Της Νόρας Ράλλη
Δεν ήταν ούτε πολιτικός, ούτε τεχνοκράτης, ούτε οικονομολόγος ο οραματιστής της ένωσης των ευρωπαϊκών κρατών. Η αρχική ιδέα ενοποίησης των χωρών της Ευρώπης εμφανίζεται στα κείμενα του Βικτόρ Ουγκό, ο οποίος το 1849 αναφέρει τον όρο «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης». Επρεπε, ωστόσο, να περάσουν ένας αιώνας και δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι μέχρι να γίνει πραγματικότητα ή μάλλον αναγκαιότητα η σύμπραξη των ευρωπαϊκών κρατών σε μία κοινή Ενωση.
Αρχικός σκοπός της «Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα» (1951) όπως ονομάστηκε η πρώτη αυτή ενωτική μορφή ήταν αφενός να αποφευχθούν μελλοντικές βίαιες συγκρούσεις, αφετέρου να δημιουργηθεί μια στενή βιομηχανική και οικονομική συνεργασία μεταξύ των χωρών-μελών της.
Εκτοτε, οι αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής, πλέον, Ενωσης έχουν αυξηθεί και τροποποιηθεί, ανταποκρινόμενες στις νέες προκλήσεις: τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος ήταν και είναι τα σημαντικότερα στοιχεία διαφύλαξης για τα κράτη-μέλη της και όχι μόνο. Ωστόσο, ειδικά τα τελευταία χρόνια δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν πως ο μεγαλύτερος εχθρός της Ε.Ε. είναι ο ίδιος της ο εαυτός.
Παλαιότερα μπορεί να τους χαρακτήριζαν ως γραφικούς ή συνωμοσιολόγους όσους υποστήριζαν πως η διακυβέρνηση της Ε.Ε. γίνεται από συγκεκριμένους κύκλους συμφερόντων, που έχουν οδηγήσει στην ουσιαστική αποδημοκρατικοποίησή της, πλέον όμως, οι φωνές αυτές αποκτούν υπόσταση και κύρος:
«Η Ευρώπη πρέπει να αναδημιουργηθεί» δήλωσε πριν ένα χρόνο ο Γάλλος διανοητής Ετιέν Μπαλιμπάρ. Ακόμη και ο ίδιος ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, δήλωσε τη δυσαρέσκειά του για τον διορισμό του Μανουέλ Μπαρόζο, πρώην προέδρου της Κομισιόν, στην αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs.
«Παρόμοιες τακτικές κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τον ρόλο που επιτελεί η Ε.Ε. και αποτελούν σκανδαλώδεις κινήσεις, που εγείρουν αμφιβολίες ως προς τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς περί της σύγκρουσης συμφερόντων», δήλωσε σχετικά και ο Γάλλος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Αρλέμ Ντεζίρ.
Το παράδειγμα «Μπαρόζο» δεν είναι βέβαια το μόνο που «εγείρει» παρόμοιες αμφιβολίες. Τρία πρόσφατα παραδείγματα του τρόπου λήψης αποφάσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενισχύουν τους παραπάνω προβληματισμούς και τη θέση όσων θεωρούν ότι όχι μόνο η Ε.Ε. φέρει πολλά κενά σε θέματα αντιπροσωπευτικής και δημοκρατικής εκπροσώπησης, αλλά παράλληλα παίζει ανοιχτά παιχνίδια υπέρ της κυριαρχίας των πολυεθνικών.
Η Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία (Transatlantic Trade and Investment Partnership, ΤΤΙΡ), η Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Καναδά (CETA) καθώς και το θέμα της διαχείρισης του ύποπτου για πρόκληση καρκίνων εντομοκτόνου της Monsanto (γλυφοσάτη), η κυκλοφορία του οποίου στις χώρες της Ε.Ε. έληξε στα τέλη Ιουνίου, σχεδόν δικαιώνουν τους επικριτές της.
Στην πρώτη περίπτωση, oι διαπραγματεύσεις για το κλείσιμο της ΤΤΙP τελούνται υπό το καθεστώς άκρας μυστικότητας, ενώ παράλληλα πληθαίνουν οι φωνές που προειδοποιούν ότι πρόκειται για μια συμφωνία που θα επιβάλλει τον νόμο της ελεύθερης αγοράς, παραμερίζοντας ανθρώπινα δικαιώματα και δημοκρατία.
Ούτε οι ίδιοι οι ευρωβουλευτές δικαιούνται να γνωρίζουν τι ακριβώς γίνεται και αν ζητήσουν ενημέρωση, είναι αναγκασμένοι να μπουν σε ένα κλειστό δωμάτιο, χωρίς σημειώσεις ή κινητά, ώστε να μη διαρρεύσει τίποτα. Μέχρι στιγμής, έχουν πραγματοποιηθεί εννέα κύκλοι διαπραγματεύσεων, με τον τελευταίο στα τέλη Απριλίου.
Ωστόσο, ακριβώς εξαιτίας του τρόπου που αυτές πραγματοποιούνται, ακόμη και αξιωματούχοι του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπως ο Αλφρεντ ντε Ζάγιας, αντιδρούν: «Δεν επιθυμούμε ένα δυστοπικό μέλλον, όπου οι επιχειρήσεις και όχι οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις θα λαμβάνουν τις αποφάσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά προ λίγων μηνών.
Μία ακόμη διατλαντική συμφωνία είναι η Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Καναδά (CETA), στην οποία έχουν αντιταχθεί εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών με διαδηλώσεις και ψηφίσματα. Το γιγαντιαίο αυτό κύμα αντίδρασης και η γενική απαίτηση η συμφωνία να μην εφαρμοστεί εάν τα κράτη-μέλη και οι πολίτες τους δεν πληροφορηθούν με πλήρη διαφάνεια το τι συμφωνήθηκε οδήγησαν στο να χαρακτηρίσει η Κομισιόν, μετά από μεγάλες πιέσεις, τη συμφωνία «μεικτή».
Αυτό σημαίνει πως η εφαρμογή της ή όχι θα περάσει και από τα εθνικά Κοινοβούλια των κρατών-μελών και όχι μόνο από το Ευρωπαϊκό. Παράλληλα, όμως, αποφάσισε και την «προσωρινή» εφαρμογή της μετά την έγκρισή της από το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πριν αποφασίσουν τα κράτη-μέλη, ανοίγοντας έτσι ένα «παραθυράκι» υπέρ της.
Μέχρι να συζητηθεί σε εθνικό επίπεδο και να ληφθούν αποφάσεις, η CETA θα είναι ήδη εν ισχύι και τα εθνικά Κοινοβούλια θα βρεθούν μπροστά σε μία ήδη τετελεσμένη πραγματικότητα.
Δεν είναι τυχαίο πως ακόμη και ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Νίκος Βούτσης, επισήμανε, προ μίας εβδομάδας μόλις, τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ των Κοινοβουλίων πάνω στο ζήτημα, εκφράζοντας την αναγκαιότητα θεμελίωσης «ενός ουσιαστικού διαλόγου τόσο μεταξύ των εθνικών κρατών όσο και με τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα αρμόδια όργανα, με σκοπό την ευρύτερη δυνατή πληροφόρηση και την παρακολούθηση της διαπραγματευτικής διαδικασίας».
Τέλος, όσον αφορά το glyphosate (γλυφοσάτη), το ενεργό συστατικό του πλέον διαδεδομένου εντομοκτόνου της Monsanto, που έχει χαρακτηριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως «πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο», παρ’ όλες τις έντονες κινητοποιήσεις επιστημόνων, κοινωνικών φορέων, περιβαλλοντικών οργανώσεων και χιλιάδων πολιτών, η Κομισιόν εκμεταλλεύτηκε τη δυνατότητα που έχει και παρέτεινε με δική της, μονομερή, απόφαση τη χρήση του μέχρι το τέλος του 2017.
«Αυτό που παρατηρούμε σήμερα, με την κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής και της λεγόμενης «διακυβέρνησης», είναι μια δραματική διαδικασία «αποδημοκρατικοποίησης», βλέπουμε την απόσπαση της αληθινής εξουσίας από τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και τη μεταφορά της προς τεχνοκρατικά σώματα, αλλά και τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει πλέον η δύναμη του χρήματος ακόμη και στην καθημερινή πολιτική πρακτική», έχει δηλώσει ο Μπαλιμπάρ και η πραγματικότητα φαίνεται να τον δικαιώνει.
Πηγή: unblock.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου