Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Φλώρινα, η πόλη της αγγελοπουλικής ομίχλης



Πρώτη φορά που μου τράβηξε την προσοχή η Φλώρινα, ήταν κάπου στα μισά της δεκαετίας του '90 όταν έγιναν επεισόδια εις βάρος του μειονοτικού κόμματος "Ουράνιο Τόξο". Σε 'κείνη την τόσο παιδική ηλικία μου έκανε εντύπωση η ύπαρξη μειονοτήτων στην Ελλάδα καθώς ακόμη δεν γνώριζα τίποτα για τους Βαλκανικούς Πολέμους και τις αλλαγές των συνόρων που οδήγησαν σε εθνολογικές εκκαθαρίσεις περιοχών. Με τα χρόνια έμαθα και για την υπόθεση Σιδηρόπουλου, η οποία δικαιώθηκε στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Χάγης (εις βάρος της Ελλάδας φυσικά) ενώ πολλά χρόνια αργότερα που ανακάλυψα την σπουδαία φιλμογραφία του κ.Θόδωρου Αγγελόπουλου διέκρινα την ιδιαίτερη αγάπη του για την πόλη αυτή αλλά και τη σκοταδιστική επίθεση που δέχτηκε από τον περιβόητο μητροπολίτη της τον Αυγουστίνο Καντιώτη. Όλα αυτά τα γεγονότα είχαν συνθέσει ένα αινιγματικό προφίλ για τη συγκεκριμένη πόλη. Με τον καιρό, η Φλώρινα μετατράπηκε σε ένα στοιχειό που ομιχλώδες περιφερόταν στο μυαλό όποτε έβρισκα κάτι που συσχετιζόταν με την πόλη αυτή.
Η αλήθεια είναι πως δε με είχε τραβήξει η Φλώρινα κι έτσι ποτέ δεν επεδίωξα να εξιχνιάσω το μυστήριο πέπλο που την κάλυπτε. Να όμως που η επιστροφή μου από το πρόσφατο οδοιπορικό σε Οχρίδα και Μπίτολα, στάθηκε αφορμή να κάνουμε μια μικρή στάση στην πόλη αυτή.
Κάπως απογοητευμένοι από τη μίζερη μουντάδα της Μπίτολα, προτιμήσαμε να περάσουμε το ανοιξιάτικο απόγευμά μας στη Φλώρινα καθώς ήταν η πρώτη πόλη που θα συναντούσαμε μετά τα σύνορα. Απροετοίμαστος για την αριστοκρατική ομορφιά της πόλης, πάρκαρα το αμάξι έξω από τα στρατόπεδα της πόλης, κι αφού περπατήσαμε μέσα από το σύγχρονο κομμάτι της, καταλήξαμε στο πεζόδρομο δίπλα στον ποταμό Σακουλέβα. Περνώντας από τις πολύβουες καφετέριες που ζούσαν τις τελευταίες μέρες πριν την καραντίνα, περπατήσαμε κατά μήκος του ποταμού θαυμάζοντας τα πανέμορφα αρχοντικά που στέκουν ερειπωμένα στα ριζά του βουνού. Όσο απομακρυνόμασταν από την μητρόπολη της Φλώρινας, τόσο μας αποκαλυπτόταν η ομορφιά της. Μετά τα υπέροχα αρχοντικά του ποταμού, συναντήσαμε μικρές γλυκές μονοκατοικίες με τους όμορφους μπαχτσέδες τους. Σπίτια γεμάτα μεράκι κι ευγένεια. Εκεί συνάντησα και το περίφημο Διεθνές Καφενείο, το αγαπημένο στέκι του κ.Θόδωρου Αγγελόπουλου όπου γυρίστηκαν αρκετές σκηνές από τις ταινίες του. Η συγκίνηση ήταν μεγάλη. Εκείνη ακριβώς την ώρα που περπατούσα στο δρόμο του καφενείου, ο ήλιος είχε ήδη γείρει στον ορίζοντα, προσφέροντας ένα μυσταγωγικό φως που έγλειφε με χάρη τις ανάγλυφες λεπτομέρειες των προσόψεων. Για μια στιγμή ένιωσα πως περπατούσαμε μέσα σε ένα κινηματογραφικό πλάνο και πως από κάπου θα ακούσω τη βραχνή φωνή του σπουδαίου Έλληνα σκηνοθέτη να δίνει εντολές στο κινηματογραφικό του συνεργείο.
Οι περιπλανήσεις μου έκλεισαν σε ένα από τα ομορφότερα κουτούκια που έχω επισκεφθεί στα ταξίδια μου. Συνήθως δεν μου αρέσει να κάνω διαφημίσεις αλλά εδώ ομολογώ πως οφείλω να κάνω μια εξαίρεση καθώς απολαύσαμε πλουσιοπάροχα και γευστικότατα πιάτα και ήπια για πρώτη φορά στη ζωή μου γράπα. Αναφέρομαι σε ένα γλυκύτατο κουτούκι με το όνομα "Γκιώνης".
Καθώς η νύχτα άρχισε να απλώνεται, κινήσαμε προς το αμάξι, περνώντας ξανά από τα πανέμορφα αρχοντικά της πόλης. Κάθε τόσο σταματούσα και προσπαθούσα να κρατήσω διάφορες εξαίσιες λεπτομέρειες από τη διακόσμησή τους. Αυτό όμως που με κέντρισε περισσότερο ήταν τα έντονα γήινα χρώματα που πρόσφεραν μια εξωπραγματική διάσταση στην όψη της πόλης.
Φεύγοντας από κει, θυμήθηκα μια φράση που είχα ακούσει για την Φλώρινα. "Στη Φλώρινα όλοι έρχονται κλαίγοντας και φεύγουν κλαίγοντας". Παρά το λίγο που έκατσα εκεί, ομολογώ πως μπορώ να καταλάβω την έννοιά της...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου