Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Μια νέα πόλη μαγική...



Στην Αθήνα έχω έρθει από το 2002. Άλλαξα τρεις γειτονιές μέχρι που εγκαταστάθηκα τα τελευταία οχτώ χρόνια μόνιμα στον Νέο Κόσμο. Η αρχή δεν ήταν ιδανική. Με ενοχλούσε το πολύ τσιμέντο και με εκνεύριζε η έλλειψη πρασίνου και το ανεκμετάλλευτο κουφάρι ενός παλιού εργοστασίου στην είσοδο της γειτονιάς. Όσο για τις εργατικές κατοικίες ούτε κουβέντα. Τις απέφευγα όπως ο διάολος το λιβάνι.
Η λάθος στάση που είχα στην αρχή, διορθώθηκε με τον καιρό. Η σχέση μου με την γειτονιά άρχισε να ομορφαίνει όταν συνάντησα τα λίγα προσφυγικά που έχουν απομείνει. Γοητεύτηκα από τα παλιά και τεράστια οχήματα αντίκες που είχε παρκάρει, ως μία υπαίθρια έκθεση, κάποιος σε έναν παράδρομο των εργατικών κατοικιών. Ανέβηκε στα μάτια μου η γειτονιά μου όταν έγινε νέα έδρα των αντιφασιστών μετά την επίθεση μερικών ηλίθιων νεοναζί σε ένα καφενείο κι ένα παντοπωλείο μεταναστών στην οδό Κασομούλη ενώ ένιωσα περήφανος όταν έμαθα την αριστερή ιστορία της γύρω περιοχής τόσο στη Κατοχή όσο και αργότερα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στην Ελλάδα.
Σε όλα τα παραπάνω έλειπε ένα κερασάκι στην τούρτα. Μέχρι που χθες πήγα στην πλατεία "Μπλόκο Δουργουτίου" για να παρακολουθήσω την προβολή της ταινίας του Κούνδουρου, "Μαγική πόλη". Η επιλογή της γειτονιάς δεν ήταν τυχαία μιας κι εδώ γυρίστηκε η ταινία. Ο κόσμος άργησε να μαζευτεί στην πλατεία διότι όλοι ανά ομάδες ανακάλυπταν τη γειτονιά τους ή την παρουσίαζαν στους κατοίκους των υπόλοιπων αθηναϊκών συνοικιών. Από τις οχτώ όμως και μετά άρχισαν να γεμίζουν οι θέσεις, οι οποίες φάνηκε τελικά πως ήταν λίγες σε σχέση με τον κόσμο που μαζεύτηκε. Αφού πιάστηκαν όλα τα καθίσματα, ο κόσμος άρχισε να κάθεται στις υποτυπώδεις κερκίδες της αμφιθεατρική πλατείας, στα γύρω παγκάκια και αρκετοί θαρραλέοι που στάθηκαν όρθιοι σ' όλη τη διάρκεια της ταινίας.
Όμως η μαγεία δεν κρυβόταν μόνο ανάμεσα στην οθόνη και το κοινό αλλά και στους κατοίκους της γειτονιάς. Στα γύρω μπαλκόνια αναπαύονταν ηλικιωμένοι άνθρωποι, ξεχασμένοι σ' αυτή τη γωνιά της Αθήνας αλλά περήφανοι για την ιστορία της. Αν και ξαφνιασμένοι από την πολυκοσμία, απολάμβαναν την κοσμοσυρροή που κατάφερε να "καταστρέψει" για μία βραδιά την καθημερινή τους μονοτονία.
Τα φώτα έσβησαν και η οθόνη φώτισε. Η γειτονιά γέμισε με τις ονειρικές μελωδίες του Μάνου Χατζιδάκι. Μερικοί από μας σιγοψιθυρίζαμε τους στίχους της "μαγικής πόλης" καθώς η ταινία ξεκινούσε. Πρώτη μορφή, ο Μάνος Κατράκης στα νιάτα του. Η πρώτη ανατριχίλα. Στη συνέχεια οι εργατικές κατοικίες της περιοχής. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Ή μάλλον έτσι θέλουμε να πιστεύουμε.
Στη συνέχεια γελάσαμε με την φιγούρα του Θανάση Βέγγου. Ήταν περίεργο να βλέπεις τον αγαπημένο μας κωμικό με μαλλιά. Η πρώτη του ερμηνεία στον κινηματογράφο. Ήταν φανερό πως αυτός ο άνθρωπος θα χάριζε άπειρο γέλιο με τις μελλοντικές ταινίες του.
Το αποκορύφωμα ήρθε λίγο πριν το τέλος. Μία απίστευτη στιγμή αλληλεγγύης της αθηναϊκής φτωχογειτονιάς στον Φούντα για να κρατήσει το όχημά του. Μία απλή κίνηση και μία φράση γεμάτη ειλικρίνεια και ζεστασιά, "είναι ντροπή να τους αφήσουμε να του πάρουν το αμάξι". Ένα δειλό χειροκρότημα ακούστηκε στο βάθος. Μοναχικό αλλά ικανό να αναγκάσει μερικούς ακόμα να χειροκροτήσουν. Με δυσκολία συγκράτησα τα δάκρυα.
Το αυθόρμητο αυτό χειροκρότημα ήταν η παρουσία της αλληλεγγύης που ακόμα υπάρχει μέσα μας, αποδυναμωμένη από το βάρος της καχυποψίας, της ξενοφοβίας και της μοναξιάς. Η οικονομική κρίση δε φταίει σ' αυτήν την αποδυνάμωση. Πεινούσε τότε ο κόσμος, πεινάει και σήμερα. Ποια είναι όμως η διαφορά; Ότι τότε υπήρχαν ακόμα οι ζωντανές γειτονιές. Ήταν όλοι τους μία οικογένεια. Τους χώριζαν απλά μερικοί λεπτοί τοίχοι. Ο ένας γνώριζε τα μυστικά του άλλου. Υπήρχε το κουτσομπολιό και η παραβίαση της ιδιωτικής ζωής αλλά όταν κάποιος είχε πραγματικά ανάγκη για λίγη βοήθεια, έτρεχαν όλοι να τον στηρίξουν παραμερίζοντας για λίγο τις δικές τους σκοτούρες. Πρόσφεραν το υστέρημά τους για τον συνάνθρωπό τους, κι ας έμεναν για μία μέρα νηστικοί.
Η ταινία τελείωσε. Το χειροκρότημα αυτή τη φορά ήταν πολύ πιο έντονο. Έμεινα καρφωμένος στην καρέκλα μου. Με είχε αγγίξει έντονα η ανθρωπιά που κυριαρχούσε σε μία κοινωνία πληγωμένη από την κατοχή, τον εμφύλιο και την φτώχεια. Που κρύβεται αυτό το στοιχείο σήμερα; Που βρίσκεται η αυθόρμητη αλληλεγγύη των ανθρώπων. Πότε θα αρχίσουμε να ντρεπόμαστε για τη δυστυχία του συνανθρώπου μας;
Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί γυρνούσαν στο μυαλό μου όταν αποφάσισα να σηκωθώ για να επιστρέψω σπίτι. Τα φώτα στη πλατεία δεν άναψαν. Μες το σκοτάδι προχωρούσα ανάμεσα από αγνώστους γείτονές μου. Ίσως να θέλαμε όλοι εκείνη τη στιγμή το σκοτάδι για να κρύψουμε τη ντροπή που δε γνωριζόμαστε μεταξύ μας, που δεν έχουμε μοιραστεί ως τώρα μία καλημέρα. Σίγουρα κάποιοι αφυπνίστηκαν λίγο παραπάνω απόψε. Φάνηκε στο χειροκρότημα. Δειλά δειλά χωρίσαμε κι επιστρέψαμε στα σπίτια μας. Απόψε θα κλειστούμε μέσα σ' αυτά ευελπιστώντας πως αύριο θα μοιράσουμε λίγες ανθρώπινες καλημέρες.
Μπορεί να είναι αρκετά αισιόδοξη η σκέψη μου. Μπορεί. Παρ' όλα αυτά όμως ένιωσα διπλά περήφανος για τη γειτονιά μου, που φιλοξένησε πριν από εξήντα χρόνια τόσο σπουδαίες προσωπικότητες για να δημιουργήσουν μία υπέροχη και διαχρονική ιστορία.
Θέλω πολύ να ευχαριστήσω το Athens Open Air Festival, το περιοδικό Σινεμά και την Ταινιοθήκη της Ελλάδος που χάρη στο όμορφο κι ενδιαφέρον φεστιβάλ των θερινών κινηματογράφων κατάφεραν να ζωντανεύουν μία ξεχασμένη πλατεία της Αθήνας και να αναμοχλεύσουν χαμένες μνήμες.
Τέτοιες ενέργειες μεγαλώνουν τις ελπίδες αυτού του τόπου.
Ίσως καταφέρουν να δημιουργήσουν ξανά μία πόλη μαγική....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου