Τρίτη 6 Απριλίου 2021

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Το Αστείο (1969)




Ως λάτρης της δοκιμιακής γραφής του Μίλαν Κούντερα, ενθουσιάστηκα με την πρόταση μιας τσεχοσλοβάκικης ταινίας που είχε βασιστεί σε ένα από τα βιβλία του. Πάνε πάνω από δέκα χρόνια που ξεκίνησα  με την "Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι", κάνοντάς με να πάρω με τη σειρά την υπόλοιπη βιβλιογραφία του σπουδαίου Τσέχου συγγραφέα, από την οποία ξεχώρισα το αριστουργηματικό "Η Ζωή είναι Αλλού" και το κυνικό "Αστείο", το οποίο γυρίστηκε το 1968 από τον Γιαμοριλ Γιρες. Η επιθυμία μου να δω την συγκεκριμένη ταινία εντάθηκε περισσότερο όταν έμαθα πως στο σενάριο συμμετείχε κι ο Μίλαν Κούντερα. 
Η ιστορία μας μιλάει για την άδικη μοίρα ενός άνδρα και την υπόγεια οργή του που βγήκε ξανά στην επιφάνεια μετά από μια τυχαία συνάντηση που είχε με μια δημοσιογράφο. Μια προγραμματισμένη συνέντευξη μεταξύ τους θα μετατραπεί σε φλερτ, όπου θα μάθει πως εκείνη είναι η σύζυγος ενός παλιού του φίλου που τον πρόδωσε στα φοιτητικά του χρόνια, καταστρέφοντάς την μετέπειτα ζωή του. Από εκείνη τη συνάντηση κι έπειτα, αρχίζουν να αναδύονται γεγονότα από το παρελθόν που του υπενθυμίζουν το μοιραίο αστείο, το οποίο τον καταδίκασε στο να χάσει την τότε σύντροφό του, να τον απαρνηθούν οι φίλοι του, να τον διαγράψει το κόμμα, να διωχθεί από το πανεπιστήμιο και να ενταχθεί στο στρατιωτικό σώμα των ανεπιθύμητων. Η πίστη του στο Κόμμα και στον Κομμουνισμό θα γκρεμιστεί συθέμελα με αυτά που θα βιώσει στα κάτεργα αλλά και με τους ανθρώπους που θα γνωρίσει και θα γίνει φίλος κάτω απ' αυτές τις αντίξοες συνθήκες. Όλα τα παραπάνω βιώματα, μας παρουσιάζονται ως συνεχόμενα flash back, καθώς ο πρωταγωνιστής επισκέπτεται τη γενέτειρά του με σκοπό να κάνει έρωτα με τη σύζυγο του παλιού του φίλου, πιστεύοντας πως μ' αυτόν τον τρόπο θα τον εκδικηθεί. Όμως η ζωή θα του την φέρει ξανά, αποδεικνύοντάς του πως τόσο η αντίδρασή του όσο κι η επιλογή των ανθρώπων που επιλέγει για να ξεσπάσει εξαιτίας κάποιων άλλων είναι λάθος.




Ο Λούντβικ που είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, είναι ένας ακόμη γνώριμος αντιήρωας των βιβλίων του Μίλαν Κούντερα. Δυσκολεύεσαι να τον συμπαθήσεις αλλά ταυτόχρονα αδυνατείς και να τον αντιπαθήσεις, καθώς αναγνωρίζεις αρκετές από τις ανθρώπινες αδυναμίες που κουβαλάει. Η κυνική του όψη κι η σαρκαστική του διάθεση προκαλούν αρχικά μια αποστροφή αλλά όσο ξετυλίγεται το κουβάρι του παρελθόντος του, τόσο περισσότερο γίνεται κατανοητή η συμπεριφορά του, χωρίς όμως να γίνεται αποδεκτή.
Οι προδοσίες που έζησε στη φοιτητική του ζωή έπεσαν μαζεμένες και αποδείχτηκαν καταστροφικές. Εξαιτίας τους χάνει την πίστη του στον έρωτα καθώς η πρώτη του σοβαρή σχέση τον προδίδει στο Κόμμα. Μέσα από την ανάκριση που ακολουθεί γίνεται αντιληπτό πως όλες οι ερωτικές του επιστολές, διαβάζονταν κι από τους υπόλοιπους φοιτητές που ήταν ενταγμένοι στο κόμμα. Σε μια απ' αυτές κάνει το μοιραίο λάθος να γράψει μια ειρωνική φράση πως "η αισιοδοξία είναι το όπιο του λαού" κλείνοντας με ένα  "Ζήτω ο Τρότσκι". Σε ένα καθεστώς ανελευθερίας, η επιστολή αυτή ήταν αδύνατον να μείνει κρυφή και να ξεχαστεί. Η σύντροφός του, φοβούμενη πως θα τεθεί σε κίνδυνο η φοιτητική της και μετέπειτα σοσιαλιστική της καριέρα, τον προδίδει στους οργανωμένους συμφοιτητές της ενώ μετέπειτα ψηφίζει υπέρ της διαγραφής του από το Κόμμα και της αποπομπής του από το πανεπιστήμιο. Με το γεγονός αυτό, ο Λούντβικ παύει να εμπιστεύεται το γυναικείο φύλο και δυσκολεύεται να συνάπτει μαζί τους σχέσεις δηλώνοντας σε έναν φίλο του πως του αρκεί μόνο το εφήμερο σεξ.   
Επίσης εξαιτίας αυτού του συμβάντος, ο Λούντβικ απαρνιέται και την αιώνια αξία της φιλίας καθώς νιώθει προδομένος από τους ίδιους του τους φίλους. Καθώς εκείνοι τον χλευάζουν και τον απαξιώνουν διαβάζοντας την ερωτική του επιστολή τόσο στην ανάκριση όσο και στο γεμάτο από φοιτητές αμφιθέατρο, εκείνος θυμάται κι απαριθμεί τις όμορφες στιγμές που είχε μαζί τους σαν ένα κύκνειο άσμα της φιλίας τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μη νιώθει πλέον κανένα απολύτως συναίσθημα για κείνους, κάτι γίνεται εμφανές όταν συναντά ξανά κάποιους απ' αυτούς στη γενέτειρά του. Αυτό όμως που τον συντρίβει είναι που εξακολουθεί να αισθάνεται λίγος απέναντι σ' αυτόν που θέλει να εκδικηθεί. Παράλληλα τον πιάνει μια πίκρα διαπιστώνοντας πως παρά το τότε μοιραίο του αστείο, εκείνος συνέχισε να ζει πιο "σοσιαλιστικά" σε αντίθεση με τον "ιδεολόγο" καιροσκόπο Πάβελ που τον καταδίκασε με διαγραφή από το Κόμμα και το πανεπιστήμιο, καταστρέφοντας τη μετέπειτα ζωή του. 




Έπειτα έρχεται η δύσκολη περίοδος του στρατού, όπου μέσα σ' αυτά τα έξι χαμένα χρόνια, ο Λούντβικ θα νιώσει λιγότερο μόνος απέναντι στην αδικία που έχει υποστεί. Μέσα στο στρατόπεδο θα 'ρθει σε επαφή με ανθρώπους συνειδητοποιημένους, ηθικούς, ειλικρινείς κι οραματιστές. Θα βιώσει ξανά την έννοια της συντροφικότητας, της εκτίμησης και της αλληλεγγύης. Θα δει ανθρώπους να λογοκρίνονται για τα πιστεύω τους και να βασανίζονται για τις αληθινές τους στάσεις. Μέσα εκεί θα χάσει την πίστη του για τον Κομμουνισμό αλλά θα ξαναβρεί τη διάθεσή του για ζωή και πρόοδο έχοντας συντροφιά τους δικούς του κολασμένους. Τα προπαγανδιστικά τραγούδια θα αποκτήσουν γι' αυτόν άλλο νόημα και οι παραδοσιακές εκδηλώσεις δε θα 'ναι τίποτα παραπάνω από μια ευκαιρία να ξεσκάσει και να χαμογελάσει ο κόσμος σε ένα καθεστώς ανελεύθερο κι άδικο. 
Έχοντας ως βάση αυτό το παρελθόν, ερχόμαστε στο παρόν όπου ο Λούντβικ ετοιμάζεται για την εκδίκησή του. Ως θεατές δείχνουμε κατανόηση στην οργή που κουβαλάει μέσα του αλλά θεωρούμε εξαρχής ανήθικη και λάθος την προσπάθειά του να δελεάσει τη σύζυγο του Πάβελ ώστε να κάνει έρωτα μαζί της. Όμως κάποιες απρόσμενες αποκαλύψεις, θα τον αναγκάσουν να συνειδητοποιήσει την ατιμία του. Παρόλα αυτά δε θα κάνει τίποτα για να διορθώσει την όλη κατάσταση ενώ με τη φυγή του σηματοδοτεί την απροθυμία του να δει την αλήθεια κατάματα. Μια αλήθεια που ο ίδιος τελικά θα ξεστομίσει λίγο πριν το τέλος σε μια σπαρακτική κατάσταση απόγνωσης και θυμού. 
Καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας, τα γεγονότα παρουσιάζονται με ένα ύφος εξομολογητικό, το οποίο παρά την ανάλαφρη διάθεσή του, δείχνει προετοιμασμένο για την κριτική ματιά του θεατή. Στις απρόσμενες συναντήσεις που έχει ο Λούντβικ με τους παλιούς του φίλους, θέτει θεμελιώδη υπαρξιακά ζητήματα πάνω στη ζωή, την πολιτική και την τέχνη ενώ οι στοχασμοί του κρύβουν μια δόση νοσταλγίας για καταστάσεις και στιγμές που περνούν και χάνονται στη λήθη του χρόνου.
Παράλληλα μέσα από τα γεγονότα της ιστορίας αναδύονται θέματα για την ελευθερία της έκφρασης, την πολιτική διαπαιδαγώγηση, την κομματική πειθαρχία, τον αυταρχισμό, την εξουσία, των ιδεολογιών, των ιδεών του κομμουνισμού και του σοσιαλισμού, την αισθητική της τέχνης, των ανθρωπίνων σχέσεων, για την τυχαιότητα κάποιων γεγονότων που μπορούν να προκαλέσουν απίστευτες ανατροπές από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά και της αθέλητης συμμετοχής των ανθρώπων σε γεγονότα που με τον καιρό γίνονται ιστορία. 




Το κινηματογραφικό "Αστείο" του Γιαμοριλ Γιρες δε διαφέρει στον κυνισμό και στην ειρωνεία του λογοτεχνικού "Αστείου" του Μίλαν Κούντερα. Το μελαγχολικό βλέμμα του πρωταγωνιστή Ζόζεφ Σομρ εκφράζει απόλυτα τον κυνισμό της γραφής του Τσέχου συγγραφέα, ο οποίος σπάει με μικρές εύστοχες στιγμές χιούμορ. 
Ο χαρακτήρας του πρωταγωνιστή περιγράφεται εξαιρετικά από τον ίδιο μέσα στο βιβλίο, ο οποίος δηλώνει το εξής: «Αλλά ποιος πραγματικά ήμουν; Οφείλω να το ξαναπώ: Ήμουν κάποιος με πολλά πρόσωπα. Στις συνελεύσεις ήμουν σοβαρός, γεμάτος ζήλο και ενθουσιασμό· με την παρέα μου αυθόρμητος και πειραχτήρι· με τη Μαρκέτα, απελπιστικά κυνικός και επιτηδευμένος· κι όταν έμενα μόνος (και σκεφτόμουν τη Μαρκέτα) ήμουν όλο ανασφάλεια και ταραγμένος σαν γυμνασιόπαιδο». Με τη δήλωσή του αυτή μπορούμε να καταλάβουμε τους λόγους που γίνεται ταυτόχρονα συμπαθής κι αντιπαθής αλλά σε καμιά στιγμή δε γίνεται αδιάφορος. 
Το "Αστείο" είναι ένα γλυκόπικρο υπαρξιακό διαμαντάκι που παρουσιάζει τους φόβους της λήθης και τον πόνο του χαμένου χρόνου. Πόσο μάλλον του κλεμμένου χρόνου. Είναι ένα πάντρεμα της ειρωνείας και της σωτηρίας. Είναι ένα μελαγχολικό ποίημα για τη σκιά που αφήνουμε πίσω μας και για το πικρό χαμόγελο που σχηματίζουμε στα χείλη κοιτώντας προς το άγνωστο που έρχεται από το μέλλον. 


Βαθμολογία: 8/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου