του Κώστα Δουζίνα
Η πρόσφατη συζήτηση για τους πρόσφυγες ανέδειξε ένα κρίσιμο ερώτημα που είχαμε αποφύγει στο παρελθόν. Είναι η Αριστερά ταυτόσημη με τη φιλελεύθερη ερμηνεία των ανθρώπινων δικαιωμάτων; Η απάντηση είναι ότι η Αριστερά, που βρίσκεται πίσω από πολλές δικαιωματικές κατακτήσεις, υπερασπίζεται τα δικαιώματα αλλά βρίσκεται συχνά και σε σύγκρουση με την κοσμοπολίτικη εκδοχή τους. Ας εξετάσουμε σύντομα την ιστορία της σχέσης.
Ο Μαρξ συνειδητοποίησε πρώτος τον παράδοξο χαρακτήρα των δικαιωμάτων. Τα φυσικά δικαιώματα της Γαλλικής Επανάστασης εμφανίστηκαν ως σύμβολο της οικουμενικής χειραφέτησης, αλλά ήταν συγχρόνως ένα ισχυρό όπλο στα χέρια της ανερχόμενης καπιταλιστικής τάξης, καθώς διασφάλιζαν και φυσικοποιούσαν τις αναδυόμενες κυρίαρχες οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις.
Χρησιμοποιήθηκαν για να αποκλείσουν από την πολιτική αμφισβήτηση τους κεντρικούς θεσμούς του καπιταλισμού, όπως η ιδιοκτησία, το δίκαιο των συμβάσεων και η ασφάλεια, μεταφράζοντάς τους σε ατομικά δικαιώματα και δίνοντάς τους την καλύτερη δυνατή προστασία.
Το ιδιωτικό συμφέρον και ο εγωισμός εμφανίζονται έτσι σαν κάτι το φυσικό που προωθεί το δημόσιο συμφέρον. Σύμφωνα με τη μοναδική διατύπωση του Μαρξ στο «Κεφάλαιο», τα δικαιώματα προωθούν «ελευθερία, ισότητα, ιδιοκτησία και... τον Bentham [Αγγλος ωφελιμιστής και ατομικιστής φιλόσοφος]».
Δικαιώματα και ιδεολογία
Οι διεκδικήσεις των μαύρων, των εργατών και των φεμινιστριών για πολιτική και κοινωνική χειραφέτηση τον 19ο αιώνα, των αριστερών και των συνδικάτων για ισότητα και ελευθερία τον 20ό χρησιμοποίησαν τη γλώσσα των δικαιωμάτων. Αλλά οι παλιοί επαναστάτες και οι πρόσφατοι αντιρρησίες δεν επικαλούνταν τα δικαιώματα ως νομικούς θεσμούς, αλλά ως συνθήματα, και οδηγούς αγώνα. Με τη δημιουργία του διεθνούς δίκαιου των ανθρώπινων δικαιωμάτων μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η κατάσταση άλλαξε.
Η πρόσφατη ιστοριογραφία έχει δείξει ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα απέκτησαν τη σημερινή σημασία τους μόλις στη δεκαετία των 1970 (1). Οι αγώνες για την αποαποικιοποίηση το ’50 και ’60 δεν χρησιμοποίησαν τη γλώσσα των ανθρώπινων δικαιωμάτων που εκλαμβανόταν σαν προσπάθεια της Δύσης να επιβάλει μια ηθικο-νεο-αποικιοκρατία στις πρόσφατα ανεξαρτητοποιημένες αποικίες.
Ο Γκάντι, ο Φανόν, ο Σεζέρ και ο Νκρούμαχ κατήγγειλαν τον δυτικό ανθρωπισμό ως τελευταία μορφή της αποικιοκρατικής mission civilisatrice.
Η Συνθήκη της Γενεύης για το άσυλο ήταν κλασικό δημιούργημα του ψυχρού πολέμου. Ισχυε μόνο για πρόσφυγες από την Ευρώπη (επεκτάθηκε στην υφήλιο μόλις το 1967) και χρησιμοποιήθηκε για να προστατεύσει τους αντιφρονούντες από τα νεοσύστατα κομμουνιστικά καθεστώτα.
Αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1951 ήταν προσπάθεια της απονομιμοποιημένης ευρωπαϊκής Δεξιάς να αποκτήσει ηθική ανωτερότητα απέναντι στον Δεύτερο και τον Τρίτο Κόσμο. Η Οικουμενική Διακήρυξη του 1948 αποτέλεσε δημιούργημα της σύντομης ανακωχής μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ενωσης πριν από τον ψυχρό πόλεμο. Περιλαμβάνει μακρύ κατάλογο οικονομικών και συλλογικών δικαιωμάτων που έκανε τον πρόεδρο Ρίγκαν να την ονομάσει «γράμμα στον Αη Βασίλη».
Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή δεν περιλάμβανε κανένα οικονομικό δικαίωμα, εκτός από την ιδιοκτησία, και είναι γεμάτη ψυχροπολεμικές προβλέψεις περί κατάστασης ανάγκης. Μόνο τη δεκαετία του 1970, όταν οι ΗΠΑ μετά την ήττα στο Βιετνάμ χρειάζονταν μια νέα ιδεολογία, ανακάλυψε ο πρόεδρος Κάρτερ τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με την πτώση του «υπαρκτού», τα ανθρώπινα δικαιώματα έγιναν αναμενόμενα η παγκόσμια ιδεολογία μετά το «τέλος της Ιστορίας».
Δικαιώματα και πολιτική
Στο διεθνές επίπεδο, οι «ανθρωπιστικοί» πόλεμοι στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία ανέδειξαν τον παραλογισμό να σκοτώνεις ανθρώπους για να «σώσεις» τα δικαιώματα της ανθρωπότητας.
Οι «κοσμοπολίτικες» οικονομικές και νομικές πολιτικές αποτελούν απόπειρα επανεδραίωσης μιας ηγεμονίας που απέτυχε καθώς η Δύση εξάγει όπλα και πολέμους και εισάγει πρόσφυγες. Αλλά και στο εθνικό επίπεδο, αν τα κλασικά φυσικά δικαιώματα προστάτευαν την ιδιοκτησία και τη θρησκεία καθιστώντας τις «απολίτικες», βασική επενέργεια των δικαιωμάτων σήμερα είναι ότι αποπολιτικοποιούν την ίδια την πολιτική.
Για τους φιλελεύθερους, τα δικαιώματα αποτελούν την «τελευταία ουτοπία» της Δύσης. Η διεκδίκηση δικαιωμάτων αποτελεί τη βασική μορφή ηθικής αλλά και κύριο εργαλείο και στόχο της πολιτικής. Η ευθύνη και η αγάπη, η αρετή και το καθήκον δεν εκλαμβάνονται ως ηθικοί πόροι, γιατί προέρχονται δήθεν από αριστερές ιδεοληψίες, οπισθοδρομικές κοινότητες και φανατικές θρησκοληψίες. Πολιτικά, ταξικές διεκδικήσεις και ιδεολογικές προτεραιότητες, κλαδικά συμφέροντα και ομαδικές αντιστάσεις πρέπει να εκφράζονται στη γλώσσα των ατομικών δικαιωμάτων.
Ετσι τα δικαιώματα διαμορφώνουν το έδαφος στο οποίο οι άνθρωποι κατανέμονται σε εξουσιαστές, εξουσιαζόμενους και αποκλεισμένους. Οταν όμως τα δικαιώματα επιβάλλονται στις κρατικές πολιτικές και ο νομικισμός στους ταξικούς και συλλογικούς αγώνες, η κοινωνία μετατρέπεται σε σύνολο μονάδων που αδιαφορούν για το κοινό καλό. Ο νεοφιλελεύθερος ναρκισσιστής βρίσκει τον φυσικό του σύντροφο στο ατομικιστικό υποκείμενο των δικαιωμάτων.
Οπως υποστηρίζει ο Agamben, αυτή η αποπολιτικοποίηση προωθεί έναν νέο τύπο κυριαρχίας, «μια σιωπηρή αλλά ταυτοχρόνως αυξανόμενη εγγραφή της ζωής [των ατόμων] στην κρατική τάξη, προσφέροντας έτσι ένα νέο και πιο τρομακτικό έρεισμα στην κυρίαρχη εξουσία από την οποία επιθυμούσαν να απελευθερωθούν».
Με τον διαρκή πολλαπλασιασμό των βιοπολιτικών ρυθμίσεων, τα δικαιώματα, τα οποία διαρκώς πληθαίνουν και επεκτείνονται, αυξάνουν παραδόξως την επένδυση της εξουσίας στα ανθρώπινα σώματα. Τα δικαιώματα έτσι μεταλλάσσονται από άμυνα απέναντι στην εξουσία σε τρόπο άσκησής της.
Στη νέα παγκόσμια τάξη, η διεκδίκηση δικαιωμάτων από τους αποκλεισμένους μπλοκάρεται με πολιτικά, νομικά και στρατιωτικά μέσα. Οι οικονομικοί μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι άνεργοι, οι «άνθρωποι μίας χρήσης» είναι απαραίτητη προϋπόθεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των υπολοίπων αλλά συγχρόνως και η ζωντανή απόδειξη της αδυναμίας εφαρμογής τους. Οταν σπάνια εμφανίζεται ένα τραγικό δίλημμα μεταξύ πολίτη, θεμέλιου της δημοκρατίας, και αφηρημένου ανθρώπου των διακηρύξεων, η Αριστερά καλείται να το λύσει με προσήλωση στις αξίες αλλά και την ιδεολογία της.
Οι αγώνες για ισότητα και ελευθερία φέρνουν στην επιφάνεια τον αποκλεισμό, την κυριαρχία και την εκμετάλλευση, καθώς και την αναπόφευκτη πάλη που διαπερνάει τον κοινωνικό και πολιτικό βίο. Αυτό είναι το ουτοπικό στοιχείο που επαναφέρει τις επαναστατικές ρίζες των δικαιωμάτων. Εκπροσωπείται από όσους αντιστέκονται στα μνημόνια και την εκμετάλλευση και από τους αλληλέγγυους στους πρόσφυγες.
Εντούτοις, την ίδια στιγμή, τα δικαιώματα συγκαλύπτουν τα βαθύτερα αίτια της εξουσίας, παρουσιάζοντας τη σύγκρουση και την αντίσταση με όρους νομικών και ατομικών αντίδοτων που, αν πετύχουν, οδηγούν σε μικρές ατομικές βελτιώσεις και σε ελάσσονες αναδιατάξεις της ταξικής ισορροπίας.
Μπορούν άραγε τα δικαιώματα να εκφράσουν πιο συστηματικά την ουτοπία; Ο βαθύς δεσμός ανάμεσα στα φυσικά δικαιώματα, τον πολιτικό ριζοσπαστισμό και την (θρησκευτική) υπερβατικότητα ανοίγει μια τέτοια ελπίδα.
Αλλά γι’ αυτό χρειάζεται μια νέα συμμαχία μεταξύ Αριστεράς και αλληλεγγύης, πολιτικής και ηθικής που χωρίς να ξεχνάει τη σημασία του ατόμου αποδίδει κεντρικό ρόλο στην ταξική πολιτική και στις συλλογικότητες. Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε πραγματικά δικαιώματα χωρίς ριζική αλλαγή της ταξικής κυριαρχίας. Κεντρικό παράδοξο των δικαιωμάτων είναι ότι συγκαλύπτουν την κυρίαρχη δομή και ενισχύουν τους αποκλεισμούς μιας κοινωνίας, ενώ συνάμα βοηθούν να τους αντιταχθούμε.
1. Κώστας Δουζίνας, «Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων»· Samuel Moyn, «The Last Utopia»· Mark Mazower, «No Enchanted Palace»· Douzinas και Gearty, «The Cambridge Companion to Human Rights Law»
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου