Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

Μία Ευρώπη με δύο πρόσωπα




του Απόστολου Σερέτη

Ένα θέμα που έχει κατακλύσει τα social media και έχει γίνει αντικείμενο συζήτησης στην Ευρώπη, είναι η σύλληψη της νεαρής Carola Rachete. Η νεαρή καπετάνισσα του Sea Watch 3, προέβη σε μία πράξη η οποία σίγουρα μπορεί να χαρακτηριστεί ηρωική αλλά πάνω από όλα ανθρώπινη. Αυτό όμως που παρατηρείται αφού κάνουμε μία αναφορά στα γεγονότα, είναι ότι διαμορφώνεται στη δημόσια ζωή της Ευρώπης μία κατάσταση με δύο διαφορετικά ”πρόσωπα”.
Η Carola Rackete, γερμανικής καταγωγής, είναι η καπετάνισσα του πλοίου «Sea Watch 3», του ομώνυμου γερμανικού Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού που διασώζει πρόσφυγες στις θάλασσες της Μεσογείου. Το «Sea Watch» είχε περισυλλέξει 53 πρόσφυγες στις 12 Ιουνίου στις ακτές της Λιβύης. Οι 13 απομακρύνθηκαν από την ιταλική ακτοφυλακή για λόγους υγείας και αποβιβάστηκαν στην Λαμπεντούζα, ενώ οι υπόλοιποι 40 παρέμειναν σε αυτό για 14 ολόκληρες ημέρες, αφού το ιταλικό λιμενικό δεν έδινε την απαραίτητη άδεια ώστε το σκάφος να δέσει σε λιμάνι.
Οι δεκάδες πρόσφυγες του πολέμου και της διάλυσης της Λιβύης που διέσωσε η Rackete, προκλήθηκαν από την επέμβαση των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και άλλων κρατών της Δυτικής Συμμαχίας, προκειμένου να ρίξουν τον Καντάφι και να πάρουν τον έλεγχο των πετρελαίων της χώρας. Παράλληλα η άνοδος φασιστών εξτρεμιστών του Ισλάμ στη Λιβύη, εξάπλωσαν ένα ασύλληπτο πέλαγος σκλαβοπάζαρων στην άλλοτε κραταιά χώρα. Πολιτική αστάθεια, σκλαβοπάζαρα, πόλεμος, φτώχεια, διάλυση και ανέχεια. Κάτω από αυτό το πλαίσιο δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ανεβαίνουν σε βάρκες για να διασχίσουν τη Μεσόγειο και να φτάσουν στην Ευρώπη για να σωθούν. Η κυβέρνηση Σαλβίνι, εξέδωσε ότι θα συλλαμβάνεται όποιος βοηθήσει τους πρόσφυγες και όποια βάρκα πλησιάσει την Ιταλία θα βυθίζεται.



Η καπετάνισσα Carola Rachete μαζί με το πλήρωμα της, αψήφισε τον Σαλβίνι και το πλήρωμα του πλοίου αρνήθηκε να επιστρέψει τους ναυαγούς στην Λιβύη και έβαλε πλώρη για το πλησιέστερο “ασφαλές” λιμάνι, την Λαμπεντούζα. Η Κυβέρνηση του ακροδεξιού Ματέο Σαλβίνι τότε αρνήθηκε να δώσει άδεια στο ιστορικό πλέον πλοίο, Sea-Watch 3, για να μην προσεγγίσει κανένα ιταλικό λιμάνι αποκλείοντας το εκτός χώρας. Ουσιαστικά η νεαρή καπετάνισσα, έσπασε τον αποκλεισμό των ιταλικών αρχών σε πλοία που μεταφέρουν πρόσφυγες και έδεσε στο λιμάνι της Λαμπεντούζα,σώζοντας 40 ανθρώπους. Χθες το βράδυ, η Carola Rachete αποφάσισε να αψηφήσει τις απειλές του Σαλβίνι και να μπει στο λιμάνι της Λαμπεντούζα. Όταν το πλοίο της προσάραξε στο λιμάνι, κατεβαίνοντας συνελήφθη από δυνάμεις της αστυνομίας που είχαν σπεύσει στο σημείο. 
Καταρχάς το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί είναι η πράξη της νεαρής κοπέλας διότι γνωρίζοντας ότι διακυβεύεται η ελευθερία της και παρά τον αποκλεισμό που είχε κηρύξει ο Ματέο Σαλβίνι, η 31χρονη καπετάνισσα πήρε την απόφαση να μπει στο λιμάνι της Λαμπεντούζα. «Αποφάσισα να μπω στο λιμάνι. Γνωρίζω τι ρισκάρω, όμως οι ναυαγοί που έχω στο πλοίο μου είναι εξαντλημένοι κι εγώ θα τους μεταφέρω κάπου με ασφάλεια», δήλωσε χαρακτηριστικά η ίδια. Της απαγγέλθηκαν κατηγορίες και πλέον αντιμετωπίζει την ποινή της δεκαετούς φυλάκισης.
Μετά και από αυτό προκύπτει κάτι ακόμα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αποδεικνύεται ότι είναι η ελευθερία στη διακίνηση κεφαλαίων και καταναλωτικών αγαθών,ταυτόχρονα όμως και η φυλακή των ανθρώπων και των λαών της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ουσιαστικά έχει δύο πρόσωπα. Το ένα πρόσωπο είναι ο Σαλβίνι και το άλλο η Rachete. Το ένα πρόσωπο συμμετέχει σε υπερεθνικούς οργανισμούς που μέσω των πολέμων που κάνουν για να εξασφαλίσουν νέες αγορές στην επιχειρηματική τους ελίτ, προκαλούν προσφυγικά ρεύματα, μετανάστευση, πολιτική αστάθεια, κατεστραμμένες υποδομές. Από την άλλη μεριά, έχουμε το πρόσωπο της Rachete, όπου συνοψίζει το σύνολο των ανθρώπων αυτής της ηπείρου όπου αγωνίζονται για να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους, όπου πιστεύουν σε ένα άλλο κόσμο, δικαιότερο, πιο ανθρώπινο, δίχως εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, όπου πιστεύουν σε ένα καλύτερο αύριο, όπου βάζουν το συλλογικό πάνω από το ατομικό και η αλληλεγγύη και η στήριξη στους κολασμένους της γης είναι τρόπος ζωής. Τελικά από αυτά τα δύο πρόσωπα ποιο πρέπει να αποτελέσει πρότυπο με τις πράξεις του οποίου πρέπει να διδαχθούμε. Το πρόσωπο του ρατσισμού, του εθνικισμού, του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας, της απανθρωπιάς που είναι το πρόσωπο της ΕΕ και των ηγετών της ή των λαών της; Το πρόσωπο του μίσους ή της αγάπης; Το πρόσωπο της απανθρωπιάς ή το πρόσωπο της αλληλεγγύης; Σίγουρο είναι πως τέτοιες πράξεις δείχνουν ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που το πρόσωπο του κάθε Σαλβίνι της Ευρώπης το έχουν πετάξει.



Τα δύο πρόσωπα επίσης της Ευρώπης που βλέπουμε, παρουσιάζουν και ξεγυμνώνουν μέσω της σύγκρουσης τους ακόμα ένα γεγονός. Το γεγονός ότι ζούμε την εποχή που κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συλλαμβάνουν ανθρώπους που διασώζουν άλλους ανθρώπους από πνιγμούς στη Μεσόγειο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι θεσμοί της και οι Σαλβίνι που η ίδια γεννά, μέσω των θεσμικών της οργάνων και της απάνθρωπης λιτότητας που αυτά εφαρμόζουν προς όφελος μίας χούφτας ανθρώπων, αποτελεί ένα ναζιστικό μόρφωμα όπου πρέπει να διαλυθεί καθώς είναι απόλυτα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εγκληματεί κατά όχι μόνο λαών άλλων ηπείρων αλλά και κατά των ίδιων των λαών της και των πιο υπέροχων ανθρώπων της. Λευτεριά στην ηρωίδα Carola Rackete.
Όπως η ίδια η Rachete είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια….«Η ζωή μου ήταν εύκολη, μπόρεσα να φοιτήσω σε τρία πανεπιστήμια και στα 23 μου ήμουν απόφοιτη. Είμαι λευκή, Γερμανίδα, γεννήθηκα σε μια χώρα πλούσια με ένα διαβατήριο “σωστό”. Όταν τα συνειδητοποίησα όλα αυτά, ένιωσα ότι έχω ηθική υποχρέωση να βοηθήσω όσους δεν είχαν τις ίδιες ευκαιρίες με εμένα».

Πηγή: solidaritywebradio

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Μπρυζ, η κομψή γοητεία του μεσαιωνικού βορρά



Η μεσαιωνική όψη της Μπρυζ είναι μαζεμένη στη καρδιά του ιστορικού της κέντρου και συγκεκριμένα σε τρεις διαδοχικές πλατείες, στην ήρεμη πλατεία του Ζαν Βαν Άικ, στην περίφημη Markt και στην πλατεία του δημαρχείου. Σε αυτά τα αστικά ανοίγματα ο χρόνος έχει σταματήσει κι η γοητεία του παρελθόντος διατηρείται ανέπαφη ως τις μέρες μας.
Η πλατεία του Ζαν Βαν Άικ είναι ένα από τα πιο ήσυχα σημεία της Μπρυζ. Μικρή και διακριτική, διατηρεί την μυστικιστική ατμόσφαιρα που επεδίωκαν να αποκτήσουν οι πλούσιες αστικές τάξεις των πόλεων της βόρειας Ευρώπης. Τα κτίρια γύρω από την πλατεία φανερώνουν το οικονομικό δυναμικό των ενοίκων του ενώ τα λιγοστά μπαράκια που υπάρχουν εκεί διατηρούν ένα χαμηλό προφίλ, σαν να θέλουν να διατηρήσουν για τους θαμώνες τους το γειτονικό τους αριστοκρατικό χαρακτήρα. Πέρα από το άγαλμα του Φλαμανδού ζωγράφου Ζαν Βαν Άικ, την προσοχή μου τράβηξε το Poortersloge. Ένα άκρως εκλεπτυσμένο κτίριο με έναν λεπτό ψηλό πύργο και με πρόσοψη γεμάτη μικρά αγάλματα. Αν και μοιάζει αρκετά με εκκλησία, το συγκεκριμένο κτίριο που χτίστηκε τον 14ο με 15ο, πραγματοποιούνταν οι συναντήσεις των εμπορικών αντιπροσώπων, τότε που η συγκεκριμένη πλατεία ήταν το εμπορικό κέντρο της πόλης γεμάτη εμπορικές εταιρείες και διόδια που έπαιρναν το φόρο των εμπορευμάτων που κατέφθαναν στη πόλη. Αργότερα το 1720 μετατράπηκε σε Ακαδημία των Καλών Τεχνών και λειτουργούσε έτσι μέχρι που μια μεγάλη πυρκαγιά το κατέστρεψε ολοσχερώς. Από το 1912 μέχρι το 2012 χρησιμοποιήθηκε για τα Εθνικά Αρχεία. Αυτό που μου κέντρισε την περιέργεια είναι η εικόνα μιας αρκούδας που κυριαρχούσε στη πλατεία αλλά και στη σημαία της πόλης. Αργότερα έμαθα πως βασίζεται στο θρύλο που λέει πως ο πρώτος επίσημος κάτοικος της Μπρυζ ήταν μια... αρκούδα.
Διασχίζοντας κάποια έρημα κι αδιάφορα στενά, βγήκα σε ένα μικρό άνοιγμα γεμάτο μπυραρίες. Απ' όσες επισκεφθήκαμε τα δυο βράδια που μείναμε εκεί, μου άφησε πολύ καλές εντυπώσεις η Bar Des Amis με την πλούσια ποικιλία στη κάβα της και τη ζεστή της ατμόσφαιρα. Αντιθέτως η De Republiek που μου την πρότειναν ως την καλύτερη μπυραρία της πόλης, την βρήκα ψυχρή, δήθεν κι αδιάφορη. Όμως η εντυπωσιακότερη μπυραρία που αξίζει να αναζητήσετε είναι η The Beer Wall. Ένα στέκι πραγματικό κόσμημα για τους λάτρεις της μπύρας.
Περνώντας από το μικρό άνοιγμα με τις μπυραρίες, βρέθηκα στη περίφημη αγορά της πόλης, τη Markt. Κάτω από τη σκιά του επιβλητικού Belfort πραγματοποιούνται κάθε χρόνο φεστιβάλ κι εκδηλώσεις ενώ στο παρελθόν είχε υπάρξει τόπος εξεγέρσεων κι εκτελέσεων. Σήμερα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς και συνάντησης των ντόπιων κι ως χοάνη όπου μαζεύονται και μπλέκονται μεταξύ τους οι ορδές των τουριστών.
Η πλατεία λειτούργησε ως τόπος συνάντησης το 958 ενώ το 985 μετατράπηκε σε κεντρική αγορά της πόλης. Σήμερα τα περισσότερα κτίρια τα κατέχουν τράπεζες κι εστιατόρια με σημαντικότερα το πανύψηλο καμπαναριό και το Επαρχιακό Δικαστήριο της Μπρυζ. Στις μέρες που έμεινα εκεί στάθηκα τυχερός καθώς πέτυχα την πλατεία να λειτουργεί ως λαϊκή αγορά, καθώς κάθε Τετάρτη ο χώρος αυτός γεμίζει με πάγκους και φορτηγά ψυγεία φορτωμένα με όλα τα καλά που βγάζει η βελγική γη. Χώθηκα μαζί με τους κάτοικους της πόλης για να πάρω μια γεύση από την καθημερινότητά τους. Πάγκοι γεμάτοι βελγικά τυριά, ιχθυοπώλες με ψάρια των βελγικών ποταμών και της Βόρειας Θάλασσας, μανάβηδες με λαχανικά και λαχταριστά φρούτα. Που και που υπήρχαν και λίγοι έμποροι με χειροποίητα προϊόντα που θα μπορούσαν να αγοραστούν κι ως αναμνηστικά.
Περιφερόμενος στο κέντρο της πλατείας για να θαυμάσω τα κτίρια γύρω μου, συνάντησα δυο αγάλματα να ορθώνονται πάνω σε μια ψηλή βάση και να είναι στραμμένα προς το καμπαναριό. Οι μορφές που απεικονίζονταν είναι του Jan Breydel και του Pieter de Coninck, δύο ηρώων της ελευθερίας στον αγώνα κατά των Γάλλων στις αρχές του 14ου αιώνα. Ο Jan Breydel ήταν επικεφαλής των κρεοπωλών και ο Pieter de Coninck ήταν επικεφαλής των υφαντών. Αυτό το γλυπτό στήθηκε το 1887, την εποχή του Ρομαντισμού όπου οι Βέλγοι προσπαθούσαν να ανεβάσουν στα ύψη το εθνικό τους φρόνημα.
Στο καμπαναριό της Μπρυζ ανέβηκα το δεύτερο πρωινό που έμεινα στη πόλη. Η ουρά ήταν από νωρίς μεγάλη κι ο επιτρεπόμενος αριθμός επισκεπτών στο μνημείο ήταν στους πενήντα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να περιμένουμε λίγη ώρα μέχρι να κατέβει κόσμος για να ανέβουμε εμείς. Τα 366 σκαλοπάτια ακούγονται πολλά αλλά τα ανέβηκα με άνεση. Η θέα από ψηλά όχι μόνο αποζημιώνει αλλά αν είσαι τυχερός μπορείς να βρεθείς στη στιγμή που οι 47 καμπάνες σημαίνουν μια από τις μελωδίες τους, καθώς ανά τέταρτο παίζουν κι από ένα διαφορετικό κομμάτι. Στα περβάζια των μεγάλων παραθύρων είναι σημειωμένες αρκετές ευρωπαϊκές πόλεις με σημειωμένη την χιλιομετρική τους απόσταση από την Μπρυζ. Κάνοντας μια βόλτα περιμετρικά στο καμπαναριό κι έχοντας τις 47 τεράστιες καμπάνες πάνω από το κεφάλι σου, στέκεσαι κι αφουγκράζεσαι το σημείο του χάρτη που βρίσκεσαι σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις.
Λίγο πιο πέρα από την Markt βρίσκεται η πλατεία του δημαρχείου. Εδώ κυριαρχεί η αίγλη της εξουσίας. Το δημαρχείο είναι αρχοντικό και στιβαρό. Εκπέμπει μια σοβαρότητα αλλά παράλληλα φανερώνει την προτίμησή του στην καλαισθησία με τον πλούσιο γλυπτό του διάκοσμο.
Κολλητά στο δημαρχείο, δεσπόζει ένας μικρός ναός ο οποίος είναι πόλος έλξης για τους καθολικούς, καθώς μέσα στη μικρή αυτή βασιλική φυλάσσεται το Ιερό Αίμα του Χριστού που το έφεραν οι σταυροφόροι όταν επέστρεψαν από τους Άγιους Τόπους.
Η φανταχτερή μικρή πρόσοψη του ναού, δεν είναι τίποτα άλλο από την σκάλα που οδηγεί στον κυρίως ναό, ο οποίος κρύβεται πίσω από το Δημαρχείο. Το παρεκκλήσι χτίστηκε το 1134 με 1157 και μετατράπηκε σε εκκλησία το 1923. Ως κτίσμα έχει δυο χαρακτηριστικά. Στον πρώτο όροφο στεγάζεται ο παλιός ρωμανικός ναός ενώ στον πάνω όροφο βρίσκεται το γοτθικό παρεκκλήσι που επισκεφθήκαμε. Η πανέμορφη σκάλα της εισόδου, αναγεννησιακού ύφους χτίστηκε το 1533 αλλά κατεδαφίστηκε από τους Γάλλους κατακτητές. Ξαναχτίστηκε τον 19ο αι. Το κάτω παρεκκλήσι που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Βασίλειο, είναι το μοναδικό ρομανικό κτίσμα σε ολόκληρη την Φλάνδρα. Χτίστηκε τον 12ο αι. και φιλοξενεί το λείψανο του Έλληνα θεολόγου. Το πάνω παρεκκλήσι που επισκεφθήκαμε είχε έναν πλούσιο διάκοσμο αποτελούμενο από γλυπτά και τοιχογραφίες ενώ τα βιτρό στα παράθυρα δημιουργούσαν μια μυσταγωγική ατμόσφαιρα στο χώρο. Μία μεγάλη ουρά περίμενε να ανέβει σε μια υπερυψωμένη εξέδρα όπου βρισκόταν η γυάλινη κάψουλα με το Ιερό Αίμα. Μία ιερέας στεκόταν πίσω από το έκθεμα επιβλέποντας τους πιστούς που πήγαιναν να το προσκυνήσουν. Που και που έδινε κάποια μικρά φυλλάδια. Μου είχε κάνει εντύπωση πως την κίνηση αυτή δεν τη έκανε σε όλους. Καθώς ερχόταν η σειρά μας αναρωτιόμουν αν θα μου δώσει και σε μένα ένα απ' αυτά τα περιβόητα δωράκια. Όταν ανεβήκαμε πάνω, αφήσαμε λίγα κέρματα να πέσουν στο παγκάρι και παρατηρήσαμε το περιεχόμενο του φιαλιδίου. Μία βρώμικη γάζα με κάποιες κόκκινες κηλίδες είχε γίνει σημείο αναφοράς μιας ολόκληρης πίστης. Μου έκανε εντύπωση η ερυθρότητα του χρώματος καθώς γνωρίζω πως το αίμα πάνω στο ύφασμα κιτρινίζει με την πάροδο των χρόνων. Χαμογέλασα συγκρατημένα, κάτι το οποίο ερμήνευσε με τον δικό της τρόπο η ιερέας, δίνοντάς μου τελικά το περιβόητο φυλλάδιο. Απομακρυνόμενος το άνοιξα να δω τι γράφει. Δεν ήταν τίποτα παραπάνω από προσευχές.
Η μυσταγωγία του μεσαίωνα επανέρχεται με τη δύση του ήλιου. Το καμπαναριό του Belfort φλέγεται και τα υπόλοιπα κτίρια χρυσαφίζουν στο κοκκινωπό χρώμα του ηλιοβασιλέματος. Έπειτα έρχεται μια μικρή παύση. Τα άλογα της πλατείας σκύβουν ευλαβικά το κεφάλι σαν να αισθάνονται πως κάτι αόρατο πλανάτε πάνω από την πλατεία που εμείς δε μπορούμε να δούμε ενώ οι τουρίστες ως δια μαγείας έχουν εξαφανιστεί καθώς κλείνονται στα ξενοδοχεία τους για να ετοιμαστούν για τη βραδινή τους έξοδο.
Εκείνη τη στιγμή, οι πλατείες είναι έρημες. Χωρίς φασαρίες, χωρίς κόσμο, χωρίς φλας επαναφέρουν προς στιγμή τη μεσαιωνική τους αύρα. Επίσης ο ερυθρός φωτισμός των δρόμων προσθέτει μια αινιγματική σκοτεινιά στις ψηλές οροφές των κτιρίων, τα παράθυρα των οποίων που δεν έχουν κουρτίνες εκπέμπουν ένα ασθενικό φως που σου δίνει έμπνευση για διάφορα σενάρια που συμβαίνουν εντός των διαμερισμάτων. Τα ποταμόπλοια σταματούν τις βόλτες τους και τα κανάλια αποκτούν μια αρυτίδωτη επιφάνεια που λειτουργεί σαν καθρέφτης. Και τέλος, οι εντυπωσιακοί πύργοι εξακολουθούν να κυριαρχούν στον ουρανό.
Η Μπρυζ το βράδυ είναι μια τελείως διαφορετική πόλη...

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019

Μπρυζ, η Βενετία του βορρά



Ενθουσιασμένος από την ονειρική αύρα της Γάνδης, πήρα το μεσημεριανό τραίνο για Μπρυζ. Μια απόσταση λιγότερη της μισής ώρας χωρίζει τις δυο ομορφότερες πόλεις του Βελγίου. Η πρωτεύουσα της Δυτικής Φλάνδρας και πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης του 2002, μας υποδέχτηκε με έναν δυνατό σχεδόν καλοκαιρινό ήλιο. Καθώς απομακρυνόμασταν απ' το σιδηροδρομικό σταθμό πηγαίνοντας προς την πόλη, προσπαθούσα να διακρίνω στο βάθος τους πελώριους φημισμένους πύργους της. Που και που ξεπετάγονταν πίσω από τις στέγες των κτιρίων κάνοντας την ανυπομονησία μου να μεγαλώνει. Ευτυχώς η ομορφιά της πόλης δεν άργησε να αποκαλυφθεί.
Η γοητεία της Μπρυζ βασίζεται σε δυο ξεχωριστούς παράγοντες. Ο ένας είναι η πολυδαίδαλη μορφή των καναλιών που σχηματίζει ο ποταμός εντός και περιμετρικά του ιστορικού κέντρου κι ο άλλος είναι τα μεσαιωνικά κτίσματα που απλώνονται γύρω από την κεντρική πλατεία. Στη συγκεκριμένη φωτογραφική βόλτα θα αναφερθώ στους λόγους που η πόλη έχει χαρακτηριστεί ως η Βενετία του βορρά.
Αφήνοντας το ξενοδοχείο, κατηφόρισα προς τις νότιες συνοικίες. Μια τεράστια πλατεία εκτός του ιστορικού κέντρου, έδινε προς στιγμήν μια σύγχρονη πνοή, κάτι στο οποίο βοηθούσε η μοντέρνα όψη ενός επιβλητικού χώρου συναυλιών που κυριαρχούσε στην άκρη της. Κάπου στα μισά της πλατείας, στρίψαμε για να συναντήσουμε τον καθεδρικό ναό του Σωτήρος, ο οποίος δεν έχει κάτι ιδιαίτερο για να θαυμάσουμε τόσο εντός του όσο κι εκτός πέρα από το ψηλό καμπαναριό και την ερυθρή του τούβλινη όψη. Όμως τα μικρά σοκάκια που ξεκινούσαν από την πλαϊνή του πλευρά, οδηγούσαν κατευθείαν στην καρδιά της παραμυθένιας αυτής πόλης.
Καθώς συνεχίζαμε τη βόλτα μας προς τα κανάλια, άρχισε να ξεπροβάλλει πάνω από τις στέγες των σπιτιών το θεόρατο καμπαναριό-πύργος της Παναγιάς της Βρύγης. Ο πύργος ύψους 122,3 μέτρων είναι το ψηλότερο κτίριο της πόλης και το δεύτερο ψηλότερο τούβλινο κτίσμα στον κόσμο. Ο ναός λειτουργεί κι ως μουσείο με την περηφάνια πως έχει στο εσωτερικό του έναν σπουδαίο θησαυρό. Αναφέρομαι στο άγαλμα της Παρθένου Μαρία και του Χριστού, έργο του Μιχαήλ Αγγέλου που φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1501 με 1504. Αρχικά το έργο είχε παραγγελθεί για τον Καθεδρικό της Σιένα αλλά τελικά αγοράστηκε από δυο εμπόρους της Μπρυζ. Η ιστορία του γλυπτού δεν ήταν ήρεμη καθώς κλάπηκε δυο φορές. Την μια φορά το πήραν οι Γάλλοι και παρέμεινε εξαφανισμένο για 223 χρόνια. Επέστρεψε στη Μπρυζ μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό. Τη δεύτερη φορά επιχείρησαν να το κλέψουν οι ναζί το 1944 αλλά επιστράφηκε μετά το τέλος του πολέμου.
Από την εκκλησία της Παναγιάς, συνεχίσαμε τη βόλτα σε πολύ πιο στενά σοκάκια τα οποία ήταν γεμάτα επισκέπτες, άμαξες κι αυτοκίνητα. Ένα πανδαιμόνιο φωνών, νευρικών κορναρισμάτων κι άβουλων τουριστών που στέκονταν αποχαυνωμένοι ακούγοντας τις οδηγίες των αρχηγών τους. Με γαϊδουρινή υπομονή επιχειρήσαμε να προσπεράσουμε τις ορδές που έφραζαν κάθε τόσο το δρόμο μας. Σαφώς δεν υπήρξε διάθεση να απολαύσουμε κάτι από την πόλη όσο παλεύαμε να ξεφύγουμε από το τουριστικό κομφούζιο.
Μέχρι που βγήκαμε στην περιοχή Ten Wijngaerde ή Béguinage, στη γειτονιά των κύκνων όπως την χαρακτήρισα καθώς σε κείνο το σημείο τα σπίτια αραίωσαν και μπροστά μας αποκαλύφθηκε μια μικρή ακτή γεμάτη πανέμορφους κύκνους και παιχνιδιάρικες πάπιες. Μικρά διακριτικά κάγκελα προστάτευαν τον ρεμβασμό των πτηνών από την ενοχλητική παρουσία των ανθρώπων ενώ δυο μικρά γεφυράκια οδηγούσαν σε μια κλειστή γειτονιά που βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Το Beguinage ήταν ένα απομονωμένο συγκρότημα όπου διέμεναν κάποτε οι Beguines, ευσεβείς γυναίκες που ζούσαν σε μικρές ομάδες κι αδελφότητες. Το εξωτερικό τείχος που χώριζε τη συγκεκριμένη γειτονιά από την υπόλοιπη πόλη, συνεχιζόταν και μέσα, κρατώντας ακόμη και τις ενοίκους σε μια μεταξύ τους απομόνωση. Περνώντας την είσοδο που βρίσκεται στο τελείωμα της μικρής γέφυρας, μπήκαμε σ' αυτή τη γαλήνια γειτονιά. Τα τείχη πέρα από το πλήθος των περισσοτέρων τουριστών, περιόριζε και τους λοιπούς θορύβους. Αλλά κι οι άνθρωποι που βόλταραν μέσα διατηρούσαν με σεβασμό την ηρεμία του τοπίου. Πρόσωπα φωτεινά με ένα μειδίαμα ικανοποίησης στα χείλη με προσπερνούσαν αφήνοντας το βλέμμα τους να χαθεί στο μικρό καταπράσινο δασάκι που υπήρχε εκεί.
Βγαίνοντας από την άλλη έξοδο της συνοικίας, βρεθήκαμε στη λίμνη Minnerwater. Εκεί συναντήσαμε το νότιο άκρο της πόλης. Μια καταπράσινη όαση που απλώνεται γύρω από μια πλατιά λίμνη. Στην απέναντι όχθη, δυο πανέμορφα κτίσματα λειτουργούν ως ξέχωρα διακοσμητικά στοιχεία που σπάνε προς στιγμής την ολική επικράτηση του πρασίνου. Οι βόλτες μέσα σ' αυτό το δάσος υπήρξαν βάλσαμο στα τσιτωμένα νεύρα που μας προκάλεσαν οι τουρίστες. Στους μικρούς περιπάτους συναντήσαμε αρκετά ξέφωτα με παρέες νέων να απολαμβάνουν τα απαλά χάδια του ανοιξιάτικου ήλιου. Αφού ξαποστάσαμε κι εμείς μαζί τους, συνεχίσαμε τη βόλτα μας επιστρέφοντας στο ιστορικό κέντρο.
Έχοντας ως σημείο αναφοράς το καμπαναριό της Παναγίας, βρεθήκαμε στην αυλή του Μουσείου των Καλών Τεχνών. Μια τάξη μαθητών δημοτικού σχολείου είχαν στήσει τους καμβάδες τους πάνω σε τρίποδα και προσπαθούσαν να ζωγραφίσουν κάποια μπρούτζινα άλογα που υπήρχαν στον υπαίθριο χώρο του μουσείου. Τα παρατηρήσαμε διακριτικά καθώς προσπαθούσαν με παιχνιδιάρικο τρόπο να μετατρέψουν τη φαντασία τους σε ζωγραφιά. Από κει βγήκαμε σε ένα από τα ομορφότερα κανάλια της πόλης, το Dijver. Από τη μια μεριά εξακολουθούσε να δεσπόζει το καμπαναριό της Παναγιάς ενώ από την άλλη, ο δρόμος οδηγούσε στο γνωστότερο και πολυφωτογραφημένο σημείο της πόλης, το Rozenhoedkaai.
Για μια ακόμη φορά εισχωρήσαμε στο ατέρμονο ποτάμι των τουριστών. Ευτυχώς είχαμε ανακτήσει τις δυνάμεις μας από την βόλτα στο Minnerwater κι έτσι αφεθήκαμε στις υπέροχες εικόνες που συναντήσαμε μπροστά μας. Πανέμορφα κτίρια που κατέληγαν μέσα στο ποτάμι, τεράστιες ιτιές που κρέμονταν πάνω από τις βάρκες που έκαναν μικρές κρουαζιέρες στα κανάλια και στο βάθος το επιβλητικό Belfort με τα 366 σκαλοπάτια και τις 47 καμπάνες, να παρατηρεί τον κόσμο από ψηλά.
Η επιθυμία μου όμως ήταν να δω τις άγνωστες και ήρεμες γειτονιές της πόλης. Έτσι περπάτησα προς το Groenerei, το καταπράσινο κανάλι. Εκεί βρίσκεται ένα από τα ομορφότερα σημεία της Μπρυζ, γεμάτο δέντρα, αναρριχητικά φυτά και κομψά αρχοντικά του 17ου αι. Μόνος μου μέσα σ' αυτούς τους άδειους δρόμους, ένιωθα κομμάτι της πόλης. Περιφερόμουν από κανάλι σε κανάλι κι αναζητούσα την πόρτα που θα μου φανεί περισσότερο οικεία για να την ξεκλειδώσω και να μπω μέσα. Με αυτήν την ονειρική διάθεση περπάτησα ως την γειτονιά της Αγίας Άννας, μια άγνωστη περιοχή της Μπρυζ. Μια γλυκιά γειτονιά γεμάτη μικρά όμορφα σπιτάκια. Μια αναγκαία ηρεμία επικρατούσε στους δρόμους. Πράσινες πινελιές κισσών κάλυπταν τις προσόψεις αφήνοντας ελεύθερα μόνο τα παράθυρα και τις πόρτες κι ένας περίεργος ναός αφιερωμένος στην Ιερουσαλήμ, δέσποζε στη καρδιά της συνοικίας. Οι κάτοικοι της συνέχιζαν την καθημερινή τους ζωή ανεπηρέαστοι από την τουριστική φήμη της πόλης τους. Προσπαθούσα να τους προσπερνάω όσο πιο διακριτικά γινόταν για να μην ταράξω την ηρεμία τους.
Από την γειτονιά της Αγίας Άννας βρέθηκα στο Krainspoort, ένα οχυρωματικό έργο του 13ου αι.  με χοντρούς τοίχους κι ένα βαθύ περιμετρικό κανάλι που λειτουργούσε ως τάφρος. Ήταν μια από τις παλιές πύλες που συνέδεε την Μπρυζ με άλλες πόλεις όπως την Οστάνδη και την Γάνδη. Τα τείχη μπορεί να γκρεμίστηκαν το 1780 αλλά οι πύλες έμειναν περιμετρικά της παλιάς πόλης. Στο σημείο που βρίσκονταν τα οχυρωματικά έργα, σήμερα απλώνονται μακρόστενα πάρκα γεμάτα ανεμόμυλους και μονοπάτια. Η βόλτα σε κείνα τα μέρη ήταν εντελώς διαφορετική από τους μέχρι τώρα περιπάτους μου στα σοκάκια του ιστορικού κέντρου. Ο ποταμός δίπλα από το μονοπάτι ήταν πιο πλατύς κι απέναντί μου απλωνόταν μια άκρως βιομηχανική κι άχρωμη συνοικία. Που και που συναντούσα παλιά ποταμόπλοια που λειτουργούσαν ως καταλήψεις νεαρών ζευγαριών που είχαν επιλέξει να ζουν εκεί μέσα. Που και που έριχνα κλεφτές ματιές στην μποέμικη ζωή τους.
Διέσχισα μια μεγάλη απόσταση περιμετρικά της πόλης με την καμπύλη του ποταμού να μου φανερώνει πως πλέον είχα από κάτω μου το ιστορικό κέντρο της Μπρυζ. Βρήκα ένα μεγάλο κανάλι που ανοιγόταν αριστερά μου κι άρχισα να κατηφορίζω. Ένα υπέροχο μπιστρό μπαράκι με καλωσόριζε ξανά στον αστικό ιστό της πόλης. Ο ήλιος είχε αρχίσει να κατηφορίζει προς τη δύση προσφέροντας μια πορτοκαλί απόχρωση στις ερυθρές προσόψεις των σπιτιών. Σε ένα μικρό άνοιγμα μια παρέα νεαρών ετοίμαζε ένα υπαίθριο πάρτι. Πιο πέρα μια άλλη μπυραρία καμάρωνε για την ποικιλία της κάβας της μέσω ενός εύστοχου κολάζ διαφημιστικών ταμπελών μπύρας στη μικρή της αυλή. Λίγο πιο πέρα σε ένα στενό σοκάκι συνάντησα την παλιότερη μπυραρία της Μπρυζ, την De Vissinge. Δυστυχώς ήταν κλειστή τις μέρες που θα έμενα στην πόλη.
Το κανάλι άρχιζε να στενεύει. Σε μία απότομη στροφή, βγήκα στην πανέμορφη πλατεία του Ζαν Βαν Άικ. Είχα επιστρέψει ξανά στο μεσαιωνικό κέντρο της Μπρυζ...