Υπάρχουν πολλοί λόγοι που ωθούν τους κινηματογραφόφιλους στο να επιλέξουν μια ταινία. Μια απ' αυτές είναι οι σκηνοθέτες. Όταν κάποιος έχει εκτιμήσει έναν δημιουργό μέσα από το έργο του, επιλέγει χωρίς δεύτερη σκέψη, ταινίες του που δεν έχει δει ακόμα. Ένας απ' αυτούς τους δημιουργούς που εμπιστεύομαι τυφλά είναι ο Λουί Μάλ.
Το "Αντίο Παιδιά" θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια ακόμη ταινία για το ολοκαύτωμα και τα θύματά του. Πόσοι σκηνοθέτες δεν έχουν πιαστεί απ' αυτό το ιστορικό γεγονός θέλοντας να κερδίσουν κάποια εύσημα στην κινηματογραφική τους πορεία. Κάποιοι το πέτυχαν προσφέροντας εξαιρετικές ταινίες και κάποιοι άλλοι το παρατραβούσαν προσφέροντας γραφικά έργα. Όμως ο Λουί Μάλ επέλεξε μια ξεχωριστή διαδρομή καθώς η ιστορία που μας παρουσιάζει είναι αυτοβιογραφική. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, επεξεργαζόταν για πολλά χρόνια τις παιδικές του αναμνήσεις περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή ωρίμανσης για να τις παρουσιάσει στο κοινό. Τελικά κατάφερε και μας πρόσφερε μια ταινία πρωτότυπη όπου η συγκίνηση συνυπάρχει με το χιούμορ κι η δράση με το δράμα, ενώ η πλοκή σταθερά μας οδηγεί σε ένα από τα συγκλονιστικότερα φινάλε που έχω δει στον κινηματογράφο.
Η ιστορία μας γυρνάει λίγο πριν το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στη κατεχόμενη ζώνη της Γαλλίας. Ο Ζουλιέν είναι ένας δωδεκάχρονος γόνος πλούσιας αστικής οικογένειας, ο οποίος προστατεύεται με άλλα παιδιά σε ένα καθολικό οικοτροφείο. Μακριά από τον πόλεμο και τους βομβαρδισμούς, τα παιδιά προσπαθούν να περισώσουν την αθωότητα της ηλικίας τους. Η καθημερινή τους ρουτίνα θα διαταραχθεί όταν καταφθάνουν στο οικοτροφείο τρία άλλα παιδιά αρκετά συνεσταλμένα κι αντικοινωνικά. Ο Ζουλιέν θα ρθει κοντά με τον κλειστό Ζαν. Η φιλία τους θα ξεκινήσει άσχημα καθώς ο ανταγωνισμός μεταξύ τους είναι μεγάλος. Όμως σιγά σιγά αποκαλύπτεται το κρυφό μυστικό του Ζαν, κάτι που φέρνει τα δυο παιδιά όλο και πιο κοντά καθώς οι ναζί αναζητούν στην ευρύτερη περιοχή κρυμμένους Εβραίους.
Σίγουρα το σενάριο ακούγεται κλισέ και πολύ πιθανόν να προσπερνούσα την ταινία αν δεν την είχε σκηνοθετήσει ο συγκεκριμένος Γάλλος δημιουργός. Και πράγματι οι προσδοκίες μου βγήκαν αληθινές. Ο Λουί Μάλ δεν επιδιώκει σε καμία σκηνή της ταινίας να δραματοποιήσει την κατάσταση. Με έναν κομψότατο ρεαλισμό μας συστήνει τους δυο ήρωες αλλά και τα υπόλοιπα πρόσωπα που τους περιβάλλουν. Ο Ζουλιέν ταλαντεύεται ανάμεσα στο προσωπείο του κακομαθημένου πλουσιόπαιδου και στην τρυφερότητα ενός καλού φίλου ενώ ο Ζαν από τη μια είναι ήπιος κι αντικοινωνικός κι από την άλλη επιτίθεται αμέσως σε όποιον τον προσβάλλει. Σε κανένα λεπτό της ταινίας δεν έχει την όψη του κακομοίρη που να αναγκάζει τους θεατές να τον λυπηθούν, ακόμα και τις στιγμές που οι δάσκαλοι τον κρύβουν όταν οι ναζί κάνουν έφοδο στο οικοτροφείο.
Η ίδια εικόνα μας προσφέρεται και για τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας. Ο ιερέας-διευθυντής του οικοτροφείου χτίζει έναν ήρωα-ίνδαλμα που ξεχωρίζει σ' εκείνους τους σκοτεινούς καιρούς που έζησε η Ευρώπη. Με ειλικρίνεια εξηγεί στον Ζουλιέν πως δεν έχει τον κατάλληλο χαρακτήρα για να γίνει ιερέας ενώ αργότερα επιπλήττει με έναν επιβλητικό δυναμισμό τους μαθητές που άνθησαν μια εναλλακτική μαύρη αγορά στο σχολείο και σε μια θεία λειτουργία του πραγματοποιεί μία επίθεση αξιοπρέπειας κι ανθρωπισμού στους πλούσιους γονείς, κατηγορώντας τους για την αδιαφορία της αστικής τάξης απέναντι στη πείνα και στον πόνο των κατώτερων κοινωνικών τάξεων. Η συγκινητική του στάση γίνεται φανερή όταν την ώρα ενός γεύματος ζητάει από τους μαθητές να μοιραστούν όλα τα καλά που τους πρόσφεραν οι γονείς τους με άλλους μαθητές που δεν είχαν την ίδια τύχη.
Έχουμε τον μαθηματικό που παράλληλα με τα μαθήματα ενημερώνει τους μαθητές του για την έκβαση του πολέμου πάνω σε ένα χάρτη της Ευρώπης. Εντυπωσιακή η σκηνή με την αντίδραση ενός διοικητή της Γκεστάπο που βλέπει πάνω στο χάρτη καρφιτσωμένες μικρές σημαίες της Σοβιετικής Ένωσης και της Αμερικής.
Έχουμε τον μεγάλο αδελφό του Ζουλιέν, ο οποίος μες στην εφηβεία του ζει πιο έντονα το μίσος του για τους Γερμανούς και τον έρωτά του για την δασκάλα πιάνου (κι όχι άδικα καθώς τον ερμηνεύει η υπέροχη Ιρέν Ζακομπ). Θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος αλλά γίνεται αρκετά συμπαθής με το μίσος του απέναντι στους ναζί, ειδικά όταν δέχεται στο δρόμο να τους δώσει οδηγίες στέλνοντάς τους σε άλλα μέρη απ' αυτά που του ζητάνε.
Τέλος έχουμε μία ακόμη ενδιαφέρουσα προσωπικότητα στην ιστορία, τον Ζοζέφ που είναι ο βοηθός της μαγείρισσας του οικοτροφείου. Μία ιδιαίτερη περίπτωση που από θύτης μετατρέπεται σε θύμα για να γίνει πάλι θύτης, κάτι που αποδεικνύει ότι πολλές φορές οι πιο αδύναμοι κρίκοι μιας κοινωνίας μπορούν να μετατραπούν στο απόλυτο κακό για να επιβιώσουν. Γνωρίζοντάς το αυτό ο Ζοζέφ, στο τέλος αποδέχεται την ενοχή του κατηγορώντας το Ζουλιέν πως κανείς δεν είναι αθώος σ' αυτήν την ιστορία (κάτι για το οποίο έχει δίκιο).
Πριν φτάσουμε στο συγκλονιστικό φινάλε, συναντάμε κάποιες πολύ δυνατές σκηνές. Η μία ήταν με τη θεία λειτουργία όπου ο ιερέας τα "ψέλνει" στους πλούσιους γονείς. Η δεύτερη δυνατή σκηνή είναι μέσα σ' ένα εστιατόριο όπου γίνεται έφοδος της πολιτοφυλακής. Όταν ένας απ' αυτούς διαπιστώνει πως σε ένα τραπέζι γευματίζει ένας Εβραίος, του ζητά έντονα να φύγει αμέσως από κει. Η απάνθρωπη στάση του ξεσηκώνει τους υπόλοιπους θαμώνες και τον εστιάτορα με το σκηνικό να ολοκληρώνεται από έναν ναζί αξιωματικό που απαιτεί από τους ένστολους να φύγουν από το χώρο. Μία αρκετά δυνατή σκηνή που φανερώνει πως τα τσιράκια κι οι ρουφιάνοι δεν είναι αγαπητοί σε κανέναν, ούτε σε αυτόν που υπηρετούν ούτε και σ' αυτούς που κυνηγάνε.
Η κορύφωση όμως έρχεται στα τελευταία λεπτά με τα παιδιά παρατεταγμένα στον προαύλιο χώρο να παρακολουθούν σαστισμένα τη σύλληψη του ιερέα-διευθυντή και των τριών εβραιόπουλων από τους ναζί. Η σκηνή του αποχαιρετούν είναι τόσο δυνατή που έσβησε με μιας από το μυαλό μου παρόμοια κινηματογραφική στιγμή από μια άλλη θρυλική ταινία. Αναφέρομαι στο φινάλε του Κύκλου των Χαμένων Ποιητών. Το μουδιασμένο "αντίο πάτερ" των μαθητών μετατρέπεται σε μία εκκωφαντική κραυγή αντίστασης κατά των κατακτητών, όταν ο ιερέας τους απαντάει τρυφερά "Αντίο παιδιά! Εις το επανιδείν!".
Πιο σπαρακτικός όμως είναι ο αποχαιρετισμός του Ζουλιέν με τον Ζαν. Ο νεαρός ίσα που προλαβαίνει να του κουνήσει το χέρι καθώς ένα ναζιστικό μπράτσο σπρώχνει το εβραιόπουλο στο δρόμο. Ο Ζουλιέν μένει συγκλονισμένος να κοιτάει προς την άδεια πόρτα ενώ μια φωνή κάποιου μεγαλύτερου ανθρώπου, λογικά του Ζουλίεν σε μεγαλύτερη ηλικία, παίζει το ρόλο του επιλόγου της ταινίας. "Ο Bonnet, ο Negus και ο Dupre πέθαναν στο Άουσβιτς. Ο πατέρας Ζαν στο Μαουτχάουζεν. Το σχολείο ξανάνοιξε τις πόρτες του τον Οκτώβριο. Έχουν περάσει πάνω από 40 χρόνια, αλλά θα θυμάμαι κάθε δευτερόλεπτο αυτού του Ιανουαρίου το πρωί μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω."
Το δακρυσμένο βλέμμα του Ζουλιέν συναντάει το δικό μας λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους ενώ η σιωπή που επικρατεί στο τέλος σβήνει με ένα ακόμη εξαιρετικό soundtrack, κάτι το οποίο ο Λουί Μάλ μας έχει συνηθίσει στις ταινίες του. Μια σιωπή γεμάτη σκέψεις και συναισθήματα.
Ένα ακόμη εκπληκτικό διαμάντι του Λουί Μάλ που αξίζει να δείτε.
Βαθμολογία: 9/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου