της Μανουέλα Ζέχνερ
(Μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης)
Πολλά είναι αυτά που μπορούμε να πούμε σχετικά με τη μεθοδολογία του Barcelona en Comú, καθώς η ριζοσπαστική δημοκρατική του προσέγγιση συνοδεύεται από μια σειρά εργαλεία, τεχνικές, μηχανισμούς και δομές για την ενεργοποίηση τοπικών πολιτικών από τα κάτω. Ανάμεσα σε αυτά συναντάμε διάφορα επίπεδα συνελεύσεων (γειτονιάς, θεματικών τομέων, συντονισμού, υλικοτεχνικής υποστήριξης, μέσων μαζικής ενημέρωσης, επικοινωνίας, κλπ.) και διαδικτυακές πλατφόρμες (για την επικοινωνία, την ψηφοφορία, εργασίας). Το οργανόγραμμα της πρωτοβουλίας μοιάζει περισσότερο με πλυντήριο ρούχων ή επιταχυντή σωματιδίων παρά με το οργανόγραμμα μιας επίπεδης ή κάθετης ιεραρχίας. […]
Αν και ξεκίνησαν χωρίς έτοιμες συνταγές, αυτό δεν σημαίνει ότι η πρωτοβουλία δεν έχει εφεύρει τους δικούς της όρους, συνθήκες και πρακτικές. Το πιο ενθαρρυντικό παράδειγμα καινοτομίας είναι ο Κώδικας Πολιτικής Δεοντολογίας, ο οποίος συζητήθηκε, σχολιάστηκε και κυρώθηκε σε μια ανοικτή διαδικασία κατά τη διάρκεια ενός σαββατοκύριακου τον Οκτώβριο του 2014 — με περίπου 300 παρόντες και πολύ περισσότερους να συμμετέχουν και να σχολιάζουν διαδικτυακά σε απευθείας σύνδεση. Αυτός ο κώδικας δεοντολογίας περιγράφει τις βασικές δεσμεύσεις της πλατφόρμας όσον αφορά την εκπροσώπηση, τον έλεγχο, τη λογοδοσία, τη χρηματοδότηση, τη διαφάνεια, τον επαγγελματισμό και τη διαφθορά, και αφορά όλους όσους ασχολούνται με την πρωτοβουλία.
Στο επίπεδο των πολιτικών προτάσεων, θεματικές ομάδες εργασίας (για την υγεία, τη μετανάστευση, τον πολιτισμό, τον τουρισμό, την εργασία, την οικονομία, την πολεοδομία, το φύλο, την τοπική διακυβέρνηση, την εκπαίδευση, την ενημέρωση) έχουν αναλάβει το έργο της διατύπωσης θέσεων που καθορίζουν τα ελάχιστα κριτήρια και προτάσεις για κάθε τομέα. Αυτά αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τα άλλα κόμματα (ICV, EuIA, Podem Barcelona, Procés Constituent und Equo) που συνεργάστηκαν με το Barcelona En Comú σε μια κοινή υποψηφιότητα.
Το Barcelona En Comú είναι επίσης ένα πείραμα για τη δημιουργία και την αξιοποίηση κοινών υποδομών και πόρων, καθώς και την πρόσβαση σε αυτούς. Έχει πολύ λίγα υλικά μέσα στη διάθεσή του, αλλά καταφέρνει να δημιουργεί νέους τρόπους πρόσβασης στους υπάρχοντες πόρους, ανοίγοντας δρόμους αξιοποίησης κοινοτικών υποδομών, νομιμοποιώντας συλλογικά αιτήματα καθώς και αξιοποιώντας αυτοδιαχειριζόμενες κοινωνικές και πολιτικές δομές. Αυτό δίνει στην έννοια «κοινά» μια πολύ συγκεκριμένη σημασία.
Ένα εργαστήριο κοινωνικής νοημοσύνης
Από την ίδρυσή του, το Guanyem Barcelona (ο πρόδρομος του Barcelona En Comú) κατανόησε τη σημασία των γειτονιών ως πρωταγωνιστών της αλλαγής. Είναι σαφές ότι το Guanyem έχει μάθει πολλά από κινήματα όπως το PAH –η πρωτοβουλία των ανθρώπων που πλήττονται από τις εξώσεις, ένα ισχυρό και με ευρεία απήχηση κίνημα, που ξεκίνησε από την Βαρκελώνη–, που ενδυναμώθηκε μέσα από τη διαδικασία εξάπλωσης δικτυωμένων μεταξύ τους ομάδων, η καθεμία από τις οποίες διατήρησε την αυτονομία της όσον αφορά την πολιτική ταυτότητα, τον τρόπο ένταξης και τον συναισθηματικό ιστό της, καθώς και το ύφος. Οι ομάδες σε επίπεδο γειτονιάς είναι ένας προνομιακός χώρος για την ανάπτυξη προβληματισμών και την κινητοποίηση της συλλογικής δυναμικής για την ενεργοποίηση σχέσεων ανατροφοδότησης μεταξύ των τοπικών διαδικασιών και των θεματικών ομάδων ή των συντονιστικών επιτροπών.
Το χειμώνα του 2014-15, καθεμία από τις ομάδες γειτονιάς εργάστηκε πάνω σε ένα κείμενο-πλαίσιο σχετικά με τον τομέα της. Η σύνταξη τους πραγματοποιήθηκε μετά από ανοιχτές συναντήσεις όπου αναλύθηκαν τα προβλήματα και προτάθηκαν μέτρα σε τοπικό επίπεδο. Στο κείμενο από τη γειτονιά μου, το Πόμπλε Σεκ, οι τομείς που εξετάστηκαν ήταν το αστικό περιβάλλον, η υγεία, η οικονομία, η επισφαλής εργασία, η ανισότητα και η φτώχεια, η κοινωνία της πληροφορίας, η συμμετοχική διακυβέρνηση, ο πολιτισμός η μετανάστευση, η στέγαση, ο τουρισμός και η εκπαίδευση.
Οι προτάσεις κυμαίνονται από την επανοικειοποίηση του δημόσιου χώρου μέχρι τη δημιουργία κέντρων υγείας και υπηρεσιών για τους ηλικιωμένους, τη στήριξη των τοπικών μικρών επιχειρήσεων και των μορφών αλληλέγγυας οικονομίας, την ίδρυση ενός κέντρου εκπαίδευσης ενηλίκων, περισσότερα σημεία ελεύθερου WiFi, την ενθάρρυνση του συμμετοχικού σχεδιασμού και της μετάφρασης, την υποστήριξη αυτοδιαχειριζόμενων κοινωνικών και πολιτιστικών χώρων, τη δημιουργία περισσότερων κοινοτικών κατοικιών, την αλλαγή του χωροταξικού σχεδιασμού κ.ο.κ.
Αυτές οι τοπικές συνελεύσεις αποτελούν χώρους συνάντησης μεταξύ ανθρώπων από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, που κουβαλούν διαφορετικά επίπεδα γνώσης και εμπειρίας. Αποτελούν μια τεράστια δεξαμενή συγκέντρωσης και μετασχηματισμού της γνώσης, προερχόμενης κυρίως από μια όλο και πιο υποβαθμιζόμενη κοινωνικά μεσαία τάξη. Αυτό προσδίδει δύναμη (υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες για την αξιοποίηση αυτών των γνώσεων και της κοινωνικής δημιουργίας) αλλά ταυτόχρονα εμπεριέχει και ρίσκο (είναι μια πρόκληση η διατήρηση της πολυφωνίας και το να ξεφύγεις από την «τυραννία» της μεσαίας τάξης).
Η σημερινή πολιτικο-θεσμική κρίση, μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε το πολιτικό και το κοινωνικό ως χώρους συλλογικής δράσης. Η πόλη είναι ένας χώρος εμπειρίας και δράσης τον οποίο γνωρίζουμε και στον οποίο συμμετέχουμε καθημερινά, που όχι μόνο συμβολίζει αλλά και ενσαρκώνει τα κοινά. Ενώ είναι το σημείο-κλειδί μεταξύ πλατείας και κοινοβουλίου, μεταξύ 15M and Podemos, και η σημασία της δεν είναι απλώς ζήτημα κλίμακας: η πολιτική σε τοπικό επίπεδο έχει τη δυνατότητα να προτείνει νέες ριζοσπαστικές μεθοδολογίες σκέψης της προσέγγισης και της διαφοράς στην οργάνωση. Έχει τη δύναμη να διαλύει δίπολα και αντιφάσεις μεταξύ δρόμου και κράτους, μικρής και μεγάλης κλίμακας, ακόμη και μεταξύ τοπικού και παγκόσμιου.
Το κοινωνικό και ιστορικό DNA της πόλης
Τι σημαίνει το να σκέφτεσαι την πόλη ως μια διαδικασία κυριαρχούμενη από διαφορές, και να πιστεύεις ότι το συλλογικό μπορεί να ανακτηθεί; Η έννοια της πόλης έχει να κάνει με την ιστορία της δημοκρατίας που πηγαίνει πίσω στην αρχαιοελληνική πόλι, αλλά και με την ιστορία της αποικιοκρατίας, η οποία επέτρεψε την ανάπτυξη μητροπολιτικών κρατών, καθώς και με τη σχέση του καπιταλισμού με την ανάπτυξη της σύγχρονης πόλης.
Τρεις κοινωνικές και ιστορικές διαδικασίες είναι το κλειδί σ’ αυτή τη σχέση: Ο εκτοπισμός και η έξωση από τη γη, η ιστορία της αποικιοκρατίας και της δουλείας, και η υποταγή των γυναικών. Πέραν της απλής διαθεματικής καταγραφής, αυτή είναι η αναπόφευκτη αφετηρία για να φανταστούμε μια ριζικά διαφορετική πόλη — ένα πείραμα που προσπαθεί να φτάσει στη ρίζα του προβλήματος της σχέσης ανάμεσα στη δημοκρατία και την πόλη.
Το πρώτο από αυτά τα σημεία αφορά την ηγεμονία που απέκτησαν οι πόλεις πάνω στην ύπαιθρο: η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο δεν είναι λιγότερο έντονη από εκείνη μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Εδώ μπαίνουμε στην οικολογική οπτική του προβλήματος, αλλά και στην ταξική διάσταση: με την εκβιομηχάνιση, οι πόλεις έχουν γίνει τόποι ζωής και σχέσεων στους οποίους οι πιθανότητες για ισότητα και βιωσιμότητα όλο και μειώνονται. Η ανάγκη να ξαναφανταστούμε την οικολογία της πόλης πηγαίνει πολύ πιο πέρα από τα μοντέλα της έξυπνης πόλης και των αστικών κήπων. Στη Βαρκελώνη, υπάρχουν πλήθος δίκτυα που ασχολούνται με τον αειφόρο σχεδιασμό, τη γεωργία, την ανακύκλωση, την κατάληψη στέγης, το εναλλακτικό εμπόριο. Μπορούν να αποτελέσουν καλό σημείο εκκίνησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Δεύτερον, πρέπει να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της ιδιότητας του πολίτη σε σχέση με την πόλη, επιχειρώντας να επαναπροσδιορίσουμε τα κοινωνικά δικαιώματα σε σχέση με την κοινωνική αναπαραγωγή και τη μεταβιομηχανική πόλη. Άλλα μοντέλα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που πηγάζουν από τους κοινούς ζωτικούς χώρους και τα κοινά, είναι το κλειδί (βλ. και το buen vivre στη Λατινική Αμερική, που βασίζεται στην παραδοχή ότι η φύση και η κοινότητα είναι αμφότερες υποκείμενα δικαιωμάτων). Ακόμα κι αν προς το παρόν τα θέματα των δικαιωμάτων και της ιθαγένειας είναι ζητήματα του κράτους, δεν είναι πρόωρο να ξεκινήσει μια συζήτηση επαναπροσδιορισμού του πολιτικού υποκειμένου, αρχής γενομένης από τα δίκτυα σχέσεων, αλληλεξάρτησης και διαφορετικότητας στις πόλεις μας.
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο αλληλένδετο σημείο: να αντιληφθούμε την πόλη ως χώρο κοινωνικής αναπαραγωγής, τον ρόλο της πρόνοιας και των κοινών μέσα σ’ αυτήν, καθώς και να επανεξετάσουμε το θέμα της πολιτικής. Αυτό σημαίνει επίσης την επανεξέταση των αστικών ζητημάτων γενικότερα, να σκεφτούμε την πρόσβαση σε δικαιώματα πέρα από ανδροκρατικά και ανθρωποκεντρικά μοντέλα που ευνοούν την μισθωτή εργασία και τα εξατομικευμένα ανθρώπινα υποκείμενα.
Προς μια διαθεματικότητα των αγώνων
Πρέπει, βέβαια, να κάνουμε σαφές ότι η πολιτική δεν είναι ένα παιχνίδι ηθικής και ότι οι στρατηγικές αποφάσεις δεν είναι πάντα τόσο αγνές όσο θα επιθυμούσαν ορισμένοι. Ωστόσο, οι προτεραιότητες δεν πρέπει να προδοθούν μακροπρόθεσμα: Το En Comú θα αντιμετωπίσει σίγουρα μια κατάσταση παρόμοια με αυτή που αντιμετωπίζει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ. Η επιτυχία του θα εξαρτηθεί από την ικανότητα σύνθεσης απόψεων, τη δύναμη του αξιακού του πλαισίου και των κινημάτων.
Το συναρπαστικό με το Barcelona en Comú είναι ότι αναπτύσσει έναν στοχασμό όχι μόνο στρατηγικής αλλά και διαδικασιών και σχέσεων. Γιατί οι μετασχηματισμοί που απαιτούνται για να πετύχεις ριζικές ανατροπές –ανατροπές που θα χτυπήσουν την ρίζα των προβλημάτων– πρέπει να είναι σχεσιακοί. Όπως λέει ο Ντέιβιντ Χάρβεϋ:
«Το ζήτημα του τι είδους πόλη θέλουμε είναι αλληλένδετο με το τι είδους κοινωνικές σχέσεις, τι σχέσεις με τη φύση, τι τρόπο καθημερινής ζωής, τι είδους τεχνολογίες και αισθητικές αξίες επιθυμούμε. Το δικαίωμα στην πόλη είναι, επομένως, κάτι πολύ περισσότερο από το δικαίωμα της ατομικής πρόσβασης στους πόρους της: είναι το δικαίωμα να αλλάξουμε τους εαυτούς μας αλλάζοντας την πόλη. Είναι, επιπλέον, ένα συλλογικό παρά ένα ατομικό δικαίωμα από την στιγμή που αυτή η αλλαγή βασίζεται στην άσκηση συλλογικής εξουσίας στις διαδικασίες της αστικοποίησης».
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η σωστή μεθοδολογία τού να δουλεύεις στην, και για την πόλη, είναι εκείνη που βασίζεται σε διαδικασίες και αξιακά πλαίσια που παίρνουν ως δεδομένες τη διαφορετικότητα και την παραγωγική ετερογένεια και είναι σε θέση να πετύχει, χωρίς μια ενιαία ταυτότητα ως βάση, χωρίς ηθικολογία και μονοκαλλιέργεια της γνώσης. Το Barcelona en Comú θέτει ορισμένες βασικές συντεταγμένες γι’ αυτό, ενώ ταυτόχρονα οικοδομεί ανάλογες σχέσεις. Αμετάκλητα, έχει φανεί φως στον ορίζοντα.
Πηγή: Ενθέματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου