Αφήσαμε πίσω μας τους πολύβουους δρόμους της Σόφιας και κινήσαμε νοτιοανατολικά, ακολουθώντας τις αρχαίες διαδρομές που ένωναν κάποτε την Ευρώπη με την Ασία, επιθυμώντας να φτάσουμε στην παλαιότερη πόλη της Βουλγαρίας και μια από τις αρχαιότερες της Ευρώπης, την Φιλιππούπολη. Όσο περνούσε η ώρα τόσο πιο αισθητή νοητά γινόταν η κάθοδός μας σε μια απέραντη πεδιάδα που απλώνεται ανάμεσα στις οροσειρές της Ροδόπης και της Σρέντνα Γκόρα. Στο κέντρο αυτής της κοιλάδας κι ανάμεσα σε τρεις από τους έξι εναπομείναντες λόφους (ο έβδομος λόφος Μάρκοβο Τέπε ισοπεδώθηκε αρχές του 20ου αιώνα) της περιοχής απλώνεται η αιώνια γοητεία της Φιλιππούπολης.
Η πόλη πήρε το όνομά της προς τιμή του Φίλιππου Β΄ της Μακεδονίας, γιού του Αμύντα Γ΄ και πατέρα του Μεγάλου Αλέξανδρου, μετά την εισβολή του στην ευρύτερη περιοχή και κατάληψή της ύστερα από αλλεπάλληλες μαχες με τους Θράκες. Σκοπός του ήταν να υποτάξει ολόκληρη την περιοχή, που ήταν αποικία των Αθηναίων, για να αποκόψει τις εμπορικές συναλλαγές που είχαν αναπτύξει προς τον Εύξεινο Πόντο.
Αφού έδιωξε από το θρόνο τον Κερσοβλέπτη (357 - 341 π.Χ.), βασιλιά των Οδρυσών, οι οποίοι ήταν μια από τις φυλές που κατοικούσαν στην αρχαία Θράκη, άρχισε να οργανώνει τη διοίκηση της περιοχής πάνω σε νέες βάσεις. Έκτισε πόλεις-φρούρια, στη μέση της κοιλάδας του Έβρου, μεταξύ αυτών και τη Φιλιππούπολη, η οποία ήταν μεγαλύτερη από όλες τις υπόλοιπες.
Κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία η πόλη ονομάστηκε Τριμόντιον (Trimontium) δηλαδή «Τρίλοφος» ή «Πόλη των Τριών Λόφων», από τους 3 λόφους πάνω στους οποίους ήταν κτισμένη, τους Νεμπέτ Τεπέ (Nebet Tepe), Τζαμπάζ Τεπέ (Dzhambaz Τepe) και Ταξίμ Τεπέ (Taksim Τepe). Τον 9ο αιώνα οι Βούλγαροι την μετονόμασαν σε Παπάλντιβ, Πλό(β)ντιβ, Πλάντιβ, Πλάντιν, Πλάπντιβ ή Πλόβντιν βασιζόμενοι στην παλιά θρακιώτικη ονομασία Πουλπουδέβα. Επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε έγγραφο του 1448, η πόλη αναφερόταν στα τουρκικά ως Φιλιμπέ (Filibe), παραφθορά του Φίλιππος. Ωστόσο, στην υπόλοιπη Ευρώπη, η πόλη είχε παραμείνει γνωστή ως Φιλιππούπολη, ως τις αρχές του 20ου. Η σύγχρονή της ονομασία τεκμηριώθηκε ως Пло(в)дївь, βασιζόμενη σε ένα βουλγαρικό απόκρυφο χρονικό του 11ου αιώνα.
Η Φιλιππούπολη θεωρείται από τις αρχαιότερες πόλης της Ευρώπης, έχοντας ίχνη κατοίκησης από την 6η χιλιετία π.Χ. και την Νεολιθική εποχή. Τον 12ο αιώνα π.Χ. ο οικισμός της εξελίχθηκε σε μεγάλη πόλη, η οποία κατοικείτο από Θράκες. Στην ιστορία της δέχτηκε αρκετές εισβολές από Πέρσες, Έλληνες, Κέλτες, Ρωμαίους, Γότθους, Ούννους, Βούλγαρους, Ρώσους, Σταυροφόρους και Τούρκους. Η τελευταία μάχη που δόθηκε γι' αυτήν ήταν στις 4 Ιανουαρίου του 1878, όταν ο ρωσικός στρατός αποδέσμευσε την πόλη από την κυριαρχία των Οθωμανών. Στην αρχή έγινε η πρωτεύουσα της αυτόνομης Ανατολικής Ρωμυλίας και το 1885 έγινε τμήμα της υπόλοιπης Βουλγαρίας.
Μεσημέρι μπήκαμε στα γκρίζα προάστιά της, ανυπομονώντας να αντικρίσουμε την ομορφιά της παλιάς πόλης με τα ιδιαίτερα έντονα χρώματα της βουλγαρικής αρχιτεκτονικής αναγέννησης. Το ξενοδοχείο μας ήταν ακριβώς πάνω στον διάσημο πεζόδρομο Knyaz Aleksander I. Από το παράθυρο του δωματίου απλωνόταν το εναπομείναν κομμάτι του Αρχαίου Σταδίου (01:55-02:10), το οποίο θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ρωμαϊκά μνημεία της πόλης. Το Αρχαίο Στάδιο χτίστηκε τον 2ο αιώνα, κατά την περίοδο της βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αδριανού κι απλωνόταν ανάμεσα στους λόφους Σαχάτ Τεπέ και Ταξίμ Τεπέ. Το μνημείο αυτό χτίστηκε στα πρότυπα του αντίστοιχου σταδίου των Δελφών και είχε μήκος περίπου 240 μέτρα και πλάτος 50 μέτρα κι ήταν χωρητικότητας 30.000 θεατών. Στις μέρες μας, έχει μείνει ορατό ένα μικρό κομμάτι του βόρειου τμήματός του, με 14 σειρές καθισμάτων, το οποίο οι κάτοικοι αποκαλούν "σφεντόνα" λόγω του καμπυλωτού του σχήματος. Το υπόλοιπο τμήμα εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τον κεντρικό πεζόδρομο της πόλης.
Δίπλα στα απομεινάρια του Αρχαίου Σταδίου βρίσκεται το Τζαμί Τζουμαγιά, το οποίο θεωρείται πως είναι το αρχαιότερο θρησκευτικό κτίριο των Βαλκανίων από την περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας. Ωστόσο το παλιό τζαμί κατεδαφίστηκε επί εποχής του Μουράτ Β΄ (1421-1451) για να χτιστεί στη θέση του το σημερινό, το οποίο ανακαινίστηκε το 1785 και το 1818 μετά από καταστροφές που υπέστη από σεισμούς. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου τζαμιού είναι το ηλιακό ρολόι που βρίσκεται στην νοτιοανατολική του πλευρά κι οι εννιά μολυβένιοι θόλοι του.
Από εκεί περπατήσαμε στον πεζόδρομο Knyaz Alexander I με την κεντροευρωπαϊκή του αύρα, η οποία εκπέμπεται από τα αρχοντικά του κτίρια που έχουν την χαρακτηριστική αναγεννησιακή αρχιτεκτονική της Βουλγαρίας. Ο μακρόστενος δρόμος μας οδήγησε στην πλατεία Στέφαν Σταμπολόφ (00:51-01:06) με το μεγάλο στρογγυλό σιντριβάνι και την πλατεία Τσεντράλεν όπου δεσπόζει το κτίριο του Κεντρικού Ταχυδρομείου με τον χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό ρυθμό της σοσιαλιστικής εποχής (01:13). Στη συγκεκριμένη πλατεία έχουν μείνει τα απομεινάρια του Ρωμαϊκού Φόρουμ (01:47) και του Ρωμαϊκού Ωδείου (01:07), το οποίο κατασκευάστηκε μεταξύ 2ου και 5ου αιώνα και ήταν το δεύτερο και μικρότερο αρχαίο θέατρο της Φιλιππούπολης, καθώς είχε μόνο 350 θέσεις. Αρχικά χτίστηκε ως βουλευτήριο κι αργότερα ανακατασκευάστηκε ως θέατρο. Το μνημείο αυτό αναστηλώθηκε το 2004.
Δίπλα από την κεντρική πλατεία της πόλης απλώνεται το πελώριο πάρκο του Τσάρου Συμεών (00:09-00:50), το οποίο είναι γεμάτο περίτεχνα σιντριβάνια και όμορφα γλυπτά. Ένα απ' αυτά τα γλυπτά, θεωρώ πως είναι από τις πιο όμορφες προτομές που έχω αντικρίσει στα μέχρι σήμερα ταξίδια μου. Η μορφή αυτή ανήκει στον αρχιτέκτονα που σχεδίασε τα πάρκα της χώρας, δίνοντας τους ένα έντονο κεντροευρωπαϊκό ύφος. Η επιτυχία στο έργο του εκτιμήθηκε δεόντως και θαυμάζεται μέχρι σήμερα, δίνοντάς του τον τιμητικό τίτλο του "Υπουργού των Πάρκων".
Αφού περιπλανηθήκαμε στην πεδινή πλευρά της Φιλιππούπολης, πήραμε τα καλντερίμια που ανηφόριζαν προς την Παλιά Πόλη. Η Παλιά Πόλη της Φιλιππούπολης είναι αναρριχημένη στους τρεις λόφους Νεμπέτ Τεπέ, Τζαμπάζ Τεπέ και Ταξίμ Τεπέ και έχει χαρακτηριστεί ιστορική διατηρητέα περιοχή λόγω του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού ύφους της Βουλγαρικής Αναγέννησης. Όλα τα αρχοντικά σπίτια της περιοχής ξεχωρίζουν μεταξύ τους τόσο στις επιλογές χρωμάτων των όψεών τους όσο και στα σχήματα των κτιρίων με την πλούσια εξωτερική κι εσωτερική τους διακόσμηση, γεγονός που τα κάνει μοναδικά, δίνοντας την εντύπωση πως οι πλούσιες οικογένειες εκείνης της εποχής είχαν στήσει έναν έντονο ανταγωνισμό καλαισθησίας και χρώματος. Από τα πρώτα λιθόστρωτα μονοπάτια της παλιάς πόλης, γίνεται αισθητή η ελληνική συνεισφορά στη διαμόρφωση της πρόσφατης πολιτιστικής ταυτότητας της πόλης, καθώς ασχολούνταν με την κατεργασία και το εμπόριο μαλλιού. Η έντονη παρουσία των Ελλήνων είναι έκδηλη κι αποτυπώνεται στα εξαιρετικά δίπατα και τρίπατα αρχοντικά με τις ζωγραφιστές προσόψεις, οι οποίες μαρτυρούν την ευρωστία και την καλαισθησία της ακμάζουσας ελληνικής κοινότητας. Πολλά από αυτά τα κτίρια είναι επισκέψιμα καθώς έχουν μετατραπεί σε μουσεία.
Το πιο διάσημο απ' αυτά τα αρχοντικά είναι η κατοικία του πλούσιου Έλληνα καπνεμπόρου Αργύρη Κουγιουμζτόγλου (04:24-04:48), η οποία στεγάζει σήμερα το Εθνογραφικό (Λαογραφικό) Μουσείο. Το αρχοντικό χτίστηκε το 1846-48 από τον αρχιτέκτονα Hadzhi Georgi. Το κτίριο είναι 570 τ.μ. και έχει 12 μεγάλες αίθουσες και 130 παράθυρα, κάτι που το χαρακτηρίζει ως το «Βασιλικό Σπίτι» κι αποτελεί μοναδικό δείγμα αρχιτεκτονικής της Εθνικής Αναγέννησης του 19ου αιώνα. Από το 1917 μετατράπηκε σε μουσείο, φιλοξενώντας περισσότερα από 40.000 εκθέματα, όπως παραδοσιακές στολές, κεντήματα, υφαντά, μουσικά όργανα, χρηστικά αντικείμενα και γεωργικά εργαλεία. Ένα παρόμοιο αρχοντικό σπίτι της οικογένειας Κουγιουμτζόγλου βρίσκεται και στην πόλη της Ξάνθης, όπου κι αυτό με τη σειρά του έχει μετατραπεί σε Λαογραφικό & Ιστορικό Μουσείο.
Περιφερόμενος στην Παλιά Πόλη συνάντησα κι άλλα αρχοντικά που θαύμασα για κάμποση ώρα κι απόλαυσα να τα φωτογραφίζω από αρκετές γωνίες λήψης όπως συνέβη με το "Σπίτι του Λαμαρτίνου" με τα πολλά παράθυρα και την κατοικία του εμπόρου Στεπάν Χιντλιάν με τις έντονα χρωματιστές του πινελιές. Όμως για μένα, το πιο όμορφο κι εντυπωσιακό αρχοντικό της Παλιάς Πόλης είναι η κατοικία του εύπορου εμπόρου Μπαλαμπάνοφ (05:22-05:30), η οποία στεγάζει σήμερα το Ιστορικό Μουσείο της πόλης. Ο αρχιτεκτονικός πλούτος της Παλιάς Πόλης ποικίλει και διαφέρει από καλντερίμι σε καλντερίμι, γεμίζοντας τους επισκέπτες με όμορφες εικόνες κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεών τους, διότι πέρα από τα παραπάνω διάσημα αρχοντικά, υπάρχουν κι άλλα κτίρια που κουβαλούν τη δική τους γοητεία και φυσικά την μοναδική τους χρωματική πινελιά, σχηματίζοντας μ' αυτόν τον τρόπο έντονο μωσαϊκό γήινων χρωμάτων απλωμένο στους λόφους της Φιλιππούπολης. Η αρχοντιά κι η καλαισθησία της Παλιάς Πόλης είναι τόσο ελκυστική που με ώθησε να περιπλανηθώ για ώρες στα σοκάκια της, σε μια επιθυμία μου να αντικρίσω τις εναλλαγές των χρωματιστών όψεων τόσο στο φως της μέρας όσο και στο θερμό νυχτερινό φωτισμό των δρόμων.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον σημείο της Παλιάς Πόλης είναι η ορθόδοξη εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου κι Ελένης του 1832 με το πολυφωτογραφημένο λευκό της καμπαναριό (04:48-05:00). Η σημερινή εκκλησία είναι χτισμένη στη θέση μιας παλιότερης του 4ου αι. που ήταν αφιερωμένη στους Αγίους Σεβερίνο και Μέμνο, οι οποίοι μαζί με άλλους κατοίκους της Φιλιππούπολης είχαν μαρτυρήσει κατά την περίοδο των διωγμών του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Επίσης, κάτω από το ναό υπάρχουν τα υπόγεια ενός οκταγωνικού πύργου, ο οποίος υπήρξε μέρος του αρχαίου κάστρου, και χρησιμοποιήθηκε ως κατακόμβες και νεκροταφείο των θυμάτων κατά την περίοδο των διωγμών των πρώτων Χριστιανών. Το 313 μ.Χ. ο ναός μετονομάστηκε σε Αγίων Κωνσταντίνου κι Ελένης, προς τιμήν του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου και της μητέρας του, αλλά υπέστη αρκετές ζημιές από φωτιά το 1830. Το 1832 ξαναχτίστηκε παίρνοντας τη σημερινή του μορφή. Το πλούσιο τέμπλο του φιλοτεχνήθηκε το 1839 από τον Μετσοβίτη τεχνίτη Γιάννη Πασκούλη, στα πρότυπα των σχεδίων της Βιέννης, ενώ οι εικόνες του κι οι εξωτερικές τοιχογραφίες του ναού είναι έργα του διάσημου ζωγράφου της Βουλγαρικής Αναγέννησης, Ζαχάρι Ζογκράφ (1810-1853).
Όμως το μεγάλο στολίδι της Φιλιππούπολης κι ένα από τα σημαντικότερα και γνωστότερα μνημεία της Βουλγαρίας είναι το Αρχαίο Θέατρο (07:21-07:30). Το μνημείο αυτό κατασκευάστηκε στις αρχές του 2ου αιώνα επί της βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Τραϊανού, αναπαυόμενο μεταξύ των δυο λόφων Τζαμπάζ Τεπέ και Ταξίμ Τεπέ. Το θέατρο ήταν χωρητικότητας 7.000 ατόμων αλλά αυτό που το κάνει ξεχωριστό είναι η τριώροφη σκηνή, η οποία είναι διακοσμημένη με αγάλματα. Το μνημείο αποκαταστάθηκε μεταξύ 1968 και 1984 και σήμερα θεωρείται λειτουργικό φιλοξενώντας αρκετές εκδηλώσεις όπως το Φεστιβαλ Βέρντι και το Διεθνές Φολκλορικό Φεστιβάλ. Πέρα από το θέατρο, απλώνεται η σύγχρονη μεριά της πόλης με τον λόφο Μποναρτζίκ, πάνω στον οποίον στέκει το γιγαντιαίο άγαλμα του Σοβιετικού στρατιώτη Αλιόσα. Το μνημείο αυτό στήθηκε στη μνήμη όλων των θυμάτων του σοβιετικού στρατού κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μετά τις βραδινές μας περιπλανήσεις στα σοκάκια της Παλιάς Πόλης που είχαν αποκτήσει μια παραμυθένια ατμόσφαιρα, κατευθυνθήκαμε στην περιοχή Καπάνα (02:24-02:52), η οποία στα βουλγάρικα σημαίνει παγίδα. Η περιοχή αυτή κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν βιοτεχνική καθώς ήταν γεμάτη χρυσοχόους, παπουτσάδες, κεραμίστες κι άλλους τεχνίτες. Με την πάροδο των χρόνων ερήμωσε αλλά κατάφερε να διατηρήσει μέχρι τις μέρες μας το παρελθοντικό της ύφος. Σήμερα έχει γίνει η καρδιά της νυχτερινής ζωής στην πόλη με την εναλλακτική καλλιτεχνική της ατμόσφαιρα καθώς είναι γεμάτη με γουστόζικα μπαράκια και μικρές γκαλερί. Η αναγέννησή της ήρθε όταν η πόλη επιλέχθηκε να γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2019. Τότε ο οργανισμός πολιτιστικής πρωτεύουσας νοίκιασε δέκα καταστήματα ζητώντας ιδέες από νέους επιχειρηματίες για να τα χρησιμοποιήσουν. Αυτό έδωσε την ώθηση να ακολουθήσουν κι άλλοι μετατρέποντας το Καπάνα σε μια καλλιτεχνική, καλαίσθητη και μοδάτη γειτονιά. Αξίζει μια βόλτα στα στενά της δρομάκια τόσο τη μέρα για να θαυμάσει κανείς τα εντυπωσιακά γκράφιτι όσο και το βράδυ που ανάβουν τα πολύχρωμα λαμπάκια στους δρόμους της.
Μετά από δυο μέρες περιπλανήσεων στην όμορφη αυτή πόλη της Βουλγαρίας, διαπίστωσα πως το μότο της στο σύμβολο που έχει είναι πέρα για πέρα εύστοχο. Η Φιλιππούπολη είναι μια αρχαία πόλη που σέβεται και διατηρεί το παρελθόν της τιμώντας τόσο την ιστορία της όσο και τις φυλές που πέρασαν από εκεί προσφέροντας ένα κομμάτι του πολιτιστικού τους πλούτου στην πολυπολιτισμική της ταυτότητα. Επίσης, η Φιλιππούπολη είναι μια πόλη αιώνια επενδύοντας στις νέες γενιές τόσο με τα πανεπιστήμιά της όσο και με τις πρωτοβουλίες που παίρνει προς όφελος της νεολαίας, κάτι που φάνηκε ακόμη και στην ορθή αξιοποίηση του θεσμού της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης. Γι' αυτούς τους λόγους τη θαυμάζω και τη θεωρώ μια πόλη πρότυπο στην Ευρώπη.
Επίσης, επτά χρόνια από την προηγούμενη επίσκεψή μου, διαπίστωσα πως η Φιλιππούπολη ζει μια νέα νιότη και μια εντυπωσιακή άνθηση, παρατηρώντας αρκετές αλλαγές από την τελευταία φορά που την επισκέφθηκα. Οπότε θεωρώ πως θα είναι ένας από τους νέους ανερχόμενους προορισμούς που τα επόμενα χρόνια θα τραβήξουν τα βλέμματα των απανταχού περιπλανώμενων της Γηραιάς Ηπείρου.