Μόνος μου σε μία μεγάλη αίθουσα. Απόλυτη ησυχία. Ευτυχώς απ' έξω δεν περνάνε αμάξια και δεν ενοχλούνται τα αυτιά μου από τον θόρυβο αυτό. Σηκώνομαι και ανοίγω το παράθυρο που είναι ακριβώς απέναντί μου. Ξαναγυρίζω στο γραφείο μου και κάθομαι και κοιτάω έξω στον απέναντι κτίριο. Αυτή τη στιγμή ο ήλιος βγαίνει από τον Υμηττό. Οι αντανακλάσεις του φωτός από τα γύρω παράθυρα παίζουν στον τοίχο απέναντι. Έτσι παρακολουθώ μία παιχνιδιάρικη κίνηση η οποία συμβαδίζει με την μουσική που ακούω από τον υπολογιστή. Εξακολουθώ και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Έφυγα το πρωί από μία ζεστή αγκαλιά και βρίσκομαι τώρα σε ένα γραφείο μόνος μου να περιμένω να περάσει το 8ωρο. Όχι δε δουλεύω από αγγαρεία. Την αγαπάω την δουλειά μου. Αλλά όσο και να αγαπάμε την δουλειά μας σήμερα είναι Παρασκευή. Ένας λόγος για να περιμένουμε να περάσει η ώρα διότι το μυαλό μας είναι στις επόμενες δύο μέρες που θα κανονίσουμε μικρές αποδράσεις, βολτούλες, μπάνια στη θάλασσα, καφεδάκι στα στέκια μας. Μία ζεστή αγκαλιά. Μου κακοφαίνεται που δεν είμαι ακόμα μέσα σ' αυτόν να χουζουρεύω χωρίς να φοβάμαι τον ήχο του ξυπνητηριού. Πιάνω την κούπα με τον ζεστό καφέ που έχω δίπλα μου. Κατεβάζω δύο γουλιές. Προς στιγμή νιώθω μία ζεστασιά αλλά όχι μεγάλης διάρκειας. Οι αντανακλάσεις συνεχίζουν το παιχνίδι τους. Από τον υπολογιστή ακούω τον Άγιο έρωτα του Ανδρέου. Δικός μου και ο Αύγουστος λέει σε μία στιγμή το τραγούδι. Ο Αύγουστος. Έναν μήνα που περιμένουμε όλοι πως και πως. Μα εγώ θέλω όλους τους μήνες. Δε θέλω να περιμένω έναν μήνα απ' όλο το χρόνο. Θέλω να ζω τον έρωτα την κάθε στιγμή, σε κάθε μέρος, σε οποιαδήποτε κατάσταση. Το τραγούδι καταφέρνει να με ταξιδέψει στον Αύγουστο που θα μαι στο νησί μου. Ακολουθεί η Τάνια Τσανακλίδου. Γράμμα στον Νίκο Γκάτσο. Το ξανάκουσα μετά από πολύ καιρό χθες στο ράδιο και έψαξα να το ξανακούσω σήμερα το πρωί. Πίνω άλλη μία γουλιά καφέ και αρχίζω να τραγουδάω και γω μαζί... Επαναστατικό, νοσταλγικό, συγκινητικό... "Πόσο ακούμα ραγιάδες, η Κρήτη κι η Μάνη, σκοτεινες μαυροφόρες μανάδες στου Οδυσσέα το χάνι, Όλα κυριέ Νίκο είναι εδώ, οπώς τα άφησες εσύ και όπως τα ξέρεις... ". Πως τα άφησε ο Νίκος Γκάτσος;... Ήταν ικανοποιημένος με αυτά τότε; Θα μπορούσε να ήταν ικανοποιημένος τώρα με αυτά που ζούμε; Θα έγραφε κανένα ποίημα για να μας αφυπνίσει;... Που είναι όλοι αυτοί οι σπουδαίοι ποιητές. Ευτυχώς γεννήθηκαν τότε διότι αν ζούσαν σήμερα θα τους είχε καταπιεί το σύστημα και θα μένανε στην αφάνεια. Αντιθέτως, ζήσανε τότε και σήμερα υμνούνται από την βλαχοϋπερηφάνεια των Νεοελλήνων από τους οποίους λίγοι τους έχουν διαβάσει. Σκέφτομαι την ζεστή αγκαλιά και βάζω να ακούσω το Μινόρε της αυγής. Πέφτω πάνω σε ένα βίντεο (http://www.youtube.com/watch#!v=9gYspikN8kc&feature=related) με τον Κότσιρα νεαρό και άγνωστο να ναι στην ορχήστρα με ένα μπαγλαμαδάκι να τραγουδάει μαζί με άλλους αυτό το υπέροχο ρεμπέτικο κομμάτι, "Ξύπνα... μικρό μου κι άκουσε... κάποιο μινόρε της αυγής..." κλείνω τα μάτια. Με φαντάζομαι στον πλάτανο στη Χώρα της Άνδρου, να χω αριστερά και δεξιά μου την θάλασσα, εγώ πάνω στην πλατεία κοντά στο μουσείο σύγχρονης τέχνης του νησιού να δέχομαι το θαλασσινό αεράκι με την αλμύρα και τον ήλιο που μόλις έχει βγει να μου χαϊδεύει το πρόσωπο. Κλείνω τα μάτια μου. Ταξιδέυω εκεί...
"Καλημέρα Γιώργο!". Μόλις ήρθε ένας συνάδελφος και με γυρνάει βίαια πίσω στην πραγματικότητα. Στην καθημερινότητα της Αθήνας. Απογοητευμένος από την απότομη επιστροφή μου στην καθημερινότητα πίνω δύο γουλιές καφέ και ξεκινάω δουλειά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου