Γράφει ο Κώστας Ράπτης
Μετά τις κυρώσεις τι; Το ερώτημα αυτό απασχολεί τις διεθνείς πρωτεύουσες μετά την ενεργοποίηση από τα μεσάνυχτα της Δευτέρας αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, σε λογική συνέχεια της ελέω Ντόναλντ Τραμπ απόσυρσης των ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Μιλώντας προς δημοσιογράφους στην πτήση της επιστροφής του από περιοδεία σε τρεις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάικ Πομπέο τόνισε ότι οι νέες αυτές κυρώσεις “θα υλοποιηθούν αποφασιστικά” και θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την επίτευξη της αλλαγής συμπεριφοράς του Ιράν.
“Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να βρούμε έναν τρόπο να κινηθούμε προς τα εμπρός” είπε χαρακτηριστικά ο Πομπέο, αφήνοντας θεωρητικά ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής εκτόνωσης των εντάσεων. “Αλλά αυτό” πρόσθεσε “θα απαιτήσει μία τεράστια αλλαγή από μέρους του ιρανικού καθεστώτος. Θα πρέπει να συμπεριφέρονται ως μία κανονική χώρα. Είναι τόσο απλό”.
Το ποιες ακριβώς είναι αυτές οι αλλαγές στις οποίες αποβλέπει η Ουάσινγκτον δεν μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί.
Πρόσφατες διαρροές στον αυστραλιανό τύπο εμφάνιζαν την αμερικανική πλευρά διατεθειμένη να προχωρήσει σε στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν και να ζητά μάλιστα για τον σκοπό αυτό από την Καμπέρα τη συνδρομή της. Ωστόσο, ο κατεξοχήν αρμόδιος Τζέιμς Μάτις, υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών διέψευσε τα δημοσιεύματα ενώ και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ, κατά την ιδιόμορφη διαπραγματευτική τακτική του, εμφανίστηκε προ ημερών διατεθειμένος να συνομιλήσει με την Τεχεράνη. Από την πλευρά τους πάντως οι Ιρανοί ιθύνοντες έσπευσαν να απαντήσουν με απειλές κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, από τα οποία διέρχονται όλες οι εξαγωγές πετρελαίου του Περσικού Κόλπου.
Και αν μεν για τα σενάρια στρατιωτικής επέμβασης ισχύει, λόγω του όγκου και της γεωμορφολογίας του Ιράν, η διαπίστωση του άλλοτε αρχηγού της Μοσάντ Μέιρ Νταγκάν ότι πρόκειται για τη “μεγαλύτερη ανοησία” που έχει ακούσει, τούτο καθόλου δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραιτούνται από την ιδέα της απομόνωσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Άλλωστε, η κλιμάκωση των πιέσεων κάθε άλλο παρά αποκλείει το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής συνδιαλλαγής, με τους όρους βέβαια που φαντάζεται ο Τραμπ.
Η μερική αναδίπλωση της Αμερικής από το μέτωπο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, σε συνδυασμό με το σχέδιο επίλυσης της ισραηλινο-παλαιστινιακής διαμάχης το οποίο επεξεργάζεται ο προεδρικός γαμπρός Τζέραντ Κούσνερ, προϋποθέτει ότι το κενό δεν θα καλυφθεί από την προβολή της ιρανικής ισχύος, όπως ήδη συμβαίνει εν μέρει στο Ιράκ και τη Συρία.
Από την άλλη πλευρά η ενδεχόμενη επιδίωξη μιας “αλλαγής καθεστώτος” στην Τεχεράνη, μέσω μιας εσωτερικής κατάρρευσης την οποία θα προκαλούσε η όξυνση των εσωτερικών αντιθέσεων του Ιράν, δεν φαντάζει ρεαλιστική και πάντως μοιάζει να υποτιμά τον βαθμό συνοχής της ιρανικής κοινωνίας και πολιτείας.
Ήδη το Ιράν σφίγγει το ζωνάρι επιβάλλοντας, ενόψει των κυρώσεων που ενεργοποιούνται σήμερα, περιορισμούς στην εξαγωγή συναλλάγματος, ενώ παράλληλα προέβη σε μιαν αγορά της τελευταίας στιγμής με την προμήθεια τεσσάρων επιβατικών αεροσκαφών.
Τα βλέμματα βέβαια στρέφονται πολύ περισσότερο στον επόμενο γύρο κυρώσεων που θα ενεργοποιηθεί στις 4 Νοεμβρίου και θα αφορά τις ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου που αποτελούν την καρδιά της ιρανικής οικονομίας. Ωστόσο, και αυτών των κυρώσεων η σημασία θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, αφότου η Κίνα (προορισμός του 35% των ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου) ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να τερματίσει τις συναλλαγές της με την ισλαμική Δημοκρατία.
Πολύ περισσότερο από ό,τι διακυβεύεται διμερώς μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν η επαναφορά των κυρώσεων αποτελεί ένα στοίχημα για τον βαθμό ελέγχου που μπορεί να ασκήσει η Ουάσιγκτον στο διεθνές εμπόριο.
Και σε αυτό το επίπεδο όμως τα πράγματα είναι πλέον πολύ πιο σύνθετα, καθώς αποτελεί ανοιχτό ερώτημα κατά πόσον η αμερικανική πλευρά δύναται ή επιθυμεί να προβεί λ.χ. σε τιμωρητικά μέτρα εναντίον των κινεζικών εταιρειών που συναλλάσσονται με την Ισλαμική Δημοκρατία. Πόσω μάλλον πού ο ενεργειακός κλάδος των ΗΠΑ προσβλέπει σε μεγαλύτερη διείσδυση στην κινεζική αγορά.
Αντίστοιχα, δύσκολα θα εξασφαλισθεί η συμμόρφωση της Ινδίας στις αμερικανικές επιλογές, δεδομένων των προνομιακών τιμών και των διευκολύνσεων πληρωμής που έχουν συμφωνηθεί στις εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου στον έτερο ασιατικό γίγαντα. Με αυτή την έννοια η απομόνωση της Τεχεράνης ποτέ δεν θα είναι πλήρης.
Δημοσιεύματα μάλιστα φέρουν τον Τραμπ έτοιμο να μετατρέψει αυτή την αδυναμία του σε όπλο, διαπραγματευόμενος με τους Κινέζους και τους Ινδούς τη χορήγηση επίσημης εξαίρεσης (waiver) από τις κυρώσεις εις βάρος του Ιράν, έναντι ανταλλαγμάτων (λ.χ. σε πρώτη φάση τη συγκράτηση στα σημερινά επίπεδα των ινδικών και κινεζικών εισαγωγών πετρελαίου που διόλου τυχαία αυξάνονται ραγδαία το τελευταίο διάστημα). Αλλά και η Ρωσία δεν έχει λόγους να δυσαρεστείται από την αύξηση της τιμής του πετρελαίου που μοιραία θα επιφέρει η στοχοποίηση της ιρανικής παραγωγής.
Σε κάθε περίπτωση, ο χαμένος της ιστορίας είναι δίχως άλλο οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, οι οποίοι δεν διαθέτουν ουσιαστική μόχλευση στις εξελίξεις. Όσο και αν οι πολιτικές ηγεσίες της Ε.Ε. διακηρύσσουν την αφοσίωσή τους στη συμφωνία του 2015, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να εγκαταλείπουν την ιρανική αγορά, μη αποτολμώντας την αναμέτρηση με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Η “ευρασιατική συσπείρωση” δυνάμεων όπως η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν συντονίζεται με την διαμόρφωση μιας όλο και πιο ετεροβαρούς διατλαντικής σχέσης.
Πηγή: capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου