Του Slavοj Zizek
Μετάφραση: Σάκης Στεργενάκης
Ο Ρότζερ Ίμπερτ είπε κάποτε ότι μια ταινία είναι τόσο καλή όσο ο “κακός” της. Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι επικείμενες εκλογές των ΗΠΑ θα είναι καλές δεδομένου ότι ο “κακός” (Ντόναλντ Τραμπ) είναι σχεδόν ο ιδανικός κακός; Ναι, αλλά υπό μια πολύ προβληματική έννοια.
Για τη φιλελεύθερη πλειοψηφία, οι εκλογές του 2016 αποτελούν μια ξεκάθαρη επιλογή: ο Τραμπ είναι γελοίος, υπερβολικός και χυδαίος. Εκμεταλλεύεται τις χειρότερες ρατσιστικές και σεξιστικές προκαταλήψεις μας, έτσι που μεγάλα ονόματα των Ρεπουμπλικάνων τον εγκαταλείπουν μαζικά. Αν ο Τραμπ παραμείνει ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, θα έχουμε πραγματικά «ευχάριστες εκλογές». Παρ’ όλα τα προβλήματα μας και τους μικρούς μας τσακωμούς, όταν υπάρχει πραγματική απειλή για τις βασικές δημοκρατικές μας αξίες, ενωνόμαστε, ακριβώς όπως έκανε η Γαλλία μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις.
Αλλά αυτή η άνετη δημοκρατική συναίνεση θα πρέπει να ανησυχεί την Αριστερά. Θα πρέπει να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να στρέψουμε το βλέμμα στους εαυτούς μας. Ποια είναι η ακριβής σύσταση αυτής της ευρύχωρης δημοκρατικής ενότητας;
Όλοι είναι εκεί, από τους τραπεζίτες της Wall Street μέχρι τους υποστηρικτές του Μπέρνι Σάντερς και τους βετεράνους του κινήματος Occupy, από τις μεγάλες επιχειρήσεις μέχρι τα συνδικάτα, από βετεράνους του στρατού μέχρι ακτιβιστές του LGBT + (ΛΟΑΤ), από τουςοικολόγους, φρικαρισμένους από την άρνηση του Τραμπ για την υπερθέρμανση του πλανήτη, και τις φεμινίστριες, περιχαρείς με την προοπτική της πρώτης γυναίκας προέδρου, μέχρι τις “αξιοπρεπείς” προσωπικότητες του ρεπουμπλικανικού κατεστημένου, τρομοκρατημένες από την ανεπάρκεια και τις ανεύθυνες «δημαγωγικές» προτάσεις του Τραμπ.
Αυτή ακριβώς η ανεπάρκεια έχει καταστήσει τη θέση του μοναδική. Ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο έλληνας πρώην υπουργός Οικονομικών, παρατηρεί σε ένα προσωπικό e-mail που μου έστειλε:
“Μετά το Ορλάντο, βγήκε θερμός και ασαφής σχετικά με τα θύματα ΛΟΑΤ, με τρόπο που κανένας άλλος Ρεπουμπλικανικός δεν θα τολμούσε. Επίσης, είναι ευρέως γνωστό ότι δεν είναι “πιστός” χριστιανός και ότι λέει ότι είναι για το θεαθήναι, και λέγοντας “ευρέως γνωστό” εννοώ ότι αυτό είναι γνωστό από τις … χριστιανικές σέχτες που συνθέτουν το φονταμενταλιστικό μέτωπο στις ΗΠΑ . Τέλος, η θέση του σχετικά με την άμβλωση είναι εδώ και δεκαετίες φιλελεύθερη και είναι, και πάλι, ευρέως γνωστό, ότι ο ίδιος δεν ευνοεί την κατάργηση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Roe κατά Wade (Σ.τ.μ. σχετικά με το δικαίωμα στην άμβλωση). Με λίγα λόγια, ο Τραμπ έχει καταφέρει να αλλάξει την πολιτιστική πολιτική του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για πρώτη φορά από την εποχή του [Ρίτσαρντ] Νίξον. Με την υιοθέτηση μιας άξεστης, μισογυνιστικής, ρατσιστικής γλώσσας έχει καταφέρει να απελευθερώσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα από την παραδοσιακή εξάρτησή του από τον φονταμενταλιστικό, τον ομοφοβικό και τον κατά των αμβλώσεων ιδεολογικό ζουρλομανδύα. Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη αντίφαση που μόνο ένας οπαδός του Χέγκελ μπορεί να συλλάβει!”
Η αναφορά του στον Χέγκελ είναι δικαιολογημένη. Το χυδαίο ρατσιστικό και μισογυνιστικό στυλ του Τραμπ είναι αυτό που του επέτρεψε να υπονομεύσει το ρεπουμπλικανικό συντηρητικό-φονταμενταλιστικό δόγμα. Ο Τραμπ δεν είναι απλά ο υποψήφιος των συντηρητικών φονταμενταλιστών. (Είναι ίσως μια ακόμα μεγαλύτερη απειλή γι’ αυτούς από ό,τι οι “ορθολογιστές” μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνοι). Το παράδοξο είναι, ως εκ τούτου, ότι μέσα στον ιδεολογικό χώρο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ο Τραμπ κατάφερε να υπονομεύσει τον φονταμενταλιστικό πυρήνα του μέσω των ρατσιστικών και σεξιστικών λαϊκιστικών χυδαιοτήτων μόνο.
Η πολυπλοκότητα αυτή, βεβαίως, εξαφανίζεται στην συμβατική αριστερή-φιλελεύθερη δαιμονοποίηση του Τραμπ. Γιατί; Για να το δούμε αυτό, πρέπει να στρέψουμε και πάλι το βλέμμα μας προς την κατεύθυνση της συναίνεσης για την Χίλαρι Κλίντον.
Η λαϊκή οργή που γέννησε τον Τραμπ γέννησε επίσης τον Σάντερς. Και οι δυο εκφράζουν την ευρεία κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια, αλλά το κάνουν με αντίθετους τρόπους – ο ένας χρησιμοποιώντας το δεξιό λαϊκισμό και ο άλλος επιλέγοντας το αριστερό αίτημα για δικαιοσύνη. Και εδώ είναι η παγίδα: το αριστερό αίτημα για δικαιοσύνη τείνει να συνδυάζεται με τους αγώνες για τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλόφιλων, για την πολυπολιτισμικότητα και κατά του ρατσισμού.
Ο στρατηγικός στόχος της συναίνεσης Κλίντον είναι να διαχωρίσει ξεκάθαρα όλους αυτούς τους αγώνες από το αριστερό αίτημα για δικαιοσύνη. Και για αυτόν τον λόγο, το ζωντανό σύμβολο αυτής της συναίνεσης είναι ο Τιμ Κουκ. Ο Κουκ, Διευθύνων Σύμβουλος της Apple, υπέγραψε με υπερηφάνεια μια επιστολή υπέρ των ΛΟΑΤ, απευθυνόμενη στον κυβερνήτη της Βόρειας Καρολίνας Πατ ΜακΚρόρι και μπορεί πλέον πολύ εύκολα να ξεχάσει τις εκατοντάδες χιλιάδες των εργαζομένων της Foxconn στην Κίνα που εργάζονται στη συναρμολόγηση προϊόντων της Apple σε συνθήκες σκλαβιάς.
Την έκανε, άλλωστε, τη μεγάλη χειρονομία του αλληλεγγύης προς τους μη προνομιούχους απαιτώντας την κατάργηση του διαχωρισμού για τις τουαλέτες βάσει φύλων.
Αν ο Κουκ είναι ένα ζωντανό σύμβολο αυτής της συναίνεσης, η Μαντλίν Ολμπράιτ, η πρώτη γυναίκα που έγινε υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ , είναι μια άλλη εκδοχή. Στην εκπομπή “60 Λεπτά” του CBS (12η Μαΐου, 1996), η Ολμπράιτ ρωτήθηκε για τον πόλεμο του Ιράκ: «Έχουμε ακούσει ότι μισό εκατομμύριο παιδιά έχουν πεθάνει. Θέλω να πω, ότι είναι περισσότερα παιδιά από όσα έχασαν τη ζωή τους στη Χιροσίμα. Και, αλήθεια, το τίμημα αξίζει τον κόπο; ”
Η Ολμπράιτ ήρεμα απάντησε: «Νομίζω ότι αυτή είναι μια πολύ σκληρή επιλογή, αλλά το τίμημα… νομίζουμε ότι το τίμημα αξίζει τον κόπο.”
Ας αγνοήσουμε τα περισσότερα από τα ζητήματα που εγείρει αυτή η απάντηση (συμπεριλαμβανομένης της ενδιαφέρουσας μετατόπισης από το «εγώ» στο «εμείς»: Εγώ νομίζω ότι είναι μια δύσκολη επιλογή, αλλά εμείς θεωρούμε ότι το τίμημα αξίζει τον κόπο) και να επικεντρωθούμε σε μια μόνο πτυχή: Μπορούμε να φανταστούμε τι κόλαση θα γινόταν αν η ίδια απάντηση δινόταν από κάποιον σαν τον Βλαντιμίρ Πούτιν ή τον κινέζο Πρόεδρο Ζι Τζινπίνγκ ή τον ιρανό Πρόεδρο; Δεν θα καταγγελλόταν αμέσως σε όλα τα πρωτοσέλιδά μας ως ψυχρό και αδίστακτο τέρας;
Υποστηρίζοντας την καμπάνια για την Κλίντον, η Ολμπράιτ, δήλωσε: «Υπάρχει μια ξεχωριστή θέση στην κόλαση για τις γυναίκες που δεν βοηθούν η μία την άλλη.” (Που σημαίνει: γυναίκες που ψηφίζουν Σάντερς αντί της Κλίντον). Ίσως θα έπρεπε να τροποποιήσουμε αυτή τη δήλωση. Υπάρχει μια ξεχωριστή θέση στην κόλαση για τις γυναίκες-και τους άνδρες- που θεωρούν ότι μισό εκατομμύριο νεκρά παιδιά είναι ένα ανεκτό τίμημα για μια στρατιωτική επέμβαση που καταστρέφει μια χώρα, ενώ υποστηρίζουν ολόψυχα τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλόφιλων στην πατρίδα.
Ο Tραμπ δεν είναι το βρώμικο νερό που θα πρέπει να πεταχτεί έξω για να διατηρηθεί ασφαλές το υγιές μωρό της δημοκρατίας των ΗΠΑ. Αυτός είναι το βρώμικο μωρό που πρέπει να πεταχτεί έξω για να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι έχουμε πια απαλλαγεί από τη βρωμιά, δηλαδή, για να να ξεχάσουμε τη βρωμιά που μένει, τη βρωμιά που κρύβεται κάτω από τη συναίνεση για τη Χίλαρι.
Το μήνυμα αυτής της συναίνεσης προς την Αριστερά είναι: Μπορείτε να πάρετε τα πάντα, εμείς θέλουμε απλώς να κρατήσουμε τα βασικά, την απρόσκοπτη λειτουργία του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, το «Ναι, μπορούμε» του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα αποκτά νέο νόημα: «Ναι, μπορούμε να σας παραχωρήσουμε όλες τις πολιτιστικές σας απαιτήσεις, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η παγκόσμια οικονομία της αγοράς – έτσι δεν υπάρχει καμία ανάγκη για ριζικά οικονομικά μέτρα».
Ή, όπως το έθεσε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Βερμόντ Τοντ ΜακΓκόουαν (Todd McGowan), σε μια ιδιωτική επικοινωνία που είχαμε: «Η συναίνεση των «ορθολογιστών ανθρώπων» που αντιτίθενται στον Τραμπ είναι τρομακτική. Είναι σαν οι υπερβολές του να δίνουν την άδεια στην πραγματική παγκόσμια καπιταλιστική συναίνεση να αναδυθεί και να συγχαίρουν τους εαυτούς τους για το ανοικτό μυαλό τους”.
Αυτός είναι ο λόγος που ο ιδρυτής των WikiLeaks Τζούλιαν Ασάνζ έχει δίκιο στη σταυροφορία του εναντίον της Κλίντον, και οι φιλελεύθεροι, που τον επικρίνουν για τις επιθέσεις εναντίον του μόνου πρόσωπου που μπορεί να μας σώσει από τον Τραμπ, κάνουν λάθος: Αυτό κατά του οποίου πρέπει να επιτεθούμε και να υπονομεύσουμε τώρα είναι αυτή ακριβώς η δημοκρατική συναίνεση κατά του κακού.
Και τι γίνεται με τον καημένο τον Μπέρνι Σάντερς; Δυστυχώς, ο Τραμπ έπεσε διάνα όταν συνέκρινε την υποστήριξη του Σάντερς στην Κλίντον με έναν οπαδό του Occupy που υποστηρίζει την Goldman Sachs. Ο Σάντερς πρέπει να αποσυρθεί και να παραμείνει σιωπηλός με αξιοπρέπεια, έτσι ώστε η απουσία του να βαρύνει στους πανηγυρισμούς της Κλίντον, υπενθυμίζοντάς μας τι λείπει και, με αυτόν τον τρόπο, διατηρώντας τον χώρο ανοιχτό για πιο ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις στο μέλλον.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο In These Times, στις 24 Αυγούστου 2016.
Πηγή: pass-world.gr