Όταν είχα επισκεφθεί την πανέμορφη Σαλαμάνκα τον Οκτώβριο του 2019, συνάντησα αρκετά κινηματογραφικά συνεργεία διάσπαρτα στους γραφικούς της δρόμους. Λίγο καιρό αργότερα, έμαθα πως εκείνη την περίοδο ολοκληρωνόταν η τελευταία ταινία του Αλεχάνδρο Αμενάμπαρ με θέμα τον Ισπανικό Εμφύλιο. Αυτό είχε ως συνέπεια, πέρα από τις μαγευτικές εικόνες της μοναδικής αναγεννησιακής πόλης της Ιβηρικής χερσονήσου, να επιστρέψω στην Ελλάδα και με μια ανυπομονησία να παρακολουθήσω την νέα ταινία του Ισπανού σκηνοθέτη, ο οποίος μας είχε χαρίσει παλιότερα τα εξαιρετικά "Οι Άλλοι" και "Η Θάλασσα Μέσα Μου". Όμως η πανδημία έκανε την προσμονή μου να διαρκέσει σχεδόν δυο χρόνια κι όταν τελικά κατάφερα να την δω, διαπίστωσα πως η ταινία με αντάμειψε με το παραπάνω για την υπομονή μου.
Η ιστορία μας μεταφέρει στο ξεκίνημα του Ισπανικού Εμφυλίου, όπου η πτώση του δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα κι η ανεξέλεγκτη κατάσταση του ισπανικού στρατού στο Μαρόκο οδήγησαν στη συσπείρωση των φασιστών στην ιβηρική χερσόνησο. Επίσης σημαντικό ρόλο είχε παίξει το γεγονός πως στις δημοκρατικές εκλογές του 1936, πρωτοστάτησαν οι κεντρο-δεξιοί με τους σοσιαλιστές. Για να μας βάλει ο δημιουργός στο κλίμα εκείνων των ημερών, μας παρουσιάζει στο εναρκτήριο πλάνο, το οποίο διαδραματίζεται στην εντυπωσιακή πλατεία της Σαλαμάνκα, τον ισπανικό στρατό που ανακοινώνει την κατάλυση της δημοκρατίας επιβάλλοντας στρατιωτικό νόμο με τους πολίτες να ακούν οι μεν σαστισμένοι κι οι δε με ζητωκραυγές απαιτώντας την επιστροφή της μοναρχίας. Η διχόνοια στον ισπανικό λαό είχε ήδη ανάψει και τα πρώτα σημάδια του εμφυλίου άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους.
Πρωταγωνιστικό πρόσωπο σε 'κείνη την πτυχή της ιστορίας, είναι ο διάσημος συγγραφέας και πρύτανης του πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα, Μιγκέλ ντε Ουναμούνο, ο οποίος από την πρώτη στιγμή υποστήριξε τη στρατιωτική επέμβαση υπογράφοντας το μανιφέστο των εθνικιστών, χάνοντας μ' αυτόν τον τρόπο την εκτίμηση των συναδέλφων του και του στενού του οικογενειακού και φιλικού του κύκλου. Ο ίδιος ως υπέρμαχος υποστηρικτής της μοναρχίας, υποστήριξε τη πράξη του αυτή δηλώνοντας προδομένος από τη νέα ισπανική δημοκρατία κι απαιτώντας την επαναφορά της τάξης με κάθε τίμημα.
Όμως η στρατιωτική επέμβαση δεν άργησε να φανερώσει τις προσδοκίες της, οι οποίες ήταν η απόλυτη φασιστική κυριαρχία στην Ισπανία, έχοντας τη στήριξη των Γερμανών ναζί και των Ιταλών φασιστών. Μετά την πανηγυρική κατάληψη του Τολέδο από τον δημοκρατικό στρατό, οι φασίστες θα αναγκαστούν να συνεργαστούν με τους μοναρχικούς για να αντεπιτεθούν και να καταλάβουν ξανά τα προπύργια των αναρχικών και των κομμουνιστών. Αφού επέλεξαν ως αρχηγό τους τον Φράνκο, ξεκίνησαν την επέλασή τους προς την Μαδρίτη, καταλαμβάνοντας πρώτα το Τολέδο. Με τη νίκη τους αυτή, ο Φράνκο γίνεται μεμιάς ο ήρωας της συντηρητικής κοινωνίας και το προσωπείο των φασιστών, οι οποίοι μόλις συνειδητοποιήσουν πως έχουν αρχίσει να πατούν γερά στην κατάληψη της χώρας, θα πετάξουν τους μοναρχικούς από τη μέση και θα φανερώσουν το τέρας που έκρυβαν τόσο καιρό, αφήνοντας σαστισμένους όχι μόνο τους προοδευτικούς αλλά και τους συντηρητικούς που μέχρι εκείνη τη στιγμή τους υπερασπίζονταν.
Στο πρόσωπο λοιπόν του πρύτανη, παρακολουθούμε την πορεία των συντηρητικών, των οποίων η υποστήριξή τους στους φασίστες μετατρέπεται σε έναν βουβό και σαστισμένο προβληματισμό, ο οποίος θα τους οδηγήσει στην ύστατη αντίδρασή τους απέναντι στην επέλαση του σκοταδισμού με κάθε τίμημα τόσο για τη θέση τους στην κοινωνία όσο και για την ίδια τους τη ζωή.
Υπήρξαν αρκετά στοιχεία της ταινίας που μου κέντρισαν το ενδιαφέρον και με κέρδισαν ως θεατή. Πρώτα απ' όλα, μου άρεσε η σταδιακή μεταστροφή του πρύτανη του πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα. Είχε ενδιαφέρον η πορεία του, διότι ταύτισα την άποψή του με τις αντίστοιχες αρκετών προσώπων της σημερινής εποχής που υποστηρίζουν τόσο το σημερινό εγχώριο καθεστώς όσο και τα υπόλοιπα ακροδεξιά κινήματα της Ευρώπης. Στην όψη του διέκρινα ανθρώπους του κύκλου μου που αρνούνται να δουν την αλήθεια κατάματα, χρησιμοποιώντας τις πιο ηλίθιες δικαιολογίες. Δικαιολογίες που δε συνάδουν τόσο με το ποιόν τους όσο και με την ως τώρα πορεία τους. Ένα πολύ τρανταχτό παράδειγμα είναι η σκηνή με τους ήχους των τουφεκισμών από τις εκτελέσεις που ακούγονται έξω από την πόλη, τις οποίες ο πρύτανης τις καταλογίζει σε λαθροκυνηγούς. Κι ενώ βλέπει μπροστά του τους φαντάρους που επιστρέφουν από το σημείο της εκτέλεσης, επιμένει στη επιπόλαιη άποψη του. Άραγε πόσους τέτοιους τύπους συναντάμε στην καθημερινότητά μας που προσπαθούν να διαψεύσουν με παρόμοιες βλακώδεις δικαιολογίες την κατάλυση του εγχώριου δημοκρατικού μας πολιτεύματος;
Μάλιστα η στάση του έφτανε σε σημείο να με εξοργίζει καθώς έθετε ως επιχειρήματα την ηλικία του, τις γνώσεις του και την ως τότε καριέρα του. Γι' αυτή του τη στάση δέχεται μια δυνατή απάντηση από την κόρη του, η οποία του λέει πως τελικά είναι θέμα ηλικίας, θέλοντας μ' αυτόν τον τρόπο να δηλώσει πως η τρίτη ηλικία θα παραμένει αιωνίως ένα συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας που υπερασπίζεται τα καθεστώτα σε αντίθεση με την νεολαία που πάντα αναζητά την πιο προοδευτική πορεία. Η κόντρα με την κόρη του έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και φτάνει στην κορύφωση όταν εκείνη του λέει πως έχει καρδιά από πέτρα, ένα χαρακτηρισμό που ο ίδιος θα χρησιμοποιήσει λίγο αργότερα, θέλοντας να δείξει πως δε φοβάται τους νυχτερινούς βομβαρδισμούς.
Το πείσμα του πρύτανη θα διαρκέσει όσο εκείνος θα νιώθει άτρωτος απέναντι στην επέλαση των φασιστών. Μάλιστα οι ίδιοι θα τον επαναφέρουν στη θέση του στο πανεπιστήμιο, μετά την απόλυσή του από τη δημοκρατική κυβέρνηση. Το πείσμα του θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο μετά τους τσακωμούς του με ανθρώπους του στενού του φιλικού περιβάλλοντος. Όσο εκείνοι του ζητούν να συνέλθει τόσο εκείνος τους χλευάζει και γίνεται ισχυρογνώμον θεωρώντας πως βρίσκεται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Η στάση του όμως θα αλλάξει όταν αρχίσουν οι συλλήψεις δικών του ανθρώπων που ο ίδιος θεωρεί πως είναι καλοί χριστιανοί, σωστοί πατριώτες κι αθώοι πολίτες. Επίσης, θα νιώσει πως είναι κι αυτός υποψήφιο θύμα τους όταν συνειδητοποιήσει από τις στάσεις τους πως γι' αυτούς είναι απλώς ένα ακόμη χρήσιμο πιόνι. Ο φόβος μέσα του θα κυριαρχήσει μετά την εκτέλεση του φίλου του παπά της ευαγγελικής εκκλησίας και τη σύλληψη του πιστού βοηθού του. Εκεί πια αντιλαμβάνεται πως όλο αυτόν τον καιρό ήταν ακόμη ένας ανόητος θιασώτης του φασιστικού τέρατος. Νιώθοντας ενοχή όχι μόνο για τη λάθος στάση του αλλά και για τις συλλήψεις και τις εκτελέσεις των δικών του ανθρώπων, θα βγάλει έναν δυναμικό ουμανιστικό κι αντιφασιστικό λόγο σε μια άκρως προσβλητική και σκοταδιστική εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί εντός του πανεπιστημίου. Θα υμνήσει τη δημοκρατία και την ελευθερία, παρόλο που αισθάνεται ως θήραμα των λιονταριών μιας φασιστικής αρένας που απαιτεί την παραδειγματική θανάτωσή του φωνάζοντας "Θάνατος στη διανόηση. Ζήτω ο Θάνατος!". Η ιαχή αυτή αντί να τον ταράξει, του δίνει περισσότερο θάρρος να στον επιβλητικό του λόγο "Αυτός είναι ο ναός της διανόησης κι εγώ είμαι ο ανώτατος ιερέας. Εσείς βεβηλώνετε τους ιερούς χώρους του. Θα νικήσετε γιατί έχετε την αφθονία της ωμής βίας. Όμως, δε θα πείσετε. Για να πείσετε, πρέπει να είστε πειστικοί. Και για να είστε πειστικοί, χρειάζεστε κάτι που δεν έχετε. Λόγο και δικαίωμα στον αγώνα. Μου φαίνεται μάταιο να σας ζητήσω να σκεφτείτε την Ισπανία". Και με την πράξη του αυτή θα βγει νικητής.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι η παρουσίαση του δικτάτορα Φράνκο. Είναι η πρώτη φορά που τον βλέπω ως ένα άβουλο ανθρωπάκι που επιλέχθηκε παρά τη θέλησή του στη θέση του δικτάτορα μόνο και μόνο επειδή είχε την εκτίμηση των στρατιωτών. Επίσης μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο φόβος που είχε απέναντι στη γυναίκα του και το κατά πόσο τον επηρέαζε στις αποφάσεις του. Ο σκηνοθέτης σε καμία περίπτωση δεν επιδιώκει να ωραιοποιήσει την υπόστασή του. Αντιθέτως, θεωρώ πως τσαλακώνει περαιτέρω την εικόνα του. Φυσικά σ' αυτό συμβάλλει κι η εξαιρετική ερμηνεία του άγνωστου για μένα ηθοποιού Σάντι Πρέγο. Όπως επίσης εξαιρετικός ήταν κι ο Εδουάρδ Φερνάντεθ στο ρόλο του στρατηγού Μιγιάν Αστράι.
Ένα ακόμη στοιχείο που λάτρεψα στη συγκεκριμένη ταινία είναι τα υπέροχα πλάνα που παρουσιάζουν ένα μικρό μέρος της μοναδικής ομορφιάς της Σαλαμάνκα. Η αρχοντική πύλη του πανεπιστημίου με την πλούσια γλυπτή της διακόσμηση, ο επιβλητικός καθεδρικός που δεσπόζει στο ψηλότερο σημείο της πόλης κι είναι ορατός από κάθε σημείο της, η ρωμαϊκή γέφυρα που οδηγεί σε έναν καταπράσινο περίπατο δίπλα στο ποτάμι, τα παλιά καλοδιατηρημένα κτίρια με τα γήινα χρώματα, η κομψότατη πλατεία της πόλης που θεωρείται ως μια από τις ομορφότερες της Ισπανίας (μάλιστα κάποιοι πιστεύουν πως είναι η ομορφότερη όλων) και φυσικά οι πανέμορφες τοιχογραφίες στο παρεκκλήσι που βρίσκεται δίπλα στον καθεδρικό. Μέσα απ' αυτήν την ταινία θυμήθηκα ξανά τις όμορφες περιπλανήσεις μου σ' αυτήν την τόσο μοναδική πόλη.
Σκηνοθετικά η ταινία ήταν άψογη. Τα πλάνα δημιουργούσαν μια τρομερή αντίθεση καθώς χωρίζονταν σε σκοτεινά και φωτεινά, προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο να δείξουν την εσωτερική πάλη του πρύτανη. Οι λήψεις στους εσωτερικούς χώρους ήταν ατμοσφαιρικές κι ο φωτισμός έδινε έναν ιδιαίτερο τονισμό στις μορφές που βρίσκονταν μέσα σ' αυτούς. Σε κάθε πλάνο έβρισκα ένα στοιχείο που με μάγευε. Επίσης οι ηθοποιοί έπαιξαν εξαιρετικά τους ρόλους τους, όπου απ' αυτούς ξεχώρισα τον Σάντι Πρέγο στο ρόλο του Φράνκο, τον Εδουάρδ Φερνάντεθ στο ρόλο του στρατηγού Μιγιάν Αστράι και φυσικά τον Κάρα Ελαγιάλντε στο ρόλο του πρύτανη Μιγκέλ ντε Ουναμούνο.
Κάτι που παρατήρησα είναι πως από το πρώτο κιόλας λεπτό η ταινία προσπαθεί να χαρακτηριστεί σε διαχρονικό διάβημα πάνω στον φασιστικό κίνδυνο, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στην ύποπτη σιγή των διανοουμένων μπροστά σε φανερές παραβιάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος. Σ' αυτήν την προσπάθεια από τη μια θεωρώ πως πέτυχε τον σκοπό της διότι προκαλεί έντονους προβληματισμούς αλλά από την άλλη έχω την αίσθηση πως χρειαζόταν επιπλέον βαρύτητα στις προσωπικότητες των εμπλεκομένων και στους διαλόγους τους ώστε να δώσει περαιτέρω τροφή για σκέψη. Για παράδειγμα, θα ήθελα πολύ να ακούσω τον ιδεολογικό αντίλογο του συντηρητικού πρύτανη με τον αριστερό βοηθό του παρά να παρακολουθώ τις σκιές τους να κουνιούνται με ένταση μπροστά από ένα ειδυλλιακό ισπανικό ηλιοβασίλεμα.
Το αντιφασιστικό έργο "Όσο Κρατά ο Πόλεμος" είναι μια ακόμη ιδιαίτερη κινηματογραφική αφορμή για να αναθεωρήσουμε την ως τώρα στάση μας απέναντι στην επέλαση της ακροδεξιάς πολιτικής και κατά πόσο φέρει ο καθένας μας ευθύνη απέναντι σ' αυτήν την πολιτική και κοινωνική ηθική κατρακύλα. Το πιο ανησυχητικό όμως της όλης ιστορίας είναι πως για μένα πλέον αυτές οι ταινίες δε σχετίζονται μόνο με το μακρινό παρελθόν αλλά και με το εγγύς μέλλον. Αυτός και μόνο ο λόγος κάνει τις προβολές τους να γίνονται ακόμη πιο αναγκαίες.
Βαθμολογία: 8/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου