Μία κατολίσθηση έξω από την Μπούντβα, καθυστέρησε την άφιξή μας στο Κότορ για τρεις ώρες. Φτάσαμε στην πόλη μετά τα μεσάνυχτα. Κουρασμένος και νυσταγμένος την είδα να ξεπροβάλλει, αμέσως μόλις βγήκαμε από το τούνελ που συνέδεε το παραλιακό Μαυροβούνιο με τον κόλπο του Κότορ.
Η πρώτη εικόνα ήταν ένας μεγάλος φωτισμένος γκρεμός, ο οποίος κρεμόταν απειλητικά πάνω από την πόλη. Μου έκανε εντύπωση που φώτιζαν τα βράχια, γι' αυτό τα κοίταξα πιο προσεκτικά. Και τότε ήταν που αντίκρισα οχυρωματικά απομεινάρια και πολεμίστρες. Ένα θέαμα άκρως εντυπωσιακό. Πάνω στο γκρεμό ήταν χτισμένο ένα κάστρο.
Δυστυχώς η κούραση και το περασμένο της ώρας, δεν μας άφησαν να απολαύσουμε την βραδινή όψη της πόλης. Η επόμενη μέρα όμως μας αποζημίωσε.
Το πρωί ανοίγοντας τα παντζούρια του δωματίου, αντίκρισα την απέναντι όχθη να καθρεφτίζεται στα γαλήνια νερά του κόλπου. Ένα μεγάλο σύννεφο είχε εγκλωβιστεί στο νοτιότερο φιόρδ της Ευρώπης κι απειλούσε με βροχή. Αυτό όμως δεν μας πτόησε κι έτσι ντυθήκαμε γρήγορα και βγήκαμε με διάθεση να ανακαλύψουμε όλη την πόλη.
Ο κλειστός τόπος με τα ψηλά βουνά και το σύννεφο πάνω από τα κεφάλια μας, δημιουργούσαν μία φαντασιακή αίσθηση (00:06-00:20). Κάθε ήχος ακουγόταν πολύ πιο δυνατά, όπως το πέταγμα των γλάρων, το νερό που κυλούσε από τις απότομες πλαγιές και τα βήματά μας δίπλα στη θάλασσα. Όλα αυτά έδεναν τόσο όμορφα με τα πετρόχτιστα κτίρια της πόλης και τα τυρκουάζ νερά. Νιώθαμε πως περιπλανιόμασταν μέσα σε ένα όνειρο. Δεν είναι τυχαίο που η πόλη αυτή έχει ονομαστεί "νύμφη της Αδριατικής".
Το Κότορ αναφέρεται για πρώτη φορά, το 168 π.Χ. Το λιμάνι του όμως μαζί με την πόλη, ανοικοδομήθηκαν από την Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας. Πρώτο χαρακτηριστικό που κερδίζει τη προσοχή μας είναι τα εξωτερικά τείχη που ακουμπούν πάνω στη θάλασσα και οι φιδογυριστές οχυρώσεις που σκαρφαλώνουν πάνω στο γκρεμό (00:25-01:15). Τα τείχη έχουν μήκους περίπου 5 χιλιόμετρα και ύψος 20 μέτρα. Τα πρώτα οχυρωματικά έργα χτίστηκαν από τον Ιουστινιανό για να προφυλάσσεται η πόλη από τους Γότθους. Οι καταστροφές που είναι εμφανής πάνω τους, προέρχονται από μία επιδρομή των Σαρακηνών τον 9ο αι.
Στην κεντρική είσοδο της πόλης δεσπόζει το γνωστό λιοντάρι του Σαν Μάρκο, σύμβολο της Βενετίας. Αργότερα προστέθηκαν το κομμουνιστικό άστρο με την ημερομηνία απελευθέρωσης από τους ναζιστές, καθώς και το απόφθεγμα του Τίτο «Δεν θέλουμε όσα ανήκουν στους άλλους, αλλά δεν θα παραιτηθούμε ποτέ απ΄ όσα είναι δικά μας» (01:15-01:35). Μεγάλος ηγέτης ο Τίτο.
Μπαίνοντας στη παλιά πόλη συναντήσαμε πρώτα τον μεγάλο πύργο με το ρολόι (01:48), ο οποίος χτίστηκε το 1602. Από εκεί ξεκινούν όλα τα σοκάκια που οδηγούν προς το γκρεμό. Οι περιπλανήσεις στους στενούς δρόμους, με γύρισα πίσω στα μεσαιωνικά χρόνια, όπου Βυζαντινοί με Βενετσιάνους ζούσαν και δραστηριοποιούνταν μαζί. Οι διαφορετικές επιρροές που δέχτηκε η πόλη φαίνονται στην ποικιλομορφία των προσόψεων, μιας και κάθε κτίριο έχει τα δικά του χαρακτηριστικά. Έτσι μπλέκει ο μπαρόκ ρυθμός με αψίδες και οικόσημα με δράκους και λιοντάρια. Επίσης στην Παλιά Πόλη στεγάζεται το Παλάτι Ντράγκο με τα γοτθικά του παράθυρα όπου σήμερα στεγάζεται το Ινστιτούτο Συντήρησης των Πολιτιστικών Μνημείων και η Ακαδημία Γραμμάτων και Τεχνών (01:35-02:40).
Προστάτης της πόλης είναι ο Άγιος Τρύφωνας, ο οποίος τιμάται σε μία τεράστια εκκλησία, κολλητά στους πρόποδες του γκρεμού (02:00). Ο ναός χτίστηκε το 1166 για να φιλοξενήσει τα λείψανα του αγίου που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη. Το 1667 ο ναός καταστράφηκε από έναν ισχυρό σεισμό και ξαναχτίστηκε, αυτή τη φορά με δύο μπαρόκ πύργους για καμπαναριά. Ο ένας όμως έμεινε ημιτελής λόγω έλλειψης χρημάτων. Γι' αυτό διαφέρουν οι δυο πύργοι μεταξύ τους. Ο συγκεκριμένους καθεδρικός θεωρείται ως ένας από τους παλιότερους κι ομορφότερους της Αδριατικής.
Στην πόλη όμως δεσπόζει και η ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Νικολάου (02:08). Χαρακτηριστικό αυτής της εκκλησίας είναι ο τρούλος και τα μεγάλα πορτραίτα των αγίων με τα εκφραστικά τους μάτια.
Πίσω από τον καθεδρικό ναό του Αγίου Τρύφωνα, ξεκινούν διάφορα μικρά περάσματα που οδηγούν στο κάστρο του γκρεμού (02:42-04:14). Ο απότομος βράχος προκαλεί κάθε επισκέπτη να τον ανέβει. Η αλήθεια είναι πως το μονοπάτι των 1.200 μέτρων και των 1.350 σκαλοπατιών είναι από μόνο του ένας άθλος. Ένας άθλος που όποιος τον επιχειρεί, κερδίζει ένα καταπληκτικό τρόπαιο. Αναφέρομαι στην υπέροχη θέα από το φρούριο που βρίσκεται σε ύψος 250 μέτρα.
Η ανάβαση κράτησε μιάμιση ώρα. Σε κάθε στάση που κάναμε, απολαμβάναμε και την πόλη που ξεδιπλωνόταν από κάτω. Οι μεγάλες εκκλησίες του Αγίου Τρύφωνα και του Αγίου Νικολάου έμοιαζαν με μινιατούρες ενώ ο κόσμος τριγυρνούσε στα γύρω στενά σαν μυρμήγκια. Στην κορυφή όπου στέκεται το φρούριο με τη σημαία της χώρας, μείναμε γι' αρκετή ώρα. Είχαμε ανάγκη από λίγη ξεκούραση κι αρκετές ανάσες καθαρού αέρα. Μας κρατούσε όμως και η ομορφιά του τοπίου.
Κοιτώντας από ψηλά το Κότορ, ζήλεψα την ηρεμία της πόλης και τους χαλαρούς ρυθμούς της καθημερινότητας των κατοίκων. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η πόλη αυτή θεωρείται σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο και σημείο συνάντησης αρκετών μουσικών. Εντύπωση επίσης προκαλεί και η αγάπη των κατοίκων για την πόλη τους. Την σέβονται, την περιποιούνται και την κρατούν καθαρή.
Δεν είναι δύσκολο να αγαπηθεί αυτή η πόλη...
Την αγάπησα κι εγώ, κι από εκείνη τη μέρα, η νύμφη της Αδριατικής έγινε ένα σπάνιο στολίδι της ταξιδιάρικης μνήμης μου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου