ΕΡΤ μου φαίνεται κυβερνητική, ανούσια, αδιάφορη.
Δεν ανήκα ποτέ σε αυτούς που ήθελαν τη μετατροπή της ΕΡΤ σε ένα ERTOPEN μετά την επαναλειτουργία. Για μένα η ΕΡΤ είναι ο πιο καλά χρηματοδοτημένος δημοσιογραφικός οργανισμός της χώρας και οφείλει να προστατέψει την δημοσιογραφική δεοντολογία. Δεν είναι επαναστατικός μηχανισμός. Πιστεύω ότι η σωστή και πολύπλευρη ενημέρωση είναι η τροφή της δημοκρατίας. Αν σήμερα η ορθή δημοσιογραφική λειτουργία ακούγεται επαναστατική είναι γιατί δεν λειτουργεί η δημοκρατία.
Νιώθω περήφανος για τη μάχη ενάντια στο «μαύρο» που ξεκίνησε σαν σήμερα πριν από τέσσερα χρόνια. Δεκαέξι μέρες συνεχόμενες σχεδόν χωρίς ύπνο μέχρι να αναλάβει η EBU τη μετάδοση του σήματος. Έφυγα από το κτίριο με ασθενοφόρο. Δεν ήμουν ο μόνος. Η επαναλειτουργία της ΕΡΤ βάφτηκε με αίμα.
Νιώθω περήφανος για τους ανθρώπους που γνώρισα εκείνες τις ημέρες. Ξέρουν πολύ καλά ποιοι είναι αυτοί. Με κάποιους μιλάμε ακόμα πότε-πότε. Με άλλους χαθήκαμε τελείως.
Αναρωτιέμαι σήμερα πώς να νιώθουν αυτοί που κράτησαν την ΕΡΤ ανοιχτή και σήμερα βλέπουν το αποτέλεσμα της μάχης τους. Φαντάζομαι όχι χαρούμενοι. Πρέπει να έγραψα πάνω από 10 φορές κάτι για την σημερινή εικόνα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Κείμενα γεμάτα πίκρα και απογοήτευση. Δεν τα ανάρτησα όμως. Κάτι μέσα μου έλεγε ότι δεν πρέπει. Πριν από λίγους μήνες μίλησα με την Μαρίνα. Μια από τις γυναίκες του αγώνα που με σημάδεψαν τότε. Αυτή με βοήθησε να καταλάβω τι ήταν αυτό που με κρατούσε.
Σήμερα ξέρω ότι όλοι όσοι έδωσαν τη μάχη εκείνες τις ημέρες, αυτοί οι ήρωες, αξίζουν τον «σεβασμό της στιγμής». Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαμε σήμερα να μιλάμε για το πόσο απογοητευτήκαμε από την κατάληξη. Χωρίς τις θυσίες τους δεν θα ξέραμε ότι γίνεται να αντισταθείς. Όπως η εξέγερση του 2008 μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου ήταν η μαγιά για τους αγανακτισμένους του 2011. Όπως οι αγανακτισμένοι ήταν η μαγιά για την αντίσταση στο μαύρο. Όπως η αντίσταση στο μαύρο ήταν η μαγιά για την κατάρρευση του δικομματικού μοντέλου και την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι όλα όσα παθαίνουμε ως κοινωνία που αναζητά ένα καλύτερο αύριο γίνονται μαθήματα για την επόμενη κρίσιμη στιγμή. Και καμία επόμενη απογοήτευση, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να αμαυρώνει τις μεγαλειώδεις στιγμές της μάχης που κερδήθηκε για να φτάσουμε ως εκεί.
Σαν σήμερα πριν από τέσσερα χρόνια κοίταζα το παράθυρο από τον 3ο όροφο στο κτίριο της Μεσογείων και έκλαιγα. Δεν δάκρυσα, έκλαψα κανονικά με λυγμούς. Μετά περπάτησα το δαιδάλωδες κτίριο και κοίταζα τους ανθρώπους στους διαδρόμους. Στις τρεις περίπου τα χαράματα μια κοπέλα ήρθε και μου είπε αν μπορούσα να βγω στην εκπομπή της Αγλαΐας Κυρίτση που εξέπεμπε εκείνη τη στιγμή ζωντανά. Θυμάμαι που από την αίθουσα σύνταξης προσπαθούσα να μη λιποθυμήσω στον αέρα και αν κάποιος ψάξει και βρει το βίντεο από εκείνο το βράδυ θα δει ότι όσο περίμενα να μου μιλήσει η Αγλαΐα μουρμούριζα χωρίς φωνή ένα ποίημα για να κρατήσω το μυαλό μου σε λειτουργία. Στους μήνες που ακολούθησαν γνώρισα υπέροχους ανθρώπους. Ήρωες. Έμαθα να περπατάω το κτίριο και ακόμα και σήμερα όταν περνάω από έξω το κοιτάζω και σκέφτομαι περήφανα ότι μπορώ να το περπατήσω με κλειστά τα μάτια.
Οι ήρωες εκείνης της περιόδου σήμερα μπορεί να μη είναι ήρωες. Μπορεί να είναι και λιποτάκτες. Από εκείνο το βράδυ κρατάω τον ενθουσιασμό. Από το τέλος του 2013 και έπειτα θυμάμαι αμυδρά μόνο απογοητεύσεις. Λυπήθηκα όταν στην επαναλειτουργία της δεν με κάλεσε κανείς, παρά μόνο η Μαρίνα φρόντισε να υπάρχει μια δήλωσή μου σε ένα τρίλεπτο ρεπορτάζ για το δελτίο. Στεναχωρήθηκα πολύ όταν το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου για το «Χαμένο σήμα της Δημοκρατίας» δεν ασχολήθηκε καθόλου με το ότι το διαδίκτυο και μια χούφτα ανθρώπων έδωσε τη δυνατότητα στους χιλιάδες εργαζόμενους της ΕΡΤ να συνεχίζουν να εκπέμπουν από το πρώτο δευτερόλεπτο του «μαύρου». Απογοητεύτηκα από την σημερινή εικόνα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που δεν είναι ούτε δημόσια, αλλά μερικές φορές, ούτε καν ραδιοτηλεόραση. 
Ακόμα όμως και αν οι ήρωες εκείνης της περιόδου δεν είναι σήμερα ήρωες, αυτό δεν κάνει λιγότερο ηρωική την μάχη που έδωσαν τότε. Γιατί όπως ακριβώς οι μεγάλοι ήρωες ήταν οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που ξενυχτούσαν τις πρώτες ημέρες στο προαύλιο της ΕΡΤ συμμετέχοντας στο μεγαλύτερο σε διάρκεια φεστιβάλ της σύγχρονης Ελλάδας έτσι και σήμερα οι ίδιοι είναι επίσης μέρος της ήττας. 
Ίσως δηλαδή αν και εμείς παραμέναμε εκεί να είχαν μεγαλύτερα ψυχικά αποθέματα και αυτοί που βρίσκονταν μέσα στο κτίριο.
Και με αυτές τις σκέψεις σας αφήνω με μια ελπίδα: Να μη ξεχάσουμε τι έγινε τότε. Ίσως μια μέρα να χρειαστεί να αναζητήσουμε αυτό το συναίσθημα ως εφόδιο σε μια επόμενη μάχη.

Πηγή: ThePressProject

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Το μετανεωτερικό ζωτικό χάος



του Θανάση Βασιλείου

Τι μας λέει η Ιστορία, η εμπειρία; Αν πάρουμε τον Χέγκελ τοις μετρητοίς, μας λέει ότι οι άνθρωποι και οι κυβερνήσεις δεν διδάχτηκαν ποτέ τίποτα από την Ιστορία∙ ότι ενώ θα μπορούσαν να επιλέξουν άλλες συνθέσεις, να γυρίσουν σελίδα, επέλεξαν αυτά που επιτάχυναν την εξέλιξή τους και, κατόπιν εορτής, προχώρησαν σε λυτρωτικές συνθέσεις. Ισχύει κάτι τέτοιο για τον 21ο αιώνα;
Οχι, γιατί ο 21ος αιώνας είναι ακόμα μικρός. Η εικόνα που δίνουν τα σήματά του «μοιάζει» απλώς με την εικόνα των σημάτων στις αρχές του 20ού αιώνα. Ομως, ο 20ός αιώνας εις πείσμα πολλών αντίθετων έγκαιρων και επαναλαμβανόμενων σημάτων απέδειξε τελικά ότι το πικρό συμπέρασμα –δεν μαθαίνουμε τίποτα από την Ιστορία–, εν μέρει, ήταν εσφαλμένο.
Στο μέτρο που μας αφορά, οι ευρωπαϊκές χώρες έψαξαν τα διδάγματα του παρελθόντος και, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέπτυξαν ανάλογα τις πολιτικές τους, άλλες σωστές, άλλες λανθασμένες. 
Ωστόσο, η περιγραφή της Ιστορίας από τον Κικέρωνα ως testis temporum, magister vitae -«μάρτυρας χρόνου, δάσκαλος ζωής»– χαρακτήρισε ευεργετικά και για πολλές ειρηνικές δεκαετίες την εμπειρία του προηγούμενου αιώνα. Το ζητούμενο είναι ο 21ος αιώνας.
Ποιο είναι το μεγάλο κάδρο; Κατ’ αρχάς είναι το ξήλωμα. Η δυτική συμμαχία βρίσκεται σε κενό, ακριβώς εβδομήντα χρόνια από την ομιλία του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, του στρατηγού Τζορτζ Μάρσαλ στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ τον Ιούνιο του 1947, όταν είχαν τεθεί τα θεμέλια της βοήθειας προς την Ευρώπη - γνωστής ως Σχέδιο Μάρσαλ.
Μετά την πρόσφατη επίσκεψη του Τραμπ στην Ευρώπη, η προεκλογική Ανγκελα Μέρκελ έφτασε κοντά στη διακήρυξη του θανάτου της Βορειοατλαντικής σχέσης: «Οι εποχές στις οποίες μπορούσε κανείς να βασιστεί στους άλλους έχουν σε έναν βαθμό παρέλθει, όπως συνειδητοποίησα τις τελευταίες ημέρες. Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας…» Βέβαια, η παραδοχή δεν είναι μονοσήμαντη. Δεν είναι όμως και ευοίωνη.
Κατά δεύτερον είναι η μετανεωτερική ανομία. Ο Αμερικανός πρόεδρος, χωρίς καθαρή ευρωπαϊκή ατζέντα, τορπιλίζοντας τη συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, ασκεί διεθνή πολιτική (με τα μέλη της οικογένειάς του) τουιτάροντας καταιγιστικούς χρησμούς και αφορισμούς: «Πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε πολιτικά ορθοί…
Αν δεν φερθούμε έξυπνα, η κατάσταση θα χειροτερέψει». Σε ένα από τα τρία νέα tweets που έκανε μέσα σε μισή ώρα με αφορμή το νέο τρομοκρατικό χτύπημα στο Λονδίνο, επιτέθηκε στον μουσουλμάνο δήμαρχο του Λονδίνου, Σάντικ Καν.
Η ηρωίδα του Nickelodeon, η Αριάνα Γκράντε, εκφράζοντας τη δυτική ποπ κουλτούρα, ανάρτησε στον λογαριασμό της στο twitter σκηνές live από τη συναυλία One Love Manchester που διοργανώθηκε στη μνήμη των 22 θυμάτων του Μάντσεστερ, δύο εβδομάδες μετά την επίθεση. Και οι Εργατικοί και Συντηρητικοί ανοίγουν προεκλογικό blame game για την αποδυνάμωση της αστυνομίας. Και στην Παναγία των Παρισίων, οι παρευρισκόμενοι θεωρούν αυτονόητο να έχουν ψηλά τα χέρια. Βέβαια, μέσω των λογαριασμών τους στο twitter μεταδίδουν ειδήσεις όλες οι ιστοσελίδες, οι εφημερίδες και τα πρακτορεία της Μέσης Ανατολής.
Στη «γηραιά» ήπειρο των οικονομικών-πολιτικών κύκλων, του αξεδιάλυτου Brexit, η ένταση της οικονομίας -ο παράγοντας που θα έπρεπε να επηρεάζει τις αποφάσεις των ψηφοφόρων- έχει υποκατασταθεί από την ένταση της τρομοκρατίας και η «ψήφος του φόβου» υπονομεύει τη δυτική δημοκρατική νομιμοποίηση, μαζί με την ασφάλεια.
Το μεγαλύτερο μέρος του στρατηγικού πλαισίου της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας παραμένει ασταθές. Η Ελλάδα της μακροχρόνιας ανεργίας και των νεοπληβείων, του αξεδιάλυτου χρέους και των μνημονιακών υποχρεώσεων, αντιμετωπίζει έναν εξηκονταετή νάρθηκα (!) στην οικονομία και την κοινωνία, που είναι παράλογος και δεν βοηθά.
Η τουρκική κυβέρνηση, μετά το δημοψήφισμα, είναι όλο και πιο αυταρχική και απρόβλεπτη και ο νεοσουλτάνος της Τουρκίας δεν σταματά την αντιευρωπαϊκή ρητορική και τα περιφερειακά παιχνίδια με επίκεντρο το Κουρδικό.
Και ενώ η Ευρώπη υποφέρει από την αρχιτεκτονική της, τη λιτότητα και τα σχέδια προσαρμογής, οι εθνικές κυβερνήσεις της δείχνουν να υποφέρουν από διάφορες ταυτόχρονες πολιτικές κρίσεις που σχετίζονται με τη μετανάστευση, αλλά κυρίως δείχνουν να υποφέρουν από την τρομοκρατία, την οποία συνδέουν με τη μετανάστευση και την προσφυγική ροή από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
Τέλος, η Συρία αλλά και η Λιβύη -οι κύριες εστίες του τζιχαντισμού- παραμένουν βυθισμένες στο χάος και στον εμφύλιο αποτελώντας τις βασικές δεξαμενές της βίαιης μετακίνησης και της διόγκωσης του προσφυγικού.
Εν τω μεταξύ, στις περιφερειακές συγκρούσεις ανοίγει ο κύκλος των διαφορών Σαουδικής Αραβίας και Κατάρ ενώ, μ’ αυτά και με τ’ άλλα, ο γιος του Μπιν Λάντεν, ο Χάμζα Μπιν Λάντεν, ετοιμάζεται να αναβιώσει το παγκόσμιο δίκτυο της Αλ Κάιντα με κέντρο όχι μόνον το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, σχεδιάζοντας μελλοντικές αναβιώσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Ολα αυτά είναι ένα ζωτικό μετανεωτερικό χάος, και όχι το νηφάλιο τέλος της κρίσης. Μπορεί και όχι. Οι δεκαετίες θα δείξουν.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Ματέρα, η αρχαιότερη πόλη της ιταλικής χερσονήσου




Ένας παράγοντας που κάνει κάποιους προορισμούς αξέχαστους στα ταξίδια, είναι οι πόλεις που πηγαίνεις ανυποψίαστος και φεύγεις απίστευτα εντυπωσιασμένος.
Η Ματέρα ήταν μία από τις πόλεις που μπήκαν στο πρόγραμμα του οδοιπορικού την τελευταία στιγμή μετά από κάποιες αλλαγές. Δεν είχα προλάβει να συλλέξω αρκετές πληροφορίες, οπότε άφησα την διαίσθησή μου να μας οδηγήσει εκεί. Και το αποτέλεσμα ήταν να την λατρέψουμε κι οι τρεις μας. Όσο για μένα, την έχω εντάξει στη λίστα με τις πόλεις που θέλω να επισκεφθώ ξανά (όπως συνέβη με το Σπλιτ στην Κροατία).
Η Ματέρα είναι ένας αρκετά καλά κρυμμένος θησαυρός στην Ιταλία. Αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι, από τη στιγμή που η ωραιότερη χώρα της Ευρώπης δε ξέρει ποιο στολίδι της να πρωτοαναδείξει, κι ο ανταγωνισμός ομορφιάς κάποιων πόλεων είναι μεγάλος, είναι λογικό κάποιες πόλεις της να αδικούνται. Κι η αλήθεια είναι πως από τις βόλτες μου στη χώρα αυτή, συνάντησα αρκετές πόλεις που η ομορφιά τους παραμένει ακόμα καλά κρυμμένη κι άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Εικάζεται από ιστορικούς πως η περιοχή της Ματέρα, είναι το πρώτο σημείο που κατοικήθηκε από ανθρώπους στην ιταλική χερσόνησο, και θεωρείται πως ανήκει στους παλαιότερους οικισμούς του κόσμου. Η πόλη έχει λάβει αρκετούς χαρακτηρισμούς. Κάποιοι την αποκαλούν ως την Καππαδοκία της Ιταλίας διότι τα πρώτα σπίτια είναι λαξευμένα στους βράχους της ευρύτερης περιοχής, κάποιοι άλλοι την λένε Σαντορίνη για το οριζόντιο κι άλλες φορές κάθετο χτίσιμο των σπιτιών μέσα στα βράχια, ενώ κάποιοι άλλοι την έχουν ονομάσει Υπόγεια Πόλη λόγω του σχήματός της, το οποίο απλώνεται μέσα σε μία βραχώδης γούβα. Από το 1993 το ιστορικό κομμάτι της πόλης ανήκει στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco.
Όπως και σε κάθε άλλη ιταλική πόλη, δυσκολευτήκαμε να βρούμε χώρο στάθμευσης. Με το φόβο κάποιας κλήσης, αναγκαστήκαμε να παρκάρουμε το αμάξι λίγο πιο έξω από το κέντρο της πόλης. Αυτό όμως στάθηκε αφορμή να γνωρίσουμε και το σύγχρονο κομμάτι της Ματέρα, στο οποίο ξεχωρίζει η χλιδή κι η ιταλική φινέτσα. Ίσως να είναι από τα λίγα σημεία του ιταλικού νότου όπου οι κάτοικοι είναι οικονομικά άνετοι και το δείχνουν. Βαδίζοντας προς το ιστορικό κέντρο, το τοπίο άρχισε να μεταβάλλεται. Τα κτίρια γινόντουσαν παλιότερα με μία πιο καλαίσθητη αρχιτεκτονική διακόσμηση.
Λίγο πριν αντικρίσουμε την παλιά πόλη, βρεθήκαμε σε μία μεγάλη πλατεία. Πιθανότατα σημείο αναφοράς, μιας κι εκεί ξεκινούσαν όλοι οι πεζόδρομοι. Δίπλα σε ένα μικρό εκκλησάκι υπήρχε ένα στεγασμένο μπαλκόνι. Απροετοίμαστοι για τη θέα του, πήγαμε προς τα εκεί. Το τοπίο που ανοίχτηκε μπροστά μας ήταν κάτι παραπάνω από μαγευτικό.
Μία ολόκληρη πόλη απλωνόταν κάτω από τα πόδια μας. Πολλά σπίτια κολλημένα πάνω στις βραχώδης πλαγιές κατηφόριζαν προς μία ανοιχτή γούβα. Η αρμονία τοπίου και κτιρίων ήταν εκπληκτική. Στο βάθος ο καθεδρικός έστεκε σαν λευκό στέμμα πάνω από την παλιά πόλη.
Η σύγχρονη πόλη σταματάει στο χείλος της γούβας, με υπέροχα μπαλκόνια σαν αυτό που βρισκόμασταν εμείς. Από το μπαλκόνι που καθόμασταν βλέπαμε κι άλλους επισκέπτες να στέκονται σε άλλα σημεία και να θαυμάζουν το τοπίο που απλωνόταν μπροστά τους. Αυτά τα μπαλκόνια λειτουργούσαν σαν μηχανές του χρόνου. Ενώ πίσω μας είχαμε ένα σύγχρονο κομμάτι, από την άλλη μεριά γυρνούσαμε χιλιετίες πίσω.
Περιμετρικά της παλιάς πόλης υπάρχουν μικρές στοές που σε οδηγούν στην καρδιά της Υπόγειας Πόλης. Όσο κατεβαίνεις τόσο περισσότερο αφήνεις το παρόντα χρόνο πίσω σου. Πολλά σπίτια παραμένουν κολλημένα στους βράχους, ενώ άλλα πετάγονται σαν μανιτάρια πάνω από τη βραχώδης επιφάνεια του τοπίου. Τα χρώματα είναι γήινα. Το γκρίζο των βράχων δένει απόλυτα με το μπεζ των κτιρίων. Διάφορες χρωματικές πινελιές των κατοίκων σπάνε αυτήν την αρμονία τραβώντας την προσοχή των ματιών μας. Χρωματιστές γλάστρες, πολύχρωμα άνθη, διακοσμητικά στοιχεία στις βεράντες κι άλλα πολλά.
Είναι εντυπωσιακό πως αυτή η πόλη θα εξαφανιζόταν αν δεν μεσολαβούσε το ιταλικό κράτος πριν από μερικές δεκαετίες, όταν αποφάσισε να παραχωρήσει για 99 χρόνια τα σπίτια-σπηλιές σε διάφορους Ιταλούς, με το σκεπτικό να τα επισκευάσουν και να τα αναδείξουν. Όσοι ρίσκαραν τότε, σήμερα απολαμβάνουν τα τεράστια οφέλη του τουρισμού σε μία πόλη που ακόμη δεν έχει γίνει ευρέως γνωστή.
Μέχρι το 1980 η πόλη είχε βρεθεί στην απόλυτη παρακμή της. Μη ξεχνάμε πως πριν γίνει τουριστικό και πολιτισμικό θέρετρο, η Ματέρα ήταν καθαρά αγροτική πόλη. Οι συνθήκες διαβίωσης μέσα στα βράχια ήταν άσχημη. Άνθρωποι με ζώα και πρώτες ύλες στοιβάζονταν σε μικρές κοιλότητες, οι οποίες ήταν χτισμένες μόνο από την μία μεριά. Οι Ιταλοί που αποφάσισαν να επενδύσουν στην περιοχή, παρέλαβαν κτίρια που λειτουργούσαν πλέον ως αποθηκευτικοί χώροι.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο πολιτικός Aλντιντσε ντε Γκάσπαρι, συγκλονισμένος με το βιβλίο του Κάρλο Λέβι «Ο Χριστός σταμάτησε στο Eμπολι»,αποφάσισε να βελτιώσει τη ζωή των κατοίκων της πόλης προσφέροντάς τους νέα σπίτια. Η μετακίνηση των κατοίκων μετέφερε τα σπίτια-σπηλιές κάτω από την ιδιοκτησία του κράτους, το οποίο ευαισθητοποιήθηκε μερικές δεκαετίες αργότερα όταν αποφάσισε να το αναδείξει.
Όμως η Ματέρα έζησε και στιγμές ευημερίας. Η πρώτη ήταν όταν η πόλη πέρασε στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (μετά τη πτώση της Δυτικής), αλλά αυτό την οδήγησε στα πρόθυρα του εμφυλίου κατά την περίοδο της Εικονομαχίας. Μετά απ' αυτήν την ταραχώδη περίοδο, αρκετοί μοναχοί από Συρία και Καππαδοκία μετανάστευσαν εκεί, ενισχύοντας την ελληνικότητα της πόλης. Με την κατάληψη των Νορμανδών, η Ματέρα έγινε διοικητικό κέντρο της Μπασιλικάτα, προσφέροντάς της μία ακόμη περίοδο ευημερίας μέχρι το 18ο αι. όταν και μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα στην Ποτέντσα, κάτι που την οδήγησε σε μόνιμη παρακμή μέχρι τις μέρες μας.
Πολιτιστικά, η πόλη είναι πλούσια σε εκκλησίες. Πέρα από τον εντυπωσιακό λευκό Καθεδρικό, ο οποίος στέκει επιβλητικά πάνω από την παλιά πόλη, ενδιαφέρουσα είναι κι η εκκλησία του San Pietro Caveoso, η οποία έχει διατηρήσει πανέμορφες βραχώδεις αγιογραφίες αλλά και ο Άγιος Νικόλαος των Ελλήνων (San Nicola del Greci) που βρίσκεται μέσα σε σπηλιά.
Η Ματέρα μας έπιασε πραγματικά απροετοίμαστους. Μπορεί να τη γυρίσαμε όλη και να την θαυμάσαμε από κάθε της σημείο αλλά φύγαμε έχοντας την αίσθηση πως δεν την χορτάσαμε όσο θα θέλαμε.
Αυτό όμως που μάθαμε είναι πως η πόλη έχει επιλεχθεί ως πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2019. Γι' αυτόν τον λόγο υπήρχε κι ένα όργιο αναστηλώσεων κι αποκαταστάσεων στις προσόψεις των κτιρίων.
Από την άλλη είναι μία αφορμή να επισκεφθώ ξανά μια κρυμμένη ομορφιά της Ιταλίας.