του Παντελή Μπουκάλα
Στην «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια» οι Ελληνες δεν έχουν ακόμα αυτό το όνομα. Ο Ομηρος, αν είναι όντως ένας ο ποιητής των δύο επών, για να δώσει την ταυτότητα του στρατού που κίνησε από την Ελλάδα και σήκωσε πόλεμο για την Ελένη, χρησιμοποιεί τα εθνώνυμα Αχαιοί, Αργείοι και Δαναοί, με τη συχνότητα χρήσης μειούμενη από το πρώτο στο τρίτο. Το όνομα «Ελληνες» απαντά μόνο μία φορά στα έπη, και συγκεκριμένα στην «Ιλιάδα» (ραψωδία Β, στίχος 684), για να προσδιορίσει όσους κατοικούσαν στην πόλη Ελλάδα, που βρισκόταν στη Φθία, είχε δε ηγεμόνα της τον Αχιλλέα: «Οι τ’ είχον Φθίην ηδ’ Ελλάδα καλλιγύναικα, / Μυρμιδόνες δε καλεύντο και Ελληνες και Αχαιοί». Στη μετάφραση του Δ. Ν. Μαρωνίτη (εκδ. Αγρα, 2011): «Κι όσους δική τους είχανε τη Φθία, και την Ελλάδα με τις όμορφες γυναίκες· όσοι αποκαλούνταν Μυρμιδόνες, Ελληνες και Αχαιοί, / σ’ αυτούς ο Αχιλλέας ήταν αρχηγός».
Τριπλή λοιπόν η γενικευτική ονομασία των αρχαίων Ελλήνων στα έπη, πριν αυτοαναγνωριστούν ως Ελληνες, τριπλή και των νεότερων: Ελληνες - Ρωμιοί - Γραικοί. Κάθε όνομα με το δικό του πλούσιο φορτίο ιστορίας, όπως οφείλουμε πια να αναγνωρίσουμε ελεύθεροι από κάθε είδους εμμονές ή συμπλέγματα, τώρα που αυτός τουλάχιστον ο ονοματολογικός πόλεμος φαίνεται πως έχει κοπάσει. Και λέω «φαίνεται», γιατί όλο και κάποια αναζωπύρωσή του παρακολουθούμε από καιρού εις καιρόν, αλλά με το όνομα της χώρας στο επίκεντρο, αν δηλαδή «πρέπει» να ονομαζόμαστε διεθνώς Hellas ή Greece (Grecia, Griechenland κ.ο.κ.). Προσθέτοντας το Yunanistan, πέφτουμε πάλι στην τριπλή ονομασία.
Τα ονόματα Αργείοι και Αχαιοί δεν μας ξενίζουν· οι συναφείς ονομασίες πόλεων και περιοχών, το Αργος και η Αχαΐα, μάς εξοικειώνουν αμέσως. Το όνομα Δαναοί από την άλλη, αν δεν εμπιστευτούμε το τρύπιο πιθάρι των Δαναΐδων, που δεν οδηγεί σε αυτόματες αναγωγές, πιθανότατα επισκέπτεται το μάτι ή το αυτί μας αποκλειστικά με όχημα τη φράση «φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας». Ετσι, αρχαιοπρεπώς, αποδόθηκαν σε μορφή παροιμίας όσα είπε ο ιερέας Λαοκόων στους Τρώες, για να τους προειδοποιήσει να μην εμπιστευτούν τον Δούρειο Ιππο που είχαν αφήσει πίσω τους οι πολιορκητές τους, όταν προσποιήθηκαν πως έφυγαν για την πατρίδα τους, καθοδηγημένοι από τον Οδυσσέα. Πηγή της φράσης είναι η «Αινειάδα» του Βιργίλιου (Βιβλίο 2, στ. 49): «Timeo Danaos et dona ferentes». Ιδού η προειδοποίηση στην πρόσφατη έμμετρη μετάφραση του Θεόδωρου Παπαγγελή (Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2018), μια σπουδαία εργασία-προσφορά: «Τον ίππο, Τεύκροι, μην εμπιστευθείτε. / Ο,τι κι αν είναι, εγώ τους Δαναούς και δώρα όταν φέρνουν τους φοβάμαι».
Οι Τρώες ονομάζονται και Τεύκροι, από το όνομα του μυθικού προγόνου των βασιλέων τους, που μετανάστευσε στην Τρωάδα από την κρητική Ιδη, αν και οι Αττικοί μυθογράφοι ισχυρίζονταν πως ήταν συμπατριώτης τους· άλλη μυθική παραλλαγή ωστόσο γενεαλογεί τον Τεύκρο ως γιο του φρυγικού θεού-ποταμού Σκάμανδρου και της νύμφης Ιδαίας. Μύλος; Το ’χει αυτό ο μύθος, που και έτσι όμως παραμένει διδακτικός, όσον αφορά τα εναλλακτικά εθνωνύμια αλλά και την προαιώνια και ατελεύτητη μετακίνηση των λαών και τη σύμμειξή τους.
Το κουβάρι είναι πυκνότερο στην περίπτωση του Δαναού, όπου σμίγουν ελληνικοί και αιγυπτιακοί μύθοι. Αν είχε σωθεί ακέραιη η «Δαναΐδα», ποίημα 6.500 στίχων άγνωστου δημιουργού, του 6ου αιώνα π.Χ., θα γνωρίζαμε μια πρώτη απόπειρα τακτοποίησης των σκόρπιων μυθικών στοιχείων. Τώρα για την ποιητική ανασύνταξη των μυθολογικών αφηγήσεων πηγή μας, υψηλότατης αξίας, είναι οι «Ικέτιδες» του Αισχύλου. Ο μέγας τραγωδός –όπως και οι άλλοι δύο κορυφαίοι ομότεχνοί του– δεν είναι ουδέτερος κληρονόμος της προφορικής και γραπτής μυθολογικής παράδοσης. Αποφασίζει τι θα προκρίνει και τι θα αφήσει στο περιθώριο. Αποφασίζει δηλαδή με ποιον τρόπο θα εκμεταλλευτεί το υπάρχον μυθολογικό υλικό, ώστε να το θέσει στην υπηρεσία των δικών του ιδεών, κοινωνικών, πολιτειακών ή θεολογικών. Αν ο μύθος ονομάζει Γελάνορα τον βασιλιά του Αργους, ο Αισχύλος επιλέγει το όνομα Πελασγός, ορίζει μάλιστα τη βασιλική εξουσία σχετική και όχι απόλυτη, υποχρεωμένη να αναζητεί τη λαϊκή επικύρωσή της.
Στις «Ικέτιδες», την αρχαιότερη από τις εφτά σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου, το πυρηνικό θέμα είναι απλό: το δίκαιο των προσφύγων, όπως το ορίζει το σέβας στον παντοδύναμο Δία, τον «αφίκτορα», τον προστάτη των ικετών. Σε αυτόν προσεύχονται οι πενήντα κόρες του Δαναού, μόλις το καράβι τους αγκυροβολεί στο Αργος. Εχουν φτάσει μαζί με τον πατέρα τους τον Δαναό, βασιλιά της Αιγύπτου, που έφυγε από τη χώρα του γιατί δεν ήθελε να παντρέψει τις κόρες του με τους πενήντα γιους του αδελφού του τού Αίγυπτου· το ταμπού της αιμομιξίας είναι ένα μόνο από τα στοιχεία που θίγει το αισχυλικό δράμα. Ο πατέρας, γνώστης των ανθρωπίνων, δασκαλεύει τις κόρες πώς να φερθούν μπροστά στον Πελασγό, τον βασιλιά του Αργους. Οι συμβουλές του στη μετάφραση του Ιωάννη Γρυπάρη, η οποία, έστω με την ηλικία της δημοτικής της, δεν αυθαιρετεί σε σχέση με το πρωτότυπο και κατορθώνει την έμμετρη χάρη της:
«Λοιπόν βιαστείτε, και στ’ αριστερά σας χέρια / σεμνά κρατώντας τα κλαδιά της ικεσίας / –του Δία καμάρι– ν’ αποκρίνεστε στους ξένους / ταπεινά και κλαυτά κι όπως το θέλ’ η ανάγκη / σαν πρόσφυγες όπου είμαστε, και να τους πείτε / να μάθουν καθαρά πως καθαρός από αίμα / είν’ ο ερχομός μας· και θυμάστε πρώτ’ απ΄ όλα / όχι πολύ ξεθαρρετή να ’ναι η φωνή σας, / μα η όψη σεμνοπρόσωπη με ήσυχο βλέμμα / την άδολή σας να μηνά την ειλικρίνεια·/ κι ούτε ας προτρέχει η γλώσσα σου κι ούτε του μάκρου / να ξεσέρνεις τα λόγια σου, γιατ’ είναι, μάθε, / πάρα πολύ του τόπου εδώ δύσκολοι οι ανθρώποι· / θύμας να υποχωρείς, αφού είσαι της ανάγκης, / ξένη κι αποδιωγμένη. Και ποτές δεν πρέπει / να ’χουν οι πιο μικροί τη γλώσσα τους μεγάλη».
Οι Δαναΐδες, για να αποσπάσουν την προστασία του Αργους, αυτογενεαλογούνται σαν Αργείες. Είναι βέβαια «ξένες φυγάδες», από τη χώρα του Νείλου που «συνορεύει με τη Συρία». Το σπέρμα τους όμως κρατάει από την Ιώ, την ιέρεια του ναού της Ηρας στο Αργος, που την αγάπησε ο Δίας. Κεντρισμένη η Ιώ από τον Οίστρο που έστειλε καταπάνω της η ζηλιάρα η Ηρα, κατέληξε στην Αίγυπτο. Εκεί γέννησε τον Επαφο, που χρωστάει το όνομά του στο άγγιγμα του χεριού του πατρός Δία στην κοιλιά της μάνας του. Επαφος δε εγέννησε Λιβύαν, Λιβύα δε εγέννησε Βήλον, Βήλος δε εγέννησε τον Δαναό και τον Αίγυπτο.
Εισάκουσε τις ικεσίες των Δαναΐδων ο δήμος του Αργους και καλοδέχτηκε τις προσφυγεμένες. Οι δικοί μας πρόσφυγες θαλασσοδέρνονται στη Μεσόγειο ανεπιθύμητοι, με σωσίβιο το τρύπιο πιθάρι της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Γι’ αυτά όμως την άλλη Κυριακή.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου