Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2025

Αβινιόν, η αρχοντική αύρα της γαλλικής πόλης των Παπών




Αναχωρήσαμε από τη Μασσαλία με το πρωινό τραίνο για να επισκεφθούμε την αρχοντική πόλη της Αβινιόν. Έχοντας προμηθευτεί ζεσtoύς καφέδες από το κυλικείο του σιδηροδρομικού σταθμού, καθίσαμε αναπαυτικά σε αντικριστές καρέκλες και παρατηρούσαμε ονειροπόλα τα παράκτια τοπία της Προβηγκίας καθώς το απαλό πρωινό φως χάιδευε παιχνιδιάρικα τα αγουροξυπνημένα και γεμάτα προσμονή για νέες εικόνες πρόσωπά μας.
Η διαδρομή μας από τη Μασσαλία μέχρι την Αβινιόν διήρκεσε μια ώρα μόνο, έχοντας ενδιάμεση στάση την Αρλ, την πόλη που έζησε κι εμπνεύστηκε ο Βίνσεντ βαν Γκογκ. Το τραίνο πέρασε ακριβώς δίπλα από την LUMA Arles, το καλλιτεχνικό κέντρο της πόλης με τον φουτουριστικό του πύργο, έργο του Αμερικανοκαναδού αρχιτέκτονα Φρανκ Γκέρι (διάσημου για το μουσείο Γκουγκενχάιμ στο Μπιλμπάο και του Σπιτιού που Χορεύει στην Πράγα). Για κάμποση ώρα είχαμε δίπλα μας τον ποταμό Ροδανό, μέχρι που διακρίναμε τα παλιά τείχη που εξακολουθούν να στέκουν περιμετρικά της παλιάς πόλης της Αβινιόν. 
Η Αβινιόν θεωρείται μια από τις πιο ιστορικές πόλεις της Γαλλίας και στέκει στην καρδιά των διάσημων αμπελώνων που απλώνονται μεταξύ Προβηγκίας και Λάνγκετοκ. Η πόλη είναι διάσημη ως παπική πόλη της Γαλλίας, καθώς εκεί είχε μεταφερθεί η έδρα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας τον 14ο αι. για να αποφύγει του κινδύνους των εθνικών και θρησκευτικών συγκρούσεων που μάστιζαν την Ρώμη εκείνον τον καιρό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα επτά διαδοχική πάπες να προέρχονται από τη συγκεκριμένη πόλη. Η "παπική αιχμαλωσία" της πόλης διήρκεσε μέχρι τη Γαλλική Επανάσταση, η οποία ανάγκασε τους θρησκευτικούς ηγέτες να φύγουν, αφήνοντας πίσω τους μια πόλη με αρχοντική αίγλη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί η Αβινιόν ως "Δεύτερη Ρώμη". 
Το πρώτο αξιοθέατο που αντικρίσαμε βγαίνοντας από το σιδηροδρομικό σταθμό, ήταν οι καλοδιατηρημένοι Προμαχώνες της Αβινιόν, οι οποίοι έχουν αφήσει τον παλιό τους ρόλο, ο οποίος ήταν η υπεράσπιση της πόλης από τους εχθρούς καθώς πλέον σκοπός τους είναι να διαχωρίζουν το παλιό της κομμάτι με το σύγχρονο ή για να διατηρούν εντός των τειχών την παρελθοντική αίγλη.
Καθώς διασχίζαμε τη Rue de la Republique, συναντήσαμε το πρώτο μνημείο της πόλης, την γοτθική εκκλησία Saint Martial, η οποία χτίστηκε το 1346 αρχικά ως παλάτι της βασίλισσας Ιωάννας αλλά το 1380 δωρήθηκε στο τάγμα των Βενεδικτίνων. Τον 19ο αι. μετατράπηκε σε Μουσείο Φυσικής Ιστορίας αλλά το 1881 παραδόθηκε στους Προτεστάντες. Σήμερα, ο ναός ανήκει στην Ενωμένη Προτεσταντική Εκκλησία της Γαλλίας. Στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας βρίσκεται το σημείο μηδέν της πόλης, ή αλλιώς La Via Avenio Km 0, καθώς εκεί βρίσκεται το θρησκευτικό σταυροδρόμι των μονοπατιών που το ένα οδηγεί στο Σαντιάγο ντε Κομποστέλα και το άλλο στη Ρώμη.
Λίγα μέτρα πιο πάνω στη συγκεκριμένη οδό, βρίσκεται το Musee Lapidaire, ένα μικρό αρχαιολογικό μουσείο με ρωμαϊκά, αιγυπτιακά κι ελληνικά εκθέματα που έχουν ανακαλυφθεί στην ευρύτερη περιοχή της Προβηγκίας. Το συγκεκριμένο μουσείο είναι επέκταση του φημισμένου μουσείου Calvert της Αβινιόν. Ένας μεγάλος χάρτης της Ελλάδος στον εκθεσιακό χώρο του μουσείου, μας έκανε να νιώσουμε μια πρωτόγνωρη οικειότητα με τον μουσειακό χώρο. Όταν δυο εργαζόμενοι έμαθαν για την καταγωγή μας, μας έπιασαν για ώρα συζήτηση θέλοντας να μας εκθειάσουν τις ομορφιές της χώρα μας, δείχνοντάς μας στα κινητά τους φωτογραφίες από τις πρόσφατες επισκέψεις τους σε Αθήνα και νησιά. Το συγκεκριμένο μουσείο ήταν μια ενδιαφέρουσα στάση στην πόλη καθώς εδρεύει σε μια εντυπωσιακή πρώην εκκλησία Ιησουιτών, η οποία χτίστηκε το 1615. Τα εκθέματα είναι προσεκτικά επιμελημένα κι όμορφα τοποθετημένα μέσα στο χώρο και καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ειδών τέχνης όπως γλυπτά, ψηφιδωτά, επιτύμβια ανάγλυφα κ.α. Η είσοδος του μουσείου είναι δωρεάν, καθιστώντας το προσβάσιμο σε όλους. 
Ο δρόμος μας οδήγησε στην Place de l' Horloge, την κεντρική πλατεία της πόλης, οπού βρίσκεται το δημαρχείο, το οποίο στεγάζεται σε ένα μέγαρο του 19ου αι,, ο πύργος με το ρολόι και τη Grand Opera που χτίστηκε το 1824. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα ακολουθούν τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης.
Προσπερνώντας την Place de l' Horloge, βρεθήκαμε μπροστά στο θεόρατο Παπικό Παλάτι. Τόσο η μορφολογία του εδάφους όσο κι η τοποθεσία του πάνω στα απόκρημνα βράχια της περιοχής, κάνουν το συγκεκριμένο φρούριο να ίπταται πάνω από τα κεφάλια μας. Περπατήσαμε στην στενή τάφρο του, με μια απροσδιόριστη επιφύλαξη ότι αν πάσα στιγμή, το παλάτι που ορθωνόταν από πάνω μας, θα μας καταπλακώσει. 
Αρχικά σκεφτήκαμε να περπατήσουμε περιμετρικά του Παλατιού για να το θαυμάσουμε απ' όλες τις ορατές του πλευρές. Ο δρόμος μας έβγαλε στην καλλιτεχνική γειτονιά της Αβινιόν, η οποία είναι γεμάτη θέατρα και μποέμ καφετέριες. Οι περιπλανήσεις μας στη συγκεκριμένη συνοικία, μας οδήγησαν στην Poterne de la Banasterie, μια μικρή και διακριτική οχυρωματική πύλη του 14ου αι., η οποία μας έβγαλε στις όχθες του Ροδανού ποταμού. Στο συγκεκριμένο σημείο αυτό έχουν αποκαλυφθεί σε ανασκαφές αρκετά ρωμαϊκά ψηφιδωτά.
Περνώντας από τη μικρή πύλη, βρεθήκαμε στην οδό Quai de la Ligne, η οποία ακολουθεί τον περίβολο του πρώτου μεσαιωνικού προμαχώνα της Αβινιόν. Το όνομα αυτού του δρόμου προήλθε από τους καλαθοπλέκτες που έφτιαχναν ψάθινα καλάθια χρησιμοποιώντας κλαδιά από τις ιτιές που φύτρωναν κατά μήκος του ποταμού Ροδανού και του Durançole, ο οποίος τροφοδοτούσε τις τάφρους του φρουρίου. Στο σημείο αυτό της πόλης βρίσκεται οι Jardin des Doms, ένα πανέμορφο και καλά καμουφλαρισμένο πάρκο πάνω σε έναν λόφο. Δυστυχώς, ο χώρος ήταν κλειστός λόγω έργων, οπότε κινηθήκαμε μόνο στη μικρή πλατεία που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου, παρατηρώντας την πόλη που απλωνόταν από κάτω και τους αμπελώνες στην αντίπερα όχθη του ποταμού. 
Το έντονο βοριαδάκι μας ανάγκασε να επισπεύσουμε την κάθοδό μας από τους Jardin des Doms και να κινηθούμε προς τη γέφυρα Σεν Μπενεζέ, τη διάσημη Pont d' Avignon. Η θρυλική γέφυρα της Αβινιόν χτίστηκε τον 12ο αι. για να συνδέει το παπικό κράτος (Comtat Venaissin) με την υπόλοιπη Γαλλία. Στην αρχή, η γέφυρα ήταν ξύλινη κι είχε τοποθετηθεί στο πιο στενό σημείο του Ροδανού. Όταν καταστράφηκε, ανακατασκευάστηκε από πέτρα. Στη νέα της μορφή, η γέφυρα είχε μήκος 915 μέτρα και στηριζόταν πάνω σε 22 καμάρες, καθιστώντας την ως ένα από τα εντυπωσιακότερα επιτεύγματα της εποχής της. Όμως, στα τέλη του 17ου αι. μετά από μια ισχυρή πλημμύρα, η γέφυρα καταστράφηκε, μ' αποτέλεσμα να απομείνουν μόνο 4 από τις καμάρες και το ξωκλήσι του Αγίου Νικολάου. Περπατήσαμε ως την άκρη της γέφυρας και σκύψαμε να δούμε τη ροή του ποταμού από κάτω μας. Αυτό όμως που μας εντυπωσίασε περισσότερο ήταν όταν γυρίσαμε πίσω κι αντικρύσαμε την επιβλητική καστροπολιτεία που ορθωνόταν ακριβώς πίσω από τη γέφυρα. 
Ξαναμπήκαμε στο οχυρωμένο κομμάτι της παλιάς πόλης και κινηθήκαμε προς την Place du Palais, μια πανέμορφη πλατεία, η οποία αγκαλιάζεται από το μουσείο Petit Palais, το οποίο φιλοξενεί έργα διάσημων ζωγράφων όπως του Giovanni Bellini, του Sandro Botticelli και του Vittorrio Carpacio. Το πιο σημαντικό έκθεμα της μουσειακής συλλογής είναι το "La Vierge et l' Enfant" του Sandro Botticelli. Λίγο πιο πέρα ορθώνεται η Notre Dam de Doms, ο επιβλητικός καθεδρικός ναός της πόλης, ο οποίος χτίστηκε τον 12ο αι. 
Ακριβώς δίπλα τους στέκεται η πύλη του Παλατιού των Πάπων, η οποία μας καλούσε με ένα παράπονο καθώς είχαμε φάει ήδη τη μισή μας μέρα περιπλανώμενοι στην πόλη της Αβινιόν, αφήνοντας το διασημότερο μνημείο της για το τέλος. Το Παλάτι των Παπών υπήρξε το μεγαλύτερο κατασκεύασμα γοτθικού ρυθμού στον Μεσαίωνα και σ' αυτό έλαβαν χώρα έξι κονκλάβια. Το οικοδόμημα αποτελεί  συνδυασμό δύο κτηρίων, του παλιού παλατιού του Βενέδικτου XII, το οποίο ήταν ένα πραγματικό φρούριο χτισμένο πάνω στον απόρθητο βράχο των Ντομ και το νέο παλάτι του Κλήμη VI, στο οποίο εκφράστηκε σε όλο του το μεγαλείο ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του διεθνούς γοτθικού. Η κατασκευή του ανατέθηκε από κοινού στους Γάλλους αρχιτέκτονες Πιέρ Πεϋσόν και Ζαν του Λουβρ, γνωστού ως Ντε Λουμπιέρ. 
Για πολλούς, το περίφημο γοτθικό ανάκτορο των Παπών θεωρείται το πιο μεγάλο κι όμορφο σπίτι του κόσμου. Όμως, ο συγγραφέας Προσπέρ Μεριμέ το είχε χαρακτηρίσει ως φρούριο τυράννου παρά κατοικία των απεσταλμένων του Θεού. Ομολογώ πως για την εξωτερική όψη του παλατιού, θα συμφωνήσω με τον Γάλλο συγγραφέα αλλά όχι για τον εσωτερικό του διάκοσμο. Εντυπωσιάστηκα με το μέγεθος των αιθουσών και την παρελθοντική αίγλη που είχε αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη της εκεί. Όμως περισσότερο μου θύμιζε με ανάκτορο αριστοκρατών που έκαναν ντόλτσε βίτα παρά θρησκευτικών ηγετών. Οι εκπληκτικές τοιχογραφίες που συναντήσαμε σε κάποιες αίθουσες, ανήκουν στους σπουδαιότερους τοιχογράφους της Σχολής της Σιένα, Σιμόνε Μαρτίνι και Ματέο Τζιοβανέτι. Έχω την αίσθηση πως καθίσαμε αρκετή ώρα στις αίθουσες αυτές θέλοντας να παρατηρήσουμε την κάθε λεπτομέρεια των αναπαραστάσεων αλλά και των επαναλαμβανόμενων μοτίβων. Η πιο διάσημη αίθουσα του παλατιού είναι η Grand Tinel με την εντυπωσιακή ξύλινη οροφή αλλά και το ιδιωτικό παρεκκλήσι, του οποίου οι αγιογραφίες επιμελήθηκαν από τον Ματέο Τζιοβανέτι. Τόσο οι μορφές όσο και το κυρίαρχο μπλε, μου θύμισε αρκετά τις διάσημες τοιχογραφίες του Τζόττο στο παρεκκλήσι των Σκροβένι στην Πάντοβα.
Φεύγοντας από το Παλάτι των Παπών, περπατήσαμε σε μια μποέμικη γειτονιά που βρίσκεται κάτω από τη σκιά του θεόρατου μνημείου. Στα στενά σοκάκια της συγκεκριμένης συνοικίας με τις γκαλερί, τα ήρεμα καφέ και τις μικρές πλατείες που ξεπετιούνταν σα ξέφωτα μες στην παλιά πόλη, συναντήσαμε τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, μια από τις πιο ιστορικές εκκλησίες της πόλης, η οποία κατασκευάστηκε τον 14ο αι. (εγκαινιάστηκε το 1358 από τον Πάπα Ιννοκέντιο ΣΤ') και ξεχωρίζει για την επιβλητική της πρόσοψη. Δυστυχώς εκείνη την ώρα ήταν κλειστή, οπότε δεν καταφέραμε να δούμε τα έργα τέχνης και το εκκλησιαστικό όργανο του 18ου αι. αλλά και το παρεκκλήσι των Μετανοιωμένων, το οποίο είναι διακοσμημένο με εκπληκτικούς πίνακες του 17ου αι. ΄
Στην ίδια συνοικία βρίσκεται κι ο πανέμορφος πύργο Saint Jean, ο οποίος άνηκε στον διοικητή των Ναϊτών. Ο συγκεκριμένος πύργος είναι ότι έχει απομείνει από το τότε διοικητήριο των ιπποτών, το οποίο καταστράφηκε το 1898. Η ιστορία του συγκεκριμένου μνημείου ξεκινάει από τον 13ο αι., όταν ο επίσκοπος της Notre-Dame-des-Doms έδωσε την άδεια στον μεγάλο μάγιστρο του τάγματος Garsias de Liza να χτίσει μια εκκλησία, ένα νεκροταφείο και ένα διοικητήριο μέσα στα τείχη της πόλης. Στη συνέχεια, το 1379 οι Hospitallers μετακόμισαν στο λεγόμενο διοικητήριο του Saint-Jean-de-Rhodes που ανήκε στους Templars, rue Saint-Agricol. Οι ιππότες έφυγαν και οι χώροι άδειασαν, η αποστολική αίθουσα βρήκε την ευκαιρία να εγκαταστήσει τον καρδινάλιο Pierre Corsini (γνωστός ως Καρδινάλιος της Φλωρεντίας) στο διοικητήριο του Saint-Jean-le-Vieux. Και όταν οι πάπες εγκατέλειψαν την Αβινιόν, το διοικητήριο εγκαταλείφθηκε... μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, την εποχή που ο Κάρολος Ε' και ο Φραγκίσκος Α' πήγαν στον πόλεμο στην Προβηγκία. Τα στρατεύματά τους εγκαταστάθηκαν δίπλα στο μοναστήρι του Saint-Véran, αλλά είναι υποτιμητικό να πούμε ότι αυτοί οι κύριοι δεν ήταν πολύ πειθαρχημένοι. Δεν βρίσκουν τίποτα καλύτερο να κάνουν από το να λεηλατήσουν και να επιτεθούν στις καλές αδερφές, που τρέχουν να σώσουν τη ζωή τους! Βρήκαν καταφύγιο... στο διοικητήριο, όπου στεγάστηκαν μέχρι το 1598, με απόλυτη ασφάλεια. Τότε το παλιό διοικητήριο θα καταλήξει όπως όλα τα άλλα: πουλήθηκε κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και στη συνέχεια μετατράπηκε σε στρατώνες μεταξύ 1793 και 1833. Τίποτα σήμερα δεν θυμίζει αυτό το μακρύ παρελθόν, πέρα από μια διακριτική αναμνηστική πλακέτα στην πρόσοψη του πύργου.
Οι περιπλανήσεις μας στην Αβινιόν ολοκληρώθηκαν στην ομορφότερη γειτονιά της πόλης, την Rue des Teinturiers. Εκεί βρίσκεται ο δρόμος που άνθησε η βιομηχανία του μεταξιού το 1440. Σήμερα έχει απομείνει ένα κανάλι, το οποίο βοηθούσε στη μεταφορά των εμπορευμάτων ενώ ο ιστορικός δρόμος παραμένει μέχρι σήμερα ζωντανός με ζεστές καφετέριες κι εστιατόρια. Σε μια απ' αυτές ήπιαμε τον απογευματινό μας καφέ, θέλοντας να ξαποστάσουμε μετά από την πολύωρη βόλτα μας στη μεσαιωνική πόλη. 
Πριν αναχωρήσουμε από την πόλη και καθώς τα φώτα της πόλης είχαν ανάψει αντικαθιστώντας τη μέρα που είχε απ' ώρα φύγει, επισκεφθήκαμε το παράρτημα του Musee Angladon που στεγάζει κάποια από τα αριστουργήματα της συλλογής του διάσημου Παριζιάνου σχεδιαστή μόδας Jacques Doucet. Περπατώντας μες στις αίθουσες του Hotel Massillon, θαυμάσαμε πίνακες των Modigliani, Sisley, Picasso, Van Gogh, Degas, Cezzane κι άλλων δημιουργών. 
Γυρνώντας προς τον σταθμό των τραίνων, περάσαμε έξω από μια μικρή πατισερί, της οποίας η αισθητική μας τράβηξε μπροστά στη βιτρίνα της. Χωρίς δεύτερη σκέψη μπήκαμε μέσα και γεμίσαμε δυο κουτιά με νόστιμα εκλέρ, τάρτες και σουδάκια, τα οποία μας συντρόφευσαν στην αποβάθρα του σταθμού. 
Με αυτόν τον αναπάντεχο γλυκό τρόπο αποχαιρετίσαμε μια από τις ομορφότερες πόλεις της Γαλλίας.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

Μουζέν & Κάννες, από το χωριό των ζωγράφων στην ακτή των κινηματογραφικών αστέρων

 
 

Αναχωρήσαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό από Νίκαια, με προορισμό τις Κάννες. Ομως, πριν πατήσουμε το πόδι μας στο φημισμένο κόκκινο χαλί του ιστορικού φεστιβάλ κινηματογράφου και περπατήσουμε στη Λα Κρουαζέτ, τη διάσημη παραλιακή λεωφόρο της πόλης, επισκεφθήκαμε το Μουζέν, ένα από τα πιο διάσημα μεσαιωνικά χωριά της Προβηγκίας, έχοντας θέα προς την Κυανή Ακτή στα νότια και τις Άλπεις στα βορειοανατολικά. Το Μουζέν έγινε ευρέως γνωστό από τις διασημότητες που επέλεξαν να ζήσουν για ένα χρονικό διάστημα εκεί, όπως ο Πάμπλο Πικάσο, ο Ζαν Κοκτώ, ο Υβ Σεν Λοράν, ο Κριστιάν Ντιόρ, η Ισιδώρα Ντάνκαν, ο Ουίστον Τσόρτσιλ κι η Κατρίν Ντενέβ. Σήμερα, έχει χάσει λίγη από την αυθεντικότητά του, καθώς τα πέτρινα σοκάκια του έχουν γεμίσει με μπουτίκ, γκαλερί κι ατελιέ καλλιτεχνών. 
Φτάνοντας στις Κάννες, πήραμε ένα από τα αστικά λεωφορεία που συνδέουν την πόλη με τον μεσαιωνικό οικισμό, μιας και το Μουζέν έχει πλέον επεκταθεί με πλούσιες επαύλεις προς τα ριζά του λόφου κι από ένα απομονωμένο χωριό έχει μετατραπεί σε κανονικό προάστιο των Καννών. Το λεωφορείο μας άφησε στον ήρεμο περιφερειακό δρόμο της σύγχρονης συνοικίας κι ανηφορίσαμε  με τα πόδια προς το χωριό, περνώντας ανάμεσα από μεγάλους μαντρότοιχους που προστάτευαν περιποιημένους κήπους και καλαίσθητες μονοκατοικίες. Κάθε φορά που το μάτι μας ανοιγόταν στον ορίζοντα, διαπιστώναμε πως υπήρχε μια αρμονική συνύπαρξη φύσης και κατοικήσιμης ζώνης. Στο τελείωμα της ανηφόρας, αποκαλύφθηκαν τα πρώτα σπίτια του παλιού χωριού με τις μπεζ τους αποχρώσεις, τις τραχιές επιφάνειες των λιθοδομών και τα διακριτά ίχνη που είχαν αφήσει οι αποξηραμένοι κισσοί σε κάποιες προσόψεις.
Το Μουζέν, όπως κι ολόκληρη η Κυανή Ακτή και κυρίως η Νίκαια, έγινε πόλος έλξης των καλλιτεχνών, λόγω της μεγάλης ηλιοφάνειας τους καθόλη τη διάρκεια του έτους. Την αρχή την έκανε ο σουρεαλιστής ζωγράφος Francis Picabia και στη συνέχεια ακολούθησαν οι διάσημοι φίλοι του από το χώρο της ζωγραφικής. Ακολούθησαν οι σχεδιαστές όπως οι Yves Saint Laurent κι ο Christian Dior κι οι μουσικοί όπως η Édith Piaf και ο Jacques Brel. Η γοητεία του συγκεκριμένου χωριού, προσέλκυσε και τον Pablo Picasso, ο οποίος έζησε τα τελευταία δώδεκα χρόνια της ζωής του εκεί (από το 1961 μέχρι το 1973) μετατρέποντας σε ατελιέ τη Notre-Dame de Vie, ένα παρεκκλήσι του 12ου αι. ενώ ο ίδιος έζησε σε ένα αγρόκτημα (mas), αντικριστά από το χωριό. Σήμερα στο στούντιο του στεγάζεται το τουριστικό γραφείο του χωριού και στο προαύλιο χώρο του ορθώνεται μια μεγάλων διαστάσεων προτομή του δημιουργού.
Το Μουζέν είναι αρκετά μικρό χωριό, οπότε δε χρειαστήκαμε κάποιον χάρτη ή το gps των κινητών μας για να το γυρίσουμε όλο. Εξάλλου, όλοι του οι δρόμοι είναι σχεδόν κυκλικοί κι οδηγούν προς την κορυφή του λόφου. Περπατώντας στα ηλιόλουστα σοκάκια του χωριού, συναντήσαμε την Porte Sarrazin, η οποία ήταν η αρχαία είσοδος του οικισμού, επισκεφθήκαμε την εκκλησία του St. Jacques Le Majeur κι ανακαλύψαμε το Μουσείο Φωτογραφίας και το μουσείο γυναικών καλλιτεχνών FAMM. Η βόλτα μας ολοκληρώθηκε στο παλιό στούντιο του Pablo Picasso με τη μεγάλη μεταλλική προτομή του καλλιτέχνη. 
Η εκκλησία του χωριού St. Jacques le Majeur, χτίστηκε σε τρία στάδια. Το σκευοφυλάκιο της χρονολογείται από τον 11ο αι. και στη συνέχεια το κτήριο επεκτάθηκε σαν κτίσμα τον 18ο και 19ο αι. Ο ναός είναι αρκετά απλός αλλά αξίζει να τον επισκεφθεί κανείς για να δει το εκκλησιαστικό όργανο το οποίο πατάει στο πάτωμα του ναού κι όχι σε κάποιον εξώστη. Το εκκλησιαστικό όργανο κατασκευάστηκε το 1995 κι ανακατασκευάστηκε το 2024 κι είναι μια αναπαραγωγή ενός μπαρόκ οργάνου γερμανικής έμπνευσης του 18ου αι. 
Γυρίσαμε ολόκληρο το χωριό μέσα σε λίγες ώρες, αναζητώντας σε κάθε του σοκάκι τις καλλιτεχνικές πινελιές που έχουν αφήσει τόσο οι παλιοί καλλιτέχνες όσο κι οι σημερινοί δημιουργοί που έχουν επιλέξει τον συγκεκριμένο τόπο για να εμπνευστούν. Υπήρξαν κάμποσα σημεία που υπήρχε καλαισθησία και χαιρόσουν να περπατήσεις ανάμεσα σε έργα τέχνης που ήταν εκτεθειμένα στο δρόμο. Όμως το μεγαλύτερο μέρος των υπαίθριων έργων τέχνης, μου φάνηκε αδιάφορο κι ανούσιο. Έχοντας περάσει καιρός από τις βόλτες εκείνης της μέρας, μπορώ να πω πως το μόνο που να με εντυπωσίασε κι έμεινε καλά χαραγμένο στη μνήμη μου, ήταν μια πινακίδα δίπλα από ένα φρεάτιο, που έγραφε ότι απ' αυτό το σημείο ξεκινάει η θάλασσα.
Η κοντινή απόσταση των Καννών με το Μουζέν, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο χαρακτήρα του χωριού, καθώς μετατράπηκε σε τουριστικό προορισμό για τους αστέρες που κατέφθαναν κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών. Επίσης, έχει γίνει διάσημο και για τη γαστρονομική του παράδοση, καθώς έχει αναδείξει δύο διάσημους σεφ, τον Roger Vergé και τον Alain Ducasse, ενώ κάθε Σεπτέμβρη διοργανώνεται το γαστρονομικό φεστιβάλ Les Etoiles de Mougin, μετατρέποντας το χωριό σε ένα υπαίθριο catering, στο οποίο συμμετέχουν κορυφαίοι σεφ από όλο τον κόσμο.
Λίγο μετά το μεσημέρι κατηφορίσαμε προς τις Κάννες, για τον απογευματινό μας περίπατο αλλά και για να νιώσουμε λίγη από την κινηματογραφική αίγλη της συγκεκριμένης πόλης. Από τα πρώτα μας βήματα διακρίναμε την έντονη παρουσία του φημισμένου κινηματογραφικού φεστιβάλ, το οποίο εχει συνδέσει τόσο στενά τη συγκεκριμένη πόλη με κάποια από τα πιο διάσημα αριστουργήματα της έβδομης τέχνης, αν και τα τελευταία χρόνια με έχει απογοητεύσει αρκετά με τις απονομές του Χρυσού Φοίνικα. 
Κατηφορίζοντας προς τη θάλασσα, συναντήσαμε αρκετούς τυφλούς τοίχους κτηρίων, οι οποίοι ήταν ζωγραφισμένοι με γνώριμες σκηνές από θρυλικές ταινίες και πορτραίτα διάσημων ηθοποιών και σκηνοθετών. Όλες αυτές οι εικόνες μας συνόδευαν μέχρι το Palais des Festivals, στο οποίο πραγματοποιείται κάθε άνοιξη το κινηματογραφικό φεστιβάλ. Αμέσως ένιωσα μια οικειότητα με τις διάσημες σκάλες που καλύπτονται με το κόκκινο χαλί, πάνω στο οποίο έχουν πατήσει οι περισσότεροι διάσημοι αστέρες του κινηματογράφου. Περιμετρικά του κτηριακού συγκροτήματος, το οποίο περίμενα πιο καλαίσθητο κι εφάμιλλο με την αίγλη του κινηματογραφικού φεστιβάλ, συναντήσαμε το Cannes Walk of Fame, μια σειρά μεταλλικό πλακών, πάνω στις οποίες ήταν αποτυπωμένα τα χέρια αγαπημένων ηθοποιών. Απ' αυτά ξεχώρισα τα αποτυπώματα των χεριών του Ζαν Λουί Τρεντινιάν, της Μέριλ Στριπ, του Μικελάντζελο Αντονιόνι και του Σιλβέστερ Σταλόνε. Κάθε μας βήμα και μια έκπληξη, η οποία μας έφερνε πιο κοντά σε πρόσωπα που έχουν αποκτήσει πλέον μυθικές διαστάσεις στο κινηματογραφικό στερέωμα.
Από το "παλάτι" του φεστιβάλ, πήραμε το δρόμο προς την παλιά συνοικία των Καννών, την Le Suquet. Μου έκανε εντύπωση μια πινακίδα που συναντήσαμε κατά την ανάβασή μας στο φρούριο της κορυφής, η οποία έγραφε πως από το σημείο εκείνο κι έπειτα μπορεί να νιώθει κανείς ασφαλής σε περίπτωση που η πόλη πληγεί από κάποιο τσουνάμι. 
Η παλιά συνοικία των Καννών, ξεχωρίζει από τα γήινά της χρώματα, τα στενά ήρεμα σοκάκια της και την ιταλική της φινέτσα. Στην κορυφή της συνοικίας βρίσκεται το φρούριο το οποίο έχει μετατραπεί σε μουσείο κι ο καθεδρικός με τα κρεμασμένα καραβάκια από την οροφή, ως ναυτικά τάματα. Ο καθεδρικός είναι αφιερωμένος στη Notre Dame de l' Esperence, η κατασκευή της ξεκίνησε το 1521 με χρήματα των κατοίκων της πόλης και χρειάστηκε να περάσουν εκατό χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί, το 1627. Στις 28 Ιουλίου του 1937, η εκκλησία καταχωρήθηκε ως ιστορικό μνημείο. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης εκκλησίας είναι ότι τα παρεκκλήσια που βρίσκονται εντός της, είχαν παραχωρηθεί σε αδελφότητες χειροτεχνών της πόλης και χρονολογούνται από τον 17ο μέχρι τον 18ο αι. Επίσης, ο ναός ξεχωρίζει με το πάντρεμα των αρχιτεκτονικών ρυθμών που έχουν εφαρμοστεί πάνω της, με το ναό να έχει γοτθικό στυλ, τον προαύλιο χώρο της αναγεννησιακό ενώ ο πύργος της με το καμπαναριό είναι ρωμανικού ρυθμού.
 Έξω από τον ναό βρίσκεται η μικρή Place de la Castre, η οποία είναι περιστοιχισμένη από ένα τμήμα των οχυρώσεων της παλιάς όλης. Σταθήκαμε λίγη ώρα στις πολεμίστρες αγναντεύοντας την πόλη κάτω καθώς την έλουζε το φως του δειλινού. Στρέψαμε το βλέμμα μας προς τη δύση κι αμέσως διακρίναμε τον ήλιο που είχε κατηφορίσει στις απότομες πλαγιές του Σαιν-Τροπέ. 
Κατευθυνθήκαμε στην Λα Κρουαζέτ, τη διάσημη παραλιακή οδό που ντύνεται στα γιορτινά της κάθε φορά που διεξάγεται το κινηματογραφικό φεστιβάλ, κι η οποία πλέον συγκαταλέγεται στα Μνημεία Πολιτισμικής Κληρονομιάς στη Γαλλία. Η Λα Κρουαζέτ έχει μήκος δυο χιλιόμετρα και φημίζεται για τους ψηλούς της φοίνικες και την διαχρονική της αισθητική  που θυμίζει αρκετά μπελ επόκ. Κατά μήκος της παραλιακής οδού, δεσπόζουν πολυτελή ξενοδοχεία, ακριβά εστιατόρια και καταστήματα διάσημων οίκων μόδας. Όμως για μας, το πιο αξιοπρόσεκτο σημείο του συγκεκριμένου δρόμου, ήταν οι άνθρωποι, καθώς εκεί συναντήσαμε όλη την αφρόκρεμα της γαλλικής ελίτ, η οποία αποτελούταν από ανθρώπους που πολλές φορές προσπαθούσαν να παρουσιάσουν την οικονομική τους δύναμη με ακριβά κακόγουστα ντυσίματα. 
Απολαύσαμε τον απογευματινό μας καφέ κάτω από την επιβλητική όψη του ξενοδοχείου Carlton, παρατηρώντας τους ευκατάστατους περαστικούς και τους πανύψηλους φοίνικες της παραλιακής, προσπαθώντας να αφουγκραστούμε τους κοσμοπολίτικους παλμούς της πόλης. 
Όταν ο ήλιος άρχισε να αγγίζει τον ορίζοντα, σηκωθήκαμε από την καφετέρια και περπατήσαμε δίπλα στη θάλασσα. Η βουή της πόλης είχε κάπως καλμάρει κι οι κάτοικοί της κοντοστέκονταν κάθε τόσο για να δουν το ηλιοβασίλεμα. Η παραλία είχε γεμίσει με παρέες που κάθονταν στην άμμο, θέλοντας να απολαύσουν το τέλος μιας μέρας που περισσότερο θύμιζε καλοκαίρι παρά τέλη φθινοπώρου. 
Ως δια μαγείας, εκείνη τη στιγμή η Λα Κρουαζέτ μετατράπηκε σε ένα φωτεινό κόκκινο χαλί που οδηγούσε στο Palais des Festival, αλλάζοντας την όψη και το ύφος της πόλης. Από την μια είχαμε τα θερμά χρώματα του ηλιοβασιλέματος που όσο περνούσε η ώρα έσβηναν, από την άλλη είχαμε τις φωτισμένες όψεις των πολυτελών ξενοδοχείων που αντικαθιστούσαν το φως της μέρας και στη μέση ένα φωτεινό κόκκινο χαλί κάτω από τους θεόρατους φοίνικες της παραλιακής. Οι Κάννες των κινηματογραφικών μας ονείρων μόλις είχαν αποκτήσει σάρκα κι οστά...

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Δύο χιλιάδες κι εικοσιπέντε χρόνια...

 



Είμαστε επιβιώσαντες, διαρκούμε πέρα απ' τον θάνατο των άλλων. Δεν γίνεται αλλιώς. Και δεν γίνεται παρά να κληρονομήσουμε οτιδήποτε. Ένα σπίτι, έναν χαρακτήρα, μια κοινωνία, μια χώρα, μια γλώσσα. Ύστερα θα έρθουν άλλοι• και είμαστε άνθρωποι που θα φτάσουν. Τι κάνουμε μ' αυτή την κληρονομιά; 

Μαρσέλο Κοέν.