του Γιώργου Τσιάρα
Σύσσωμη η αμερικανική, αλλά και η διεθνής πολιτική ελίτ συγκεντρώθηκε χτες στον μεγαλοπρεπή καθεδρικό της Ουάσινγκτον, για να αποτίσει φόρο τιμής στον εκλιπόντα Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο.
Ακόμη και ορκισμένοι εχθροί της «δυναστείας» των Μπους, όπως ο 45ος πρόεδρος Τραμπ, ο 44ος Μπαράκ Ομπάμα και το ζεύγος Μπιλ (νο42) και Χίλαρι Κλίντον έκλιναν ταπεινά το γόνυ μπροστά στο φέρετρο του 41ου προέδρου και άκουσαν αγόγγυστα τον επικήδειο διά στόματος του «νο43» γιόκα του, ενώ όλα τα μεγάλα ΜΜΕ του πλανήτη συναγωνίζονταν όλες αυτές τις μέρες του «λαϊκού προσκυνήματος» για το ποιο θα γράψει/προβάλει την πιο συγκινητική, γεμάτη μεγαλοστομίες και ανερυθρίαστα ψέματα αγιογραφία του.
Και τι δεν ακούσαμε/διαβάσαμε αυτές τις μέρες για τη «σπουδαία πολιτική κληρονομιά» του μπαμπά Μπους, του τελευταίου προέδρου της «ηρωικής γενιάς» του Β’ Παγκοσμίου: για το πόσο μεγάλος πατριώτης ήταν, πόσο μετριοπαθής ήταν η στάση του απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους του, πόσο σπουδαία ήταν η συμβολή του στο «συμμάζεμα» της αμερικανικής οικονομίας, και πάνω απ’ όλα πόσο φωτισμένος και πραγματιστής ήταν στην εξωτερική πολιτική, όντας ο πρόεδρος που βγήκε νικητής από τον Ψυχρό Πόλεμο, γκρέμισε την ΕΣΣΔ και το Σιδηρούν Παραπέτασμα και χάρισε σε όλους εμάς τους αχάριστους τη δημοκρατία και την ελευθερία, την Pax Americana της Νέας Τάξης Πραγμάτων...
Η πραγματικότητα, φυσικά, δεν έχει καμιά σχέση με το εν λόγω θρυλικό αφήγημα. Ο πρεσβύτερος Μπους υπήρξε χωρίς αμφιβολία μια από τις σκοτεινότερες προσωπικότητες του 21ου αιώνα, με τις επιλογές του να τραυματίζουν ώς και σήμερα τον αμερικανικό λαό και ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Αυτό, φυσικά, ισχύει για όλους ανεξαιρέτως τους Αμερικανούς προέδρους μετά τον πόλεμο, περιλαμβανομένων και των υποτίθεται «καλύτερων» περιπτώσεων, όπως ο Κένεντι, ο Κάρτερ, ο Κλίντον και ο Ομπάμα: αυτή είναι η φύση κάθε αυτοκρατορίας.
Ειδικά όμως ο συγκεκριμένος, ο νο41, ξεχωρίζει αρνητικά ακόμη και σε σύγκριση με τους χειρότερους. Και η μαύρη «κληρονομιά» του ξεκινά... πριν από τη γέννησή του το μακρινό 1924, από την ίδια του τη βαθιά «διαπλεκόμενη» οικογένεια.
Ο παππούς του και τυπικά «ιδρυτής» της δυναστείας, ο Σάμιουελ Μπους, ήταν ιδιοκτήτης χαλυβουργίας και άνθρωπος του πανίσχυρου Ροκφέλερ, που το 1917 τον έμπασε στην επιτροπή που έδωσε στη Remington το συμβόλαιο για την παραγωγή εκατομμυρίων τουφεκιών, συνδέοντας την οικογένεια με το λόμπι των όπλων.
Ομως ο πραγματικός «γενάρχης» της φαμίλιας ήταν ο συμπέθερος του Σαμ, ο μεγαλοτραπεζίτης Χέρμπερτ Γουόκερ, στην τράπεζα του οποίου δούλεψε για δεκαετίες ο γαμπρός και μετέπειτα γερουσιαστής πατέρας του Τζορτζ, ο Πρέσκοτ Μπους.
Μία από τις βασικές λοιπόν δραστηριότητες του Γουόκερ, για την οποία η τράπεζα καταδικάστηκε το 1942, ήταν η χρηματοδότηση με μεγάλα ποσά αλλά και ο εξοπλισμός με περίστροφα και αυτόματα (μέσω των ιδιόκτητων πλοίων της γραμμής Νέα Υόρκη-Αμβούργο) του ναζιστικού κόμματος της Γερμανίας και του παραστρατιωτικού τους σώματος, των SA.
Και δεν ήταν μόνον οι ναζί. Η οικογενειακή περιουσία των Μπους, χάρη στην οποία χτίστηκε (κυριολεκτικά: αγοράστηκε) η πολιτική καριέρα του γερουσιαστή Πρέσκοτ (γνωστού και με το παρατσούκλι Rubbers, ο «Καπότας», λόγω της μαλθουσιανής μονομανίας του με τα προγράμματα «εθελοντικής» στείρωσης των φτωχότερων τάξεων) και των δύο κατοπινών προέδρων Τζορτζ, βρομάει από όπου κι αν την πιάσεις.
Βέβαια, ο ίδιος ο «πορφυρογέννητος» μετέπειτα πρόεδρος δεν πέτυχε ποτέ στον ρόλο του «πετρελαιά», μετά την εθελούσια κάθοδό του στο Τέξας το 1950 και την ατυχή ενασχόλησή του με τον πετρελαϊκό κλάδο: η μετακόμιση αυτή ωστόσο στο Χιούστον και τον Κόλπο του Μεξικού τού επέτρεψε να αναμιχθεί προσωπικά στον βρόμικο πόλεμο της CIA ενάντια στην κουβανική επανάσταση μετά το 1959.
Η σχέση του με τους αιμοσταγείς Κουβανούς εξόριστους και την «Κόμπανι» υπήρξε διαρκής και κορυφώθηκε με την τοποθέτησή του ως διοικητή της υπηρεσίας εν μέσω της πιο «μαύρης» περιόδου της ιστορίας της, το 1975.
Είχε προηγηθεί, το 1964, μια αποτυχημένη προσπάθειά του να μπει στη Γερουσία, κατά τη διάρκεια της οποίας έδειξε τη διάσημη «μετριοπάθειά» του κατακεραυνώνοντας τη Civil Rights Act, τον νόμο που εξίσωσε τα δικαιώματα λευκών και μαύρων, και ζητώντας τη σύλληψη και παραδειγματική τιμωρία του «επικίνδυνου κομμουνιστή» Μάρτιν Λούθερ Κινγκ!
Η μεγάλη ευκαιρία του Μπους ήρθε πάντως το 1980, όταν ο Ρόναλντ Ρίγκαν αναγκάστηκε υπό πίεση να τον ορίσει υποψήφιο αντιπρόεδρό του.
Ετσι, ο Μπους βρέθηκε από το παράθυρο στον Λευκό Οίκο όπου για τα επόμενα οκτώ χρόνια έλυνε κι έδενε από το παρασκήνιο, συμμετέχοντας ενεργά σε πλήθος «βρομοδουλειές» - από τους ακήρυχτους «μυστικούς πολέμους» στο Αφγανιστάν και τη Νικαράγουα μέχρι το σκάνδαλο Ιράν-Κόντρα, που λίγο έλειψε να καταστρέψει την πολιτική του καριέρα.
Το 1988, όταν ήρθε η σειρά του να κατέβει για πρόεδρος, βρήκε μπροστά του τον χαρισματικό Ελληνοαμερικανό Μάικλ Δουκάκη, τον οποίο τελικά νίκησε χάρη σε μια από τις πιο βρόμικες προεκλογικές εκστρατείες όλων των εποχών, γεμάτη λιβέλους και προσωπικά χτυπήματα κάτω από τη μέση.
Την ίδια χρονιά, ο μεγάλος γιος του Νιλ καταδικάστηκε για ατασθαλίες εκατομμυρίων δολαρίων στο πλαίσιο του μεγάλου σκανδάλου των ταμιευτηρίων (Savings and Loans) - μια από τις δεκάδες οικονομικές «μαύρες σελίδες» της φαμίλιας.
Ως πρόεδρος για μία και μοναδική τετραετία, ο Μπους έσπειρε πλήθος από «άνθη του κακού», που εξακολουθούν να ταλανίζουν τον πλανήτη μας. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της ήταν το μεγαλύτερο «δώρο» που του άνοιξε την όρεξη για παγκόσμια κυριαρχία.
Το χειρότερο κατόρθωμά του, φυσικά, ήταν η σκόπιμη «παγίδευση» του μέχρι τότε στενού συμμάχου των ΗΠΑ ενάντια στο Ιράν, του Σαντάμ Χουσεΐν, που πείσθηκε (από την τότε πρέσβειρα στη Βαγδάτη Εϊπριλ Γκλάσμπι, που με τη σειρά της ακολουθούσε τις εντολές του Μπους) πως μπορούσε να εισβάλει στο Κουβέιτ ατιμώρητα, δίνοντας έτσι στους Αμερικανούς το πάτημα που χρειάζονταν για να εισβάλουν και να παγιωθούν στρατιωτικά στο «βενζινάδικο του πλανήτη», τον Περσικό Κόλπο.
Εννοείται πως, αφού «απελευθέρωσε» το Κουβέιτ, ο Μπους παρότρυνε τους Ιρακινούς του Νότου και τους Κούρδους να εξεγερθούν, για να τους εγκαταλείψει στη συνέχεια στα τρομερά αντίποινα του Σαντάμ.
Την κατάκτηση του Ιράκ ολοκλήρωσε φυσικά μία δεκαετία αργότερα ο γιος του, πάλι με ψεύτικο πρόσχημα - αυτή τη φορά, τα περίφημα «άφαντα» όπλα μαζικής καταστροφής, τα οποία πράγματι είχαν δώσει Αμερικανοί και Γάλλοι στον Σαντάμ στη δεκαετία του ΄80...
Αλλά και στη δική μας, την ευρωπαϊκή γειτονιά, ο Μπους έβαλε τη σφραγίδα του επιταχύνοντας το 1990-91 τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια), υποστηρίζοντας τον Γέλτσιν μετά το πραξικόπημα-οπερέτα στη Ρωσία και πιέζοντας για την επανένωση των δύο Γερμανιών, κόντρα στις προειδοποιήσεις των Αγγλο-Γάλλων.
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, δε, συνέχισε τόσο πιστά τα νεοφιλελεύθερα «Ριγκανόμικς», ώστε χάρη στην αγάπη του αμερικανικού λαού πήρε στις εκλογές του 1992 το χαμηλότερο ποσοστό εν ενεργεία προέδρου στην Ιστορία -μόλις 37%- και πήγε σπίτι του, με τον αντίπαλό του Κλίντον να θριαμβεύει χάρη στο απλό σύνθημα: «Είναι η Οικονομία, Ηλίθιε»!
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου