Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Το έγκλημα της Δρέσδης


 

Η Δρέσδη, η «Φλωρεντία του ‘Ελβα» όπως αποκαλείτο, ήταν μια πόλη μνημείο. Μια πόλη με χαρακτήρα μουσείου, γεμάτη αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, βιβλιοθήκες, θέατρα, μουσεία, πάρκα. Ήταν μια πόλη απαράμιλλης πολιτιστικής ομορφιάς και γι’ αυτό είχε μείνει ανέπαφη από τους βομβαρδισμούς. Γι' αυτό το λόγο, εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από την Ανατολική Γερμανία είχαν καταφύγει εκεί. Όμως, μετά από διαταγή των Αγγλοαμερικάνων, άρχισε ο ανελέητος βομβαρδισμός της, ο οποίος ξεκίνησε στις 13 Φεβρουάριου του 1945 κι ολοκληρώθηκε δυο νύχτες μετά. Στο συγκεκριμένο έγκλημα πολέμου, 1.400 αμερικανικά και βρετανικά αεροπλάνα σε σχηματισμό V, διέσχισαν χωρίς αντίσταση τον γερμανικό ουρανό ισοπεδώνοντας την "πόλη-μουσείο". Η πόλη της Δρέσδης, ένα μνημείο του πολιτισμού καταστράφηκε ολοσχερώς. Το 88% των κτηρίων της καταστράφηκε, ενώ υπολογίζεται ότι πάνω από 120.000 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους. 
Για το συγκεκριμένο έγκλημα πολέμου, ο Βρετανός ιστορικός Alastair Parker, αναφέρει στο βιβλίο του "Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος" (Εκδόσεις Επιλογή / Θύραθεν - Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης) τις παρακάτω αναφορές: 
«Ο βομβαρδισμός της Δρέσδης δεν προκλήθηκε από τις ανάγκες του πολέμου. Τη νύχτα της 13ης Φεβρουάριου 1945, πάνω από 800 βρετανικά βομβαρδιστικά πέταξαν στη Δρέσδη και κατάφεραν ένα από τα πιο ολέθρια πλήγματα του πολέμου. Την επόμενη ακολούθησαν πάνω από 400 αμερικανικά βομβαρδιστικά, και την 15η Φεβρουάριου άλλα 200. Παρόλο που κανείς δε γνωρίζει τον ακριβή αριθμό θανάτων, η βρετανική επιδρομή άφησε πίσω της πολύ περισσότερους νεκρούς από κάθε άλλο βομβαρδισμό, ίσως μάλιστα περισσότερους από κάθε άλλη αεροπορική επιδρομή στην ιστορία, συμπεριλαμβανομένης και της ατομικής καταστροφής στη Χιροσίμα» (σελ. 227). 
«Τα επιχειρήματα του Τσόρτσιλ ήταν: εφ’ όσον οι Γερμανοί άρχισαν πρώτοι τους βομβαρδισμούς αμάχων, νομιμοποίησαν το βομβαρδισμό των Γερμανών πολιτών. Και, δεύτερον, ότι οι Γερμανοί άξιζε να τιμωρηθούν! Κρατάμε το ξίφος της δικαιοσύνης και είμαστε αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουμε αυτό το ξίφος με τη μέγιστη σφοδρότητα, μέχρι τέλους» (σελ. 228). 
Συνεχίζει ο συγγραφέας: «Οι Βρετανοί χτυπούσαν κατοικημένες περιοχές για να σκοτώνουν ή να τρομοκρατούν αμάχους εργαζόμενους. Αλλά και οι μισές τουλάχιστον αμερικανικές βόμβες ρίχτηκαν στα τυφλά, σε συνθήκες νέφωσης ή ομίχλης» (σελ. 228 – 229). 
Η τελευταία άποψη βασίστηκε στο σκεπτικό του Frederick A. Lindemann, αρχισυμβούλου του Τσώρτσιλ, ο οποίος είχε ισχυριστεί πως "οι βομβαρδισμοί πρέπει να γίνονται σε σπίτια της εργατικής τάξης επειδή τα σπίτια της μεσαίας τάξης έχουν πολύ χώρο γύρω τους οπότε οι Σύμμαχοι θα ήταν υποχρεωμένοι να σπαταλήσουν περισσότερες βόμβες".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου