Τρίτη 26 Μαΐου 2020

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Μια Νύχτα με την Μοντ (1969)


Ένας από τους λόγους που γράφω κείμενα για ταινίες που μου αρέσουν, είναι οι κινηματογραφικές προτάσεις που μου έρχονται μέσα από τις κουβέντες που ακολουθούν. Σε μια απ' αυτές τις κινηματογραφοφιλικές συζητήσεις ανακάλυψα το "Μια Νύχτα με την Μοντ", ένα σπάνιο υπαρξιακό αριστούργημα που μεμιάς μου άνοιξε το πολλά υποσχόμενο κεφάλαιο του Έρικ Ρόμερ. 
Κεντρικό πρόσωπο στην ιστορία είναι ο τριανταπεντάχρονος Ζαν-Λουί που επιστρέφει στη Γαλλία μετά από κάμποσα χρόνια στον Καναδά. Ξένος στην ίδια του την πατρίδα, περιφέρεται στη γενέτειρά του Κλερμόν Φεράν, μια φιλήσυχη και σχεδόν μονότονη κωμόπολη στην καρδιά της Γαλλίας, προσπαθώντας να βρει τους ρυθμούς του στην νέα του καθημερινότητα. Στηριζόμενος και ζώντας με τις αρχές του καθολικισμού, θεωρεί πως οι κυριακάτικες συναθροίσεις στην εκκλησία είναι μια ευκαιρία να κάνει νέους φίλους αλλά και να γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του. Πράγματι, σε μία από τις επισκέψεις του στην εκκλησία, θα γοητευτεί από μια νεαρή ξανθιά κοπέλα, την οποία θα αντικρίσει ξανά στους δρόμους της πόλης, καθώς σε μια κλειστή κοινωνία είναι πιο εύκολο να συναντήσεις το πρόσωπο που αναζητάς. 
Παράλληλα σε μια από τις βραδινές του μοναχικές εξόδους θα πέσει τυχαία πάνω σε έναν παιδικό του φίλο, τον Βιντάλ και με απρόσμενο τρόπο δυο κόσμοι που χωρίστηκαν πριν δεκατέσσερα χρόνια θα ενωθούν ξανά κουβαλώντας ο καθένας διαφορετικές εμπειρίες κι εφόδια. Από την μια ο Ζαν-Λουί ως μηχανικός, λειτουργεί με κανόνες κι αρχές που απαιτεί η θρησκεία, διαβάζει μαθηματικά στον ελεύθερό του χρόνο και χρησιμοποιεί τη λογική των πιθανοτήτων στην καθημερινότητά του. Από την άλλη ο Βιντάλ ως ακαδημαϊκός φιλόσοφος έχει στρέψει την προσοχή του σε μαρξιστικές θεωρίες, στη σεξουαλική απελευθέρωση αλλά και στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Στην πρώτη τους συνάντηση θα επιχειρηματολογήσουν κι οι δυο πάνω στα πιστεύω τους, χρησιμοποιώντας τις απόψεις του αιρετικού μαθηματικού και φιλόσοφου Μπλεζ Πασκάλ. 
Παρά τον δυναμισμό που βγάζουν οι δυο φίλοι μέσα από τα επιχειρήματά τους, φανερώνουν παράλληλα και την ανασφάλεια της ερωτικής τους ζωής. Κι οι δυο κρύβονται πίσω από ατυχείς συγκυρίες προσπαθώντας να καλύψουν το βασικότερο αίτιο της ως τώρα ερωτικής τους κατάστασης που δεν είναι άλλο από τον ίδιο τους τον εαυτό. Ο ένας δηλώνει πως είναι λάτρης των πρόσκαιρων ερωτικών ιστοριών ενώ ο άλλος προτιμά να επενδύσει το μέλλον του σε μια κοπέλα που θα γνωρίσει μέσα από την εκκλησία, ευελπιστώντας πως η αγάπη κι η πίστη θα 'ναι αμοιβαίες ώστε να μπορέσουν και οι δυο μαζί να πορευτούν μονοιασμένοι ως τον θάνατο. Όσο κι αν υποστηρίζουν τις απόψεις τους αυτές, το μόνο που καταφέρνουν είναι να αποδείξουν την ορθότητα της παροιμίας πως "όσα δε φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια".




Η άποψη που έχουν οι δυο φίλοι για τον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις αλλά κι η επιρροή που τους έχει ασκήσει ο Πασκάλ στα πιστεύω τους θα συνεχιστεί το επόμενο βράδυ στο σπίτι της Μοντ που υποτίθεται πως είναι σύντροφος του Βιντάλ. Η Μοντ είναι μια χωρισμένη γυναίκα που μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί κι αναζητεί έναν σύντροφο που να μην την καλύπτει τόσο σε ομορφιά όσο σε πνευματική κι ανθρώπινη επικοινωνία. Παρόλο που διατηρεί μια υποτυπώδη ερωτική σχέση με τον Βιντάλ, δεν θέλει μαζί του κάποια δέσμευση κάτι που φαίνεται καθ'όλη τη διάρκεια της βραδιάς. 
Ο Βιντάλ ενώ την προηγούμενη μέρα υποστήριζε τις πρόσκαιρες σχέσεις τελικά τον βλέπουμε να θυσιάζει την αξιοπρέπειά του αποζητώντας την προσοχή της Μοντ ενώ από την άλλη ο Ζαν-Λουί νιώθει την πολιορκία της οικοδέσποινας, μ' αποτέλεσμα να παίρνει μια άκρως αμυντική στάση που προκαλεί εκνευρισμό τόσο στον ίδιο όσο και στους άλλους δυο συνομιλητές του και με έντονο τρόπο υποστηρίζει την αρχή που έχει απέναντι στον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις. Το σχεδόν παιδικό του πείσμα, θα γίνει κόκκινο πανί για την Μοντ, η οποία τον διεκδικεί όλο το βράδυ διακριτικά. 
Οι συζητήσεις που θα ακολουθήσουν στο τραπέζι, θεωρώ πως είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες που έχω απολαύσει κινηματογραφικά πάνω στο φλέγον θέμα των ερωτικών σχέσεων. Οι ήρωες συζητούν με πάθος και με άκαμπτους εγωισμούς συγκρούονται αναπτύσσοντας απόψεις για τη βούληση και την τύχη, για το μαρξισμό και το χριστιανισμό, την εργασία και τη θεία χάρη, τις περιπέτειες και το γάμο, την εγκράτεια και το σεξ. Ξεκάθαρες απαντήσεις δεν ακούγονται, όμως καθ' όλη τη διάρκεια της κουβέντας δίνεται απλόχερα στο θεατή αρκετή τροφή για μετέπειτα σκέψεις.
Η βραδιά αποκτά άλλη τροπή όταν φεύγει ο Βιντάλ και μένει ο Ζαν-Λουί μόνος του με την Μοντ. Εκεί ξεκινάει ένα από τα ομορφότερα και πιο παιχνιδιάρικα φλερτ του ευρωπαϊκού κινηματογράφου κάτι που οφείλεται στο απολαυστικό παίξιμο των δυο προσώπων, κάνοντας έντονα αισθητό τον ερωτισμό που πλανιόταν ανάμεσά τους, σε σημείο που ένιωσα πως η Φρανσουάζ Φαμπιάν καλούσε κατευθείαν εμένα με έναν άκρως ερωτικό τρόπο να ξαπλώσω δίπλα της, δίνοντάς μου την υπόσχεση πως "δεν θα με πειράξει". Μια υπόσχεση που η ίδια αναιρούσε με το γυμνό της κορμί κάτω από τα σκεπάσματα.  


Παρ' όλα αυτά η συμπεριφορά του Ζαν-Λουί μόνο ώριμη κι ειλικρινής δεν ήταν. Ένα παιδικό πείσμα τον είχε κυριεύσει παρ' όλο που ποθούσε φανερά την Μοντ. Προσωπικά η στάση του μου άφηνε την υπόνοια πως περισσότερο φοβόταν τον δυναμισμό και την γοητεία αυτής της γυναίκας παρά υπερασπιζόταν τις ηθικές αρχές της πίστης του. 
Τελικά η βραδιά με την Μοντ καταλήγει σε φιάσκο όμως η τύχη του Ζαν-Λουί αλλάζει καθώς συναντά στο δρόμο την ξανθιά κοπέλα της εκκλησίας που τον είχε στοιχειώσει. Σε αντίθεση με την αμυντική στάση που διατηρούσε απέναντι στη Μοντ, διεκδικεί την νεαρή κοπέλα γεμάτος αυτοπεποίθηση και κτητικότητα. 
Παρακολουθώντας τις κινήσεις των προσώπων που από τρία γίνονται τέσσερα, δημιουργούνται διάφορα ερωτήματα μεγάλης βαρύτητας που απαιτούν κότσια για να απαντηθούν με ειλικρίνεια χωρίς υπεκφυγές και ψέματα. Με ποια κριτήρια διαλέγουμε σύντροφο στη ζωή μας κι εντέλει οι σχέσεις που βασίζονται στους συμβιβασμούς φέρνουν την πολυπόθητη ευτυχία; Τελικά το παρελθόν μπορεί να σβήσει και να αφήσει τον κάθε άνθρωπο να πορευτεί στη ζωή του ελεύθερα; Κι αν ναι πότε σβήνουν τα απωθημένα που κουβαλάει ο καθένας μέσα του; Άραγε τα μεγάλα λόγια που ξεστομίζονται σε φιλοσοφικές κουβέντες μπορούν να κρύψουν την ανασφάλεια των δυο φύλων; 
Όσο πιο πολύ έχει προβληματιστεί κάποιος με τις ανθρώπινες σχέσεις τόσο περισσότερες ερωτήσεις θα του προκύψουν μέσα απ' αυτήν την ταινία και σίγουρα θα βιώσει με ένταση και πικρό χιούμορ πολλές από τις σκηνές που παρουσιάζονται στο έργο. 
Παράλληλα με πολύ έξυπνο τρόπο ο σκηνοθέτης μας παρουσιάζει πως οι άνθρωποι δεν δρουν έχοντας βάση κάποιες ιδέες, ήθη κι ιδανικά αλλά προσδοκώντας κάποιο κέρδος κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στις συζητήσεις των δύο φίλων αλλά και την παιδαριώδη ανταγωνιστική τους συμπεριφορά μπροστά στην Μόντ. Αντίθετα η Μοντ, εκφράζει την ιδέα της αναρχίας αλλά και της φεμινιστικής έξαρσης που επιδιώκει να πατάξει μια για πάντα την αρρωστημένη πατριαρχία. Η ίδια δεν προσδοκά τίποτα και υποφέρει στωικότατα τις συνέπειες των λανθασμένων της αποφάσεων. Χωρίς να ζητάει βοήθεια από κανέναν σηκώνει το βάρος της ύπαρξής της και το μόνο που κυνηγά είναι να ζει την κάθε στιγμή έντονα ξέροντας πως ο χρόνος περνάει ανεπιστρεπτί. Γι' αυτό προτιμά άνδρες που ξέρουν τι θέλουν, διότι γνωρίζει πως μόνο μ' αυτούς δεν πάει ο χρόνος χαμένος. Όμως οι λάθος αποφάσεις που παίρνονται λόγω ανασφάλειας, την οδηγούν στις ίδιες στάσιμες και προβληματικές καταστάσεις. 
Εντέλει όμως ποιος είναι λιγότερο δυστυχισμένος, αυτός που μαθαίνει από τα λάθη του και πορεύεται γνωρίζοντας τις συνέπειες των πράξεών του ή αυτός που επιλέγει τον συμβιβασμό λόγω ανασφάλειας; Δυστυχώς η απάντηση δίνεται με τα τελευταία λόγια της "χριστιανικής" συζύγου του Ζαν-Λουί, τα οποία αποδεικνύουν πως δε χρειάζεται να αναμοχλεύουμε το παρελθόν από τη στιγμή που έχουμε μάθει να ζούμε με τα συμπλέγματά μας. Και γι' αυτήν την άποψη λέω δυστυχώς διότι με τη στάση αυτή, η σύζυγος του πρωταγωνιστή μαρτυρά τη μίζερη κατάσταση που βιώνουν πολλά ζευγάρια στη σημερινή εποχή. 



Ο σκηνοθέτης Έρικ Ρόμερ χρησιμοποιεί τα πρόσωπα της ιστορίας του για να πλάσει ένα εξαιρετικό κινηματογραφικό δοκίμιο στο οποίο προσπαθεί να περιγράψει τον εγκλωβισμό της κοινωνίας στα στενά όρια των ξεπερασμένων ιδεολογιών όπως αυτόν του ψευτοχριστιανού που ερμηνεύει εκπληκτικά ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν όσο και του ψευτομαρξιστή που ερμηνεύεται από τον Αντουάν Βιτέζ. Επίσης μέσα από την γοητευτική ερμηνεία της Φρανσουάζ Φαμπιάν, ανακαλύπτουμε τον κρυφό δυναμισμό των ανθρώπων που θυσιάζουν την άνεση των συμβιβασμών για να την πολυπόθητη ελευθερία. Για την πολυπόθητη ανάσα της ζωής. 
Η ταινία είναι ένα δριμύ κατηγορώ σε όλους αυτούς που εγκλωβίζονται σε κάθε μορφή ιδεολογίας που αδυνατούν να υποστηρίξουν αλλά την προτιμούν μόνο και μόνο επειδή φοβούνται να πιάσουν την πραγματική ζωή από τα κέρατα. Επικαλούμενοι λοιπόν κάποιες αρχές, ήθη κι ιδέες επιλέγουν έναν αργό και μίζερο θάνατο, φλυαρώντας ακατάπαυστα για αποστεωμένες ιδέες. Κατά τη γνώμη μου, η ταινία επιβεβαιώνει μια άποψη που έχω πως όποιος επιλέγει να χρησιμοποιεί ταμπέλες κι ιδεολογικά προσωπεία, το κάνει για να καλύψει την κενότητα που υπάρχει μέσα του.
Το "Μια Νύχτα με τη Μοντ" είναι ένα από τα σπάνια υπαρξιακά αριστουργήματα που με μάγεψαν απρόσμενα.

Βαθμολογία: 10/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου