Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικονομικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικονομικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Η Στρατηγική: Η υπόθεση Novartis ( La Strategia: Il caso Novartis)



Όσο τα εγχώρια συστημικά κανάλια συνεχίζουν τις πληρωμένες τους υπηρεσίες προς όφελος των μεγάλων εταιριών και των εγχώριων ολιγαρχών, ένα ιταλόφωνο κρατικό κανάλι της Ελβετίας (RSI), μας προσφέρει μια άκρως ενδιαφέρουσα και άρτια σκηνοθετημένη εκπομπή για την υπόθεση Novartis.
Από τη στιγμή που στην Ελλάδα οι μισοί συστημικοί δημοσιογράφοι εξελίσσονται σε βουλευτές μιας άκρως νεοφιλελεύθερης και σκοταδιστικής κυβέρνησης κι οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους συνεχίζουν να θάβουν όσο πιο βαθιά μπορούν στο βούρκο της ανηθικότητας το επίπεδο και την οποιαδήποτε αξιοπρέπεια της εγχώριας ενημέρωσης, είναι χρέος μας να προωθήσουμε με κάθε τρόπο το ενδιαφέρον έργο των ερευνητών δημοσιογράφων Μαρία Ροζέλι και Μάρκο Ταλιαμπούε. 

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Εφιάλτης ή όνειρο; Από μας εξαρτάται




του Νίκου Γραικού

Τις νύχτες ξυπνούσαμε κάποιες φορές με τις εικόνες από την επίθεση στο Μπατακλάν που είναι στη γειτονιά μας. Νομίζαμε ότι ζήσαμε ό,τι φρικτότερο θα ζούσαμε στη ζωή μας. Κι όμως κάναμε λάθος. Τουλάχιστον λέγαμε ότι πρόκειται για φανατισμένους, για φονταμενταλιστές που δεν έχουν θέση σε δημοκρατικές χώρες.
Τώρα θα ξυπνάμε με τους γονατισμένους μαθητές με τα χέρια στο κεφάλι. Με το σπασμένο άγαλμα της Μαριάννας, σύμβολο της Δημοκρατίας, στην Αψίδα του Θριάμβου. Το ένα μάτι «βγαλμένο». Ενα ολόκληρο σύμβολο για τη μονόφθαλμη Γαλλία. Που βλέπει μόνο με το ένα μάτι. Προς τους πλούσιους.
Μένουμε στη Γαλλία, στο Παρίσι. Πολλά χρόνια. Νιώθουμε πια Ελληνογάλλοι. Ηρθαμε γεμάτοι όνειρα κι αυταπάτες. Τα όνειρα τα κρατάμε, είναι δικά μας, και παλεύουμε για αυτά. Ελευθερωθήκαμε όμως από τις αυταπάτες. Πολλοί νομίζαμε ότι στη Γαλλία τον τόνο τον δίνει η κληρονομιά του διαφωτισμού, της γαλλικής επανάστασης, της κομμούνας, του λαϊκού μετώπου, της αντίστασης, του Μάη του ’68.
Κι όμως γνωρίσαμε την αντίδραση, τα γαλλικά ΜΑΤ, γευτήκαμε δακρυγόνα, είδαμε νεοπλουτισμό, τον Σαρκοζί σε πολιτιστική έξοδο στην Ντίσνεϊλαντ. Είδαμε κυρίως πόσο διαστρωματωμένη είναι αυτή η κοινωνία. Πόσο χωριστές είναι οι συνοικίες. «Να μην μπλέκουμε τα ποτηρόπανα με τις πετσέτες», όπως ευγενικά λένε οι Γάλλοι. Είδαμε το μίσος των αστών στη συγκέντρωσή τους κατά της απόφασης του Δήμου Παρισιού να δημιουργήσει και σε καλές γειτονιές Εστίες για φτωχούς κι αστέγους.
Είδαμε την κατασκευή ενός προέδρου από τα ΜΜΕ και το μεγάλο κεφάλαιο ενός, ουσιαστικά, διευθυντή επιχειρήσεων που νομίζει ότι απευθύνεται σε υπάκουους υπαλλήλους κι όχι σε πολίτες. Και που ένα από τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν η κατάργηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Ενός προέδρου που τόλμησε να δηλώσει ότι «όταν πας σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό βλέπεις αυτούς που πέτυχαν κι αυτούς που είναι ένα τίποτα». Κι εμείς πιστεύαμε ότι είμαστε στη χώρα των φώτων και των ανθρωπιστικών σπουδών! Και τον άφησαν στην Ελλάδα να κάνει το νουμεράκι του μιλώντας στην Πνύκα και παριστάνοντας τον νέο Μαλρό!
Τελικά βεβαιωθήκαμε ότι υπάρχουν δύο κόσμοι που αντιπαρατίθενται. Οτι η πάλη των τάξεων ζει και βασιλεύει. Κι ότι αν ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός αντικατέστησε τον παραγωγικό καπιταλισμό, η τεχνοκρατική σκέψη αντικατέστησε επίσης τη μόρφωση των συντηρητικών αστών. Ο Πομπιντού εξέδωσε την ανθολογία της γαλλικής ποίησης και ίδρυσε το ομώνυμο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, ο Σιράκ, το Μουσείο Μπρανλί. Δύο παραδείγματα αρκούν. Η κυρία Μακρόν αλλάζει τις κουρτίνες και τις μοκέτες στο Προεδρικό Μέγαρο. Την ώρα της μεγάλης κοινωνικής κρίσης.
Οι εξεγέρσεις, οι επαναστάσεις δεν αποφασίζονται από κομματικά επιτελεία. Τις εξεγέρσεις δεν τις κάνουν πάντα οι «διαβασμένοι», όπως πολύ σωστά έγραψε φίλος δημοσιογράφος. Τις κάνουν συχνά απελπισμένοι που δεν αντέχουν άλλο τον εμπαιγμό. Κι αυτός ο κόσμος, που είναι πλήθος κι όχι όχλος, δεν έχει ξεκάθαρες πολιτικές σκέψεις και προτάσεις. Εχει αιτήματα, συχνά σωστά, αλλά δεν έχει σαφές πολιτικό πρόγραμμα. Δεν αντέχει να του λένε ότι πρέπει να πληρώσει ξαφνικά μεγάλους φόρους για το αυτοκίνητό του που καίει πετρέλαιο με ψευτο-οικολογικές δικαιολογίες.
Ας πληρώσουν οι βιομηχανίες που μολύνουν, τα κρουαζιερόπλοια που καταστρέφουν τα πάντα. Και ξαφνικά λοιπόν ο κόσμος αυτός φορά το κίτρινο γιλέκο του, το υποχρεωτικό γιλέκο για το αυτοκίνητο που είναι αναγκασμένος να έχει στο παλιό του αυτοκίνητο. Γιατί για να πάει από το ένα χωριό στο άλλο, στην ερειπωμένη από δημόσιες υπηρεσίες επαρχία, έχει ανάγκη το αυτοκίνητο.
Και γιατί δεν καταλαβαίνει τι κάνει η Αριστερά με τα πολλά κόμματα-κομμάτια που δεν ενώνεται για να δώσει μια προοπτική. Που μπερδεύει μερικές φορές τον λόγο της Λεπέν με τον λόγο κάποιων αριστερών που έχουν ως σύνθημα: «Να φύγουν όλοι».
Οι γραμμές αυτές γράφονται ενώ το κίνημα είναι στους δρόμους. Δεν ξέρουμε μέχρι πού θα πάει. Βλέπουμε ότι ξαφνικά όλοι το υποστηρίζουν. Κάποιοι θέλουν να το κατευθύνουν. Πολλοί είχαν ήδη βρεθεί μαζί στους δρόμους, όπως τα κόκκινα γιλέκα των συνδικαλιστών που ενώθηκαν με τα κίτρινα γιλέκα το προηγούμενο Σάββατο. Μια στιγμή μεγάλης συγκίνησης. Κάτι που δεν έγινε τυχαία. Ερχεται από μακριά.
Μήπως σε όλα αυτά τα επεισόδια είναι αναμεμειγμένοι και προβοκάτορες και άλλοι ύποπτοι; Πιθανόν. Το κίνημα της Λεπέν κι άλλες ακραίες συντηρητικές δυνάμεις θα ωφεληθούν; Πιθανόν. Και μήπως αυτή η επιρροή εκφραστεί στις ευρωεκλογές τον Μάιο; Και λοιπόν; Να τους ζητήσουμε να σιωπήσουν;
Επειδή όμως δεν είμαστε οπαδοί αλλά ενεργοί πολίτες, ούτε είμαστε υπέρ της ποδοσφαιροποίησης της πολιτικής ζωής, δεν θα έπρεπε να κοιτάμε μόνο τα ποσοστά. Η πάλη είναι ιδεολογική και μορφωτική και πρέπει να βλέπουμε μακριά. Πολύ νερό βάλαμε στο κρασί μας. Και το καλό γαλλικό κρασί δεν νερώνεται. Υπάρχουν υγιείς αριστερές δυνάμεις, κι όχι συνήθως αυτές που φωνάζουν τα εύκολα συνθήματα, που ή ήδη έχουν πάρει ή θα ξαναπάρουν την ανηφόρα.
Δεν έχουμε πια ψευδαισθήσεις. Αλλά οι ουτοπίες είναι εδώ. Προχωράμε με «λογισμό και όνειρο», όπως λέει ο Σολωμός, γιατί είμαστε σίγουροι ότι «θα πλατύνει ο ουρανός», όπως λέει ο Ελιάρ. Γιατί είμαστε διεθνιστές εργαζόμενοι κι όχι κοσμοπολίτες κεφαλαιοκράτες.

*Καθηγητής της ελληνικής ως ξένης γλώσσας, μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Κοινότητας Παρισιού

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

Πώς η Δύση μεταθέτει τις ευθύνες της για την αυξημένη κατανάλωση




του Τάσου Σαραντή

H αυξανόμενη κατανάλωση των «πλούσιων» στις «φτωχές» χώρες αποτελεί εδώ και καιρό ένα θέμα που έχει εισχωρήσει στις συζητήσεις για την αλλαγή του κλίματος. Η μεγάλη πλειονότητα αυτών που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη στις ανεπτυγμένες χώρες, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, εμφανίζεται πεπεισμένη ότι η σχετικά πρόσφατη αύξηση της κατανάλωσης των πλουσίων στον αναπτυσσόμενο κόσμο είναι υπεύθυνη για την αλλαγή του κλίματος.
Πρόκειται για μια θέση που μεταθέτει τις ευθύνες όσον αφορά τους πραγματικούς υπεύθυνους για την πρόκληση του φαινομένου του θερμοκηπίου, αφού ξαφνικά πρόβλημα δεν αποτελεί ο τρόπος ζωής του Βορρά, αλλά, μάλλον, η αυξανόμενη κατανάλωση του Νότου. Παραβλέποντας το γεγονός ότι υπάρχει ένα επίπεδο κατανάλωσης που απαιτείται για την κάλυψη των βασικών αναγκών του καθενός στον κόσμο, αυτό που αποκαλείται βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή.
Δεν υπάρχει καμία απολύτως σύγκριση μεταξύ της καταναλωτικής δαπάνης του αμερικανικού νοικοκυριού και του μέσου νοικοκυριού στην Ινδία.
Σε όρους συναλλαγματικής ισοτιμίας, η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση στις ΗΠΑ είναι 37 φορές υψηλότερη από αυτήν στην Ινδία (33.469 δολάρια, σε σύγκριση με 900 δολάρια). Ακόμη και όσον αφορά την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση στις ΗΠΑ είναι 11 φορές υψηλότερη από την Ινδία (33.469 δολάρια, σε σύγκριση με 3.001 δολάρια). Για να καταστεί δυνατή η σύγκριση, οι ινδικές ρουπίες μετατράπηκαν σε δολάρια ΗΠΑ τόσο για τη συναλλαγματική ισοτιμία, όσο και για την ισοτιμία της αγοραστικής δύναμης.

Ιλιγγιώδεις διαφορές

Σε όρους συναλλαγματικής ισοτιμίας, ένας μέσος Αμερικανός ξοδεύει 15 φορές περισσότερα για τρόφιμα και ποτά, 50 φορές περισσότερα για στέγαση και οικιακά αγαθά και υπηρεσίες, πάνω από 6.000 φορές περισσότερα για αναψυχή και πάνω από 200 φορές περισσότερα για την υγεία, σε σύγκριση με τον μέσο Ινδό. Υπό αυτούς τους συσχετισμούς, η σύγκριση των «μέσων όρων» αρχίζει να μην αποκτά νόημα…
Η κορυφαία καταναλωτική τάξη στην Ινδία είναι το 5% των αστικών νοικοκυριών, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα που πραγματοποιήθηκε στη χώρα για τις καταναλωτικές δαπάνες (2011-12).
Οι πλουσιότεροι Ινδοί καταναλώνουν λιγότερο από το 20% των φτωχότερων Αμερικανών. Εάν λάβουμε υπόψη την καταναλωτική δαπάνη από την άποψη της συναλλαγματικής ισοτιμίας, οι πλουσιότεροι Ινδοί καταναλώνουν λιγότερο από το ένα τρίτο του φτωχότερου 20% των Αμερικανών.
Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη την καταναλωτική δαπάνη σε σχέση με την ισοτιμία της αγοραστικής δύναμης, το πλουσιότερο 5% των Ινδών εξακολουθεί να δαπανά για αγαθά και υπηρεσίες περίπου όσο το 20% των φτωχότερων Αμερικανών.
Τα στοιχεία που ακολουθούν για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που σχετίζονται με την ενέργεια για τους πλουσιότερους Ινδούς έχουν συγκριθεί με τα στοιχεία για διάφορες κατηγορίες Αμερικανών για το έτος 2014.
Πρόκειται για το πλησιέστερο έτος για την περίοδο 2011-2012, για την οποία τα στοιχεία για τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ινδία είναι διαθέσιμα στο κοινό.

Το παράδοξο

Οι τιμές της βενζίνης στην Ινδία είναι στην πραγματικότητα υψηλότερες απ' ό,τι στις ΗΠΑ. Το 2014, η μέση τιμή της βενζίνης στην Ινδία ήταν 1,2 δολάριο, σε σύγκριση με 0,91 δολ. στις ΗΠΑ. Ετσι, σε σχέση με τη συναλλαγματική ισοτιμία, ένα δολάριο στην Ινδία στην πραγματικότητα αγοράζει λιγότερη βενζίνη από ένα δολάριο στις ΗΠΑ.
Οι ετήσιες κατά κεφαλήν δαπάνες για την ηλεκτρική ενέργεια, τα καύσιμα, τη βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης του πλουσιότερου 5% των Ινδών ήταν περίπου 241 δολάρια το 2011-12.
Οι αντίστοιχες δαπάνες για το φτωχότερο 20% των Αμερικανών είναι περίπου 1.500 δολάρια - περισσότερο από έξι φορές υψηλότερες από τις αντίστοιχες του 5% των πλουσιότερων Ινδών.
Από την άλλη, η δαπάνη του 20% των πλουσιότερων Αμερικανών για ενεργειακά αγαθά είναι 2.145 δολάρια, περίπου εννέα φορές υψηλότερη από τις δαπάνες του πλουσιότερου 5% των Ινδών.
Υποθέτοντας ίσες τιμές ενέργειας, οι πλουσιότεροι στην Ινδία καταναλώνουν λιγότερο από το ένα έκτο της ενέργειας που καταναλώνει το φτωχότερο 20% στις ΗΠΑ.
Ας περάσουμε και στο θέμα των εκπομπών με βάση τους υπολογισμούς του Σάντρα Μπούσαν, αναπληρωτή διευθυντή του Κέντρου για την Επιστήμη και το Περιβάλλον, στο περιοδικό «Down To Earth».
Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανά κάτοικο του πλουσιότερου 10% των Ινδών είναι παρόμοιες με τις κατά κεφαλήν εκπομπές του φτωχότερου 20% των Αμερικανών.
Οι κατά κεφαλήν εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα του πλουσιότερου 10% των Ινδών είναι περίπου 4,4 τόνοι. Σε σύγκριση, οι κατά κεφαλήν εκπομπές του 10% των πλουσιότερων Αμερικανών είναι 52,4 τόνοι - σχεδόν 12 φορές υψηλότερες από αυτές των πλουσιότερων Ινδών. Οι κατά κεφαλήν εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα του 10% των φτωχότερων Αμερικανών είναι περίπου 2,4 τόνοι. Αυτό είναι 60% υψηλότερο από τις μέσες κατά κεφαλήν εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της Ινδίας.
Από τις παραπάνω συγκρίσεις γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η μετατόπιση ευθυνών σε ό,τι αφορά τα αίτια της κλιματικής αλλαγής είναι ανεδαφική, αλλά και ότι η υπερκατανάλωση αποτελεί βασικό παράγοντα του προβλήματος.
Ετσι, το ερώτημα που χρήζει απάντησης δεν είναι το αν επείγει να περιοριστεί η κατανάλωση, αλλά το πώς.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

Ασκήσεις μεταμνημονιακού αντιδογματισμού




του Γιάννη Μπαλαμπανίδη

Για τη γενιά όσων όταν ξέσπασε η ελληνική κρίση ήμασταν εικοσάρηδες και τριαντάρηδες, τα οκτώ χρόνια της «εποχής των Μνημονίων» ήταν σχεδόν η μισή μας νεότητα. Σήμερα, που τα προγράμματα προσαρμογής έφτασαν τυπικά στο τέλος τους, αλλά οι συνέπειές τους θα μας ακολουθούν για πολύ ακόμη, δεν μπορεί κανείς να φανταστεί τη μεταμνημονιακή περίοδο χωρίς προηγουμένως να αναλογιστεί πώς ξοδεύτηκαν τα χρόνια αυτά.
Πώς, ας πούμε, διαμορφώθηκε μια πολιτική κουλτούρα παγιδευμένη εξαρχής σε απατηλά διλήμματα: «Η κρίση έφερε το μνημόνιο ή το μνημόνιο έφερε την κρίση»; Η πρώτη απάντηση όχι σπάνια ταυτίστηκε με ένα αφήγημα συλλογικής αυτοενοχοποίησης, όπου οι ορθολογικοί «Ευρωπαίοι» καλούνται να διασώσουν έναν λαό καθηλωμένο στη βαλκάνια μοίρα του – παραβλέποντας ότι αν και η κρίση προϋπήρχε, η βίαιη προσαρμογή αποδιοργάνωσε την οικονομία και κρίσιμα πεδία πολιτικής και αποσάθρωσε τον κοινωνικό δεσμό. Η δεύτερη απάντηση επέλεξε να αγνοεί τις ενδογενείς αιτίες της κρίσης, όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στους θεσμούς, στη διοίκηση, στις συλλογικές νοοτροπίες, υιοθετώντας μια ρητορική που φόρτωνε όλα τα δεινά στους επίβουλους «άλλους», με ισχυρές δόσεις συνωμοσιολογίας και πληγωμένου εθνοκεντρισμού.
Σήμερα, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να υπερασπίζεται δογματικά τις «μεταρρυθμίσεις» γνωρίζοντας ότι πέρα από την απώλεια 27% του ΑΕΠ ή την εκτίναξη της ανεργίας στο 28%, η ανασύνταξη της οικονομίας πέρασε μέσα από την πλήρη αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας, την αύξηση της σχετικής/απόλυτης φτώχειας, τη διεύρυνση του δείκτη ανισότητας (ΟΟΣΑ, «Economic Survey of Greece» και Παγκόσμια Τράπεζα, 2018). Αλλά και αντίστροφα, πώς είναι άραγε δυνατό να υποστηριχτεί πια ότι υπήρχε κάποιο πειστικό «ριζοσπαστικό» εναλλακτικό σχέδιο πριν ή μετά την κατάρρευση της αυταπάτης ότι μπορεί το μνημονιακό πρόγραμμα να καταργηθεί με έναν νόμο και ένα άρθρο;
Η εθνική μας κακοδαιμονία εκτυλίχθηκε στο πλαίσιο μιας Ευρώπης που παραβίασε τον ιστορικό κανόνα ότι προχωρά μέσα από τις κρίσεις της. Και εδώ, η τελευταία οκταετία μοιάζει να διέψευσε εξίσου εκείνους που προσηλώθηκαν σε έναν άκαμπτο «ευρωπαϊσμό», δυσανεξικό απέναντι σε κάθε κριτική προς την Ευρώπη που, αντί της ομοσπονδιοποίησης, επέλεξε να προχωρήσει μέσα από ένα διακυβερνητικό παζάρι μεταξύ εθνικών κρατών ευνοώντας εντέλει εθνικιστικές φυγόκεντρες τάσεις, όσο και εκείνους που διακήρυξαν ή υπαινίχθηκαν τη λυτρωτική δήθεν υπόσχεση, ότι εκτός Ευρώπης μπορεί να είναι καλύτερα, επικαλούμενοι στρατηγικές συμμαχίες με την ολιγαρχική Ρωσία ή προστρέχοντας σε έναν φαντασιακό αριστερόστροφο λαϊκισμό βενεζουελάνικου τύπου.
Ως εάν να διαμορφώνονταν κάθε φορά δύο τρόποι σκέψης που δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους και η πόλωσή τους επικαθόριζε την πολιτικοποίησή μας. Η διαφορά οπτικής δεν είναι αμάρτημα, άλλωστε η κάθε πλευρά είχε καλά επιχειρήματα για να υποστηρίξει τους ζωτικούς μύθους της. Η πολιτική γεννιέται μέσα στην πολλαπλότητα και τη σύγκρουση, γράφει η φιλόσοφος Χάνα Αρεντ, οι διαιρετικές τομές είναι αναπόσπαστο στοιχείο της. Με την προϋπόθεση όμως ότι αφήνουν τον αναγκαίο δημοκρατικό χώρο αναγνώρισης του πολιτικού αντιπάλου – ό,τι ακριβώς αναίρεσαν οι στρατοπεδικές αντιπαραθέσεις στυγνών μνημονιακών και φιλολαϊκών αντιμνημονιακών, ευρω-μεταρρυθμιστών και εθνολαϊκιστών.
Το όριο ανάμεσα στην πολιτική αντιπαλότητα και στην ταύτιση του αντιπάλου με το απόλυτο πολιτικό κακό είναι λεπτό, αλλά υπάρχει ένα αλάνθαστο κριτήριο για το πότε υπερβαίνεται: όταν ο αντίπαλος καταγγέλλεται ως αποσυνάγωγος του δημοκρατικού παιχνιδιού («χούντα» το 2010-2015, «καθεστώς» μετά το 2015) ή μειωμένης εθνικής συνείδησης και μεσάζων ξένων συμφερόντων. Υπό αυτή την έννοια, μέσα στις φαρσικές αντιστροφές ρόλων που ζήσαμε, η δήλωση λ.χ. του ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 2018 με αφορμή το Μακεδονικό, ότι ο υπουργός Εξωτερικών «υπερασπίζεται τα επιχειρήματα των γειτόνων μας παρά τα συμφέροντα της χώρας», είναι απολύτως συμμετρική με τη δήλωση του αρχηγού της αντιπολίτευσης το 2012, ότι Παπαδήμος, Βενιζέλος, Παπανδρέου και Σαμαράς ήταν φερέφωνα του Σόιμπλε και ως εκ τούτου «μάλλον κάποιοι Ελληνες δεν είναι και τόσο Ελληνες».
Οκτώ χρόνια υψωμένων μνημονιακών δακτύλων και αντιμνημονιακής πύρινης δημαγωγίας, σωτήρων και προδοτών του έθνους ένθεν κακείθεν, ευλογημένων συμφωνιών και μαγικών συνταγών, μιας χώρας χωρίς προσανατολισμό και μιας Ευρώπης χωρίς κατεύθυνση. Ο απολογισμός μένει να γίνει, αν και εκ πρώτης όψεως μοιάζει να συνοψίζεται σε αυτό που λέει ο Σολωμός στη «Γυναίκα της Ζάκυθος»: «Είδες να μαδάνε την κότα και ο αέρας να συνεπαίρνει τα πούπουλα; Ετσι πάει το έθνος». Μετά από όλα αυτά, πώς μπορεί κανείς να έχει βεβαιότητες για το δίκιο της δικής του άποψης; Στο κάτω κάτω, ό,τι και αν υπερασπίστηκε κανείς, ο τελικός απολογισμός δείχνει πως είμαστε όλοι ηττημένοι.
Είναι ένα καθήκον ιστορικής ακριβοδικίας και αυτεπίγνωσης να μην ξεχάσουμε τίποτα· όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, είναι επίσης ένα καθήκον λήθης, όπως οι Γάλλοι, για να συνεχίσουν να είναι Γάλλοι, πρέπει να ξεχνούν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Επείγει, όμως, να αναζητήσουμε μια καινούργια πολιτικοποίηση των διχασμών μας, για να μπορέσει να ανανεωθεί η συναίνεση στην κοινή μας διαβίωση ως πολιτική κοινότητα, σαν ένα «καθημερινό δημοψήφισμα», όπως ορίζει ο Ερνέστ Ρενάν το ρεπουμπλικανικό έθνος. Χωρίς δογματισμούς και φανατισμό, με μεγαλύτερη διαλλακτικότητα, μετριοπάθεια, και μια κάποια συγκράτηση στις εκτιμήσεις μας.

*Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί το βιβλίο του «Ευρωκομμουνισμός. Από την κομμουνιστική στη ριζοσπαστική ευρωπαϊκή Αριστερά»

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Ο εθνικισμός δεν είναι λύση στην οικονομική κρίση




του Ραγκίπ Ντουράν
Μετάφραση: Νίκος Μίχος

Ο Αμερικανός πάστορας Άντριου Μπράνσον, που κρατείται από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε καμία περίπτωση δεν είναι ο λόγος της οικονομικής κρίσης που έχει ξεσπάσει στην Τουρκία, όμως στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε ο λόγος της σύγκρουσης της Άγκυρας με την Ουάσινγκτον.
Η όξυνση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων έχει πολύ βαθύτερα αίτια:

  •  Η Άγκυρα θέλει να αγοράσει ένα αντιαεροπορικό όπλο από την Ρωσία, κάτι που αντιβαίνει στους όρους του ΝΑΤΟ και που οι έμποροι όπλων θεωρούν αδιανότητο και απαράδεκτο. 
  • Η Ουάσιγκτον υποστηρίζει πολιτικά και στρατιωτικά τους Κούρδους της Συρίας, οι οποίοι για την Άγκυρα είναι αποσχιστές τρομοκράτες. 
  • Η Άγκυρα θέλει να αναπτύξει τις πολιτικές, διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις της με το Ιράν την ώρα που η Ουάσιγκτον εφαρμόζει εμπάργκο εναντίον του. 
  • Το ολοένα και πιο ισλαμιστικό καθεστώς του Ερντογάν στήριζε και στηρίζει στην περιοχή κυβερνήσεις και οργανώσεις τις οποίες η Ουάσιγκτον απεχθάνεται: τον Μόρσι στην Αίγυπτο, την Μουσουλμανική Αδελφότητα σε όλη την Μέση Ανατολή, σχεδόν κάθε τζιχαντιστική ομάδα στην Συρία, τον Πρόεδρο Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες, τον Μαδούρο στην Βενεζουέλα κλπ 
  • Το κόμμα του Ερντογάν και τα ΜΜΕ του προωθούν το αντιαμερικανικό αίσθημα: «Η Ουάσιγκτον και ο Τράμπ είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για την πτώση της αξίας της τουρκικής λίρας». 
  •  Είναι λοιπόν κατά τον Ερντογάν και τους υποστηρικτές του «οι ξένες διαβολικές δυνάμεις» που επιθυμούν να καταστρέψουν την τουρκική οικονομία. Έπρεπε να βρεθεί ένας εχθρός. Αυτός θα έπρεπε να είναι ο υπεύθυνος για την οικονομική κρίση. Σημειώνεται ότι η τουρκική λίρα έχει χάσει το 50% της αξίας της από την αρχή του χρόνου. Αυτό πάει να πει έμμεση υποτίμηση περίπου 40%. Το αποτέλεσμα; Αύξηση της ανεργίας και του πληθωρισμού, πτώση των επενδύσεων - ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα, την ατμομηχανή της εγχώριας οικονομίας - μείωση της αγοραστικής δύναμης, εμφάνιση στασιμοπληθωρισμού. 
Ο Ερντογάν, προκειμένου να πλουτίσουν οι φίλοι και οι συγγενείς του, έβαλε να κατασκευάσουν οι εργολάβοι που τον υποστηρίζουν αυτοκινητοδρόμους, γέφυρες, αεροδρόμια και κτήρια κατοικιών, τα περισσότερα άχρηστα. Αυτοί οι επιχειρηματίες κέρδισαν τα κρατικά συμβόλαια με πολύ ευνοϊκούς όρους: πήραν δάνεια από δημόσιες τράπεζες με επιτόκια πολύ χαμηλά και ζήτησαν να αμοίβονται σε αμερικανικό δολάριο. Λάμβαναν και λαμβάνουν μέρισμα ανάλογα με το πόσα αυτοκίνητα ή ταξιδιώτες χρησιμοποιούν τον αυτοκινητόδρομο, τις γέφυρες και τα αεροδρόμια. Αυτοί οι εργολάβοι λάμβαναν και λαμβάνουν επίσης μια εγγύηση για την περίπτωση που ο ελάχιστος εκτιμώμενος αριθμός αυτοκινήτων ή ταξιδιωτών δεν επιτευχθεί. Επιπλέον, οι εν λόγω κατασκευές σε μεγάλο ποσοστό δεν πληρούν τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας. Οι νέοι αυτοκινητόδρομοι γεμίζουν τρύπες με την πρώτη βροχή, καθώς για να κερδίσουν περισσότερα οι εργολάβοι «εξοικονόμησαν» σίδερο, τσιμέντο και άλλα υλικά. Ακόμη, οι ημερομηνίες παράδοσης των έργων δεν τηρούνται από τους εργολάβους με αποτέλεσμα το κόστος να αυξάνεται κι άλλο.
Η αντιπολίτευση και οι ανεξάρτητοι οικονομολόγοι στην Τουρκία υποδεικνύουν τον πραγματικό υπαίτιο για την κρίση: οι οικονομικές πολιτικές του Ερντογάν. Επισημαίνουν πρωτίστως ότι η οικονομία δεν είναι ένας παράγοντας μόνος και ανεξάρτητος αλλά είναι το αποτέλεσμα της εσωτερικής πολιτικής και της διπλωματίας. Καθώς λοιπόν η τουρκική οικονομία δεν ήταν βασισμένη στην παραγωγή αλλά στην κατασκευή και στην κυκλοφορία ζεστού χρήματος (στην πλειονότητά του μαύρο!) από το εξωτερικό, δεν ήταν ικανή να αντέξει τους κλυδωνισμούς που προκαλούν οι διεθνείς αγορές.
Η τουρκική διπλωματία, ήδη ασυνεπής τουλάχιστον από το 2006, πλέον είναι εντελώς άναρχη. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι επαγγελματίες του Υπουργείου Εξωτερικών απομακρύνθηκαν καθώς ο Ερντογάν θέλει να τα κάνει όλα μόνος του. Για να εφαρμόσει μια οπορτουνιστική διπλωματία, το Παλάτι έπρεπε να αλλάζει άποψη κάθε εβδομάδα: Στην αρχή ήταν φιλοαμερικανικό, μετά φιλορωσικό, κάποιες φορές φιλοαραβικό και σπάνια φιλοευρωπαϊκό. Τα αρχεία που διατηρούν τις διπλωματικές συνομιλίες του Ερντογάν είναι εξαιρετικά πλούσια σε αντιφάσεις.
Το ίδιο ισχύει και για την εσωτερική πολιτική: Ο Ερντογάν ήθελε πάντα να ευνοεί αυτό που λέμε «τίγρεις της Ανατολής», τα ισλαμιστικά ΜΜΕ, χωρίς επιτυχία. Βεβαίως στήριζε παρανόμως και παρατύπως τις νέες εταιρείες, κατά κύριο λόγο κατασκευαστικές, που πρόσκειντο στην κυβέρνησή του. Ο Ερντογάν εργάστηκε για να αλλοιώσει τις μεγάλες ιδιοκτησίες, δηλαδή να ιδιοποιηθεί τα πλούτη της παλιάς αστικής τάξης. Αυτή, δε, πέρασε αμέσως στο στρατόπεδο του Ερντογάν, από φόβο μη χάσει κάθε προνόμιο και πλούτο, πάντα στο όνομα της «εθνικής ενότητας» και του «εθνικού αγώνα ενάντια στους ξένους που θέλουν να καταστρέψουν την οικονομία μας». Πρέπει να σημειωθεί ότι ένα καθόλου αμελητέο μέρος αυτών των μεγάλων αφεντικών προτίμησε να εγκαταλείψει την Τουρκία μαζί με τα κεφάλαιά του. «Ο πατριωτισμός δεν είναι πάντα το κύριο χαρακτηριστικό των καπιταλιστών, ιδίως στην εποχή της παγκοσμιοποίησης», δήλωσε ένας καθηγητής οικονομικών.
Η κατάργηση του Κράτους Δικαίου και η ανεπαρκής ανεξαρτησία της δικαιοσύνης έτρεψε σε φυγή τα ευρωπαϊκά κεφάλαια και τις ευρωπαϊκές εταιρείες. Οι κατασταλτικές πολιτικές κατά παντός αντιπάλου, συμπεριλαμβανομένων των αφεντικών που δεν ήταν σύμφωνοι με τον Ερντογάν, αποδυνάμωσε εξίσου την τουρκική οικονομία. Όλοι οι οίκοι αξιολόγησης (Standart and Poor’s, Moody’s, Fitch, κλπ) τοποθέτησαν την Τουρκία στην κατηγορία της χώρας «που δεν πρέπει να κάνετε επενδύσεις» και εκείνης «που είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της». Η απάντηση του Ερντογάν; «Θα φτιάξουμε δικούς μας εθνικούς οίκους αξιολόγησης!»
Πράγματι, ο Ερντογάν πιστεύει και θέλει να πιστεύουν όλοι ότι είναι «ο μεγάλος εθνικός αντιστασιακός» ο οποίος εναντιώνεται στην αμερικανική υπερδύναμη. Είχε την τύχη να τον στηρίξουν σε αυτόν τον τομέα οι κεμαλιστές της αντιπολίτευσης και ορισμένοι φιλελεύθεροι μαζί με τους ψηφοφόρους του κόμματός του.
Όμως αυτός ο ψεύτικος αντιαμερικανικός λόγος δεν έχει κανένα αποτέλεσμα στην οικονομία, στις ραγδαίες εξελίξεις και στην τουρκική λίρα. Ομοίως, το κάψιμο αμερικανικών δολαρίων ή το σπάσιμο των iPhones σε δημόσιους χώρους και μπροστά στις κάμερες των φιλοκυβερνητικών τηλεοπτικών καναλιών δεν εμποδίζουν την ελεύθερη πτώση της αξίας του τουρκικού νομίσματος σε σχέση με το δολάριο, το ευρώ ή ακόμη και με το ιρακινό δηνάριο! Ο Ερντογάν ανακοίνωσε και δεν έχει σταματήσει να επαναλαμβάνει ότι «όπως αυτοί έχουν το δολάριό τους, εμείς έχουμε τον λαό μας, τα δικαιώματά μας και τον Αλλάχ!» Και τα τρια, όμως, έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά τις τελευταίες εβδομάδες.

* Ο Τούρκος δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις, καταγράφει κάθε Σαββατοκύριακο στο Tvxs.gr, τις εξελίξεις στην Τουρκία.

Πηγή: tvxs.gr

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Το υπό διαμόρφωση τρίγωνο Μόσχας, Άγκυρας και Βερολίνου




του Κώστα Ράπτη

Κοινή συνέντευξη Τύπου της Άγκελα Μέρκελ και του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν υπήρξε μετά τη συνάντηση των δύο ηγετών το Σάββατο στο κάστρο του Μέζεμπεργκ στα περίχωρα του Βερολίνου. Και ο λόγος είναι ότι επρόκειτο για "συνάντηση εργασίας" όπως περιγράφηκε από τους διοργανωτές.
Της "εργασίας" προηγήθηκε βέβαια η "αναψυχή", με την παρουσία του Ρώσου προέδρου στον γάμο της αυστριακής υπουργού Εξωτερικών νωρίτερα την ίδια μέρα - σε μία κίνηση που όχι μόνο τις... χορευτικές ικανότητες του Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά συνολικά την επιδεξιότητά του στο επικοινωνιακό παιχνίδι.
Μπροστά στους "Αυστριακούς φίλους" (οι οποίοι, όμως τόσο συχνά "βγάζουν τον λαγό" στα ευρωπαϊκά πράγματα όπως π.χ. συνέβη με το μεταναστευτικό ζήτημα), η Άγκελα Μέρκελ ερχόταν, αν μη τι άλλο χρονικά, δεύτερη.
Ο αγγλοσαξονικός Τύπος σπεύδει να σημειώσει ότι η συνάντησή του Μέζεμπεργκ ολοκληρώθηκε χωρίς τη σύναψη κάποιας συμφωνίας - σαν να ήταν αυτός ο στόχος της. Στην πραγματικότητα το κύριο αντικείμενο συζήτησης των δύο ηγετών ήταν η διαφύλαξη του υπό κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2 από τις τιμωρητικές διαθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Έχοντας αυτοπαγιδευτεί σε ένα καθεστώς ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας (το οποίο δεν πρόκειται να ανατραπεί όσο οι συνυπογράψαντες τη Συμφωνία του Μινσκ για την ουκρανική κρίση δεν τιμούν την υπογραφή τους και που πάντως δεν θίγει ζωτικά γερμανικά συμφέροντα, όπως η προώθηση του Nord Stream 2) η χώρα της Άγκελα Μέρκελ βρίσκεται αντιμέτωπη με αφόρητες πιέσεις για πολύπλευρη ευθυγράμμιση με την Ουάσινγκτον, αρχής γενομένης από την εγκατάλειψη του ρωσικού φυσικού αερίου, χάριν του ακριβότερου αμερικανικού LNG.
Το ότι η ίδια η Μέρκελ εμφανίστηκε να προσπαθεί να συνταιριάξει την προώθηση του Nord Stream 2 με το πολιτικό μέλημα της μη απομόνωσης της Ουκρανίας ως οδού διέλευσης φυσικού αερίου, την ώρα που ο Πούτιν απαντούσε αποκλειστικά με την επίκληση όρων οικονομικής βιωσιμότητας, απλώς υπογραμμίζει την ειρωνεία του πράγματος.
Η δε προγραμματιζόμενη τετραμερής συνάντηση Γερμανίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Τουρκίας για τη συριακή κρίση επιβεβαιώθηκε μετά το Μέζεμπεργκ ότι δεν αποτελεί απλώς εξεταζόμενο σενάριο αν έχει ουσιαστικά δρομολογηθεί.
Δύσκολα θα υποτιμούσε κανείς τη σημασία μιας τέτοιας πρωτοβουλίας για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς έτσι εμφανίζονται να αποκτούν ρόλο στην προσοδοφόρο "επόμενη μέρα" της ανοικοδόμησης της Συρίας, να σταθεροποιούν τη χώρα που αποτελεί την αφετηρία του κυριότερου προσφυγικού κύματος, αλλά και ένα προσπερνούν τις ΗΠΑ συμπράττοντας με δυνάμεις πού βρίσκονται ήδη στο στόχαστρο αμερικανικών κυρώσεων.
Άλλωστε την ίδια ημέρα με τη συνάντηση Μέρκελ-Πούτιν, ο πρόεδρος της ρωσικής Κρατικής Δούμας, Βιάτσεσλαβ Βολόντιν βρισκόταν στην Άγκυρα για να παραστεί στο συνέδριο του κόμματος του Ταγίπ Ερντογάν. Μάλιστα έγινε δεκτός από τον ίδιο τον Τούρκο πρόεδρο, ενώ είχε συναντήσεις όχι μόνο με τον ομόλογό του Μπιναλί Γιλντιρίμ αλλά και με τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, με τον οποίο συζητήθηκαν πιθανές κοινές κινήσεις των δύο χωρών τους σε διεθνή φόρα.
Όλα αυτά ενώ η χώρα του Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί (με φραστική στήριξη όχι μόνο από την Ρωσία, αλλά και από την Γερμανία, την Γαλλία και την Κίνα) να οργανώσει την άμυνά της απέναντι στις πιέσεις του Ντόναλντ Τραμπ, που τόσο τραυματίζουν την ήδη εύθραυστη τουρκική οικονομία.
Άλλωστε ο Ταγίπ Ερντογάν αναμένεται στο Βερολίνο για επίσημη επίσκεψη στα τέλη Σεπτεμβρίου (έναν χρόνο από τότε που καλούσε τους Τούρκο-γερμανούς ψηφοφόρους να τιμωρήσουν στην κάλπη τους εχθρούς της Τουρκίας δηλαδή το κόμμα της Μέρκελ...).
Εφεξής θα είναι περισσότερο διαφωτιστικό να αντιμετωπίζουμε ως πολιτικό "τρίγωνο", τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ Μόσχας, Άγκυρας και Βερολίνου.

Πηγή: capital.gr

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

Η «έξοδος» από τα Μνημόνια και τα άλογα του Χόμπσον




του Γιώργου Τσιάρα

Διαβάζοντας όλες αυτές τις μέρες διάφορα δήθεν ψυχοπονιάρικα γερμανικά και βρετανικά δημοσιεύματα (Handelsblatt, Welt, Economist κ.ά.), εν όψει της επικείμενης –και απολύτως πλασματικής– «εξόδου από τα Μνημόνια», για την απρόσμενα μεγάλη αντοχή του ελληνικού λαού στις κακουχίες, που όμως όλα ανεξαιρέτως κατέληγαν στην ανάγκη για «ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων» (διάβαζε: του ξεπουλήματος των τελευταίων δημόσιων «φιλέτων» και της πλήρους κατάργησης των εργασιακών κεκτημένων) και φυσικά σε κλασικές παραινέσεις τύπου «σκάσε και σκάβε», θυμήθηκα την «εκλογή του Χόμπσον».
Ο Τόμας Χόμπσον, που λέτε, ήταν ιδιοκτήτης ενός μεγάλου στάβλου με περίπου 40 άλογα στο Κέμπριτζ της εποχής των Τυδώρ, στα τέλη του 16ου αιώνα: όταν έμπαινες στον στάβλο του για να νοικιάσεις ένα άλογο, ο εν λόγω κύριος σου έδινε την επιλογή να διαλέξεις όποιο ζωντανό ήθελες, αρκεί να ήταν το πιο κοντινό στην κεντρική πόρτα – είτε σου άρεσε είτε όχι.
Η δικαιολογία του σταβλάρχη ήταν απλή: Αν όλοι οι πελάτες διάλεγαν τα καλύτερα άλογα, τότε αυτά πολύ γρήγορα θα «έσκαγαν» από την πολλή χρήση. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που τον ενδιέφερε ήταν ο πλήρης έλεγχος, το... κουμάντο στα άλογά του – αφού μόνον αυτός γνώριζε ποιο άλογο ήταν στον πρώτο θάλαμο κάθε στιγμή.
Κι έτσι έμεινε στα αγγλικά η έκφραση «Hobson’s choice»: μια δήθεν «ελεύθερη» εκλογή, όπου όμως το αποτέλεσμα είναι προαποφασισμένο – take it or leave it, που λένε και στο χωριό, κι όποιος δεν γουστάρει, πάει με τα πόδια... Με άλλα λόγια, η ψευδαίσθηση της επιλογής, είτε πρόκειται για τα άλογα και αργότερα τα αυτοκίνητα (με τυπικό παράδειγμα την περίφημη φράση του Χένρι Φορντ για το θρυλικό Model T: «Ο πελάτης μας μπορεί να το διαλέξει σε όποιο χρώμα θέλει, αρκεί να είναι μαύρο!») είτε πρόκειται για τη μοντέρνα αστική δημοκρατία μας και την «ελεύθερη εκλογή» των πολιτικών ηγετών μας, όπου μ’ έναν μαγικό τρόπο τα πρόσωπα αλλάζουν, αλλά οι κεντρικές –και βαθύτατα άνισες και άδικες– πολιτικές και οικονομικές κατευθύνσεις παραμένουν ανέγγιχτες.
Ενας άλλος Βρετανός, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, ήταν από τους πρώτους που συνέδεσε τα παροιμιώδη άλογα του Χόμπσον με τα ψευτοδιλήμματα της κάλπικης αστικής δημοκρατίας, τονίζοντας –ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα– ότι πραγματική δημοκρατία είναι μόνον «όταν η πλειοψηφία των πολιτών δεν υπόκειται στην εκλογή του Χόμπσον, όπου είτε ψηφίζεις το πρόσωπο που σου υποδεικνύουν οι τοπικοί άρχοντες είτε δεν ψηφίζεις καθόλου»...
Καμιά εξηνταριά χρόνια αργότερα, το 1922, στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, ένας διάσημος δημοσιογράφος και μέλος της αμερικανικής πολιτικής ελίτ, ο Γουόλτερ Λίπμαν, πρωτοπεριέγραψε στο περίφημο βιβλίο του «Public Opinion» την έννοια της «κατευθυνόμενης δημοκρατίας», της Guided democracy: μιας φαινομενικά και τυπικά δημοκρατικής διακυβέρνησης, όπου ο κοσμάκης νομίζει ότι έχει το πάνω χέρι, αλλά που –μέσα από την επιστημονική χρήση της προπαγάνδας και των μέσων μαζικής επικοινωνίας– λειτουργεί σαν ντε φάκτο δικτατορία της άρχουσας τάξης. 

Αντεστραμμένος ολοκληρωτισμός

Σε αυτό το μνημειώδες έργο ταξικής κοινωνικής μηχανικής «πάτησε» και το τρομερό ανιψάκι του Φρόιντ, ο μεγαλοδιαφημιστής Εντουαρντ Μπερνέζ –του οποίου ο Λίπμαν υπήρξε μέντορας και στην αβάσταχτη κληρονομιά του οποίου είχα παλαιότερα αφιερώσει ένα ολόκληρο δρομο-λόγιο– για να γράψει την περίφημη «Προπαγάνδα» του: έναν ενδελεχή οδηγό για τη μαζική ψυχολογία και τις πρακτικές χειραγώγησης της κοινής γνώμης, τα διδάγματα της οποίας εφαρμόζονται πιστά ώς τις μέρες μας, σε όλο τον κόσμο, είτε πρόκειται για καθαρά καταναλωτικές «ελεύθερες επιλογές» –τι αμάξι να αγοράσω;– είτε για πολιτικό μάρκετινγκ – ποιον υποψήφιο να ψηφίσω;
Αν και ο αγαπημένος μου όρος γι’ αυτό το παγκόσμιο πλέον φαινόμενο ανήκει στον σύγχρονο μοντέρνο πολιτικό επιστήμονα και φιλόσοφο Σέλντον Γουόλιν, που το 2003 έγραψε για το σημερινό πολιτικό σύστημα της Αμερικής πως είναι ένας Inverted totalitarianism – ένας «αντεστραμμένος ολοκληρωτισμός» που υπονομεύει εκ των έσω το Σύνταγμα αντικαθιστώντας το «συνταγματικό φαντασιακό» με το «φαντασιακό της ισχύος», στο όνομα της μάχης κατά του κομμουνισμού, της τρομοκρατίας ή κάποιου άλλου βολικού «εχθρού»...
Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Γουόλιν, οι Κρις Χέτζις και Τζόε Σάκο εξήγησαν το 2012 ότι οι ΗΠΑ κυβερνιούνται πια από ένα πλέγμα διεφθαρμένων επιχειρήσεων που έχουν ανατρέψει στην πράξη τη δημοκρατία, ιδιωτικοποιώντας και ξεζουμίζοντας για το κέρδος τους κάθε φυσικό πόρο και χρησιμοποιώντας τον ακραίο καταναλωτισμό, τη λαϊκίστικη προπαγάνδα και την εξατομίκευση ως μοχλούς για την «οικειοθελή» παράδοση των ατομικών ελευθεριών από τους πολίτες.
Το μόνο που χρειάζεται, για να δουλέψει ο μηχανισμός της συστηματικής προπαγάνδας, είναι αυτό που ο Γουόλιν αποκαλεί «justifying mission» – μια κεντρική δικαιολογία. Κι αν στην Αμερική είναι ο μύθος της υπερδύναμης-«ηγέτιδος του ελεύθερου κόσμου», που εξάγει τη «δημοκρατία» της –δηλαδή την κυριαρχία των ελίτ της– με τα όπλα, στην Ελλάδα ο κεντρικός μύθος, αλλά και το βασικό προεκλογικό χαρτί όλων ανεξαιρέτως των κυβερνώντων της τελευταίας επταετίας είναι η «έξοδος από τα Μνημόνια» και η «ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας»...
Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι μόνοι Ελληνες που έχουν πετύχει την έξοδο από τα Μνημόνια είναι το μισό εκατομμύριο συμπολίτες μας που έχουν ήδη μεταναστεύσει σε αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Τι κι αν το ΑΕΠ της «ισχυροτέρας των Βαλκανίων» έχει υποχωρήσει σχεδόν 25% σε λιγότερο από μία δεκαετία, σε μια εκστρατεία προαποφασισμένης μαζικής φτωχοποίησης εν καιρώ ειρήνης, πρωτοφανή στην παγκόσμια οικονομική ιστορία – την ώρα που η ηγεμονική Γερμανία πανηγυρίζει για το 16ο σερί τρίμηνο συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης;
Οι επίγονοι του Λίπμαν και του Μπερνέζ, τα τρισέγγονα του σταβλάρχη από το Κέμπριτζ, ετοιμάζουν κιόλας τις θημωνιές του φρέσκου σανού, για να μας βοηθήσουν να αποφασίσουμε σωστά στις επόμενες «ελεύθερες» εκλογές μας...

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

«Το πάρτι τελείωσε» για την Τουρκία;




Η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με μια κρίση παρόμοια με αυτήν που έπληξε την Ινδονησία και άλλες χώρες της Ασίας στα τέλη της δεκαετίας του 1990, εκτιμά σε άρθρο του στους New York Times ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, υπογραμμίζοντας πως “το πάρτι τελείωσε”.
Σύμφωνα με τον Πολ Κρούγκμαν, το σενάριο των συγκεκριμένων κρίσεων είναι το εξής: “Ξεκινάς με μια χώρα, που για οποιοδήποτε λόγο, έγινε η αγαπημένη των ξένων δανειστών και βίωσε μια μεγάλη εισροή ξένων κεφαλαίων για αρκετά χρόνια. Το κρίσιμο είναι πως το χρέος που προκύπτει με τον τρόπο αυτό αποτιμάται σε ξένο νόμισμα, όχι σε εγχώριο (που είναι και ο λόγος που οι ΗΠΑ, οι οποίες δέχτηκαν και αυτές μεγάλες εισροές στο παρελθόν, δεν είναι εξίσου ευάλωτες, καθώς δανείζονται σε δολάρια).
Σε κάποιο σημείο ωστόσο το πάρτι τελειώνει. Δεν έχει τόση σημασία τι προκαλεί την απότομη διακοπή στον ξένο δανεισμό: μπορεί να είναι γεγονότα στο εσωτερικό, όπως το να τοποθετείς το γαμπρό σου ως υπεύθυνο για την οικονομική πολιτική, μπορεί να είναι μια αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων, μπορεί να είναι μια κρίση σε μια άλλη χώρα που οι δανειστές θεωρούν πως είναι παρόμοια με τη δική σου. Όποιο και αν είναι το σοκ, το κρίσιμο είναι ότι το ξένο χρέος έχει καταστήσει την οικονομία σου ευάλωτη σε ένα σπιράλ θανάτου. Η απώλεια εμπιστοσύνης προκαλεί πτώση στο νόμισμα σου. Αυτό κάνει πιο δύσκολο να αποπληρώσεις τα χρέη σε ξένο νόμισμα. Αυτό πλήττει την πραγματική οικονομία και μειώνει ακόμα περισσότερο την εμπιστοσύνη, οδηγώντας σε περαιτέρω πτώση το νόμισμα σου και ούτω καθεξής. Το αποτέλεσμα είναι ότι το ξένο χρέος εκτινάσσεται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η Ινδονησία μπήκε στην οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1990 με ξένο χρέος λιγότερο από 60% του ΑΕΠ, περίπου όσο και της Τουρκίας φέτος. Ως το 1998 η βουτιά της ρουπίας είχε στείλει το χρέος αυτό σχεδόν στο 170% του ΑΕΠ”.
Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν η Τουρκία μπορεί να αποφύγει αυτή την κατάρρευση και να μειώσει το κόστος της κρίσης; Σύμφωνα με τον Κρούγκμαν υπάρχουν ακόμα περιθώρια, αλλά είναι πολύ στενά. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας συνδυασμός βραχυπρόθεσμης ανορθοδοξίας και αξιόπιστων δεσμεύσεων για επιστροφή στην ορθοδοξία μακροπρόθεσμα.
Τα βήματα που πρέπει να γίνουν κατά τον ίδιο είναι τα εξής: να διακοπεί η εκρηκτική άνοδος του λόγου του χρέους με κάποια προσωρινά capital controls και την αποκήρυξης ενός μέρους του χρέους σε ξένο νόμισμα. Εν τω μεταξύ, πρέπει να υπάρξουν μέτρα για ένα δημοσιονομικά βιώσιμο καθεστώς μόλις λήξει η κρίση. Αν όλα πάνε καλά, η εμπιστοσύνη θα επιστρέψει σταδιακά και τα capital controls θα αρθούν. Όπως επισημαίνει, “κάτι παρόμοιο έκανε η Μαλαισία το 1998 και η Νότια Κορέα την ίδια εποχή. Μια δεκαετία αργότερα, η Ισλανδία τα κατάφερε επίσης αρκετά καλά με ένα συνδυασμό capital controls και αποκήρυξης χρέους”.
Όμως ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται πως ακολουθεί μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Μέχρι τώρα έχει αφήσει την οικονομική πολιτική εκτός πλαισίου και επιχειρεί να διαχειριστεί την κρίση με επικοινωνιακούς όρους, αποδίδοντας την κρίση σε εξωτερικούς εχθρούς. “Μπορεί αυτοί να έχουν το δολάριο, αλλά εμείς έχουμε τον Θεό μας”, δήλωσε κάνοντας λόγο για έναν "οικονομικό πόλεμο", ενώ ισχυρίστηκε ότι η Τουρκία δεν αντιμετωπίζει μακροοικονομικά προβλήματα ή προβλήματα με το τραπεζικό σύστημα, αλλά «πρόκειται για μια τεχνητή κρίση".
Είναι δεδομένο πως η σύγκρουση με τις ΗΠΑ έχει επιφέρει σημαντικά πλήγματα στην Τουρκία, όμως είναι επίσης αλήθεια πως η Τουρκία αντιμετωπίζει σημαντικά δημοσιονομικά προβλήματα και πως ο ίδιος ο Ερντογάν έχει σημαντική ευθύνη για την οικονομική κατάρρευση. Υπενθυμίζεται πως οι υποβαθμίσεις της τουρκικής οικονομίας είναι διαδοχικές το τελευταίο διάστημα και οι αποδόσεις των δεκαετιών ομολόγων ξεπέρασαν το 15%, καθιστώντας απαγορευτικό το δανεισμό της χώρας από τις αγορές. Η πτώση της λίρας, η διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και η σημαντική αύξηση του εξωτερικού χρέους, που είχε καταγραφεί πολύ πριν τις εκλογές, έχουν προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στους επενδυτές, που εγκαταλείπουν σταδιακά την τουρκική οικονομία. Η μεγάλη εξάρτηση της τουρκικής οικονομίας από τους ξένους επενδυτές σε συνδυασμό με τις πολιτικές του Ερντογάν οδήγησαν αναπόφευκτα την Τουρκία σε ένα καταστροφικό οικονομικό αδιέξοδο.
Όπως υπογραμμίζει σε άρθρο του στο Politico ο Τούρκος αναλυτής Aykan Erdemir, πρώην βουλευτής και επικεφαλής του “Ιδρύματος για την Προάσπιση των Δημοκρατιών”, ενός think Tank που ειδικεύεται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, οι αναδυόμενες αγορές όπως η Τουρκία γνώρισαν μεγάλη άνθηση, καθώς απέκτησαν πρόσβαση σε φτηνά κεφάλαια, και ιδιαίτερα ο ιδιωτικός τους τομέας.
Όμως αυτά κάποτε τελειώνουν και ο Ερντογάν, αν και έβλεπε την επικείμενη οικονομική κρίση, τα τελευταία δύο χρόνια αντί να επικεντρωθεί στις αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, επέλεξε να χρησιμοποιήσει τις διευρυμένες εξουσίες του για να τιμωρήσει τους εχθρούς του και να συγκρουστεί με τους Δυτικούς πρώην συμμάχους του. Μάλιστα το τελευταίο διάστημα έχει επιδοθεί και στην “διπλωματία των ομήρων”. Περισσότερα από 50 άτομα, υπήκοοι δυτικών χωρών, έχουν φυλακιστεί με ανυπόστατες κατηγορίες για τρομοκρατία. Ο Ερντογάν επιδίωξε με αυτή την παρωχημένη τακτική να εξασφαλίσει παραχωρήσεις από χώρες της Δύσης με αντάλαγμα την απελεύθερωση των κρατουμένων. Πρόκειται για μια στρατηγική που έχει οδηγήσει σε διεθνή απομόνωση την Τουρκία, προκαλώντας και την χειρότερη κρίση με τις ΗΠΑ από το εμπάργκο του 1978.
Πρόκειται για έναν καταστροφικό φαύλο κύκλο για την Τουρκία. Όσο ο Ερντογάν απομονώνεται τόσο αυξάνει την επιθετική ρητορική του, και τόσο οι αντιδράσεις μεγαλώνουν και τα αντίποινα σοβαρεύουν. Και όσο οι διπλωματικές κρίσεις πληθαίνουν, τόσο ενισχύεται και η κρίση στην τουρκική οικονομία, η οποία είναι άμεσα εξαρτημένη από το ξένο κεφάλαιο. Κάθε κίνηση από την Άγκυρα φαίνεται πως οδηγεί σε νέα λάθη.
Ο Aykan Erdemir εκτιμά πως ενδεχομένως η Τουρκική οικονομία έχει φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Υπενθυμίζει δε πως πρόκειται για μια κρίση αντίστοιχου μεγέθους με αυτή που έφερε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία το 2001. Ακόμη και αν ο Τούρκος πρόεδρος πραγματοποιούσε μια στροφή και πραγματοποιήσει φιλικό άνοιγμα προς την Ουάσινγκτον είναι πλέον αμφίβολο αν μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση, καθώς η ζημιά σε οικονομικό και διπλωματικό επίπεδο μοιάζει στην παρούσα φάση ανεπανόρθωτη. Εξάλλου και ο ίδιος φαίνεται, βάσει δηλώσεών του, πως δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση.
Αντίθετα κάνει λόγο για εναλλακτικές, για “αναζήτηση νέων φίλων και συμμάχων”, προφανώς αναφερόμενος στη Ρωσία και την Κίνα. Η σημερινή κρίση αποτελεί το τελευταίο - και ενδεχομένως καταληκτικό – επεισόδιο της αλλοπρόσαλλης πολιτικής του Ερντογάν. Το αν θα καταφέρει να βρει την αναγκαία πλέον υποστήριξη από τις “εναλλακτικές” που επικαλείται σύντομα θα φανεί. Το σίγουρο είναι πως τέτοιες κινήσεις, ιδιαίτερα στον τομέα της οικονομίας, απαιτούν χρόνο, κάτι που η Τουρκία δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή.

Πηγή: tvxs.gr

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Πλήγμα στην Ευρώπη οι κυρώσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν




Γράφει ο Κώστας Ράπτης

Μετά τις κυρώσεις τι; Το ερώτημα αυτό απασχολεί τις διεθνείς πρωτεύουσες μετά την ενεργοποίηση από τα μεσάνυχτα της Δευτέρας αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, σε λογική συνέχεια της ελέω Ντόναλντ Τραμπ απόσυρσης των ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Μιλώντας προς δημοσιογράφους στην πτήση της επιστροφής του από περιοδεία σε τρεις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάικ Πομπέο τόνισε ότι οι νέες αυτές κυρώσεις “θα υλοποιηθούν αποφασιστικά” και θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την επίτευξη της αλλαγής συμπεριφοράς του Ιράν.
“Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να βρούμε έναν τρόπο να κινηθούμε προς τα εμπρός” είπε χαρακτηριστικά ο Πομπέο, αφήνοντας θεωρητικά ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής εκτόνωσης των εντάσεων. “Αλλά αυτό” πρόσθεσε “θα απαιτήσει μία τεράστια αλλαγή από μέρους του ιρανικού καθεστώτος. Θα πρέπει να συμπεριφέρονται ως μία κανονική χώρα. Είναι τόσο απλό”. 
Το ποιες ακριβώς είναι αυτές οι αλλαγές στις οποίες αποβλέπει η Ουάσινγκτον δεν μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί.
Πρόσφατες διαρροές στον αυστραλιανό τύπο εμφάνιζαν την αμερικανική πλευρά διατεθειμένη να προχωρήσει σε στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν και να ζητά μάλιστα για τον σκοπό αυτό από την Καμπέρα τη συνδρομή της. Ωστόσο, ο κατεξοχήν αρμόδιος Τζέιμς Μάτις, υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών διέψευσε τα δημοσιεύματα ενώ και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ, κατά την ιδιόμορφη διαπραγματευτική τακτική του, εμφανίστηκε προ ημερών διατεθειμένος να συνομιλήσει με την Τεχεράνη. Από την πλευρά τους πάντως οι Ιρανοί ιθύνοντες έσπευσαν να απαντήσουν με απειλές κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, από τα οποία διέρχονται όλες οι εξαγωγές πετρελαίου του Περσικού Κόλπου.
Και αν μεν για τα σενάρια στρατιωτικής επέμβασης ισχύει, λόγω του όγκου και της γεωμορφολογίας του Ιράν, η διαπίστωση του άλλοτε αρχηγού της Μοσάντ Μέιρ Νταγκάν ότι πρόκειται για τη “μεγαλύτερη ανοησία” που έχει ακούσει, τούτο καθόλου δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραιτούνται από την ιδέα της απομόνωσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Άλλωστε, η κλιμάκωση των πιέσεων κάθε άλλο παρά αποκλείει το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής συνδιαλλαγής, με τους όρους βέβαια που φαντάζεται ο Τραμπ.
Η μερική αναδίπλωση της Αμερικής από το μέτωπο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, σε συνδυασμό με το σχέδιο επίλυσης της ισραηλινο-παλαιστινιακής διαμάχης το οποίο επεξεργάζεται ο προεδρικός γαμπρός Τζέραντ Κούσνερ, προϋποθέτει ότι το κενό δεν θα καλυφθεί από την προβολή της ιρανικής ισχύος, όπως ήδη συμβαίνει εν μέρει στο Ιράκ και τη Συρία.
Από την άλλη πλευρά η ενδεχόμενη επιδίωξη μιας “αλλαγής καθεστώτος” στην Τεχεράνη, μέσω μιας εσωτερικής κατάρρευσης την οποία θα προκαλούσε η όξυνση των εσωτερικών αντιθέσεων του Ιράν, δεν φαντάζει ρεαλιστική και πάντως μοιάζει να υποτιμά τον βαθμό συνοχής της ιρανικής κοινωνίας και πολιτείας.
Ήδη το Ιράν σφίγγει το ζωνάρι επιβάλλοντας, ενόψει των κυρώσεων που ενεργοποιούνται σήμερα, περιορισμούς στην εξαγωγή συναλλάγματος, ενώ παράλληλα προέβη σε μιαν αγορά της τελευταίας στιγμής με την προμήθεια τεσσάρων επιβατικών αεροσκαφών.
Τα βλέμματα βέβαια στρέφονται πολύ περισσότερο στον επόμενο γύρο κυρώσεων που θα ενεργοποιηθεί στις 4 Νοεμβρίου και θα αφορά τις ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου που αποτελούν την καρδιά της ιρανικής οικονομίας. Ωστόσο, και αυτών των κυρώσεων η σημασία θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, αφότου η Κίνα (προορισμός του 35% των ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου) ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να τερματίσει τις συναλλαγές της με την ισλαμική Δημοκρατία.
Πολύ περισσότερο από ό,τι διακυβεύεται διμερώς μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν η επαναφορά των κυρώσεων αποτελεί ένα στοίχημα για τον βαθμό ελέγχου που μπορεί να ασκήσει η Ουάσιγκτον στο διεθνές εμπόριο.
Και σε αυτό το επίπεδο όμως τα πράγματα είναι πλέον πολύ πιο σύνθετα, καθώς αποτελεί ανοιχτό ερώτημα κατά πόσον η αμερικανική πλευρά δύναται ή επιθυμεί να προβεί λ.χ. σε τιμωρητικά μέτρα εναντίον των κινεζικών εταιρειών που συναλλάσσονται με την Ισλαμική Δημοκρατία. Πόσω μάλλον πού ο ενεργειακός κλάδος των ΗΠΑ προσβλέπει σε μεγαλύτερη διείσδυση στην κινεζική αγορά. 
Αντίστοιχα, δύσκολα θα εξασφαλισθεί η συμμόρφωση της Ινδίας στις αμερικανικές επιλογές, δεδομένων των προνομιακών τιμών και των διευκολύνσεων πληρωμής που έχουν συμφωνηθεί στις εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου στον έτερο ασιατικό γίγαντα. Με αυτή την έννοια η απομόνωση της Τεχεράνης ποτέ δεν θα είναι πλήρης.
Δημοσιεύματα μάλιστα φέρουν τον Τραμπ έτοιμο να μετατρέψει αυτή την αδυναμία του σε όπλο, διαπραγματευόμενος με τους Κινέζους και τους Ινδούς τη χορήγηση επίσημης εξαίρεσης (waiver) από τις κυρώσεις εις βάρος του Ιράν, έναντι ανταλλαγμάτων (λ.χ. σε πρώτη φάση τη συγκράτηση στα σημερινά επίπεδα των ινδικών και κινεζικών εισαγωγών πετρελαίου που διόλου τυχαία αυξάνονται ραγδαία το τελευταίο διάστημα). Αλλά και η Ρωσία δεν έχει λόγους να δυσαρεστείται από την αύξηση της τιμής του πετρελαίου που μοιραία θα επιφέρει η στοχοποίηση της ιρανικής παραγωγής.
Σε κάθε περίπτωση, ο χαμένος της ιστορίας είναι δίχως άλλο οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, οι οποίοι δεν διαθέτουν ουσιαστική μόχλευση στις εξελίξεις. Όσο και αν οι πολιτικές ηγεσίες της Ε.Ε. διακηρύσσουν την αφοσίωσή τους στη συμφωνία του 2015, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να εγκαταλείπουν την ιρανική αγορά, μη αποτολμώντας την αναμέτρηση με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Η “ευρασιατική συσπείρωση” δυνάμεων όπως η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν συντονίζεται με την διαμόρφωση μιας όλο και πιο ετεροβαρούς διατλαντικής σχέσης.

Πηγή: capital.gr

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2018

Η ομορφιά που καταστρέφει τον κόσμο




Κατέ Καζάντη

Θα σώσει, εν τέλει, η ομορφιά τον κόσμο; Η υπέρλογη πεποίθηση του πρίγκιπα Μίσκιν, πως η αρμονία της ψυχής, που οι χριστιανοί ταυτίζουν με την ιδέα του Ιησού, θα ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεινά του πόνου της εγκόσμιας ζωής, αλλά και οι πολιτικοί προβληματισμοί του Φρίντριχ Σίλερ, που κατέληξαν στο μνημειώδες «Για την αισθητική παιδεία του ανθρώπου», αναδεικνύουν την αισθητική εμπειρία σε υπερβατολογική αυταξία, λυτρωτική, μεταφυσικού τύπου, βεβαιότητα.
Η θρησκευτικότητα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και η αντίστοιχη, υποβόσκουσα, του Σίλερ, συνδέουν πολιτική και μεταφυσική, εγκόσμιο και υπερκόσμιο βίο, μέσω της παραδοξότητας: η ωραιότητα, ως υπόθεση καρδιάς, θα οδηγήσει στην αγαθότητα, με την οποία προοδευτικά θα ταυτιστεί. Από κει ανοίγει ο δρόμος προς την ελευθερία και την ισότητα, κατακυρώνεται άρα ο ηθικός κόσμος και, προφανώς, η ευτυχία του ανθρώπου. Η θρησκευτική εμπειρία, έτσι, επανακτά την κοινωνική της λειτουργία. Από μοναχή της, ως προσωπική εμπειρία, μετασχηματίζει την κοινωνία, θεμελιώνει την κοινωνική ευταξία, αίρει τις αδικίες. Είτε κατ’ εξοχήν ομορφιά είναι ο Θεός είτε η τέχνη, ο ρόλος τους για τον εν τω κόσμω βίο είναι κοινός, αυτός της απολύτρωσης.
Η ιεροποίηση του α-πολιτικού είναι, λοιπόν, εδώ. Η ρομαντική νέα προσδοκία τοποθετεί την ωραιότητα και την τέχνη εξωκοινωνικά, πέρα και πάνω από τις ανθρώπινες συναλλαγές, τις ταξικές σχέσεις κυριαρχίας, την επιβολή προτύπων. Ο καλλιτέχνης δεν είναι πια υποκείμενο με δεσμεύσεις αλλά φορέας του κάλλους, ένας σύγχρονος ιερέας μιας α-νοητής θρησκείας.
Αλλά στον εμπεδωμένο, υπαρκτό καπιταλισμό, η επιβαλλόμενη ομορφιά υπακούει στους νόμους της αγοράς και εξαρτάται από αυτούς. Ο μεσάζων διαμορφώνει τους όρους της ποιότητας και αναβιβάζει ή υποβιβάζει, αναλόγως των συμφερόντων του, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα της τέχνης.
Το σύγχρονο πρότυπο ομορφιάς, το οποίο κατά το θέρος έχει την τιμητική του, θέλει το θήλυ εντός της νόρμας που επιβάλλει ο σεξισμός. Μια ματιά στους τηλεοπτικούς δέκτες, αλλά και παντού στη δημόσια σφαίρα, καταδεικνύει πως η υπερκερδοφόρα βιομηχανία που υποστηρίζει την «ομορφιά», πιστή στον Μαμμωνά, πριμοδοτεί την ίδια θρησκευτικότητα με εκείνη που χρεώνουν οι χριστιανοί στον Μίσκιν: χωρίς κυτταρίτιδα, με καλό αντιηλιακό και πάλλευκα δόντια, χωρίς κοινωνικούς αγώνες και με την ταξική πάλη να θεωρείται επάρατος, βία καταδικασμένη από όπου κι αν προέρχεται, ο άνθρωπος, η γυναίκα θα σωθεί. Και μαζί της και ο κόσμος.
Αναλόγως κινείται και το φιλοθεάμον κοινό. Από φεστιβάλ σε φεστιβάλ, από συναυλία σε συναυλία, από παράσταση σε παράσταση, άνθρωποι αυτοσώζονται μέσω μιας τέχνης τάχα καθαρής αλλά συχνά επηρμένης, αδιάφορης για το κοινωνικό, ουτιδανής.
Η πλάνη είναι προφανής. Για τους ζώντες, η ωραιότητα της δίκαιης και αταξικής κοινωνίας, αντί να μεταστρέφεται σε εσωτερική αναζήτηση κάποιας απροσδιόριστης ψυχικής αρμονίας, η οποία, τάχατε, θα καταλήξει συλλογική, δεν είναι φαντασιακή υπόθεση. Είναι καθημερινός αγώνας, ο οποίος δεν έχει καμία, μα καμία, σχέση με την ομορφιά. Απεναντίας.

Πηγή: artinews.gr

Τρίτη 12 Ιουνίου 2018

O Τζον Μέιναρντ Κέινς είναι πάλι παρών




της Θεοδώρα Σταθούλια

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος είναι στα αρχικά του στάδια, όταν ο Αγγλος σύμβουλος του υπουργείου Οικονομικών της Μεγάλης Βρετανίας οικονομολόγος Κέινς εργάζεται με τους Αμερικανούς συναδέλφους του για την πολιτική πάνω στον περιορισμό των αιτιών που στη δεκαετία του '30 προκάλεσαν ανεξέλεγκτες συγκρούσεις ανάμεσα στα κράτη κυρίως λόγω των δασμών που χρησιμοποιήθηκαν από αυτά για να επιλύσουν οικονομικά προβλήματα.
Για τον Κέινς οι οικονομικές κρίσεις προέρχονται από τα εμπορικά πλεονάσματα και οι χώρες που τα παράγουν είναι υπεύθυνες και όχι οι χρεωμένες με ελλείμματα στα ισοζύγια πληρωμών. Ετσι από το 1942 προτείνει τη δημιουργία ενός Διεθνούς Οργανισμού Εκκαθάρισης, μιας διεθνούς τράπεζας. Αυτός ο οργανισμός θα εξέδιδε το δικό του νόμισμα για να ανταλλάσσεται με τα εθνικά νομίσματα με σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες και να γίνει η μονάδα λογιστικής μεταξύ των κρατών για να μπορεί να μετρηθεί το εμπορικό έλλειμμα ή το πλεόνασμα μιας χώρας.
Για τον Κέινς αυτός ο οργανισμός με έναν αριθμό πρωτοβουλιών, κινήτρων και αποφάσεων θα μηδένιζε τα κίνητρα για πλεονασματικούς λογαριασμούς αφού, όπου καταγράφονταν, θα κατάσχονταν. Αν υπολογίσουμε τους όρους παραγωγής αυτής της ιδέας στην καθολικότητά της με όρους «Γερμανικής ιδεολογίας» (Μαρξ), που σημαίνει ότι στην ιστορική συγκυρία ο συναγωνισμός στο παγκόσμιο εμπόριο ανταποκρίνεται στην ανάγκη το ιδιαίτερο συμφέρον των κυρίαρχων τάξεων να ταυτιστεί με το καθολικό συμφέρον, τότε πράγματι η ιδέα αυτή θα μπορούσε να έχει καταλυτικό ρόλο στο μεταπολεμικό τοπίο.
Η πρόταση αυτή υιοθετήθηκε από τη βρετανική αντιπροσωπεία στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς (Bretton Woods) του 1944, βρήκε όμως πολέμιους τους Αμερικανούς που στο τέλος του πολέμου θέλησαν να παγιώσουν τη διεθνή κυριαρχία τους.
Σχεδιάζουν τη δημιουργία ενός διεθνούς νομισματικού οργανισμού, τον οποίο κατά τη διάρκεια του χρηματοοικονομικού συνεδρίου των Ηνωμένων Εθνών του Μπρέτον Γουντς της Πολιτείας του Νιου Χάμσαϊρ των Ηνωμένων Πολιτειών θα επιβάλουν, με ηττημένη την ιδέα του Κέινς και λόγω της μετριοπαθούς στάσης της Γαλλίας και του Καναδά1. Οι Αμερικανοί θα προχωρήσουν στον έλεγχο της παγκόσμιας οικονομίας μέσω της δημιουργίας του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, ως ομίλου πολλών οικονομικών θεσμών, και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Σήμερα η όξυνση της κρίσης μεταξύ του Τραμπ και των G6, Ε.Ε. και Καναδά φέρνει στην επιφάνεια αυτό το σύστημα, δηλαδή «αυτά που αφήσαμε να κοιμούνται» εξαντλώντας την πολεμική μας σε συνθηματολογική συστράτευση. Βλέποντας μόνο τη διατήρηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας για τις χώρες που εντάχθηκαν στο ΔΝΤ από το 1945 με την αξία των νομισμάτων τους σε όρους δολαρίου ΗΠΑ και, στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών, την αξία του δολαρίου σε χρυσό, «σε τιμές που θα μπορούσαν να προσαρμοστούν μόνο για να διορθώσουν μια "θεμελιώδη ανισορροπία" στο ισοζύγιο πληρωμών και μόνο με τη συμφωνία του ΔΝΤ»2, γνωστό και ως το σύστημα του «Bretton Woods» μέχρι το 1971.
Τότε η Αμερική ανέστειλε τη μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό και είναι αξιοπερίεργο πώς ένα φως στο παράθυρο φαντάζει για τους αριστερούς για χρόνια ως «συνθήκη» που θα πρέπει να γίνει απόλυτα σεβαστή.
Ακόμα και σήμερα που είμαστε αντιμέτωποι με την απόλυτα εχθρική στάση της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στο σύνολο των διεθνών θεσμών κυριαρχίας που οι ίδιοι επέβαλαν το 1944 δεν υπάρχει παρά μια απλουστευτική υπογράμμιση του εμπορικού πολέμου μέσω των δασμών και όχι ως ακύρωση κάθε μορφής πολυμερισμού (multilateralism) στις διεθνείς συνθήκες, αυτό που θέλει η Ε.Ε. με τους κανόνες να είναι ακόμα στα χέρια του ΠΟΕ.
Η εχθρική πολιτική της νέας πολιτικής διακυβέρνησης των ΗΠΑ προς αυτό το ίδιο το μοντέλο του «Bretton Woods» και τον ρόλο στο ΔΝΤ ως δανειστή εκφράστηκε με τον πιο ηχηρό τρόπο με την υποψηφιότητα του οικονομολόγου Ανταμ Λέρικ για τη θέση του υπευθύνου των διεθνών οικονομικών.
Πριν από λίγες μέρες η υποψηφιότητα αποσύρθηκε, διότι έναν χρόνο μετά την υποβολή της ο Τραμπ δεν πέτυχε την έγκρισή της από τη Γερουσία. Η υποψηφιότητα Λέρικ συμπυκνώνει την πιο καθαρή επίθεση στο σύστημα του ΔΝΤ.
Ο Λέρικ έχει διατυπώσει την αντιπαλότητα στο πάλαι ποτέ κραταιό δανειακό μοντέλο του ΔΝΤ. Με αφορμή την αναδιάρθρωση των χρεών του Τρίτου Κόσμου, βλέπει τις χώρες αυτές να ξεφεύγουν από τον έλεγχο του Ταμείου και τις χρηματοπιστωτικές αγορές να εντάσσουν πάλι τις χρεοκοπημένες χώρες στο παιχνίδι τους και την Κίνα, το Ιράν κ.λπ. να λειτουργούν ως δεξαμενή κεφαλαίων χωρίς την αμερικανική επιτήρηση.
Αυτός είναι ο πόλεμος σήμερα με αφορμή τα εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ. Ακουμπά την καρδιά της επαναφοράς της αμερικανικής κυριαρχίας που χάθηκε μέσα από την ανάδυση άλλων παγκόσμιων παικτών και νέων συσχετισμών. O Τζον Μέιναρντ Κέινς είναι πάλι παρών, για να υπενθυμίζει ότι τώρα η μάχη μπορεί να κερδηθεί. Θα είναι μια αρχή. Ενα νέο «Bretton Woods». 

(1) http://web-docs.stern.nyu.edu/old_web/economics/docs/Financial%20History...
(2) https://www.imf.org/external/about/histcoop.htm

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Ευρωπαϊκός ίλιγγος




Η κρίση χρέους βαφτίστηκε ελληνική. Η προσφυγική κρίση ήταν πρόβλημα των Ελλήνων, των Ιταλών και των Γερμανών. Η διαχείριση των κρίσεων έπρεπε να γίνει με βάση τους κανόνες. Τα χρόνια περνούσαν, οι κρίσεις φούντωναν, αλλά οι κανόνες δεν άλλαζαν. Για τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, για τους τραπεζίτες της Φραγκφούρτης, για τους κυβερνητικούς εταίρους στο Βερολίνο τα προβλήματα λύνονταν με εκβιαστικές πιέσεις, πότε στην Αθήνα, πότε στη Ρώμη, πότε στη Μαδρίτη, σε κυβερνήσεις και λαούς. Οι αληθινές αιτίες κρύβονταν κάτω από το χαλί.
Από τους τεμπέληδες του ευρωπαϊκού Νότου περάσαμε στον διαχωρισμό ανάμεσα σε δήθεν καλούς και κακούς μαθητές. Εν τω μεταξύ, οι εργασιακές σχέσεις ελαστικοποιήθηκαν, το κοινωνικό κράτος ξεχαρβαλώθηκε, οι διαμαρτυρίες αντιμετωπίστηκαν με καταστολή, η διαφθορά ξορκίστηκε αλλά δεν πατάχθηκε, οι ισχυροί συνεχίζουν να φοροαποφεύγουν. Τη νύφη συνεχίζουν να πληρώνουν οι αδύναμοι και τα μεσαία στρώματα.
Η συνταγή της λιτότητας αποδείχθηκε δραμαμίνη για τον ευρωπαϊκό ίλιγγο. Κάτω από το χαλί έπιασε μούχλα. Κι από εκεί άρχισε να βγαίνει η ακροδεξιά δυσοσμία. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία βρήκαν πρόσφορο έδαφος σε μια κοινωνία που σπρωχνόταν στη λογική της νεοφιλελεύθερης ζούγκλας, όπου είναι «φυσικό» να επικρατούν οι ισχυροί και να χάνονται οι αδύναμοι: ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν...
Η άνοδος της Ακροδεξιάς στην ανατολική Ευρώπη, η δράση της ναζιστικής συμμορίας στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκαν αρχικά ως παράγωγα ενός λαϊκισμού που εύκολα βαφτίστηκε... αριστερός. Ακόμα κι όταν τα ακροδεξιά μορφώματα απλώθηκαν στη Γαλλία και τη Γερμανία, οι ευρωπαϊκές πολιτικές και οικονομικές ελίτ έκαναν πως δεν καταλάβαιναν κι ας έβλεπαν καθαρά αυτό που ερχόταν. Μια Ευρώπη φρούριο με αυστηρή πειθαρχία στο εσωτερικό της ήταν η μόνιμη επωδός τους.
Η Αριστερά προειδοποίησε έγκαιρα, έδωσε και δίνει μάχη για τα αυτονόητα απέναντι σε εταίρους που κάνουν υποδείξεις στους Ιταλούς πώς να ψηφίζουν, που κλείνουν τα μάτια στο πρόβλημα δημοκρατίας στην Καταλωνία και στα σκάνδαλα τα οποία ρίχνουν από την εξουσία τον Ισπανό ομοϊδεάτη τους Ραχόι.
Το κερασάκι στην ευρωπαϊκή τούρτα ήρθε διά χειρός Τραμπ. Οι νέοι αμερικανικοί δασμοί στον χάλυβα και στο αλουμίνιο ισοδυναμούν με κήρυξη εμπορικού πολέμου. Ίσως είναι μία από τις τελευταίες ευκαιρίες της Ε.Ε. να αποδείξει ότι είναι αληθινά ενωμένη και ευρωπαϊκή δύναμη.

Πηγή: Αυγή

Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Στο ίδιο έργο ως θεατές πλέον…




Πριν οχτώ χρόνια, η χώρα μας μπήκε σε μία περίοδο πειραματισμού και μικρών αλλά αποτελεσματικών πραξικοπημάτων. Μουδιασμένοι από το οικονομικό σοκ και διχασμένοι από τις χρόνιες πολιτικές μας διαφορές (προσωπικά πιστεύω πως ο εμφύλιος στη χώρα μας δεν έληξε ποτέ), δε καταφέραμε ποτέ να δούμε ξεκάθαρα την όλη κατάσταση και να συνειδητοποιήσουμε πως δεν είμαστε τίποτα παραπάνω από ένα ακόμη προτεκτοράτο που αλλάζει χέρια από τη μια μεγάλη δύναμη στην άλλη.
Τώρα όμως ήρθε η σειρά της Ιταλίας να πρωταγωνιστήσει στο ίδιο έργο, με εμάς αυτή τη φορά ως θεατές. Ένα έργο όμως που ενώ φαίνεται πως έχει κοινή αρχή, η συνέχειά του ενδέχεται να είναι πολύ διαφορετική διότι άλλη δύναμη έχει η Ελλάδα κι άλλη η Ιταλία, η τρίτη ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης.
Το έναυσμα της νέας πολιτικής και οικονομικής κρίσης δόθηκε το περασμένο σαββατοκύριακο, όταν ο πρόεδρος της Ιταλίας Σέρτζιο Ματαρέλα απέτρεψε μία κυβέρνηση λαϊκιστών κι ακροδεξιών. Πολλοί ευρωπαίοι αλλά κι εγχώριοι δεξιοί και νεοφιλελεύθεροι το πανηγύρισαν, πιστεύοντας πως η Ευρώπη για μία ακόμη φορά σώθηκε. Από την άλλη όμως, είναι αρκετοί αυτοί που παρακολουθούν με σκεπτικισμό κι ανησυχία την απόφαση αυτή.
Αυτό που φαίνεται πλέον ξεκάθαρα μετά την ανησυχία των πρώτων ημερών, είναι ότι η απόφαση του Ιταλού προέδρου δεν είχε δημοκρατικές βάσεις, καθώς η πράξη του συσχετιζόταν με το συμφέρον των διεθνών αγορών και της Γερμανίας. Κι επειδή ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται, βγήκε ο Γερμανός Επίτροπος Προϋπολογισμού Γκίντερ Έτινγκερ να δηλώσει πως «οι αγορές θα μάθουν στους Ιταλούς πώς να ψηφίζουν σωστά». Οι συγνώμες του που ακολούθησαν μετά, αποδεικνύουν το πόσο ξεδιάντροπα και με πόση θρασύτητα κυβερνούν όλοι αυτοί οι τεχνοκράτες. 
Την ίδια στιγμή τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης έχουν ξεκινήσει μία νέα εκστρατεία προσβολών προς μια άλλη χώρα (τόσα χρόνια είχαμε συνηθίσει εμείς να είμαστε ο αποδέκτης τους). Μόνο που και σ’ αυτήν την περίπτωση η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα. Οι επιθέσεις που δέχονται γίνονται τροφή στη ξενοφοβική κι αντιευρωπαϊκή τους τάση, μ’ αποτέλεσμα να βγαίνει κερδισμένη η Λίγκα του Βορρά ενώ θεωρείται βέβαιο πως στη διαμάχη που θα ξεσπάσει, το «Ital-exit» δε θα ακούγεται από τα στόματα των Βρυξελλών, του Βερολίνου και της Φρανκφούρτης αλλά από τους ίδιους τους Ιταλούς.
Σ’ αυτή τη νέα δίνη, η Ελλάδα έχει πολλές πιθανότητες να λύσει αρκετές εκκρεμότητες από επιλογή των Ευρωπαίων εταίρων που θα προτιμήσουν να κλείσουν μικρότερα ανοιχτά μέτωπα για να αντιμετωπίσουν το ιταλικό πρόβλημα. Αυτός όμως δεν είναι λόγος εφησυχασμού και ικανοποίησης καθώς δε ξέρουμε την αντίδραση της Ιταλίας στου επόμενους μήνες και το πόσο καταστροφική θα είναι στο ετοιμόρροπο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Με το να παρακολουθήσουμε όμως την όλη κατάσταση ως θεατές, ίσως καταφέρουμε να αναληφθούμε την έλλειψη δημοκρατίας στην ένωση των Ευρωπαίων τραπεζιτών και τεχνοκρατών.

Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Ούνα φάτσα, ούνα ράτσα (2)




του Γιώργου Τσιάρα

Διάβαζα σήμερα –όπως όλοι μας- τις προβλέψεις του επικαιροποιημένου τριτο-τέταρτου μνημονίου, του SmoU, που λέμε και στο χωριό, και επιτέλους η ταραγμένη, ανήσυχη ψυχή μου πήγε στη θέση της: όχι απλά έρχεται η ανάπτυξη στη χαντακωμένη οικονομία μας, αλλά θα είναι -λέει- και... ολιστική!
Εχουμε και λέμε: οχτώ ολόκληρα χρόνια μετά το Καστελόριζο, με το ΑΕΠ να έχει υποχωρήσει σχεδόν κατά 25% -μια συμφορά που συνήθως συμβαίνει στα κράτη μόνο ως αποτέλεσμα μακρόχρονων πολέμων–, αλλά με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ (παρά τα ατέλειωτα χαράτσια και το ψευτο-κούρεμα του PSI) να έχει αυξηθεί «στον Θεό», κατά σχεδόν εβδομήντα μονάδες σε σχέση με το 2010, οι πολυχρονεμένοι μας Θεσμοί απέσπασαν με τη συνήθη ευκολία την υπογραφή μας σε ένα ακόμη «μεταρρυθμιστικό» κείμενο βαθιάς φτωχοποίησης του πληθυσμού και γενικευμένης εκποίησης του δημόσιου πλούτου.
Σε ένα κείμενο που, παρέα με την «τεχνική συμφωνία» του περασμένου Σαββάτου, παραβιάζει και τις τελευταίες αχνές «κόκκινες γραμμές» του «μνημονιακού μαρξιστή» Ευκλείδη μας, συνδέοντας ευθέως την επίσπευση της μείωσης του αφορολόγητου και τη νέα περικοπή των συντάξεων με την επίτευξη πλεονάσματος 3,5%.
Επιπλέον, επεκτείνει τον ασφυκτικό αυτόν δημοσιονομικό στόχο μέχρι (τουλάχιστον) το 2022. 
Φυσικά, διατηρεί ως προαπαιτούμενα για οποιαδήποτε μελλοντική ελάφρυνση (τα λεγόμενα, στη μνημονιακή new speak, «φορολογικά και κοινωνικά αντίμετρα» για τη «διατήρηση της κοινωνικής συνοχής») την ολοκλήρωση των «στοχευμένων αναπτυξιακών μέτρων για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα», την «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας» και τις «δομικές αλλαγές» στη λειτουργία του Δημοσίου.
Και που βεβαίως καταλήγει με τη μόνιμη επωδό ότι η Ελλάδα δεσμεύεται να συζητά και να συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την ΕΚΤ αλλά και με το ΔΝΤ, ανεξαρτήτως του αν θα μείνει ή θα φύγει από το πρόγραμμα (!), για όλες τις δράσεις που σχετίζονται με τους στόχους του μνημονίου, πριν από την υιοθέτησή τους.
Δικαιολογώντας μάλιστα την περικοπή των συντάξεων (σε ύψος 1% επί του ΑΕΠ) ως «ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη ανάμεσα στις γενιές», και τα συνεχιζόμενα χαράτσια και ξεπουλήματα ως «δύσκολες αποφάσεις που είναι αναγκαίες, ούτως ώστε το βάρος να διαχυθεί σε όλα τα μέρη της κοινωνίας που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν»...
Όσο για το χρέος και τη γραβάτα του Αλέξη, ακόμη τη ράβουν οι αρχιμόδιστροι του Βερολίνου και των Βρυξελλών.
Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα - όπως έλεγε και ο μπαρμπα-Κέινς, μακροπρόθεσμα, θα είμαστε όλοι νεκροί.
'Ολα αυτά θα ήταν από μόνα τους εξοργιστικά ακόμη κι αν δεν συνέβαιναν σε μια εξαιρετικά κρίσιμη -όχι μόνον για εμάς, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη- συγκυρία, όπου το αφήγημα της «αριστερής» κυβερνησάρας μας περί «καθαρής εξόδου στις αγορές» κλονίζεται συθέμελα λόγω των εξελίξεων στη γείτονα Ιταλία.
Όπου, ως γνωστόν, από την πολλή αγάπη του λαού της για την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα διαδοχικά...«εθελοντικά» εσωτερικά μνημόνια λιτότητας που έχουν επιβληθεί στην καμπούρα του τα τελευταία χρόνια, μας προέκυψε εσχάτως μια «αντισυστημική», ευρωσκεπτικιστική, και σε κάθε περίπτωση καραδεξιά κυβέρνηση συνασπισμού, αποτελούμενη από την ξενοφοβική, φασίζουσα Λέγκα και το «αγανακτισμένο» κόμμα διαμαρτυρίας του Γκρίλο, τα Πέντε Αστέρια.
Γεγονός που ήδη βάζει φωτιές στα χρηματιστήρια και την αγορά ομολόγων, όπου ψιθυρίζεται κιόλας η απαγορευμένη λέξη «ΙTAL-EXIT»...
Ας μην κρυβόμαστε: το 2010, η Ελλάδα έγινε χάρη στον Γιωργάκη και τους άλλους εθελόδουλους φωστήρες μας το πειραματόζωο της γερμανικής ηγεμονίας διά του χρέους.
Ο κύριος λόγος που έγιναν όσα έγιναν έκτοτε, με την Ελλάδα στο τσιγκέλι, ήταν ακριβώς γιατί η Ευρώπη και το ευρώ δεν θα επιζούσαν από μια πιθανή ελεγχόμενη χρεοκοπία και «διάσωση» της Ιταλίας, που ήταν too big to fail, «πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει».
Σήμερα, τα πράγματα αλλάζουν και πάλι.
Πέφτουν από τα σύννεφα πολλοί για τη δεξιά στροφή της Ιταλίας. Ξεχνάνε πως η φτώχεια και η ανισότητα δεν έχουν πρόσημο και πως όταν το καζάνι βράζει, δεν ξέρεις ποτέ από ποια μεριά θα σκάσει και ποιους θα πάρει ο διάολος.
Όπως έγραφα πριν από λίγους μήνες, παραμονές των εκλογών:
«Η Ιταλία είναι μια χώρα δύο ταχυτήτων και αυτό αντανακλάται πλέον σε κάθε πόλη της, από τη φαινομενικά πλουσιότερη -το Μιλάνο- ώς και την πιο φτωχή. Τα τελευταία 35 χρόνια, η κοινωνική ανισότητα έχει αυξηθεί στην Ιταλία περισσότερο από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ. Περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια πολίτες, κάπου 8% του πληθυσμού, ζουν και επίσημα σε καθεστώς απόλυτης φτώχειας, ενώ σχεδόν 18 εκατομμύρια βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κοινωνικό αποκλεισμό και την ‘‘απλή’’ φτώχεια. Η ανεργία έχει επισήμως υποχωρήσει στο 11,8% του εργατικού δυναμικού και στο 30% για τους νέους, αλλά ο τρόπος που μετριέται αφήνει απ’ έξω σχεδόν το μισό δυναμικό (42%) των ‘‘απασχολήσιμων’’ Ιταλών, που παραμένουν άεργοι και ‘‘αόρατοι’’ για τις επίσημες στατιστικές. Πολλοί άνεργοι νέοι στρέφονται -από επιλογή ή από ανάγκη- στη μαφία, τον μεγαλύτερο εργοδότη: οι πιο άτυχοι καταλήγουν στα συσσίτια της Caritas, της μεγαλύτερης εκκλησιαστικής ΜΚΟ στον κόσμο, που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια δίπλα στις Ferrari και τις πανάκριβες μπουτίκ της Ρώμης και του Μιλάνου».
Αλλά όλα αυτά δεν έγιναν στο κενό- υπάρχουν συγκεκριμένες πολιτικές ευθύνες.
«Η λεγόμενη ‘‘Κεντροαριστερά’’, το PD του Ρέντσι, του Μόντι και του Πρόντι, έχει ταυτιστεί πλέον στα μάτια των πληβείων με την πολιτική της παρατεταμένης λιτότητας και περικοπής μισθών, συντάξεων και δημοσίων δαπανών. Από μακροοικονομικής άποψης, η περασμένη δεκαετία μόνο σαν καταστροφική μπορεί να καταγραφεί. Τόση λιτότητα, τόσες θυσίες και ‘‘ψαλίδια’’ για τον κοσμάκη, κι ακόμη η ιταλική οικονομία παραμένει μετέωρη, με ασθματική (και κατά πολλούς αναλυτές ‘‘μαγειρεμένη’’ από τις κυβερνήσεις Ρέντσι και Τζεντιλόνι) ανάπτυξη, ετοιμόρροπο τραπεζικό σύστημα και δυσθεώρητο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, που, αν αθροιστεί, αγγίζει το... 250% του ΑΕΠ, ήτοι πάνω από τέσσερα τρισεκατομμύρια ευρώ»!
Και κατέληγα: «Οπως ακριβώς και στην Ελλάδα, με τα διαδοχικά μνημόνια-οικονομικούς ζουρλομανδύες, έτσι και στην Ιταλία τα ‘‘εσωτερικά μνημόνια’’-γιατροσόφια λιτότητας των τελευταίων χρόνων είχαν το αντίθετο από το υπεσχημένο αποτέλεσμα, ενώ σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο ρίχνουν βενζίνη στη φωτιά της ξενοφοβίας, ακόμη και του ανοιχτού ρατσισμού».

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε




Οι φιλόσοφοι έχουν με διάφορους τρόπους ερμηνεύσει τον κόσμο. Το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε
Αυτή η φράση του Μαρξ, η περίφημη 11η Θέση στον Φόυερμπαχ, έμελλε να είναι η μεγαλύτερη θεωρητική υπόσχεση που πραγματοποιήθηκε στην ιστορία των Ιδεών.
Κατά καιρούς πολλοί φιλόσοφοι, θεωρητικοί, στοχαστές και επιστήμονες όλων των κλάδων θεώρησαν ότι μπορούν να βρουν το νόημα της ζωής, να αποκωδικοποιήσουν τον μάταιο τούτο κόσμο. Κάποιοι μάλιστα πίστεψαν ότι τα κατάφεραν.
Αυτά σε άλλες εποχές. Τότε που η θεωρία και η φιλοσοφία είχαν μια άλλη σχέση με την πραγματικότητα. Την ερμήνευαν, την δικαιολογούσαν, προσπαθούσαν να την κατανοήσουν ή να την προβλέψουν. Πολλά θεωρητικά εγχειρήματα έμειναν απλές ιδέες. Άλλα απέτυχαν να συγκινήσουν τις μάζες. Άλλα απλά επιβεβαίωσαν την αυταρέσκεια της διανόησης και εγκλωβίστηκαν στην κατασκευή εννοιών που θα ήταν απρόσιτες για το κοινό και θα ενδιέφεραν μια μικρή ελίτ.
Τι έκανε ο Μαρξ; Γύρισε όλο τον κόσμο ανάποδα. Η μεθοδολογία του, η θεωρία του, η κριτική του αποδείκνυε σε όλες τις στιγμές της ένα πράγμα: η ίδια η πραγματικότητα σου δίνει τα εργαλεία. Αρκεί να μπορείς να τα αξιοποιήσεις σωστά και τότε θα διαπιστώσεις ότι η πολυπόθητη ερμηνεία του κόσμου είναι ακριβώς η ίδια η δυνατότητα αλλαγής του.
Στην πραγματικότητα, αυτό που κατάφερε ο Μαρξ ήταν να δείξει πως ο κόσμος αλλάζει. Η ιστορία προχωράει μέσα από τις αντιφάσεις της. Η ιδέα αυτή δεν ήταν καινούρια, ωστόσο όταν γειώνεται με τα πραγματικά στοιχεία της πραγματικής ζωής, δηλαδή τις παραγωγικές σχέσεις, τις συνθήκες διαβίωσης των εργατών, την επιστημονική εξήγηση της κερδοφορίας των καπιταλιστών, τις ιστορικές συνθήκες που οδήγησαν σε εξεγέρσεις και παλινορθώσεις, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί ο Μαρξ ήταν ο κορυφαίος στοχαστής στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Τίποτα μετά από αυτόν δεν ήταν ίδιο. Καμία επιστήμη δεν μπορούσε να θεμελιώσει την παραμικρή πρόταση χωρίς αναφορά στο έργο του. Κανενός άλλου επιστήμονα η επιρροή δεν ήταν τόσο σημαντική.
Σήμερα, 200 χρόνια από την γέννησή του, μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να τον θεωρήσουμε ως τον μοναδικό στοχαστή ο οποίος, με τη θεωρία του αλλά και με την πολιτική του δράση, κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο. Κι ας πνίγηκαν στο αίμα οι περισσότερες επαναστάσεις. Κι ας χάσαμε αγώνες που δώσαμε και άλλους που δεν δώσαμε. Το ζήτημα είναι ότι τον κόσμο τον αλλάξαμε. Και όσο υπάρχει ένας κομμουνιστής, ένας άνθρωπος που θα εμπνέεται από τον Μαρξ και το έργο του πάνω σε αυτή τη γη, θα γνωρίζουμε πως τον κόσμο θα τον αλλάξουμε και πάλι.

Πηγή: Κατιούσα

Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Οι «καταδρομικές εκλογές» του Ερντογάν




του Κώστα Ράπτη

Υπάρχουν πάντοτε και οι εξαιρέσεις – όπως μας θυμίζει η περίπτωση της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι, η οποία, προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές πέρσι, πήγε για το "μαλλί” μιας άνετης επανεκλογής και εντέλει βγήκε με το "κούρεμα” της απώλειας αυτοδυναμίας.
Όμως οι εξαιρέσεις υπάρχουν πρωτίστως για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα – ο οποίος εν προκειμένω προβλέπει ότι οι κυβερνώντες προκηρύσσουν τις πρόωρες εκλογές ακριβώς όταν είναι περισσότερο βέβαιοι για την επικράτησή τους.
Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές που προκήρυξε αιφνιδιαστικά για τις 24 Ιουνίου ο Ταγίπ Ερντογάν στην γείτονα Τουρκία δεν είναι απλώς πρόωρες. Είναι "καταδρομικές”, σύμφωνα με την έκφραση του διευθυντή της Hurriyet Daily News, Μουράτ Γετκίν – καθώς αφήνουν στην αντιπολίτευση χρόνο μόλις 65 ημερών για να δώσει τη μάχη της, και μάλιστα σε ένα περιβάλλον έκτακτης νομοθεσίας και ακραίας ανισοτιμίας στον πολιτικό ανταγωνισμό.
Αρκεί να σημειώσει κανείς ότι την ίδια ημέρα με την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών ανανεώθηκε για άλλο ένα τρίμηνο (που προφανώς συμπεριλαμβάνει και την ημέρα της ψηφοφορίας) το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επικρατεί από την επαύριο του αποτυχημένου πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016. Ή ότι ο εργοδότης του Γετκίν, ο όμιλος Ντογάν συμφώνησε προ μηνός να πουλήσει σε φιλοκυβερνητική εταιρεία συμμετοχών τα πιο αξιόπιστα αντιπολιτευόμενα μέσα της Τουρκίας (Hurriyet, CNN Turk).
Πολλά στελέχη της αντιπολίτευσης αποκαλούν "Εκλογές Πανικού” την αναμέτρηση της 24ης Ιουνίου, υποδεικνύοντας τις βαθύτερες αδυναμίες που καθιστούσαν απαγορευτική για τον Ερντογάν την επιλογή της αναμονής μέχρι τις 3 Νοεμβρίου 2019, προγραμματισμένη ημερομηνία της προσφυγής στις κάλπες. Και είναι αληθές ότι η κατάσταση της οικονομίας δεν επιτρέπει την πολυτέλεια της εξαγοράς χρόνου και της πολιτικής παροχών για άλλο ένα δεκαοκτάμηνο.
Αρκεί και μόνο να σημειώσει κανείς ότι τον μήνα Μάρτιο η λίρα έχασε το 5% της αξίας της, όταν ο επιχειρηματικός τομέας έχει να εξυπηρετήσει χρέη σε ξένο νόμισμα ανώτερα των 221 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η αναδιάρθρωση χρεών που ζήτησαν το τελευταίο διάστημα οι όμιλοι Ülker και Doğuş λειτούργησε ευρύτερα ως σήμα κινδύνου.
Ο ίδιος ο Ερντογάν, που πρωτοήρθε στα πράγματα χάρη στην οικονομική κρίση του 2001 που σάρωσε το έως τότε πολιτικό σκηνικό, γνωρίζει καλά τα ρίσκα που υποκρύπτει η κατάσταση. Εξ ού και τις προάλλες εξαπέλυσε μύδρους κατά του αρμόδιου για την οικονομία αντιπροέδρου της κυβέρνησης Μεχμέτ Σιμσέκ (πρώην στελέχους της Merill Lynch) ο οποίος περιέγραψε δημοσίως το πρόβλημα με τον εξωτερικό ιδιωτικό δανεισμό και άφησε να εννοηθεί ότι θα ληφθούν περιοριστικά μέτρα. Αντίθετα, κατά τον Ερντογάν είναι πρόβλημα το ότι η κυβέρνηση δεν προβάλλει τους υψηλότατους αναπτυξιακούς ρυθμούς, της τάξης του 7%, και εστιάζει υπέρμετρα σε άλλους δείκτες. 
Η ανοδική κίνηση της τουρκικής αγοράς μόλις έγινε γνωστή η προκήρυξη των πρόωρων εκλογών δείχνει την μεγάλη ανάγκη των επενδυτών για ειδήσεις που θα διασκορπίζουν την αβεβαιότητα.
Σε άλλα πεδία, ωστόσο, οι τουρκικές πολιτικές εξελίξεις αντιμετωπίσθηκαν με αδιαφορία έως εχθρότητα. Η ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ στο Twitter σχετικά με τον κρατούμενο επί διετία στην Τουρκία Αμερικανό πάστορα Άντριου Μπράνσον, ο οποίος μόλις παρουσιάστηκε στο δικαστήριο με την κατηγορία της τρομοκρατικής δράσης, είναι χαρακτηριστική.
Όπως είναι και η εκ νέου προειδοποίηση, αυτή τη φορά δια στόματος του υφυπουργού Εξωτερικών αρμόδιου για Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές Υποθέσεις Ουές Μίτσελ ενώπιον επιτροπής του Κογκρέσου, ότι η Τουρκία θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αμερικανικών κυρώσεων, εάν προμηθευτεί συστοιχίες ρωσικών πυραύλων S-400.
Άλλωστε, οι εκλογές της 24ης Ιουνίου δεν είναι απλώς μια μάχη για την παραμονή του Ερντογάν στην εξουσία. Είναι μια αναμέτρηση για την μετατροπή του πολιτεύματος σε ενός ανδρός αρχή, χωρίς θεσμικές εγγυήσεις και αντίβαρα.
Και μάλιστα στη βάση μιας ιδιόμορφης πολιτικοϊδεολογικής στροφής στα ακροδεξιά, όπως αποδεικνύει η σύνθεση και ο λόγος της Λαϊκής Συμμαχίας που συγκρότησε ενόψει εκλογών το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης και μικρότερους, ενίοτε περισσότερο ακραίους, σχηματισμούς.
Ότι ο ίδιος ο Ερντογάν και οι σύμμαχοί του προβάλλουν ως αίτιο επίσπευσης των εκλογών τις "εθνικές προκλήσεις” που προέρχονται από τη Συρία αναδεικνύει την συνάρθρωση της εσωτερικής πολιτικής με τη γεωπολιτική. Και δεν περιορίζεται η συνάρθρωση αυτή στα οφέλη των κυβερνώντων από τον μιλιταριστικό οίστρο που καλλιέργησε στο εκλογικό σώμα η επιχείρηση κατά του Αφρίν. Αφορά την επιδίωξη συνολικού μετασχηματισμού της Τουρκίας, της ταυτότητας και της θέσης της στον κόσμο.

Πηγή: capital.gr

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Η βαλκανοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας



του Μιχάλη Τρίκκα

Όταν ο βασικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ για θέματα διεθνούς εμπορίου έχει γράψει ένα βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο "Θάνατος διά Κίνας" καταλαβαίνει κανείς με το τι έχει να κάνει. Ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν είναι ο μόνος που πιστεύει ότι οι εμπορικοί πόλεμοι "είναι καλοί και κερδίζονται εύκολα".
Η απόφαση του Τραμπ να επιβάλει υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου όχι μόνο εκφράζει τη σκληρότερη πτέρυγα της σημερινής κυβέρνησης, αλλά προκαλεί σήμερα μία ακόμη σύγκρουση στο εσωτερικό του Λευκού Οίκου. Η έντονη αντιπαράθεση βγήκε με εκρηκτικό τρόπο στην επιφάνεια αυτή την εβδομάδα με την παραίτηση του Γκάρι Κον, οικονομικού συμβούλου της αμερικανικής προεδρίας.
Ο πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs είχε προειδοποιήσει ότι θα εγκατέλειπε τον Λευκό Οίκο αν ο Τραμπ έκανε πράξη την απειλή του να επιβάλει τους δασμούς. Όπως και μια σειρά άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ο Κον προσπαθούσε να μεταπείσει τον Τραμπ στρέφοντάς τον σε μια κατεύθυνση «στοχευμένων δασμών» εις βάρος της Ρωσίας και της Κίνας.
Στο πλευρό του Κον φαίνεται να συμπαρατάσσονται όλοι οι εκπρόσωποι της Γουόλ Στριτ στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο: Οι πιο προβεβλημένοι ανάμεσά τους είναι ο υπουργός Οικονομικών και επίσης προερχόμενος από την Goldman Sachs Στίβεν Μνούτσιν, όπως και ο πρώην πρόεδρος της ExxonMobil και σημερινός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον.
Η πτέρυγα της Γουόλ Στριτ έχει τη βάσιμη ανησυχία ότι οι δασμοί του Τραμπ θα μπορούσαν να προκαλέσουν έναν ανεξέλεγκτο εμπορικό πόλεμο, ο οποίος με τη σειρά του θα έφερνε μια νέα παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Μαζί τους σε αυτή τη φάση έχουν και τον υπουργό Άμυνας Τζέιμς Μάτις, που φοβάται για τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια αναμέτρηση στις σχέσεις των ΗΠΑ με μια σειρά βασικούς συμμάχους, ιδίως την Ευρώπη, τον Καναδά και την Ιαπωνία.
Σύμφωνα με τα αμερικανικά ΜΜΕ η αντιπαράθεση ξέσπασε τον Ιανουάριο, όταν, στη διάρκεια μιας ιδιαίτερα τεταμένης συζήτησης στο Οβάλ Γραφείο, ο Κον και ο τότε προσωπάρχης του Λευκού Οίκου, Ρομπ Πόρτερ -παραιτήθηκε επίσης τον προηγούμενο μήνα- προειδοποίησαν τον Τραμπ ότι η επιβολή των δασμών θα δυναμίτιζε το αμερικανικό χρηματιστήριο και ουσιαστικά θα εξαφάνιζε τα τεράστια κέρδη που εξασφαλίζουν στις μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις οι πρόσφατες φοροαπαλλαγές που πέρασαν οι Ρεπουμπλικανοί από το Κογκρέσο.

Προστατευτισμός εναντίον παγκοσμιοποίησης

Ο Τραμπ απέρριψε τα επιχειρήματα και αποκάλεσε τους δύο συμβούλους του... «διεθνιστές» έχοντας στο πλευρό του τον υπουργό Εμπορίου, Γουίλμπορ Ρος και τον σύμβουλό του για θέματα διεθνούς εμπορίου Πίτερ Ναβάρο, τους δύο δηλαδή βασικότερους εκφραστές της πολιτικής προστατευτισμού στη σημερινή κυβέρνηση. Ο Τραμπ και οι δύο συνεργάτες του υποστήριξαν, από την πλευρά τους, ότι οι δασμοί είναι απαραίτητοι για να προστατευτεί η αμερικανική βαριά βιομηχανία.
Ο Ναβάρο θεωρείται ο ιδεολογικός «γκουρού» του οικονομικού προστατευτισμού. Πιστεύει ότι οι πολυμερείς συμφωνίες για την απελευθέρωση του εμπορίου που υπογράφτηκαν τις τελευταίες δεκαετίες έπληξαν σοβαρά τον αμερικανικό κατασκευαστικό τομέα επιτρέποντας σε χώρες όπως η Κίνα, το Μεξικό και ο Καναδάς να εκμεταλλεύονται τις ΗΠΑ.
Και κάπως έτσι ο επιχειρηματίας Ντόναλντ Τραμπ διαμόρφωσε το βασικό επιχείρημα που τελικά τον έφερε στο Λευκό Οίκο: Οι Αμερικανοί εργάτες χάνουν τις δουλειές τους επειδή η Αμερική είναι ο μεγάλος χαμένος του διεθνούς εμπορίου.
Δεν είναι βέβαια έτσι. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις ευημερούσαν όλα αυτά τα χρόνια μεταφέροντας τις μονάδες παραγωγής τους στο εξωτερικό, ενώ το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, το οποίο επικαλείται διαρκώς ο Τραμπ για να αποδείξει πόσο «ριγμένη» είναι η χώρα του, τελικά δεν επηρεάζεται τόσο από τους δασμούς όσο από μια σειρά μακροοικονομικούς παράγοντες, όπως η δημοσιονομική πολιτική και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι, παρά το μένος της κυβέρνησης Τραμπ κατά της «κίτρινης απειλής», δεν είναι η Κίνα εκείνη που θα υποφέρει περισσότερο από τους δασμούς. Μόλις το 1% του χάλυβα που εισάγεται σήμερα στις ΗΠΑ προέρχεται από εκεί. Αντίθετα τα θύματα της πολιτικής Τραμπ θα είναι κυρίως φίλοι και σύμμαχοι: η Βραζιλία, η Ε.Ε., η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Ο Καναδάς και το Μεξικό εξαιρούνται μεν προσωρινά, αλλά η κίνηση φαίνεται να αποτελεί περισσότερο έναν μοχλό πίεσης προκειμένου οι δύο χώρες να υποχωρήσουν στις αμερικανικές απαιτήσεις για την αναθεώρηση της NAFTA.

Το αντίθετο αποτέλεσμα

Δεν είναι τυχαίο ότι, τη στιγμή που ο Αμερικανός Πρόεδρος ετοιμαζόταν να εξαπολύσει τον «καλό» και τόσο «εύκολο» να κερδηθεί εμπορικό του πόλεμο, η πραγματικότητα διέψευδε για μία ακόμη φορά πανηγυρικά τη ρητορική του. Ένα χρόνο ακριβώς μετά την είσοδο του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και παρά τα σκληρά μέτρα του με στόχο «τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ», το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας του αυξανόταν ακόμη περισσότερο φτάνοντας τον Ιανουάριο τα 56,6 δισεκατομμύρια δολάρια, το υψηλότερο, δηλαδή, επίπεδο των τελευταίων εννέα ετών.
Όπως αποδείχτηκε, η επιθετική και αλλοπρόσαλλη πολιτική Τραμπ πέτυχε τελικά το εντελώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Με το να προαναγγείλει τους δρακόντειους δασμούς του το μόνο που κατάφερε ο Αμερικανός Πρόεδρος ήταν να ενθαρρύνει τους βιομήχανους της χώρας του να αγοράσουν άρον - άρον τεράστιες ποσότητες αλουμινίου και χάλυβα διευρύνοντας ακόμη περισσότερο το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.
Η αμερικανική κυβέρνηση παίζει διαρκώς με τη φωτιά, αλλά μέχρι σήμερα έχει κατορθώσει να αποφύγει την καταστροφή. Τίποτε όμως δεν αποκλείει ένα «δυστύχημα» στο άμεσο μέλλον. Ο χάλυβας και το αλουμίνιο ενδέχεται τελικά να αποδειχτούν μόνο τα πρώτα προειδοποιητικά πυρά μιας ανελέητης σύγκρουσης. Δεν είναι μόνο το ύψος των δασμών αυτό που προκαλεί εντύπωση: 25% για τον χάλυβα και 10% για το αλουμίνιο.
Εκείνο που πραγματικά τρομάζει είναι το σκεπτικό του Λευκού Οίκου. Το γεγονός ότι τα μέτρα επιβάλλονται για λόγους «εθνικής ασφάλειας», μια αιτιολόγηση που συνήθως χρησιμοποιείται μόνο σε περιπτώσεις πολέμου ή εθνικών κρίσεων. Υπογράφοντας άλλωστε το σχετικό διάταγμα την Πέμπτη, ο Αμερικανός Πρόεδρος έκανε λόγο για μια «επίθεση» που δέχεται η χώρα του.
«Με το να επικαλεστεί την εθνική ασφάλεια προκειμένου να επιβάλει νέους δασμούς, ο κ. Τραμπ πέρασε μια διαχωριστική γραμμή στο διεθνές εμπορικό σύστημα» σημειώνει χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Financial Times». Πρόκειται ουσιαστικά για τη διάλυση του ίδιου συστήματος που διασφάλισε μεταπολεμικά τόσο την κυριαρχία της Ουάσιγκτον όσο και την αποφυγή των καταστροφικών πολέμων που σημάδεψαν το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Η αποδιάρθρωση ενός συστήματος

Το διεθνές σύστημα εμπορίου που στήθηκε γύρω από το Μπρέτον Γουντς και τη συνθήκη GATT είχε την υπογραφή της Ουάσιγκτον. Σήμερα είναι η Ουάσιγκτον εκείνη που πρώτη το δυναμιτίζει υπό τον φόβο που προκαλεί η ανερχόμενη δύναμη των ηττημένων του πολέμου και μιας χώρας που ελάχιστοι υπολόγιζαν ως διεθνή παράγοντα τη δεκαετία του 1940, της Κίνας. Και το πιο ανησυχητικό σε όλα αυτά είναι ότι η όξυνση των οικονομικών ανταγωνισμών συμβαδίζει με την εκρηκτική αύξηση των αμυντικών δαπανών σε όλες τις πλευρές της αντιπαράθεσης.
Η άλλη όψη είναι ακόμη πιο τρομακτική. Ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσίασε πρόσφατα τα «αόρατα» πυρηνικά όπλα που θα απαντήσουν στα «εύχρηστα» πυρηνικά του Ντόναλντ Τραμπ. Στις ΗΠΑ Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί κατέληξαν σε συμφωνία για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό που αυξάνει τα αμυντικά κονδύλια κατά 160 δισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη διετία. Τις αμυντικές της δαπάνες αυξάνει δραματικά και η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν, ενώ κάτι ανάλογο προβλέπει και η συμφωνία για τη συγκρότηση νέας γερμανικής κυβέρνησης.
Εν αρχή, όμως, ην το εμπόριο. Η κατάρρευση του μεταπολεμικού πλαισίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάτι που όλοι φοβούνται να φανταστούν. Οι “New York Times” κάνουν λόγο για «τον πιο εκτεταμένο εμπορικό πόλεμο που έχει δει ο πλανήτης από την εποχή του κραχ». Για τον Μάρτιν Γουλφ, βασικό οικονομικό αναλυτή των “Financial Times” όλα αυτά ισοδυναμούν με τη «βαλκανοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας».
Κατά τα άλλα η ρητορική Τραμπ περί της ανοχύρωτης υπερδύναμης της οποίας ηγείται βασίζεται ως συνήθως στα fake news με τα οποία αρέσκεται να τροφοδοτεί την αμερικανική κοινή γνώμη. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, το επίπεδο των δασμών στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου βρίσκεται σήμερα σε παρόμοια επίπεδα: κατά μέσον όρο για το 2015 έφταναν το 2,1% στην Ιαπωνία, το 2,4% στις ΗΠΑ και το 3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η «ανορθογραφία» του 4,4% της Κίνας αποτελεί προϊόν συλλογικής διαπραγμάτευσης. Όταν έγινε δεκτή στον ΠΟΕ το 2001, εθεωρείτο ακόμη αναπτυσσόμενη χώρα.

Πηγή: Αυγή

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

Ο Ντράγκι και η νεοφιλελεύθερη ψυχή της Ευρωζώνης




του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Μπορεί ο Μάριο Ντράγκι να διανύει τον τελευταίο χρόνο της θητείας του, ξεσκονίζοντας τον θώκο του για τον επόμενο, πιθανότατα Γερμανό διάδοχό του. Άρα αναρωτιέται κανείς τι ζόρι τραβάει με τους πλειστηριασμούς στην Ελλάδα.
Τι ακριβώς έγινε στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, τι ακριβώς διημείφθη μεταξύ του προέδρου της ΕΚΤ και του υπουργού Οικονομικών ίσως δεν το μάθουμε σύντομα. Περιοριζόμαστε στην ανεκδοτολογική εκδοχή του περιστατικού και στα όσα ευγενικά και διακριτικά είπε ο Ε. Τσακαλώτος στο Ευρωκοινοβούλιο. Το πρωτόκολλο εχεμυθείας δεσμεύει τους συμμετέχοντες σ’ αυτό το «άτυπο» και ανεξέλεγκτο όργανο της Ευρωζώνης που αποφασίζει για τα πάντα χωρίς να λογοδοτεί σε κανένα και χωρίς καν να πρακτικογραφούνται επίσημα οι συνεδριάσεις του. Θυμόμαστε, βέβαια, ότι θεωρήθηκε έγκλημα καθοσιώσεως -ή απλώς γραφικότητα- από τους τότε ομολόγους του η εξομολόγηση του Γ. Βαρουφάκη ότι ηχογραφούσε τις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Αυτό, βέβαια, δεν είναι ιδιομορφία αποκλειστικά του Eurogroup. Κι άλλα κορυφαία όργανα της Ε.Ε. προτιμούν την «άτυπη» λειτουργία, τους κανόνες «εχεμύθειας» και το προνόμιο της αδιαφάνειας. Πρώτη απ’ όλους η ΕΚΤ. Πώς καταλήγει στις αποφάσεις του το Διοικητικό της Συμβούλιο, τι θέση παίρνουν εκεί οι 19 κεντρικοί τραπεζίτες και τα 6 μέλη του Εκτελεστικού της Συμβουλίου πριν ο «μάγος» Ντράγκι ανακοινώσει την απόφαση; Ως γνωστόν, η ηγεσία της ΕΚΤ, οχυρωμένη πίσω από την εδραιωμένη στις συνθήκες σιδηρά «ανεξαρτησία» της, αρνείται να δώσει στοιχεία για τον τρόπο που διαμορφώνει τις αποφάσεις της ακόμη και στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, κορυφαίο ελεγκτικό όργανο της Ε.Ε.
Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ή είναι, στον βαθμό που ο φημολογούμενος διαπληκτισμός Ντράγκι- Τσακαλώτου φωτίζει την υπερεξουσία της ΕΚΤ όχι μόνο στη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, αλλά και στο ψαλίδισμα της κυριαρχίας κάθε κράτους - μέλους. Μπορεί ο Μάριο Ντράγκι να διανύει τον τελευταίο χρόνο της θητείας του, ξεσκονίζοντας τον θώκο του για τον επόμενο, πιθανότατα Γερμανό διάδοχό του. Άρα αναρωτιέται κανείς τι ζόρι τραβάει με τους πλειστηριασμούς στην Ελλάδα.
Προφανώς το θέμα δεν είναι προσωπικό. Ο Μάριο Ντράγκι θα συνεχίσει την καριέρα του στην Goldman Sachs ή σε κάποιο άλλο παγκόσμιο τραπεζικό «ζόμπι» ή σε κάποιον ευαγή διεθνή οργανισμό - κανείς δεν πάει χαμένος από το κλαμπ της χρηματοπιστωτικής ελίτ, το περίφημο G30. Ούτε είναι θέμα ψυχολογίας ο βαθμός αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας του Ντράγκι ή του Ρέγκλινγκ στις εκτιμήσεις τους για τις ελληνικές επιδόσεις στο «σπριντ» προς την «καθαρή» ή «ακάθαρτη» έξοδο από τα Μνημόνια. Είναι θέμα άσκησης μιας αυταρχικής εξουσίας που θεωρεί τις ελληνικές συστημικές τράπεζες ιδιοκτησία της, παρά την αιματηρή ανακεφαλαιοποίησή τους με χρήματα των φορολογουμένων. Που δεν μοιράζεται με κανέναν το προνόμιο ελέγχου της -ούτε καν με τα «αγορές» στις οποίες ομνύει- και γι’ αυτό απαιτεί 40.000 ετησίως από το 2019. Είναι μια εξουσία ανεξέλεγκτη, οπλισμένη με τη φετιχιστική δύναμη της διαχείρισης του χρήματος και με τη μυστικιστική προσήλωση των ευρωπαϊκών θεσμών και των αγορών στη νομισματική της πολιτική. Με λίγα λόγια, είναι η νεοφιλελεύθερη ψυχή της Ευρωζώνης που θα ασκεί τη δηλητηριώδη επιρροή της και μετά τον Αύγουστο. Θα απαιτεί «τη λίβρα κρέας από τη σάρκα μας» και στην εκδοχή των εκπλειστηριασμένων ακινήτων.
Κομίζεις γλαύκαν εις Αθήνας θα μου πείτε, και σωστά. Μικρός είναι ο κόσμος κι ίσως αρκετοί γνωρίζουν ότι προσωπικά πιστεύω πως ο μόνος τρόπος να απαλλαγεί η Ευρωζώνη από τη σκοτεινή, νεοφιλελεύθερη ψυχή της είναι η διάλυση και η επανίδρυση σε δημοκρατική βάση, σε όλη τη θεσμική πυραμίδα της. Δύσκολο, χρονοβόρο, ακριβό. Αλλά δεν βλέπω πώς αλλιώς.
Όμως, από όσους πιστεύουν ότι είναι εφικτή η δημοκρατική μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης κι έχουν τον θεσμικό ρόλο να προτείνουν το πώς, δεν βλέπω την παραμικρή πρωτοβουλία σε μια συγκυρία που αυτό επιβάλλεται και επιτρέπεται.
Η Κομισιόν και ο γαλλογερμανικός «άξονας» (λέμε τώρα...) έχουν δρομολογήσει το δικό τους σχέδιο μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης, με πρώτο σταθμό τον Ιούνιο. Ο ESM θα γίνει ΕΝΤ, θα υπάρξουν αλλαγές στη διαδικασία του «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου» ή στη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, για ορισμένους θεσμούς αναζητείται δημοκρατική επίφαση. Η διεργασία περιορίζεται σε ένα γαλλογερμανικό διάλογο, με την Κομισιόν συντονιστή. Και παρά τις πάγιες γερμανικές αμφιβολίες για την πολιτική της ΕΚΤ, αυτό που μένει στο απυρόβλητο απ’ αυτή τη «μεταρρυθμιστική» σούπα είναι η νεοφιλελεύθερη ψυχή της Ευρωζώνης, η απόλυτη και ανεξέλεγκτη εξουσία της Φραγκφούρτης. Πολλά κεφάλαια των συνθηκών της Ε.Ε. έχουν ανοίξει, απαιτείται η αναθεώρησή τους, αλλά ουδείς διανοείται να ανοίξει το κεφάλαιο της «ανεξαρτησίας» της ΕΚΤ, που με την προώθηση της τραπεζικής ένωσης θα γίνει ακόμη πιο καταθλιπτική. Φανταστείτε δε τι θα γίνει και με Γερμανό επικεφαλής της. Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης για όσους πιστεύουν ότι είναι εφικτός ο εκδημοκρατισμός της Ευρωζώνης. Ας αρχίσουν από τη νεοφιλελεύθερη ψυχή της.

Πηγή: Αυγή