Εδώ κι έναν χρόνο γίναμε μάρτυρες ενός ακόμη μαρκετίστικου ανταγωνισμού από τον χώρο του αμερικανικού κινηματογράφου. Από τη μία είχαμε την εμπορική τάση της "Barbie" της Γκρέτα Γκέργουιγκ κι από την άλλη την "ποιοτική" (όσο ποιοτική μπορεί να θεωρηθεί η αμερικανική βιομηχανία) με τη βιογραφική ταινία "Oppenhaimer" του Κρίστοφερ Νόλαν. Η διαρκής προώθηση των δυο παραπάνω ταινιών κράτησε για τα καλά, μ' αποτέλεσμα να συρρεύσει πλήθος κόσμου στις κινηματογραφικές αίθουσες και να οδηγήσει σε εισπρακτικούς θριάμβους και τις δυο ταινίες. Τελικά άξιζε η τόση διαφήμιση και προσμονή; Είναι πράγματι οι ταινίες της χρονιάς; Για την "Barbie" δεν μπορώ να εκφέρω άποψη, διότι δεν την έχω δει ακόμα, αλλά για τον "Oppenhaimer" η απάντησή μου είναι αρνητική, παρόλο που η ταινία μου άρεσε και μου κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον καθ' όλη τη μεγάλη της διάρκεια.
Η ταινία "Oppenhaimer" του Κρίστοφερ Νόλαν βασίστηκε στο βιβλίο "Ο θρίαμβος και η τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (ο Προμηθέας της Αμερικής)", αλλά αυτό δεν την καθιστά μια ακόμη ταινία που προσπάθησε να μεταφέρει κάποιο βιβλίο στη μεγάλη οθόνη του κινηματογράφου. Για μια ακόμη φορά, ο σκηνοθέτης επιχείρησε να πρωτοτυπήσει παρουσιάζοντας μια καταιγιστική ανάλυση ενός σπουδαίου προσώπου που από προμηθέας και πιθανός σωτήρας της ανθρωπότητας μετατράπηκε στον μεγαλύτερο εφιάλτη ενός νέου κόσμου που ξεπήδησε μέσα από τις φλόγες της δοκιμής της πρώτης ατομικής βόμβας στην έρημο Λος Άλαμος και την ολέθρια ρίψη της σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι τον Αύγουστο του 1945.
Για να το πετύχει αυτό, ο Κρίστοφερ Νόλαν πάτησε σε δυνατούς διαλόγους και σε ένα ασταμάτητο μοντάζ, μέσω του οποίου μας πήγαινε μια στο παρόν και μια στο παρελθόν, δίνοντάς μας μ' αυτόν τον τρόπο στοιχεία για την προσωπική ζωή του διάσημου θεωρητικού φυσικού, τους πολιτικοκοινωνικούς του προβληματισμούς και τις σχέσεις του με τους στιγματισμένους κομμουνιστές της Αμερικής αλλά και τους ενδοιασμούς που σιγά σιγά αρχίζουν να κυριαρχούν εντός του, όταν συνειδητοποιεί πως η βόμβα που έχει κατασκευάσει δε θα φέρει την πολυπόθητη παγκόσμια ειρήνη αλλά ένα μέλλον ακόμη πιο δυσοίωνο κι εφιαλτικό.
Ένα ακόμη στοιχείο που μου άρεσε στη συγκεκριμένη ταινία, είναι η μουσική της επένδυση, η οποία είναι παρούσα σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της ταινίας πέρα από τη στιγμή της πρώτης δομικής της ατομικής βόμβας. Εκείνη τη στιγμή, ο σκηνοθέτης επιλέγει εύστοχα να της προσδώσει μια ανησυχητική σιωπή. Μια παύση σε κάθε ήχο, δίνοντας περισσότερη έμφαση στην προσμονή του καινούργιου κόσμου που αναγεννήθηκε εκείνη τη στιγμή. Μια νηνεμία πριν το νέο Big Bang, μέσα από το οποίο ξεπήδησε ένας νέος κόσμος φοβισμένος κι ανήσυχος, καθώς οι άνθρωποι αναγκάστηκαν βιαίως να ζουν από εκείνη τη στιγμή και πέρα έχοντας μονίμως μια πυρηνική κεφαλή να ταλαντεύεται απειλητικά πάνω από τα κεφάλια τους. Αυτή η παύση που επέλεξε ο Κρίστοφερ Νόλαν στη συγκεκριμένη στιγμή, ήταν πολύ πιο εκκωφαντική από τις εκρήξεις που θα ακολουθήσουν, διότι αυτή η παύση έδωσε χώρο στις ανάσες μας και στους παλμούς μας, οι οποίοι έχουν από ώρα συντονιστεί με τους γρήγορους ρυθμούς της ταινίας. Γι' αυτόν τον λόγο, τη συγκεκριμένη ταινία είναι προτιμότερο να τη δει κάποιος σε μια σκοτεινή αίθουσα παρά σε κάποιον θερινό όπου ο ήχος χάνεται μέσα στους θορύβους της πόλης και δε σ' αφήνει να γίνεις ένα με το έργο. Επίσης, μόνο μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα γίνεται έντονη η μεταπήδησή μας από το δέος και τον θαυμασμό στην ανατριχιαστική ανησυχία και στον φόβο του τι ακολούθησε έκτοτε μέχρι σήμερα, αλλά και του τι περιμένουμε από τώρα και στο εξής, ειδικά σε μια περίοδο που έχουν ξαναβγεί στην επιφάνεια τέρατα του παρελθόντος κι έχουν αυξηθεί οι αφορμές για νέους πολέμους.
Ωστόσο, θεωρώ άτοπο τον συσχετισμό του Προμηθέα με τον Οπενχάιμερ. Ο Προμηθέας καταδικάστηκε από τους θεούς επειδή πρόσφερε τη φωτιά στους ανθρώπους. Αντιθέτως, ο Οπενχάιμερ άνοιξε το κουτί της Πανδώρας με την κατασκευή της ατομικής βόμβας και κατηγορήθηκε και κυνηγήθηκε κατά τη διάρκεια της πιο ντροπιαστικής περιόδου της σύγχρονης αμερικάνικης ιστορίας όπου κυριαρχούσε ο περιβόητος μακαρθισμός. Περισσότερο τον βλέπω ως ένα θύμα της ανθρώπινης ματαιοδοξίας παρά ως έναν ήρωα που έδρασε για το καλό (άραγε ποιο καλό;) της χώρας του και της ανθρωπότητας γενικά.
Μέσα από τη στάση του και τη δράση του φυσικά, απέδειξε πως η επιστήμη μπορεί να κάνει θαύματα και να οδηγήσει την ανθρωπότητα πολλά έτη μπροστά, αλλά μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί και στο ισχυρότερο όπλο του απόλυτου αφανισμού της. Ο Οπενχάιμερ συνειδητοποιεί τις λάθος επιλογές του κι ότι έπεσε κι ο ίδιος θύμα των επιδιώξεών του, όταν ανακοινώνει πανηγυρικά στο ακροατήριο της επιστημονικής κοινότητας τη ρίψη της βόμβας σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι. Κάθε του λόγος και μια πυρηνική σχάση. Κάθε του ματιά κι ένα υποψήφιο θύμα ενός νέου ολοκαυτώματος, άκρως πυρηνικού. Είναι όμως πια αργά. Ο ασκός του πυρηνικού Αιόλου έχει ανοίξει καθώς κι οι Σοβιετικοί έχουν αρχίσει την παρασκευή αντίστοιχων βομβών, ενώ με τη σειρά τους θα ακολουθήσουν κι άλλες χώρες.
Στην επίτευξη ενός ενδιαφέροντος πρωτότυπου βιογραφικού έργου, σημαντικό ρόλο έπαιξαν κι οι αξιόλογες ερμηνείες των ηθοποιών, με τις εντυπώσεις να κλέβει το πρωταγωνιστικό δίδυμο του Κίλιαν Μέρφι στον ρόλο του Οπενχάιμερ και του αντίζηλού του Λιούις Στρος, του προέδρου της αμερικανικής επιτροπής της ατομικής ενέργειας, τον οποίον υποδύεται ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορς. Όμως, από τους περισσότερους ηθοποιούς του καστ, προσωπικά ξεχώρισα τον εκπληκτικό Γκάρι Όλντμαν στον ρόλο του προέδρου Χάρι Τρούμαν, ο οποίος καταφέρνει μέσα σε μια ολιγόλεπτη ερμηνεία να κερδίσει τις εντυπώσεις με την προσβλητική του στάση απέναντι στον Οπενχάιμερ αλλά και την κυνική του ομολογία για το έγκλημα σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι, αλλά και τον Τομ Κόντι στο ρόλο του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Γι' αυτόν τον λόγο θεωρώ πως δυο από τις πιο δυνατές σκηνές της ταινίας είναι οι δυο συναντήσεις του Οπενχάιμερ με τον Αϊνστάιν, όπου συζητάνε για την αρχή μιας νέας εποχής άκρως εφιαλτικής, καθώς κι εκείνη με τον Χάρι Τρούμαν, όπου διαπιστώνουμε το πόσο ανησυχητικό είναι όταν αυτά τα όπλα πέφτουν στα χέρια επικίνδυνων ιμπεριαλιστών.
Ένα ακόμη στοιχείο που μου τράβηξε το ενδιαφέρον είναι η αναφορά που γίνεται στο Manhattan Project, το μυστικό πρόγραμμα των Αμερικανών για την κατασκευή της ατομικής βόμβας, διότι μπορεί να γνωρίζουμε το "αποτέλεσμα" αυτών των ερευνών, αλλά ποτέ δεν αναρωτηθήκαμε για το παρασκήνιό τους, δηλαδή, την επιλογή των κατάλληλων επιστημόνων, τη δημιουργία μιας επιστημονικής κοινότητας στο κέντρο μιας αχανούς ερήμου και φυσικά το ανελέητο επιστημονικό ράλι των δύο τότε αντίπαλων στρατοπέδων, αλλά και το πως προσπαθούσαν να κρατήσουν τη Σοβιετική Ένωση έξω απ' αυτόν τον ανταγωνισμό.
Πέρα όμως από το πρόγραμμα Manhattan, ένα άλλο ιστορικό γεγονός που μου τράβηξε την προσοχή, ήταν οι δίκες-παρωδία που στήνονταν την περίοδο της αντικομμουνιστικής υστερίας του μακαρθισμού. Στην περίπτωση του Οπενχάιμερ, η δίκη πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών, διαπομπεύοντας τον επιστήμονα τόσο για τις πολιτικές του απόψεις όσο και για τις προσωπικές του επιλογές και κατηγορώντας τον ως φιλοσοβιετικό όταν αρνήθηκε να συνεργαστεί στην κατασκευή της βόμβας υδρογόνου.
Στα παραπάνω θέματα και τους προβληματισμούς που προκαλούν, ο Κρίστοφερ Νόλαν διατηρεί μια ουδέτερη στάση, αφήνοντας τους θεατές να κρίνουν και να καταδικάσουν τα πρόσωπα και τα γεγονότα που παρουσιάζονται μέσα από την ταινία. Παρόλα αυτά, τολμάει να δείξει πως το κυνήγι και το φακέλωμα των κομμουνιστών ξεκίνησε στις Η.Π.Α. από τη δεκαετία του '20. Την περίοδο εκείνη, καθετί προοδευτικό καταστελλόταν με πρόσχημα τον εσωτερικό κομμουνιστικό κίνδυνο και τους ύπουλους δάκτυλους της Σοβιετικής Ένωσης. Επίσης, ο Κρίστοφερ Νόλαν καταδικάζει τη μετέπειτα στάση των Η.Π.Α. που έφαγε τα παιδιά της κι όσους τις ευεργέτησαν, καθώς κι ο Οπενχάιμερ έπεσε θύμα εκείνης της τόσο σκοτεινής περιόδου. Δεν είναι τυχαίο που βάζει και τον Αλμπερτ Αϊνστάιν να ειρωνεύεται τη μετέπειτα ψεύτικη ευγνωμοσύνη της Αμερικής προς όσους τη βοήθησαν να βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως ο Κρίστοφερ Νόλαν δε μένει εκεί, θίγοντας με έξυπνο τρόπο τη μετέπειτα δημοκρατία των Ηνωμένων Πολιτειών μπλέκοντας το όνομα του Κένεντι. Όμως, παρόλο που ανοίγει πολλά αιχμηρά ζητήματα, ο δημιουργός αποφεύγει να πάρει θέση.
Τελικό συμπέρασμα είναι πως το «Οπενχάιμερ» είναι ένα ανησυχητικό βιογραφικό θρίλερ μέσα από την πρωτότυπη ματιά ενός σκηνοθέτη που θέλει συνεχώς να πειραματίζεται με την οπτική και το χρόνο και τη συμβολή ενός αξιόλογου συνόλου ηθοποιών που καταφέρνουν να μεταβιβάσουν τους προβληματισμούς τους σε ένα απορροφημένο για τρεις ώρες κοινό. Βγαίνοντας από την αίθουσα θυμήθηκα τον προβληματισμό του Αυστριακού νευρολόγου Βίκτωρ Φρανκλ, ο οποίος είχε δηλώσει πως «μετά το Άουσβιτς ξέρουμε για τι είναι ικανός ο άνθρωπος. Μετά τη Χιροσίμα ξέρουμε τι διακυβεύεται».
Βαθμολογία: 7/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου