Γνωρίζοντας πως το 'χω παρακάνει με το να χαρακτηρίζω αριστούργημα την κάθε ταινία του Ερίκ Ρομέρ, αναγκάστηκα να γίνω αυστηρός κριτής στην υπόλοιπη φιλμογραφία του. Όπως γίνεται φανερό μ' αυτήν την ανάρτηση, τελικά δεν τα κατάφερα στο εγχείρημά μου αυτό κι ο λόγος της αποτυχίας μου οφείλεται στο ότι πάντα βρίσκω κάτι στα έργα του που με κάνουν να τα λατρεύω. Και να λοιπόν που γράφω ένα ακόμη κείμενο για μια ακόμη ταινία αυτού του τόσο ιδιαίτερου Γάλλου δημιουργού. Έχοντας πια παρακολουθήσει αρκετές από τις ταινίες του, διαπίστωσα πως αυτό που μου κάνει ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση μαζί του, είναι πως ενθουσιάζομαι με την κάθε του δημιουργία για διαφορετικούς λόγους παρόλο που η θεματολογία με την οποία είχε πιαστεί σε όλη του την κινηματογραφική του πορεία, είναι η ίδια. Στο συγκεκριμένο έργο, με το οποίο ολοκληρώνεται η θεματολογία "Κωμωδίες και Παροιμίες", ο σκηνοθέτης δεν επικεντρώνεται μόνο στις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και στην επιρροή του αστικού τοπίου πάνω στη ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που το κατοικούν.
Η ιστορία μας περιορίζεται σε ένα νεόδμητο πλούσιο προάστιο του Παρισιού. Αρκετά χιλιόμετρα μακριά από το πολύβουο κέντρο της γαλλικής πρωτεύουσας, οι κάτοικοί του ζουν μια αρμονική καθημερινότητα χωρίς άγχος. Οι δημόσιες υπηρεσίες είναι τοποθετημένες σε κεντρικό σημείο μαζί με τις πανεπιστημιακές σχολές, το εμπορικό κέντρο και τους χώρους άθλησης και ψυχαγωγίας. Μ' αυτήν την άκρως εξυπηρετική οργάνωση, οι άνθρωποι που εργάζονται και ζουν εκεί συναντούν συνεχώς πρόσωπα φιλικά αλλά και πρόσωπα που θα 'θελαν να αποφύγουν. Το βασικότερο όμως χαρακτηριστικό αυτού του τρόπου ζωής είναι πως η ίδια η πόλη διαμορφώνει το πρόγραμμα και τις συνήθειες των κατοίκων της, οδηγώντας τους μ' έναν απίστευτα βολικό και πολυτελή τρόπο στη σύγχρονη μαζοποίηση.
Κομμάτι αυτής της απρόσωπης κοινωνίας είναι η Λέα, μια μοναχική κοπέλα που εργάζεται στο πολιτιστικό τμήμα του δήμου, μαρτυρώντας μ' αυτόν τον τρόπο τον πλούσιο εσωτερικό της κόσμο που κρύβεται πίσω από την αντικοινωνική της συμπεριφορά. Η υπόθεση της ταινίας ξεκινά όταν σε ένα μεσημεριανό της διάλειμμα θα γνωριστεί με την Μπλανς, μια πανέμορφη φοιτήτρια που της ζητάει να φάει μαζί της για να αποφύγει τυχόν ενοχλητικά φλερτ. Από τηβ αρχή της γνωριμίας, η νέα της φίλη αποδεικνύεται πιο διαχυτική και πιο πολυλογού. Οι δυο τους θα δεθούν αμέσως παρόλο που δεν έχουν πολλά κοινά σημεία.
Μέσα απ' αυτήν την φιλία, η Λέα θα εισχωρήσει στην άτυπη παρέα δύο ζευγαριών. Από τη μια είναι η Μπλανς με τον Φαμπιάν κι από την άλλη ο Αλεξάντρ με την Αντριάν. Το ενδιαφέρον στην όλη υπόθεση φουντώνει όταν αρχίζει να περιπλέκεται η κατάσταση ανάμεσα στα πέντε αυτά πρόσωπα. Η Λέα εκμυστηρευτεί στην Μπλανς το ενδιαφέρον της για τον Αλεξάντρ, τη στιγμή που αρχίζουν να φαίνονται διάφορα σημάδια που μαρτυρούν πως τα δυο ζευγάρια βρίσκονται στην πιο άσχημή τους φάση. Κάποια στιγμή η Μπλανς θα φύγει διακοπές με μια παρέα, λέγοντας στη Λεά πως μέσα σ' αυτούς βρίσκεται κάποιος που την ενδιαφέρει. Για να δικαιολογήσει την ατασθαλία της, εξηγεί στη φίλη της πως δεν είναι πια ερωτευμένη με τον Φαμπιάν δίνοντάς της το πράσινο φως να τον διεκδικήσει.
Καθώς οι μέρες περνούν, η Λέα βιώνει την μια απογοήτευση μετά την άλλη με τον Αλεξάντρ ενώ παράλληλα απολαμβάνει τη διακριτική προσέγγιση του Φαμπιάν. Η χημεία είναι έντονη και το παιχνίδι του φλερτ κάνει ακόμη και μας ως θεατές να χαμογελάμε αμήχανα στα κομπλιμέντα και στις προσπάθειες του Φαμπιάν να ρθει όλο και πιο κοντά της. Η ίδια παρόλο που βλέπει πως έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον Φαμπιάν, αρνείται να αφεθεί στη γοητεία του για λόγους ηθικούς, με τους φραγμούς της τελικά να πέφτουν τη στιγμή που η Μπλανς επιστρέφει. Κι εκεί αρχίζει το μεγάλο μπλέξιμο μεταξύ φίλων. Η Λέα πνίγει τα συναισθήματά της για τον Φαμπιάν, ο Φαμπιάν ταλαντεύεται επικίνδυνα χωρίς να ξέρει από που πρέπει να πιαστεί, ο Αλεξάντρ χωρίζει με την Αντριάν και την πέφτει στην Μπλανς κι η Μπλανς πρέπει να αποφασίσει με ποιον από τους δυο θέλει να συνεχίσει τη ζωή της. Κι αν σας μπερδεύω έτσι όπως τα γράφω, δε φταίω εγώ γι' αυτό αλλά η συμπλεγματική φύση των ανθρωπίνων σχέσεων.
Για μια ακόμη φορά, ο Ερίκ Ρομέρ μας προσφέρει ένα ειλικρινέστατο έργο το οποίο φτάνει στα όρια του αυθορμητισμού με τις υπέροχες ερμηνείες όλων των ηθοποιών. Όπως έχω γράψει και σε άλλα κείμενά μου για τα έργα του συγκεκριμένου σκηνοθέτη, απολαμβάνω τόσο πολύ το παίξιμο των προσώπων που νιώθω πως διεισδύω ως ένας "Μεγάλος Αδελφός" στην καθημερινότητα πραγματικών προσώπων. Μόνο λίγες φορές δεν έδεσα με τα πρόσωπα των ταινιών του Ερίκ Ρομέρ όπως στην "Πράσινη Ακτίνα" και στη "Γυναίκα του Αεροπόρου". Αντιθέτως εδώ ταυτίστηκα με όλους τους χαρακτήρες διότι απ' όλους είχα κάτι να πάρω και σε όλους διέκρινα μια πτυχή του εαυτού μου.
Στη συγκεκριμένη ταινία, ο κάθε χαρακτήρας είχε ένα από τα κυριότερα στοιχεία που συναντάμε στις σύγχρονες ανθρώπινες σχέσεις. Η Λέα εκπροσωπεί τους τελευταίους ρομαντικούς ανθρώπους που ασφυκτιούν στη σύγχρονη κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο πως το πολυτελέστατο διαμέρισμά της είναι άδειο από διακοσμητικά στοιχεία ενώ από τη τεράστια τζαμαρία της, η πόλη κάτω φαίνεται απελπιστικά έρημη. Με αυτόν τον τρόπο, ο Γάλλος σκηνοθέτης δείχνει πως η αντικοινωνικότητα της Λέας δεν την αφήνει να φανερώσει τον πλούσιο εσωτερικό της κόσμο στους άλλους. Εξάλλου, όσοι πηγαίνουν σπίτι της δεν μπορούν να ανακαλύψουν κάποιο στοιχείο για την προσωπικότητά της καθώς αντικρίζουν λευκούς άδειους τοίχους. Από την άλλη και για την Λέα, η ζωή της είναι τόσο μοναχική σαν την ερημιά που αντικρίζει έξω από το παράθυρό της. Μόνο όταν αρχίσει να ανοίγεται με τον Φαμπιάν, βλέπουμε να γεμίζει η καθημερινότητά της με κόσμο, όπως τα πλάνα της λίμνης που μου θύμισαν έντονα τους "Λουόμενους στην Ανιέρ" και την "Κυριακή στο Νησί Γκραντ" του Ζωρζ Σερά.
Κι αν η καθημερινότητα της Λέα είναι βαλτωμένη σ' αυτό το προάστιο του Παρισιού, για τον Αλεξάντρ και την Μπλανς είναι ονειρική καθώς απολαμβάνουν τις ανέσεις και την πολυτέλεια που τους προσφέρει το πλούσιοναστικό προάστιο. Χωρίς να κουράζονται έχουν ότι χρειάζονται στα πόδια τους και τους μένει άπλετος χρόνος για να φλερτάρουν με ότι κινείται. Οι δυο αυτοί χαρακτήρες είναι πιο επιφανειακοί τόσο πνευματικά όσο και συναισθηματικά. Η Μπλανς γνωρίζει πως είναι όμορφη μ' αποτέλεσμα να εναποθέτει την ερωτική της τύχη πάνω στην εμφάνισή της. Από την άλλη, ο Αλεξάντρ ξέροντας πως αρέσει στις γυναίκες, κάνει τα πάντα για να συλλέξει ερωτικές εμπειρίες αγνοώντας τα συναισθήματα αλλά και την ανασφάλεια των ανθρώπων με τους οποίους συναναστρέφεται. Η έξυπνη μαεστρία του Ερίκ Ρομέρ μας παρουσιάζει τα δυο αυτά πρόσωπα χωρίς κάποιο ίχνος κακίας πάνω τους. Αντιθέτως γίνονται και οι δυο συμπαθείς στο κοινό, ως δέσμιοι του ναρκισσισμού τους.
Απ'όλη την παρέα, ο2 Φαμπιάν είναι η πιο αινιγματική φιγούρα καθώς ανήκει κι αυτός στους τελευταίους ρομαντικούς του σύγχρονου τρόπου ζωής. Γνωρίζοντας όμως πως δεν μπορεί να επιβιώσει σε μια κοινωνία που δεν ανέχεται τους ευαίσθητους, κλειδώνεται στον εαυτό του, γίνεται κι αυτός με τη σειρά του απρόσιτος και συμβιβάζεται σε μια σχέση που διατηρεί για να καταπολεμά την ανασφάλειά του. Ξεκλειδώνεται μόνο όταν γνωρίσει την Λέα, αφήνοντάς μας να δούμε τον πραγματικό του εαυτό με τα χαρίσματα και τις αδυναμίες που τον κάνουν να είναι το πιο συμπαθητικό πρόσωπο της ιστορίας.
Ο "Φίλος της Φίλης μου" είναι ένας ύμνος στις συμβιβαστικές σχέσεις που βυθίζονται αργά στο τέλμα μιας μίζερης ρουτίνας. Είναι ένα σαρκαστικό ποίημα στους ανθρώπους που αφήνουν τη ζωή τους να κυλάει μέσα από τα χέρια τους είτε επειδή δεν έχουν την τόλμη στο να κάνουν το επόμενο βήμα είτε λόγω μιας σχέσης που διατηρούν διότι φοβούνται να 'ναι μόνοι. Είναι ένα ηχηρό χαστούκι στους ανθρώπους που κουβαλούν ενοχικά σύνδρομα τα οποία τους κάνουν να υποτιμούν συνέχεια τον εαυτό τους. Ανθρώπους που έχουν πιστέψει πως δεν αξίζουν τίποτα ενώ στην πραγματικότητα είναι οι "θησαυροί" των λιγοστών εναπομεινάντων ρομαντικών που εξακολουθούν επίμονα να αναζητούν την αδελφή ψυχή τους μέσα σε έναν κόσμο απρόσωπο και ψυχρό. Είναι ένα κατηγορώ στις παροχές του σύγχρονου τρόπου ζωής που αναγκάζουν τους ανθρώπους να θυσιάσουν ένα μεγάλο κομμάτι της προσωπικότητάς τους για να επωφεληθούν από τη βόλεψη του συστήματος. Είναι μια πικρή κωμωδία καθώς παρακολουθούμε αρκετά στοιχεία της δικής μας ζωής να ερμηνεύονται από άλλους ανθρώπους. Είναι ένα ανακουφιστικό χάδι στην πλάτη που μας υποδηλώνει πως όλοι μαζί βράζουμε στο ίδιο καζάνι.
Η ταινία αυτή είναι ένα εξαιρετικό κλείσιμο μιας ακόμη ενδιαφέρουσας κινηματογραφικής θεματικής ενότητας του σπουδαίου Γάλλου σκηνοθέτη Ερίκ Ρομέρ.
Βαθμολογία: 8/10