του Θεόδωρου Γεωργίου
(καθηγητή Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)
Την Κυριακή 28 Οκτωβρίου διεξάγονται οι τοπικές εκλογές στο κρατίδιο της Εσης (Γερμανία) και οι πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι και σ’ αυτή την περίπτωση (όπως και στις εκλογές στη Βαυαρία), έχουμε να κάνουμε με ακόμη μία πολιτική δοκιμασία για την καγκελάριο Μέρκελ. Δεν πρόκειται για άλλη μία ευκαιρία πολιτικού αναστοχασμού για την κυρία Μέρκελ, αλλά για μια πολιτική κατάσταση, η οποία την υπερβαίνει με την εξής έννοια: το εκλογικό αποτέλεσμα στην Εση θα κρίνει το πολιτικό μέλλον της!
Επειδή ως πολιτικός φιλόσοφος δεν θέλω να επαναλαμβάνω εκτιμήσεις και απόψεις που διατυπώνονται στη δημόσια σφαίρα, αλλά αντιθέτως προσπαθώ να διατυπώνω κάθε φορά θέσεις οι οποίες ανταποκρίνονται στο «πνεύμα της εποχής» μας, υποστηρίζω ότι μετά τις εκλογές στην Εση η Γερμανία ως πολιτική κοινωνία εισέρχεται σε μια νέα ιστορική φάση πολιτικού αυτοπροσδιορισμού της.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: πρώτον, στο πρακτικό-πολιτικό επίπεδο ολοκληρώνεται η πολιτική φάση της Γερμανίας κατά την οποία η κυρία Μέρκελ διετέλεσε καγκελάριος στη χώρα. Και δεύτερον, στο συνειδησιακό (και ιδεολογικό επίπεδο) αρχίζει μια νέα ιστορική φάση κατά την οποία η ίδια η Γερμανία ως πολιτική κοινωνία, ως κοινωνική συλλογικότητα ελεύθερων ατόμων και προπάντων ως πανίσχυρο οικονομικό σύστημα εντός της ευρωζώνης, θα πρέπει να αποφασίσει για τις ιστορικές προοπτικές της.
Το ερώτημα «τι σημαίνει να είναι κανείς Γερμανός;» και οι επιμέρους εκδοχές του, οι οποίες κωδικοποιούνται στο υπαρξιακό πρόβλημα της ίδιας της χώρας και το οποίο στην πολιτική φιλοσοφία ονομάζεται το «γερμανικό ζήτημα» είναι τελικά μια ιστορική συνθήκη, η οποία επαναπροσδιορίζεται.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ο γερμανικός λαός και οι πνευματικές και πολιτικές διαδικασίες έκφρασής του δεν ορίζονται σε υπεριστορικά κοινωνικο-πολιτικά πλαίσια.
Δεν είμαι διατεθειμένος σ’ αυτή την ανάλυσή μου να αναφερθώ στην ιστορική, πολιτική παράδοση της Γερμανίας. Αυτό το οποίο επιδιώκω να γίνει κατανοητό είναι το εξής: κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα οι τοπικές εκλογές στα επιμέρους κράτη-μέλη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Βαυαρία και Εση) διαμορφώνουν συνθήκες οι οποίες προσδιορίζουν καθοριστικά (θα έλεγα οντολογικά) την ύπαρξη του Βερολίνου, δηλαδή την ίδια τη συγκρότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και τελικά την οντολογική ύπαρξη της Γερμανίας.
Μια ρήση πολιτικού ανδρός έλεγε πως ο πολιτικός κρίνεται μεταξύ άλλων από την απόφασή του να αποχωρήσει από το προσκήνιο εγκαίρως. Φαίνεται πως αυτό δεν ισχύει για την καγκελάριο Μέρκελ. Ακόμη και ο καγκελάριος της επανένωσης των δύο γερμανικών κρατών Χέλμουτ Κολ αποχώρησε την κατάλληλη ιστορική στιγμή.
Και το ερώτημά μας στο επίπεδο της εμπειρικο-πρακτικής άσκησης της πολιτικής εξουσίας διατυπώνεται ως εξής: Γιατί η κυρία Μέρκελ δεν εγκαταλείπει τον θώκο της; Μήπως επειδή έχει μια «φαντασιακή» αυτοεικόνα, η οποία θα τη συνοδεύει στην υστεροφημία της;
Ή μήπως επειδή στο επικείμενο συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) (Δεκέμβριος 2018) οι αντίπαλοί της ονομάζονται: Aντρέας Ρίτσενχοφ (62 ετών - επιχειρηματίας), Γιαν-Φίλιπ Κνόοπ (26 ετών - φοιτητής της Νομικής) και Mατίας Χέρντεγκεν (61 ετών - καθηγητής Πανεπιστημίου); Δηλαδή, θεωρούνται πολιτικοί οι οποίοι δεν θα έχουν προοπτικές επικράτησης;
Με τις τοπικές εκλογές στην Εση δεν έχει πρόβλημα μόνον η καγκελάριος Μέρκελ. Εξάλλου ζούμε στο «τέλος της εποχής της Μέρκελ», εδώ και μήνες. Πρόβλημα έχει και το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη (η ευρωζώνη), επειδή η καγκελάριος Μέρκελ υπερασπίστηκε «μέχρι θανάτου» την επιβολή του καθεστώτος της λιτότητας στον ευρωπαϊκό κοινωνικό βιόκοσμο (δηλαδή στην ίδια τη ζωή μας). Επί εποχής της, η ελληνική κοινωνία έζησε το δράμα της επιβίωσής της!
Εν κατακλείδι επισημαίνω ότι οι τοπικές εκλογές στην Εση δεν θα εξελιχθούν σε μια συνηθισμένη τυπική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία τα πολιτικά κόμματα θα αλλάξουν κυβερνητικές θέσεις. Θα θέσουν μείζονα προβλήματα προς διαβούλευση, όπως είναι το πρόβλημα της παραμονής της Μέρκελ στην καγκελαρία, αλλά θα θέσουν και ως ζωτικό πρόβλημα το ζήτημα των ιστορικών προοπτικών της γερμανικής πολιτικής κοινωνίας.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου