Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Η παγκοσμιοποιημένη φεουδαρχία που έφερε τον Τραμπ



του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Τη μια ο δυτικός κόσμος «ξυπνά» απότομα με το Brexit και την άλλη με την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, με εκλογικά αποτελέσματα που έρχονται κόντρα σε όλες τις προβλέψεις αλλά και στην επιθυμία του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου. Κοινή συνισταμένη και των δύο ανατροπών είναι ότι καταγράφουν τη διαμαρτυρία ενός μεγάλου τμήματος της μεσαίας τάξης που σπρώχνεται όλο και περισσότερο στο περιθώριο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Άνεργοι και εργαζόμενοι χαμηλής ειδίκευσης με μικρούς μισθούς, επιχειρήσεις, κυρίως μικρομεσαίες που δεν βρίσκουν διέξοδο στη διεθνή αγορά, άνθρωποι που καταχρεώνονται για να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο και βλέπουν ότι το οικονομικό τους μέλλον θα είναι ακόμα πιο δύσκολο.
Είναι εκείνοι που έμειναν πίσω από την παγκοσμιοποίηση, η οποία όμως την ίδια στιγμή αποδίδει τεράστια κέρδη σε μια μικρή μειονότητα, το περίφημο 1% του πληθυσμού που αποτελεί μια διεθνοποιημένη ανώτερη τάξη η οποία κρατά στα χέρια της την οικονομία και τον πλούτο.
Οι ανισότητες μεταξύ πατρικίων και πληβείων διευρύνονται τόσο επειδή οι πατρίκιοι είναι όλο και λιγότεροι, αλλά και επειδή η απόστασή τους από τους πληβείους μεγαλώνει.
Το σύστημα αρχίζει να θυμίζει μια παγκοσμιοποιημένη φεουδαρχία, που δεν βασίζεται στην ιδιοκτησία της γης, αλλά στην πρόσβαση στην εξειδικευμένη γνώση και στη χρηματοδότηση η οποία είναι αποκλειστικό προνόμιο της κυρίαρχης τάξης και σε μια εργαζόμενη «μάζα» με όλο και λιγότερα δικαιώματα.
Από τη μια υπάρχει ο κόσμος των πολυεθνικών και των διεθνών τραπεζών, με βαθύπλουτους μετόχους και χρυσοπληρωμένα στελέχη υψηλής εξειδίκευσης, που αποτελούν την ελίτ η οποία κινεί την οικονομία της καινοτομίας και της γνώσης. Μια διεθνοποιημένη τάξη «ευγενών» η οποία ανακυκλώνεται μέσα από τα πανάκριβα σχολεία και πανεπιστήμια της ελίτ στα οποία μόνο οι πλούσιοι έχουν πρόσβαση και με «στρατό» το χρηματοπιστωτικό σύστημα που έχει πλέον υπερεθνική ισχύ.
Από την άλλη πλευρά βρίσκεται ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα της μεσαίας τάξης που συνεχώς χάνει δικαιώματα και πέφτει χαμηλότερα, καθώς τα εισοδήματά του παραμένουν στάσιμα ή υποχωρούν και από τη δεκαετία του 1980 διατηρεί το βιοτικό της επίπεδο με δανεισμό -ο οποίος γιγάντωσε τον τραπεζικό κλάδο.
Μια τάξη η οποία ζει «μέρα με τη μέρα», με περιουσιακά στοιχεία που δεν της ανήκουν καθότι υποθηκευμένα, η οποία βλέπει τα κοινωνικά της δικαιώματα να υποχωρούν και τις αποταμιεύσεις και τις συντάξεις της να εξανεμίζονται σε χρηματιστηριακά ξεφουσκώματα.
Είναι αυτή η παραμελημένη τάξη που διαμαρτύρεται όποτε της δίνεται η ευκαιρία μέσω της ψήφου. 
Το είδαμε στη Βρετανία, το είδαμε στις ΗΠΑ, το βλέπουμε στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και μάλλον θα το ξαναδούμε στις επερχόμενες εκλογές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.
Η διαμαρτυρία της μεσαίας τάξης, θα μπορούσε θεωρητικά να είναι μια αφορμή για αφύπνιση των πολιτικών ηγεσιών και των κοινωνικών δυνάμεων, ώστε να επιδιωχθεί μια επαναρρύθμιση του συστήματος με οικονομικά αποτελεσματικότερες και κοινωνικά δικαιότερες ισορροπίες.
Αυτή η διαμαρτυρία, όμως, είναι πιθανόν να αποδειχθεί αδιέξοδη, διότι διοχετεύεται στις αντιδραστικές δυνάμεις της ακροδεξιάς και της ξενοφοβίας, οι οποίες παρασύρουν με τον λαϊκιστικό, κινδυνολογικό και δημαγωγικό λόγο τους.
Είναι ενδεικτική η αντίδραση στις νέες κυοφορούμενες διεθνείς εμπορικές συμφωνίες (Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Βιομηχανίας – TTIP- μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, η CETA μεταξύ Ευρώπης και Καναδά και η αντίστοιχη Συμφωνία του Ειρηνικού-TPPA, μεταξύ ΗΠΑ και Ασίας).
Οι προοδευτικές δυνάμεις επικρίνουν τις συμφωνίες αυτές διότι παραδίδουν τον έλεγχο της οικονομικής και σε μεγάλο βαθμό πολιτικής ζωής στα μεγάλα διεθνή επιχειρηματικά συμφέροντα και απειλούν να συνθλίψουν -κι άλλο- τα συμφέροντα εργαζομένων και μικρο-επιχειρηματιών. Ο Ντόναλντ Τραμπ, όμως, επικρίνει τις συμφωνίες αυτές επειδή θεωρεί ότι δεν εξυπηρετούνται αρκετά τα συμφέροντα των επιχειρήσεων της χώρας του.
Οι ακροδεξιοί δεν έχουν ως πολιτική προτεραιότητα την αλλαγή των συσχετισμών, την αναδιανομή των εισοδημάτων, ούτε συγκεκριμένη πρόταση, πέρα από απλοϊκότητες, γενικεύσεις και επιθετική ρητορική με εθνικιστικό και αυταρχικό χαρακτήρα, όπως αυτές του Ντόναλντ Τραμπ.
Αν κρίνουμε από το στίγμα των δυνάμεων που αναδεικνύει η αντίδραση στην νεοφιλελεύθερη φαίνεται ότι ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε διεθνείς αντιπαλότητες και βίαιες συγκρούσεις είναι υπαρκτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου