"H φωτογραφία είναι σαν το κυνήγι. Είναι το ένστικτο του κυνηγού χωρίς την επιθυμία να σκοτώσει. Είναι το κυνήγι των αγγέλων. Παρακολουθείς, σκοπεύεις, πυροβολείς και "κλικ", κι αντί για έναν νεκρό άνθρωπο, τον κάνεις αιώνιο". Με αυτήν την τόσο λυρική περιγραφή, μου προτάθηκε να παρακολουθήσω ένα άγνωστο σε μένα φωτογραφικό ντοκιμαντέρ του 1966. Ο τίτλος του ακόμη πιο ελκυστικός καθώς η αινιγματική του φύση σε παρότρυνε να αναζητήσεις τον κόσμο μέσα από τη ματιά του φωτογράφου Chris Marker, χωρίζοντάς την σε τέσσερα κεφάλαια.
Αρχικά προσπαθεί να μας περάσει με μια σειρά φωτογραφιών, τις ομοιότητες των κοινωνιών παρουσιάζοντάς μας ποτάμια διαφορετικών πόλεων φωτογραφημένα την ίδια απογευματινή ώρα αλλά και καθημερινές συνήθειες όπως η επίσκεψη στα κομμωτήρια δείχνοντας πόσο όμοια είναι η λάμψη των χαμογελαστών προσώπων σε όλες τις χώρες, μια προσπάθεια που φάνηκε ριψοκίνδυνη καθώς στην Κούβα τον κυνήγησαν κάποιοι κουρείς με τα ψαλίδια. Επίσης κάνει ένα παιχνιδιάρικο πέρασμα από τα τρένα του κόσμου δείχνοντας την απόλυτη κυριαρχία των ευθειών γραμμών αν κι επικεντρώνει περισσότερο τη προσοχή του στα κοιμισμένα πρόσωπα των Ιαπώνων, που προσπαθούν να ξεκλέψουν λίγο χρόνο ύπνου στα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Ο φωτογραφικός φακός του Κρις Μάρκερ συνεχίζει να ταξιδεύει στις πιο απόμακρες κι ίσως άγνωστες για εκείνα τα χρόνια περιοχές του κόσμου. Μέσα από τις βόλτες του ανακαλύπτουμε την αγάπη του για την Κόκκινη Πλατεία αλλά και την συμπάθειά του στους Ρώσους. Τους συναντάμε χαμογελαστούς σε ένα υπαίθριο παζάρι ζώων όπου κάποιοι φεύγουν έχοντας επιλέξει ένα σκυλάκι, άλλοι κρατώντας προσεκτικά λευκά περιστέρια στα χέρια τους κι άλλοι σηκώνοντας μικρές γυάλες γεμάτες ψάρια. Αυτό όμως που εντυπωσιάζει περισσότερο τον φωτογράφο είναι η λαϊκή τέχνη που συναντά σε κείνα τα μέρη. Η αυθεντικότητα εκείνων των δημιουργημένων με φτωχά υλικά πρόχειρων έργων, τον αναγκάζει να παροτρύνει αρκετούς ακαδημαϊκούς και κριτικούς τέχνης να επισκεφθούν εκείνα τα μέρη για να διδαχθούν, καθώς βρίσκει πολύ πιο ενδιαφέρον ένα ερασιτεχνικό κολάζ που συνάντησε σε ένα σπίτι παρά τα έργα που στοιβάζονται σε μεγάλες γκαλερί της Δύση.
Ο φωτογράφος επισκέπτεται επίσης το Άγιο Όρος. Εκεί προσπαθεί υπομονετικά κι ευλαβικά να βρει ένα συσχετισμό των βλεμμάτων των μοναχών με τις αγιογραφίες που κοσμούν τις εκκλησίες. Ανάμεσα στους αγίους της ορθοδοξίας ανακαλύπτει το πορτραίτο του δικτάτορα Μεταξά να στέκει ακόμα σε έναν τοίχο παρόλο που είχε πεθάνει δυο δεκαετίες πριν. Μεμιάς, δημιουργείται ένα ενοχλητικό μούδιασμα καθώς επιβεβαιώνεται ότι οι εκπρόσωποι των θρησκειών πορεύονται χέρι-χέρι με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο φωτογράφος εκφράζει ξεκάθαρα την αποστροφή του στην ολοκληρωτική πολιτική των μοναχών. Επίσης επισημαίνει την απαγόρευση των γυναικών στην "ιερή" χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια απαγόρευση που ο ίδιος διορθώνει λέγοντας πως όχι μόνο απαγορεύονται οι γυναίκες αλλά και οι άνδρες χωρίς μούσια. Στα μοναστήρια δεν επιτρεπόταν οτιδήποτε που να θυμίζει το γυναικείο φύλο. Όμως ο φωτογράφος συνάντησε αρκετά θηλυπρεπή στοιχεία μέσα στη κοινότητα των μοναχών ενώ περιπαίζει με τη συγκεκριμένη απαγόρευση παρουσιάζοντας ένα ζευγάρι χελιδονιών να κάθονται σε ένα σύρμα. Εκεί που κυριαρχεί ο παραλογισμός του ανθρώπινου παράγοντα, η φύση γελά σαρκαστικά.
Κι από το Άγιο Όρος όπου η ανθρώπινη παράνοια εγκλωβίζει τους ανθρώπους σε μοναστήρια-φυλακές, ο φωτογράφος μας μεταφέρει σε ένα άλλο κάστρο όπου ο κόσμος ασφυκτιά κι αναζητά τρόπους διαφυγής. Με έναν άκρως λυρικό τρόπο, μας δείχνει πως τα κάστρα του μεσαίωνα στέκουν ακόμη και χωρίζουν τους ανθρώπους σε δυο κατηγορίες. Σ' αυτούς που ζουν μέσα σ' αυτά και σε κείνους που εξακολουθούν να φυτοζωούν στις σκιές των θεόρατων τειχών. Με πρόσχημα την επανάσταση στην Αλγερία μας προσωποποιεί την πολυπόθητη ελευθερία που όλοι μας κυνηγάμε. Τα χαμογελαστά πρόσωπα των Αλγερινών που ξεχύνονται στους δρόμους, φανερώνουν την ατέρμονη πάλη της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο. Παρόλο όμως που η ελευθερία έρχεται, το κάστρο δεν πέφτει. Η μιζέρια, η φτώχεια, η πείνα παραμένουν κι από την απρόσμενη χαρά της ελπίδας η ανθρωπότητα επιστρέφει στην ακινησία του αργού θανάτου.
Ακολουθεί το κεφάλαιο του κήπου όπου αναλύεται η ανορθόδοξη συμβίωση μας με τα ζώα. Οι απάνθρωπες συνθήκες των τσίρκων που τότε ήταν ακόμη νόμιμα και των ζωολογικών κήπων που δεν είναι τίποτα παραπάνω από άδικες φυλακές ζώων, αποδεικνύουν το θράσος του ανθρώπινου είδους προς τα υπόλοιπα πλάσματα του πλανήτη. Η εναλλαγή των πορτρέτων ζώων κι ανθρώπων προσπαθεί να αποδείξει πως τελικά όλοι μαζί ζούμε στην ίδια φυλακή με τη διαφορά όμως ότι εμείς έχουμε επιλέξει αυτήν τη ζωή ενώ τα υπόλοιπα πλάσματα έχουν αναγκαστεί να ζουν μ' αυτόν τον τρόπο. Η βαρβαρότητα του ανθρώπινου είδους φανερώνεται στη φωτογραφία όπου ένα παιδάκι "παίζει" με ένα γατάκι που το χει δεμένο με ένα σκοινί από το λαιμό. Σημαντική λεπτομέρεια σ' αυτή τη φωτογραφία είναι πως το γατάκι είναι νεκρό. Έτσι δημιουργείται μια τρομερή αντίφαση μεταξύ της αγνότητας που κουβαλάει η παιδική ηλικία με την ενοχή μιας πράξης που επιφέρει την απώλεια ζωής ενός πλάσματος.
Μέσα σ' αυτό το δοκιμιακό χάος, γίνεται μια μικρή στάση στη Σουηδία. Η επιλογή της συγκεκριμένης χώρας δεν είναι τυχαία καθώς είναι από τους λιγοστούς ευρωπαϊκούς τόπους όπου επικρατεί ειρήνη εδώ και δυο συνεχόμενους αιώνες. Παρόλο που οι συνθήκες ζωής είναι αξιοζήλευτες με τα πεντακάθαρα αστικά κέντρα και την υπέροχη ύπαιθρο, ο φωτογράφος επικεντρώνεται στο βλέμμα ενός Σουηδού και προσπαθεί να καταλάβει τι είναι αυτό που του στερεί την απόλυτη ευτυχία. Σε 'κείνο το σημείο ο φωτογράφος μας πιάνει από το χέρι και μας περιφέρει στον επίλογο της ζωής. Μας παρουσιάζει μια ομάδα τάφων προσπαθώντας να μας δείξει πως ο υλιστικός κόσμος που όλοι κυνηγάμε είναι μάταιος. Αξία έχουν οι απλές στιγμές κι η επιστροφή στη φύση. Αξίες πολύτιμες που δυστυχώς θυσιάζουμε κυνηγώντας ανούσιες καταστάσεις.
Επίσης είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που περιγράφει τη δυναμική της γυναίκας απέναντι στο θάνατο. Δεν την παρουσιάζει ως πιο δυνατή ούτε είναι επηρεασμένος από το φεμινιστικό κίνημα εκείνης της εποχής. Απλώς αφήνει με ένα ιδιαίτερα διακριτικό τρόπο τη σημαντικότητα του γυναικείου φύλου στη σημασία της ζωής και της ομορφιάς.
Οι τελευταίες εικόνες του σύγχρονου τρόπου ζωής ντυμένη με τις ιαχές των ζώων αποδεικνύει πως όσα λούσα κι αν έχουμε φορέσει, ποτέ δε ξεφύγαμε από το βασίλειο των ζώων. Απλώς αλλάξαμε την όψη της ζούγκλας που ζούμε κι από πράσινη την κάναμε γκρίζα.
Κλείνοντας θα χαρακτήριζα το συγκεκριμένο φωτογραφικό ντοκιμαντέρ ως ένα συγκινητικό και πανανθρώπινο ταξιδιωτικό δοκίμιο. Ένα διακριτικό πέρασμα μέσα από την ανθρώπινη φύση, όπου προβληματιζόμαστε με τον παραλογισμού του κοινωνικού παραστρατήματος και γοητευόμαστε με την άγνωστη ομορφιά των ταξιδιωτικών αποδράσεων.
Βαθμολογία: 9/10
(Επειδή είναι δύσκολη η εύρεσή του, μπορεί κανείς να το απολαύσει στο youtube)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου