Κάθε σκηνοθέτης διακρίνεται από ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους αναγνωρισμένους κι αγαπημένους δημιουργούς. Για τον Ασγκάρ Φαραντί, αυτό που τον κάνει ξεχωριστό είναι η διακριτικότητα των έργων του, μια άποψη την οποία βασίζω τόσο στην ταπεινή και σχεδόν αθόρυβη προώθηση των ταινιών του στις σκοτεινές αίθουσες όσο και στον τρόπο με τον οποίο διεισδύει στον κόσμο των ηρώων του και των προβλημάτων που οι ίδιοι κουβαλούν και τους βασανίζουν. Επίσης ένα άλλο χαρακτηριστικό που έχω παρατηρήσει στις ταινίες του Ιρανού σκηνοθέτη, είναι τα κοινωνικά ζητήματα που θέτει, τα οποία μου είναι τόσο οικεία, δημιουργώντας μου το ερώτημα στο αν τελικά υπάρχουν περισσότερα στοιχεία που μας ενώνουν με τους Ιρανούς παρά μας χωρίζουν. Η τελευταία ταινία του "Ένας Ήρωας" θα μπορούσε κάλλιστα να είχε γυριστεί στην Ελλάδα ή και σε κάποια άλλη χώρα του δυτικού κόσμου, όπως το ίδιο έχουμε πει και για τις προηγούμενες ταινίες του "Ο Εμποράκος" κι "Ένας Χωρισμός".
Κεντρικό πρόσωπο στην νέα ταινία του Ασγκάρ Φαραντί είναι ο Ραχίμ (Ελεήμων στη γλώσσα μας), ο οποίος έχει φυλακιστεί επειδή δεν κατάφερε να εξοφλήσει ένα δάνειο που είχε ζητήσει κάποτε. Η ιστορία ξεκινάει με την έξοδό του από τη φυλακή για διήμερη άδεια. Αμέσως σπεύδει να συναντήσει τους δικούς του γεμάτος αισιοδοξία, διότι πιστεύει πως ίσως βρήκε τον τρόπο να αποφυλακιστεί νωρίτερα. Η ελπίδα του αυτή πατάει στο γεγονός πως η σύντροφός του Ραχίμ έχει βρει μια τσάντα με χρυσά νομίσματα, τα οποία σκέφτονται να τα εξαργυρώσουν για να πληρώσει το χρέος που τον κρατάει κλεισμένο στη φυλακή. Όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως εκείνος κι η σύντροφός του σχεδιάζουν. Από την μια είναι το σκαμπανέβασμα της τιμής του χρυσού που δεν αρκεί για να καλύψει το χρέος του προς τον πιστωτή του κι από την άλλη τον βασανίζει το ηθικό δίλημμα στο αν πρέπει να επιστρέψει την τσάντα με τα χρυσά νομίσματα στον κάτοχό τους.
Αποφασίζει λοιπόν να "σκηνοθετήσει" την εύρεση της τσάντας με τα χρυσά νομίσματα από τον ίδιο κι επιδιώκει να ακουστεί στον ευρύ περίγυρο η προσπάθειά του στην αναζήτηση του κατόχου, θέλοντας μ' αυτόν τον τρόπο να κερδίσει την εύνοια τόσο των δεσμοφυλάκων όσο και του πιστωτή στον οποίον χρωστάει τα χρήματα. Όμως το καλά οργανωμένο του σχέδιο γκρεμίζεται από τη στιγμή που εμφανίζεται μια γυναίκα ως κάτοχος της τσάντας, καθώς στην πορεία αποδεικνύεται πως ήταν μια απατεώνισσα που βρήκε την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την όλη κατάσταση για να αποσπάσει το χρηματικό ποσό της τσάντας.
Από εκείνο το σημείο κι έπειτα, ο Ραχίμ μες στην απελπισία του προσπαθεί να υποστηρίξει το σχέδιό του λέγοντας το ένα ψέμα μετά το άλλο, μ' αποτέλεσμα να πέσει σε αρκετές αντιφάσεις. Παράλληλα, οι άνθρωποι που τον στήριξαν και βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν ως "ήρωα" και συνάμα θύμα της σκληρότητας του δανειστή του, αρχίζουν να τον αντιμετωπίζουν ως έναν απατεώνα που προσπάθησε να τους εκμεταλλευτεί για να αποφυλακιστεί. Ο Ραχίμ έχοντας χάσει την αξιοπιστία του, πέρα από τον αμετανόητο δανειστή του, έρχεται αντιμέτωπος και με άλλους ανθρώπους αλλά και με την ίδια του την οικογένεια. Η μη αναστρέψιμη κατάσταση κάνει την ψυχολογία του να πέσει στα τάρταρα, οδηγώντας τον σε μια απελπισμένη παραίτηση κάθε προσπάθειας να αποφυλακιστεί.
Μετά από μια όχι και τόσο πετυχημένη προσπάθεια να γυρίσει μια ταινία σε ευρωπαϊκό έδαφος (αναφέρομαι στο "Το Ξέρουν Όλοι"), ο Ασγκάρ Φαραντί επιστρέφει στην πατρίδα του και ξανακαταπιάνεται με το θέμα που γνωρίζει καλύτερα απ' όλους τους σύγχρονους σκηνοθέτες, φέρνοντας τους θεατές αντιμέτωπους με τις ηθικές αξίες των κοινωνιών και την αυστηρότητα των νόμων των κρατών. Στη συγκεκριμένη ταινία θέτει ένα επιπλέον ερώτημα, στο αν πάντα το δίκαιο είναι και σωστό αλλά και στο κατά πόσο η ζωή μπορεί να σου ξεπληρώσει μια καλή πράξη που έχεις κάνει.
Με την τελευταία του ταινία, ο Ιρανός σκηνοθέτης πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα αποφεύγοντας την εύκολη λύση της ηθικολογίας. Αντιθέτως "τιμωρεί" αργά και βασανιστικά τον ήρωά του, επειδή αποφάσισε να αποκρύψει και να τροποποιήσει την αλήθεια, παρόλο που το έκανε για καλό σκοπό. Μέσα από τον αγχωτικό γολγοθά του Ραχίμ προσπαθεί να δείξει πως όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις του καθενός, το ψέμα πάντα οδηγεί στην καταστροφή κάνοντας τους ανθρώπους να χάνουν το δίκιο τους και την ψυχραιμία τους. Τους οδηγεί πιο γρήγορα προς την καταστροφή τόσο την δικιά τους όσο και των γύρω τους.
Μέχρι όμως να φτάσουμε στο λυτρωτικό (;) φινάλε, ο Ασγκάρ Φαραντί μας περιστρέφει μαεστρικά ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό, εισχωρώντας μας στο άψογα δομημένο ψυχολογικό του θρίλερ. Με έξυπνο τρόπο καταφέρνει να μας βάλει στη θέση του πρωταγωνιστή, κάτι που βοηθάει στο να αντιληφθούμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πήρε τις όποιες λανθασμένες αποφάσεις αλλά και δημιουργώντας μας έναν προβληματισμό στο τι θα πράτταμε αν ήμασταν εμείς στη θέση του.
Στην παραπάνω κινηματογραφική προσπάθεια του Ιρανού δημιουργού παίζει σημαντικό ρόλο κι η εξαιρετική ερμηνεία του πρωταγωνιστή Amir Jadidi, ο οποίος καταφέρνει να διατηρήσει μια συναισθηματική απόσταση με το κοινό της ταινίας, μ' αποτέλεσμα να μην γίνεται ούτε συμπαθητικός αλλά ούτε κι αντιπαθητικός. Εξάλλου σκοπός του Ασγκάρ Φαραντί δεν είναι να λυπηθούμε τον ήρωά του αλλά να τον κατανοήσουμε. Να μπορέσουμε να βιώσουμε την απελπισία ενός ηττημένου ανθρώπου που βάλλεται από παντού εξαιτίας κάποιων λανθασμένων επιλογών κι αποφάσεών του. Εξαιρετικοί στις ερμηνείες τους κι οι υπόλοιποι ηθοποιοί της ταινίας, οι οποίοι καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα ειλικρινές αληθοφανές κλίμα στην ταινία.
Κλείνοντας το κείμενό μου για την συγκεκριμένη ταινία, θέλω να αναφερθώ και στον τίτλο της. Θεωρώ πως περισσότερο θα ταίριαζε ο χαρακτηρισμός "Ένας Αντιήρωας" καθώς αυτό προσπάθησε ο Ασγκάρ Φαραντί να περάσει. Από την άλλη όμως, αναγιγνώσκοντας ξανά τον τίτλο, διακρίνω έναν τόνο ειρωνείας. Ίσως ο δημιουργός να ήθελε να σαρκάσει μ' αυτόν τον τρόπο την ευκολία με την οποία δημιουργούνται στις μέρες μας οι ήρωες αλλά και το πόσο εύκολα μπορούν να αποκαθηλωθούν με τη συνδρομή των social media και των χειριζόμενων κοινωνιών από τα μέσα μαζικής προπαγάνδας. Εξάλλου τα καθεστώτα και τα συστήματα που τα εξυπηρετούν (όπως οι φυλακές στη συγκεκριμένη ταινία) έχουν ανάγκη από ήρωες για να μπορούν να υπερασπιστούν την εικόνα τους αλλά και για να μπορούν να κρύβουν τις αδυναμίες και τα εγκλήματά τους. Άλλο που δε θέλουν κι οι δοκιμαζόμενες κοινωνίες να αποκτούν νέους ήρωες που να τους εμπνέουν ή νέα θύματα για να στήνουν λαϊκά δικαστήρια.
Η τελευταία ταινία του Ασγκάρ Φαραντί 'Ένας Ήρωας" είναι μια καλογραμμένη ιστορία που έφτασε να διεκδικήσει τον φετινό Χρυσό Φοίνικα, φεύγοντας τελικά από τις Κάννες με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής (από κοινού με την ταινία "Βαγόνι Αριθμός 6" του Γιούχο Κουοσμάνεν). Ωστόσο δεν κατάφερε να φτάσει στα επίπεδα των παλιών εξαιρετικών έργων του που τον ανέδειξαν στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα όπως το "Ένας Χωρισμός" κι "Ο Εμποράκος". Όμως υπάρχει ένα αγκάθι στη συγκεκριμένη ταινία που έχει μετατρέψει τον ίδιο τον Ασγκάρ Φαραντί σε έναν από τους αντιήρωες της φιλμογραφίας του, καθώς μια πρώην συνεργάτιδα και μαθήτριά του, τον μήνυσε για λογοκλοπή της πλοκής για την συγκεκριμένη ταινία. Μάλιστα η ίδια δήλωσε πως η πλοκή βασίστηκε σε ένα αληθινό περιστατικό, όχι ευρέως γνωστό, που ήταν γνώριμο στον σκηνοθέτη. Η ίδια το απέδειξε στο δικαστήριο κι η υπόθεση μέχρι σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη, με την πρώτη απόφαση να μην δικαιώνει τον Ιρανό σκηνοθέτη. Οπότε σύντομα θα μάθουμε αν το "Το Ξέρουν Όλοι" ήταν η αρχή ενός δημιουργικού κατήφορου και το "Ένας Ήρωας" η χαριστική βολή ενός αγαπημένου σκηνοθέτη.
Βαθμολογία: 7/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου