Η επίσκεψή μου στο Λόβετς ήταν μια από τις αναπάντεχες κι ευχάριστες εκπλήξεις των μέχρι σήμερα ταξιδιών μου. Έχοντας λοιπόν αναχωρήσει οδικώς από το Βέλικο Τάρνοβο για να επιστρέψουμε στη Σόφια, συζητούσαμε για το απέραντο πράσινο των πυκνών δασών που καλύπτουν σχεδόν όλη τη χώρα της Βουλγαρίας. Κι ενώ το αμάξι τραβούσε σχεδόν αυτόματα προς τη δύση, ο οδηγός της παρέας, μας αιφνιδίασε στρίβοντας απότομα δεξιά. Ίσα που πρόλαβα να διακρίνω μια πινακίδα που έγραφε ότι το Λόβετς απέχει δέκα χιλιόμετρα.
"Γιατί να μην πιούμε έναν απογευματινό καφέ στο Λόβετς πριν επιστρέψουμε Σόφια;" απάντησε παρατηρώντας τη σαστιμάρα που είχε σχηματιστεί στα πρόσωπα όλων μας. Κανείς μας δεν έφερε αντίρρηση παρά τη συσσωρευμένη κούραση των προηγούμενων ημερών αλλά και μετά την πρωινή μας περιπλάνηση στο μικρό γραφικό χωριό Αρμπανάσι (00:04-00:52).
Πριν αναφερθώ στο Λόβετς, θα ήθελα να πω δυο λόγια για αυτό το μικρό χωριό που έχει γίνει αρκετά δημοφιλές λόγω των καλά διατηρημένων ιστορικών του κτιρίων. Το Αρμπανάσι βρίσκεται λίγο πιο έξω από το Βέλικο Τάρνοβο, το οποίο υπήρξε ιστορική πρωτεύουσα της Δεύτερης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας. Το χωριό ιδρύθηκε από χριστιανούς τον 15ο αιώνα κι ήταν ιδιοκτησία του Ρουστέμ πασά, του Μεγάλου Βιζέου στον Σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα μέσα του 16ου αιώνα. Γι' αυτόν τον λόγο, πολλά από τα παλιά του κτίρια εξακολουθούν να έχουν οθωμανική διακόσμηση και σχεδιασμό. Επίσης, το όνομα του χωριού φανερώνει πως οι πρώτοι κάτοικοί του προέρχονταν από την Αλβανία.
Το χωριό αυτό έζησε μεγάλη ακμή τον 17ο και 18ο αιώνα καθώς πολλοί κάτοικοί του ήταν τεχνίτες που ασχολούνταν με τον χρυσό, τις χαλυβουργίες και το μετάξι. Επίσης, οι εκκλησίες που χτίστηκαν εκεί φανερώνουν τη συγκεκριμένη ευημερούσα περίοδο. Η πιο γνωστή κι ιστορική εκκλησία του χωριού είναι η Εκκλησία της Γεννήσεως (που ονομάζεται επίσης κι η Εκκλησία της Γεννήσεως του Χριστού),
της οποίας οι τοίχοι είναι ζωγραφισμένοι εξολοκλήρου χωρίς ακάλυπτο χώρο με σκηνές που συναντιούνται πολύ σπάνια στην εικονογραφία εκείνης της περιόδου. Επίσης, η εκκλησία της Γεννήσεως του Χριστού ήταν κατοικία των μητροπολιτών του Βέλικο Τάρνοβο κατά το 17 αιώνα. Τέλος σημαντικό αξιοθέατο του χωριού είναι το σπίτι του Κοσταντσαλίεφ που έχει μετατραπεί σε μουσείο, του οποίου η θεματική είναι η καθημερινή ζωή στο Αρμπανάσι την εποχή της ευημερίας του.
Από αυτό το χωριό αναχωρήσαμε το πρωί, αποχαιρετώντας την ευρύτερη περιοχή του Βέλικο Τάρνοβο, παίρνοντας τον δρόμο για να επιστρέψουμε Σόφια, χωρίς να υποψιαζόμαστε μια πιθανή επίσκεψη σε μια ακόμη πόλη. Και να, που λίγο μετά το μεσημέρι, κατηφορίζαμε προς την κοίτη του ποταμού Όσαμ, εισχωρώντας διακριτικά στην "πόλη με τις πασχαλιές" της βόρειας Βουλγαρίας.
Το γλυκό όνομα της πόλης Λόβετς (Ловеч) προέρχεται από τη σλαβική ρίζα λοβ που σημαίνει κυνήγι και τη σλαβική κατάληξη -ετς, και θεωρείται πως είναι από τις αρχαιότερες πόλεις της Βουλγαρίας. Όπως προκύπτει από αρχαιολογικά ευρήματα, υπήρξε προϊστορικός οικισμός, με τους πρώτους κάτοικους της πόλης να ανήκουν στη θρακική φυλή των Meldi, των οποίων τα ίχνη τους χρονολογούνται από τον 4ο π. Χ. αιώνα κι οι οποίοι ίδρυσαν την πρωτεύουσά τους με το όνομα Melta, που βρισκόταν στη σημερινή Βαρόσα (Varosha), την παλιά πόλη του Λόβετς.
Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, το Λόβετς αποτελούσε μεγάλης στρατιωτικής σημασίας σταθμό των Ρωμαίων, με το όνομα Πρεζίντιουμ (Prezidium). Στα μέσα του 11ου αιώνα, η πόλη και το κάστρο του Λόβετς συνδέονται με τις επιδρομές των Πετσενέγκων (Pechenegs) στη Βόρεια Βουλγαρία. Mετά την επανάσταση των Βουλγάρων κατά τον 12ο αιώνα, με αρχηγούς τους αδελφούς Πέτκο κι Άσσεν, ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος υπέγραψε συνθήκη ειρήνης μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Βουλγαρίας, με την οποία η Βουλγαρία αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητο βασίλειο.
Κατά τον Μεσαίωνα, η πόλη του Λόβετς υπήρξε σημαντικό κέντρο στρατηγικής σημασίας αλλά το 1393 υπέκυψε στις τουρκικές εισβολές και αποτέλεσε μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στα τέλη της τουρκικής κυριαρχίας κατά το 19ο αιώνα, το Λόβετς έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο βουλγαρικό αγώνα εναντίον της τουρκικής καταπίεσης και συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη του αντιτουρκικού αισθήματος. Κατά την περίοδο αυτή, ο εθνικός ήρωας της Βουλγαρίας και ηγέτης του επαναστατικού αγώνα εναντίον των Τούρκων Βασίλι Λέφσκι (Vasil Levski) συνελήφθη στο χωριό Κάκρινα (Kakrina), πολύ κοντά στο Λόβετς, κι οδηγήθηκε στη Σόφια όπου κι απαγχονίστηκε.
Στις μέρες μας, το Λόβετς έχει μετατραπεί σε κέντρο της σύγχρονης διδασκαλίας ξένων γλωσσών στη Βουλγαρία συνεχίζοντας κατά κάποιον τρόπο την ιστορική παράδοση που θέλει το πρώτο Αμερικανικό κολλέγιο της χώρας να ιδρύεται στη συγκεκριμένη πόλη το 1881 και την πρώτη σχολή ξένων γλωσσών το 1950. Όμως στην πορεία, η διδασκαλία των αγγλικών και των γαλλικών μεταφέρθηκε στη Σόφια και τη Βάρνα αντίστοιχα με την ίδρυση των πρώτων γλωσσικών σχολών στις πόλεις αυτές, κι έτσι έμειναν τα γερμανικά ως η μόνη διδασκόμενη γλώσσα στη σχολή του Λόβετς κατά την περίοδο 1959-1984, μ' αποτέλεσμα να μετονομαστεί ανεπίσημα το ίδρυμα σε Γερμανική Σχολή.
Το πιο γνωστό αξιοθέατο της πόλης είναι η «Σκεπαστή Γέφυρα» (βουλγαρικά: Покрит мост, Pokrit most), η οποία στέκει πάνω από τον ποταμό Όσαμ, κι ενώνει τη σύγχρονη πόλη με την παλιά πόλη του Λόβετς, τη Βαρόσα. Η σημερινή μορφή της γέφυρας προέρχεται από την αναστήλωσή της το 1931 μετά την καταστροφή που υπέστη από μια πυρκαγιά του 1925. Η περίφημη Σκεπαστή Γέφυρα, που προϋπήρχε στη θέση της σημερινής γέφυρας, χτίστηκε στα 1872 -1874 από τον Βούλγαρο αρχιμάστορα και γλύπτη Kolyo Ficheto (1800 - 1881). Το μήκος της είναι 106 μέτρα και στο εσωτερικό της υπάρχουν μικρά μαγαζάκια που πουλάνε κυρίως χειροποίητα προϊόντα κι αναμνηστικά για τους επισκέπτες. Στο μέσον της γέφυρας υπάρχει ένα άνοιγμα απ' όπου μπορεί κανείς να διακρίνει από κάτω το ποτάμι και να θαυμάσει σε μακέτες κάποια από τα αξιοθέατα της πόλης.
Όμως για μένα η πραγματική ομορφιά της πόλης βρίσκεται στα γραφικά και καταπράσινα καλντερίμια της παλιάς πόλης Βαρόσα με τις κατοικίες-μνημεία Ντράσοβα και Ράσοβα, που ανηφορίζουν προς το φρούριο. Μέσα στην πυκνή βλάστηση της πλαγιάς ξεπετάγονταν μικρά αρχοντικά σπίτια, με τις χαρακτηριστικές τους μαύρες στέγες και τα σκουρόχρωμα ξύλινα μπαλκόνια τους. Μαγεύτηκα με τα χαλιά που είχαν απλωθεί σε ένα μπαλκόνι, παρακολουθώντας το παιχνίδι των χρωμάτων της βουλγαρικής σημαίας με τα πολύχρωμα μοτίβα των χαλιών και φυσικά κυνήγησα με τον φακό μου τα περίεργα βλέμματα των γατιών που με παρατηρούσαν εκ του ασφαλούς από τους μαντρότοιχους των αυλών.
Στην κορυφή της πλαγιάς με υποδέχτηκε ο θεόρατος ανδριάντας του Βασίλι Λέφσκι. Αγέρωχος κι επιβλητικός στέκει και παρακολουθεί κάτω την πόλη με βλέμμα αυστηρό, προσπαθώντας να συγκρατήσει την ικανοποίηση πως η θυσία του απέφερε καρπούς για την απελευθέρωση της χώρας του.
Το απόγευμα μας βρήκε σε ένα κεντρικό καφέ να απολαμβάνουμε τον καφέ μας με φόντο μια από τις σύγχρονες πλατείες της πόλης. Ένας νεαρός σε ένα απομακρυσμένο παγκάκι έπαιζε φάλτσα με το κλαρίνο του από απόσταση ασφαλείας και μια παρέα πιτσιρικιών προσπαθούσαν να σβήσουν την μελωδία του με τα ποδοβολητά και τα χαχανητά τους. Στα γύρω τραπεζάκια παρατήρησα πως σχεδόν όλοι οι θαμώνες έπιναν χαμομήλι έχοντας δίπλα τους ένα μπουκάλι coca-cola. Μια από τις περίεργες συνήθειες των Βουλγάρων, μου είπαν από την παρέα διακρίνοντας την απορία μου στο θέαμα αυτό.
Έπειτα στράφηκα στα πρόσωπα των παρευρισκόμενων προσπαθώντας να αφουγκραστώ τον χαρακτήρα αυτής της μικρής πόλης των τριάντα χιλιάδων κατοίκων. Άρχισα να διακρίνω πρόσωπα ήρεμα κι ολίγον θλιμμένα. Άνθρωποι κάποιας ηλικίας που κοιτούσαν προς το ποτάμι κουβαλώντας έναν καημό και νέοι που έδειχναν να ασφυκτιούν στην μικρή κοιλάδα του ποταμού Όσαμ. Κι εμείς, ανάμεσά τους να αναλογιζόμαστε πως το μικρό οδοιπορικό μας στη Βουλγαρία, ολοκληρώθηκε με μία ιδιαίτερη πινελιά που μόνο το Λόβετς μπορούσε να μας προσφέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου