Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Το έγκλημα της Δρέσδης


 

Η Δρέσδη, η «Φλωρεντία του ‘Ελβα» όπως αποκαλείτο, ήταν μια πόλη μνημείο. Μια πόλη με χαρακτήρα μουσείου, γεμάτη αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, βιβλιοθήκες, θέατρα, μουσεία, πάρκα. Ήταν μια πόλη απαράμιλλης πολιτιστικής ομορφιάς και γι’ αυτό είχε μείνει ανέπαφη από τους βομβαρδισμούς. Γι' αυτό το λόγο, εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από την Ανατολική Γερμανία είχαν καταφύγει εκεί. Όμως, μετά από διαταγή των Αγγλοαμερικάνων, άρχισε ο ανελέητος βομβαρδισμός της, ο οποίος ξεκίνησε στις 13 Φεβρουάριου του 1945 κι ολοκληρώθηκε δυο νύχτες μετά. Στο συγκεκριμένο έγκλημα πολέμου, 1.400 αμερικανικά και βρετανικά αεροπλάνα σε σχηματισμό V, διέσχισαν χωρίς αντίσταση τον γερμανικό ουρανό ισοπεδώνοντας την "πόλη-μουσείο". Η πόλη της Δρέσδης, ένα μνημείο του πολιτισμού καταστράφηκε ολοσχερώς. Το 88% των κτηρίων της καταστράφηκε, ενώ υπολογίζεται ότι πάνω από 120.000 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους. 
Για το συγκεκριμένο έγκλημα πολέμου, ο Βρετανός ιστορικός Alastair Parker, αναφέρει στο βιβλίο του "Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος" (Εκδόσεις Επιλογή / Θύραθεν - Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης) τις παρακάτω αναφορές: 
«Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης δεν προκλήθηκε από τις ανάγκες του πολέμου. Τη νύχτα της 13ης Φεβρουάριου 1945, πάνω από 800 βρετανικά βομβαρδιστικά πέταξαν στη Δρέσδη και κατάφεραν ένα από τα πιο ολέθρια πλήγματα του πολέμου. Την επόμενη ακολούθησαν πάνω από 400 αμερικανικά βομβαρδιστικά, και την 15η Φεβρουάριου άλλα 200. Παρόλο που κανείς δε γνωρίζει τον ακριβή αριθμό θανάτων, η βρετανική επιδρομή άφησε πίσω της πολύ περισσότερους νεκρούς από κάθε άλλο βομβαρδισμό, ίσως μάλιστα περισσότερους από κάθε άλλη αεροπορική επιδρομή στην ιστορία, συμπεριλαμβανομένης και της ατομικής καταστροφής στη Χιροσίμα» (σελ. 227). 
«Τα επιχειρήματα του Τσόρτσιλ ήταν: εφ’ όσον οι Γερμανοί άρχισαν πρώτοι τους βομβαρδισμούς αμάχων, νομιμοποίησαν το βομβαρδισμό των Γερμανών πολιτών. Και, δεύτερον, ότι οι Γερμανοί άξιζε να τιμωρηθούν! Κρατάμε το ξίφος της δικαιοσύνης και είμαστε αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουμε αυτό το ξίφος με τη μέγιστη σφοδρότητα, μέχρι τέλους» (σελ. 228). 
Συνεχίζει ο συγγραφέας: «Οι Βρετανοί χτυπούσαν κατοικημένες περιοχές για να σκοτώνουν ή να τρομοκρατούν αμάχους εργαζόμενους. Αλλά και οι μισές τουλάχιστον αμερικανικές βόμβες ρίχτηκαν στα τυφλά, σε συνθήκες νέφωσης ή ομίχλης» (σελ. 228 – 229). 
Η τελευταία άποψη βασίστηκε στο σκεπτικό του Frederick A. Lindemann, αρχισυμβούλου του Τσώρτσιλ, ο οποίος είχε ισχυριστεί πως "οι βομβαρδισμοί πρέπει να γίνονται σε σπίτια της εργατικής τάξης επειδή τα σπίτια της μεσαίας τάξης έχουν πολύ χώρο γύρω τους οπότε οι Σύμμαχοι θα ήταν υποχρεωμένοι να σπαταλήσουν περισσότερες βόμβες".

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2023

Μια ηλιόλουστη χειμερινή συνάντηση με τον Γιώργο Μιχαήλοβιτς

 


Κατηφορίσαμε προς το φαράγγι Τάρας και διασχίσαμε την εντυπωσιακή γέφυρα προσπαθώντας να αποβάλλουμε απ’ το μυαλό μας τη σκέψη πως από κάτω μας το ποτάμι κυλούσε σε βάθος χιλίων τριακοσίων μέτρων. Η φύση γύρω μας οργίαζε, σαν να μην είχε περάσει ποτέ άνθρωπος απ’ αυτά τα άγριας ομορφιάς θεόρατα βουνά. Αυτά εδώ τα μέρη ήταν η πατρίδα των παππούδων ενός γλυκού ανθρώπου που είχα γνωρίσει εκείνη τη χρονιά σε μια από τις επισκέψεις μου στη Θεσσαλονίκη. 
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν θα ξεχάσω εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό που συνάντησα την ανθρωπιά στην όψη ενός γέροντα, που μια ζωή περιφερόταν ανάμεσα σε κυπαρίσσια και στρατιωτικά μνήματα. Μέχρι τότε πίστευα πως η γνήσια ανθρωπιά κρύβεται σε κάποιο έρημο περιγιάλι ή σε κάποιο απόμακρο χωριό. Είχα την εντύπωση πως φώλιαζε στις καρδιές ταπεινών ανθρώπων της θάλασσας, του κάμπου και των βουνών. Ανθρώπων που σπάνια συναντάει κανείς στην καρδιά μιας μεγάλης πόλης. Πόσο μάλλον σε έναν άνθρωπο που σ’ όλη του τη ζωή είναι κλεισμένος μέσα σε ένα νεκροταφείο. 
Έφερα στο μυαλό μου το πρωινό εκείνης της ηλιόλουστης Δευτέρας του Γενάρη που στάθηκα έξω από τη σιδερένια είσοδο του συμμαχικού νεκροταφείου Ζέιτενλικ, έχοντας πίσω μου τη λεωφόρο Λαγκαδά πηγμένη στην κίνηση. Μπροστά μου μία σιδερένια πόρτα χώριζε δυο τελείως αντιφατικούς τόπους. Από τη μια τα κορναρίσματα και το καυσαέριο κάτω από έναν απίστευτα ζεστό για κείνες τις μέρες ήλιο κι από την άλλη ένα δάσος όπου κυριαρχούσε η νεκρική σιωπή. Έσπρωξα την πόρτα να ανοίξει αλλά, απ’ ό,τι φάνηκε, κάπου είχε σκαλώσει. Έκανα δύο βήματα πίσω, προσπαθώντας να διακρίνω που είχε μαγκώσει ή έστω να βρω κάποιον τρόπο για να την ξεκλειδώσω. Όσο κι αν την παρατήρησα, δεν μπόρεσα τελικά να βγάλω άκρη. 
Έριξα μια τελευταία ματιά στην επιγραφή της πόρτας που έγραφε κάτι στα σέρβικα ενώ στο βάθος εξακολουθούσε να με καλεί κοντά του ο ναΐσκος του κοιμητηρίου με το υπέροχο ψηφιδωτό του Αϊ-Γιώργη πάνω από τη μεγάλη του πύλη. 
Πεισμωμένος για τον σκοπό της επίσκεψής μου στο συμμαχικό νεκροταφείο, στερέωσα το κεφάλι μου πάνω στα κάγκελα σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια αναζήτησης του τελευταίου Σέρβου στρατιώτη που υπηρετεί ακόμη στην Ελλάδα. Όμως το τοπίο έδειχνε απελπιστικά έρημο. Αποτραβήχτηκα και κίνησα προς την Εγνατία, απογοητευμένος που δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τον Γιώργο Μιχαήλοβιτς. 
Για καλή μου τύχη, λίγα μέτρα πιο πέρα από την κεντρική πύλη, διέκρινα ένα μικρό πέρασμα που οδηγούσε σε μια άλλη είσοδο του κοιμητηρίου. Κατηφόρισα προς τα εκεί με μια λάμψη στο πρόσωπό μου καθώς ένιωθα πως μου δινόταν μια δεύτερη ευκαιρία. Διέσχισα ένα μονοπάτι που περνούσε πρώτα από τον τομέα των Ιταλών και στη συνέχεια των Γάλλων που σκοτώθηκαν μαχόμενοι στον τόπο μας κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Ένα επιβλητικό μνημείο ανάμεσα στους τάφους ανέφερε πως οι Γάλλοι στρατιώτες έπεσαν για την πατρίδα. 
«Είναι τα Βαλκάνια πατρίδα των Γάλλων;» αναρωτήθηκα καθώς έστριβα προς το σερβικό νεκροταφείο. 
Περπατούσα σιωπηλός διαβάζοντας φευγαλέα όσα ονόματα ήταν γραμμένα στην πρώτη συστοιχία μέχρι που έφτασα στο αίθριο και κοντοστάθηκα κάτω από τη σκιά του ναΐσκου, που από κοντά έδειχνε ακόμη μεγαλύτερος. Σε μια άκρη του ξέφωτου, μία μικρή βρύση έδινε ρυθμό στη νεκρική στασιμότητα του τόπου, στάζοντας ρυθμικά στη μικρή λιμνούλα που είχε σχηματιστεί από κάτω της. Σκέφτηκα να κάτσω δίπλα της, περιμένοντας να βρεθεί κάποιος στην ανάγκη της. Πηγαίνοντας όμως κοντά της, άκουσα ανεπαίσθητα τον απαλό θόρυβο που κάνει η τσάπα όταν χώνεται σε μαλακό χώμα κι αμέσως κίνησα προς τα κει, ελπίζοντας πως η διαίσθησή μου αυτή τη φορά θα ήταν αλάνθαστη. 
Όταν τον διέκρινα στη σκιά των ψηλών κυπαρισσιών να καθαρίζει τον χώρο μεταξύ των μνημάτων πλημμύρισα από χαρά. Αμέσως αντιλήφθηκε τη παρουσία μου και σήκωσε το κεφάλι του για να με κοιτάξει καλύτερα, παρόλο που ήταν σκυμμένος κι απορροφημένος στο καθαρισμό από ξερόχορτα και πεσμένα κλαδιά. Με ένα χαμόγελο ανταποκρίθηκα στη ματιά του. Φτάνοντας κοντά του, παρατήρησα πως είχε την ίδια ευγενική φυσιογνωμία που είχα πρωταντικρίσει στην τηλεόραση. 
«Καλημέρα σας», του είπα φανερώνοντας απλόχερα τη χαρά μου που τον συναντούσα από κοντά. 
«Καλημέρα και σε σένα», μου ανταποκρίθηκε γεμάτος απορία καθώς προσπαθούσε να στηριχτεί στη τσάπα του. 
«Για σας ήρθα». 
«Το ξέρω», μου απάντησε με σιγουριά κι έκατσε σε ένα πεζούλι που βρήκε μπροστά του. «Από την τηλεόραση με έμαθες, σωστά;» 
«Σωστά», του απάντησα σχεδόν ψιθυριστά. 
«Τόσα χρόνια δεν με ήξερε κανείς, αλλά από τότε που μ’ έδειξε η τηλεόραση δέχομαι καθημερινά επισκέψεις». 
Μια θλίψη ξεπετάχτηκε από μέσα μου καθώς άκουγα το παράπονό του. Χωρίς να το σκεφτώ, γονάτισα μπροστά του και τον κοίταξα ευθέως στα μάτια. Αν κι ενενήντα χρονών, είχε το βλέμμα ενός μικρού παιδιού. Στο κεφάλι του εξακολουθούσε να φοράει το στρατιωτικό δίκοχο καπέλο, ενώ στο μανίκι του χακί μπουφάν του δέσποζε το εθνόσημο της Σερβίας. Το βλέμμα μου έπεσε στα χέρια του, που το ένα είχε ακουμπήσει απαλά στο πόδι και το άλλο κρατούσε την τσάπα. Δυο πρόχειροι επίδεσμοι προστάτευαν τις παλάμες του από το σκάψιμο. Όταν ξανασήκωσα το βλέμμα μου τον είδα να με κοιτάει με ζεστασιά. Του χαμογέλασα από αμηχανία καθώς δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω τις ερωτήσεις που είχα συγκεντρώσει για τη συνάντησή μας. 
«Σας λείπει η πατρίδα;» 
«Εδώ γεννήθηκα, νεαρέ μου, παρόλο που πατρίδα μου είναι το Μαυροβούνι. Είμαι Σέρβος του Μαυροβουνίου. Μην κοιτάς που γίνανε άλλο κράτος. Σέρβοι ορθόδοξοι είμαστε κι εμείς». 
«Και πώς βρεθήκατε εδώ;» 
«Ο παππούς μου πολέμησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και θάφτηκε εδώ. Έπειτα ο πατέρας μου έγινε φύλακας του νεκροταφείου. Εδώ θάφτηκε κι εκείνος. Κι έμεινα εγώ να συνεχίζω το χρέος αυτό μέχρι σήμερα». 
«Κι από πού αντλείτε τόση δύναμη να υπηρετείτε μέχρι σήμερα αυτό το χρέος;» συνέχισα να τον ρωτάω κάπως κοφτά κι απότομα, δίνοντας χρόνο στο να νιώσω άνετα μαζί του. 
«Πρώτα απ’ όλα τιμάω τους νεκρούς μας. Εκείνη την εποχή πολέμησαν όλοι οι Σέρβοι. Γι’ αυτόν τον λόγο είχαν και τους περισσότερους νεκρούς από κάθε άλλη χώρα. Αυτά εδώ τα μνήματα ανήκουν σε παιδιά που ήταν δεκαπέντε χρονών μέχρι ανθρώπους που είχαν φτάσει στα εξήντα πέντε», μου είπε κι άπλωσε τα χέρια του θέλοντας να αγκαλιάσει όλο το νεκροταφείο με μια τρυφερότητα σαν να ήταν δικά του παιδιά όλοι οι θαμμένοι. «Έπειτα είναι η μνήμη. Έχω χρέος να κρατήσω αυτή τη μνήμη ζωντανή. Και γιατί πρέπει να την κρατήσω ζωντανή; Για να βροντοφωνάζω σ’ αυτούς τους μεγάλους πως ο πόλεμος είναι μεγάλη καταστροφή κι αυτό που αφήνει πίσω του είναι όλοι αυτοί εδώ οι τάφοι». 
Με μια απαλή κίνηση προσπάθησε να δώσει μια ώθηση στο κορμί του να σηκωθεί. Τα πόδια του όμως έτρεμαν και από το βλέμμα του ξεχείλισε απογοήτευση. Με κοίταξε πάλι παραπονεμένα και μου ζήτησε ευγενικά να τον βοηθήσω. Συνεχίσαμε την κουβέντα μας περπατώντας ανάμεσα στα μνήματα. Μου διάβαζε διάφορα ονόματα εξηγώντας μου πως η κάθε κατάληξη μαρτυρούσε την καταγωγή του κάθε νεκρού. 
«Αυτός είναι Σέρβος» μου είπε δείχνοντάς μου με την τσάπα ένα μνήμα. «Κι αυτός Μαυροβούνιος. Βλέπεις που διαφέρουν τα ονόματά τους;» 
«Έχετε δίκιο», του είπα σκύβοντας να τα διαβάσω. 
«Α να! Κι αυτός εδώ είναι από τη Βοϊβοντίνα. Εκείνων τα ονόματα είναι τελείως διαφορετικά». 
«Σωστά», του απάντησα ψιθυριστά για να μη διακόψω τον οίστρο του. 
«Έχουμε και Βόσνιους εδώ πολλούς». 
«Κροάτες;» επενέβη προβοκατόρικα για να δω την αντίδρασή του. 
«Οι Κροάτες δεν είναι Σλάβοι», μου απάντησε απότομα και τα μάτια του αμέσως γυάλισαν. «Οι Κροάτες πάντα ανήκαν αλλού. Είναι και καθολικοί». 
«Όπως οι Σλοβένοι;» 
«Αυτοί δεν μιλάνε καν σλάβικα». 
Με τη συζήτηση είχαμε φτάσει στα όρια του σερβικού κοιμητηρίου χωρίς να το καταλάβουμε. Από κει και πέρα ξεκινούσαν τα μνήματα των Γάλλων πεσόντων. 
«Η διαφορά του δικού μας νεκροταφείου με των Γάλλων ήταν πως οι δικοί μας νεκροί ήταν μόνο Σέρβοι ενώ των Γάλλων ήταν μισθοφόροι. Βλέπεις τις μικρές λεπτομέρειες που υπάρχουν σε ορισμένους σταυρούς;» 
Έκανα μερικά βήματα μπροστά κι αναζήτησα τα σημάδια που ανέφερε, διακρίνοντας αμέσως στα μπροστινά μνήματα διάφορα περίεργα σύμβολα. 
«Έχετε δίκιο. Τι είναι αυτά τα σύμβολα;» 
«Όσα έχουν το “S” ανήκουν σε Σενεγαλέζους κι όσα έχουν την ημισέληνο σε Αλγερινούς. Υπάρχει κι ένα άλλο σύμβολο γ’ αυτούς που προέρχονταν από την Ινδοκίνα. Άνθρωποι που δεν πολέμησαν για τη δική τους πατρίδα και τα δικά τους ιδανικά, αλλά πολέμησαν για κάποιους άλλους και μάλιστα σε ξένο έδαφος. Αυτή είναι η τρέλα του συγκεκριμένου πολέμου αλλά και του κάθε πολέμου». 
Κάναμε μεταβολή κι επιστρέψαμε προς τον ναΐσκο του σερβικού κοιμητηρίου. Μέσα σε ένα δάσος μνημάτων και κυπαρισσιών, δυο τελείως διαφορετικές γενιές προσπαθούσαν να καλύψουν το μεταξύ τους χάσμα. Σε κάθε μας βήμα αισθανόμουν πως αναπτυσσόταν όλο και περισσότερο μια συγκινητική οικειότητα με τον Γιώργο Μιχαήλοβιτς. 
«Όλα αυτά τα χρόνια, εγκλωβισμένος σ’ αυτή τη μοναχική δουλειά, μου άρεσε πολύ να μελετάω την ιστορία. Όμως, νεαρέ μου, όλα αυτά τα βιβλία που πέρασαν από τα χέρια μου δεν θα ξεπεράσουν ποτέ το δώρο που μου πρόσφερε τούτο εδώ το πόστο». 
«Τι δώρο;» τον ρώτησα ξαφνιασμένος. 
«Όπως καταλαβαίνεις, όλοι αυτοί που θάφτηκαν εδώ άφησαν απογόνους που έρχονταν συχνά στο νεκροταφείο. Τώρα έρχονται αραιά και πού μερικά δισέγγονα. Όμως παλιότερα έρχονταν εγγόνια, γιοι, αδέλφια και τον πρώτο καιρό είχα την τιμή να συναντήσω κι αρκετούς φίλους των νεκρών, οι οποίοι είχαν πολεμήσει μαζί στο μέτωπο. Ο καθένας κουβαλούσε τη δική του ιστορία κι εγώ τότε είχα πολλή όρεξη να τις ακούω και μεγάλη διάθεση να τις καταγράφω. Πίστεψέ με, όλες τους ήταν συγκλονιστικές, αλλά δυστυχώς για καμιά δεν υπήρξε λίγος χώρος στις σελίδες της επίσημης Ιστορίας κι έτσι με τον χρόνο χάθηκαν στη λήθη. Σαν να τις πήρε ο αέρας και να τις σκόρπισε…» είπε κι η φωνή του έσβηνε καθώς με μια απαλή κίνηση προσπάθησε να αρπάξει κάτι άυλο στον αέρα. «Όμως είναι και κάτι άλλο που με πονάει πιο πολύ σήμερα. Όσο περνούν τα χρόνια τόσο περισσότερο ξεχνιέται η ιστορία και διογκώνεται η αδιαφορία των νέων γενεών. Σήμερα, διάφοροι δάσκαλοι φέρνουν τους μαθητές τους εδώ και μου ζητούν να μιλήσω στα παιδιά για τον πόλεμο. Αλλά να πω τι; Βλέπω τα βλέμματά τους κι αντιλαμβάνομαι πως βαριούνται και δεν ακούνε τίποτα. Και δυστυχώς, νεαρέ μου, μέσα απ’ αυτή την αδιαφορία ξεπηδάει η άγνοια και πάνω στην άγνοια πατάει ο φασισμός. Αυτό είναι που με φοβίζει πολύ. Και πες εγώ είμαι γέρος και θα πεθάνω σύντομα, αλλά φοβάμαι αυτά που ίσως ζήσετε εσείς. Θα είναι μεγάλο κρίμα να ξεφυτρώσουν από τη γη νέοι σταυροί», μου είπε και στράφηκε για μία ακόμη φορά και παρατήρησε σιωπηλός τα μνήματα. «Αυτό που έχω διαπιστώσει είναι πως η ιστορία παρουσιάζεται πολύ συχνά σαν μια σειρά από ασοβάρευτες πράξεις που έβλαψαν πολλούς. Πάμπολλα συμβάντα που ανέκοψαν την ανθρώπινη πρόοδο. Νομίζω πως δεν υπάρχει πια καιρός για τέτοιες ασοβάρευτες πράξεις. Ο κλήρος αυτή τη φορά θα είναι βαρύτατος». 
«Απαισιοδοξείτε;» 
«Πιστεύω πως κάποτε οι καιροί θα ηρεμήσουν, κι όσοι επιβιώσουν θα μαζέψουν τα σπαραγμένα τους μέλη και θα σχηματίσουν ένα νέο σώμα με ένα νέο πρόσωπο. Εξάλλου όσα είναι ενδεχόμενα σήμερα θα μεταβληθούν σε πραγματικότητες αύριο κι οι εκπλήξεις θα πάψουν να ξαφνιάζουν» 
«Πολύ φοβάμαι πως θα αργήσει να συμβεί αυτό». 
«Ήδη έχει αρχίσει να συμβαίνει. Αλλά δυστυχώς είμαστε ακόμη στην αρχή». Σε μια σκιερή γωνιά του ναΐσκου βρισκόταν ένα τραπεζάκι με έναν δίσκο, πάνω στον οποίο στεκόταν ένα πολυχρησιμοποιημένο μπουκάλι και σκόρπια ποτηράκια. Ακούμπησε απαλά την τσάπα του στο τραπέζι κι έπιασε το μπουκάλι. Με αργές κινήσεις έβγαλε το πώμα και γέμισε δυο καθαρά ποτήρια. 
«Αυτό είναι το παραδοσιακό μας ποτό που πίνουμε για να τιμάμε τους νεκρούς μας», μου εξήγησε καθώς μου έτεινε το ένα ποτήρι. 
«Στη μνήμη τους», του είπα ταπεινά κι άδειασα όλο το περιεχόμενο στο στεγνό μου λαρύγγι. 
«Και στην υγειά μας», μου απάντησε χαμογελαστός. 
Πάντα απορούσα πόσο εύκολα συγκρατούσα συζητήσεις που μ’ ενδιέφεραν. Τις έφερνα στο μυαλό μου και τις ζούσα ξανά. Όπως επίσης είναι ανατριχιαστικός ο τρόπος που νιώθω ξανά τα συναισθήματα εκείνων των στιγμών, όπως την απόγνωσή μου όταν συνειδητοποίησα ότι η ώρα είχε περάσει κι έπρεπε να φύγω βιαστικά για τον σιδηροδρομικό σταθμό. Ο αποχαιρετισμός ήταν άγαρμπος και βεβιασμένος, τερματίζοντας άδοξα μια υπέροχη συζήτηση που με ταξίδεψε πίσω στον χρόνο. Όταν του είπα πως έπρεπε να φύγω για να προλάβω το τρένο, σήκωσε το χέρι του με δυσκολία και με χτύπησε φιλικά στην πλάτη. 
«Όταν ανέβω ξανά Θεσσαλονίκη θα έρθω να σας βρω», του είπα φανερά συγκινημένος. 
«Να μου ξανάρθεις. Θα χαρώ να σε ξαναδώ». 
Πριν περάσω την πύλη του νεκροταφείου, κοντοστάθηκα και του έριξα μια τελευταία ματιά. Τελευταία μου εικόνα απ’ αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο ήταν η μορφή του να χάνεται προς τα μνήματα, αγέρωχη, ακάματη και περήφανη. 

 Απόσπασμα από το βιβλίο «Βαλκανευτές» Εκδόσεις Ενύπνιο

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

Αίπος: Το άγνωστο βουνό της Χίου αποκαλύπτεται



της Έφης Αλεβίζου

«Το Αίπος, ένας ιδιαίτερος, άγνωστος τόπος, ένα μνημείο του ανθρώπινου μόχθου, αναζητά το μέλλον του. Απ' τη μια έχουμε τις πιέσεις για αλλαγή του χαρακτήρα της περιοχής και απ' την άλλη ψάχνουμε μια βιώσιμη προοπτική ανάδειξης» λέει ο Γιώργος Κάκαρης, γεωγράφος, πεζοπόρος και μόνιμος κάτοικος της Χίου. 

«Χίος δεν είναι μόνο τα Μαστιχοχώρια και τα μεσαιωνικά χωριά» μου λέει η Εβίτα, η οποία ζει στο νησί έχοντας αφήσει συνειδητά πίσω της την Αθήνα. Άλλωστε είναι ο τόπος της, όσο ευωδιαστός, άγριος, ηλιόλουστος, αριστοκρατικός, ναυτικός κι αν είναι. Κουβέντα στην κουβέντα φτάσαμε στο Αίπος, το μαγικό βουνό. 

Γιατί είναι η πρώτη φορά που το ακούω, άραγε; 

Η σύσταση με τον Γιώργο Κάκαρη, έγινε αυτόματα. Ο Χιώτης γεωγράφος και πεζοπόρος ξέρει καλά το άγνωστο σε όλους εμάς βουνό. 
«Καταρχάς να πούμε ότι το “Οροπέδιο του Αίπους”, στην πραγματικότητα δεν είναι οροπέδιο με την αυστηρή επιστημονική ερμηνεία του όρου. Είναι ένας αχανής ορεινός όγκος χαμηλών κυρτωμάτων και ρηχών κοιλωμάτων. Απλά έτσι το μάθαμε, έτσι το λέμε και εμείς, χάριν ευκολίας» μου εξηγεί ο Γιώργος και συνεχίζει: «Μην ξεχνάμε ότι επειδή η περιοχή αυτή είναι άγνωστη στον περισσότερο κόσμο πλην των τσοπάνηδων και των κυνηγών, πρακτικά δεν έχει νόημα η αναφορά σε άλλα τοπωνύμια της περιοχής και γι’ αυτό έχει καθιερωθεί η ονομασία “Οροπέδιο του Αίπους”. Οι 9/10 Χιώτες γνωρίζουν μόνο το βουνό Αίπος και το Φλώρι. Όλα τα υπόλοιπα μέρη είναι λίγο – πολύ άγνωστα». 

Γιατί ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για το Αίπος; 

«Αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε διαβούλευση η πρόταση μιας εταιρείας με έδρα την Κρήτη για την εγκατάσταση ενός υβριδικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (φωτοβολταϊκά και μπαταρία) σε μία θέση και έπεται συνέχεια σε άλλες 2 θέσεις και σε δεύτερο χρόνο σε άλλες 5 θέσεις από την ίδια εταιρεία. Στην ίδια περιοχή έχει ήδη πάρει άδεια παραγωγής μια πολυεθνική εταιρεία για την εγκατάσταση 65 μεγάλων ανεμογεννητριών. Δεν έχει προχωρήσει ακόμα το έργο αυτό, αλλά είναι στην ευχέρειά της να το πράξει όταν γίνει η ηλεκτρική διασύνδεση της Χίου με την ηπειρωτική Ελλάδα, οπότε θα μπορεί να εξάγει το ρεύμα εκτός νησιού» εξηγεί ο Γιώργος Κάκαρης. 
«Γενικά δηλαδή η περιοχή έχει μπει στο στόχαστρο των εταιρειών ΑΠΕ λόγω της γεωγραφία της, των χαμηλών κλίσεών της, του γεγονότος ότι επί του οροπεδίου δεν υπάρχει κανένας οικισμός (κατοικείται περιστασιακά από 4-5 τσοπάνηδες) και του περιορισμένου οικονομικού αποτυπώματος στην οικονομία του νησιού. Την ίδια στιγμή επειδή ο κόσμος δεν γνωρίζει τον φυσικό και πολιτιστικό πλούτο του, δεν το εκτιμά, το θεωρεί έναν άσχημο βραχότοπο και πατάει το γκάζι για να φθάσει στον προορισμό του καθώς το διασχίζει με το αυτοκίνητό του. Το Αίπος, χωρίς υπερβολή, είναι η πιο αδικημένη και υποτιμημένη περιοχή της Χίου για την πλειονότητα των κατοίκων της, με συνέπεια οι αντιστάσεις στην προοπτική μετατροπής του Αίπους σε χώρο μαζικής εγκατάστασης ΑΠΕ και λατομείων να είναι χαλαρές. Παλαιότερα είχαν κατατεθεί επίσημες προτάσεις για κατασκευή στην περιοχή αεροδρομίου, σκουπιδότοπου, λατομείων, φυλακής, δομής μεταναστών… Αυτά δεν προχώρησαν. Για τις ΑΠΕ δεν είμαι σίγουρος» ολοκληρώνει τη σκέψη του. 

Δείτε το βίντεο με εικόνες από το Αίπος 

 


Η μεγάλη ιστορία του βουνού Αίπος και ο Όμηρος 

Το βραχώδες και άγονο οροπέδιο μπορεί στις μέρες μας να είναι έρημο και εγκαταλελειμμένο, ωστόσο στην αρχαιότητα αποτελούσε ένα χώρο με έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα. Η μέχρι σήμερα αρχαιολογική έρευνα στο οροπέδιο δεν είναι εκτεταμένη, εντούτοις λόγω της εικόνας και της θέσης του, σε συνδυασμό με ιστορικές αναφορές, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι στο Αίπος βρισκόταν η Χιακή πολίχνη του Ηροδότου. Μεγάλο τμήμα του ανατολικού οροπεδίου με επίκεντρο τη θέση «Ρημόκαστρο», όπου εντοπίζονται υπολείμματα αρχαίου ισχυρού υποστατικού, έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος «για την προστασία και διάσωση των σημαντικών αρχαίων λειψάνων της κλασσικής περιόδου». 
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιοχή του «Αστυφιδόλακκου» στο ανατολικό Αίπος, όπου υπάρχουν διάσπαρτοι δεκάδες ογκώδεις λιθοσωροί, που αποκαλούνται «χουβέλες» από τους ντόπιους ποιμένες και είναι ευρύτερα γνωστοί ως «Σωροί της Γριάς». Πρόκειται για εντυπωσιακούς κωνικούς σωρούς από πέτρες, οι οποίοι στέκουν εκεί από την αρχαιότητα, και μάλλον είναι αποτέλεσμα επίπονου ξεχαλικώματος για τη δημιουργία καλλιεργήσιμης γης. 
Η εκτεταμένη εκχέρσωση στον αφιλόξενο και οριακά παραγωγικό τόπο πιθανολογείται από ερευνητές ότι είναι αποτέλεσμα καταναγκαστικών έργων. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την μαρτυρία του Αθηναίου Ναυκρατίτη ότι δούλοι «αποδιδράσκουσιν και, εις τα όρη ορμώμενοι, τας αγροικίας αυτών (δηλαδή των κυρίων τους) κακοποιούσι, πολλοί συναθροισθέντες», ενισχύει την άποψη ότι στο Οροπέδιο του Αίπους βρισκόταν το ορμητήριο του Δρίμακου, του αρχηγού των εξεγερμένων σκλάβων, που θεωρείται ο πρώτος κοινωνικός επαναστάτης της ανθρωπότητας. 
«Αξίζει εδώ να σημειωθεί η θρυλούμενη σχέση του Αίπους με τον Όμηρο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο τυφλός ποιητής δίδαξε στη “Δασκαλόπετρα”, παραθαλάσσια περιοχή στα νοτιοανατολικά ριζά του οροπεδίου, καθώς επίσης και στη ομώνυμη θέση ή κατά άλλους “Σχολειόπετρα” στα Κοίλα επί του οροπεδίου. Επίσης, στη θέση “Ομήρικα” του χωριού Πιτυός, που γειτνιάζει με τα βορειοδυτικά όρια του Αίπους υπάρχει μικροτοπωνύμιο “Του δασκάλου οι ελιές” με αιωνόβια λιόδεντρα, που η παράδοση θέλει να συνδέονται με την παρουσία του Ομήρου στο ορεινό χωριό» λέει ο Γιώργος Κάκαρης συνεχίζοντας: 
«Η περιπλάνηση του Ομήρου στο οροπέδιο περιγράφεται από τον «Ηρόδοτο από την Αλικαρνασσό», στο σύγγραμμα του “Περί Ομήρου γενέσιος και βιοτής”, που χρονολογείται μεταξύ του 1ου και 2ου αιώνα μ.Χ.. Σύμφωνα με αυτήν, ο Όμηρος αποβιβάστηκε από ψαράδες της Ερυθραίας σε παραλία της ανατολικής Χίου όπου και διανυκτέρευσε. Την επομένη περιπλανήθηκε (πιθανολογείται στο Αίπος, χωρίς αυτό να κατονομάζεται) και κατέληξε στο χωριό Πιτυός (Πίτυς κατά την αρχαιότητα). Πριν φθάσει στο Πιτυός, ο Όμηρος αναπαύτηκε στη σκιά ενός πεύκου και όταν έπεσε στο κεφάλι μια κουκουνάρα ξύπνησε τρομαγμένος και κοιτώντας τα όρη γύρω του αναφώνησε “Ω, φίλια όρη και σεις με καταδιώκετε;”. Λέγεται ότι από την παράφραση των λέξεων “φίλια όρη”, ονομάστηκε η συγκεκριμένη θέση “Φλώρι”». 


Φωτογραφία: Γιώργος Κάκαρης


Ξεχωριστό ενδιαφέρον για τους περιπατητές έχουν και κάποιοι θρύλοι της περιοχής

Το «Φλώρι», είναι η μόνη περιοχή του οροπεδίου στην οποία διατηρούνται μέχρι και σήμερα δεκάδες υπεραιωνόβιοι δρύες (πουρνάρια), οι οποίοι γλίτωσαν από την εκτεταμένη ξύλευση που έλαβε χώρα κατά το παρελθόν, επειδή τα δέντρα αυτά θεωρούνται ότι ανήκουν στον Άγιο Γιώργη το Φλωριανό, οποίος τα προστατεύει και «αν κάποιος τα πειράξει, θα πάθει κακό». Η παράδοση αυτή, παραμένει ακόμα και σήμερα ζωντανή ανάμεσα στους ηλικιωμένοι βρονταδούσους που αναφέρουν ιστορίες για ανθρώπους που έκοψαν ένα δέντρο για καυσόξυλα και λίγο μετά το μουλάρι τους «έσκασε» ή για βοσκούς που έκοψαν ένα κλαδί για να ταΐσουν τις αίγες τους, οι οποίες την επόμενη μέρα πέθαναν.
Για την περιοχή του «Αστυφιδόλακκου» με τους μεγάλους λιθοσωρούς υπάρχουν δύο θρύλοι με ξεχωριστό ενδιαφέρον. Στον «Αστυφιδόλακκο» λέει, ζούσε μια αντρειωμένη γριά που ξεχαλίκωνε τη γη για να φτιάξει βουνοχώραφα. Γέμιζε την ποδιά της με πέτρες και την άδειαζε σε μέρος που δεν προσφέρονταν για καλλιέργεια. Με κάθε άδειασμα της ποδιάς της, σχηματίζονταν και ένας σωρός, γι’ αυτό οι χουβέλες έχουν κωνικό, συμμετρικό σχήμα. Στους σωρούς αυτούς πιστεύεται επίσης ότι υπάρχει κρυμμένος θησαυρός, καθώς στη λαϊκή παράδοση έχει διατηρηθεί η αινιγματική φράση «Ο μπροστινοπίσινος σωρός κρύβει της γριάς το βιός» που εξάπτει την φαντασία των επίδοξων αρχαιοκάπηλων μέχρι και σήμερα. 
Στη νεότερη ιστορία τώρα, στο Αίπος έλαβαν χώρα οι μάχες Ελλήνων και Τούρκων κατά την απελευθέρωση το 1912. Υπάρχουν διάσπαρτα ελληνικά και τουρκικά ταμπούρια στην περιοχή. 
Εκτός από ιστορικό, το Αίπος είναι και τόπος με γεωφυσικό ενδιαφέρον. Όλος ο ορεινός όγκος αποτελείται από ανθρακικά πετρώματα με έντονη καρστικοποίηση που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πολλών καρστικών δομών (σπηλαιοβάραθρα, ξηρές κοιλάδες, δολίνες κτλ). Το Αίπος είναι το ενδιαίτημα σπάνιων φυτικών και πανιδικών ειδών και γι’ αυτό ένα μεγάλο τμήμα του είναι ενταγμένο στο οικολογικό δίκτυο Natura 2000. Επίσης είναι κηρυγμένο ως Σημαντική Περιοχή για τα Πουλιά και χαρακτηρισμένο από το ΥΠΕΝ ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους. 


Φωτογραφία: Γιώργος Κάκαρης


Η ιστορία του βουνού πρέπει να ειπωθεί 

«Ποια είναι η δική σας ιστορία και πώς φτάσατε στην παραγωγή του μοναδικού βίντεο που παρουσιάσει τη φυσιογνωμία του βουνού;» ρωτάω τον Γιώργο Κάκαρη. 
«Μ’ αρέσει πολύ η πεζοπορία και αγαπάω τα βουνά και τα εξωαστικά τοπία. Όλα αυτά τα χρόνια που περπατάω μ’ αρέσει να συλλέγω μικρές ιστορίες και να καταγράφω τα ανθρώπινα ίχνη στην ύπαιθρο, όχι απαραιτήτως τα παλαιά, τα αρχαία, αλλά και τα νεότερα. Κάπως έτσι συνειδητοποίησα ότι ο πολιτιστικός πλούτος του οροπεδίου είναι ξεχωριστός, καθώς το Αίπος είναι γεμάτο από διάσπαρτες παλαιές αγροτοποιμενικές κατασκευές και εντυπωσιακά έργα οργάνωσης της γης με εκτεταμένες εκχερσώσεις για να μπορέσει ο άνθρωπος να δαμάσει το βουνό και να επιβιώσει πάνω σε αυτό. Το Αίπος είναι ένα μνημείο του ανθρώπινου μόχθου».
«Πριν 3 χρόνια, αποφάσισα να κάνω ένα μεταπτυχιακό στη Γεωγραφία. Ήταν μια κίνηση καθαρά για μένα και γι’ αυτά που με ενδιαφέρουν και δεν σχετίζεται με τη δουλειά μου. Όταν έφθασε η στιγμή να επιλέξω διπλωματική εργασία, υπήρξε πρόταση από την καθηγήτρια κα Πετανίδου να χαρτογραφίσουμε τις αναβαθμίδες της Χίου. Γνωρίζοντας το πλήθος και την ποικιλία των ξεροτρόχαλων κατασκευών του οροπεδίου, αλλά και τις πιέσεις που δέχεται το οροπέδιο, αντιπρότεινα να μελετήσουμε όλων των ειδών τα ξερολιθικά στοιχεία (λιθόκτιστους δρόμους, πηγάδια, καμίνια, αλώνια, καλύβια, ντουβάρια, τσοπάνικες μάντρες, “γυρίσματα”, όπως ονομάζονται στην ντοπιολαλιά της Χίου τα περιτριγυρισμένα με πέτρες χωράφια και βέβαια τις χουβέλες). Η κα Πετανίδου μου ζήτησε να δει φωτογραφίες για να καταλάβει περί τίνος πρόκειται και όταν τις είδε, κατάλαβε την ιδιαιτερότητα της περιοχής και δέχθηκε με ενθουσιασμό. Η εργασία, παρά κάποια τεχνικά ζητήματα που δεν επέτρεψαν την αποτύπωση της περιοχής με 100% ακρίβεια, ολοκληρώθηκε επιτυχώς και κάπως έτσι φτάσαμε και στο video, το οποίο γυρίστηκε με την άδεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Χίου και του φίλου Κώστα Αναγνώστου, τους οποίους ευχαριστώ πολύ. Νομίζω ότι αξίζει να σημειωθεί ότι ο στόχος του video ήταν να παρουσιαστεί το ανθρωπογενές τοπίο και γι’ αυτό δεν εστιάσαμε στις φυσικές ομορφιές της περιοχής και δεν έχουμε πλάνα από σπήλαια, σπηλαιοβάραθρα, λαγκαδιές, εντυπωσιακές ορθοπλαγιές κ.λπ» απαντάει ο κ. Κάκαρης. 

Γιατί δε γνωρίζαμε τίποτα μέχρι τώρα για το Αίπος; 

Είναι αλήθεια ότι το βουνό δεν έχει μελετηθεί σε βάθος. Έχουν γίνει κάποιες περιορισμένες αρχαιολογικές έρευνες τη δεκαετία του ’80, αλλά άλλες πτυχές του φυσικού και ανθρωπογενούς αποθέματος του οροπεδίου δεν έχουν μελετηθεί καθόλου, γι’ αυτό και η σχετική βιβλιογραφία είναι πάρα πολύ φτωχή. Τα περιθώρια επιστημονικής έρευνας για την τεκμηρίωση της περιοχής είναι πολύ μεγάλα. 
Γιατί είναι άγνωστο το Αίπος; Μην ξεχνάμε ότι είναι κακοτράχαλο και αφιλόξενο. Αποτελείται από σκληρά ασβεστολιθικά και δολομιτικά πετρώματα και ακόμα και η πεζοπορία σε μονοπάτια με ήπιες κλίσεις είναι κουραστική. Επιπλέον, το χειμώνα έχει πάρα πολύ κρύο και το καλοκαίρι λιώνεις από τη ζέστη. Θεωρώ επίσης, ότι το περιορισμένο οδικό δίκτυο που δεν επιτρέπει την εύκολη πρόσβαση σε όλες τις θέσεις του οροπεδίου έχει επιτρέψει το βουνό να παραμείνει άγνωστο, αλλά και ανέγγιχτο από τον άνθρωπο. 
Πιθανώς να έχει παίξει ρόλο ότι το οροπέδιο του Αίπους δεν χαίρει εκτίμησης από την πλειονότητα των κατοίκων, ενώ το αγροτοποιμενικό παρελθόν μας είναι κάτι που μόλις πρόσφατα άρχισε να αναδεικνύεται στη Χίο χωρίς συμπλέγματα. 
Τέλος, κακά τα ψέματα, αν δεν υπήρχε η τεχνολογική πρόοδος που επιτρέπει την μελέτη μιας περιοχής τηλεπισκοπικά, ούτε η εργασία θα είχε γίνει, ούτε το video θα είχε γυριστεί. 


Φωτογραφία: Γιώργος Κάκαρης


Ποιες κινήσεις γίνονται από την πλευρά σας ώστε να διατηρηθεί αναλλοίωτη η εικόνα του βουνού; 

Μπορεί οι περισσότεροι στη Χίο να μην το έχουν σε ιδιαίτερη εκτίμηση, αλλά είμαστε και εμείς οι λίγοι που το αγαπάμε πολύ. Δυστυχώς όμως μέχρι τώρα δεν έχουμε κάνει όλα όσα θα έπρεπε για να αναδείξουμε τη σπουδαιότητα και την ιδιαιτερότητά του. 
Σκέψου το εξής, η εταιρεία που επιθυμεί να εγκαταστήσει τα φωτοβολταϊκά επικαλείται έγγραφο της Εφορείας Νεοτέρων Αρχαιοτήτων με έδρα τη Μυτιλήνη που βεβαιώνει ότι στην περιοχή δεν υπάρχει κάποιο κηρυγμένο μνημείο αρμοδιότητάς της και πράγματι έτσι είναι. Ωστόσο ακριβώς δίπλα στην περίφραξη των φωτοβολταϊκών υπάρχει η αφετηρία ενός τμήματος του λεγόμενου «Τούρκικου δρόμου», ενός εντυπωσιακού καλοδιατηρημένου λιθόκτιστου δρόμου από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Το γεγονός ότι δεν έχει κηρυχθεί ως μνημείο δείχνει τη δική μας ανεπάρκεια και η τυχόν χωροθέτηση των φωτοβολταϊκών ακριβώς δίπλα του, θα αλλοιώσει το τοπίο της περιοχής και θα απαξιώσει τον «Τούρκικο Δρόμο», που συν τοις άλλοις είναι μία από τις πιο γνωστές και ιστορικές πεζοπορικές διαδρομές του νησιού. 
Είναι πολλά δηλαδή που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε για την τεκμηρίωση και την ανάδειξη της περιοχής. Μέχρι τώρα, για να απαντήσω στο ερώτημά σου, κάναμε που και που μία πεζοπορία στην περιοχή, γράφαμε κάποιο κείμενο για το Αίπος, αλλά από την όλη προσπάθεια έλειπε η τεκμηρίωση και η αντιπρόταση. 
Με αυτό το σκεπτικό και με στόχο τη βιώσιμη διαχείριση και αξιοποίηση της περιοχής έχει κατατεθεί μια πρόταση για το μέλλον του οροπεδίου, που περιλαμβάνει τόσο ενέργειες τεκμηρίωσης, όσο και δράσεις «κοινωνικοποίησης» του οροπεδίου και βιώσιμης αξιοποίησης. Η πρόταση αυτή έχει τύχει αποδοχής από κάποιους φορείς και είμαστε σε αναζήτηση χρηματοδότησης για την διοργάνωση κάποιων εκδηλώσεων με πρώτο στόχο οι Χιώτες να μάθουν τι κρύβει αυτό το βουνό. 
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής. Ή θα αναδειχθεί η σπουδαιότητα και η ιδιαιτερότητα του οροπεδίου και θα αναζητηθούν οι τρόποι να καταστεί επισκέψιμο ως ένα ανοικτό, υπαίθριο πάρκο φύσης, πολιτισμού, ιστορίας/μυθολογίας, που θα μπορεί να προσελκύει 365 μέρες το χρόνο οικοτουρίστες, ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό και την ιστορία, αγροτουρίστες που θα μπορούν να συμμετέχουν σε παραδοσιακές αγροτοποιμενικές εργασίες, ερευνητές, επιστήμονες και μαθητές, ορειβάτες και ταξιδιώτες περιπέτειας ή σιγά σιγά θα μετατραπεί σε χώρο μαζικής εγκατάστασης ΑΠΕ και νταμάρια απαξιώνοντας το τοπίο και τον χαρακτήρα αυτού του τόπου. Αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα για το Αίπος. Ή ανάδειξη ή απαξίωση. 
Μετά από αυτή τη κουβέντα δεν υπάρχει περίπτωση να μην επισκεφθώ το Αίπος εάν και εφόσον ο δρόμος μου με βγάλει στο αγαπημένο νησί της Χίου. 


Μπορείτε να πάρετε κάπoιες έξτρα πληροφορίες από το site του Γιώργου Κάκαρη chioshiking.gr
Κεντρική φωτογραφία δημοσίευσης: Ο Γιώργος Κάκαρης «μαζί με μία τσοπάνισσα, από την οποία έπαιρνα πληροφορίες, πάνω σε μία χουβέλα» όπως λέει. 

Πηγή: in.gr

Κυριακή 17 Ιουλίου 2022

Η υποκρισία της Δύσης





του Κάρλο Ροβέλι*
(επιμέλεια: Θανάσης Γιαλκέτσης) 


Λίγες φορές έχω αισθανθεί, όπως αυτή την περίοδο, τόσο απόμακρος από όλα όσα διαβάζω στις εφημερίδες και βλέπω στην τηλεόραση σχετικά με τον πόλεμο που διεξάγεται στην Ανατολική Ευρώπη. Λίγες φορές έχω αισθανθεί ότι διαφωνώ τόσο πολύ με τους κυρίαρχους λόγους. Ισως από τον καιρό της εφηβείας μου έχω να αισθανθώ ξανά τόσο πληγωμένος και προσβεβλημένος από τον δημόσιο λόγο γύρω μου. Αναρωτιέμαι γιατί. Στο βάθος διαφωνώ συχνά με τις πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές των χωρών στις οποίες ζω, αλλά αυτό είναι φυσιολογικό –είμαστε τόσο πολλοί και έχουμε διαφορετικές γνώμες, διαφορετικές ερμηνείες του κόσμου. Επειτα, ακόμα και για τον πασιφισμό μου είμαι τελικά τόσο βέβαιος; Εχω αμφιβολίες, όπως όλοι. 
Γιατί τότε αισθάνομαι τόσο αναστατωμένος, πληγωμένος, τρομαγμένος από όσα διαβάζω σε όλες τις εφημερίδες και ακούω να επαναλαμβάνονται συνεχώς στην τηλεόραση, στους διαρκείς λόγους για τον πόλεμο; 
Σήμερα το κατάλαβα. Το κατάλαβα επιστρέφοντας νοερά στην περίοδο της πρώτης εφηβείας μου, όταν πριν από τόσα χρόνια η νεολαία πολλών χωρών του κόσμου άρχισε να εξεγείρεται ενάντια σε μια κατάσταση πραγμάτων που της φαινόταν λαθεμένη. Τι ήταν εκείνη η πρώτη ώθηση για αλλαγή; Δεν ήταν η κοινωνική αδικία, δεν ήταν οι λαοί που σφαγιάζονταν από τις ναπάλμ, όπως οι Βιετναμέζοι, δεν ήταν ο καθωσπρεπισμός, ο φαρισαϊσμός, ο βλακώδης αυταρχισμός των σχολείων και των Πανεπιστημίων, αλλά ήταν κάτι πιο απλό, πιο άμεσο, εκείνο που πλήγωσε τη νεολαία πριν από μισό αιώνα και πυροδότησε τις εξεγέρσεις τόσων νέων της εποχής: η υποκρισία του ενήλικου κόσμου. 
Η ενστικτώδης συνειδητοποίηση από τη νεανική διαύγεια του ότι τα επιδεικτικά διακηρυσσόμενα ιδεώδη ήταν «τάφοι κεκονιαμένοι»· ότι οι διακηρυγμένες ευγενείς αξίες ήταν η συγκάλυψη ενός μικρόψυχου εγωισμού· ότι η έντονη ηθικολογία, η πομπώδης σοβαροφάνεια του σχολείου, το υποτιθέμενο κύρος των θεσμών ήταν η συγκάλυψη προνομίων, εκμετάλλευσης, μικροτήτων και ευτελειών. 
Για τα διαυγή μάτια ενός νέου ή μιας νέας αυτό ήταν ανυπόφορο. Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια. Ο κόσμος μού φαίνεται απείρως πιο πολύπλοκος από όσο μου φαινόταν τότε. Την αυταπάτη ότι όλα μπορούν να γίνουν καθαρά και έντιμα στον κόσμο την έχω χάσει εδώ και καιρό. Αλλά η έκρηξη της υποκρισίας της Δύσης σε αυτή την τελευταία χρονιά δεν έχει προηγούμενο. 
Ξαφνικά η Δύση -όλοι μαζί εν χορώ- άρχισε να εξυμνεί τον εαυτό της ως τον κάτοχο των αξιών, τον πρόμαχο της ελευθερίας, τον προστάτη των αδύναμων λαών, τον εγγυητή της νομιμότητας, τον φύλακα της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής, τη μοναδική ελπίδα για έναν κόσμο ειρήνης και δικαιοσύνης. Αυτός ο ύμνος για το πόσο καλή και δίκαιη είναι η Δύση και το πόσο κακά είναι τα αυταρχικά κράτη είναι ένας ομόφωνος χορός, που επαναλαμβάνεται ασταμάτητα από κάθε άρθρο εφημερίδας και από κάθε τηλεοπτικό σχολιαστή. Η θηριώδης κακία του Πούτιν επισημαίνεται και καταδικάζεται συνεχώς. 
Κάθε βόμβα που πέφτει στην Ουκρανία μάς επαναλαμβάνει πόσο η Ρωσία είναι το κακό και εμείς το καλό. Θα ήμουν ευτυχής να ενώσω τη φωνή μου με τον χορό, αν κάθε φορά που καταδικάζουμε το γεγονός -το απολύτως καταδικαστέο- ότι μια στρατιωτική δύναμη, επικαλούμενη ανόητα προσχήματα, επιτέθηκε σε μια κυρίαρχη χώρα, η Δύση προσέθετε: «Και εγώ η Δύση επομένως δεσμεύομαι να μην κάνω ποτέ τίποτα παρόμοιο στο μέλλον, όπως το έκανα στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στη Γρενάδα, στην Κούβα και σε τόσες άλλες χώρες. Το έχουμε κάνει, αλλά τώρα που το κάνουν οι Ρώσοι αντιλαμβανόμαστε πόσο οδυνηρό είναι και δεν θα το ξανακάνουμε». 
Θα ήμουν ευτυχής να ενώσω τη φωνή μου με τον χορό αν κάθε φορά που καταδικάζουμε το γεγονός -το απολύτως καταδικαστέο- ότι τα σύνορα των εθνών δεν γίνονται σεβαστά και η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Ντονμπάς, η Δύση προσέθετε: 
«Και εγώ η Δύση επομένως δεσμεύομαι να μην κάνω ποτέ τίποτα παρόμοιο στο μέλλον, όπως έκανα όταν αναγνώρισα αμέσως την ανεξαρτησία της Σλοβενίας και της Κροατίας, αλλάζοντας τα σύνορα της Ευρώπης και πυροδοτώντας έναν πολύ αιματηρό εμφύλιο πόλεμο με την αφαίρεση εδαφών από τη Γιουγκοσλαβία». Θα ήμουν ευτυχής να ενώσω τη φωνή μου με τον χορό, αν κάθε φορά που καταδικάζουμε το γεγονός -το απολύτως καταδικαστέο- ότι η Μόσχα βομβαρδίζει το Κίεβο σκοτώνοντας αθώους αμάχους, επικαλούμενη ως αιτία το ότι το Κίεβο βομβάρδιζε το Ντονμπάς, η Δύση προσέθετε: «Και εγώ η Δύση δεσμεύομαι να μην κάνω ποτέ τίποτα παρόμοιο, όπως έχω κάνει όταν βομβάρδιζα το Βελιγράδι σκοτώνοντας χίλιους ανθρώπους, γυναίκες και αθώα παιδιά, επικαλούμενη ως αιτία το ότι το Βελιγράδι βομβάρδιζε το Κόσοβο». 
Θα ήμουν ευτυχής να ενώσω τη φωνή μου με τον χορό, αν κάθε φορά που καταδικάζουμε το γεγονός -το απολύτως καταδικαστέο- ότι η Ρωσία αξιώνει να αλλάξει το πολιτικό καθεστώς του Κιέβου, επειδή αυτό το καθεστώς εναντιώνεται σε αυτήν, η Δύση προσέθετε: 
«Και εγώ η Δύση επομένως δεσμεύομαι να μην κάνω ποτέ τίποτα παρόμοιο στο μέλλον, όπως έχω κάνει όταν βομβάρδισα τη Λιβύη, εισέβαλα στο Ιράκ, αποσταθεροποίησα κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, από τη Μέση Ανατολή ώς τη Νότια Αμερική, από τη Χιλή ώς την Αλγερία, από την Αίγυπτο ώς την Παλαιστίνη, κάθε φορά που ένας λαός ψήφιζε υπέρ μιας κυβέρνησης που δεν ευνοούσε τα δυτικά συμφέροντα, όταν ανέτρεψα δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, όπως στην Αλγερία, στην Αίγυπτο ή στην Παλαιστίνη, για να υποστηρίξω αντίθετα δικτατορίες όπως στη Σαουδική Αραβία μόνο επειδή με συμφέρει, παρ’ όλο που οι Σαουδάραβες συνεχίζουν να σφαγιάζουν τους πολίτες της Υεμένης». 
Και θα διαφωνούσα, αλλά ίσως δεν θα ήμουν τόσο αηδιασμένος, αν απλώς άκουγα να λένε: «Είμαστε οι πιο ισχυροί, θέλουμε να κυριαρχήσουμε στον κόσμο με τη βία των όπλων, για να υπερασπιστούμε τον πλούτο μας, και θα κυριαρχήσουμε». Τουλάχιστον δεν θα ήταν υποκρισία, τουλάχιστον θα μπορούσαμε να συζητήσουμε αν αυτή είναι ή όχι μια διορατική επιλογή και μήπως είναι πιο διορατικό να σταματήσουμε τη σύγκρουση και να αναζητήσουμε τη συνεργασία.

*Γεννημένος στη Βερόνα το 1956, ο Κάρλο Ροβέλι είναι καθηγητής Θεωρητικής Φυσικής και έχει διδάξει σε Πανεπιστήμια της Ιταλίας και των ΗΠΑ. Σήμερα διευθύνει το Κέντρο Θεωρητικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Μασσαλίας. Στη γλώσσα μας κυκλοφορούν τα έργα του: «Επτά σύντομα μαθήματα Φυσικής» και «Η πραγματικότητα δεν είναι αυτό που φαίνεται» (Πατάκης 2016 και 2019 αντίστοιχα).

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

Καλό ταξίδι λεβεντάνθρωπε Μανώλη Γλέζο




«Με ρωτάνε διαρκώς για τη σημαία. Εγώ όμως, ακόμα κι από την ιστορία της σημαίας, θυμάμαι τη μάνα μου. Όταν γυρίζαμε εκείνη την ημέρα στα σπίτια μας, η ώρα ήταν περασμένη, μετά τα μεσάνυχτα. Πάω στο σπίτι και βλέπω τη μάνα μου ένα κουβάρι στα σκαλοπάτια απ’ έξω. Με περίμενε. Την πλησιάζω και της λέω, «Μάνα!» Σηκώνεται απότομα, με πιάνει από τον λαιμό, με πάει στην κουζίνα για να μην ακούσουν οι άλλοι και ξυπνήσουν και μου λέει, «Πού ήσουν;». Τότε εγώ ανοίγω το σακάκι και της δείχνω το κομμάτι της σβάστικας που είχαμε κόψει. Με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει, «Πήγαινε κοιμήσου».
Την άλλη μέρα το πρωί, ακούω τον εξής διάλογο: Ο πατριός μου τη ρωτάει, «Πού ήταν χθες το βράδυ ο μεγάλος σου γιος;». Του απαντάει, «Ανέβα στην ταράτσα και κοίταξε στην Ακρόπολη». Ποτέ μου δεν τη ρώτησα πώς το κατάλαβε. Θα το θεωρούσα προσβολή στη νοημοσύνη της. Αλλά για μένα αυτό ήταν το πιο συγκινητικό συμβάν στην ιστορία μου. Η μάνα μου.»

Μανώλης Γλεζος, 1922-2020
(Από τη σελίδα Περί Ποίησης)

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

Οι 7 θάνατοι του Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι




Υπόδειγμα επαναστάτη ο αναρχικός εργάτης Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι, ο άνθρωπος που ζούσε με δυο αλλαξιές ρούχα, δυο πιστόλια και ένα ζευγάρι κιάλια, και με μόνη προσδοκία να εφορμήσει στον ουρανό, να τσακίσει τον φασισμό. Η συμβολή του στον ισπανικό εμφύλιο θα μείνει ανεπανάληπτη.
«Δεν θέλουμε παράσημα, ούτε ζώνες στρατηγών, δεν θέλουμε να μετέχουμε σε επιτροπές ούτε να γίνουμε υπουργοί. Θέλουμε την επανάσταση».
Έζησε και έδρασε σαν αληθινός επαναστάτης, που η δράση και η ανιδιοτέλεια του ενόχλησε πολλούς εχθρούς και συντρόφους, και ίσως για αυτό δεν ξέρουμε ποιος τον δολοφόνησε σαν σήμερα το 1936, στη Μαδρίτη, όπου είχε προστρέξει με την αναρχική ταξιαρχία του για να βοηθήσει το δημοκρατικό μέτωπο να αναχαιτίσει τις φασιστικές ορδές.
Ανυποχώρητος, έντιμος και ατρόμητος, αυτός ήταν ο μεγάλος επαναστάτης Ντουρούτι, ένα γνήσιο παιδί της εργατικής τάξης, για αυτό κι πίστευε βαθιά στην απελευθερωτική της δύναμη, αφού όπως είπε ο ίδιος:
»Πάντα σε καλύβια και τρύπες μέναμε, θα καταφέρουμε λοιπόν να ζήσουμε εκεί μέσα για λίγο καιρό. Μην ξεχνάτε όμως πως ξέρουμε και να χτίζουμε. Εμείς είμαστε εκείνοι που χτίσαμε τα παλάτια και τις πόλεις στην Ισπανία, στην Αμερική και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς οι εργάτες μπορούμε να χτίσουμε καινούργια στη θέση τους, καινούργια και καλύτερα. Δεν φοβόμαστε τα συντρίμμια. Τη γη εμείς θα την κληρονομήσουμε, γι’ αυτό δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Ας κάνει η αστική τάξη τον κόσμο της κομμάτια προτού αποχωρήσει από τη σκηνή της ιστορίας.»

Α.Μ

Επτά εκδοχές για το θάνατο του Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι. Aπόσπασμα από το βιβλίο του Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ «Το σύντομο καλοκαίρι της Αναρχίας» εκδ. Οδυσσέας 1981 (via phorum.gr)

Θάνατος 1ος

«Είμαι σίγουρος ότι ήταν δολοφονία. Δεν πρόλαβε ο Ντουρρούτι να πεθάνει και εξαφανίστηκαν από τη Μαδρίτη οι σπουδαιότεροι ηγέτες του ισπανικού αναρχισμού.Το πολιτικό κλίμα άλλαξε μέσα σε μια νύχτα. Πολλοί αναρχικοί αισθάνθηκαν καταδιοκώμενοι, περιττό να πούμε από ποιους, από τους κομμουνιστές φυσικά.Αυτές τις νύχτες ήταν πιο επικίνδυνο να κυκλοφορείς στους δρόμους της Μαδρίτης με ταυτότητα της CNT-FAI στην τσέπη παρά με την ταυτότητα ενός κόμματος των εξτρεμιστών δεξιών.»

Μαρτίνεθ Φράϊλε

Μερικές μέρες μετά την αποτυχία των αναρχικών στο λόφο Γκαραμπίτας, έπεσε ο Ντουρρούτι στο μέτωπο.Γενικά πιστεύεται ότι τον δολοφόνησαν οι άνθρωποί του γιατί υποστήριξε τη δραστήρια συμμετοχή των αναρχικών στον πόλεμο και τη συνεργασία με την κυβέρνηση του Καμπαλιέρο. 
Πολλοί αναρχικοί ενδιαφέρονταν τότε να ιδρύσουν στην Ισπανία μια ελεύθερη ιδανική δημοκρατία. Δεν σκέφτονταν να κάνουν το παραμικρό με τους σοσιαλιστές , τους κομμουνιστές ή τους αστούς δημοκρατικούς. Δε σκέφτονταν καθόλου να ρισκάρουν το κεφάλι τους για την κυβέρνηση Καμπαλιέρο. Στα μάτια τους κάτι τέτοιο δεν ήταν σπουδαίο.»

Λουίς Φίσερ

O Nτουρρούτι έπεσε αναμφισβήτητα θύμα μιας απερισκεψίας. Ήρθε το απόγευμα στο μέτωπο , στη συνοικία του Πανεπιστημίου. Εκεί επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Ακριβώς για αυτό, αυτή ήταν μια τρομερά επικίνδυνη στιγμή, αφού οι άντρες κινούνταν ξένοιαστα.
Η μεγάλη του Πάκαρντ βρισκόταν κοντά στην γραμμή μάχης των ανθρώπων του. Απέναντι έστεκε η κλινική του Πανεπιστημίου, ένα μεγάλο εξαώροφο ή επταώροφο κτίριο, όπου πρόσφερε θαυμάσιο πεδίο βολής. Ο εχθρός κρατούσε τα πάνω πατώματα οι δικοί μας τα κάτω.
Όταν ο εχθρός, που όπως φαίνεται αγρυπνούσε, είδε το αυτοκίνητο να σταματά σε απόσταση ενός χιλιομέτρου, περίμενε μέχρι που κατέβηκαν οι επιβάτες. Όταν στάθηκαν σε ελεύθερο χώρο, χωρίς καμιά κάλυψη, έριξε μια ριπή πολυβόλου που τραυμάτισε το Ντορρούτι θανάσιμα και λιγότερο τους δύό συνοδούς του.

Ρικάρντο Σανθ

Την επόμενη μέρα κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο Ντουρρούτι δολοφονήθηκε από έναν από τους άντρες του, όταν θέλησε να σταματήσει μια πανικόβλητη οπισθοχώρηση των στρατιωτών του. Όταν λίγο μετά επιβεβαιώθηκε η είδηση του θανάτου του, οι συνθήκες που πέθανε δυνάμωσαν τον πόνο μας για τον χαμό αυτού του ατρόμητου αγωνιστή και αξιωματικού.Όσον αφορά τη μονάδα του, το μόνο που δεν κατάφερε ήταν να εκδιώξει τον εχθρό από τις θέσεις του. Αντίθετα ο εχθρός ήταν εκείνος που την κατεδίωξε. Μετά το θάνατο του Ντουρρούτι αυτές οι μονάδες αντικαταστάθηκαν αμέσως, Ήταν πραγματικός κίνδυνος για ολόκληρο το μέτωπο της Μαδρίτης.

Ενρίκε Λίστερ

Ο σοφέρ του Ντουρρούτι μου διηγήθηκε τι συνέβη. Με συνόδεψε στα γραφεία της Solidaridad Obrera στη Μαδρίτη, για να μπορέσουμε να μιλήσουμε ανενόχλητα.
»Πες μου όλη την αλήθεια» παρακάλεσα το σύντροφο Χούλιο Γκράβες.
»Δεν υπάρχουν πολλά να πω. Μετά το μεσημεριανό φαγητό, πήγαμε στο μέτωπο, στη συνοικία του Πανεπιστημίου. Μας συνόδευε ο σύντροφος Μανθάνα. Φτάσαμε στην πλατεία Κουάτρο Καμίνος. Έστριψα στη λεωφόρο Πάμπλο Ιγκλέσιας και πάτησα γκάζι. Τρέχαμε μπροστά από μια σειρά ξενοδοχεία που βρίσκονται στο τέλος της λεωφόρου και μετά στρίψαμε δεξιά.
Οι μονάδες του Ντουρρούτι είχαν αλλάξει θέσεις μετά τις βαριές απώλειες που είχαν υποστεί στην πλατεία Μονκλόα και μπροστά στα τείχη της υποδειγματικής φυλακής. Είχε φως. Ένας φθινοπωρινός ήλιος πλανιόταν στους δρόμους. Φτάσαμε στη διασταύρωση, όταν ήρθε προς το μέρος μας μια ομάδα από πολιτοφύλακες. Ο Ντουρρούτι κατάλαβε αμέσως ότι αυτοί οι νεαροί ήθελαν να εγκαταλείψουν το μέτωπο. Με διέταξε να σταματήσω. Σταθήκαμε στο πεδίο βολής του εχθρού. Οι μαυριτανικές ομάδες που είχαν καταλάβει την κλινική, εξουσίαζαν την πλατεία. Σταμάτησα για ασφάλεια το αυτοκίνητο στη γωνία ενός από αυτά τα μικρά ξενοδοχεία. Ο Ντουρρούτι κατέβηκε και πήγε προς τους φαντάρους που έφευγαν. Τους ρώτησε που πήγαιναν. Δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν. Τους κατσάδιασε με τη βαριά του φωνή και τους διέταξε με κοφτό τόνο να γυρίσουν πίσω στις θέσεις τους. Οι στρατιώτες υπάκουσαν και γύρισαν πίσω.
Ο Ντουρρούτι στράφηκε προς το αυτοκίνητο. Το πυρ έγινε σφοδρότερο. Η τεράστια κοκκινωπή μάζα της κλινικής έστεκε απέναντί μας ακούγαμε τις σφαίρες να σφυρίζουν. Ο Ντουρρούτι άπλωνε το χέρι του προς την πόρτα του αμαξιού όταν ξαφνικά έπεσε κάτω. Είχε χτυπηθεί στο στήθος. Ο Μανθάνα και εγώ ορμήσαμε έξω από το αμάξι και τον ξαπλώσαμε στο πίσω κάθισμα. Γύρισα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και όρμισα με τρελή ταχύτητα προς την πόλη για το νοσοκομείο των Καταλανικών Πολιτοφυλακών.Τα υπόλοιπα τα ξέρεις. Αυτά είναι όλα»

Αριέλ


Θάνατος 2ος

Βασικά μπορούμε να στηριχτούμε μόνο σε υποθέσεις. Ξέρω μόνο, μάλιστα όχι από πρώτο χέρι, ένας γνωστός μου το είπε, σίγουρα κάποιος που ήταν καλά πληροφορημένος, ξέρω λοιπόν μόνο ότι ο Αουγκούστ Λεκέρ, ένας από τους σημαντικότερους άντρες του Κ.Κ. Γαλλίας-μέχρι τη διαγραφή του για το ζήτημα του Στάλιν ήταν ο δεύτερος άνθρωπος στο κόμμα μετά τον Τορέζ- ότι αυτός λοιπόν ο Λεκέρ, σήμερα αντισταλινικός, είχε πει στους φίλους του, εντελώς ανοιχτά, πως οι κομμουνιστές ήταν οι ένοχοι. Αυτοί είχαν δολοφονήσει τον Ντουρρούτι.

Γκαστόν Λεβάλ

Αναρχική νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου στη Βαρκελώνη και το Παρίσι. Του ανταποκριτή μας .23Νοέμβρη.

Κατά την Echo de Paris, ο Καταλανός αναρχικός ηγέτης Ντουρρούτι, που ήταν η ψυχή της αντίστασης στη Μαδρίτη, δεν έπεσε, όπως μετέδωσαν οι μπολσεβίκοι, στον αγώνα ενάντια στα εθνικιστικά στρατεύματα, αλλά δολοφονήθηκε από κομμουνιστές.
Στη Μαδρίτη συνέβησαν και πάλι συγκρούσεις ανάμεσα σε κομμουνιστές και αναρχικούς για το μοίρασμα της λείας από τη λεηλασία των αριστοκρατικών μεγάρων.
Σε μια τέτοια διαμάχη ο Ντουρρούτι απείλησε τους κομμουνιστές ότι θα γυρίσει στη Βαρκελώνη με τους αναρχικούς του και θα αφήσει τη Μαδρίτη στην τύχη της. Το βράδυ της ίδιας μέρας ο Ντουρρούτι δέχθηκε επίθεση μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του από κομμουνιστές που τον χτύπησαν θανάσιμα.
Όπως αναφέρει η Echo de Paris από τη Βαρκελώνη, οι αναρχικοί εγκαθίδρυσαν βασίλειο τρόμου στην καταλανική πρωτεύουσα. Όταν έγινε γνωστή η είδηση της δολοφονίας του φυλάρχου τους Ντουρρούτι από κομμουνιστές της Μαδρίτης, οι αναρχικοί οργάνωσαν ένα είδος νύχτας του αγίου Βαρθολομαίου. Οι φρικτές παρεκτροπές ενόχλησαν στο τέλος και την ηγεσία των αναρχικών ομάδων, έτσι που με βιαστικές εκκλήσεις τους να απαιτήσουν την κατάπαυση του αιματηρού τρόμου.

Volkischer Beobachter

Τηλεγράφημα του Γενικού Γραμματέα του Κ.Κ.Ισπανίας που στάλθηκε στην Solidaridad Obrera.: 

Με βαθύ πόνο πληροφορηθήκαμε τον ένδοξο θάνατο του κοινού μας συντρόφου Ντουρρούτι, αυτού του αφιλοκερδούς γιου της εργατικής τάξης, αυτού του ενθουσιώδους και ενεργητικού υπερασπιστή της ενότητας του προλεταριάτου. Το δολοφονικό μολύβι των φασιστών ληστών πήρε από κοντά μας μια νεαρή αλλά πλούσια σε θυσίες ζωή. Ενωμένοι όσο ποτέ άλλοτε στην υπεράσπιση της Μαδρίτης, μέχρι την εξόντωση των φασιστικών συμμοριών που λερώνουν τη χώρα με αίμα... Για τον ενιαίο αγώνα σε όλα τα μέτωπα της Ισπανίας. Εκδίκηση για τους ήρωές μας. Για το θρίαμβο του Ισπανικού λαού.

Χοσέ Ντιαθ


Θάνατος 3ος

Αργότερα η χήρα του Ντουρρούτι ή μήπως ήταν η κεντρική επιτροπή της CNT- μου έστειλε για μια έκθεση σε ανάμνηση του Ντουρρούτι, το πουκάμισο που φορούσε τη μέρα του θανάτου του. Κοίταξα την τρύπα που είχε από τη σφαίρα. Μετά κάλεσα ένα ειδικό. Φτάσαμε και οι δύό στο συμπέρασμα ότι η σφαίρα πρέπει να είχε πέσει από πολύ κοντά, γιατί το ύφασμα του πουκαμίσου έδειχνε καθαρά ίχνη καψίματος και μπαρούτης.
Ξέραμε βέβαια πολύ καλά τη νοοτροπία των αναρχικών. Ξέραμε ότι στη Μαδρίτη ο Ντουρρούτι δεν ήταν ο παλιός γκεριλέρο. Είχε γίνει κανονικότατος στρατιωτικός. Ξέραμε επίσης ότι είχε επιτεθεί χωρίς έλεος ενάντια σε αρχηγούς αναρχικών ομάδων που είχαν ξεχάσει τα καθήκοντά τους. Μάλιστα είχε εκτελέσει και μερικούς από αυτούς.
Έτσι φτάσαμε τότε στο συμπέρασμα ότι μπορεί και να ήταν μια πράξη εκδίκησης.

Χαουμέ Μιραβίτλιες

ο ίδιο βράδυ (σημ.: Της έκθεσης προς τιμή των υπερασπιστών της Μαδρίτης όπου εκτέθηκε το πουκάμισο του Ντουρρούτι ένα χρόνο μετά τον θάνατό του-) ανέθεσα σε ειδικούς του ινστιτούτου της ιατροδικαστικής να εξετάσουν το πουκάμισο. Κατέληξαν ομόφωνα στο συμπέρασμα ότι το βλήμα είχε ριχτεί από απόσταση το πολύ δέκα εκατοστά . Μερικές μέρες αργότερα συναντήθηκα με τη γυναίκα του Ντουρρούτι, μια Γαλλίδα, για δείπνο.
»Πως πέθανε» τη ρώτησα»Ξέρετε σίγουρα την αλήθεια.»
»Εγώ , εγώ τα ξέρω όλα»
»Πως έγινε;»
Με κοίταξε κατευθείαν στα μάτια.
»Μέχρι την ημέρα του θανάτου μου» είπε μετά, »θα υποστηρίζω την επίσημη ανακοίνωση. Ένας αστυνομικός της Guardia Civil τον πυροβόλησε ψηλά από ένα παράθυρο». Και λίγο αργότερα συμπλήρωσε: »Γνωρίζω όμως ποιος τον σκότωσε. Ήταν ένας απ αυτούς που στέκονταν δίπλα του. Ήταν πράξη εκδίκησης.»

Χαουμέ Μιραβίτλιες


Θάνατος 4ος

Ο Ντουρρούτι ήταν ένας άντρας που έζησε και ανέπνευσε μέσα στον αέρα του αναρχισμού του 19ου αι. Έβλεπε τον εαυτό του σαν κληρονόμο του Μπακούνιν και για αυτό ήταν βαμμένος εχθρός των Μαρξιστών. Ακόμα, ήταν άντρας με μεγάλη εξυπνάδα, άντρας που ήθελε να βοηθήσει τη δημοκρατία στη νίκη, ενάντια στους οπαδούς του στρατηγού Φράνκο.
Στο μέτωπο της Αραγωνίας δε γινόταν και τίποτε σπουδαίο. Στη Βαρκελώνη, οι αναρχικοί κρατούσαν ένα μεγάλο αριθμό αυτόματα όπλα, που χρειάζονταν πολύ στις μάχες της Μαδρίτης, με την ελπίδα να υπερκεράσουν τους κομμουνιστές. Την ιδεολογική τους θέση την είχαν ήδη μισοπουλήσει, όταν δέχτηκαν να πάρουν μέρος στην κυβέρνηση. Η στρατιωτική τους θέση όμως ήταν αδιαφιλονίκητη: ήταν πάντα ικανοί να κερδίζουν οδομαχίες, να καταλαμβάνουν ραδιοφωνικούς σταθμούς και άλλα κέντρα επικοινωνίας, ή αν το απαιτούσαν οι αντιαυταρχικές τους αρχές, να ανοίξουν τις πύλες στον εχθρό για να εμποδίσουν τους κομμουνιστές να πάρουν τον έλεγχο της δημοκρατίας. (Για κάτι τέτοιο πάλι δεν ήταν σε θέση οι κομμουνιστές, αφού η νίκη τους στην Ισπανία θα οδηγούσε σε παγκόσμιο πόλεμο, πού ή Μόσχα εκείνη την εποχή δεν επιθυμούσε καθόλου). Δημιουργήθηκε λοιπόν μια κατάσταση, οπού οι «καθαροί ιδεολόγοι» κι από τις δυο μεριές: οι κληρονόμοι του Μαρξ από τη μια κι από την άλλη οι κληρονόμοι του Μπακούνιν βρέθηκαν αναγκασμένοι να συνεργαστούν με λιγότερο καθαρούς ανθρώπους, πού ήθελαν σε πρώτη γραμμή να κερδίσουν τον πόλεμο. Είναι υπέρ του Nτουρρούτι ότι προθυμοποιήθηκε να πάει στη Μαδρίτη για να κλείσει μια συμφωνία με το κομμουνιστικό κόμμα και την κεντρική κυβέρνηση. Εισέβαλαν με τη σωματοφυλακή του πάνοπλοι στα εστιατόρια της Γκράν Βία, ενώ οι χειροβομβίδες του Φράνκο έπεφταν στους δρόμους. Οι κάτοικοι της Μαδρίτης δεν είχαν ξαναδεί πολεμιστές πού να είναι τόσο βαριά οπλισμένοι. Ή ιδέα ότι αυτοί οι πάνοπλοι άντρες είχαν έρθει επιτέλους για βοήθεια, τους γέμιζε ενθουσιασμό. Ο Ντουρρούτι εγκατέλειψε τη σωματοφυλακή του. Πήγε μόνος του σε μια συνάντηση με τους κομμουνιστές. Ένα τέταρτο αργότερα πυροβολούνταν μέσα στο δρόμο από πράκτορες μιας αναρχικής ομάδας πού έφερε το όνομα «Φίλοι του Ντουρρούτι». Οι ιστορικοί του εμφύλιου παρουσιάζουν αυτό το επεισόδιο εντελώς λανθασμένα όταν αρκούνται στην ανακοίνωση ότι ο Ντουρρούτι πήγε στο μέτωπο και κει πυροβολήθηκε από αγνώστους. Για λόγους πού είναι εντελώς φανεροί, οι κομμουνιστές και ή δημοκρατική κυβέρνηση παρουσίασαν τότε στον κόσμο αυτή την εκδοχή. Και οι δυο ενδιαφέρονταν να ασημαντοποιήσουν τη διένεξη ανάμεσα στους αναρχικούς και τους κομμουνιστές. Υποστηρίχθηκε μάλιστα ότι ο Ντουρρούτι έπεσε θύμα μιας εξοστρακισμένης σφαίρας από τα χαρακώματα του Φράνκο. Σ αυτό τίποτα δεν είναι αλήθεια. Πυροβολήθηκε μέσα στο δρόμο και μάλιστα πισώπλατα. Πολύς κόσμος είδε το τέλος του. Ο θάνατος του είναι ακραία εκδήλωση του αναρχικού τρόπου σκέψης. Σε κάθε περίπτωση όμως μαρτυρεί ότι η διαφορά ανάμεσα στους κομμουνιστές και τους αναρχικούς είναι αξεπέραστη. Οι «Φίλοι του Ντουρρούτι» είχαν οργανώσει από πολύ πριν τη δολοφονία του. Η ομάδα όφειλε να αντιπροσωπεύει το πνεύμα του «αληθινού» αναρχισμού και την αντιπολίτευση ενάντια στις αυταρχικές τάσεις του κομμουνισμού. Ότι ό Ντουρρούτι πυροβολήθηκε από τους ίδιους τους φίλους του είναι, αν το δει κανείς έτσι, πολύ λογικό. Ο θάνατος του ήταν ή τελευταία πράξη της διαμάχης μεταξύ Μπακούνιν και Κάρλ Μαρξ.


Θάνατος 5ος

Όταν ένας άντρας σκοτωθεί σε καιρό πολέμου μέσα στο δρόμο, δεν είναι δύσκολο να θεωρήσεις υπεύθυνο τον εχθρό ή τη δική του πλευρά. Ή θανάσιμη σφαίρα έπεσε σε μια συνοικία, απ’ οπού μόλις είχαν εκδιωχθεί τα εθνικιστικά στρατεύματα. Είναι αδύνατο ο σκοπευτής να τον αναγνώρισε και τον πυροβόλησε με τη συνείδηση ότι είχε μπροστά του τον Ντουρρούτι. Γιατί ο Μπουεναβεντούρα δε φορούσε διακριτικά στη στολή του. Ο σκοπευτής πυροβολούσε λοιπόν προελαύνοντες πολιτοφύλακες οπού τους έβρισκε άρα πρέπει να στεκόταν στην πλευρά του Φράνκο. Είναι αλήθεια ότι ο Ντουρρούτι πυροβολήθηκε από πίσω. Η πιστολιά όμως έπεσε από κάπου ψηλά, από τα κτίρια εκείνα πού βρίσκονταν ακόμα στα χέρια του εχθρού.Αργότερα ανάμεσα στους δημοκρατικούς υπήρξαν διαφωνίες σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα. Μερικοί αναρχικοί υπαινίσσονταν ότι ο Ντουρρούτι δολοφονήθηκε από του κομμουνιστές. Αυτό είναι απίθανο. Το μόνο σωστό εδώ είναι ότι ο θάνατος του έφερε στους κομμουνιστές μεγάλα τακτικά πλεονεκτήματα. Με τον Ντουρρούτι εξαφανίστηκε ή μοναδική μορφή του αναρχικού κινήματος πού το κύρος της θα έφτανε για να περιορίσει την ανερχόμενη επιρροή των κομμουνιστών. Η ομάδα «Φίλοι του Ντουρρούτι» δημιουργήθηκε πολλούς μήνες μετά το θάνατο του. Αυτό φαίνεται και από τ όνομα της. Είναι παράδοση των αναρχικών να ονομάζουν τις ομάδες τους μ’ αυτόν ή εκείνον το νεκρό του κινήματος, ένα φιλόσοφο ή έναν πολιτικό αρχηγό, ποτέ όμως με κάποιο πού ζει ακόμα. Ή πρώτη ομάδα μ’ αυτό το όνομα δημιουργήθηκε στο Παρίσι. Μια δεύτερη στην Ισπανία. Καταπολεμούσε τη συμβιβαστική πολιτική της CΝΤ και τις παραχωρήσεις από τις πιέσεις των κομμουνιστών. Δεν είναι επίσης αλήθεια ότι ο Ντουρρούτι ήταν έτοιμος να «συνεργαστεί» με τους κομμουνιστές. Οι κομμουνιστές δεν ήταν την εποχή του θανάτου του σε θέση να ασκήσουν πίεση στους αναρχικούς. Αυτό στάθηκε δυνατό μετά το θάνατο το Ντουρρούτι, όταν ή ρώσικη επιρροή στην Ισπανία είχε αυξηθεί. Σε συνεντεύξεις πού ο Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι είχε δώσει λίγο πριν το θάνατο του στην αναρχική Ρωσίδα Έμμα Γκόλντμαν, ξεκαθάριζε απολύτως τη θέση του. Στην ερώτηση μήπως εμπιστεύεται πολύ τους πάντες, είχε απαντήσει: «»Αν οι Ισπανοί εργάτες έχουν να διαλέξουν ανάμεσα στις δικές μας ελευθεριακές μεθόδους και στο είδος του κομμουνισμού πού γνωρίζουν από τη Ρωσία, θα κάνουν οπωσδήποτε τη σωστή εκλογή. Δεν έχω κανένα φόβο γι’ αυτό». Ή Έμμα Γκόλντμαν τον ρώτησε τι θα γινόταν αν οι κομμουνιστές ήταν τόσο δυνατοί, ώστε δεν έμενε καμιά άλλη εκλογή στους εργάτες. Και ο Ντουρρούτι: «Με τους κομμουνιστές θα ξεμπερδέψουμε εύκολα, όταν θα έχουμε βγάλει από τη μέση τον Φράνκο, και αν ήταν αναγκαίο, και πιο πριν». «Ίσως να είχε συμβεί αυτό, αν είχε μείνει ζωντανός.

Άλμπερτ Μέλτζερ


Θάνατος 6ος

Εκεί οπού ποτέ δεν έδωσα πίστη και που εναντιώνομαι πάντα ενεργητικά είναι ή φήμη ότι η ίδια η φρουρά του Ντουρρούτι τον πυροβόλησε πισώπλατα. Αυτό είναι βδελυρό ψέμα. Κανένας από τους ανθρώπους του δεν ήταν ικανός για τέτοιο κακούργημα. Αργότερα ακούστηκε, εδώ και κει, ότι οι κομμουνιστές ήταν οι δράστες. Σας το λέω εντελώς ειλικρινά, δεν πιστεύω ούτε σ’ αυτή την εκδοχή. Ότι οι αναρχικοί δολοφόνησαν τον Ντουρρούτι, αυτό το ψέμα σερβιρίστηκε από μερικούς δημοσιογράφους και ιστορικούς, μαριονέτες των κομμουνιστών. Οι κομμουνιστές είχαν τότε δοκιμάσει τα πάντα για να δυσφημήσουν το αναρχικό κίνημα. «Άλλοι επανέλαβαν αυτό το ψέμα. Μερικοί άνθρωποι δυστυχώς κατεβάζουν ο,τι τους σερβιριστεί.

Φεντερίκα Μοντσενύ 


Θάνατος 7ος

Ο αυτόπτης μάρτυρας

Αυτό έχει συμβεί εδώ και τριανταπέντε χρόνια τώρα, και παρ’ όλα αυτά θυμάμαι όχι μόνο την ημερομηνία αλλά και την ώρα και όλες τις λεπτομέρειες. «Ήμασταν στρατωνισμένοι στην οδό Μιγκέλ «Ανχελ 27, οπού ήταν και το διοικητήριο του Ντουρρούτι. Ήταν το ανάκτορο του δούκα του Σοτομαγιόρ, ανιψιού του βασιλιά Άλφόνσου XIII. Το απόγευμα, ήταν 19 Νοέμβρη, ήρθε ένας αγγελιοφόρος από το μέτωπο. Το νοσοκομείο είχε πέσει στα χέρια του εχθρού. Ανεβήκαμε αμέσως στο αμάξι. Ήταν περίπου τέσσερις ή ώρα το απόγευμα, τέσσερις παρά δέκα ή τέσσερις και δέκα. Πήγαμε κατευθείαν στο μέτωπο, όσο πιο κοντά μπορούσαμε στο νοσοκομείο, για να εξετάσουμε την κατάσταση. Μπροστά στο τιμόνι καθόταν ο σοφέρ Χούλιο, δίπλα του όπως πάντα ο Ντουρρούτι. Δεν μπορούσε να ανεχτεί το πίσω κάθισμα. Πίσω κάθονταν ο Μανθάνα, ο Μπονίγιο κι εγώ. Περάσαμε μέσα από την πόλη και φτάσαμε στην πλατεία Μονκλόα, μέσα από τη λεωφόρο Ροσάλες, λίγο πριν τη γωνία της οδού Άντρες Μπεγιάνο. Ακούγαμε τις σφαίρες να σφυρίζουν. Σταματήσαμε. Δεν πήγαινε παρακάτω. Το αυτοκίνητο πρόσφερε πολύ καλό στόχο για τους εχθρικούς σκοπευτές. Έτσι ο Χούλιο σταμάτησε και κατέβηκε να ερευνήσει την κατάσταση. Ο Ντουρρούτι θέλει να τον ακολουθήσει. Παίρνει το αυτόματο του, ένα Ναρανχέρο, ανοίγει την πόρτα και χτυπά με το όπλο στο σκαλοπάτι. Το όπλο εκπυρσοκροτεί, ή σφαίρα τον βρίσκει στο στήθος, εντελώς διαμπερώς. «Ήμουν ήδη έτοιμος να κατέβω, μόνο ένας είχε μείνει μέσα στο αμάξι. Σηκώνουμε τον Ντουρρούτι, πλημμύρα στο αίμα, αλλά είχε τις αισθήσεις του, το αίμα έβγαινε απ’ το στήθος του, εμείς προσπαθούσαμε να το σκουπίσουμε, δε γινόταν τίποτε. Τον βάλαμε στο αμάξι, ανεβήκαμε και ξεκινήσαμε οσο πιο γρήγορα μπορούσαμε για το ξενοδοχείο Ritz, οπού βρισκόταν το νοσοκομείο των καταλανικών πολιτοφυλακών. Παραδώσαμε τον Ντουρρούτι στους γιατρούς. Προσπάθησαν πολύ για να τον σώσουν. Μέχρι τις δύο το πρωί είχε τις αισθήσεις του. Δεν ξέρω αν είπε τίποτα ακόμη, δεν ήμουν πια εκεί. Ξέρω όμως ότι πέθανε κατά τις τέσσερις το πρωί, έντεκα ή δώδεκα ώρες μετά το ατύχημα. Ο θάνατος του Ντουρρούτι μας έκανε τέτοια εντύπωση πού δεν μπορούσαμε ούτε εμείς οι ίδιοι να το πιστέψουμε, κι ας ήμασταν αυτόπτες μάρτυρες. Κανένας δεν τόλμησε να γνωστοποιήσει την είδηση, κανένας δεν ήθελε να πει την αλήθεια. Γι’ αυτό το λόγο αναφερόταν στην ανακοίνωση ότι πέθανε από εχθρική σφαίρα. Αυτό είναι εντελώς νοητό, μόνο πού φυσικά δεν συνέβη έτσι. Μετά άρχισαν φυσικά οι φήμες, άλλοι έλεγαν οι κομμουνιστές ήταν οι ένοχοι, άλλοι εμείς, η φρουρά του τον είχε σκοτώσει, άλλοι πάλι το απέδιδαν στην Πέμπτη φάλαγγα και τα λοιπά, . Την αλήθεια δεν την έμαθε κανένας, ότι δηλαδή ήταν ένα ατύχημα, ότι ο Ντουρρούτι σκοτώθηκε μόνος του.

Ραμόν Γκαρθία Λόπεθ

Υποστήριξα παλιότερα ότι ο Ντουρρούτι έπεσε θύμα μιας απόπειρας. Σε αυτό το συμπέρασμα είχα φτάσει, γιατί είχα στα χέρια μου ένα είδος corpus delicti: το πουκάμισο. Αυτό αποδείκνυε ότι η σφαίρα είχε πέσει από πολύ κοντά. Ακόμη ήξερα ότι και ή χήρα του Ντουρρούτι είχε αμφιβολίες για την επίσημη εκδοχή. Από τότε μίλησα με πολλούς ανθρώπους γι αυτό το θέμα, ακόμα και με φίλους της Εμιλιέν. Φαίνεται σαν το πράγμα να είχε γίνει διαφορετικά απ΄ ο,τι σκεφτόμουνα, σαν να είχε πάρει μόνο του μπροστά το αυτόματο του Ντουρρούτι, ένα Ναρανχέρο (δεν κατάλαβα ποτέ γιατί αυτά τα όπλα ονομάζονταν πορτοκαλιές), την ώρα πού κατέβαινε από το αυτοκίνητο και τον χτύπησε θανάσιμα. Αν ήταν έτσι, γίνεται κατανοητή και ή συμπεριφορά της CΝΤ. Αυτό το είδος του θανάτου είχε μια γεύση θανάσιμης ειρωνείας. Οι μάζες δεν θα είχαν πιστέψει μια τέτοια εκδοχή. Ένας άντρας πού η σχέση του με τα όπλα είναι τόσο αυτονόητη όσο και μιας γραμματέως με τη γραφομηχανή της. Είναι λογικό ότι οι αναρχικοί δεν είχαν καμιά διάθεση να διαλύσουν το μύθο πού είχε φτιαχτεί γύρω απ’ τον Ντουρρούτι με μια τόσο κοινότυπη εξήγηση. Ήταν ακατανόητο. Δεν επιτρεπόταν να γίνει. 

Χαουμέ Μιραβίτλιες 

Κανένας δεν έμαθε ποτέ την αλήθεια, και αυτό γιατί μας άρχισαν. Μέχρι το τέλος του πολέμου οφείλαμε να σωπάσουμε, και ούτε στους γονείς μας, στις γυναίκες μας, ούτε στους φίλους μας να πούμε κάτι. Αρχικά γιατί αυτός ο θάνατος είχε κάτι το γελοίο για έναν αναρχικό αρχηγό* κατά δεύτερο λόγο, για να εκλείψει ή υποψία ότι ο Ντουρρούτι δολοφονήθηκε από τους ανθρώπους του. Μας έβαλαν να ορκιστούμε, ή Φεντερίκα Μοντσενυ, πού ήταν τότε υπουργός και ο «Μαριάνετ», δηλαδή Μαριάνο Ρ. Βασκέθ γραμματέας της εθνικής επιτροπής της CNT. Ο δόκτωρ Σανταμαρία με τον όποιο μίλησα, δεν ήξερε να πει από που μπορούσε να είχε έρθει το βλήμα. Με διαβεβαίωσε όμως ότι πρέπει να ρίχτηκε από απόσταση το πολύ 15 εκατοστά.

Γιεσούς Αρνάλ Πένα 

Μερικοί δε θέλουν ακόμα και σήμερα να ακούσουν για την υπόθεση, επειδή δεν κολλάει στις βρομιές τους, μα την αλήθεια την ξέρουν τόσο καλά όσο εγώ. Ακούσαμε συντρόφους πού ήταν μαζί του, τον Μανθάνα για παράδειγμα, πού ήταν ο επιτελάρχης του στη Μαδρίτη, το σοφέρ Έστάνθιο και έναν ακόμα πού τον συνόδευε, και τι μας είπαν; Ότι το όπλο πήρε από μόνο του φωτιά. Καθόταν κάπως έτσι [ο Ριόντα τον παριστάνει] και έτσι κρατά το όπλο, με την κάννη προς τα πάνω. Το παίρνει και θέλει να κατέβει, μπλέκεται τότε ή σκανδάλη στο σκαλοπάτι και μπαμ φεύγει ή σφαίρα και του μπαίνει κατευθείαν στά πνευμόνια. Ξέρω από όπλα. Από τότε πού ήμουν εικοσιδύο χρονών δεν βγήκα ποτέ από το σπίτι χωρίς πιστόλι. Δεν ξέρεις τι γίνεται, ιδιαίτερα τις νύχτες. Δεν πήγα ποτέ σε συγκέντρωση χωρίς το πιστόλι μου. Το είχα πάντα στο χέρι, στη ζώνη. Πρέπει να μπορείς να υπερασπιστείς τον εαυτό σου. Ο Ντουρρούτι όμως ήταν πάντα απρόσεκτος.Αυτό ήταν το λάθος του. Του το είχα πει πολλές φόρες. Δεν έδινε σημασία. Αυτή ήταν κι ή γνώμη του Μανθάνα. Όταν τρέχεις με το αυτοκίνητο δεν κρατάς έτσι το όπλο πού ή κάννη να είναι στραμμένη επάνω σου. Και πιο πολύ ακόμα στην αποβίβαση. Ο Μανθάνα όμως με διαβεβαίωσε πως έτσι έγινε. Το Ναρανχέρο είναι φοβερό όπλο, παίρνει μόνο του φωτιά. Το ξέρω πολύ καλά, γιατί αργότερα πήρα αυτό το όπλο μαζί μου. Το κράτησα μέχρι που πήγα στη Γαλλία. Στη φυγή αναγκάστηκα να το αφήσω στα σύνορα…….

Ρικάρντο Ριόντα Κάστρο

Πηγή: mao.gr

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Τα θύματα και τα -χαμένα- μαθήματα


Αφίσα από το υπέροχο αντιπολεμικό έπος «Σταυροί στο Μέτωπο» του Κιούμπρικ, με τον Κερκ Ντάγκλας

του Γιώργου Τσιάρα

Την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, όλοι σχεδόν οι δυνατοί του μάταιου τούτου κόσμου, οι επίγονοι των ισχυρών χωρών του Πρώτου Παγκοσμίου, έχουν μαζευτεί τσούρμο στη Γαλλία. Για να τιμήσουν, υποτίθεται, τα εκατό χρόνια από την Ανακωχή, που και καλά τερματίζει στις 11/11 του 1918 τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τι ψέμα!
Ο Μεγάλος Πόλεμος, αν και διαφημίστηκε ως «ο πόλεμος που θα τερμάτιζε όλους τους πολέμους», φυσικά συνεχίστηκε σε αμέτρητα επιμέρους μέτωπα, χωρίς πραγματική διακοπή, μέχρι την έκρηξη του Δεύτερου – καθώς οι Αγγλογάλλοι νικητές βρίσκουν ευκαιρία να τεμαχίσουν προς όφελός τους τις ηττημένες προπολεμικες αυτοκρατορίες (Γερμανία, Αυστροουγγαρία και φυσικά την Οθωμανική) σε πιο εύκολα χειραγωγήσιμα κομμάτια, που στην πορεία θα εξελιχθούν σε διάφορα έθνη κράτη-πελάτες.
Το «Μεγάλο Παιχνίδι» της πλανητικής πρωτοκαθεδρίας δεν σταματά ποτέ, αιώνες τώρα: η δική μας Μικρασιατική καταστροφή όπως και η πολυεθνική εκστρατεία για την κατάπνιξη της ρωσικής επανάστασης το 1919-22 είναι μόνο δύο από αυτά τα «μεταπολεμικά» μέτωπα – απλές υποσημειώσεις στους σχεδιασμούς των ισχυρών, αλλά με καταστροφικές συνέπειες για εκατομμύρια εμπόλεμους και άμαχους συμμετέχοντες σε αυτά. 
Τότε «χτίζονται», μεταξύ άλλων, κρυφά (Σάικς-Πικό) και φανερά (Βερσαλίες, Σεβρ, Λοζάνη) τα περισσότερα σημερινά έθνη-κράτη της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, σχεδιασμένα με ευθείες γραμμές πάνω σε κάποιο χάρτη των Παρισίων ή του Λονδίνου. Τότε μπαίνουν, χάρη στην πλεονεξία των αυτοκρατορικών ελίτ, οι ιστορικές βάσεις για πολλά από τα σημερινά δεινά της ανθρωπότητας. 
Για να ακολουθήσει, βέβαια, ο νέος μεγάλος τεμαχισμός από το 1939 ώς το 1945, ο ακόμη φονικότερος Δεύτερος Πόλεμος, φυσική συνέχεια –κυριολεκτικά, ένας δεύτερος γύρος– του Πρώτου. Που, στην πραγματικότητα, κι αυτός έχει ξεκινήσει ήδη τουλάχιστον από το 1931, με την εισβολή της Ιαπωνίας στην Κίνα, και συνεχίζεται στην Ισπανία, την Αιθιοπία και σε πλήθος άλλα πεδία ολέθρου.
Και που μόνο στα λόγια «λήγει» το 1945 στο ισοπεδωμένο Βερολίνο και το ραδιενεργό Ναγκασάκι, με τον παλιό, σάπιο κόσμο της «γηραιάς ηπείρου» οριστικά εξουθενωμένο, και τις δύο νέες υπερδυνάμεις, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία/ΕΣΣΔ, να ξαναπιάνουν αμέσως το νήμα της ενδο-ιμπεριαλιστικής μονομαχίας για την αλληλοϋπονόμευση, την αρπαγή σφαιρών επιρροής και την παγκόσμια κυριαρχία.
Και να ξαναρίχνονται στο Μεγάλο Παιχνίδι, από εκεί ακριβώς που το άφησαν οι προηγούμενοι. Ελλάδα, Κορέα, Ινδοκίνα – μπορώ να γεμίσω όλη τη σελίδα με τα επιμέρους «δι’ αντιπροσώπων» αλλόφυλα και εμφύλια μέτωπα του Ψυχρού Πολέμου, που ήταν Ψυχρός μόνο για τους ισχυρούς, αλλά Θερμός μέχρι θανάτου για τους σκοτωμένους, τους εξόριστους, τους πεινασμένους... Σκεφτείτε, δηλαδή, να μην είχαν και το «φρένο» της αμοιβαίας πυρηνικής (αυτο-)καταστροφής, να τους συγκρατεί, τι θα είχαν κάνει!
Πάμε όμως πάλι πίσω στο Παρίσι. Ο «Ναπολέων» Μακρόν, αφού πέταξε τη μαλακία του για τον «ήρωα» δωσίλογο Πετέν, τελικά μαζεύτηκε και δεν θα πάει στο «Invalides» να τον τιμήσει για τη σφαγή του Βερντέν – και για τους 75.000 Εβραίους που ο κουίσλινγκ Στρατάρχης έστειλε πακέτο στα χιτλερικά κρεματόρια.
Αντ’ αυτού, ο Γάλλος «πρόεδρος των πλουσίων» θα βρεθεί αύριο με την εκλεκτή... δημοκρατική παρέα του –τον Τραμπ, τον Πούτιν, τον Ερντογάν, αλλά και τη Μέρκελ, τη Μέι και πλήθος άλλους ξεφτισμένους κληρονόμους των ισχυρών παικτών του 1918– για να τιμήσουν, λέει, την Ανακωχή και την Ειρήνη. Την ειρήνη! Που, έτσι και κοιτάξει κανείς τον παγκόσμιο χάρτη και βάλει κουκκίδες για τους πολέμους –εμφύλιους, «εμφύλιους» αλλά και κανονικούς–, και ιδίως για τις αναγκαστικές μετακινήσεις ολόκληρων πληθυσμών εξαιτίας τους, θα διαπιστώσει πως αποτελεί χίμαιρα, μακρινή φενάκη.
Και που, έτσι και προσθέσουμε αφενός τις μακρινές στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον πλανήτη και τα ορατά και αόρατα τείχη από τη μία, και αφετέρου τις λογής-λογής οικονομικές κυρώσεις και «εχθροπραξίες» ενθεν και ένθεν, που εσχάτως πολλαπλασιάζονται σαν μανιτάρια, βλέπουμε πως δεν διαφέρει και πολύ από το ναρκοπέδιο του Μεσοπολέμου. Είναι κι αυτή η καταραμένη άνοδος της εθνικιστικής, ρατσιστικής, μισαλλόδοξης Ακροδεξιάς, σε όλο τον κόσμο, που κάνει τις ομοιότητες ακόμη τρομακτικότερες...
Πριν από μερικά χρόνια διάβασα ένα εξαιρετικό βιβλίο του 1962, το «Guns of August» («Κανόνια του Αυγούστου»), γραμμένο από μια γυναίκα ιστορικό, την Μπάρμπαρα Τάχμαν. Είχε πάρει, δικαίως, το βραβείο Πούλιτζερ, και διαβάστηκε τότε πολύ, γιατί δίπλα στην κλασική πολιτική και διπλωματική ιστορία των γεγονότων –και, κυρίως, των πολιτικών και στρατιωτικών παρεξηγήσεων και λαθών– που οδήγησαν ενθουσιωδώς τα ευρωπαϊκά κράτη στην Πρώτη Μεγάλη Σφαγή, πρόσθεσε τον ρόλο που έπαιξαν η μαζική ψυχολογία, τα στερεότυπα και η αλληλοτροφοδοτούμενη συλλογική παράκρουση περί ανδροπρέπειας, «τιμής» και εθνικού γοήτρου.
Λένε πως, όταν το διάβασε –από τους πρώτους– ο Κένεντι, συγκλονίστηκε τόσο, ώστε έστειλε από ένα αντίτυπο σε όλους τους υπουργούς και συνεργάτες του, και ζήτησε από τον υπουργό Αμυνας, τον μετέπειτα «χασάπη του Βιετνάμ» Μακναμάρα, να επιβάλει την ανάγνωσή του από όλους τους Αμερικανούς αξιωματικούς. Λένε, ακόμα, ότι το βαθύ αντιπολεμικό πνεύμα και δίδαγμα του βιβλίου τον επηρέασε τόσο στους λεπτούς χειρισμούς της Πυραυλικής Κρίσης της Κούβας, λίγους μήνες αργότερα, όσο και την απόφασή του να αποσυρθεί από το Βιετνάμ, που όμως δεν πρόλαβε να την υλοποιήσει... Και κάπου διάβασα πρόσφατα, νομίζω στον Γούντγουορντ, πως είναι το αγαπημένο βιβλίο του Τζέιμς Μάτις, του στρατηγού των πεζοναυτών και σημερινού υπουργού Αμυνας των ΗΠΑ – ίσως του μόνου σοβαρού ανθρώπου σε αυτήν την ανεξέλεγκτη αμερικανική κυβέρνηση!
Η Τάχμαν δεν χαρίζεται σε κανέναν: περιγράφει με ακρίβεια πως η Ευρώπη αυτοπαγιδεύτηκε σε έναν βιομηχανικής κλίμακας πόλεμο μέχρις εσχάτων, χωρίς ορατή έξοδο διαφυγής για τους εμπλεκομένους. Εναν πόλεμο φθοράς, με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να σκοτώνονται και να ακρωτηριάζονται καθημερινά σαν ποντίκια για λίγα μέτρα γης, για ένα χαράκωμα, που την άλλη μέρα χανόταν.
Εναν πόλεμο που αντί να τελειώσει πριν από τα Χριστούγεννα του 1914, τράβηξε άλλα τέσσερα χρόνια, σκοτώνοντας περισσότερα από δέκα εκατομμύρια ανθρώπους. Και που, όπως έγραψα και στον πρόλογο, στην πραγματικότητα άρχισε πολύ πριν και φυσικά δεν τελείωσε ούτε το 1918 ούτε το 1945...
Πόσοι ηγέτες, από αυτό το ετερόκλητο και όλο ίντριγκες, λυκοσυμμαχίες και πισώπλατα μαχαιρώματα «παρεάκι» των Παρισίων, να έχουν άραγε διαβάσει αυτό το βιβλιαράκι; Αλλά, κι από αυτούς που το διάβασαν, πόσοι κατάλαβαν τα βαθύτερα ιστορικά –και πανανθρώπινα– διδάγματά του;
Ο Πικετί, στο «Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα», γράφει ότι οι δείκτες της παγκόσμιας ανισότητας μεταξύ πλουσίων και φτωχών ξανάφτασε στα ίδια επίπεδα με εκείνα αμέσως πριν από το 1914, και προειδοποιεί για τις «εκρηκτικές πολιτικο-κοινωνικές συνέπειες» αυτού του χάσματος. Είμαστε άραγε καταδικασμένοι να δικαιώσουμε ξανά τον Μαρξ και το τσιτάτο του για την ιστορία που επαναλαμβάνεται, πότε σαν φάρσα και πότε σαν τραγωδία;

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

Απουσιάζουν από ντροπή




του Πέτρου Κατσάκου

Στις 30 Οκτωβρίου 1944 οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη και απελευθερώνουν την πόλη από τους κατακτητές και τον φασισμό. Η απελευθέρωση αυτή ήταν μια από τις πολλές ιστορικές αλήθειες που για δεκαετίες έμεινε θαμμένη, καθώς ένα πολιτικό κατεστημένο είχε καταφέρει να περάσει το μύθευμα περί απελευθέρωσης της πόλης από τους Άγγλους.
Μόνον που οι πρώτοι Άγγλοι στρατιώτες είχαν καταφέρει να φτάσουν στη Θεσσαλονίκη περίπου 15 ημέρες μετά τη θριαμβευτική είσοδο στην πόλη των αγωνιστών του ΕΛΑΣ. Η επιμελώς “αγνοημένη” αυτή επέτειος γιορτάζεται επίσημα πλέον εδώ και τρία χρόνια αποκαθιστώντας την ιστορική αλήθεια στη Θεσσαλονίκη που μέχρι εσχάτως “τιμούσε” τους ντόπιους συνεργάτες των ναζί έχοντας δώσει τα ονόματά τους σε δρόμους της πόλης.
Τρία χρόνια τώρα γιορτάζεται η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους κατακτητές, με τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας να γυρίζουν επιδεικτικά την πλάτη στις εκδηλώσεις μνήμης. Τρία χρόνια τώρα οι βουλευτές και τα τοπικά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης αρνούνται να δώσουν το παρών στην τελετή που γίνεται μπροστά στην αναθηματική πλάκα που έχει τοποθετηθεί στην περιοχή του Βασιλικού Θεάτρου, στη μνήμη των μαχητών του ΕΛΑΣ που απελευθέρωσαν την πόλη από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής.
Τρία χρόνια τώρα οι κατά τ’ άλλα “μακεδονομάχοι” της Ν.Δ. αρνούνται να παραδεχτούν την τόσο ενοχλητική για αυτούς ιστορική πραγματικότητα συντηρώντας τη σκοτεινή παράδοση της Δεξιάς στη Θεσσαλονίκη. Δέσμιοι ενός ιστορικά αμαρτωλού παρελθόντος, παρακολουθούν με απέχθεια κινήσεις προερχόμενες από τόσο από την Αριστερά όσο και από τον δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη, με ζητούμενο την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και την απόδοση τιμής στα θύματα και τους ήρωες της ναζιστικής κατοχής.
Γιατί πώς αλλιώς να σχολιάσει κανείς το ότι χρειάστηκε να περάσουν τόσα και τόσα χρόνια, να αλλάξουν τόσες κυβερνήσεις και τόσοι δήμαρχοι ώστε η Θεσσαλονίκη να τιμήσει τα θύματα του εβραϊκού Ολοκαυτώματος; Πώς αλλιώς να σχολιάσει κανείς την απόκρυψη για δεκαετίες της ταυτότητας του πραγματικού ελευθερωτή της πόλης από τους Ναζί και τους συμμάχους τους;
Πώς αλλιώς να σχολιάσεις τα εγκλήματα και τους εγκληματίες που έμειναν χαριστικά ατιμώρητοι από το μετεμφυλιακό κράτος για όσα έκαναν στη Θεσσαλονίκη τα χρόνια της Κατοχής; Είναι πολλά τα σχόλια. Όσες και οι αμαρτίες που κάποιοι κουβαλούν μέχρι σήμερα στη Θεσσαλονίκη. Αμαρτίες που τους κάνουν να κρύβονται.

Πηγή: Αυγή

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

13 Οκτωβρίου 1944: Η κρίσιμη Μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι




Το πρωί της 13ης Οκτώβρη 1944 ο λαός της πρωτεύουσας συνέχιζε το πανηγύρι για την απελευθέρωση από τους Γερμανούς. Όμως, την ίδια ώρα στον Πειραιά ο ΕΛΑΣ έδινε μάχες για τη σωτηρία των λιμενικών εγκαταστάσεων, της Ηλεκτρικής Εταιρίας (ΠΑΟΥΕΡ) και όλων των εργοστασίων.
Στο Κερατσίνι οι μαχητές του ΕΛΑΣ παρέμεναν σε ετοιμότητα. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Γερμανοί αποχωρώντας είχαν την εντολή να καταστρέψουν όλες τις μεγάλες - και όχι μόνο- βιομηχανικές μονάδες σε όλο το μήκος της βιομηχανικής ζώνης, καθώς και τις λιμενικές εγκαταστάσεις. Ήδη από το πρωί της 12ης Οκτωβρίου ο Πειραιάς, ο οποίος ήταν από άκρη σε άκρη υπονομευμένος, συνταράχτηκε από τις απανωτές εκρήξεις των ανατινάξεων των κτηρίων του Τελωνείου, του Λιμεναρχείου, των εγκαταστάσεων του ΟΛΠ κ.ά., ενώ οι μαχητές του ΕΛΑΣ έδιναν σκληρές μάχες με τους αποχωρούντες Γερμανούς.
Το 4ο Τάγμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ με διοικητή το Μιλτο Αλικάκο ανέθεσε σε τρεις Κερατσινιώτες, στους Χρ. Αγαλιώτη, Βαγγέλη Φραγκόπουλο και Σωτήρη Καλαμπόκη, να εξουδετερώσουν τους μηχανισμούς ανατίναξης- κόβοντας τα καλώδια- των ΣΕΚ και ΣΠΑΠ μεταξύ Λεύκας, Κοκκινιάς και Καμινίων. Η ίδια ομάδα, ενισχυμένη με το Γιώργο Βρεττάκο, τον Αντώνη Καβαλιεράτο και τον πειραιώτη ηλεκτρολόγο Στράτο Καρακεχαγιά, ματαίωσε και την ανατίναξη των περισσοτέρων κτηρίων του εργοστασίου ΚΟΠΗ. Δυστυχώς τρεις από αυτούς, οι Φραγκόπουλος, Καλαμπόκης και Αγαλιώτης, έπεσαν πάνω σε γερμανική περίπολο που τους εκτέλεσε.
Tο πρωί της 12ης Οκτωβρίου η γερμανική φρουρά του εργοστασίου της «Ηλεκτρικής», η οποία αποτελείτο από σαράντα άνδρες, είχε απομονώσει όλους τους εργαζομένους της προηγούμενης βάρδιας (περίπου 300 άτομα) στους θαλάμους και είχε υπονομεύσει με καλωδιώσεις ανατίναξης τις τεράστιες ποσότητες εκρηκτικών που υπήρχαν στο εργοστάσιο δύο-τρεις μήνες πριν, τοποθετημένα κάτω από τις τουρμπίνες ηλεκτροπαραγωγής. Την ίδια στιγμή έξω από το εργοστάσιο μια ομάδα Γερμανών συνέλαβε μερικούς μαχητές του ΕΛΑΣ και τους οδήγησε μέσα, μαζί με τους εγκλωβισμένους εργάτες. Δύο ηλεκτροτεχνίτες που ήταν οργανωμένοι στο ΕΑΜ, ο Γεώργιος Σταματόπουλος και ο Θωμάς Κανελλόπουλος, κατάφεραν να ειδοποιήσουν τον Αλέκο Βαρυτιμήδη, διοικητή του 1ου τάγματος του εφεδρικού ΕΛΑΣ.
Αμέσως κινητοποιήθηκαν δυνάμεις του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ και κατέλαβαν θέσεις μάχης γύρω από την «Ηλεκτρική». Επικοινώνησαν με το Νίκανδρο Κεπέση, καπετάνιο του 6ου Ανεξάρτητου Συντάγματος, και το διοικητή Σωτήρη Κύβελο, και ζήτησαν οδηγίες. Ο Βαρυτιμίδης άρχισε διαπραγματεύσεις μέσω μιας εργαζόμενης στο εργοστάσιο με το διοικητή της φρουράς, εγγυώμενος την ασφαλή αποχώρηση των Γερμανών, εφόσον δεν ανατίναζαν τις εγκαταστάσεις και εφόσον βέβαια απελευθέρωναν τους αιχμαλώτους. Και ενώ οι διαβουλεύσεις συνεχίζονταν, ξαφνικά εμφανίστηκε μια ομάδα τριάντα περίπου Γερμανών ποδηλατιστών, προερχόμενων από το εργοστάσιο ΚΟΠΗ -που μόλις είχε καταληφθεί από τον ΕΛΑΣ- οι οποίοι πυροβολώντας κατευθύνονταν από την οδό Αναπαύσεως προς την «Ηλεκτρική». Ο ΕΛΑΣ απάντησε στα πυρά και η συμπλοκή γενικεύτηκε. Οι ποδηλατιστές καθηλώθηκαν, και προκειμένου να λήξει το περιστατικό και να διασώσουν τους συμπολεμιστές τους, οι άνδρες της γερμανικής φρουράς αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τους όρους του ΕΛΑΣ και να ελευθερώσουν τους εργαζόμενους, ώστε να αποχωρήσουν οι ίδιοι με ασφάλεια.
Λίγο πριν φύγουν, παρά τη συμφωνία, προσπάθησαν να πυροδοτήσουν τα εκρηκτικά. Στο μεσοδιάστημα, ωστόσο, οι απελευθερωμένοι εργάτες είχαν φροντίσει να κόψουν τις καλωδιώσεις. Τελικά, η γερμανική φρουρά αποχώρησε δια θαλάσσης αργά το απόγευμα, αφού προηγουμένως προέβη σε κάποιες καταστροφές μικρής έκτασης για την τιμή των όπλων.
Παρ' όλα αυτά επειδή υπήρχε ο φόβος να επιστρέψουν οι Γερμανοί και να προσπαθήσουν να ανατινάξουν το εργοστάσιο, και με δεδομένο ότι οι δυνάμεις του εχθρού δρούσαν ακόμη στην περιοχή του Περάματος, αποφασίστηκε οι αντιστασιακές ομάδες να τεθούν σε επιφυλακή.
Τα μεσάνυχτα επισκέφθηκαν την έδρα του 1ου τάγματος στο 1ο δημοτικό σχολείο ο διοικητής του συντάγματος Σωτήρης Κύβελος και ο καπετάνιος Νίκανδρος Κεπέσης, προκειμένου να σχηματίσουν προσωπική γνώμη και να εκπονήσουν σχέδιο δράσης, σε περίπτωση που θα εμφανίζονταν γερμανικές δυνάμεις.
Αποφασίστηκε μια διμοιρία 10-15 ανδρών με επικεφαλής τον Αντώνη Καλαποθάκο, γραμματέα της εργοστασιακής οργάνωσης του ΕΑΜ, να ενισχύσει τους ένοπλους εργαζομένους που βρίσκονταν μέσα στην «Ηλεκτρική». Μεταξύ αυτών ήταν ο Χρήστος Φερούσης, ο Αριστείδης Αραγιάννης και ο Μανώλης Καββαδάρης. Η δύναμη πυρός αυτής της ομάδας ήταν εννέα ιταλικά τυφέκια και ένα οπλοπολυβόλο. Ταυτόχρονα κινητοποιήθηκαν και οι τέσσερις λόχοι που αποτελούσαν το σύνολο της δύναμης του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ Ταμπουρίων. Τη νύχτα της 12ης προς 13η Οκτωβρίου ο 2ος Λόχος της Αμφιάλης υπό τους Βεζυρόπουλο και Κοντογιάννη διανυκτέρευσε στον 'Αγιο Γεώργιο. Ο 1ος Λόχος με επικεφαλής τους Αντύπα και Λαγωνίκα, τοποθετήθηκε κοντά στο λιμάνι, στα αριστερά της σημερινής οδού Δημοκρατίας.
Ο 3ος Λόχος της Ευγένειας υπό τον Ιωακειμίδη, ακροβολίστηκε κατά μήκος του συνοικισμού, έχοντας μέτωπο προς το εργοστάσιο. Τέλος, ο 4ος Λόχος του Αγίου Δημητρίου με τον Κατσιγιαδάκο και τον Σπύρου παρέμεινε εφεδρικός από την Πέτρου Ράλλη μέχρι τον 'Αγιο Διονύσιο.
Τα χαράματα της 13ης Οκτωβρίου η περιοχή συγκλονίστηκε από τη δυνατή έκρηξη που προκλήθηκε από την ανατίναξη των εγκαταστάσεων της Shell στο Πέραμα. Αμέσως εκδηλώθηκε γενική κινητοποίηση των κατοίκων, οι οποίοι έστησαν πρόχειρα οδοφράγματα αποκλείοντας την περιοχή, ενώ το 2ο τάγμα του ΕΛΑΣ της Κοκκινιάς τοποθετήθηκε στο νεκροταφείο, προκειμένου να εμποδίσει πιθανές μετακινήσεις άλλων γερμανικών δυνάμεων.
Στις 6.45 εμφανίστηκε το γερμανικό απόσπασμα που είχε ανατινάξει τη Shell και το οποίο είχε λάβει τη διαταγή να καταστρέψει τα εργοστάσια του Αγίου Γεωργίου και του Νέου Φαλήρου, όπως ομολόγησε αργότερα ο επικεφαλής Γερμανός Χανς Λίντερμαν που συνελήφθη αιχμάλωτος. Το απόσπασμα ανήκε στο ειδικό επί των ανατινάξεων τμήμα του Μηχανικού των Es Es . Αποτελείτο από 56 άνδρες βαριά οπλισμένους με αυτόματα και τέσσερα μηχανοκίνητα πολυβόλα. Επέβαιναν σε δύο αυτοκίνητα που τα ακολουθούσαν τρία φορτηγά με πυρομαχικά, ενώ της φάλαγγας προηγούνταν μοτοσυκλετιστές. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, καθώς έφτασαν στο γεφυράκι, το οποίο ήταν εν μέρει καλυμμένο, έχασαν την οπτική τους επαφή με το εργοστάσιο και ζήτησαν πληροφορίες από έναν περαστικό ηλικιωμένο άνδρα. Εκείνος τους έδειξε προς την περιοχή της Ευγένειας, όπου βέβαια βρίσκονταν οι ακροβολισμένοι ελασίτες του 3ου Λόχου. Οι Γερμανοί ξεκίνησαν, όπως γρήγορα αντίκρισαν την τεράστια καμινάδα της «Ηλεκτρικής». Αντιλαμβανόμενοι την απάτη, γύρισαν πίσω προς τη σωστή κατεύθυνση, συνάντησαν εκ νέου τον γέροντα και τον εκτέλεσαν.
Μόλις η πομπή φάνηκε από μακριά, ο δωδεκάχρονος Ευάγγελος Τσοβαρδέλης είδε τους μοτοσυκλετιστές και έσπευσε να ειδοποιήσει τον ΕΛΑΣ. Το σχέδιο της Διοίκησης, το οποίο είχε επεξεργαστεί ο Νίκανδρος Κεπέσης, βασιζόταν σε μια σύσταση εκ του συστάδην, αφήνοντας τους Γερμανούς να πλησιάσουν όσο γινόταν περισσότερο, επιτρέποντάς τους ακόμη και να παραβιάσουν την πύλη ή να αναρριχηθούν στο μαντρότοιχο, καθώς μια μάχη εκ παρατάξεως δεν ήταν εφικτή, λόγω του ελαφρού τους οπλισμού και της έλλειψης σχετικής στρατιωτικής εμπειρίας.
Πράγματι, μόλις οι Γερμανοί πλησίασαν την πύλη του εργοστασίου, ο σκοπευτής Χρήστος Φερούσης πυροβόλησε μέσα από το εργοστάσιο τον οδηγό του πρώτου οχήματος, υποχρεώνοντας τη φάλαγγα να ακινητοποιηθεί κοντά στο γεφυράκι. Αμέσως μια χειροβομβίδα ανατίναξε ένα από τα γερμανικά οχήματα. Αιφνιδιασμένοι οι Γερμανοί δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από μια απόσταση περίπου εξήντα - εκατό μέτρων, που προερχόταν από όλες τις κατευθύνσεις. Πανικόβλητοι προσπάθησαν ενστικτωδώς να καλυφθούν κάτω από τα οχήματα και να αμυνθούν με παρατεταμένες βολές κατά ριπάς. Όμως παρέμεναν ουσιαστικά εγκλωβισμένοι στον κλοιό που είχαν σχηματίσει οι λόχοι του ΕΛΑΣ και η ομάδα του Καλαποθάκου, η οποία έβαλλε από το εργοστάσιο. Οι Γερμανοί έριχναν συνεχώς φωτοβολίδες ζητώντας απεγνωσμένα ενισχύσεις, καθώς ο κλοιός γύρω τους στένευε, ενώ οι άνδρες του ΕΛΑΣ τους καλούσαν με τηλεβοες να παραδοθούν. Ο διοικητής του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ Πέτρος Ευσταθόπουλος ή Νώντας έδωσε τότε διαταγή γενικής εφόδου.
Aρχισε έτσι η επίθεση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, του οποίου ο υποτυπώδης οπλισμός αποτελείτο από λίγα ταλαιπωρημένα και αναξιόπιστα ιταλικά όπλα, μερικά περίστροφα και αρκετές χειροβομβίδες, στις οποίες ουσιαστικά στήριξαν όλητην επιχείρηση.
Οι Γερμανοί προέβαλαν σθεναρή αντίσταση, γεγονός που ανάγκασε τον Βαρυτιμίδη και το Μωυσιάδη να ζητήσουν ενισχύσεις από τις εφεδρικές δυνάμεις της Κοκκινιάς. Πράγματι, ο κομματικός υπεύθυνος του Κερατσινίου Μίχος, μετά από συνεννόηση με τον αντίστοιχο υπεύθυνο της Κοκκινιάς, Παράσχο, επιβιβάστηκαν σε τρεις πυροσβεστικές αντλίες και έσπευσαν στον τόπο της συμπλοκής.
Έπειτα από σκληρή μάχη που διήρκεσε περισσότερο από τρεις ώρες, άρχισε η σταδιακή παράδοση των Γερμανών, οι οποίοι ήδη μετρούσαν εννέα νεκρούς και δεκαέξι τραυματίες. Ο ένας μετά τον άλλο άρχισαν να υψώνουν λευκά μαντίλια , αφού προηγουμένως είχαν ρίξει και την τελευταία τους σφαίρα. Είκοσι περίπου συνελήφθησαν αιχμάλωτοι μεταξύ αυτών και ο επικεφαλής τους Λίντερμαν.
Το εργοστάσιο της «Ηλεκτρικής», μια σημαντική ενεργειακή μονάδα της χώρας που τροφοδοτούσε ολόκληρο το λεκανοπέδιο, είχε διασωθεί. Επιπλέον, η εξουδετέρωση του αποσπάσματος ανατινάξεων των Ες Ες απέτρεψε τεράστιες καταστροφές σε εγκαταστάσεις υποδομής, καθοριστικές για την οικονομία της Ελλάδας.
Στο πεδίο της τιμής, όμως, 11 πατριώτες είχαν σκοτωθεί και άλλοι 8 ήταν τραυματίες. Την ημέρα που ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε, το ηρωικό Κερατσίνι κήδευε τους νεκρούς της μάχης της «Ηλεκτρικής» στον περίβολο του εργοστασίου, υπό την επιβλητική παρουσία ενόπλων τμημάτων του ΕΛΑΣ. Πένθος από τη μια και χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες από την άλλη, να καλούν τον κόσμο στη μεγαλειώδη παρέλαση της Νίκης που γίνεται υπό ασταμάτητη βροχή. Το σύνθημα που κυριαρχούσε παντού ήταν «ΕΛΑΣ - Λαοκρατία».
Έτσι, στις 18 Οκτωβρίου η Κυβέρνηση της Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου αποβιβάζεται στο λιμάνι του Ηρακλέους, στο Κερατσίνι, και σύσσωμη -συνοδευόμενη και από τον αντιστράτηγο Σκόμπι- κατευθύνεται μέσω τη λεωφόρου Βασιλέως Γεωργίου (σημερινή λεωφόρος Δημοκρατίας) προς την Αθήνα.


Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

«Τα βούκινα των κατηχήσεων του εθνικού μίσους»...




του Παντελή Μπουκάλα

Π​​ριν από έναν αιώνα, το 1917, στον έκτο τόμο της «Λαογραφίας», περιοδικού της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, ο Γεράσιμος Καψάλης, ανάμεσα στις πολλές παροιμίες που παρέθετε στο δοκίμιό του «Λαογραφικά της Μακεδονίας», δημοσίευε και μία της Βέροιας: «“Είνι Βούλγαρους ανάλατους και κρουμμυδοκέφαλους”. Περί των ανοήτων εν γένει». Είκοσι σελίδες παρακάτω ο λαογράφος κατέγραφε το εξής περίπαιγμα: «Οι Βουλγαρόφωνοι Ελληνες περιπαίζονται από τους Ελληνοφώνους ως κρεμμυδοκέφαλοι, βοϊδοκέφαλοι και χοντροκέφαλοι. Διηγούνται δε οι Ελληνόφωνοι ότι είναι οι Βουλγαρόφωνοι χοντροκέφαλοι, διότι ο αρχαιότερος των προγόνων των εζήτησεν από τον Θεόν κατά την εορτήν της βαπτίσεως του Χριστού κατά λάθος ένα κοιλό χρήματα. Ωσαύτως περιπαίζονται διά την αφυϊαν των». Αφυϊα είναι βέβαια η έλλειψη φυσική αρετής, δεξιοτήτων κ.λπ., το δε κοιλό ήταν μέτρο χωρητικότητας επί δημητριακών, ισοδύναμο περίπου με 24 οκάδες.
Ωστε λοιπόν ανόητοι οι Βούλγαροι. Ποιος το λέει όμως αυτό; Το λένε Ελληνες για Ελληνες: οι ελληνόφωνοι Ελληνες για τους βουλγαρόφωνους Ελληνες. Δεν είναι πάντως αυθαίρετη η σκέψη ότι την ελληνικότητα των βουλγαρόφωνων Ελλήνων (όπως και των σλαβόφωνων, των πομακόφωνων, των βλαχόφωνων, των αρβανιτόφωνων, των τουρκόφωνων) δεν τη θεωρούσαν δεδομένη, γνήσια και υψηλής στάθμης όλοι οι ελληνόφωνοι Ελληνες. Και πρώτα πρώτα η ίδια η πολιτεία, η οποία και τους «εξελλήνιζε» διά του στρατού και της εκπαίδευσης ή και διατάζοντας τους χωροφύλακές της να τσακίζουν τις γκάιντες τους, στα μετεμφυλιακά χρόνια. Δεν είναι, επίσης, τοπικό φαινόμενο η σαρωτική φυλετική υποτίμηση των Βουλγάρων. Στον επόμενο τόμο της «Λαογραφίας», το 1923, ο Σίμος Μενάρδος δημοσιεύει την εξής κυπριακή παροιμία: «“Σαν τον Βούρκαριν ή εν τέλεια Βούρκαρις”, σημαίνει είναι κακός, άγροικος και προ πάντων αφιλόξενος, εν Πάφω δε και Μεσαρεά η προσφώνησις Βούρκαρε, δηλαδή Βούλγαρε, θεωρείται υβριστική. Τους Βουλγάρους εγνώρισαν οι Κύπριοι ως μισθοφόρους των Φράγκων ρηγών, ίσως δε και προτού, των Ελλήνων δουκών, οίτινες και αυτοί μετεκάλουν έξωθεν αλλοφύλους στρατιώτας, καθώς κατόπιν οι πασάδες Τουρκαλβανούς». Δεν είναι καν αποκλειστικό γνώρισμα της ελληνικής γλώσσας και νοοτροπίας η υποτίμηση αυτή. «Η λέξις Βούλγαρος», έγραφε ο Στίλπων Κυριακίδης στην «Ελληνική λαογραφία» του, «ισοδυναμεί παρά τοις Ελλησι προς το χονδροκέφαλος, ενώ παρά τοις Ευρωπαίοις η λέξις Bougre από του μεσαιώνος εδήλου τον αιμοχαρή και βάρβαρον, η λέξις Βλάχος και Μπαστουνόβλαχος δηλοί τον χονδροειδή τούς τρόπους, αι λέξεις Κατελάνος, Σαρακηνός είναι επίσης υβριστικαί, δηλούσαι τον ωμόν, τον τύραννον». Ας προσθέσουμε τις απαξιωτικής χρήσης λέξεις Βάνδαλοι, Κάφροι, Γύφτοι, Οβριοί. Αλλά και τους νεότερους Πάκηδες (τους Πακιστανούς), τις Φιλιππινέζες και τους Αλβανούς, οι οποίοι ως γνωστόν δεν θα αναβαθμιστούν ποτέ σε Ελληνες. Ελληνες; Μα και το εθνώνυμο «Ελληνες» κυκλοφορούσε κάποτε σε λεξικά της Δύσης με αρνητική σημασία, ως συνώνυμο των απατεώνων.
Εύκολο και παρηγορητικό είναι να λέμε πως «οι λαοί δεν έχουν τίποτε να τους χωρίζει», αλλά δυστυχώς έχουν. Εχουν την Ιστορία κατ’ αρχάς (πώς δεν χωρίζει τίποτε κατακτητές και κατακτημένους;), τις προκαταλήψεις έπειτα, οι οποίες, ακόμα κι όταν έχουν κάποια ιστορική ρίζα, αυτονομούνται σταδιακά και, με τη μεσολάβηση της εκπαίδευσης, της λογοτεχνίας, της Εκκλησίας, της δημοσιογραφίας και όσων άλλων μηχανισμών επενεργούν σαν θαλπτήρια της μισαλλοδοξίας, γίνονται σύμβολα τυφλής πίστεως. Την καλλιέργεια της φυλετικής εχθροπάθειας και τη διαβρωτική επίδραση των προκαταλήψεων τη στηλίτευε σαρκάζοντας ο Κωστής Παλαμάς στο άρθρο του «Εθνικά μίση», δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Ακρόπολις Εσπερινή», στις 7.9.1897, με το ψευδώνυμο Διαγόρας. Αποσπασματικά:
«Κάθε φορά που εξεχείλιζε μέσα μας ο πατριωτισμός, ποσάκις ήκουσα να διατυπώνονται, το εν του άλλου ευφραδέστερον, παράπονα, τι λογής παράπονα; Παράπονα πως δεν μισούμεν όσον πρέπει και καθώς πρέπει τους εχθρούς μας· παράπονα πως δεν μισούμεν αρκετά τον Τούρκον, τον Βούλγαρον, τον Σλάβον, τον Αρμένην αυτόν. [...] Παράπονα πως η πολιτεία, πως η παιδεία, πως η φιλολογία δεν λαμβάνουν τα μέτρα των διά να τραφή και να ζωντανέψη εις τα βάθη της εθνικής ψυχής η κατακαθισμένη φωτιά του μίσους. [...]
»Ονειροπολούσαμεν και είμεθα ανυπόμονοι να μετρηθώμεν προς τον Τούρκον, και ενομίζαμεν ιεράν υποχρέωσιν να τρέφωμεν περί αυτού την αισχίστην ιδέαν, να τον καταφρονώμεν, να τον εχθρευώμεθα και να τον συχαινόμεθα, ως το βδέλυγμα της ερημώσεως· να μιλούμεν περί αυτού ως θα ωμίλει ο αετός δι’ ένα σκώληκα. Και το κατά του Τούρκου μίσος το υπεθάλπομεν δι’ όλων των μέσων του προφορικού και του γραπτού λόγου.
»Περί Σέρβων, κάθε φοράν που έβγαιναν και αυτοί εις την μέσην διά να διεκδικήσουν δεν γνωρίζω ποία δικαιώματα εις την Μακεδονίαν, δεν ελέγαμεν παρά αυτό και μόνον συνοπτικώτατα: “οι Σέρβοι, οι χοιροβοσκοί!” Και εξωφλούσαμεν.
»Οι Βούλγαροι; Χυδαίοι και βάρβαροι· απόγονοι του Κρούμου, χωρίς κανένα Περικλή, κανένα Παρθενώνα!
»Οι Ρώσοι; Μουζίκοι! “Εάν δεν είσαι άνθρωπος, τότε θα είσαι... Ρώσος!” ανέκραζεν ο ποιητής Παράσχος, και πόσοι θα ευρέθησαν αποθαυμάζοντες τον ανόητον στίχον ως το άκρον άωτον της εθνικής εμπνεύσεως. [...]
»Μπορεί, υπό μίαν έποψιν, και χρησιμοποιούμενα εις την ώραν των, όλα αυτά, να είναι καλά και άγια. Το δυστύχημα είναι ότι δεν μας ωφέλησαν διόλου μέχρις ώρας. Και νομίζω ότι ήλθεν ο καιρός να θέσωμεν κατά μέρος, επαναλαμβάνω, τα εθνικά αυτά μίση, τα οποία περισσότερον μας απομακρύνουν από τους μισουμένους, κατορθώνουν ώστε να συλλαμβάνωμεν περί των αντιζήλων μας λαών φανταστικάς και κωμικάς ιδέας, και καμμίαν πραγματικήν οπωσδήποτε γνώσιν, ενεργούν ακριβώς εναντίον του συμφέροντός μας, και εις το τέλος αποδεικνύονται βλαπτικώτατα. Τα μίση αυτά μάς απομακρύνουν, ως από λεπρούς, από τους λαούς εκείνους, τους οποίους, προ πάσης ενεργείας εναντίον των, προ παντός μετρήματος, προ πάσης εξοφλήσεως λογαριασμών, έχομεν ανάγκην να γνωρίσωμεν όσον το δυνατόν λεπτομερέστερον και αληθινώτερον· τα μίση αυτά είναι αντεθνικά».
Και καταλήγει ο Παλαμάς: «Τώρα είναι καιρός να καταλάβωμεν ότι οι εχθροί και οι αντίζηλοι λαοί, αν χρειάζεται να τους αποστρεφώμεθα, αν είναι απαραίτητον να τους πολεμώμεν, χρειάζεται προ τούτου να τους γνωρίσωμεν. Και προς τούτο, περισσότερον από τα τύμπανα και τα βούκινα των κατηχήσεων του εθνικού μίσους, χρειαζόμεθα μάτια και αυτιά γερά και γυαλιά και μολύβια και χαρτιά και ταξείδια και βιβλία, και ησυχίαν απόλυτον και μελέτην επίμονον, διά να τους αντιληφθώμεν με το νυ και με το σίγμα τους λαούς αυτούς... Η εθνική μας ανάπλασις, αν είμεθα ικανοί να την επιχειρήσωμεν, δεν θα βασίζεται πλέον επί του μίσους, αλλ’ επί της γνώσεως». Αυτά από έναν «συντηρητικό» και «σωβινιστή», πριν από 120 χρόνια. Σε χρονιά-πληγή για την Ελλάδα.

Πηγή: Καθημερινή