Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

Η Γη της Επαγγελίας (2023)

 


Είχα καιρό να βγω από μια σκοτεινή αίθουσα κατενθουσιασμένος κι υπέρτατα ικανοποιημένος από μια απρόσμενη μαγευτική κινηματογραφική εμπειρία κι αυτό το οφείλω στον Δανό σκηνοθέτη Νικολάι Αρσέλ, ο οποίος επέστρεψε στην πατρίδα του μετά από ένα όχι και τόσο πετυχημένο πέρασμα στο Χόλυγουντ. Η "Γη της Επαγγελίας", παρά τη λανθασμένη της μετάφραση από τον αυθεντικό δανέζικο τίτλο της ταινίας, ταιριάζει απόλυτα με την ιστορία που παρουσιάζεται καθώς το έργο είναι ένα βίαιο κι αγωνιώδες κινηματογραφικό διαμάντι, το οποίο εκτινάσσεται σε ανώτερα κινηματογραφικά επίπεδα χάρη στα εντυπωσιακά του πλάνα, τα κοινωνικά μηνύματα που περνάει, την ατμοσφαιρική του μουσική αλλά και την εκπληκτική ερμηνεία του Μαντς Μίκελσεν.  
Η ταινία βασίζεται στην αληθινή ιστορία του Λούντβιχ φον Κέιλεν, ενός παρασημοφορημένου βετεράνου λοχαγού, ο οποίος έχοντας πίσω του μια εικοσιπενταετή καριέρα στο γερμανικό στρατό, αποφασίζει το 1755 να απαλλαγεί από την παρελθοντική του ταπεινή προέλευση και να ανέβει κοινωνική βαθμίδα διεκδικώντας τον τίτλο του βαρόνου. Για να το πετύχει αυτό, επιχειρεί να καλλιεργήσει μια αφιλόξενη κι άγονη περιοχή στη χερσόνησο της Γιουτλάνδης, υποσχόμενος στον βασιλιά, τη δημιουργία μιας νέας αγροτικής αποικίας. 
Η αποστολή του δεν είναι σε καμία περίπτωση εύκολη αλλά η επιμονή του σε πρώτη φάση, φαίνεται πως μπορεί να επιφέρει το πολυπόθητο αποτέλεσμα. Όμως, για την επίτευξη του στόχου του, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της στέρφας γης, τις άγριες διαθέσεις του καιρού αλλά και τα εμπόδια που του προκαλεί ο τοπικός γαιοκτήμονας Φρέντερικ Ντε Σίνκελ, ο οποίος προσπαθεί με κάθε τρόπο να διατηρήσει την υποτιθέμενη κυριαρχία του στα περίχωρα της Γιουτλάνδης. 
Επίσης, η περιοχή που προσπαθεί να καλλιεργήσει ο Λούντβιχ φον Κέιλεν, είναι γεμάτη τσιγγάνους που κρύβονται στα δάση και σε νυχτερινές τους επιδρομές κατακλέβουν τις περιουσίες των κατοίκων. Όμως, οι αντίξοες συνθήκες και τα σαδιστικά εμπόδια του τοπικού γαιοκτήμονα, θα οδηγήσουν τον επίδοξο βετεράνο λοχαγό, να συνεργαστεί με τους κατατρεγμένους, δημιουργώντας νέες κοινωνικές συμβάσεις αλλά και συνθήκες κανονικού πολέμου. 




Ολόκληρη η ταινία πατάει πάνω στη στιβαρή ερμηνεία του Μαντς Μίκελσεν, ο οποίος εκπροσωπεί με εντυπωσιακό τρόπο το εγωιστικό πείσμα και την επίμονη θέληση του ανθρώπου στην επίτευξη κάθε στόχου που μπορεί να δείχνει εκ πρώτης όψεως άπιαστος κι απατηλός. Η παρουσία του ρυθμίζει τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της ταινίας καθώς στο πρόσωπό του είναι εμφανή τα σημάδια της αγωνίας και των κακουχιών ενώ σε κάποιες στιγμές που υπερτερεί το ένστικτο της επιβίωσης από την ανθρώπινη λογική, αναγκάζεται να μετατραπεί σε θανάσιμο τέρας. Επίσης, με κάθε ευκαιρία, φανερώνει την έκδηλή του επιθυμία για την πολυπόθητη αποδοχή από την αριστοκρατική τάξη που θα του προσφέρει το απαραίτητο κύρος.
Ένα ακόμη δυνατό στοιχείο της ταινίας είναι η κλασική αφήγηση που επιλέγει ο Δανός σκηνοθέτης Νίκολαϊ Άρσελ, προσφέροντας μια ψυχρή σκανδιναβική εκδοχή των διάσημων γουέστερν του παρελθόντος, όπου παρουσιαζόταν η αρχέγονη προσπάθεια των ανθρώπων να δαμάσουν τη Φύση. Μέσα από τη σκηνοθετική του ματιά, παρουσιάζει μια πειστική απεικόνιση των αντίξοων κι απειλητικών συνθηκών που επικρατούσαν στους βάλτους του βορρά και στήνει ένα πλήρες ανθρώπινο μωσαϊκό προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο να περάσει επιτυχώς έναν κοινωνικό σχολιασμό σε ζητήματα ταξικής εξουσίας, σχέσης φύλων και φυλών, ξενοφοβίας, ρατσισμού, μισογυνισμού και εργασιακής εκμετάλλευσης από την άρχουσα τάξη. 
Τα ξεσπάσματα βίας που προκύπτουν στην ιστορία, παρουσιάζουν την ποικιλόμορφη όψη του κακού που δυστυχώς διαιωνίζεται επ' άπειρον, φτάνοντας στο παρόν, οδηγώντας πάντα τις ίδιες ευάλωτες κοινωνικές τάξεις στο περιθώριο, καταδικάζοντας ξανά τόσο τις συνθήκες ζωής τους όσο και το μέλλον τους.




Αποκορύφωμα στις κοινωνικοπολιτικές τοποθετήσεις της ταινίας είναι ο κυνικός διάλογος του επίμονου πρωταγωνιστή με τον επιπόλαιο γαιοκτήμονα:
- Ο Θεός έστειλε τον άνθρωπο στη Γη να δημιουργήσει Πολιτισμό.
- Ο Θεός είναι χάος, η ζωής είναι χάος.
- Μονάχα ο πόλεμος είναι χάος.
Παράλληλα, η ταινία αποτυπώνει με ωμό ρεαλισμό τον βίαιο κι ανηλεή τρόπο επιβίωσης που αναγκάζονται να επιλέξουν οι άνθρωποι όταν βρίσκονται κάτω από αφιλόξενες συνθήκες κι όταν επιθυμούν να υλοποιήσουν με κάθε τρόπο και κάθε τίμημα τους στόχους τους, ακόμη κι όταν αυτοί δείχνουν ουτοπικοί.
Ελπιδοφόρο μήνυμα στη δυστοπία εκείνης της περιόδου που παρουσιάζεται στο έργο, είναι η αρμονική συνύπαρξη κι η αλληλεγγύη που ανθίζει ανάμεσα στα διαφορετικά πρόσωπα που απαρτίζουν την ιδιαίτερη "οικογένεια" που δημιουργεί ο Λούντβιχ φον Κέιλεν με την υπηρέτριά του και μια μικρή τσιγγάνα που αποφασίζει να "υιοθετήσει". Ο κόσμος μπορεί να προχωρήσει μπροστά, μόνο ενωμένος ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας και χρώματος.
Η "Γη της Επαγγελίας" είναι ένα σκληρό και κυνικό κινηματογραφικό διαμάντι χωρίς να προσφέρει κάποια επίπλαστη αισιοδοξία καθώς αποδεικνύει πως το κάθε όνειρο απαιτεί τις ανάλογες θυσίες. Είναι μια άψογη καλογυρισμένη ταινία με καθαρά κι άκρως ισορροπημένα πλάνα που στέκουν εντυπωσιακά στη μεγάλη οθόνη και με μια καθηλωτική ερμηνεία του Μαντς Μίκελσεν, ο οποίος καταφέρνει να λάμψει μες στους υγρούς και σκοτεινούς βάλτους της Δανίας. Η "Γη της Επαγγελίας" είναι μια από τις έντονες μαγευτικές στιγμές που όλο και πιο σπάνια απολαμβάνουμε στις κινηματογραφικές αίθουσες.


Βαθμολογία: 9/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου