Τετάρτη 13 Ιουλίου 2022

Φεύγουμε για τα Δυτικά Βαλκάνια



του Όμηρου Ταχμαζίδη*


Η "γεωγραφία" είναι κυρίως και σχεδόν πάντοτε ένα μέγεθος "πολιτικό". Μια πολιτική διάσταση, η οποία εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως με τις επιλεγμένες κάθε ιστορική στιγμή ονομασίες ενός γεωγραφικού χώρου. Και οι ονομασίες αυτές δεν περιγράφουν μόνο, αλλά συγκροτούν τις προκατανοήσεις μέσω των οποίων προσλαμβάνουμε μια γεωγραφική ενότητα: την κατασκευή μιας γεωγραφικής ενότητας. Τέτοια κατασκευή, στις μέρες μας, είναι και ο "γεωγραφικός" προσδιορισμός "Δυτικά Βαλκάνια" ή "Δυτική Βαλκανική". Σε αυτές τις περιπτώσεις τον πρώτο λόγο δεν έχει ο "αντικειμενικός χώρος", η "γεωγραφία" μιας ευρύτερης περιοχής, αλλά η "πολιτική". Τα "Δυτικά Βαλκάνια", όπως φυσικά και "τα Βαλκάνια", είναι πρωτίστως όροι της πολιτικής και μετά της γεωγραφίας. 
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ διάσταση του όρου "Δυτικά Βαλκάνια" καταφαίνεται και από το γεγονός ότι δεν έχουμε "Κεντρικά", αλλά ούτε "Βόρεια" και "Νότια Βαλκάνια". Και αν λάβουμε υπ΄ όψιν μας το δεδομένο ότι έχουμε δύο περίκλειστες ηπειρωτικές χώρες (Σερβία, Βόρεια Μακεδονία, προσφάτως και Κοσυφοπέδιο) στο κέντρο της γεωγραφικής περιοχής των Βαλκανίων, κάλλιστα θα μπορούσαμε να μιλάμε για "Κεντρικά Βαλκάνια", αλλά τούτα δεν υφίστανται, παρότι εμφανίζονται ως "εικόνα" στο κέντρο του χάρτη των Βαλκανίων. 
Οι πολιτικές συνδηλώσεις της ονομασίας "Δυτικά Βαλκάνια" γίνονται ολοφάνερες για εμάς τους Έλληνες/Ελληνίδες, εάν επιχειρήσουμε να προσδιορίσουμε το γεωγραφιό εύρος της περιοχής που αποκαλούμε "Δυτικά Βαλκάνια". Είναι η "δυτική Ελλάδα" και, ακόμη πιο αιχμηρά, είναι η "δυτική Πελοπόννησος" ή η σύνολη κατακόρυφος των Ιονίων νήσσων "Δυτικά Βαλκάνια;" Αν έχουμε τέτοια αναπάντητα ή, τουλάχιστον, δύσκολα προς απάντηση ερωτήματα για τα δικά μας μέρη, τι συμβαίνει στα βόρεια, όπου κάπου θα πρέπει να βρίσκεται ο αντίποδας των νοτίων ορίων των Βαλκανίων; 
Ο Γιώργος Χατζελένης δίνει ένα κάποιο γεωγραφικό στίγμα οριοθέτησης των βόρειων ή καλύτερα των βορειοδυτικών γεωγραφικών εσχατιών των (δυτικών) Βαλκανίων. Τούτο εντοπίζεται στην θρυλική Τεργέστη, στα ανατολικά της μεγάλης αγκαλιάς της Αδριατικής, στη "μοναδική πόλη που πατάει πάνω σε βαλκανικό έδαφος". Με την παρατήρηση αυτή ο συγγραφέας του βιβλίου "Βαλκανευτές" - ακούγονται από κάποια γωνιά του ασυνειδήτου και οι "πραματευτές", οι κυρατζήδες, έμποροι ταξιδευτές στην καρδιά της Βαλκανικής ίσαμε τις γερμανόφωνες αυτοκρατορίες - δίνει το γεωγραφικό στίγμα του ταξιδιού, το οποίο πραγματοποίησε με τους φίλους του. 
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ είναι το τέταρτο εκδότικο πόνημα του συγγραφέα και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2021. Ο τόμος βρίσκεται κάτω από τη βαριά σκιά της οικονομικής κρίσης (και της πανδημίας). Ήδη από το πρώτο κεφάλαιο ("Αθήνα 1") ο αναγνώστης βυθίζεται στην ατμόσφαιρα της εξαιρετικής κατάστασης. Ατμόσφαιρα που μοχλεύει υπαρξιακές αγωνίες και προβληματισμούς - ενδεικτικές για τη γενιά του συγγραφέα (έτος γεννήσεως 1984)- των ανθρώπων οι οποίοι κατακρημνίστηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη σε μια νέα συνθήκη του βίου τους. Η αίσθηση της απώλειας, είναι πανταχού παρούσα στο βιβλίο, σχεδόν σε όλα τα κεφάλαια. Και ίσως να είναι τούτο ακρβώς το στοιχειο που δίνει εκείνο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα σε αυτό το "περιηγητικό" κείμενο. Ο συγγραφέας νοιάζεται για τα "βαθύτερα" των τόπων που περιγράφει: την πανταχού παρούσα καθημερινότητα, την σπαρακτική αγωνία για την πολιτική συνθήκη, τη μοναξιά του προσώπου και την παραίτηση του πολίτη. Αρχίζοντας από τα καθ΄ ημάς: "Μία χρόνια αδιαφορία που είχει μετατρέψει την πολιτεία μας σε μια ολιγαρχική δημοκρατία. Όσο πιο φτωχοί γινόμασταν τόσο περισσότερο αφήναμε ελεύθερο χώρο στο εκάστοτε καθεστώς να ισυροποιηθεί". Και όμως πρόκειται για ένα βιβλίο ταξιδιωτικών εντυπώσεων. 
ΣΤΟΝ ΟΓΚΩΔΗ τόμο (529 ολάκερες σελίδες) το υπαρξιακό συνδέεται με το γλαφυρό, ενίοτε και γλυκερό, ύφος των περιγραφών, την τραχύτητα της βίας των εμφύλιων σπαραγμών και του παλαιού πολέμου με τα βαθειά ίχνη του στους τόπους, τα πάθη και τις προσδοκίες των ανθρώπων, την ιστορία και την πολιτική, το ενδιαφέρον για τα παλαιά κτίσματα, πολιτιστικά λείψανα άλλων εποχών. για... για... για... Η προσπάθεια κατανόησης του "άλλου", του άλλου τόπου, του άλλου ανθρώπου, της άλλης ιστορίας, της άλλης παράδοσης συνοδεύει υπορρήτως όλη την αφηγηματική διαδρομή του συγγραφέα. Δεν φαίνεται ότι απλώς ταξιδεύει, είναι σα να προσπαθεί από κάπου να ξεφύγει. 
ΣΤΗΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΈΝΗ γλώσσα των μέσων μαζικής ενημέρωσης οι μαζικές φυγές από τη μεγαλούπολη αναφέρονται ως "απόδραση". Η πόλη, αυτό το κέλυφος ασφάλειας και προστασίας, γίνεται αντιληπτή ως φυλακή. Οι άνθρωποι δε φαίνεται να ταξιδεύουν, αλλά δραπετεύουν προσωρινά και πάλι επιστρέφουν στην ασφάλεια του αστικού κελύφους. Και είναι το ακίνδυνο της διαδρομής, αυτό το ασφαλές "πήγαινε-έλα", που διαφοροποιεί το σημερινό ταξίδι, από εκείνο του παρελθόντος. Η αφήγηση υπόσχεται κάπου κάπου κάποια πιθανή έκθεση σε κίνδυνο, αλλά σύντομα τα πράγματα επιστρέφουν στην κανονικότητά τους. Το σύγχρονο ταξίδι δεν γνωρίζει, μέσες άκρες, σοβαρούς κινδύνους, μόνο οχλήσεις: η καθυστέρηση στο έλεγχο των διαβατηρίων, η αγένεια των συνοριοφυλάκων, άγχος για μποτιλιάρισμα στους δρόμους Τέτοια πράγματα. 
ΔΙΑΔΡΟΜΗ Αθήνα, Γιάννενα (ξενώνας έξω από τα Γιάννενα), συνοριοφυλάκιο, Αλβανία (εγκάρσια τομή από νότο προς βορρά),πηγαίες περιγραφές, χωρίς κλισέ ή υπερβολές, και χρήσιμες παρεκβάσεις, "σπάσιμο" της αφήγησης με διάφορες πληροφορίες ιστορικού, κοινωνικού, πολιτικού ή ανεκκδοτολογικού τύπου. Ανάλογες είναι και οι περιγραφές της διαδρομής στο γειτονικό Μαυροβούνιο. Η "ματιά" του συγγραφέα "ξεχύνεται ελεύθερη", "αναρριχάται", "διανύει αστραπιαία" αποστάσεις ή κάνει, που και που "απότομη βουτιά". Και από κοντά διάφορες αναφορές σε προσωπικό τόνο, οι οποίες δίνουν στον αναγνώστη ανάσες για να μπορέσει να αφομοιώσει τις περιγραφές του περιβάλλοντος χώρου. Αυτό το διαρκές "από το ένα στο άλλο" δεν είναι αδόμητο, αλλά προσομοιάζει προς τη δομή του ταξιδιού και του βλέμματος που το καθορίζει. Έτσι η αφήγηση του Γιώργου Χατζελένη είναι ένα ευχάριστο ταξίδι μέσα στο ταξίδι. 
ΑΚΟΜΗ πιο βόρεια. Αδριατική. Ντουμπρόβνικ. "Συνταυτίσεις" με το γενέθλιο τόπο: Χίος. Προσωπικός τόνος στην αφήγηση. Ένταση στην περιγραφή. Εξαγόρευση: "Με τα χρόνια είχα διαπιστώσει πως οι εντυπώσεις σε μοναχικούς ταξιδιώτες είναι πιο βαθιές και ζωηρές απ΄ ό,τι στους κανονικούς ανθρώπους, διότι οι σκέψεις, οι εικόνες κι οι στιγμές απασχολούν περισσότερο τους πρώτους, διότι κατακαθίζουν στην ψυχή τους κι αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις στη σιωπή. Στη μοναξιά ωριμάζει η σκέψη και αποκτά απόκοσμη ομορφιά". Οι αποφθεγματικές εξάρσεις είναι ένα από τα πιο δυνατά σημεία του συγγραφέα: συχνές, πυκνές και μεστές νοήματος. 
Η ΑΦΗΓΗΣΗ έχει ήδη εισέλθει στην τροχιά του εμφύλιου πολέμου: δίπλα σε τόπους και τοπία, φυσικά και αστικά, ο συγγραφέας επεκτείνεται σε ευρύτερες συνάφειες, οι οποίες συνδέονται με τον πόλεμο -ΝΑΤΟ, ελληνοτουρκικές σχέσεις, ακροδεξιά, εθνικισμός. Απομόνωη και περιπλανήσεις στον αστικό χώρο. Ο ταξιδευτής ως μοναχικός "πλάνης" αναζητά το βάθος των πραγμάτων, ακόμη και στον ξένο τόπο. Η εμπειρία από τα "ίδια", εφιαλτική: "Σ΄ αυτές τις μοναχικές περιπλανήσεις εξασκώ μια άλλη συνήθεια, στο να ψυχολογώ διακριτικά τα βλέμματα όσων συναντώ. Μια συνήθεια που με έκανε να γίνω μάρτυρας της κυριαρχικής εξάπλωσης μιας αδιόρατης κοινωνικής κατάθλιψης κι ενός ατέρμονου άγχους". Εσωστρέφεια- εξωστρέφεια... the lonely crowd κάνει διακριτή την αφηγηματική-παρουσία του ήδη από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου. 
ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ δεν είναι μόνο οι παρεκβατικές νύξεις του συγγραφέα, αλλά ιδιαίτερο είναι το συνολικό σώμα της αφήγησης. Η αφηγηματική του προσπάθειά δεν υστερεί ως προς το ύφος και, γενικώς, κινείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, όσον αφορά το λογοτεχνικό σκέλος της. Υπάρχουν ορισμένα κομβικά σημεία στην αφήγηση, όπου το πρωταρχικό λογοτεχνικό στοιχείο, το ύφος της γραφής, "εκτινάσσεται" απροσδόκητα και εντείνει την απόλαυση της ανάγνωσης. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι πρόκειται για ταξιδιωτική "λογοτεχνία" και λογοτεχνία που, μεταξύ άλλων, δεν προσφέρει απόλαυση κατά την ανάγνωσή της, είναι χάσιμο χρόνου για το σύγχρονο υποκείμενο, το εθισμένο στους καταναγκασμούς της κινηματογραφικής εικόνας. 
ΚΑΙ ΚΑΤΙ ακόμη: ο συγγραφέας εμφανίζει ένα είδος έκδηλου σεβασμού προς την ιδιαιτερότητα της λεπτομέρειας. Ο Γιώργος Χατζελένης, δίνει την εντύπωση, ότι "βλέπει" εκεί όπου οι άλλοι αποφεύγουν να κοιτάξουν. Αυτό φαίνεται να είναι ένα από τα προτερήματα της γραφής και της "βαλκάνευσής" του. Από την άλλη το ιστορικό και άλλο πραγματολογικό υλικό, είναι δύσκολο να ελεγχθεί. Ούτως ή άλλως, δεν πρόκειται για κάποιο επιστημονικό δοκίμιο, οπότε τέτοια "μικροζητήματα" αναγκαστικά περνούν σε δεύτερη μοίρα. 
Η ΜΙΑ ΧΩΡΑ διαδέχεται την άλλη. Υπεύθυνη για αυτό είναι η πολιτική, όχι η γεωγραφία: "... θα διανύαμε πάλι δύο χώρες''. Εκριζωμένος από τον γενέθλιο τόπο (το νησί"), αρίζωτος στην Αθήνα, διαρκώς στην αναζήτηση καταφυγής στη φυγή, στο ταξίδι: "... ένας επίμονος ταξιδευτής. Ένας ταξιδευτής και συνάμα συλλέκτης εικόνων, ιστοριών και αναμνήσεων από τους τόπους που επισκεπτόμουν. Κυρίως ένας κυνηγός χαμένων ιστοριών". Και ο θηρευτής επιστρέφει ως αποθησαυριστής: Ω, ναι! Το βιβλίο είναι ένα καλειδοσκόπιο χαμένων ιστοριών και συρραφής εντυπωσιακών εικόνων. Εύληπτο, με έναν τρυφερό τόνο πάντοτε για τους ανθρώπους και τα πράγματα. Άλλη μια αρετή του. 
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ οι περιγραφές του αστικού χώρου, της πόλης: Τεργέστη. Πλήθος, βουβό άφωνο, πρόσωπα, κίνηση, ταχύτητα. Αυθεντικότητα, εντοπιότητα, γνησιότητα. Υπερβολή στην περιγραφή και στις κρίσεις, η γητειά της ταξιδιωτικής μνήμης. Χαμένες ιστορίες στο χαμένο χρόνο. Χαμένες ιστορίες μέσα στη αέναν κίνηση του πλήθους στην πόλη. Πάντοτε, σε κάθε ταξίδι, αναδύεται ένα παρόμοιο ερώτημα: "Άραγε μήπως επισκέφθηκα την Τεργέστη την κατάλληλη στιγμή της ζωής μου;". Ένα ταξίδι θα πρέπει να γίνεται με την απόλυτη βεβαιότητα ότι δε θα επαναληφθεί ποτέ. Και: "... έτοιμοι για τη Σλοβενία", αγνοώντας στα αριστερά του χάρτη τη Βενετία και ας είναι ένα τσιγάρο δρόμος. Αλλά ο χρόνος είναι αδυσώπητος. Ειρήσθω εν παρόδω: η έννοια του χρόνου θα μπορούσε να αποτελέσει το μοναδικό στοιχείο σε μια κριτική παρουσίαση του "Βαλκανευτή". 
ΤΟ ΣΛΟΒΕΝΙΚΟ πράσινο, ο σερβικός ορθόδοξος ναός και ο θεός: "Μου έμεινε όμως η απορία πως ενώ ζητάμε γαλήνη και αγάπη, πλάσαμε έναν θεό διεκδικητικό, συχνά άδικο, απαιτητικό, σκληρό και χωρίς κατανόηση. Ίσως επειδή έτσι είμαστε και εμείς". Από την πλευρά του το ταξίδι αναδεικνύεται σε "άστρο της λύτρωσης" του συγγραφέα, της επιζητούμενης λύτρωσης: "Μπροστά μου παρήλασαν μνημεία, μουσεία, τοπικές παραδόσεις κι όλα αυτά μέσα από τα οποία αναζητούσα την προσωπική μου λύτρωση. Μια πολυπόθητη απελευθέρωση από την ανελέητη φθορά που επιφέρει η πάροδος του χρόνου". Και μια διάθεση αποτάχυνσης, εκθείασης εκείνων των "ρομαντικών τεμπέληδων" "που προτιμούν να βάζουν φρένο στους γρήγορους ρυθμούς της σύγχρονης ζωής". Ο κοινωνιολόγος Hartmut Rosa θεωρεί ότι η επιτάχυνση είναι το βασικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού μας. 
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ παραθέτει έναν ακόμη λόγο για τον οποίο ταξιδεύει: το μίσος, το διάχυτο μίσος - για να ξεφύγει από "την αόρατη αρρώστεια" που δημιουργούν το βίαιο θρησκευτικό και εθνικιστικό πάθος. Το ταξίδι ως φυγή, καταφυγή. Κροατία... "Αύριο θα μπαίναμε στη Βοσνία". Επιστροφή στην συνθήκη της εμφύλιας σύρραξης. Ανοικτές πληγές... Βούκοβαρ! Ο πολιτικός νεολογισμός "Δυτικά Βαλκάνια" βαφτίστηκε σε κολυμβήθρα με αίμα. Βοσνία και "το τοπίο άρχισε να θυμίζει Βαλκάνια". Που αρχίζουν και που τελειώνουν τα Βαλκάνια; Βοσνία: "... η κόλαση είναι ακόμη εδώ. Δεν είναι κομμάτι του παρελθόντος, αλλά ούτε και υπόθεση του μέλλοντος. Εξακολουθεί να κυριαρχεί γύρω μας". Υπάρχουν στιγμές και τόποι όπου "σταματάει" ο χρόνος; 
ΣΕΡΑΓΕΒΟ... έθνοι, εθνότητες, θρησκείες, αποκλεισμοί... σφαγές: "... τυφλά πορεύεται και η Βοσνία μέσα στην Ιστορία". Το Κακό δεν αδρανεί, περιμένει την ευκαιρία του: οι νέοι "... στέκονται πάνω σε μια ωρολογιακή βόμβα που είναι έτοιμη να εκραγεί ξανά". Δυτικά Βαλκάνια, νεκροταφεία παντού, στο Μαυροβούνιο ακόμη και Γάλλων στρατιωτών.Οι άνθρωποι είναι ζώα που θάβουν τους νεκρούς τους. Οι τάφοι σηματοδοτούν την απαρχή του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και τα αδιέξοδά του. 
Επιστροφή μέσω Αλβανίας... Ένα ταξίδι σε συνθήκες επιτάχυνσης: "Έξι χώρες... έξι χώρες. Ποιος θα το φανταζόταν". Δυτικά Βαλκάνια: "Πόσα τοπία, πόσες πόλεις, πόσες ιστορίες." Κυριολεκτικά ανεπανάληπτη διαδρομή, διότι "σπάνια ο άνθρωπος ξαναπερνάει από τους ίδιους δρόμους". Ωστόσο οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες μπορούν να επαναλάβουν νοητά το ταξίδι μαζί με τον συγγραφέα: να κάνουν το ταξίδι μέσα στο ταξίδι που δημιούργησε η ιδιαίτερη γραφή του Γιώργου Χατζελένη, να "βαλκανεύσουν" μαζί του και με τους ταξιδιωτικούς συντρόφους του.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρουσίαση του βιβλίου είναι μια συμβολική προσφορά του βιβλιοπωλείου ΤΟ ΚΕΝΤΡΙ (Δ. Γούναρη, Πλ. Ναυαρίνου, Θεσσαλονίκη) προς το αναγνωστικό κοινό.


*Ο Όμηρος Ταχμαζίδης γεννήθηκε το 1958 στη Σφενδάμη Πιερίας, μεγάλωσε στο Χαρμάγκιο (Ελευθέρια) Θεσσαλονίκης. Σπούδασε Φιλοσοφία και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Χαϊλδεβέργης (Γερμανία), μαθήτευσε δίπλα στον φιλόσοφο Reiner Wiehl και απέκτησε τον τίτλο του Magister Artium στη φιλοσοφία με την εργασία "Η έννοια του χρόνου στην φιλοσοφία του F.W.J. Schelling". Δραστηριοποιείται επαγγελματικώς ως δημοσιογράφος στην Θεσσαλονίκη και συνεργάζεται με εργατικούς συνδικαλιστικούς φορείς. Δημοσιογραφικά και επιστημονικά του κείμενα έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Είναι μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού Ένεκεν. 

Πηγή: Chiosnews

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου