Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Ξημέρωμα ελπίδας



Κείμενο του Νίκου Γραικού
Φωτογραφία της Frederique Bouvier

Συχνά ξυπνώ νωρίς. Λίγο πριν σβήσει ο δημοτικός φωτισμός. Φτιάχνω έναν καφέ κι αν το επιτρέπει ο καιρός βγαίνω σε ένα από τα μικρά μπαλκόνια που έχει το διαμέρισμα που μένω στο Παρίσι.
Μου αρέσει ο ανοιχτός ορίζοντας. Το φως. Οι Λέξεις στροβιλίζονται στο μυαλό μου. Χάραμα, ανατολή, αυγή. Το κέντρο που έπαιζε ο Τσιτσάνης. Όμορφες αναμνήσεις, εφημερίδα αγαπημένη, αλλά κι απαράδεκτη ιδεολογία. Η κάθε λέξη φορτωμένη αναφορές κι ιστορίες. Θυμάμαι τους γονείς που είχαν πάει στο κέντρο αυτό και μας μιλούσαν λες κι είχαν ζήσει μία εμπειρία μύησης σε κάποιο μυστήριο.
Θυμάμαι ότι η εφημερίδα αυτή μου έκανε την τιμή να δημοσιεύσει άρθρα μου, αλλά πιο πολύ τους νέους που την μπερδεύουν με την άλλη την επαίσχυντη. Θυμώνω που δεν την κρατά τρυφερά στα χέρια του πολύς κόσμος. Θυμάμαι επίσης ότι αγάπησα την ανατολή στο Παλιό Χωριό στην Αλόννησο. Ξυπνούσα για να συνοδεύσω φίλους στο πρωινό καράβι. Θυμάμαι ότι στο χωριό που μένει η αδελφή μου έπινα καφέ στη θάλασσα την ώρα που ο ήλιος ανέτειλε και συχνά κολυμπούσα προσπαθώντας να τον φτάσω.
Ίσως όμως πρέπει να ζήσω πιο πολύ με το τώρα, να επικεντρωθώ στο παρόν. Να πω πράγματα στους φίλους που δεν ένιωσαν τον πόνο μίας βίαιης ανατροπής των πραγμάτων. Ο έκτος όροφος, συχνά συνώνυμος με ρετιρέ και πλούτο στην Αθήνα, αλλά ... με δωμάτια υπηρεσίας και πονεμένες ιστορίες στο Παρίσι.
Χαίρομαι που βλέπω πίσω από τις εικόνες, που διαβάζω πίσω από τις λέξεις.
Το Παρίσι ξυπνά στη σκέψη των περισσοτέρων μία γλυκιά αίσθηση. Σε εμένα πολλές δύσκολες ιστορίες. Όχι τόσο γιατί τις έζησα, αλλά πιο πιο πολύ διότι έμαθα να βλέπω τι κρύβεται πίσω από τη βιτρίνα. Πόσοι ηλικιωμένοι χάθηκαν σε αυτά τα δωμάτια υπηρεσίας πριν λίγα χρόνια από τον καύσωνα. Πόσοι ίσως πεθαίνουν σήμερα από την πανδημία.
Κι ο φίλος που πίνει τον καφέ του στην αγαπημένη Κυψέλη στην Αθήνα, μου στέλνει καλημέρα συνενοχής κάθε πρωί.
Η φίλη η γκαρδιακή που έβγαλε τη φωτογραφία μένει λίγο μακριά. Απαγορεύεται να έρθει να μείνει λίγο μαζί μας. "Μας προστατεύουν". Δε ξέρω. Ίσως προτιμούσα να φύγω κοντά στους αγαπημένους κι όχι να ζήσω λίγο ακόμα κλεισμένος στην "ασφάλεια" των τεσσάρων τοίχων.
Όλοι οι δικοί μου άνθρωποι που πέθαναν, αναχώρησαν νωρίς το πρωί. Τις περισσότερες κρίσεις πανικού τις έχω πάθει τέτοια ώρα. Ίσως κάποιες φορές να μην αντέχουμε τόση ομορφιά. Να μην αντέχουμε τον πόνο που κρύβεται πίσω από την καινούρια ημέρα. Τον κόπο που απαιτεί. Κι όμως το κόκκινο χρώμα μου αρέσει. "Έτσι κι αλλιώς η ζωή θα γίνει κόκκινη, ή κόκκινη από τη ζωή ή κόκκινη από τον θάνατο. Θα φροντίσουμε εμείς γι΄αυτό". Έχει απόλυτο δίκιο ο ποιητής. Κι εγώ θα βγαίνω στο μπαλονάκι να χαιρετώ το πρωί. Να ψέλνω μέσα μου τον ύμνο της κατάφασης στη ζωή. Μάθαμε στον αγώνα. Δε θα κάνουμε τώρα πίσω. Πρέπει να περιμένω και τη Φρεντερίκ. Πρέπει να ξαναπάω να πιω καφέ στη θάλασσα, στο χωριό που μένει η αδελφή μου.

Πηγή: belleepoque7.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου