Μετά από τα ταξίδια μου σε Κρακοβία και Γκντανσκ, σειρά είχε η πολύχρωμη πόλη του Πόζναν, στα δυτικά σύνορα της Πολωνίας, η οποία με είχε μαγνητίσει πολύ πριν την πρώτη μου επίσκεψη στη χώρα αυτή. Στα μισά του άξονα που ενώνει Βαρσοβία με Βερολίνο και Βαλτική με Σιλεσία, το Πόζναν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Πολωνίας και της Πρωσίας. Με τη συγκεκριμένη όμως ανάρτηση θα ήθελα να τιμήσω την πανέμορφη πλατεία που στάθηκε αφορμή να ξεκινήσω το τρίτο μου ταξίδι στην Πολωνία απ' την πόλη αυτή.
Η πτήση για Πόζναν ήταν μεσημεριανή. Με τη μέρα να διαρκεί περισσότερο στο βορρά, είχαμε αρκετό χρόνο στη διάθεσή μας να περιηγηθούμε για μια αναγνωριστική ματιά στην πόλη. Απ' τα πρώτα λεπτά διαπιστώσαμε πως το Πόζναν είχε πολλά περισσότερα να μας προσφέρει απ όσα προσδοκούσαμε.
Ο κατηφορικός δρόμος που διαμείναμε και ξεκινούσε λίγο πιο πέρα από το παλάτι Zamek μας οδήγησε κατευθείαν στην πλατεία. Αφού διαβήκαμε μικρά στενά σοκάκια κάτω από τον πύργο του βασιλικού ανακτόρου που έχει μετατραπεί σε μουσείο, βγήκαμε στην πλατεία. Μπροστά μας είχαμε ένα χαμηλό διακριτικό μουσείο με λευκή λιτή πρόσοψη όπου τονιζόταν έντονα το κατακόκκινο πολωνικό έμβλημα, αφιερωμένο στη Μεγάλη Πολωνική Αντίσταση κατά των Γερμανών κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Κινηθήκαμε προς τα δεξιά έχοντας μπροστά μας μια από τις τέσσερις φημισμένες κρήνες της πόλης, αφιερωμένη στον θεό Ποσειδώνα. Εκεί παρατηρήσαμε πως η πλατεία είχε δύο όψεις. Από την μια ήταν περιμετρικά παρατεταγμένες οι επιβλητικές προσόψεις πανέμορφων αρχοντικών και στο κέντρο της πλατείας σχηματιζόταν μια μικρή νησίδα όπου έστεκαν ενωμένα το ένα δίπλα στο άλλο τα μικρά πολύχρωμα σπίτια των εμπόρων. Από την μια λοιπόν απολαμβάναμε όμορφες προσόψεις διακοσμημένες με μοντέρνα για την εποχή τους ανάγλυφα και χαρακτικά ενώ σε αρκετά σημεία συναντήσαμε πολύχρωμα φυτικά και ζωικά μοτίβα που κάλυπταν σχεδόν ολόκληρη την μπροστινή επιφάνεια. Χρειάστηκε να κάνουμε αρκετές φορές τον κύκλο της πλατείας για να μπορέσουμε να δούμε σχεδόν όλες τις μικρές πανέμορφες λεπτομέρειες της πλατείας.
Πλέον είχαμε φτάσει στην άλλη γωνία όπου δεσπόζει η κρήνη του θεού Απόλλωνα. Σ' αυτό το σημείο είναι μαζεμένα τα περισσότερα μπαρ. Από ένα στενό δρόμο στα δεξιά, οδηγούμαστε στην φανταχτερή καθολική εκκλησία Fara Poznańska, η οποία είναι το μοναδικό ανέγγιχτο γοτθικό κτίριο της πόλης. Στο πεζόδρομο που συνδέει την πλατεία με την εκκλησία βρίσκεται η υπέροχη καφετέρια Weranda, στην οποία ευτυχώς προλάβαμε να τιμήσουμε λίγες ώρες πριν την αναχώρησή μας για το Βρότσλαβ. Αρωματικός καφές συνοδευόμενος με υπέροχα γλυκά, περιτριγυρισμένα από έναν παραμυθένιο διάκοσμο.
Μετά την επίσκεψή μας στην καθολική εκκλησία, επιστρέψαμε στην πλατεία και κινηθήκαμε προς την κρήνη της Περσεφόνης, η οποία στέκει μπροστά από το δημαρχείο. Ανάμεσα στις κρήνες του θεού Απόλλωνα και της Περσεφόνης, απλώνεται η πλατεία της παλιάς αγοράς. Προς αυτήν την πλευρά έχουν στραμμένες τις προσόψεις τους τα μικρά πολύχρωμα σπιτάκια των εμπόρων. Οι τοξωτές καμάρες του ισογείου δημιουργούσαν μια στοά για να προστατεύεται η αγορά από τις εκάστοτε καιρικές συνθήκες. Σήμερα στεγάζουν εκεί τα λιγοστά καταστήματα αναμνηστικών της πόλης. Κάθε σπιτάκι διαφορετικό έντονο χρώμα ενώ σε κάποια υπάρχει χαρακτικός διάκοσμος. Σαν να προσπαθούσαν μ' αυτόν τον τρόπο να παρουσιάσουν την διαφορετική προσωπικότητα που είχε ο κάθε ιδιοκτήτης-έμπορος. Το βράδυ αποκτούσαν άλλη όψη, καθώς μέσα από τα φωτεινά δωμάτια μπορούσε να διακρίνει κανείς το εσωτερικό αυτών των λιλιπούτειων χτισμάτων.
Στην άκρη της πλατείας στέκει το παλιό δημαρχείο, το οποίο ξεχωρίζει για το ανοιχτό του χρώμα, τις διάφορες μορφές ιστορικών προσώπων που διακοσμούν την πρόσοψη και την πράσινή του στέγη. Κατασκευάστηκε μεταξύ 13ου με 14ου αιώνα. Το αναγεννησιακό του ύφος διαμορφώθηκε τον 16ο αιώνα και διατηρείται μέχρι σήμερα, ακόμη και μετά την αναστήλωση τόσο του δημαρχείου όσο και των γύρω κτισμάτων καθώς το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε την πόλη ισοπεδωμένη. Το αξιοπερίεργο σ' αυτό το κτίσμα, συμβαίνει κάθε μεσημέρι, όταν το ρολόι στον πύργο χτυπήσει δώδεκα. Από ένα μπαλκόνι του δημαρχείου ξεπροβάλλουν δυο γίδια τα οποία τσουγκρίζουν τα κέρατά τους. Ένα έθιμο που στηρίζεται σε έναν θρύλο στον οποίον δύο γίδια άρχισαν να χτυπούν τα κέρατά τους για να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου της αγοράς διότι το δημαρχείο είχε πιάσει φωτιά. Με την πράξη τους αυτή, το δημαρχείο σώθηκε κι αυτά έγιναν σύμβολο της πόλης.
Πίσω από το δημαρχείο βρίσκεται το Μνημείο του Μπάμπεργκ, το οποίο υπενθυμίζει την έλευση των Γερμανών μεταναστών από το Μπάμπεργκ κατά τον 18ο αι., αφού κλήθηκαν από τη διοίκηση της πόλης να εγκατασταθούν στο Πόζναν δίνοντάς τους κομμάτια γης που έμειναν "ορφανά" από αγρότες μετά τον πόλεμο και τις επιδημίες. Το άγαλμα παρουσιάζει ένα κορίτσι από το Μπάμπεργκ, ντυμένο με αγροτικά ρούχα να μεταφέρει δυο κανάτες νερό, κρεμασμένες σε έναν πάσσαλο που ισορροπεί στους ώμους της. Το χάλκινο άγαλμα στέκεται στην κορυφή μιας οβάλ βάσης όπου μπροστά της σχηματίζεται μια κοιλότητα στην οποία έπιναν τα άλογα νερό.
Στην άλλη άκρη της πλατείας συναντάμε την τελευταία κρήνη, πάνω στην οποία ξαποσταίνει ο θεός Άρης. Αυτή η γωνία είχε τη μικρότερη επισκεψιμότητα στην πλατεία, καθώς ο κόσμος προτιμάει να κινείται στην πλατεία της παλιάς αγοράς. Όμως εκεί ανακαλύψαμε ένα αξιαγάπητο ρετρό μπαράκι, το Pijalnia Wódki i Piwa, όπου απολαύσαμε την πρώτη μας μπύρα επί πολωνικού εδάφους.
Το βράδυ η πλατεία αποκτούσε μια άλλη γοητεία. Οι προσόψεις των κτιρίων φωτίζονταν κι ο διάκοσμός τους αποκτούσε μια ιδιαίτερη ζωντάνια. Μορφές άλλων εποχών παρατηρούσαν τον κόσμο που περνούσε από κάτω ενώ οι προσόψεις των μικρών σπιτιών των εμπόρων μετατρέπονταν σε αλλόκοτες αποχρώσεις.
Αυτό όμως που πρόσθεσε ξεχωριστή νότα στις βραδυνές μας περιπλανήσεις, ήταν η ευγενική φυσιογνωμία ενός κυρίου που έπαιζε σαντούρι μπροστά από το παλιό δημαρχείο. Οι ταξιδιάρικοι ήχοι των παλλόμενων χορδών σταματούσαν τους περαστικούς, οι οποίοι στεκόντουσαν λίγο μαγεμένοι από τις μελωδίες μακρινών λαών κι εθίμων που τους πρόσφερε το συγκεκριμένο μουσικό όργανο. Η παιδεία των κατοίκων της πόλης, φαινόταν στο ότι το σαντούρι παρέμενε ανέπαφο καθ' όλη τη διάρκεια της μέρας στο πεζούλι που καθόταν ο μουσικός και τον περίμενε αμέριμνο ως το βράδυ για να γεμίσει την παλιά αγορά με μελωδίες ανατολίτικες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου