του Περικλή Κοροβέση
Η εξουσία, η όποια εξουσία, από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα, ζει μέσα σε έναν μόνιμο εφιάλτη: την ανατροπή της.
Πριν από την καθιέρωση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, όπου κατά κανόνα η εξουσία μοιράζεται σε δύο κόμματα, δηλαδή δύο φράξιες της ίδιας πάντοτε εξουσίας που επικυρώνεται με την καθολική ψήφο και αναίμακτα (όχι πάντοτε), στις μοναρχίες και τις αυτοκρατορίες η εναλλαγή στην εξουσία κατά κανόνα γινόταν με ίντριγκες και συνωμοσίες που αποσκοπούσαν στη δολοφονία του μονάρχη.
Με τη σειρά του, ο νέος μονάρχης δολοφονούσε τους πιθανούς ανταγωνιστές του θρόνου.
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας που πέρασε στην Ιστορία με το όνομα Κωνσταντίνος (είχε άλλα πέντε ονόματα) είχε δώσει στον εαυτό του το αξίωμα τού Pontifex Maximus, δηλαδή την ιδιότητα της κύριας θεότητας της Ρώμης που ήταν ο Δίας.
Στην εξουσία ανέβηκε με το πραξικόπημα του μπαμπά του και ξεκαθάρισε όλους όσους πίστευε πιθανούς διεκδικητές του θρόνου. Ανάμεσά τους ο πεθερός του, ο κουνιάδος του, η γυναίκα του, ο γιος του, ο γαμπρός του και ο ανιψιός του. Χριστιανός έγινε στο νεκροκρέβατό του.
Αυτό βέβαια δεν τον εμπόδισε να γίνει ο Αγιος και Μέγας Κωνσταντίνος. Και φυσικά δεν πρωτοτύπησε. Η αχανής Περσική Αυτοκρατορία, που στην ακμή της επεκτεινόταν από την Αίγυπτο ώς τις Ινδίες και προς Βορρά έφτανε στις ρωσικές στέπες, είχε την ίδια αντίληψη περί διαδοχής του θρόνου του «Βασιλέως του Κόσμου» ο οποίος βρισκόταν υπό την προστασία του «πάνσοφου θεού» Αχουραμάζντα. (Και αυτό έφτασε μέχρι τις μέρες μας με το «ελέω θεού μονάρχης».) Εξ ου και η αντίληψη που είχαν οι Πέρσες για την Ελλάδα. Πίστευαν πως ήταν κάτι χωριά, σε διαρκή πόλεμο μεταξύ τους. Αλλά μετά τον Μαραθώνα, τη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές ίσως να άλλαξαν γνώμη για τα «χωριά».
Ετσι έχουμε και λέμε: Ο Ξέρξης δολοφονήθηκε από τον μικρότερό του γιό. Ο Καμβύσης δολοφονήθηκε από τον Δαρείο και ο Δαρείος δολοφονήθηκε από τον Μπέσο (Bessus). Και αυτή η πολιτική σχολή σκέψης και δράσης επικράτησε ανά τους αιώνες.
Ο Δαρείος, με την ενθρόνισή του, κατέπνιξε στο αίμα εννιά μεγάλες εξεγέρσεις. Ολες για τα φορολογικά μέτρα που έπαιρνε. Ο αρχαιότερος φόρος που υπάρχει είναι η δεκάτη. Σήμαινε πως έπρεπε να δώσεις το ένα δέκατο της παραγωγής σου στην εξουσία, πολιτική ή θρησκευτική.
Το μέτρο αυτό ίσχυε εξίσου για Εβραίους, Ελληνες, Ρωμαίους, Οθωμανούς κ.λπ. Το νεοελληνικό κράτος κράτησε τη δεκάτη, που θεωρήθηκε ένας απάνθρωπος φόρος με καταστροφικές συνέπειες για την αγροτική οικονομία αλλά και για όλη την κοινωνία. Το 1860, ο τότε υπουργός Κουμουνδούρος κατέθεσε νομοσχέδιο για την κατάργησή της. Αλλά δεν έγινε τίποτα μέχρι που την κατάργησε ο Τρικούπης.
Από τη δεκάτη προέρχεται το αποδεκάτισμα, που σημαίνει συμφορά, καταστροφή και προέρχεται με τη σειρά του από το αρχαιοελληνικό «απο-δεκατοω-ώ» και αν κάνω αναφορά σ' αυτήν τη λέξη, υποκινούμαι από πατριωτικά αισθήματα. Γιατί το έθνος μας έχει αδιάκοπη συνέχεια στο αποδεκάτισμα.
Οι βαριές φορολογίες που είχαν επιβληθεί κατά τη διάρκεια των αιώνων οδηγούσαν σε εξεγέρσεις που κατέληγαν σε μαζικές σφαγές. Εκτός από μία που υπήρξε νικηφόρα: τη Γαλλική Επανάσταση. Η Μαρία Αντουανέτα είχε επιβάλει έναν επιπλέον επαίσχυντο φόρο.
Σε ένα καφενείο του Παρισιού, το Café Procope (υπάρχει και σήμερα, αλλά είναι τουριστικό με ελεεινά φαγητά), κέντρο την εποχή των επαναστατών και της διανόησης, ένας νεαρός δικηγόρος ανεβαίνει σε ένα τραπέζι, βγάζει το περίστροφό του (τότε τα πιστόλια ήταν σαν τα ρολόγια, όποιος είχε λεφτά αγόραζε), πυροβολεί μια-δυο φορές στον αέρα και βγάζει έναν σύντομο λόγο καλώντας τον λαό σε επανάσταση.
Σε δυο μέρες έπεσε η Βαστίλη. Εντυπωσιακή ήταν η συμμετοχή των γυναικών, που πρωτοστάτησαν στην κατάληψη των Βερσαλιών. Με τον θρίαμβο της Γαλλικής Επανάστασης, έχουμε και τη γέννηση του πρωτοφασισμού.
Βασιλικοί, Εκκλησία, φεουδάρχες, εργοστασιάρχες, ακαδημαϊκοί δαιμονοποίησαν τις νέες ιδέες και ενοχοποιώντας τις γυναίκες ζήτησαν τον εγκλεισμό τους στο σπίτι. Αν γυναίκα γίνει πολίτης, αυτομάτως γίνεται πόρνη και επικίνδυνη. Περιττό να πούμε πως τα επιχειρήματα της γαλλικής Αντίδρασης είναι ακόμα επίκαιρα και χρήσιμα για κάθε είδους φασισμό.
Σήμερα, στον εικοστό πρώτο αιώνα, ο πολίτης πληρώνει πολλαπλούς φόρους για το ίδιο εισόδημα. Και για να το κάνουμε λιανά: Σύμφωνοι, να πληρώνουμε όλοι μας τον φόρο που μας αναλογεί.
Αλλά πληρώνουμε συμπληρωματικό φόρο με τον ΦΠΑ. Και αν από τις οικονομίες μας κάναμε ένα σπιτάκι ή έχουμε κάποια κατάθεση, για ώρα ανάγκης, και αυτά φορολογούνται, ενώ έχουν ήδη φορολογηθεί.
Να μην πούμε τίποτα για τον απόδημο ελληνισμό, που ενώ πληρώνουν φόρο στη χώρα όπου ζουν, η πατρίδα τους ξαναφορολογεί. Αν ξαναρχόταν η δεκάτη, θα έμοιαζε με φορολογικό παράδεισο. Για να γλιτώσεις τον φόρο πρέπει να είσαι πλούσιος.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών