Τετάρτη 27 Μαρτίου 2019

Ο Διερμηνέας



Μετά από ένα κενό δύο σχεδόν βδομάδων επισκέφθηκα ξανά τις σκοτεινές αίθουσες για να απολαύσω ένα φεστιβαλικό διαμαντάκι, το οποίο κι αυτό μας συστήθηκε διακριτικά και ταπεινά. Ο Διερμηνέας που προβάλλεται μόνο σε Άστυ και Πτι-Παλαί, είναι ένα γλυκόπικρο οδοιπορικό δυο ηλικιωμένων ανθρώπων που αποφασίζουν μαζί να σκαλίσουν το παρελθόν προσπαθώντας να φτάσουν στο σημείο που οι διαφορετικές τους ιστορίες είχαν αλληλεπιδράσει. Μνήμες, συζητήσεις, συγκινήσεις, πόνος αλλά και σεβασμός, δένουν όμορφα στα καταπράσινα πλάνα που προσφέρει η ύπαιθρος της Σλοβακίας.
Χωρίς χρονοτριβές, ο σκηνοθέτης μας τοποθετεί κατευθείαν στην ουσία της ιστορίας. Ένας υπέργηρος μεταφραστής επισκέπτεται την Βιέννη για να βρει και να δολοφονήσει έναν αξιωματικό των SS που εκτέλεσε τους γονείς του κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τελικά όμως συναντάει τον γιο του, έναν σχεδόν συνομήλικό του άνδρα, ο οποίος διατηρεί ένα νεανικό κι ανέμελο ύφος. Η πρώτη τους συνάντηση θα έχει επεισοδιακή κατάληξη. Όμως θα σταθεί αφορμή για τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης φιλίας που θα τους οδηγήσει στην σλοβακική ενδοχώρα μετά την απόφαση του Αυστριακού να ανακαλύψει τη δολοφονική δράση του πατέρα του σε μια κατεχόμενη χώρα.
Περιπλανώμενοι από πόλη σε πόλη θα συναντήσουν διάφορους ανθρώπους που ο καθένας κουβαλάει τη δική του ιστορία, άλλες φορές ενδιαφέρουσα κι άλλες παγερά αδιάφορη. Μέσα σ' αυτούς θα συζητήσουν και με απογόνους προσώπων που συμμετείχαν στα σημαντικά γεγονότα του πολέμου. Το τελικό συμπέρασμα που βγαίνει μετά από μια σειρά διαλόγων κι αποκαλύψεων είναι πως οι πληγές όχι μόνο δεν έχουν κλείσει αλλά εξακολουθούν να στοιχειώνουν και τις επόμενες γενιές. Μαζί με τον πόνο κληρονομείται άτυπα κι η ενοχή. Όταν ρωτάνε τον υπέργηρο μεταφραστή, τι δουλειά έχει με έναν ναζί, εκείνος θα υπερασπιστεί τον νέο του φίλο με τα επιχειρήματα πως δεν υποστηρίζει τις ιδέες του πατέρα του και πως δεν γνωρίζει τις φρικαλεότητες του πράξεών του.
Το σημαντικότερο για μένα στοιχείο της ιστορίας είναι οι διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες των δυο πρωταγωνιστικών προσώπων. Οι δυο ηλικιωμένοι φίλοι εκπροσωπούν επιτυχώς δυο κοινωνικές ομάδες που πορεύονται στην ίδια γραμμή με διαφορετική όμως ταχύτητα. Από την μια έχουμε τους φύλακες της μνήμης που προσπαθούν να περισώσουν ότι έχουν συλλέξει απ'το παρελθόν έπειτα από θυσίες αρκετών όμορφων στιγμών και χαρών από την καθημερινότητά τους κι από την άλλη έχουμε ένα παράδειγμα της κοινωνίας που χάνεται στην άχρωμη κι απρόσωπη μάζα λόγω άγνοιας κι αδιαφορίας. Ζουν ξέφρενα προσπαθώντας να καλύψουν το ενοχικό τους σύνδρομο και να κρυφτούν από ένα παρελθόν που τον κυνηγά. Είναι άραγε η δειλία ή η ευθυνοφοβία που του αποτρέπει να κοιτάξουν την αλήθεια κατάματα; Όταν όμως κάποιοι παίρνουν την απόφαση να κοιτάξουν πίσω, γνωρίζουν πολύ καλά πως γυρισμός δεν υπάρχει. Η ζωή που μέχρι πρότινος έκαναν γκρεμίζεται κάτω από τα πόδια τους κι ένας νέος κόσμος ξεπροβάλλει. Πιο σκληρός, πιο ειλικρινής αλλά σίγουρα πιο αληθινός. Στη συγκεκριμένη ιστορία παρακολουθούμε το γκρέμισμα ενός υλιστικού κόσμου και την αναγέννηση μιας νέας προσωπικότητας.
Με σταθερά βήματα ξεσκεπάζεται το μαρτυρικό παρελθόν των κατατρεγμένων κατοίκων της Σλοβακίας από τους ναζί μέσα από ντοκουμέντα, φωτογραφίες, τα κείμενα από την αλληλογραφία πατέρα-γιου αλλά κι από τις μαρτυρίες απογόνων. Εβραίοι που σφάχτηκαν, Σλοβάκοι που εκτελέστηκαν επειδή προστάτευσαν άμαχους συνανθρώπους τους και πολιτοφύλακες που κάρφωναν για να συγκεντρώσουν τον πλούτο των κατατρεγμένων.
Τα λόγια που ακούγονται σε πολλούς διαλόγους είναι τρυφερά κι ανθρώπινα, σπάζοντας τις σκληρές αποκαλύψεις που ξεπηδούν. "Τελικά τι είναι πιο δύσκολο; Να είσαι γιος θύματος ή δολοφόνου;" ρωτάει ο Αυστριακός την κόρη του διερμηνέα φίλου του, μετά από δική της λεκτική επίθεση. "Όλοι οι τότε φίλοι μου έχουν πια πεθάνει. Δεν έχω κανέναν για παρέα" ομολογεί με πόνο ένα γεροντάκι που υπήρξε εκείνα τα χρόνια πολιτοφύλακας αποκτώντας μια πλούσια περιουσία από τους Εβραίους που εκτελέστηκαν. "Τους έβλεπα να τους τουφεκίζουν και πονούσα αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι". Μπορεί η φωνή του να είναι αθώα αλλά δεν διακρίνεται κάποιο ίχνος μεταμέλειας. Η συγχώρεση όμως έρχεται από τον Σλοβάκο διερμηνέα που ενώ πονάει μ' αυτά που ακούει εξακολουθεί να τον ταΐζει ευλαβικά στο στόμα.
Πέρα από τις αποκαλύψεις που γίνονται σταδιακά, ο σκηνοθέτης προσπάθησε να προσθέσει κι αρκετούς συμβολισμούς στο έργο του. Κάποιοι ήταν καλοί αλλά σε αρκετούς προσέδωσε περισσότερο μελό απ' όσο χρειαζόταν, μ' αποτέλεσμα να τους κάψει. Όμως μια σκηνή με συντάραξε πολύ. Κάπου στα μισά του ταξιδιού, οι δυο φίλοι τσακώνονται κι ο διερμηνέας αποφασίζει να επιστρέψει στη Μπρατισλάβα. Ο Αυστριακός τον προλαβαίνει στον σταθμό και του εκμυστηρεύεται ένα κομμάτι του παρελθόντος του. Είναι το πρώτο του άνοιγμα κι η αρχή του προσωπικού του ταξιδιού προς την αυτογνωσία. Ο διερμηνέας ενώ είναι αποφασισμένος να φύγει, θα μαλακώσει όταν το βλέμμα του πέφτει πάνω σε δυο μαυροφορεμένες γυναίκες, φαντάσματα του παρελθόντος που προσπαθούν να τον πείσουν πως ο ρόλος του σ' αυτό το ταξίδι είναι σημαντικός. Αυτά τα πρόσωπα του έδωσαν τη δύναμη και την όρεξη που χρειαζόταν για να συνεχίσει.
Οι ερμηνείες των δυο πρωταγωνιστών είναι εξαιρετικές κι η χημεία που σχηματίζεται μεταξύ τους σπάνια κι απολαυστική. Σιγά σιγά ξεδιπλώνουν τις πτυχές των προσωπικοτήτων τους καλύπτοντας με έξυπνο τρόπο τα κενά διαστήματα του ταξιδιού.
Επίσης τα ντοκουμέντα που παρουσιάζονται φανερώνουν μια αξιόλογη μελέτη του παρελθόντος. Όμως θα ήθελα περισσότερες αναφορές στο παρελθόν για δύο λόγους. Πρώτον, για να γίνει η ταινία από μόνη της μια προστατευτική κάψουλα μνήμης και δεύτερον για να γίνει σε όλους μας φανερό ο κοινός πόνος που προκάλεσε ο ναζισμός στους λαούς της Ευρώπης. Αν δινόταν περισσότερη έμφαση στα ιστορικά ντοκουμέντα και λιγότερη στις ανοησίες του Αυστριακού, θα είχαμε ένα πραγματικά εξαιρετικό και σπάνιο έργο.
Παρ' όλα αυτά, ο Διερμηνέας είναι ένα γλυκόπικρο οδοιπορικό στο οποίο ζυγίζονται ευγενικά οι συγκρούσεις του παρελθόντος, ωθώντας τους δυο πρωταγωνιστές στο να αναθεωρήσουν αρκετά στοιχεία της ζωής τους αλλά και του τρόπου σκέψης τους.

Βαθμολογία: 7/10

2 σχόλια:

  1. Νίκος Διαμαντόπουλος29 Μαρτίου 2019 στις 4:52 μ.μ.

    Ωραία παρουσίαση/ανάλυση.
    Θα διαφωνήσω (λίγο, όχι πολύ) με το σχόλιο για τις ανοησίες ('χαζομάρες' στο fb σχόλιό σου) του Αυστριακού : θαρρώ πως ο σκηνοθέτης, σκιαγραφώντας έναν κάπως τρελιάρη τύπο, εξισορροπεί την έντονα «στεγνή» προσωπικότητα του Σλοβάκου. Ούτως ή άλλως η ταινία, μάλλον εξ ορισμού, δεν θέλει να κατέβει πολύ βαθιά, στα νερά της βαριάς τραγικότητας. Ας είναι.
    Δεν ξέρω, επίσης, αν πρόσεξες ποιος είναι ο ηθοποιός που υποδύεται τον Άλι, τον Σλοβάκο : είναι ο Γίρζι Μέντσελ, ο φοβερός και τρομερός σκηνοθέτης του τσεχοσλοβάκικου (κινηματογραφικού) Νέου Κύματος της 10ετίας του ΄60, ο δημιουργός της πιο φημισμένης από εκείνες τις ταινίες : "Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν".

    [Προσθέτω μια (ελάχιστη) διόρθωση : στη δεύτερη παράγραφο, κάπου στα μισά, γράφεις "...δημιουργία μιας ιδιαίτερης φιλίας που θα τους οδηγήσει στην σλοβενική ενδοχώρα μετά την απόφαση..." Προφανώς μιλάμε για τη σλοβάκικη όχι τη σλοβενική ενδοχώρα.

    Αυτά. Με εκτίμηση,
    Νίκος Διαμαντόπουλος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα σας,

      Σας ευχαριστώ πολύ για την επισήμανση του λάθους μου, το οποίο λογικά έγινε λόγω κεκτημένης ταχύτητας.
      Όσο για την διαφωνία μας, πράγματι ο δημιουργός ήθελε να παρουσιάσει με έντονο τρόπο το χάσμα των δυο προσώπων. Θα μπορούσε όμως να είχε δώσει λιγότερη διάρκεια στις ανοησίες του Αυστριακού. Σ' αυτές τις σκηνές η ταινία έκανε για μένα κοιλιά.
      Το ότι ο Σλοβάκος διερμηνέας είναι ο Γίρζι Μέντσελ το έμαθα αφότου είδα την ταινία. Δεν μου πέρασε καθόλου από το μυαλό ότι είναι ο γνωστός ουμανιστής Τσέχος σκηνοθέτης.

      Σας ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο σας,
      μ' εκτίμηση
      Γιώργος Χατζελένης

      Διαγραφή