Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Η Αμφίπολη, η Μακεδονία και η ιδεολογική χρήση του παρελθόντος



της Χριστίνας Κωνσταντακοπούλου*

 Η ιδεολογική χρήση της Ιστορίας και του παρελθόντος δεν είναι ελληνικό και μόνο φαινόμενο. Η πρόσφατη συζήτηση στη Μεγάλη Βρετανία για το παρελθόν του βρετανικού ιμπεριαλισμού και το παρόν στις πρώην αποικίες δείχνει πώς σε μια χώρα με μεγάλη παράδοση στην ιστορική επιστήμη, η χρήση του παρελθόντος στο παρόν αποτελεί μια συνεχή, επίκαιρη και συχνά προβληματική συζήτηση για τη μεθοδολογία και χρήση της Ιστορίας.[1]
Στην Ελλάδα, η σύγχρονη συζήτηση για τον τάφο της Αμφίπολης είναι ίσως ένα από τα καλύτερα παραδείγματα για το πώς το παρελθόν αποτελεί παράγοντα συζήτησης για καυτά σύγχρονα πολιτικά θέματα, όπως το όνομα της Μακεδονίας. Ο τύμβος Καστά ήταν γνωστός ήδη από τη δεκαετία του 1960, από τις ανασκαφές του Δημήτριου Λαζαρίδη στην περιοχή.[2] Γιατί τότε η «ανακάλυψη» του τάφου της Αμφίπολης προκάλεσε τέτοια αναταραχή το καλοκαίρι του 2014; Η απάντηση έχει να κάνει με την ειδική σημασία που έχει η Αρχαιολογία και η αρχαία Ιστορία στην κατασκευή του σύγχρονου ελληνικού εθνικού κράτους (και ιδεολογίας) και με τη σημασία που έχουν τα αρχαιολογικά ευρήματα της Μακεδονίας ως συστατικά στοιχεία που αποδεικνύουν την «ελληνικότητα» της Μακεδονίας. Όπως είπε και η αρχαιολόγος Όλγα Παλαγγιά, αν το μνημείο αυτό είχε βρεθεί στη Πελοπόννησο, κανένας, εκτός των ειδικών, δεν θα είχε ασχοληθεί μαζί του.[3]
Αξίζει να θυμηθούμε λίγο τι έγινε το καλοκαίρι του 2014. Η υπεύθυνη για την ανασκαφή Κατερίνα Περιστέρη ανέδειξε την είσοδο του τάφου το καλοκαίρι του 2014, ενώ ήδη από το 2012 είχε αρχίσει τις ανασκαφές στην περιοχή. Η ανακοίνωση της αποκάλυψης της εισόδου του τάφου και τα πραγματικά εντυπωσιακά ευρήματα δημιούργησαν ένα δημοσιογραφικό κρεσέντο: ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς επισκέφτηκε τον τάφο στις 12 Αυγούστου, ενώ η Άννα Παναγιωταρέα αυτοανακυρήχθηκε «εκπρόσωπος τάφου», κάτι που, νομίζω, είναι παγκόσμια πρωτοτυπία. Το ελληνικό κοινό ασχολήθηκε εκτενώς με την αρχαιολογική έρευνα στη συγκεκριμένη θέση, ενώ η ιστοσελίδα Στοίχημα έβγαζε φαβορί για την ταυτότητα του νεκρού.
Δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει στη σύγχρονη Ιστορία περίπτωση ανασκαφής που να προκάλεσε τέτοιο ενδιαφέρον στο ευρύ ελληνικό κοινό. Οι ανακαλύψεις του Ανδρόνικου στη Βεργίνα έλαβαν χώρα μια εποχή που δεν υπήρχαν μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επομένως η ενασχόληση του κοινού δεν είχε την αμεσότητα που είδαμε στην περίπτωση της Αμφίπολης. Η γενικότερη πολιτική κατάσταση της χώρας το καλοκαίρι του 2014 εξηγεί ώς έναν βαθμό αυτή την ενασχόληση. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 χτύπησε την Ελλάδα ιδιαίτερα σκληρά: οι διαρκείς διαπραγματεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα προωθούσαν συνεχώς σκληρότερα μέσα λιτότητας. Παράλληλα, η αύξηση της πολιτικής αστάθειας μέσω των επανειλημμένων εκλογών την περίοδο 2012 - 2015 δημιούργησε ένα τεταμένο κλίμα, στο οποίο η ανακοίνωση εντυπωσιακών ευρημάτων της Αμφίπολης εξυπηρετούσε, εν δυνάμει, τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και τη δημιουργία μιας διαφορετικής εθνικής αφήγησης. Με άλλα λόγια, όταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Ελλάδα εμφανιζόταν στα ΜΜΕ ως η χώρα της οικονομικής καταστροφής, γεμάτη με φοροφυγάδες και τεμπέληδες, η εθνική αφήγηση που τόνιζε ένα λαμπρό αρχαίο παρελθόν λειτουργούσε ως αντίβαρο στις αρνητικές απεικονίσεις της χώρας. Ωστόσο, η παραπάνω ερμηνεία δεν αρκεί να εξηγήσει την εθνική εμμονή με τον τάφο της Αμφίπολης. Ο αντίκτυπος των ανασκαφών στον τύμβο Καστά εξηγείται μόνο αν προσθέσουμε τον ρόλο της Μακεδονίας και των αρχαιοτήτων της περιοχής στο ελληνικό εθνικό αφήγημα.
Στον χώρο των κλασικών σπουδών, το ζήτημα της εθνικότητας των αρχαίων Μακεδόνων είναι ένα πρόσφορο πεδίο επιστημονικής συζήτησης.[4] Θα υποστήριζα πως υπάρχει η γενική αποδοχή ότι η ένταξη των αρχαίων Μακεδόνων στα δίκτυα εθνικών συγγενειών των ελληνικών πόλεων-κρατών κατά την κλασική περίοδο δεν ήταν μια απολύτως ευθύγραμμη διαδικασία. Ως αποτέλεσμα, αναλόγως και την πολιτική κατάσταση στον νότιο ελλαδικό χώρο και την πολιτική στάση του ομιλούντος, Αθηναίοι ρήτορες, όπως ο Δημοσθένης, μπορούσαν να επιχειρηματολογούν ότι ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β’ δεν ήταν Έλληνας.[5] Η θέση, επομένως, της αρχαίας Μακεδονίας στα αρχαία δίκτυα εθνικότητας θα ήταν απλά ένα ακαδημαϊκό πεδίο έρευνας αν δεν υπήρχε το σύγχρονο "Μακεδονικό" ζήτημα. Η χρήση του κλασικού παρελθόντος για τον καθορισμό σύγχρονων πολιτικών στάσεων στο θέμα της Μακεδονίας απέκτησε ειδική σημασία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν το ζήτημα του ονόματος της Μακεδονίας έγινε ξανά επίκαιρο με τη διάλυση του γιουγκοσλαβικού κράτους.
Η χρήση του κλασικού παρελθόντος για την προώθηση εθνικιστικών θέσεων σίγουρα δεν είναι αποκλειστικό επίτευγμα του ελληνικού εθνικισμού. Πράγματι, παρόμοια χρήση των αρχαιολογικών δεδομένων βλέπουμε και στην ΠΓΔΜ.[6] Για τις ελληνικές εθνικιστικές αφηγήσεις, κατά τις οποίες η μόνη αποδεκτή θέση είναι «Η Μακεδονία ήταν, είναι και θα είναι μόνο ελληνική», χωρίς καμία δυνατότητα συζήτησης των εννοιών «Μακεδονία», «έθνος», τοποθέτησης της χρονικής διάστασης στη συζήτηση και ούτω καθεξής, η ανακάλυψη του τάφου της Αμφίπολης αποτελεί καταλυτικό στοιχείο για την απόδειξη της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η χρονολόγηση του τάφου αποδείχτηκε σημαντικό ζήτημα. Η εθνικιστική αφήγηση ισχυρίζεται ότι η αρχαία Μακεδονία κατοικούνταν από καθαρά ελληνικό πληθυσμό και διατήρησε τον αμιγώς ελληνικό χαρακτήρα της κατά τη διάρκεια των 2.500 χρόνων Ιστορίας της περιοχής από την αρχαιότητα ώς σήμερα. Ενδεικτικά θα αναφέρω εδώ το κείμενο που εστάλη στον Ομπάμα στις 18 Μαΐου 2009, υπογεγραμμένο από ομογενείς και πανεπιστημιακούς, που τονίζει την ελληνικότητα της Μακεδονίας με αναφορά στο κλασικό παρελθόν και στον 19ο και 20ό αιώνα, χωρίς καμιά συζήτηση για τους αιώνες που μεσολάβησαν.7 Σε αυτή την αφήγηση, η χρησιμότητα του τάφου ως αποδεικτικού στοιχείου της ελληνικότητας της Μακεδονίας σχετίζεται με τη χρονολόγησή του τον 4ο, ή μετά βίας, τον 3ο αιώνα π.Χ. (δηλαδή την περίοδο της κλασικής αρχαιότητας). Αν ο τάφος είναι ρωμαϊκός, όπως ισχυρίστηκε η Όλγα Παλαγγιά, τότε η χρήση του δεν βοηθά το εθνικό αφήγημα. Αυτό εξηγεί και τις έντονες επιθέσεις που δέχτηκε η κυρία Παλλαγιά για την ερμηνεία της. Ο καθορισμός χρονολόγησης ενός μνημείου δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση και βασίζεται κατά κύριο λόγο στη χρονολόγηση της κεραμικής, η οποία είναι χρονοβόρα και λεπτομερής ενασχόληση. Το εθνικό αφήγημα του καλοκαιριού του 2014 απαιτούσε άμεση χρονολόγηση και δεν άφηνε περιθώρια για μια επιστημονική αρχαιολογική προσέγγιση.
Είναι προφανές ότι ο τάφος του τύμβου Καστά είναι ένα σημαντικότατο μνημείο της περιοχής, όποια κι αν είναι η χρονολόγησή του. Η ιδεολογική χρήση του παρελθόντος και της Αρχαιολογίας, όμως, δημιουργεί προβλήματα στη διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας, όπως έχει συζητήσει εκτενώς και ο Γιάννης Χαμηλάκης σε αυτή την εφημερίδα.8 Η συζήτηση για το όνομα της Μακεδονίας, σε κρατικό επίπεδο, αλλά όχι μόνο, δεν μπορεί να λαμβάνει υπόψη της ένα ιδεατό παρελθόν, κατασκευασμένο με ελλιπή και εσφαλμένα εθνικά και εθνικιστικά αφηγήματα. Ας αφήσουμε ήσυχους τους νεκρούς στους τάφους τους (στην Αμφίπολη ή αλλού) κι ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε το παρελθόν μας και τον ρόλο της Ιστορίας και της Αρχαιολογίας χωρίς εθνικιστικά παραληρήματα.

* Ιστορικός, Birkbeck College, Λονδίνο c.constantakopoulou@bbk.ac.uk

[1] Ενδεικτικά δες εδώ άρθρο του Robinson ("Guardian", 19 Ιανουαρίου 2016) για το άγαλμα του Cecil Rhodes στην Οξφόρδη και τη συζήτηση για την αποκαθήλωσή του (https://www.theguardian.com/commentisfree/2016/jan/19/rhodes-fall-oxford...), και την πρόσφατη απάντηση ιστορικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για το ερευνητικό πρόγραμμα του Nigel Biggar "Ηθική και Αυτοκρατορία", που τονίζει τα «θετικά» στοιχεία του βρετανικού ιμπεριαλισμού (https://theconversation.com/ethics-and-empire-an-open-letter-from-oxford...).
[2] Δ. Λαζαρίδης, «Αρχαιότητες και μνημεία Ανατολικής Μακεδονίας», Αρχαιολογικόν Δελτίον 20, Β3, Χρονικά, 1965, 443-5.
[3] Συνέντευξη στην “Αυγή”, 18 Σεπτεμβρίου 2014, http://www.avgi.gr/article/10966/4031471/.
[4] Ενδεικτικά δες J. Hall, "Contested Ethnicities: Perceptions of Macedonia within Evolving Definitions of Greek Identity", στο I. Malkin επιμ. Ancient perceptions of Greek ethnicity, 2001, 159-86, και τους συλλογικούς τόμους J. Roisman και I. Worthington επιμ. A Companion to Ancient Macedonia, Chichester 2010, και R. Lane Fox επιμ. Brill’s Companion to Ancient Macedon: Studies in the Archaeology, and History of Macedon, 650 BC- 300 AD, Leiden 2011.
[5] Δημοσθένης 9.31: ἀλλ' οὐχ ὑπὲρ Φιλίππου καὶ ὧν ἐκεῖνος πράττει νῦν, οὐχ οὕτως ἔχουσιν, οὐ μόνον οὐχ Ἕλληνος ὄντος οὐδὲ προσήκοντος οὐδὲν τοῖς Ἕλλησιν, ἀλλ᾽ οὐδὲ βαρβάρου ἐντεῦθεν ὅθεν καλὸν εἰπεῖν, ἀλλ᾽ ὀλέθρου Μακεδόνος, ὅθεν οὐδ᾽ ἀνδράποδον σπουδαῖον οὐδὲν ἦν πρότερον πρίασθαι.
[6] M. Gori, "Fabricating Identity from Ancient Shards: Memory Construction and Cultural Appropriation in the New Macedonian Question", The Hungarian Critical Review 3.2, 2014, 285-311. 7 http://macedonia-evidence.org/obama-letter.html 8 Γ. Χαμηλάκης, «Από τη Βεργίνα ώς την Αμφίπολη: Πρώτα ως τραγωδία, μετά ως φάρσα», "Ενθέματα", "Αυγή", 1 Σεπτεμβρίου 2013, https://enthemata.wordpress.com/2013/09/01/xamilakis-2/, και "Εθνική θησαυροθηρία ή κριτική αρχαιολογία;", "Αυγή", 24 Αυγούστου 2014, http://www.avgi.gr/article/10812/3762556/ethnike-thesaurotheria-e-kritik....

 Πηγή: Αυγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου