του Θανάση Γιαλκέτση
Ο Ιταλός φιλόσοφος Ρέμο Μποντέι έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής (Κέμπριτζ, Οτάβα, Νέα Υόρκη, Τορόντο κ.α.). Σήμερα διδάσκει στο UCLA του Λος Αντζελες. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε στην εφημερίδα Il Giornale.
● Η ευτυχία είναι κάτι που μπορεί να κατακτηθεί, κάτι σταθερό ή κάτι που μας διαφεύγει;
Η ευτυχία δεν μπορεί να επιτευχθεί κατά παραγγελία. Δεν μπορούμε να πούμε: «να είσαι ευτυχισμένος», όπως λέμε «να είσαι αυθόρμητος». Ο Τσέχοφ μάς θυμίζει ότι η ευτυχία είναι μια ανταμοιβή που δίνεται σε όποιον δεν την αναζητάει. Το να την επιδιώκουμε με επιμονή μπορεί να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Μερικές φορές μπορεί να τύχει να την κατακτήσουμε και να απογοητευτούμε. Η ευτυχία δεν μοιάζει με έναν μόνιμο γαλάζιο ουρανό. Μπορεί να παραβληθεί μάλλον με την καμπύλη ενός γραφήματος, με κορυφώσεις, στασιμότητες και πτώσεις. Οι υψηλότερες κορυφές δεν είναι πάντοτε μέσα στις δυνατότητές μας. Σημασία έχει να καταφέρνουμε μιαν ικανοποιητική μέση πορεία. Θεωρώ εξάλλου ότι ο στόχος πρέπει να είναι η σύζευξη της ιδιωτικής ευτυχίας με τη δημόσια. Ακόμη και οι Στωικοί (αλλά όχι μόνον αυτοί) σκέφτονταν έτσι.
● Σύμφωνα με τον Επίκτητο, για να είμαστε ευτυχισμένοι πρέπει να δίνουμε σημασία μόνο σε αυτό που εξαρτάται από εμάς, δεδομένου ότι σε αυτό που εξαρτάται από τους άλλους δεν έχουμε κανέναν έλεγχο. Συμφωνείτε και με αυτό;
Νομίζω ότι είναι ένας ορθός συλλογισμός. Το στωικό ιδεώδες ήταν διπλό: Πρώτα απ’ όλα να σμιλεύουμε τους εαυτούς μας, σχεδόν μια αισθητική της ηθικής (Σενέκας, Μάρκος Αυρήλιος). Δεύτερον, να εναρμονιζόμαστε με τον ρυθμό της φύσης, του σύμπαντος. Παρατηρώντας τον κόσμο, ακόμη και τις πιο δυσάρεστες όψεις του, κατανοούμε το αναπόφευκτο όσων συμβαίνουν, την ύπαρξή μας βυθισμένη στην ασθένεια, στον θάνατο. Από τη στιγμή που θα το κατανοήσουμε αυτό, θα γίνει πιο εύκολο να υπομείνουμε κάθε συμβάν με ψυχική ηρεμία.
● Και η αθανασία; Επιβιώνει ακόμη αυτή η προσδοκία; Και ποιες μορφές παίρνει; Υπάρχει τρόπος με τον οποίο μπορούμε να γίνουμε αθάνατοι; Στο «Συμπόσιο» ο Πλάτων υποδεικνύει δύο δρόμους: Αν είναι κάποιος καλλιτέχνης, γίνεται αθάνατος με τα έργα του. Διαφορετικά μέσω των απογόνων του.
Από τον Πλάτωνα κι έπειτα, η θεραπεία ενάντια στον θάνατο ήταν η φιλοσοφία. Αν η απορία είναι έλλειψη διεξόδων, η φιλοσοφία είναι «ευφορία», καλή διέξοδος, δηλαδή προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων στα υπαρξιακά προβλήματα. Η αθανασία έγινε αντιληπτή όχι μόνον ως νίκη πάνω στον θάνατο, αλλά και ως εξύψωση από τον κόσμο των αισθήσεων προς εκείνο των ιδεών. Το τωρινό πρόβλημα είναι ότι, ακόμη και μεταξύ εκείνων που πρεσβεύουν μια θρησκευτική πίστη, έχει μειωθεί η πίστη στην αθανασία της ψυχής, μια ιδέα προικισμένη με μεγάλη δύναμη, που στο παρελθόν ωθούσε τους ανθρώπους να ζουν με βάση αυτό που τους περίμενε μετά τον θάνατο. Σήμερα όμως η ιδέα της αθανασίας είναι νεφελώδης και έχει αντικατασταθεί από εκείνη της μακροζωίας.
● Στο παρελθόν το θέμα της αθανασίας αφορούσε την ψυχή. Από τη στιγμή όμως που η ψυχή γίνεται η συνείδηση, ο νους, ο εγκέφαλος, όλα αυτά τα πράγματα που χάνονται με την κατάπτωση του σώματος, ο λόγος περί αθανασίας της ψυχής καταλήγει στο μηδέν.
Το 1694, ο Λοκ, ένθερμος αγγλικανός –που είχε επίγνωση του γεγονότος ότι, αφού κάθε γνώση πηγάζει από τις αισθήσεις, δεν υπάρχει τρόπος να αποδείξουμε την αθανασία της ψυχής– επινοεί την έκφραση «προσωπική ταυτότητα», ένα είδος νήματος βασιζόμενου στη μνήμη, που εν μέρει το αφήνουμε πίσω μας (το παρελθόν) και εν μέρει ξετυλίγεται μπροστά μας (το μέλλον), στο οποίο συμπυκνώνονται φροντίδες, προσδοκίες. Αυτό το νήμα μπορεί να κοπεί σε οποιοδήποτε σημείο και σε κάθε στιγμή. Και όταν αυτό συμβαίνει (όταν για παράδειγμα μας πλήττει η ασθένεια Αλτσχάιμερ), η συνείδηση, νοούμενη ως επίγνωση του εαυτού (και όχι πλέον ως ψυχή), χάνεται ξαφνικά. Και από εκείνη τη στιγμή δεν υπάρχει πλέον ένας πυρήνας ταυτότητας στον οποίο να αναγνωριζόμαστε. Στην ουσία δεν μας απομένει τίποτα. Σχετικά με την προσωπική ταυτότητα ο Χιουμ μιλάει για μια πολιτεία συνειδήσεων. Για τον Καντ, το «εγώ σκέφτομαι», που συνοδεύει τις αναπαραστάσεις μας, είναι αναπόδεικτο. Για τον Νίτσε, είμαστε μια συνομοσπονδία ψυχών. Το «εγώ» του Καρτέσιου δεν είναι παρά ένα προϊόν της φαντασίας. Για τον Λεβί-Στρος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα παραχαϊδεμένο παιδί. Ολη αυτή η περιφρόνηση απέναντι στο «εγώ» είχε ένα στόχο: να καταδείξει τη μικρότητα του ανθρώπου θέτοντας υπό αμφισβήτηση την ιδέα της ατομικής ευθύνης. Ο Πιραντέλο ασχολήθηκε σε βάθος με το θέμα της ταυτότητας, παράγοντας πάνω από εξήντα έργα βασιζόμενα στο σχίσμα της προσωπικότητας, με σκοπό να καταδείξει ότι, αν είμαστε πολλαπλοί, μειώνεται κάθε προσωπική ευθύνη.
● Η Μαντάμ ντε Σταλ ισχυριζόταν ότι δεν δοκιμάζουμε τίποτα που να μη μας φαίνεται ότι το έχουμε ήδη διαβάσει κάπου (ή το έχουμε δει σε κάποια ταινία, θα πρόσθετα). Τα συναισθήματά μας επομένως είναι μόνον αντίγραφα συναισθημάτων, κλώνοι συγκινήσεων;
Σήμερα ζούμε έναν αριθμό ζωών απείρως ανώτερο από το παρελθόν, μέσω της λογοτεχνίας, του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, των ταξιδιών, των σχέσεων, του διαδικτύου. Ενημερωνόμαστε λεπτό προς λεπτό γι’ αυτά που συμβαίνουν στους άλλους. Δεν μας αρκεί πλέον ο εαυτός μας. Η ταυτότητά μας έχει γίνει ασταθής. Εχουμε άπειρα υποδείγματα από τα οποία μπορούμε να εμπνεόμαστε. Μπορούμε να φανταστούμε ότι είμαστε όποιοι θέλουμε και μέσα όπως το διαδίκτυο μας βοηθούν σε αυτό. Προσοχή όμως να μη γίνουμε άνθρωποι-χαμαιλέοντες, όπως ο Ζέλιγκ. Ο Πιραντέλο λέει ότι οι άλλοι μάς βλέπουν με τρόπο διαφορετικό σε σχέση με την ιδέα που εμείς έχουμε για τους εαυτούς μας, η οποία είναι ένας συνδυασμός αυτού που ζούμε και αυτού που φανταζόμαστε. Ωστόσο, για τον Πιραντέλο η λύση στον πολλαπλασιασμό των ταυτοτήτων είναι να κατορθώσουμε να μην είμαστε πλέον κανένας, να μεταβληθούμε σε πέτρα. Μπορεί όμως η απώλεια της συνείδησής μας, της ταυτότητάς μας, να αντιπροσωπεύει μια διέξοδο; Μπροστά στη σκληρότητα του κόσμου χρειάζεται να αντιδράσουμε, να είμαστε μαχητικοί, να μην αφήνουμε τα πράγματα να συμβαίνουν και να μας παρασύρουν. Χρειάζεται να αντιμετωπίζουμε τον κόσμο, όπως έλεγαν οι αρχαίοι, με θάρρος και διορατικότητα.
● Σήμερα ο κόσμος είναι αληθινά πιο πολύπλοκος;
Είναι διαφορετικά πολύπλοκος. Πάντα ήταν πολύπλοκος, αλλά στο παρελθόν παράδοση, θρησκεία και ιδεολογίες μάς τον πρόσφεραν με μορφή απλοποιημένη, διαδίδοντας απατηλές βεβαιότητες. Η πολυπλοκότητα του κόσμου είναι τέτοια ώστε συχνά, όσο περισσότερο προσπαθούμε να την κατανοήσουμε, τόσο λιγότερο κατορθώνουμε να την αντιληφθούμε. Είναι απερίσκεπτο να μιλάμε για πράγματα που δεν γνωρίζουμε, μολονότι διαρκώς οδηγούμαστε να το κάνουμε, συχνά χωρίς σύνεση. Θα έπρεπε, αντίθετα, να εκφραζόμαστε πάντα υποθετικά. Αλλά και να ξέρουμε, όταν χρειάζεται, να παίρνουμε ρίσκα, να εκτιθέμεθα, προκειμένου να αποφεύγουμε να μετατρεπόμαστε σε πιόνια ενός παιχνιδιού που μας υπερβαίνει. […]
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου