Ένας από τους πιο αινιγματικούς τίτλους ταινιών των τελευταίων χρόνων αποδεικνύεται σε μια ενδιαφέρουσα κινηματογραφική προσέγγιση απέναντι στην θρασύτατη εκμετάλλευση των κοινωνικών προβλημάτων και των ανθρώπινων αδιεξόδων από την εκάστοτε μορφή τέχνης. Στην περίπτωση του "Ανθρώπου που Πούλησε το Δέρμα του" μπλέκεται η εμπορευματοποίηση της τέχνης με το προσφυγικό ζήτημα των Συρίων και το προσωπικό δράμα του πρωταγωνιστή που προσπαθεί να βρει τρόπο να ταξιδέψει από τον Λίβανο στο Βέλγιο, αναζητώντας τον έρωτα της ζωής του. Μέσα σ' αυτήν την φορτισμένη κατάσταση συναντάμε αρκετά ενδιαφέροντα σημεία που προσφέρουν ουσιώδεις προβληματισμούς για πολύωρες συζητήσεις μετά την προβολή της ταινίας.
Η ιστορία μας γυρνάει δέκα χρόνια πίσω, λίγο πριν το ξεκίνημα του εμφυλίου στη Συρία και μας παρουσιάζει το ερωτικό ειδύλλιο ανάμεσα σε δύο νέους, οι οποίοι αποφασίζουν να παντρευτούν μέσα σε ένα τραίνο. Όμως τα λόγια που θα ξεστομίσει μες στη χαρά του ο νεαρός, θα του δημιουργήσουν μπελάδες καθώς θα συλληφθεί ως αντικαθεστωτικός. Για καλή του τύχη θα δραπετεύσει και με τη βοήθεια της συντρόφου του θα διαφύγει στο Λίβανο. Προσπαθώντας να πατήσει ξανά στα πόδια του δουλεύοντας σε μια βιομηχανία, θα μάθει πως η κοπέλα με την οποία είναι ερωτευμένος, παντρεύτηκε έναν Σύριο διπλωμάτη που εργάζεται στην συριακή πρεσβεία του Βελγίου. Η απόγνωση της καθημερινής του ρουτίνας θα 'ρθει να δέσει με την οργή της συναισθηματικής προδοσίας που τον πνίγει. Έκτοτε ζει με την προσδοκία πως θα καταφέρει κάποια στιγμή να πάει στο Βέλγιο για να την κάνει πάλι δικιά του.
Η συναισθηματική φόρτιση του πρωταγωνιστή θα γίνει γρήγορα αντιληπτή από έναν διάσημο καλλιτέχνη, ο οποίος συναντηθεί τυχαία μαζί του σε μια εικαστική του έκθεση στην Βηρυτό. Στην μεταξύ τους συζήτηση, την οποία βρήκα άκρως ενδιαφέρουσα καθώς πάνω στον πάγκο ενός αδιάφορου μπαρ "συγκρούονται" πολιτισμένα δυο τελείως διαφορετικοί κόσμοι. Μέσα σ' αυτήν την έντονη συζήτηση, ο νεαρός θα εκμυστηρευτεί στον καλλιτέχνη την ως τώρα ζωή του, με εκείνον να του υπόσχεται την πολυπόθητη βίζα για να φύγει στο Βέλγιο με αντάλλαγμα να του προσφέρει την πλάτη του ως "καμβά" για το νέο του έργο. Μες στην απόγνωσή του, ο πρωταγωνιστής θα βρει την πρότασή του άκρως δελεαστική, αδιαφορώντας για τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν με την εφαρμογή της.
Το εύστοχο σκεπτικό του καλλιτέχνη που τον ωθεί να μετατρέψει την πλάτη του πρόσφυγα σε καμβά, είναι πως τα προϊόντα μετακινούνται πιο εύκολα από χώρα σε χώρα απ' ότι οι άνθρωποι. Στηριζόμενος στον παραπάνω προβληματισμό, μεταμορφώνει τον νεαρό πρόσφυγα σε ένα ζωντανό έργο τέχνης, μετατρέποντάς τον μ' αυτόν τον τρόπο σε ένα προϊόν τέχνης που μπορεί να μετακινηθεί από χώρα σε χώρα.
Η ζωή του Σύριου πρόσφυγα αλλάζει εντυπωσιακά. Ζει σε ακριβά ξενοδοχεία, συγκεντρώνει όλη την προσοχή πάνω του και κυκλοφορεί σαν Ευρωπαίος πολίτης στην καρδιά της Γηραιάς Ηπείρου, την ώρα που η χώρα του κυλάει στο χάος του εμφυλίου και της προσφυγικής κρίσης. Παρόλο που βιώνει μια πολυτελής καθημερινότητα, διαπιστώνει πως εξακολουθεί να ζει καταπιεσμένος κι ανελεύθερος καθώς έχει θυσιάσει το κορμί του στο βωμό της Τέχνης. Σαν ένας σύγχρονος σάτυρος Μαρσύας που χάνει το δέρμα του εξαιτίας μιας σύγχρονης ύβρις, με το να πουλήσει ασυνείδητα την αξιοπρέπειά του.
Παράλληλα η ταινία μετατρέπεται σε ένα κατηγορώ απέναντι στο νεοφιλελεύθερο σύστημα που έχει εισχωρήσει στον χώρο της Τέχνης, μετατρέποντάς τον σε μια κερδοφόρα αγορά κενής γκλαμουριάς και ναρκισσιστικού σνομπισμού. Η κατρακύλα του σύγχρονου κόσμου της Τέχνης γίνεται ακόμη πιο εμφανής όταν ο καλλιτέχνης "πουλάει" την πλάτη του πρόσφυγα σε έναν συλλέκτη έργων τέχνης. Η συμπεριφορά των πλουσίων και των ασφαλιστικών εταιριών φανερώνουν την έλλειψη ανθρωπισμού και κυρίως την πλήρη απουσία της ηθικής.
Ένα άλλο στοιχείο που με εντυπωσίασε στην ταινία ήταν η εξαιρετική ματιά της Τυνήσιας δημιουργού Κάουθερ Μπεν Χάνια, η οποία προσφέρει αρκετά ευφάνταστα πλάνα όπως η πρώτη σκηνή της ταινίας με τις δυο μορφές των συντηρητών έργων τέχνης να κινούνται ανάμεσα σε κάτοπτρα δημιουργώντας μια εντυπωσιακή προοπτική ψευδαίσθηση. Όμως η πρωτοτυπία της περιορίζεται σε λίγες μόνο σκηνές καθώς η υπόλοιπη ταινία βαδίζει σε ένα συνηθισμένο μοτίβο, το οποίο είναι ικανοποιητικό τόσο με την γωνία των πλάνων όσο και με την επιλογή χρωμάτων και φωτισμού.
Ερμηνευτικά εντυπωσιάστηκα με τον πρωταγωνιστή Γιάχια Μαχαϊνί, ο οποίος κέρδισε και το Βραβείο Α' Ανδρικού Ρόλου στο τμήμα Ορίζοντες του Φεστιβάλ της Βενετίας το 2020. Ενδιαφέρον όμως βρήκα και τον ρόλο του Κόεν Ντε Μπου ως ιδιότροπου κι υπερφίαλου καλλιτέχνη. Αντιθέτως βρήκα άχαρο τον ρόλο της λατρεμένης Μόνικα Μπελούτσι που είχα καιρό να απολαύσω στον κινηματογράφο. Τέλος θα ήταν μεγάλο λάθος να μην αναφερθώ τα υπέροχα μάτια της Ντέα Λάιαν.
Για τη συγκεκριμένη ταινία, η Τυνήσια δημιουργός εμπνεύστηκε από ένα παρόμοιο περιστατικό που συνέβη το 2006, όταν ο Βέλγος ζωγράφος Βιμ Ντελβουά δημιούργησε ένα έργο τέχνης στην πλάτη του Τιμ Στάινερ, το οποίο είχε αγοραστεί ήδη από συλλέκτη. Η ίδια καταφέρνει να δέσει το χυδαίο αυτό γεγονός με το προσφυγικό ζήτημα που μας συγκλόνισε την περασμένη δεκαετία, θέλοντας μ' αυτόν τον τρόπο να δείξει πως η κοινωνική μας αδιαφορία έχει αρκετούς αποδέκτες είτε αυτοί είναι οι πρόσφυγες που πνίγονται στα νερά της Μεσογείου, είτε οι σύγχρονοι άθλιοι που ζουν άστεγοι στις μεγάλες πόλεις, είτε οι άνθρωποι που μες στην απόγνωσή τους γίνονται βορά των εκάστοτε νεοφιλελεύθερων θηρίων.
Η ταινία προσπαθεί με έναν αξιοπρεπή τρόπο να δηλώσει πως η τέχνη έχει χάσει καιρό τώρα το ουμανιστικό της νόημα, μιας κι οι εκκεντρικές πρωτοτυπίες κι οι δημιουργικές καλλιτεχνικές δράσεις δεν έχουν πια επίκεντρο τον άνθρωπο αλλά την ικανοποίηση του ναρκισσισμού των ίδιων των δημιουργών. Την ίδια άποψη έχω και για τον Κινέζο δημιουργό Άι Γουέι Γουέι που ακούστηκε αρκετά με τις καλλιτεχνικές του δράσεις που βασίστηκαν πάνω στο προσφυγικό ζήτημα.
Αυτό είναι το κυριότερο θέμα στο οποίο καταπιάνεται η συγκεκριμένη ταινία, κάνοντάς με να την εκτιμήσω. Με ένα καυστικό μαύρο χιούμορ θίγει την κοινωνική αδιαφορία απέναντι σε πολλά κοινωνικοπολιτικά θέματα όπως είναι και το προσφυγικό ζήτημα και με έναν εύστοχο και συγκινητικό τρόπο μας δίνει μια ευκαιρία να κοιτάξουμε και την άλλη πλευρά καθώς όπως αναφέρει ο πρωταγωνιστής "είμαστε τυχεροί καθώς έχουμε γεννηθεί στη σωστή πλευρά του κόσμου".
Βαθμολογία: 7/10