Γράφει η Βάγια Δανιηλίδου
Την προηγούμενη βδομάδα διάβασα ένα κείμενο για το «12 χρόνια σκλάβος» του Στηβ Μακουίν. Ναι, την ταινία που σάρωσε με τις χρυσές σφαίρες και τα Όσκαρ. Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο, το ζητούμενο είναι ότι η εν λόγω ταινία, συνοδεία με την αυτοβιογραφία του Σόλομον Νόρθαπ (όπου βασίστηκε το σενάριο), θα διδάσκεται στα αμερικάνικα σχολεία από τον επόμενο Σεπτέμβρη.
Τόσο απλά. Και αναρωτιέμαι γιατί όχι και εδώ κάτι αντίστοιχο, γιατί όλα πρέπει να είναι τόσο απίστευτα δύσκολα και δύσκαμπτα. Πέρα από κάποιες προσπάθειες (πολύ λίγες, ή αν θέλετε, μικρές) δεν έχει γίνει ποτέ κάτι ριζικό και ουσιώδες σε σχέση με το σινεμά και την εκπαίδευση.
Ναι, έχουν υπάρξει προγράμματα για τον κινηματογράφο στο παρελθόν ή και στον παρόν, όπου οι μαθητές μυρίζονται λίγο τι σημαίνει κινηματογράφος, κυρίως μέσα από τη δημιουργία μικρών βίντεο ή παρακολούθηση ντοκιμαντέρ και ταινιών μυθοπλασίας και στην καλύτερη των περιπτώσεων μέσα από μια στοιχειώδη «διάδραση». Ποτέ, όμως, ο κινηματογράφος δεν έχει αντιμετωπιστεί σοβαρά, όπως δηλαδή του αξίζει. Ποτέ, και θα μιλήσω από πρώτο χέρι, δεν έχει υπογραμμιστεί η αξία του κινηματογράφου μέσα στο σχολείο και σχεδόν πάντα συγχέεται με τα φιλολογικά μαθήματα.
Στα σχολεία δούλεψα ως επιμορφωτής – εμψυχωτής κινηματογραφικών ομάδων σχεδόν μια δεκαετία, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Με τα παιδιά – έφηβοι ως επί το πλείστο-, βρισκόμασταν μαζί με το μόνιμο συνεργάτη μου Τοπάλη Κωνσταντίνο, δύο φορές την εβδομάδα. Αρχικά για μία ώρα, στη συνέχεια δύο, προς το τέλος επειδή ακριβώς τρέχαμε πάντα να προλάβουμε τις εξελίξεις, τη δημιουργία δηλαδή της ταινίας μας, βγαίναμε εκτός προγράμματος. Και δίωρα και τρίωρα. Και φυσικά ήταν μια παράλληλη δράση του σχολείου, στα πλαίσια ομίλων όπου τα παιδιά εκτονώνονταν, αλληλεπιδρούσαν, μάθαιναν, δημιουργούσαν.
Όταν ξεκινήσαμε το πρόγραμμα, οι περισσότεροι από τους μαθητές έβλεπαν απλά ταινίες.
Κυρίως ρομαντικές κομεντί, σπλάτερ, θρίλερ, τρώγοντας ποπ κορν με κόκα κόλα στα μούλτιπλεξ. Τραβούσαν βιντεάκια με το κινητό τηλέφωνο, κατανάλωναν ό,τι ταινία έβρισκαν μπροστά τους κάνοντας «shopping therapy» στα εμπορικά κέντρα. Όταν ολοκληρώναμε τον κύκλο μαθημάτων, μας σταματούσαν στο διάδρομο και μας έλεγαν «α, χτες πέτυχα την ταινία του Τρυφώ, αυτή με το αγόρι στη θάλασσα, πουλούσα και μούρη στον μπαμπά, ο μπαμπάς έτριβε τα μάτια του. Μ’ άρεσε, την είδα ξανά!» Ή «πέτυχα Γκοντάρ και έμαθα τα jump cut στη μαμά!» Ή ακόμα, «βαρέθηκα να βλέπω σπλάτερ και κατέβασα Χίτσκοκ και Κιούμπρικ, δηλαδή τα νοίκιασα θέλω να πω»… Και αυτό είναι κάτι, όπως και το γεγονός ότι παιδιά που δεν είχαν καλή σχέση μεταξύ τους, ή φοβόντουσαν να μιλήσουν ή κρύβονταν στο πίσω μέρος της τάξης χωρίς να βγάζουν κουβέντα, «αναγκάζονταν» πια ν’ ανταλλάξουν ιδέες, να γράψουν ιστορίες, να τοποθετηθούν με άνεση πάνω στα έργα, να κινηματογραφήσουν. Όχι όμως για να βαθμολογηθούν, αλλά για να δημιουργήσουν.
Κάπως έτσι τα πράγματα άλλαζαν. Αλλά αυτό χρειάστηκε χρόνο, δε γινόταν με μία ξεπέτα λίγων ωρών και σκόρπια μαθήματα αραιά και που, ούτε με μια απλή παρακολούθηση ταινίας. Χρειαζόταν χρόνος και για να αντιληφθούν και για να μιλήσουν και κυρίως για να μάθουν να συνεργάζονται, χωρίς το φόβο του ανταγωνισμού, της υπεροχής, της βαθμοθηρίας. Χρειάζεται, λοιπόν, χρόνος και ενδιαφέροντα ερεθίσματα για ν’ αναπτύξουν τα παιδιά ομαδικό πνεύμα, να μάθουν να βλέπουν καλό σινεμά, να ερμηνεύουν, ν’ αποκρυπτογραφούν εικόνες και ήχους και εντέλει να βρουν μόνοι τους τη δύναμη της διαφορετικότητας, της συλλογικότητας.
Ο κινηματογράφος μπορεί να ενισχύσει την κριτική ματιά του μαθητή, την ικανότητα διείσδυσης του πίσω από την εικόνα, πίσω από τη λέξη, αναδεικνύει φόρμες, τεχνικές, αναπαράγει αλλά και καταρρίπτει στερεότυπα, επηρεάζει σκέψεις, συνειδήσεις. Ο κινηματογράφος δίνει τη δυνατότητα στο μαθητή να λάβει πολύπλευρη γνώση, να ψάξει, να βρει, να δει, να αξιολογήσει, να αισθανθεί τη δυναμική της άλλης ματιάς, τη δημιουργικότητα.
Ο κινηματογράφος μπορεί να διδάξει ιστορία, μπορεί να διδάξει φιλοσοφία, τεχνολογία, να αναλύσει και να παρουσιάσει τις ανθρώπινες σχέσεις, τον πολιτισμό, τα γεγονότα, την αισθητική. Μπορεί να δείξει με αμεσότητα και πάθος τις συνέπειες της αλαζονείας, του μίσους, της μισαλλοδοξίας. Είναι ίσως η μοναδική μορφή τέχνης που «συνθέτει» με συνέπεια όλες τις υπόλοιπες, έχοντας παράλληλα τόσο μαζική απήχηση παντού. Ο κινηματογράφος είναι ένα πολύτιμο «εργαλείο» και οφείλει να λειτουργεί με αξιοπρέπεια, με ισορροπίες, από ανθρώπους κατάλληλους, με γνώση, σεβασμό, αγάπη και σίγουρα με αντίληψη του τι ακριβώς κάνουν και πώς. Και όλα ξεκινούν από εκεί, από τα τυχόν «ερεθίσματα», που συχνά δεν είναι και τόσο τυχαία. Το σινεμά μπορεί να καλλιεργήσει με επιτυχία το διάλογο, την ευθυκρισία, τη διαλλακτικότητα. Και μπορεί να το κάνει με εντιμότητα. Και ειλικρίνεια. Και πραγματικά το χρειαζόμαστε αυτό, τώρα ακόμα πιο πολύ! Και όλοι γνωρίζουμε το γιατί.
Πηγή: http://publishitmagazine.gr/2014/03/17/giati-to-elliniko-sxoleio-xreiazetai-to-cinema/