του Γιώργου Τσιάρα
Δυστυχώς Ή ευτυχώς, είναι γραφτό όλοι οι έρωτες αργά ή γρήγορα να πεθαίνουν -όχι μόνον αυτοί της σάρκας, αλλά και οι βαθύτεροι, εκείνοι του μυαλού. Σήμερα λοιπόν, έχοντας μόλις επιστρέψει από τις σύντομες διακοπές μου στο Αιγαίο, θα σας περιγράψω όσο γίνεται πιο αντικειμενικά και αποστασιοποιημένα τον αργό και βασανιστικό θάνατο ενός δικού μου πολιτικού πάθους –του παθιασμένου έρωτά μου με την «Μπολιβαριανή Επανάσταση» της Βενεζουέλας και κατ’ επέκταση με ολόκληρη τη λατινοαμερικανική Αριστερά, τη μοναδική -τολμώ να πω- πραγματική αριστερή δύναμη ανατροπής παγκοσμίως σ’ αυτήν τη γενικώς... μαύρη για τους περισσότερους λαούς, σε ιδεολογικό αλλά και πρακτικό επίπεδο, τελευταία εικοσαετία των μεγάλων υποχωρήσεων και των αβάσταχτων συμβιβασμών.
Οπως συνέβη και σε εκατομμύρια άλλους αριστερούς σε όλο τον κόσμο, οι σπόροι αυτού του έρωτα φυτεύτηκαν ήδη με την εκλογή του Ούγκο Τσάβες στην προεδρία το 1998 –και του Λούλα στη Βραζιλία τρία χρόνια αργότερα– αλλά καρποφόρησαν στις 11 Απριλίου του 2002, όταν ο φτωχός λαός της Βενεζουέλας βγήκε σαν μια γροθιά στους δρόμους και ακύρωσε μέσα σε 48 ώρες το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα της ντόπιας και ξένης ολιγαρχίας. Ενα αποτυχημένο πραξικόπημα που είχε μεν βασικό υποκινητή τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους τζούνιορ και τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, που εύλογα ανησυχούσαν για την απώλεια της πλούσιας σε μαύρο χρυσό «πίσω αυλής τους», αλλά επιστράτευσε ως φυσικούς αυτουργούς ολόκληρο το πλουτοκρατικό «βαθύ κράτος» της χώρας –το σάπιο πολιτικό σύστημα, τους στρατηγούς, τους δικαστές, τα ΜΜΕ– και το οποίο φυσικά βασίστηκε από την πρώτη στιγμή στην τυφλή στήριξη όλων των κυβερνήσεων και των μεγάλων εφημερίδων και καναλιών τού δήθεν «δημοκρατικού» κόσμου: των ίδιων δηλαδή κυβερνήσεων και ΜΜΕ που ουρλιάζουν σήμερα για τον... θάνατο της βενεσολάνικης δημοκρατίας στα χέρια του «δικτάτορα» Μαδούρο. Και βέβαια παραστάτες του ατυχούς εκείνου «γκόλπε ντ’ εστάδο» ήταν όλοι σχεδόν οι σημερινοί ηγέτες της «δημοκρατικής», τρομάρα της, αντιπολίτευσης, όπως ο Λεοπόλδο Λόπες και ο Ενρίκε Καπρίλες, όλοι αυτοί που σήμερα κόπτονται για τις χαμένες ελευθερίες του βενεσολάνικου λαού. Οπως έγραψε σε ένα σαρδόνιο «τουίτ» πριν από λίγες μέρες ο ελεύθερος πολιορκημένος του Λονδίνου, ο Τζούλιαν Ασάνζ, το μόνο που χρειαζόταν να κάνει ο Μαδούρο για να ικανοποιήσει τις δημοκρατικές αγωνίες των ΗΠΑ θα ήταν να... αντιγράψει το (ανύπαρκτο) Σύνταγμα της Σαουδικής Αραβίας ή κάποιας άλλης από τις δεκάδες αυταρχικές μοναρχίες και δικτατορίες -στενούς συμμάχους και εταίρους-πελάτες της «μαμάς Αμερικής»!
Με τη δύναμη του λαού του, λοιπόν, και κόντρα σε θεούς και δαίμονες, ο Τσάβες επέζησε του πραξικοπήματος, αλλά και της συντριπτικής για την οικονομία απεργίας στον πετρελαϊκό κλάδο το 2003, και όχι μόνον εδραιώθηκε στην εξουσία, αλλά και αναδείχτηκε φυσικός ηγέτης της λατινοαμερικάνικης Αριστεράς. Οι λυσσασμένοι επικριτές του προσπαθούν σήμερα να σας κάνουν να ξεχάσετε τα έργα και τις ημέρες του πραγματικού αυτού πολιτικού «πειρατή της Καραϊβικής», αλλά στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν δεν υπήρξε σημαντικός κοινωνικός δείκτης που να μη βελτιώθηκε κατακόρυφα χάρη στην Μπολιβαριανή Επανάσταση. Βασικά μιλάμε για το αντίθετο εφέ των δικών μας μνημονίων: τα ποσοστά της φτώχειας υποδιπλασιάστηκαν, η ανεργία σχεδόν εξαφανίστηκε, όπως και ο αναλφαβητισμός, η μέση ημερήσια πρόσληψη θερμίδων διπλασιάστηκε και η πρόσβαση της ώς τότε περιθωριοποιημένης πλειοψηφίας σε δωρεάν, πλέον, υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης έγινε κτήμα όλων.
Το σημαντικότερο; Μέσα από τη συνεχή του κόντρα με την Ουάσινγκτον και την ενίσχυση των εμπορικών και άλλων σχέσεων με άλλες προοδευτικές κυβερνήσεις που ξεφύτρωσαν τα υπέροχα εκείνα χρόνια στον λατινοαμερικάνικο κήπο των θαυμάτων, ανάμεσα στα ερείπια των δικτατοριών και των νεοφιλελεύθερων πειραμάτων, ο Τσάβες έκανε πράξη όλα όσα εμείς οι Ευρωπαίοι αριστεροί απλά αναμασάμε στις ατέρμονες μεταξύ μας συζητήσεις –περιορίζοντας τον ρόλο των ισχυρών κρατών και των υπερεθνικών επιχειρηματικών κολοσσών, διώχνοντας κλοτσηδόν τα πάσης φύσεως Ταμεία και ανακτώντας τον έλεγχο πολλών δημόσιων αγαθών από τον αδηφάγο ιδιωτικό τομέα. Στον ύπνο τους τον έβλεπαν οι νεοφιλελέδες όλου του κόσμου, ωσότου πέθανε πρόωρα από καρκίνο το 2013: τέτοιο αδιάκοπο «ματσούκι», τέτοια de facto ακύρωση του ψευδεπίγραφου «Τέλους της Ιστορίας», αλλά και τέτοια πηγή έμπνευσης για τα κινήματα σε όλο τον κόσμο δεν τα περίμεναν ποτέ οι ολιγάρχες ισχυροί της ηπείρου, αλλά και ολόκληρης της Γης.
Ομως μαζί με τα λουλούδια, ο μακαρίτης έσπειρε και τα ζιζάνια που σήμερα πνίγουν τη χώρα του -τα ίδια καταστροφικά άνθη του κακού που είδαμε να απλώνονται και στη Βραζιλία, την Αργεντινή και τα άλλα κέντρα της λατινοαμερικάνικης Ανοιξης. Το μπολιβαριανό μείγμα «σοσιαλισμού των τροπικών» και κρατικού καπιταλισμού που μαγείρεψε, ξίνισε γρήγορα, με τη μαύρη αγορά συναλλάγματος και βασικών αγαθών, τη γενικευμένη διαφθορά και την εγκληματικότητα να θεριεύουν. Δίπλα στην πάντα ισχυρή ολιγαρχία, που δεν σταμάτησε λεπτό να μηχανεύεται την με κάθε τίμημα ανατροπή του Τσάβες, μια νέα ηγετική τάξη «απαράτσικ» ανδρώθηκε, χρησιμοποιώντας τις εθνικοποιημένες «στρατηγικές» βιομηχανίες για προσωπικό πλουτισμό. Αντί να μειωθεί η οικονομική «μονοκαλλιέργεια» της εξάρτησης από το πετρέλαιο και να αποκτήσει η χώρα τη διατροφική και βιομηχανική αυτάρκεια που υποσχόταν ο «πρεζιντέντε», συνέβη το αντίθετο: μια δράκα σκληροπυρηνικών «τσαβίστας», ισχυρό ποσοστό των οποίων προέρχεται από τις ένοπλες δυνάμεις και τον κομματικό σωλήνα, βρέθηκε να ελέγχει τα πάντα, από τη διανομή των λιγοστών –και συνήθως εισαγόμενων– τροφίμων και φαρμάκων μέχρι τη διαχείριση των επιταγμένων εργοστασίων.
Ιδίως μετά τον θάνατο του αρχηγού, όταν το τιμόνι ανέλαβε ο ολίγιστος Μαδούρο, σε συνδυασμό βέβαια και με την (εν πολλοίς τεχνητή) πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου από το 2014 και μετά, που είχε εμφανή στόχο την αποσταθεροποίηση εξαρτημένων από το πετρέλαιο χωρών όπως η Βενεζουέλα, η Ρωσία και το Ιράν, η νέα αυτή ελίτ κατάφερε να σβήσει πολλά από τα κατορθώματα της χρυσής εποχής, οδηγώντας εκατομμύρια ανθρώπους στην πείνα και την ανέχεια και αμαυρώνοντας την κληρονομιά του Τσάβες. Και τώρα, με το νόμιμο, αλλά κάθε άλλο παρά ηθικό και δημοκρατικό, «θεσμικό πραξικόπημα» για την εκλογή της Συντακτικής Συνέλευσης και τη χρήση οπλισμένων παρακρατικών, αλλά ακόμη και του στρατού, για την καταστολή της αντιπολιτευτικής «εξέγερσης», η Βενεζουέλα πεινασμένη, ματωμένη και ρακένδυτη ακροβατεί κυριολεκτικά στο χείλος της αβύσσου.
Ολα αυτά φυσικά δεν μειώνουν σε τίποτε το μέγεθος της ευθύνης της ντόπιας Δεξιάς και των Αμερικανών (και δευτερευόντως των Ευρωπαίων) επικυρίαρχων στο εκτυλισσόμενο δράμα. Οπως σωστά είπε πριν από λίγες μέρες ο πρώην δήμαρχος του Λονδίνου και προσωπικός φίλος του Τσάβες, ο Κεν Λίβινγκστον, το μεγάλο λάθος του «πρεζιντέντε» ήταν πως όταν ήταν παντοδύναμος δεν «καθάρισε» την ολιγαρχία, δηλαδή τις 200 οικογένειες που εξακολουθούν να ελέγχουν μεγάλο μέρος του πλούτου της χώρας, χρηματοδοτώντας τις βίαιες συμμορίες της αντιπολίτευσης και ελέγχοντας –σε συνεργασία με διεφθαρμένους «τσαβίστας»– κρίσιμους τομείς, όπως η εισαγωγή και το εμπόριο των τροφίμων. Ομως όσο είναι λάθος να ξεχνάμε τις ευθύνες της καπιταλιστικής ελίτ στο όνομα κουρελιασμένων αστικών εννοιών όπως η «ελευθερία» και η «δημοκρατία», άλλο τόσο λάθος είναι να θάβουμε το κεφάλι μας στο χώμα και να κάνουμε πως δεν βλέπουμε την πραγματικότητα, στο όνομα ενός «δημοκρατικού σοσιαλισμού» που δεν είναι πια ούτε δημοκρατικός, ούτε σοσιαλισμός...
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου