Η πρωινή ομίχλη που κυριαρχούσε στην ύπαιθρο της Εμίλια-Ρομάνα είχε αγκαλιάσει τα μουντά προάστια της Φερράρα που μεσολαβούσαν κατά τη διαδρομή μας από το σιδηροδρομικό σταθμό στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Εκείνο το πρωινό κατέβηκαν μαζί με μας κι αρκετοί φοιτητές. Μάλιστα ένας κουβαλούσε από την Μπολόνια μια τεράστια μακέτα. Σχέδια κι όνειρα αποτυπωμένα σε συγκολλημένα κομμάτια που είχαν κοπεί από φθηνές χαρτόκουτες.
Μια μεγάλη για το μέγεθος της πόλης λεωφόρος μας έβγαλε στο Καστέλο Εστένσε όπου μια βαθιά κι ανοιχτή τάφρος προστάτευε τα θεόρατα τείχη με τους ψηλούς πύργους. Το κόκκινο χρώμα των παραθύρων μας ταξίδευε κατευθείαν στις μέρες του ιταλικού μεσαίωνα. Σου δινόταν η εντύπωση πως μες στην ομίχλη θα ξεπροβάλλουν τα άλογα ορμώμενα προς την πύλη του φρουρίου. Η κατασκευή του συγκεκριμένου οχυρό δεν είχε κάποιον αμυντικό χαρακτήρα καθώς οι εχθροί της πόλης είχαν λιγοστέψει. Ήταν δημιούργημα της οικογένειας του Μαρκήσιου Νικολό Β' Ντ' Εστέ για να προφυλάσσει τους ευγενείς συγγενείς του από την οργή του λαού. Αφορμή για την κατασκευή του υπήρξε ο ξεσηκωμός των κατοίκων της πόλης στις 3 Μαΐου του 1385 εξαιτίας των πλημμυρών αλλά και των φόρων που τους είχαν εξουθενώσει. Αφού πολιόρκησαν την παλιά έδρα των ευγενών της πόλης, τα έβαλαν με τον Τομάσο Ντα Τορτόνα θεωρώντας τον υπεύθυνο για τα δεινά που είχαν υποστεί. Η οργή του πλήθους ήταν τόσο έντονη που έθετε σε κίνδυνο όλα τα μέλη της αριστοκρατικής οικογένειας. Αμέσως τότε δόθηκε διαταγή να κληθεί σε δυσμένεια ο Τομάσο, ο οποίος αφού εξομολογήθηκε και μετάλαβε, παραδόθηκε στο πλήθος, που κυριολεκτικά τον έκανε κομμάτια. Για να αποφύγουν αντίστοιχο κίνδυνο σε επόμενες εξεγέρσεις, χτίστηκε το Καστέλο Εστένσε πάνω στα παλιά τείχη της πόλης. Υψώθηκαν νέοι πύργοι και στήθηκαν εναέριες γέφυρες που πρόσφεραν περισσότερη ασφάλεια στους ενοίκους του. Με τον καιρό, χτίστηκαν κι άλλα διαμερίσματα εντός του καθώς το φρούριο τέθηκε σε οριστική αμυντική αχρηστία. Η σημερινή του όψη προέρχεται από την τελευταία ανακαίνιση του κάστρου που πραγματοποιήθηκε μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά. Οι τελευταίες καταστροφές που υπέστη ήταν από τους βομβαρδισμούς του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και το σεισμό του 2012. Οι επιδιορθώσεις από τον πόλεμο άργησαν να πραγματοποιηθούν καθώς έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια για να υλοποιηθεί το πρόγραμμα "Το Κάστρο για την Πόλη" το οποίο ολοκλήρωσε τις σωστικές επεμβάσεις το 2006.
Ωστόσο αυτός ο σεισμός άφησε πολλές πληγές πίσω του, οι οποίες δεν έχουν επουλωθεί ακόμα. Πολλά ιστορικά κτίρια παρέμεναν κλειστά κι άλλα καλυμμένα με σκαλωσιές όπως η περίτεχνη πρόσοψη του Καθεδρικού την οποία δυστυχώς δεν είχαμε την δυνατότητα να θαυμάσουμε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αρκεστούμε στα γραφικά σοκάκια της πόλης.
Από το φρούριο Εστένσε κατηφορίσαμε στην εβραϊκή συνοικία. Ένας ζωντανός πεζόδρομος γεμάτος καφετέριες και μικρά καταστήματα, μας καλημέριζε καθώς βαδίζαμε προς την παλιότερη οδό της πόλης, την Via delle Volte. Μακριά από τους θορύβους της πόλης και τα κορναρίσματα, και περιπλανώμενοι από πέτρινα ντουβάρια και τοξωτές καμάρες με μικρά παραθυράκια, ταξιδέψαμε πίσω στο χρόνο. Ο ήλιος που είχε ήδη πάρει ύψος, ξεχυνόταν πάνω από τα κεραμίδια, δημιουργώντας μια ονειρική ατμόσφαιρα καθώς οι ακτίνες του έσπαγαν τα τελευταία ίχνη της ομίχλης. Μικρές γλαστρούλες με πολύχρωμα λουλούδια έσπαγαν την κυριαρχία της πέτρας ενώ τα παρκαρισμένα ποδήλατα έξω από τις πόρτες χρησίμευαν ως διακοσμητικά στοιχεία για φωτογραφίσεις.
Η πόλη ξυπνούσε σιγά σιγά. Η γειτονιά με το πανεπιστήμιο γέμιζε φωνές φοιτητών ενώ κοντά στα μεσαιωνικά τείχη είχαν απλώσει τις πραμάτειες τους διάφοροι περιπλανώμενοι έμποροι.
Εισχωρώντας στη ροή του κόσμου μπαίνοντας διακριτικά στη καθημερινότητά τους. Με αυτόν τον τρόπο θαυμάσαμε τα πιο καλοδιατηρημένα μεσαιωνικά τείχη της Ιταλίας και περάσαμε κάτω από τις μεγάλες πόρτες που συνέδεαν κάποτε την πόλη με την υπόλοιπη χώρα.
Ακολουθώντας μια παρέα φοιτητών φτάσαμε στο Παλάτσο Ντέι Ντιαμάντι το οποίο ξεχωρίζει με την κατάλευκή του πρόσοψη απ την οποία προεξέχουν τριγωνικές κορυφές που δίνουν το σχήμα πολλών παραταγμένων διαμαντιών. Η περιέργειά μας όμως μας οδήγησε λίγο ακόμη πιο πάνω, όπου βρίσκεται ο San Cristoforo alla Certosa, ένα πανέμορφο μοναστηριακό συγκρότημα το οποίο σήμερα λειτουργεί ως νεκροταφείο. Ο πανύψηλος ναός, κλειστός λόγω αποκαταστάσεων, λειτουργούσε ως φρουρός των ψυχών που αναπαύονται στη σκιά του. Οι στοές και τα γύρω κτίσματα κουβαλούν μια αιώνια ήρεμη αρμονία που δημιουργούν την ανάγκη στο να περιπλανηθούν οι επισκέπτες άσκοπα στα καταπράσινα μονοπάτια του νεκροταφείου.
Κατά το απόγευμα επιστρέψαμε στην κεντρική πλατεία, κουρασμένοι από το ολοήμερο περπάτημα στην πόλη. Ήταν η στιγμή που στα γύρω στενά κυριαρχούσαν με τη μουσική τους τα μπαράκια, προσκαλώντας κατοίκους κι επισκέπτες να απολαύσουν τη βραδιά τους εκεί. Μέσα σ' αυτά ανήκει και η παλιότερη μπυραρία του κόσμου που είχε ξεκινήσει να προσφέρει τις υπηρεσίες της από το 1435, η Al Brindisi. Αμέσως μου ήρθαν στο μυαλό εικόνες που πιθανότατα εκτυλίχθηκαν εκεί τρία χρόνια μετά το άνοιγμά της. Μέσα σ' αυτό το μικρό μπαράκι να βρίσκονται μαζεμένοι Ιταλοί κι Έλληνες διανοητές συζητώντας για την Σύνοδο της Φερράρα, της οποίας οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν στον Καθεδρικό του Αγίου Γεωργίου.
Λίγο πριν την έλευση της νύχτας, απολαύσαμε ένα εντυπωσιακό ηλιοβασίλεμα από τα μεσαιωνικά τείχη και θαυμάσαμε ένα βαρύ μπλε πέπλο που σκέπασε τις οροφές των σπιτιών λίγο πριν μαυρίσει για τα καλά ο ουρανός. Τα ερυθρά φώτα των δρόμων, αναβίωναν κατά έναν περίεργο τρόπο τις μεσαιωνικές νύχτες της Φερράρα, δίνοντας τη ψευδαίσθηση πως ανά πάσα στιγμή από κάποιο στενό θα ακουστούν καλπασμοί ή θα εμφανιστούν φιγούρες τους παρελθόντος.
Επιστρέφοντας προς τον σταθμό, η πόλη άρχισε σταδιακά να κρύβεται μέσα στο σκοτάδι, σαν να προσπαθούσε να σβήσει την αδιάφορη όψη της, δίνοντας μ' αυτόν τον τρόπο την δυνατότητα στους επισκέπτες να κρατήσουν μόνο την μεσαιωνική αύρα του ιστορικού της κέντρου.
Έφυγα από την Φερράρα με μια μικρή πίκρα. Από την μια γνωρίσαμε μια πανέμορφη καλοδιατηρημένη πόλη αλλά από την άλλη τα σημαντικότερα στολίδια της ήταν κρυμμένα στις σκαλωσιές. Ίσως αυτό να γίνει αφορμή για μια ακόμη μελλοντική επίσκεψη στη συγκεκριμένη πόλη.