Ενα φρικτό γεγονός όπως αυτό στην Ανατολική Αττική σύρει βίαια τη βαριά κουρτίνα κι ανοίγει ένα παράθυρο καλά κλεισμένο, υποχρεώνοντάς μας να δούμε πράγματα που δεν βλέπουμε ή δεν θέλουμε να βλέπουμε. Με περίσκεψη και εμβάθυνση.
Τι βλέπουμε όμως; Στα ΜΜΕ ακούμε και διαβάζουμε σχόλια και αναλύσεις που αποδίδουν ευθύνες: η όχι καλή οργάνωση των μηχανισμών του κράτους, το χτίσιμο πάνω στις ακτές, τα πεύκα που είναι εξαιρετικά εύφλεκτα, το χτίσιμο χωρίς άδεια. Ολα αυτά όμως δεν είναι αίτια, είναι συμπτώματα. Ας πάμε πίσω.
Η χώρα μας δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητη. Δημιούργημα, μετά την Επανάσταση, των Μεγάλων Δυνάμεων και υποτελής τους, μετά τον Β’ Παγκόσμιο μας «πήρε» η Αγγλία η οποία μας «έδωσε» στην Αμερική για να γίνουμε μια μπανανία και ένα σίγουρο σημείο για να στήσει το ΝΑΤΟ τις βάσεις του για τους πολέμους στη Μέση Ανατολή.
Μια χώρα που έχει μάθει να έχει κάποιον στον σβέρκο της για να της κάνει κουμάντο, που πάντα μια χαρά εξυπηρετεί τα συμφέροντά του.
Τα τετρακόσια χρόνια της τουρκοκρατίας άφησαν πασιφανή κληρονομιά στη σχέση κράτους-πολίτη: την εξυπηρέτηση του γνωστού, το ρουσφέτι, την υπόγεια συναλλαγή, πρακτικές που έγιναν βασικές στη λειτουργία του κράτους και εργαλεία ισχυροποίησής του.
Ενα τέτοιο κράτος, όταν τα αφεντικά του τραβούν το χαλινάρι, είναι άτεγκτο στο πεδίο των απαιτήσεών του από τους κατοίκους και φειδωλό στο πεδίο των υποχρεώσεών του προς αυτούς.
Οπως στα τελευταία οχτώ χρόνια, τα μνημονιακά χρόνια όπως μάθαμε να τα λέμε, όπου στο πεδίο πάταξης των εργασιακών κατακτήσεων, στην οικονομική αφαίμαξη, στην καταστολή των αντιστάσεων, το κράτος διαπρέπει, ενώ στις παροχές του είναι ουραγός.
Το κράτος πρόνοιας συρρικνώνεται μέχρι εξαφανίσεως, δεν υπάρχει φορολογική ανταπόδοση, ενώ κάποιες υπηρεσίες (όπως η Πυροσβεστική, για την οποία έχουν γράψει με λεπτομερή στοιχεία αρθρογράφοι) είναι υποστελεχωμένες και το κονδύλι για τη δασοπροστασία αστείο.
Σε μια τέτοια χώρα το κράτος πορεύεται ανεξαρτήτως καιρού και αυτοπροστατεύεται φτιάχνοντας τεράστιους και δαιδαλώδεις εναγκαλισμούς με μια ισχυρή πλειοψηφία των κατοίκων της, στην πορεία των οποίων εναγκαλισμών γίνεται δυσδιάκριτη η χρέωση των ευθυνών.
Η πλειοψηφία αυτή χαρακτηρίζεται από έλλειψη παιδείας, κάτι που αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή διαχρονικά, καθώς έτσι δημιουργείται η δεξαμενή των ψηφοφόρων που ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις. Το μέγεθος της είσπραξης από το αλισβερίσι έχει να κάνει με το πόσο κοντά στον μηχανισμό στέκεται ο καθένας που συμμετέχει.
Οι κάτοικοι εκπαιδεύονται να είναι αμέτοχοι στη δημόσια ζωή και να διεκδικούν μόνο μέσα από την ως άνω διαδικασία.
Να φθονούν αυτόν που έχει αποκτήσει κάτι με την αξία του και να θαυμάζουν το «λαμόγιο» που κατάφερε να ανελιχθεί. Να κλείνουν τα μάτια στην αδικία. Να είναι καταναλωτές και όχι πολίτες.
Να αποτιμούν τη ζωή με το μέγεθος του πορτοφολιού. Να μη σέβονται τον διπλανό και να επιβάλλουν την ασχήμια τους καθημερινά. Να μη μιλάνε και να κοιτάνε τη δουλειά τους.
Να κοιτάνε τη δουλειά τους οι χωρικοί όταν οι βοσκοί βάζουν φωτιές, όπως και οι καταναλωτές όταν οι εμπρησμοί γίνονται για οικοπεδοποίηση και δεν απαιτούν να μην ενταχθούν τα καμένα στα σχέδια πόλεων (μιλώντας για την Αττική, βγαίνει στην επιφάνεια η παραδοξότητα να κατοικεί ο μισός πληθυσμός σε μια πόλη, με προοπτική πλέον να οικοδομηθεί όλος ο νομός, ενώ στην επαρχία υπάρχει τόσος τόπος ακατοίκητος).
Να συμμορφώνονται και να κοιτάνε τη δουλειά τους και οι κρατούντες όταν (αν) οι εμπρησμοί γίνονται επειδή αποπειρώνται να μην εξυπηρετήσουν ιδανικά τα αφεντικά τους.
Το αίτιο λοιπόν είναι ο τρόπος λειτουργίας της κοινωνίας μας. Σ’ αυτή τη χώρα, αναπόφευκτα, οι εξαιρέσεις είναι που κάνουν τη διαφορά: ο πυροσβέστης που ηρωικά μπαίνει στη φωτιά, ο άγνωστος που δίνει το αίμα του για κάποιον άγνωστο, ο μικρός αμπελουργός που αγωνίζεται να βγάζει υψηλής ποιότητας κρασί, ο αφανής ποιητής που δεν έχει δημοσιεύσει κάτι και συνεχίζει να παλεύει και να υπηρετεί τις λέξεις. Ενα τεράστιο κομμάτι αυτής της χώρας είναι σάπιο. Γεμάτο κλίκες και κλακαδόρους.
Αύριο που θα αρχίσουν να φυτρώνουν ξενοδοχειακά συγκροτήματα και σπίτια υψηλά ιστάμενων στα καμένα και στους γιαλούς παντού, δεν θα μας ενοχλεί καθώς σιωπηρά θα αποδεχόμαστε ότι «ε, αυτοί τα κάνουν αυτά».
Καληνύχτα.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου