Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023

«Βαλκανευτές» ένα ταξίδι αυτογνωσίας στο μέσα και το έξω μας




του Ιάσονα Γαβριηλίδη 


Με τον Γιώργο Χατζελένη δε γνωριζόμασταν. Πριν λίγο καιρό, βρισκόμουν σε κάποιο μπαρ με έναν φίλο. Από εκεί έτυχε να περνά μία γνωστή μου που μένει παραδίπλα. Χαιρετηθήκαμε και μου πρότεινε να συμμετέχω στην παρουσίαση ενός βιβλίου. Τόσο απλά! Έτσι ξεκινάνε τα όμορφα πράγματα. Ένα βράδυ με ένα φίλο στη γειτονιά. Το ίδιο απλά, ένα άλλο βράδυ, ο Γιώργος με τον δικό του φίλο πήραν την απόφαση για αυτό το ταξίδι απόδρασης από την φθοροποιό καθημερινότητα. Η ρουτίνα μας απομονώνει και μας κλειδώνει. Η έξοδος από αυτή ήρθε ως κάθαρση. Διέξοδος και όχι διαφυγή. Έφερε απελευθέρωση και συντροφικότητα. Ένωσε τους τρεις φίλους πηγαίνοντας τους σε ένα ταξίδι 4.730 χλμ. Μαζί! Κι αυτή είναι η ουσία γιατί «ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει». 
Τα Βαλκάνια είναι κι αυτά γειτονιά μας. Μια πληθωρική, μα ανεξερεύνητη -για τους περισσότερους από εμάς- γειτονιά. Πόσα γνωρίζουμε για τα Βαλκάνια και τους λαούς τους; Πόσο γνωρίζουμε τους γείτονες μας; Αυτούς που μας χωρίζει μια νοητή γραμμή πάνω στον χάρτη ή μια μεσοτοιχία σε μια γκρίζα και απρόσωπη πολυκατοικία των απρόσωπων πόλεων μας; Αυτή η κριτική ματιά στην αρχιτεκτονική ομορφιά και ασχήμια, η αναφορά στη μνήμη που κουβαλούν τα κτίσματα και οι τόποι, η διατήρηση και η καταστροφή του τοπίου και της αισθητικής διατρέχει όλο το κείμενο και όλα τα δυτικά Βαλκάνια, από την Αθήνα στο Αργυρόκαστρο και από το Σαράγεβο ως την Τεργέστη. 
Μια πρόταση, για ένα παρόμοιο οδοιπορικό στα Βαλκάνια, δέχτηκα φέτος το καλοκαίρι, από τον φίλο που ήμουν εκείνο το βράδυ. Εκείνος πήγε. 
Οι Βαλκανευτές ήρθαν να μου επισημάνουν πως πρέπει τελικά να πάω κι εγώ αυτό το ταξίδι. Κάποτε έφτασα ως το Ντουμπρόβνικ, που στον Γιώργο θύμισε την Χίο. Εμένα μου θύμισε τη Ρόδο. Μαγεύτηκα κι εγώ από τα καταπράσινα βουνά του Μαυροβουνίου και τις παραμυθένιες πόλεις του Κότορ και της Μπούτβα. Όσο ο Γιώργος και οι φίλοι του ανακάλυπταν τα Βαλκάνια, παρακολουθούσα, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, τα ίδια τοπία που περνούσαν πίσω από το τζάμι του αυτοκινήτου ή κατακτώντας τα στενά σοκάκια των μεσαιωνικών πόλεων της Αδριατικής. Ταυτόχρονα γνώριζα και τον ίδιο. Οι Βαλκανευτές είναι ένα διττό ταξίδι. Είναι παράλληλα μια επιλεκτική καταγραφή του οδοιπορικού στη δυτική πλευρά της Χερσονήσου του Αίμου και μια ενδοσκόπηση, φιλτραρισμένη μέσα από τα πολυποίκιλα ερεθίσματα αυτής της περιπλάνησης, της πολυχρωμίας, της πολυφωνίας και της βαριάς ιστορίας που κουβαλά αυτός ο πολύπαθος και παραγνωρισμένος τόπος και κόσμος. «Πόσα τοπία, πόσες πόλεις, πόσες ιστορίες», λέει ο συγγραφέας. Και πόσες σκέψεις, πόσα συναισθήματα συμπληρώνω. Και συμφωνώ πως μέσα από τα ταξίδια ανακαλύπτουμε νέους τόπους και συνάμα τον εαυτό μας. Και όντως τα ταξίδια απελευθερώνουν. Θα το έχετε νιώσει σίγουρα κι εσείς. Και αν τελικά το ταξίδι είναι «ένα κυνηγητό με τον χρόνο και μια αναζήτηση του φαρμάκου στον επικίνδυνο χειμώνα της συνείδησης που διανύουμε εδώ και χρόνια». 
Ο Γ. Χατζελένης καταλήγει πως το κέρδος και μάλλον το φάρμακο αυτό τουλάχιστον για τον ίδιο είναι η αυτογνωσία. Κι εδώ ταυτίζομαι. Άλλωστε η αυτογνωσία είναι το ζητούμενο της ενδοσκόπησης και τι πιο ταιριαστό από το να ανακαλύπτεις τον μέσα σου κόσμο, ανακαλύπτοντας τον έξω κόσμο. Και τι πιο ταιριαστό για το μεγάλο ταξίδι, το ισόβιο κυνηγητό με το χρόνο από το να ταξιδεύεις, όπως παρατήρησε κάποτε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. 
Οι ταυτίσεις που βρήκα με τον Γιώργο είναι πολλές, πέρα από την κοινή αγάπη για τα ταξίδια. Το ενδιαφέρον για την ιστορία των τόπων, την πολιτική κριτική στον μαζικό τουρισμό, τον καταναλωτισμό, η ανάγκη να περπατήσουμε πάνω-κάτω την κάθε πόλη τον κάθε τόπο για να αφουγκραστούμε, για να μπορούμε να νιώσουμε πως τον γνωρίσαμε, η χαρά και η αναζήτηση της αβίαστης επικοινωνίας με τους ντόπιους ως της πιο αυθεντικής επαφής με τον τόπο ή η απόλαυση του τυχαίου, όπως ένα αυτοσχέδιο πάρτι στη μποτιλιαρισμένη εθνική οδό. Είναι όλα αυτά μαζί σε μια ισορροπημένη όσμωση με όλο το βίωμα, που εσωτερικεύει ενός ανθρώπου που ζει, εργάζεται, προβληματίζεται, νιώθει, απογοητεύεται και ελπίζει στην Ελλάδα της κρίσης που ακόμη βαθαίνει. 
Όλο το βιβλίο είναι μια αναζήτηση για απαντήσεις που δεν υπάρχουν ή δεν έχουν βρεθεί και για άλλες που τελικά ο συγγραφέας μας τις δίνει, έστω προσωπικά ή και μερικά. Ερωτήσεις για την ταυτότητα και τι συγκροτεί, δηλαδή για το χθες και το σήμερα αλλά και για το μέλλον: το ατομικό, της Ελλάδας, των Βαλκανίων και των λαών τους, τι μας χωρίζει και τι μας συνδέει, πόσο μοιάζουμε και που διαφέρουμε με τους άλλους Βαλκάνιους, το νόημα του ταξιδεύειν και της ίδιας της ζωής, ο θάνατος και η αφύπνιση της γενιάς του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία ή της κρίσης στην Ελλάδα που μέσα από τις «αντανακλάσεις της λάμψης του τίποτα της έλαχε να σταθεί απέναντι στην Ιστορία και να τη λογαριάσει». 
Η γενιά του Γιώργου και δική μου, η γενιά μας και οι αγωνίες της. Η γειτονιά μας, τα Βαλκάνια, οι αντιφάσεις της και ο πλούτος που αυτές γεννούν μέσα στο ατέρμονο ταξίδι του χρόνου που περιέχει το ισόβιο ταξίδι της ζωής και τα επιμέρους ταξίδια, όσα προλάβουμε. Οι Βαλκανευτές είναι ένα από αυτά τα ταξίδια και η ανάγνωση τους είναι ένα ακόμη ταξίδι και μαζί μια πρόσκληση και μια πρόκληση στην ατομική αυτογνωσία μέσα από την αυτογνωσία μας ως μέρους ενός ευρύτερου γεωγραφικού και πολιτισμικού, ρευστού μα υπαρκτού κόσμου. Διότι τελικά είναι βέβαιο πως η απόληξη και ο στόχος είναι πάντα η μεγάλη εικόνα. Παραφράζοντας τον Γκράμσι: είναι δοσμένο πως η κατάληξη είναι το διεθνές, όμως το σημείο αφετηρίας είναι πάντα εθνικό κι απ’ αυτό οφείλουμε να ξεκινάμε. Στο τέλος πάντα γυρνάμε στην Ιθάκη, όμως η αυτογνωσία έρχεται με τον ζειν και την περιπλάνηση, γιατί τελικά «το να ζεις σε μικρό κομμάτι γης είναι αιχμαλωσία»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου