Δεν είναι τυχαίο που η Αλσατία είναι μια από τις πιο φημισμένες περιοχές της Ευρώπης, τόσο για τις πανέμορφες πόλεις της και τα παραμυθένια της χωριά όσο και για την πλούσια φύση της, τα καταπράσινα βουνά της αλλά και τους αχανείς κάμπους γεμάτους αμπέλια που συνορεύουν με τον Μέλανα Δρυμό. Σ' αυτόν τον πλούσιο τόπο εκτείνεται κι ο διάσημος δρόμος του αλσατικού κρασιού. Στο δρόμο αυτό μπορεί κανείς να επισκεφθεί όλα τα χωριά που ζουν με την καλλιέργεια αμπελιών και την παραγωγή κρασιών, αν και στις μέρες μας, έχουν γίνει και τουριστικοί προορισμοί. Πρωτεύουσα σ' αυτό το σύμπλεγμα των χωριών είναι η Κολμάρ, για την οποία θα αναφερθώ σε άλλη ανάρτηση.
Η Αλσατία βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της Γαλλίας, απλώνεται κατά μήκος του ποταμού Ρήνου κι αποκαλείται από τους Γάλλους ως Grand Est (Μεγάλη Ανατολή) καθώς υπήρξε για πολλούς αιώνες μήλο τις έριδος με την Γερμανία. Το όνομά της έχει γερμανικές ρίζες και προέρχεται από τον ποταμό Ιλλ (Ill) καθώς ονομαζόταν Elsass, δηλαδή η "περιοχή του Ιλλ". Η πολυετής διεκδίκηση της Αλσατίας από τους δυο γειτονικούς λαούς, άφησε στο πέρασμα του χρόνου μια περιοχή με έντονες επιρροές από τις δύο χώρες, προσφέροντας σήμερα έναν μοναδικό αρχιτεκτονικό, καλλιτεχνικό και γαστρονομικό πλούτο. Αυτό όμως που την έχει κάνει διάσημη είναι το φημισμένο της κρασί.
Η παραγωγή του κρασιού επέφερε οικονομική άνθηση στην ευρύτερη περιοχή και δημιούργησε ένα σύμπλεγμα πανέμορφων χωριών, τα οποία σήμερα συγκαταλέγονται στα ομορφότερα της Γαλλίας. Οι αποστάσεις μεταξύ τους είναι σχετικά μικρές κι είναι εύκολα προσβάσιμα είτε έχει κανείς δικό του μέσω είτε χρησιμοποιώντας τις τοπικές συγκοινωνίες. Στη δική μας επίσκεψη αφιερώσαμε δύο μέρες κι επισκεφθήκαμε τα χωριά Εγκισάιμ, Ρικβίρ και Ριμπωβιλέ.
Το Εγκισάιμ βρίσκεται μόλις 5 χλμ. νοτίως της Κολμάρ κι ανήκει στο διαμέρισμα του Άνω Ρήνου. Τον Μάιο του 2013 ψηφίστηκε ως το "Αγαπημένο γαλλικό χωριό" (Village préféré des Français), μια ετήσια διάκριση που περνάει από πόλη σε πόλη στη Γαλλία, αποδεικνύοντας πως η συγκεκριμένη βράβευση μόνο τυχαία δεν είναι. Επίσης, ανήκει στην ένωση των πιο όμορφων χωριών της Γαλλίας (Les Plus Beaux Villages de France). Το Εγκισάιμ ήταν το πιο μικρό από τα τρία χωριά που επισκεφθήκαμε και το πιο χαρακτηριστικό καθώς αποτελείται από δυο ομόκεντρους κύκλους κατοικιών γύρω από ένα παλιό οχυρό που βρισκόταν εκεί. Παρόλο που το χωριό είναι χτισμένο αιώνες πριν, η παραδοσιακή του αρχιτεκτονική έχει παραμείνει ανέπαφη.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, η ανθρώπινη παρουσία στη συγκεκριμένη περιοχή, υπολογίζεται από την Παλαιολιθική Εποχή ενώ πολύ αργότερα κατοικήθηκε από τη γαλατική φυλή (Séquanes). Η καλλιέργεια του κρασιού ξεκίνησε με την έλευση των Ρωμαίων. Τον 13ο αιώνα, οι Δούκες της Αλσατίας έχτισαν ένα οκταγωνικό κάστρο για να προστατεύει τους αμπελώνες δυο τοπικών ποικιλιών. Περιμετρικά του συγκεκριμένου κάστρου αναπτύχθηκε ο σημερινός οικισμός, ο οποίος υπήρξε γενέτειρα του Πάπα Λέοντα ΙΧ (1002-1054). Σήμερα, στη θέση του μεσαιωνικού κάστρου βρίσκεται ο ναός του Αγίου Λέοντος Θ', καθώς οι καθολικοί είχαν αγιοποιήσει τον συγκεκριμένο Πάπα.
Ξεκινήσαμε τον περίπατό μας από τον εξωτερικό κύκλο και μετά συνεχίσαμε στον δεύτερο εσωτερικό, καταλήγοντας στο τέλος για να απολαύσουμε το μεσημεριανό μας καφέ στην κεντρική πλατεία, όπου εξακολουθούν να δεσπόζουν τα απομεινάρια του μεσαιωνικού πύργου και το σιντριβάνι με το άγαλμα του Αγίου Λέοντα, το οποίο τοποθετήθηκε εκεί το 1842. Στις περιπλανήσεις μας συναντήσαμε πολλά περιποιημένα μικρά σπίτια με τις παραδοσιακές ξυλοδεσιές που συναντάμε στην ευρύτερη γαλλογερμανική περιοχή, τα έντονα χρώματα στις προσόψεις του και τα φορτωμένα παράθυρά τους με πολύχρωμα και μυρωδάτα λουλούδια. Επίσης, στις προσόψεις αρκετών σπιτιών συναντήσαμε τις χαρακτηριστικές επιγραφές στην Αλσατική διάλεκτο, η οποία πρόσφερε μια περαιτέρω μυσταγωγική αύρα στο χωριό. Πέρα από την παραμυθένια του ομορφιά, αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση στο χωριό ήταν η καθαριότητά του παρά το πλήθος των επισκεπτών του που είναι δυσανάλογο με το μέγεθος του χωριού αλλά κι η απόλυτη ησυχία που επικρατούσε καθώς οι επισκέπτες σεβόντουσαν την ήρεμη ζωή των κατοίκων του χωριού. Η ησυχία ήταν τόσο έντονη που σε ορισμένα σημεία αισθανθήκαμε πως περιπλανιόμαστε ολομόναχοι στα πλακόστρωτα σοκάκια του.
Την επόμενη μέρα επισκεφθήκαμε το Ρικβίρ (στα γαλλικά γράφεται Riquewihr ενώ στα γερμανικά Reichenweier), το οποίο απέχει 11 χλμ. βορειοδυτικά της Κολμάρ και θεωρείται κι αυτό με τη σειρά του ως ένα από τα ωραιότερα γαλλικά χωριά, καθώς ανήκει στην ένωση των πιο όμορφων χωριών της Γαλλίας (Les Plus Beaux Villages de France). Χτισμένο στους πρόποδες της ανατολικής πλευράς των Βόσγιων Ορέων, το χωριό ανήκει στον Αλσατικό δρόμο του κρασιού καθώς οι περισσότεροι κάτοικοί του ασχολούνται με την καλλιέργεια των σταφυλιών και την παραγωγή κρασιού, κυρίως της ποικιλίας Riesling. Γι' αυτό το λόγο, πολλοί το αποκαλούν ως το "χωριό των αμπελουργών". Κατά την άποψή μου, το Ρικβίρ είναι το πιο όμορφο από τα τρία χωριά που επισκεφθήκαμε, καθώς ξεχωρίζει για τα πολύχρωμα διώροφο αλλά και τριώροφα σπίτια του, των οποίων η παλέτα των προσόψεών τους ποικίλει με ζωηρές αποχρώσεις του κίτρινου, του μπλε, του κόκκινου, του πράσινου, του βεραμάν, της ώχρας, του ροζ και του πορτοκαλί, προσθέτοντας μια ανάλαφρη, φωτεινή διάσταση στη μεσαιωνική αρχιτεκτονική του, η οποία έχει διατηρηθεί από τον 16ου αι. καθώς το χωριό έμεινε ανέπαφο από τις καταστροφές του Α' και Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, ένα από τα κοινά στοιχεία που έχει το Ρικβίρ με το Εγκισάιμ είναι τα πολύχρωμα λουλούδια που στολίζουν τα παράθυρα των σπιτιών. Σε κάθε γωνιά του Ρικβίρ συναντάς μια ποικιλία καλαίσθητων πινελιών ενός "ζωντανού πίνακα" που τραβούν μεμιάς την προσοχή των επισκεπτών.
Επίσης, στο χωριό έχουν μείνει επίσης απομεινάρια του μεσαιωνικού τείχους που προστάτευε τον οικισμό κι ο πύργος Dolder που αποτελούσε τη δυτική πύλη του χωριού και χρονολογείται από τον 13ο αι. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση πως σε πολλά από τα παλιά κτήρια του χωριού, έχουν διατηρηθεί τα ισόγεια κελάρια τους, που είχαν για να αποθηκεύουν οι παραγωγοί το κρασί τους, τα οποία όμως σήμερα έχουν μετατραπεί σε τουριστικά μαγαζιά αλλοιώνοντας κάπως την αυθεντικότητα του χωριού. Ωστόσο έχει διατηρηθεί το Κελάρι Χούγκελ, το οποίο φιλοξενεί το πιο παλιό βαρέλι στον κόσμο, το οποίο χρονολογείται από το 1715.
Ιστορικά, η πρώτη αναφορά που γίνεται για το συγκεκριμένο χωριό, χρονολογείται από το 1094, η οποία έκανε λόγο την αμπελουργία που άνθιζε στη συγκεκριμένη περιοχή. Το 1291, το χωριό πέρασε στα χέρια του Κόμη του Χόμπουργκ (Homburg), ο οποίος το οχύρωσε και σχημάτισε μια τάφρο περιμετρικά του οικισμού. Όμως, η κυριαρχία του κράτησε λιγότερο από 30 χρόνια καθώς το Ρικβίρ πέρασε στην κατοχή του Κόμη Ούρλιχ Χ της Βυρτεμβέργης και παρέμεινε σ' αυτήν ως το 1796, καθώς μετά πέρασε στη Γαλλία. Αξίζει να σημειωθεί πως το Ρικβίρ υπήρξε ένα "Winzerdorf", δηλαδή ένα «Αμπελουργικό Χωριό», καθώς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο ως εμπορικό κέντρο για το αλσατικό και το γερμανικό κρασί. Μάλιστα, το 1520 δημιουργήθηκε η πρώτη ένωση αμπελουργών, γεγονός που αντανακλά τη σημασία της αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή. Εκείνη την περίοδο, το Ρικβίρ γνώρισε μια μεγάλη οικονομική άνθηση.
Παρά το μέγεθός του, το Ρικβίρ έχει αρκετά σημεία που αξίζει να επισκεφθεί κανείς, όπως ο Πύργος των Κλεφτών, ο οποίος είναι τμήμα τον οχυρώσεων του 13ου αι. Ο πύργος αυτός είχε χρησιμοποιηθεί ως φυλακή αλλά σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο. Ένας από τους ορόφους του συνδέεται με ένα οινοπαραγωγικό κτίσμα του 1563, δίνοντας την ευκαιρία στους επισκέπτες να πάρουν μια γεύση τόσο για την άμυνα της πόλης όσο και για την οινοποιητική της παράδοση.
Το Δημαρχείο του Ρικβίρ είναι το πρώτο αξιοθέατο που συναντά κανείς με το που φτάσει στο χωριό. Χτίστηκε τον 18ο αι. και θεωρείται ως ένα από τα πιο κομψά αρχιτεκτονικά κτήρια του χωριού, το οποίο μαρτυρά την οικονομική ευημερία του Ρικβίρ την περίοδο της ακμής του.
Από την μεγάλη πύλη που βρίσκεται στο ισόγειο του δημαρχείου, ξεκινάει ο κεντρικός πεζόδρομος του χωριού που έχει το όνομα του Στρατηγού Ντε Γκωλ (Rue du General de Gaulle), ο οποίος καταλήγει στον πύργο Dolder. Σε αυτό τον καλοδιατηρημένο πεζόδρομο αλλά και τα πέριξ στενάκια υπάρχουν σήμερα πολλά καφέ, μπιστρό, εστιατόρια και καταστήματα με τοπικά προϊόντα όπως κρασιά, μέλι, αλσατικές πίτες αλλά κι αναμνηστικά. Ωστόσο, στα γύρω στενά του συγκεκριμένου δρόμου υπάρχουν μικρά οικογενειακά οινοποιεία, τα οποία αξίζει να επισκεφθεί κανείς για να δοκιμάσει αλλά και να αγοράσει φυσικά, τις ποικιλίες κρασιών που παράγουν.
Στο τελείωμα του κεντρικό δρόμου ορθώνεται το σημαντικότερο μνημείο του χωριού, το οποίο είναι ο ύψους 25 μέτρων Πύργος Ντόλντερ (Dolder). Ο συγκεκριμένος πύργος, ο οποίος χρονολογείται από τον 1291, υπήρξε αμυντικό οικοδόμημα που προστάτευε το χωριό από τους εισβολείς αλλά σήμερα έχει μετατραπεί σε ορόσημο του Ρικβίρ. Στους ορόφους του πύργου υπάρχει έκθεση που παρουσιάζει την ιστορία του χωριού από τον 13ο ως τον 17ο αι. ενώ στην κορυφή του μπορεί να θαυμάσει κανείς την κοιλάδα του Ρήνου από ψηλά.
Σε ένα από τα σοκάκια που τέμνουν κάθετα τον κεντρικό δρόμο του χωριού, βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου, η οποία χρονολογείται από τον 15ο αι. κι είναι ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κτήρια του Ρικβίρ. Μεμιάς ξεχωρίζει από τα παραδοσιακά σπίτια που βρίσκονται γύρω της καθώς, η γοτθική της αρχιτεκτονική, την δίνει μια τάση προς τον ουρανό.
Τέλος, στο Ρικβίρ βρίσκεται το Μουσείο Hansi, το οποίο είναι αφιερωμένο στον διάσημο Αλσατό καλλιτέχνη και σκιτσογράφο Jean-Jacques Waltz, γνωστό ως Hansi. Το μουσείο παρουσιάζει μια συλλογή από έργα του που απεικονίζουν την καθημερινή ζωή και την παράδοση της Αλσατίας μέσα από μια ρομαντική και χιουμοριστική ματιά.
Ένα τελευταίο στοιχείο που μου τράβηξε την προσοχή στο Ρικβίρ, ήταν η συλλογή μεγάλων φωτογραφικών ντοκουμέντων από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ήταν διάσπαρτα σε όλο το χωριό και κυρίως στα σοκάκια ή στα σημεία που είχαν τραβηχτεί τότε. Μια πρωτοβουλία ενδιαφέρουσα διότι από τη μια διατηρεί τη μνήμη άσβεστη αλλά από την άλλη σε κάνει αποδέκτη της μονόπλευρης (και πιθανότατα προπαγανδιστικής) καταγραφής και παρουσίασης της ιστορίας σε μια περιοχή της Ευρώπης που για αιώνες περνούσε από τα χέρια του ενός στα χέρια του άλλου.
Οι περιπλανήσεις μας στα αλσατικά χωριά ολοκληρώθηκαν με την απογευματινή μας επίσκεψη στο Ριμπωβιλέ (στα γαλλικά γράφεται Ribeauvillé ενώ στα γερμανικά Rappoltsweiler), το οποίο βρίσκεται 16 χλμ. από την Κολμάρ. Το χωριό ήταν γνωστό από τον 8ο αι. ως Rathaldovilare κι άνηκε στους Επισκόπους της Βασιλείας. Στη συνέχεια πέρασε στους Λόρδους κι αργότερα στους Κόμητες του Rappoltstein, οι οποίοι ήταν από τους πιο διάσημους ευγενείς στην Αλσατία.
Σε σχέση με το Εγκισάιμ που έχει στρογγυλό σχήμα και το Ρικβίρ που έχει σχεδόν τετράγωνο σχήμα, το Ριμπωβιλέ εκτείνεται κατά μήκος της κοιλάδας. Περιμετρικά του χωριού έχουν μείνει απομεινάρια από τα μεσαιωνικά τείχη ενώ εντός του οικισμού έχουν διατηρηθεί κάμποσα γραφικά μεσαιωνικά σπίτια. Στην καρδιά του χωριού θα συναντήσει κανείς τις δυο παλιές γοτθικές εκκλησίες του Αγίου Γρηγορίου και του Αγίου Αυγουστίνου καθώς και το δημαρχείο, το οποίο φιλοξενεί μια πολύτιμη συλλογή αρχαιοτήτων. Δίπλα στο Δημαρχείο ορθώνεται ο Πύργος των Κρεοπωλών (Bouchers), ο οποίος χτίστηκε το 1260 κι έχει ύψος 30 μέτρα. Ο συγκεκριμένος πύργος είναι ο τελευταίος από τους τέσσερις πύργους που ανήκαν στην οχύρωση του χωριού. Ο πύργος είναι χτισμένος σε δυο διαφορετικές περιόδους, κάτι που φαίνεται από τα διαφορετικά οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στο κάτω μέρος που ορθώθηκε τον 13ο αι. με το πάνω μέρος που χτίστηκε τον 16ο αι. Στο τελείωμα του πύργου έχει τοποθετηθεί ένα μεγάλο ρολόι και το οικόσημο της οικογένειας Ribeaupierre. Κάτω από τον μεγάλο πύργο απλώνεται η μεσαιωνική αγορά του χωριού.
Συνεχίζοντας την βόλτα μας, συναντήσαμε την Place de la Sinne με το υπέροχο σιντριβάνι της, έργο του Andre Friederich, ενός γλύπτη με καταγωγή από το Ριβωμπιλέ, ο οποίος το 1861 αποφάσισε να το δωρίσει στη γενέτειρά του. Το έργο προοριζόταν για την Plaza de la Republica ή το Δημαρχείο αλλά τελικά αποφασίστηκε να εγκατασταθεί στη θέση που βρίσκεται μέχρι σήμερα. Η μορφή που βρίσκεται στη κορυφή του σιντριβανιού είναι μια αλληγορία του Ριβωμπιλέ. Περιμετρικά του σιντριβανιού, απλωνόταν ένα σύμπλεγμα βαρελιών κρασιού. Ολοκληρώσαμε τις περιπλανήσεις μας στο χωριό μέχρι το τελείωμα της Grand Rue, απ' όπου μπορούσαμε να θαυμάσουμε τα τρία διάσημα κάστρα της Αλσατίας, το Saint-Ulrich, το Girsberg και το Haut-Ribeaupierre, τα οποία παλαιότερα ανήκαν στους άρχοντες του Ριβωμπιλέ (ή Rappoltstein).
Λίγο πριν δύσει ο ήλιος πίσω από τα βουνά της περιοχής, πήραμε το λεωφορείο για να επιστρέψουμε στην Κολμάρ. Μπαίνοντας στο όχημα, άκουσα από τα ηχεία να παίζει ένα γνωστό κομμάτι των Doors. "Ωραία μουσική" είπα στον οδηγό, ο οποίος αμέσως έλαμψε από τη χαρά του. Προσπαθώντας να μιμηθεί την αμερικανική προφορά, γεγονός που μου έκανε μεγάλη εντύπωση καθώς το έκανε ένας Γάλλος (μάλλον ξέχασε για λίγο τον σοβινισμό του) θέλησε να μου εξηγήσει γιατί αγαπάει τόσο πολύ την ροκ μουσική. Με την όμορφη διάθεση του οδηγού, το απαλό φως του ήλιου και τη γνώριμη φωνή του Τζιμ Μόρισον, επιστρέψαμε στη Κολμάρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου