του Παναγιώτη Νούτσου
ομότιμου καθηγητή Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων
Τι θα ήταν ακόμη ένας επετειακός απολογισμός για τον Γαλλικό Μάη με επίκεντρο την ανίχνευση της δυναμικής των ιδεών, τότε και τώρα; Για το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα τίποτε δεν προμηνούσε τα γεγονότα του Μαΐου-Ιουνίου 1968, τα οποία αντιμετώπισε στην έκρηξή τους με άφωνη δυσπιστία και στην εκτύλιξή τους με χλευασμό και εχθρότητα.
Μέσα από το πανδαιμόνιο που δημιούργησε η συστράτευση του Μαρξ, του Μπακούνιν, της Λούξεμπουργκ, του Τρότσκι, του Στάλιν, του Μάο και του Τσε αναδύθηκε μια δέσμη ιδεών που κατέγραψε ή υπαινισσόταν κάποια διαφορετική αίσθηση της ιστορίας, χωρίς τις φθαρμένες ετικέτες της κομματικής «ορθοδοξίας» και τις αναλύσεις ακόμη και των διαφωνούντων θεωρητικών της («Althusser a rien») που είχαν μετατραπεί σε «βεντέτες της Διανόησης», κατά την προκλητική διατύπωση των «Situationnistes».
Η συνθηματολογική κυρίως καταγραφή αυτής της εμπειρίας («ecrivez partout») δεν κάλυψε μόνον τους τοίχους της Σορβόνης, αλλά και το εργοστάσιο της Ρενό, προσφέροντας οξύτατα ερεθίσματα για την επίγνωση σημαντικών προβλημάτων που έθετε η καθημερινή δράση των ατόμων ως πολιτική διαγωγή.
Από μια άποψη επαληθευόταν η νεανική παρατήρηση του Mαρξ ότι η κοινωνική ευμάρεια και όχι η δυσπραγία οδηγεί τους ανθρώπους στην «πολιτική λογική» (1844). Πέρα όμως κι απ' αυτήν εκτοξεύεται η άρνηση των μεγάλων και γι' αυτό κενών ιδεολογικών σχημάτων, θραύεται η λογική επιφάνεια που συχνά λειτουργεί ως επικάλυψη των πραγμάτων, απορρίπτεται η αυθεντία μιας επιστήμης των κοινωνικών νομοτελειών και προτάσσεται η αξιοποίηση του διαθέσιμου χρόνου χωρίς καταναλωτικά πρότυπα.
Επιπλέον, καταγγέλλεται ο κατακερματισμός της γνώσης που γεννά τον «Fachidiot» και τον εξουσιαστή των ανθρωπίνων αναγκών, γίνεται δακτυλοδεικτούμενος ο πατερναλισμός που προσδιορίζει τις σχέσεις των δύο φύλων, αποδοκιμάζεται η λογική της ανάπτυξης και της θεσμικής ιεράρχησης των αναγκών.
Τέλος, προκρίνεται η αντικατάσταση του μέλλοντος από το παρόν και της «σταδιοκρατίας» από την εξέγερση και προτείνεται η μεταφορά του «περιθωρίου» στο επίκεντρο και αντίστοιχα της «αυθεντίας» στην περιφέρεια. Αν ο ρεαλισμός σήμαινε την απαίτηση του αδύνατου («Soyez réalistes, demandez l’ impossible»), τότε έγινε αντιληπτή η δυνατότητα της κοινωνικής ανατροπής χωρίς να προϋπάρξουν ή, έστω, να εφευρεθούν οι ειδικευμένοι μηχανισμοί της πολιτικής μεταβολής.
Αυτή η ατημέλητη και ασυντόνιστη συνηγορία του υποκειμένου ως μοναδικού δικαιώματος του ανθρώπου έδειξε με πολιτικό τρόπο -αλλά πάντως όχι προς όφελος των παραδοσιακών σχημάτων της Αριστεράς, ούτε ακόμη και για τις ίδιες τις οργανωμένες πτέρυγες των πρωταγωνιστών του Μαΐου- την επικαιρότητα της κοινωνικής επανάστασης.
Ο βραχύς συγκλονισμός της γαλλικής κοινωνίας, έστω και ως «αντίδοτο στη γεροντική αρρώστια του κομμουνισμού», λειτούργησε ως εναλλακτική πρόταση στη θεσμοποιημένη διαδικασία παραγωγής του μαρξιστικού λόγου και έδωσε την ευκαιρία, hie et nunc, να ξανατεθεί από την αρχή το πρόβλημα της αυτονομίας. Γι' αυτό ενέπνευσε κοινωνικά κινήματα αμφισβήτησης των διαταξικών σχισμάτων της υπάρχουσας ταξικής και ετερόνομης κοινωνίας. Ο,τι συνέβη το 1968 στο Παρίσι, όπου αναβαπτίζεται και η ετερόδοξη αριστερή διανόηση της ελληνικής παροικίας, και στις άλλες πόλεις της Δυτ. Ευρώπης, έδωσε ένα αιφνιδιαστικό αλλά καίριο χτύπημα στα θεωρήματα του «μαρξισμού-λενινισμού».
Στην εγχώρια Αριστερά, που συνεχίζει να υφίσταται τις διώξεις του δικτατορικού καθεστώτος και να επαληθεύει τους αρχαίους παραδοξογράφους ότι «ἐν Γυάρῳ τῇ νήσῳ λέγεται τοὺς μῦς τὸν σίδηρον ἐσθίειν», η εμπειρία αυτή διαμεσολαβείται με τους αγωγούς και τα σύστοιχα αιτήματα της συγκυρίας, χωρίς ωστόσο να εκληφθεί ως ανέφικτη η αφομοίωσή της με βάση τα σχήματα διαφοροποίησης που ήδη είχαν εμφανιστεί για να αξιώσουν την ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος.
Με τα στοιχεία πάλι της συγκυρίας θα σφραγιστεί η δυναμική ενός ολοένα και πιο σφριγηλού πνεύματος εξέγερσης των νέων που θα κορυφωθεί στα γεγονότα του «Πολυτεχνείου», χωρίς όμως να αποτραπεί η διάχυσή του στα ανασυντασσόμενα κόμματα της μεταπολιτευτικής Αριστεράς και δίχως να αποτελέσει έτσι μια αυτοδύναμη πολιτική δύναμη που έξω απ' αυτά θα μπορούσε να συμβάλει είτε στην αναζωογόνηση είτε στην απίσχνανσή τους.
Ως προς το ίδιο το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, η διεργασία επανεκτίμησης των γεγονότων του Μαΐου, ήδη από το 1978, στοιχήθηκε με κάποιες αλλαγές που αφορούσαν την απάλειψη της «δικτατορίας του προλεταριάτου» από το καταστατικό του, την αποποίηση του «μαρξισμού -λενινισμού», τη χάραξη της στρατηγικής του «γαλλικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό» κ.λπ.
Πάντως η εξόφθαλμη αναντιστοιχία αυτών των νεωτερισμών με την παγιωμένη εσωτερική του λειτουργία επέτρεψε την εμφάνιση, μέσα κι έξω πια απ' αυτό, ανανεωτικών κινήσεων που έδειχναν, inter alia, πόσο δυσχερής είναι η πορεία ανάπλασης κομματικών σχηματισμών που ex difinitione προβάλλονται ως μηχανισμοί για να πραγματοποιήσουν την πολιτική ανατροπή και να επιβάλουν στη συνέχεια, ακόμη και με βίαια μέσα (ήδη ο Ροβεσπιέρος επικαλούνταν τον «δεσποτισμό της ελευθερίας»), την κοινωνική αναμόρφωση.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου