Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Βίαιο Καλοκαίρι (1959)




Όσες ταινίες κι αν έχω παρακολουθήσει που να μ' έχουν ενθουσιάσει, πάντα διατηρώ στην άκρη του μυαλού μου το ενδεχόμενο πως υπάρχουν ακόμη αριστουργήματα που όχι μόνο δεν έχω απολαύσει αλλά δε γνωρίζω καν την ύπαρξή τους. Πολλά απ' αυτά τα ανακαλύπτω μέσα από συζητήσεις που κάνω με άλλους κινηματογραφόφιλους ή μέσω αναρτήσεων από ενδιαφέρουσες κινηματογραφοφιλικές ιστοσελίδες. Μία απ' αυτές τις τυχαίες ανακαλύψεις μου είναι και το "Βίαιο Καλοκαίρι", ένα συνταρακτικό αντιπολεμικό ερωτικό δράμα του Βαλέριο Τζουρλίνι. 
Η ταινία μας ταξιδεύει στο καλοκαίρι του 1943, τότε που ο ιταλικός φασισμός γκρεμιζόταν σαν χάρτινος πύργος, αναγκάζοντας την Ιταλία να συνθηκολογήσει με τους Συμμάχους και να βρεθεί έρμαια στην εκδικητική μανία των Γερμανών ναζί. Στον αναβρασμό εκείνου του περίεργου κομβικού σημείου, η χώρα μετρούσε θύματα τόσο από τους Συμμάχους όσο κι από τους Γερμανούς. Την ίδια περίοδο, ένα κομμάτι της τότε αστικής τάξης που είχε φύγει από τις μεγάλες πόλεις για να γλιτώσει τον πόλεμο, συνέχιζε να απολαμβάνει τις καλοκαιρινές μέρες στις ατέλειωτες αμμουδερές παραλίες του Ριτσόνε. Μέσα σ' αυτά τα αδαή κι άπραγα πρόσωπα ήρθε να προστεθεί κι ο πρωταγωνιστής Κάρλο, ο οποίος παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε αποφύγει τη στράτευση με τη μεσολάβηση του πατέρα του που ήταν μέλος του φασιστικού κόμματος. Στην παραθαλάσσια πόλη θα ξανασμίξει με την υπόλοιπη παιδική του παρέα, η οποία συνεχίζει να απολαμβάνει τις ανέμελες θερινές στιγμές αποφεύγοντας κάθε ενημέρωση για τις πολεμικές εξελίξεις. Από τις συζητήσεις του διαπιστώνει κανείς εύκολα πως δεν τους ανησυχεί ούτε η έκβαση του πολέμου ούτε ο καθημερινός θάνατος των συμπατριωτών τους. Όμως οι προσπάθειές τους να ζήσουν "ταμπουρωμένοι" στον ατάραχο μικρόκοσμό τους θα αποτύχουν με τη βίαιη εισχώρηση του πολέμου στην ανέμελη καθημερινότητά τους, έχοντας τη μορφή ενός γερμανικού μαχητικού αεροπλάνου να περνάει ξυστά πάνω από τα κεφάλια των παραθεριστών. Μέσα στον πανικό που προκαλείται, ο Κάρλο θα σώσει ένα μικρό κορίτσι και θα το παραδώσει στην μητέρα του. Με την πράξη του αυτή, θα ξεκινήσει μια νέα γνωριμία που θα εξελιχθεί σ' ένα ερωτικό ειδύλλιο ανάμεσά τους. Εκείνος νέος κι άγουρος ερωτικά ενώ εκείνη μεγαλύτερή του και χήρα ενός αξιωματικού του πολεμικού ναυτικού που σκοτώθηκε σε μια μάχη.




Έκτοτε, ο Κάρλο θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να προσεγγίσει την Ρομπέρτα, αγνοώντας το ενδεχόμενο πως η σχέση τους αυτή μπορεί να προκαλέσει μεγάλο σκάνδαλο στην κλειστή κι άκρως συντηρητική κοινωνία των Ιταλών αστών. Μια μικρή εξόρμησή τους στο Σαν Μαρίνο και μια βραδινή μάζωξη στο σπίτι του Κάρλο, θα φέρουν το ζευγάρι πιο κοντά. Ο ερωτικός χορός των ζευγαριών μες στη σκοτεινή σάλα της έπαυλης του Κάρλο την ώρα που ο νυχτερινός ουρανός σκίζεται από τις φωτοβολίδες, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα εξαιρετικό αντιπολεμικό στιγμιότυπο. Όμως εγώ το ερμήνευσα με μια τελείως ειρωνική νότα καθώς οι νεαροί που χορεύουν είναι πλουσιόπαιδα που γλίτωσαν τον πόλεμο με τη βοήθεια των γονιών τους. Παρατηρώντας με απαξίωση τα πρόσωπα αυτά, θυμήθηκα τον αξεπέραστο μονόλογο του Ζεράρ Ντεπαρντιέ στο αριστουργηματικό "1900" που ανέλυε την πονηριά με την οποία οι πλούσιοι δημιούργησαν τον φασισμό κι έστειλαν τους φτωχούς Ιταλούς να πολεμήσουν σε Αλβανία, Ελλάδα κι Αιθιοπία. 
Η σχέση που συνάπτει ο Κάρλο κι η Ρομπέρτα θα προκαλέσει ίντριγκες τόσο στην παρέα του νεαρού όσο και στη σχέση της Ρομπέρτα με την μητέρα της. Οι φίλοι του Κάρλο βλέπουν την παρουσία της γοητευτικής χήρας ως ένα βαρίδι που θα ταράξει τις ισορροπίες της συντροφιάς ενώ η μητέρα της φοβάται το σκάνδαλο που μπορεί να προκύψει αν μαθευτεί στην κοινωνία η σχέση της κόρης της με τον γιο ενός φασίστα. 
Με την εξέλιξη αυτή εκδηλώνεται ένας εξαιρετικός διάλογος ανάμεσα σε μάνα και κόρη. "Θέλω να με δεις επιτέλους ως μια γυναίκα που είναι τριάντα χρονών και μάνα ενός μικρού κοριτσιού κι όχι ως παιδί σου" δηλώνει ενοχλημένη η Ρομπέρτα για να πάρει από την μάνα της την εξής απάντηση "θέλω να σε βλέπω ως γυναίκα τριάντα χρονών που έχει ένα παιδί να μεγαλώσει". Η διαμάχη αυτή δε θα εξελιχθεί σε καβγά αλλά θα οδηγήσει σε μια συγκινητική εξομολόγηση της Ρομπέρτα, η οποία θα αναφερθεί στο βαρετό γάμο που είχε με τον άνδρα της, την κενότητα που ένιωθε μαζί του και την κρυφή επιθυμία που κουβαλούσε έκτοτε στο να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Η σιωπή της μάνας φανερώνει την κατανόησή της απέναντι στο δράμα του παιδιού της όμως η αυστηρή της ματιά επιβεβαιώνει τα ηθικά δεσμά που επιβάλουν οι κλειστές συντηρητικές κοινωνίες στις σχέσεις των ανθρώπων.
Οι προσπάθειες των δυο πρωταγωνιστών να πατήσουν γερά στα πόδια τους και να ζήσουν τον έρωτά τους, διακόπτεται απότομα με τα όσα ακολουθούν με την πτώση του ιταλικού φασισμού. Ο κόσμος εξεγείρεται κι επιτίθεται στα τοπικά γραφεία του φασιστικού κόμματος με τους μισούς εξεγερμένους να μπαίνουν μέσα λεηλατώντας το κτίριο και προπηλακίζοντας τους φασίστες και τους άλλους μισούς να γκρεμίζουν την πελώρια προτομή του Μουσολίνι που δεσπόζει στην πρόσοψη του κτιρίου. Σκηνές εντυπωσιακές με απίστευτο πάθος στα πρόσωπα των συμμετεχόντων που φτάνουν στο σημείο να μοιάζουν με ντοκουμέντα εκείνης της εποχής. 
Μέσα σε ένα βράδυ ο Κάρλο χάνει την ασφάλεια που του παρείχε ο πατέρας του με το αξίωμά του στο φασιστικό κόμμα και την πατρική του έπαυλη καθώς επιτάσσεται για να στεγαστούν ξεριζωμένοι Ιταλοί που έχασαν τα σπίτια τους από τους βομβαρδισμούς. Η απόγνωση του νεαρού είναι μεγάλη σε σημείο που φτάνει μες στο θυμό του να ασπαστεί τις ιδέες του φασισμού. Με την στάση του αυτή, ο δημιουργός φανερώνει πως ο φασισμός είναι άκρως σκοταδιστικό μόρφωμα που πατάει πάνω στην οργή και το μίσος. Η απελπισία του Κάρλο θα κορυφωθεί όταν μετά από έναν τυπικό έλεγχο μιας νυχτερινής περιπόλου, θα αναγκαστεί να παρουσιαστεί στη στρατολογία της Μπολόνια. 
Σ' αυτήν την απρόσμενη εξέλιξη, η Ρομπέρτα θα προσπαθήσει να προστατεύσει τον σύντροφό της προτείνοντάς του να φυγαδευτούν σε ένα άλλο σπίτι που έχει κοντά στη Μπολόνια. Συνηθισμένς να βρίσκεται κάτω από μια ομπρέλα προστασίας, ο Κάρλο θα δεχτεί και την επομένη θα αναχωρήσουν για τον βορρά. Όμως το τραίνο που τους μεταφέρει προς τα εκεί θα ακινητοποιηθεί μετά από έναν ανηλεή βομβαρδισμό. Οι εκρήξεις που σκάνε γύρω τους, ο πανικός στα πρόσωπα των συνεπιβατών τους, ο θάνατος που καραδοκεί παντού αλλά και η τύχη να βγουν αλώβητοι απ' αυτήν την θηριωδία, θα αλλάξουν μονομιάς τον τρόπο σκέψης του Κάρλο. Μέσα στο χάος του πολέμου θα νιώσει τον θιγμένο του εγωισμό και θα ντραπεί για την ευθυνόφοβη φύση του συνειδητοποιώντας πως μια ακόμη αποφυγή των καθηκόντων του δε θα 'ναι τίποτα παραπάνω από μια συνεχής επανάληψη ενός φαύλου κύκλου που δε θα τον αφήσει να ωριμάσει ποτέ. Η απόφαση που θα πάρει την ύστατη στιγμή καθώς ένα έκτακτο δρομολόγιο θα επιστρέψει στο Ρίμινι τους επιβάτες που γλίτωσαν από το βομβαρδισμό, όσο σπαρακτική κι αν δείχνει στην πραγματικότητα θα είναι μια εξιλέωση για τον ίδιο. Μία αναζωογονητική πνοή ελευθερίας κι αξιοπρέπειας, διώχνοντας από πάνω του κάθε ίχνος από το σκοτεινό φασιστικό ιστορικό του πατέρα του που όλα αυτά τα χρόνια σκέπαζε και τον ίδιο.




Σ' αυτό το αντιπολεμικό αριστούργημα, γινόμαστε μάρτυρες αρκετών πολέμων. Πρώτα απ' όλα είναι η αντιφασιστική νότα που δίνει ο δημιουργός, παρουσιάζοντας τον πόλεμο μέσα από τα μάτια των άπραγων κι ανενεργών πολιτών που είχαν βολευτεί ή είχαν γίνει συνειδητά έρμαια του φασισμού. Επίσης είναι ένα κατηγορώ απέναντι στους καλοπερασάκηδες που δεν τους ένοιαζε ο πόλεμος ακόμη κι όταν αυτός είχε φτάσει σχεδόν έξω από την πόρτα τους. Μόνο όταν ο πρωταγωνιστής βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα συνειδητοποιεί πόσο λεπτές είναι οι ισορροπίες μεταξύ ζωής και θανάτου αλλά και το πόσο δειλός είναι αφήνοντας άλλους να πολεμούν για τα συμφέροντα της δικής του αστικής τάξης. Στην αντιφασιστική νότα της ταινίας, εντάσσεται κι η αγανάκτηση του λαού όταν ενημερώνεται για την πτώση του Μουσολίνι. Μόνο τότε πείθονται πως αυτό το τέρας είναι άτρωτο και συνειδητοποιούν το λάθος που έκαναν να το ανεχτούν όλα αυτά τα χρόνια. Γι' αυτό κι η οργή τους είναι έκδηλη τόσο στα σύμβολα του φασισμού όσο και στους ανθρώπους που επωφελήθηκαν απ' αυτόν. 
Έπειτα έχουμε τον αθέατο πόλεμο των κοινωνικών τάξεων καθώς γινόμαστε μάρτυρες στις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων σε θέματα ηθικής κι αξιοπρέπειας. Ένα παράδειγμα είναι ο πατέρας του πρωταγωνιστή που εξαφανίζεται μετά τη πτώση του φασισμού. Φυγαδεύεται ή φυλακίζεται, αυτό δε μας το διευκρινίζει ο δημιουργός. Αφήνει όμως το γιο του αντιμέτωπο με τη δήμευση της περιουσίας. Με αυτήν την πατρική απουσία αλλά και τις καταστροφικές για τον Κάρλο πράξεις του, γίνεται φανερό πως οι γονείς που αντιπροσωπεύουν τη γενιά που ανέδειξε τον Μουσολίνι, τον Χίτλερ, τον Μεταξά κι όλους τους δικτάτορες εκείνης της εποχής, αφήνουν παρακαταθήκη στα παιδιά τους τα ερείπια μιας πληγωμένης Ευρώπης. 
Πάνω σ' αυτήν την πεθαμένη ηθική, ξεσπάει η Ρομπέρτα στη μάνα της με αφορμή τον γάμο που είχε. Για κείνην ο χαμός του άνδρα της δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια ανακούφηση καθώς ένιωθε πως βρισκόταν σε έναν γάμο νεκρό όπου λόγω ηθικής ήταν καταδικασμένη να μη φύγει ποτέ. Να όμως που με τον θάνατό του συζύγου της, της δόθηκε η ευκαιρία να ξαναπιάσει τη ζωή της από την αρχή. Γι' αυτόν τον λόγο δέχεται τις δυσάρεστες ειδήσεις χωρίς θρήνους και συνεχίζει την καθημερινότητά της σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Μια συμπεριφορά άκρως καταδικαστέα για τα συντηρητικά μυαλά εκείνης της εποχής. Πόσο μάλλον αν μαθευόταν η νέα της ερωτική σχέση ενώ υποτίθεται πως βρίσκεται σε πένθος για τον αδικοχαμένο άνδρα της. Η στάση της Ρομπέρτα απέναντι στην ηθική καταπίεση είναι άκρως επαναστατική κι αυτό φαίνεται τόσο στο ξέσπασμα απέναντι στη μάνα της όσο και στην επιθυμία της να φιληθεί με τον Κάρλο σε δημόσιο χώρο χωρίς να τη νοιάζει αν τους δει κανείς. 




Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό που εκτοξεύει την ταινία είναι οι εκπληκτικές ερμηνείες του πρωταγωνιστικού διδύμου. Δεν είναι τυχαίο πως η Ελεονόρα Ρόσι Ντράγκο βραβεύτηκε για  την ερμηνεία της αυτή από το διεθνές φεστιβάλ Mar del Plata και το Nastro d' Argento. Επίσης κι ο σπουδαίος Ζαν Λουί Τρεντινιαν προσφέρει ένα εκπληκτικό παίξιμο, πιθανότατα προπομπός στην αξεπέραστη ερμηνεία του στον Κονφορμίστα. 
Όμως και σκηνοθετικά η ταινία είναι άρτια τόσο στα καρτποσταλικά της πλάνα όπως η βόλτα του ζευγαριού στο Σαν Μαρίνο και τις θεατρικές σκηνές και κινήσεις των προσώπων μέσα σε κλειστούς χώρους όσο και στον άκρως ρεαλιστικό βομβαρδισμό του τραίνου. Το πλάνο αυτό θα μου μείνει αξέχαστο με τις εκρήξεις των βομβών, τις κραυγές των πανικόβλητων επιβατών, την υστερία μιας γυναίκες που είναι κρυμμένη κάτω από τα βαγόνια και τα πτώματα που είναι πεσμένα γύρω από τις γραμμές του τραίνου. Σκηνές απόλυτου χάους που καταφέρνει ο δημιουργός να μας παρουσιάσει με απίστευτη πειστικότητα. 
Με το "Βίαιο Καλοκαίρι" συνειδητοποίησα για μια ακόμη φορά μια σημαντική διαφορά που έχει η δικιά μας κοινωνία από τις υπόλοιπες στην Ευρώπη μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Την ώρα που οι άλλες χώρες μετρούσαν τις πληγές τους κι ερχόντουσαν αντιμέτωπες με τα λάθη του παρελθόντος, στην Ελλάδα οι συνεργάτες των ναζί σύναπταν νέα συμβόλαια με τους νέους κατακτητές του τόπου. Με αυτήν την πρόστυχη ανατροπή, χάσαμε την ευκαιρία που δόθηκε στους υπόλοιπους λαούς να αντικρίσουν και να ερμηνεύσουν το τέρας του φασισμού. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που στον ενδελεχή αναστοχασμό των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών ξεπήδησε μια πλούσια παραγωγή ταινιών αντιφασιστικού χαρακτήρα. Ειδικά ο ιταλικός κινηματογράφος πρόσφερε μια αξεπέραστη παρακαταθήκη ταινιών που παραμένει επίκαιρη μέχρι σήμερα. Θεωρώ πως μια απ' αυτές τις ταινίες είναι και το "Βίαιο Καλοκαίρι". 

Βαθμολογία: 8/10

2 σχόλια: