του Κώστα Δουζίνα
Οταν διώxτηκαν από το σπίτι του Αβραάμ, η Χάγκαρ και ο Ισμαήλ περιπλανήθηκαν στην έρημο. Οταν τελείωσε το νερό τους, ο Θεός άνοιξε τα μάτια της Χάγκαρ, που είδε ένα πηγάδι και έδωσε νερό στον γιο της που πέθαινε.
Αλλά οι άγγελοι που ξέρουν το μέλλον και τον νόμο διαμαρτυρήθηκαν. «Θα αποκαλύψεις πηγάδι σε κάποιον που θα κάνει το Ισραήλ να υποφέρει;» «Τι σημασία έχει το τέλος της ιστορίας;» απάντησε ο Θεός. «Τους κρίνω όλους για το τι είναι αυτή τη στιγμή και όχι για το τι θα γίνουν στο μέλλον».
Την προπερασμένη βδομάδα βρέθηκα στη Χάγη σε μια διακοινοβουλευτική συνεδρίαση για θέματα εξωτερικών και άμυνας. Ο αντιπρόσωπος της ΠΓΔΜ ζήτησε την αρωγή των Ευρωπαίων βουλευτών για την είσοδο της χώρας του στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Τελειώνοντας, και φαντάζομαι για να κερδίσει τη συμπάθεια των παρισταμένων, πρόσθεσε ότι βασική στρατιωτική ενέργεια των Σκοπίων σήμερα είναι η ανάπτυξη ισχυρών δυνάμεων στα σύνορα με την Ελλάδα.
«Με λυπεί και με σοκάρει η τοποθέτηση του συναδέλφου» άρχισα την απάντησή μου. «Ελπίζω ότι η ανάπτυξη του στρατού δεν είναι προοίμιο επίθεσης στην Ελλάδα. Αλλά ούτε οι πρόσφυγες είναι εχθροί, εισβολείς ή εγκληματίες. Είναι άνθρωποι κατατρεγμένοι. Αποδρούν από τον πόλεμο, τον θάνατο, την καταστροφή.
»Ο ελληνικός λαός, αντί να χτίζει νέους τοίχους και φράχτες, τους καλωσορίζει ακολουθώντας τη βασική υποχρέωση της ηθικής και υλοποιώντας τις αξίες της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς».
Δυο μέρες αργότερα, η αστυνομία της ΠΓΔΜ επιτέθηκε στους πρόσφυγες επιβεβαιώνοντας τους χειρότερους φόβους μας. Αλλά ταυτόχρονα μας θύμισε κάτι που ξέρουμε αλλά ξεχνάμε. Ο νόμος παραβιάζει συχνά την ηθική. Δίκαιο και δικαιοσύνη πολλές φορές συγκρούονται.
Το πρόσωπο του άλλου
Γράφαμε σε προηγούμενο άρθρο ότι «το άσυλο αποτελεί το θεμέλιο κάθε μορφής ηθικής, θρησκευτικής, δεοντολογικής ή ωφελιμιστικής.
Το πρόσωπο του άλλου που υποφέρει βρίσκεται πίσω από την ταυτότητα καθενός μας» (http://www.efsyn.gr/arthro/poleis-asyloy).
Το θεϊκό απόφθεγμα από τον σχολιασμό στη βιβλική Γένεση «Κρίνω τον άλλο για το τι είναι τώρα, τι υποφέρει αυτή τη στιγμή» αποτελεί τη βάση της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης και επομένως και της ηθικής.
Αποτελεί το σημείο εκκίνησης κάθε υποχρέωσης και ευθύνης, βρίσκεται πίσω από θρησκευτικούς και δεοντολογικούς κώδικες και απορρίπτει οποιονδήποτε κανόνα ή νόμο θέτει τον εαυτό πάνω από τον άλλο.
Αλλά ας αρχίσουμε με την «οντολογία», την κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ταυτότητά μου, το Εγώ [είμαι], είναι μοιραία και καθοριστικά μπλεγμένο με το Εσύ. Δεν υπάρχει Εγώ χωρίς Εσύ και τανάπαλιν, το πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο είναι πάντα αγκαλιά.
Δεν φτιάχνεται εαυτός χωρίς τον άλλο που μου απευθύνεται, καλώντας με, ονοματίζοντάς με «Κώστα», «παιδί μου» και δίνοντάς μου το δώρο της γλώσσας, αυτό το μυστήριο αρχείο λέξεων και ιδεών που είναι ξένο και άλλο από μένα, έρχεται από τα έξω, αλλά με κάνει αυτό που είμαι.
Ο άλλος έρχεται πάντα πρώτος, πριν από μένα. Αποτελεί προϋπόθεση της γλώσσας, του εαυτού, του νόμου. Στη σοφία της, η γλώσσα μας χρησιμοποιεί την ίδια λέξη -«συνείδηση»- για την κατανόηση εαυτού και για την ηθική συνείδηση, την ευθύνη προς τον άλλο. Αποκτώ συνείδηση του «εγώ» επειδή ο άλλος μου λέει «εσύ», κάνοντάς με ηθικά υπεύθυνο.
Ο άλλος παρουσιάζεται στον κόσμο και σε μένα μέσα από το πρόσωπό του. Το πρόσωπο ενώνει τον λόγο με το βλέμμα, το ομιλείν με το οράν, φτιάχνοντας τη μοναδικότητα καθενός μας, όπως γράφει ο μεγάλος φιλόσοφος Εμανουέλ Λεβινάς.
Συμπυκνώνεται η προσωπικότητα στο πρόσωπο που είναι διαρκώς στραμμένο προς τα έξω. Βλέπω το πρόσωπο του άλλου, ποτέ το δικό μου, παρά μόνο στον καθρέφτη – με το μόνιμο ρίσκο να πέσω στη σαγήνη του Νάρκισσου. Ο άλλος, όπως και εγώ, βρίσκεται στο πρόσωπο.
Το πρωταρχικό ηθικό γεγονός τελείται όταν ο άλλος στρέφεται σε μένα και μου απευθύνει ένα άμεσο, συγκεκριμένο και προσωπικό αίτημα. Τότε γίνεται γείτονας και πλησίον μου παραμένοντας ταυτόχρονα ξένος και παράξενος.
Οταν κάποιος με πλησιάζει και με ρωτάει κάτι, δεν μπορώ να ξέρω τι έχει στο μυαλό του. Ούτε και χρειάζεται. Κάθε συγκεκριμένη ερώτηση προϋποθέτει ένα πρωταρχικό αίτημα «θα μου απαντήσεις, ναι ή όχι;» και η απάντηση αποτελεί την ύψιστη μορφή αυτονομίας, τη μια στιγμή που είμαστε κυρίαρχοι του εαυτού μας.
Οταν βρίσκομαι πρόσωπο με πρόσωπο, είμαι αμετάκλητα και μοναδικά υπεύθυνος για τον άλλο που με αντικρίζει. Η σχέση μας είναι ασύμμετρη, καθώς ο άλλος απευθύνει το μοναδικό του αίτημα σε μένα και μόνο σε μένα. Μόνο εγώ μπορώ να απαντήσω. Η ταυτότητά μου θα μπει σε νέο δρόμο ανάλογα με τι απάντηση θα δώσω.
Το ποιος είμαι και τι θα γίνω βασίζεται στην απόλυτη εγγύτητα με τον πιο ξένο. Αυτή η εξάρτηση από τον άλλο αποκτά την κεντρική της μορφή όταν συναντήσω ένα πρόσωπο που υποφέρει που μου λέει σαν να με διατάζει «Μη με σκοτώσεις», «Δώσε μου τροφή και στέγη», «Προστάτεψέ με».
Η κατάφαση στην εντολή, το καλωσόρισμα του άλλου δεν υπακούει σε κάποια καθολική ηθική επιταγή, ούτε αποτελεί συμμόρφωση σε εθνικούς ή διεθνείς νόμους. Αντίθετα, όλοι οι ηθικοί και νομικοί κώδικες χτίζονται πάνω στο πρωτογενές συμβάν της ιστορικής και βιωματικής συνάντησης με τον άλλο, του αιτήματός του και της δικής μου απάντησης. Χωρίς αυτή την αρχέγονη στροφή προς τον άλλο, που είναι το βασικό συστατικό της ύπαρξής μου, δεν θα είχαμε ούτε ηθική ούτε νόμο.
Ο πρόσφυγας, αυτός ο απόλυτα άλλος
Οταν ο άλλος, ο οποιοσδήποτε άλλος, με πλησιάζει, εμφανίζεται ως ξένος. Δεν υπάρχει πιο δυνατή υπενθύμιση του ηθικού αιτήματος και ισχυρότερη ενσάρκωση του άλλου, ως τμήματος της ταυτότητάς μου αλλά και ως απειλής, από τον πρόσφυγα.
Ο πρόσφυγας είναι λοιπόν το σύμβολο και ο καλύτερος εκπρόσωπος της ετερότητας. Το δίκαιο του πολιτικού ασύλου, μια μικρή παραχώρηση του κυρίαρχου κράτους και δείγμα της «μεγαλοψυχίας» του, δημιουργεί περιορισμένο δικαίωμα προστασίας όταν ο πρόσφυγας φτάσει στα σύνορα της επικράτειας.
Η άφιξή του μας θυμίζει το τραύμα της γένεσης του σύγχρονου έθνους-κράτους που χτίστηκε με τον βίαιο αποκλεισμό των ξένων και την παράλληλη δημιουργία των υπηκόων.
Ο νόμος χάραξε τα σύνορα, χώρισε το μέσα από το έξω, τους δικούς μας από τους άλλους. Είναι λοιπόν παράδοξο να ζητάμε από το δίκαιο να προστατεύσει το δημιούργημά του, τον πρόσφυγα. Δεν θα το πετύχει ποτέ.
Αλλά ταυτόχρονα η απαραίτητη παρουσία του πρόσφυγα ανάμεσά μας ή στα σύνορά μας θυμίζει ότι πρέπει ο ξένος να αντιμετωπίσει τον ντόπιο «πρόσωπο με πρόσωπο» πριν ζητήσει άσυλο. Για να αποφύγουν να κοιτάξουν τον ικέτη στα μάτια στέλνουν οι γείτονες στρατό στα σύνορα.
Αλλά ό,τι και να κάνουν θα αποτύχουν. Γιατί δεν μπορούμε να αποφύγουμε τον άλλο, θεμέλιο της ύπαρξης και της ηθικής. Μας θυμίζει ο πρόσφυγας ότι κι εμείς, στα σπίτια μας και στη βολή μας, δεν είμαστε ποτέ ασφαλείς. Το Εγώ έχει πάντα μέσα του το Εσύ, ο ίδιος τον άλλο, είμαστε ξένοι στον εαυτό μας.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου